26 Νοε 2020

Ἂν εἴχαμε ὑπουργεῖο ἐθνικῆς, ἑλληνικῆς καὶ ὄχι νεοταξικῆς παιδείας…

Τοῦ Δημήτρη Νατσιοῦ
Τὸ παρὸν κείμενο ἀφιερώνεται στὴν ἱερὰ μνήμη τοῦ μακαριστοῦ πιὰ πατρὸς Στεφάνου Παπαθανασίου, ποὺ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν στὴν Κατερίνη. Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας, ταπεινός, εὐθὺς καὶ ἀκενόδοξος, φιλόχριστος καὶ φιλότιμος, πρόσχαρος καὶ ἐλεήμων, ἀγαπητὸς πολὺ ἀπὸ τὸν ἁπλὸ λαό, παπὰς λεβέντης, φιλακόλουθος, πνευματικὸς ἀκαταπόνητος, ἀληθὴς λειτουργός το Ὑψίστου, μὲ φιλοπατρία ἀνυπόκριτο καὶ γενναιότητα ἀσυμβίβαστη, στάθηκε γιὰ πολλὲς δεκαετίες, «λιθάρι ριζιμιό», στήριγμα ἀειθαλές τς τοπικῆς ἐκκλησίας τῆς Πιερίας. Ὑπῆρξε πνευματικός... τς εὐρύτερης οἰκογενείας μου, φίλος ἀφοσιωμένος καὶ συμπαραστάτης μονάκριβος. Τὸν ἀγαπᾶμε, τὸν σεβόμαστε, τὸν ἔχουμε στὴν καρδιά μας. Πλέον εἰρήνεψε ἀπὸ τοὺς κόπους του καὶ ἀναπαύεται «σιμά, πολὺ σιμὰ εἰς τὸν πτωχὸν Λάζαρον τοῦ Εὐαγγελίου». Αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ μακαριστοῦ πατρὸς Στεφάνου. Νὰ ἔχουμε τὴν εὐχή του. 
«Ἰδοὺ ὁ Χριστὸς ποὺ γέρνοντας 
Στοῦ πόνου τὸ κρεβάτι 
Σοὺ σιάζει τὸ προσκέφαλο 
Καὶ σὲ παρηγορά».
Τοῦ Σολωμοῦ οἱ περίτεχνοι στίχοι. Τόσο παρήγοροι σήμερα, ποὺ πολλοὶ συνάνθρωποί μας ἀγωνίζονται στοῦ πόνου τὸ κρεβάτι. Σολωμός, ὁ λησμονημένος ἀπὸ τὴν ἐκπαίδευση ποιητής. 

Ἂν εἴχαμε ὑπουργεῖο ἐθνικῆς, ἑλληνικῆς καὶ ὄχι νεοταξικῆς παιδείας, θὰ φροντίζαμε «νὰ πλουμίσουμε» τὴν δημοτικὴ ἐκπαίδευση μὲ δύο Ἀνθολόγια. 

Τὸ πρῶτο θὰ τὸ τιτλοφορούσαμε «Ἐτυμολογικὸ Ἀνθολόγιο». Θὰ περιεῖχε λέξεις συχνόχρηστες τῆς νεοελληνικῆς καὶ τὴν γενέθλιο ἱστορία τους. Γιατί νὰ μὴν γνωρίζουν οἱ μαθητές μας τὴν ἐτυμολογικὴ συγγένεια τοῦ νεροῦ καὶ τοῦ νεαροῦ; ὅτι συνδέονται ὁ ἥλιος (ἄλιος) μὲ τὸ γιαλὸ καὶ τὴ θάλασσα, τὸ ἁλάτι, τὴ σαλάτα καὶ τὸ σαλάμι; Γιατί νὰ μὴν μαθαίνουν ὅτι νόστος καὶ νόστιμος σμιλεύτηκαν γιὰ πρώτη φορὰ στὶς «ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου»; Γιατί ὀνομάστηκαν σκίουρος ἢ ρινόκερως αὐτὰ τὰ ζῶα ἢ καλύτερα κτήνη, ἀφοῦ ἔχουμε κτηνίατρο; Μὲ πόση εὐλάβεια, μ’ ἀνοιχτὸ κυριολεκτικὰ στόμα, παρακολουθοῦν τὰ παιδιὰ τὴν γοητευτικότατη αὐτὴ περιήγηση στὸν προγονικὸ λόγο!! 

Τὸ δεύτερο Ἀνθολόγιο θὰ τὸ ὀνομάτιζα «Ἀνθολόγιο Πατριδογνωσίας». Βεβαίως ἡ λέξη πατριδογνωσία εἶναι ποινικοποιημένη πρὸς τὸ παρόν. Ὅσο κυβερνοῦν οἱ ἀπτόητοι ἐθνομηδενιστές, η… πατριδοφθορία θὰ συνεχίζεται. Αντί στὰ σχολεῖα «νὰ γιομίζει ὁ μαθητὴς προκοπὴ κι ἀρετὴ» τώρα ἔχουμε «συνταγὲς μαγειρικῆς καὶ κείμενα θρασυδειλίας, ἀφιλοπατρίας καὶ ἀθεΐας. Στὸ Ἀνθολόγιο αὐτὸ θὰ ἐρανιζόμασταν ὅ,τι ἔνδοξο καὶ σπουδαῖο ἐπιτεύχθηκε ἢ γράφτηκε ἀπὸ τοὺς μαϊστόρους τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὡς σήμερα. Ὅλες οἱ ἱερὲς «σκιὲς» τοῦ παρελθόντος, ἀπὸ τὸν Ὅμηρο, τὸν Πλάτωνα, τὸν Μέγα Βασίλειο, τὸν Φώτιο τὸν Μέγα, τὸν Ἰσαπόστολο Ἅγιο Κοσμᾶ, τὸν Μακρυγιάννη, τὸν Παπαδιαμάντη, τὸν Σεφέρη καὶ τὸν Κόντογλου, τὸν Σεφέρη. 

Ἕνα μεγαλειῶδες γεγονός, γιὰ παράδειγμα, ποὺ θὰ μείνει ἀνεξίτηλο στὰ παιδιὰ καὶ θὰ τροφοδοτεῖ τὴν ἐθνική μας ὑπερηφάνεια, ποὺ τόσο ἔχουμε ἀνάγκη. Περιέχεται στὰ ἅπαντα τοῦ ἐθνικοῦ μας ποιητῆ Ἀριστοτέλη Βαλαωρίτη, (ἔκδ, “Μέρμηγκας”, σέλ.155), τοῦ «φυλάκτορα τοῦ Γένους», ὅπως τὸν ὀνομάζει ὁ Παλαμᾶς σ’ ἕνα ποίημά του. Είναι γράμμα ποὺ ἔστειλε στὶς 31 Μαρτίου τοῦ 1860 στὸν Ἀνδρέα Λασκαράτο. Τὸ γεγονὸς τὸ χαρακτηρίζει «ἀνέγδοτο». 

Τὸ 1822 ὁ Ὀδυσσέας πολιορκεῖ τὴν Ἀκρόπολη τῶν Ἀθηνῶν «ὅπου εὐρίσκοντο κλεισμένοι οἱ Τοῦρκοι καὶ τὴν ὑπερασπίζοντο μὲ μεγάλη καρτεροψυχία… καὶ δὲν ἦτο σπάνιον κάπου νὰ βλέπεις τὰ ἐνάντια μέρη νὰ στέκονται μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα καὶ ἄνεργα διὰ ἔλλειψιν ἀπὸ πολεμοφόδια. Κάτι παρόμοιο θὰ συνέβαινε βέβαια καὶ τὴν ἡμέρα ὅπου ἔτυχε τὸ ἀκόλουθο συμβάν»: 

«Ἐξύπνησαν κάποια παλληκάρια τοῦ Ὀδυσσέως, πρωὶ πρωὶ καὶ ἀπὸ τὸ πρῶτο γλυκοχάραμα ἔμειναν ἐκστατικά, βλέποντας τοὺς Τούρκους ἀνεβασμένους ἐπάνω εἰς τὸν Παρθενώνα καὶ ἐργαζόμενους μὲ μεγάλη βία νὰ χαλοῦν τὰ ὡραία ἐκεῖνα μνημεῖα. Τόσο παράξενη καὶ ἀκατανόητή τους ἐφάνη τέτοια ἀνωφελὴς βαρβαρότης, ὁπού ἔτρεξαν ἀμέσως νὰ εἰδοποιήσουν τὸν Ὀδυσσέα. Ἀφοῦ ὁ στρατηγὸς ἐβεβαιώθηκε μὲ τὰ μάτια τοῦ ἀπόλυσε τρία τέσσερα ἀπὸ τὰ παλληκάρια του νὰ πλησιάσουν εἰς τὴν Ἀκρόπολη καὶ νὰ ἐρωτήσουν τοῦ Τούρκους διατὶ ἔδειχναν τέτοια ἀγριότητα μὲ μάρμαρα, τὰ ὁποῖα δὲν τοὺς ἐπροξενοῦσαν καμμία βλάβη. Ἐπέταξαν μὲ μίας οἱ γενναῖοι καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγη ὥρα ἔφεραν εἰς τὸ στρατηγὸ τὴν ἀπόκριση ὅτι οἱ Τοῦρκοι μὴν ἔχοντας ἄλλο μολύβι διὰ νὰ χύσουν βόλια καὶ ξανοίξαντες ὅτι μέσα εἰς ἐκεῖνα τὰ μάρμαρα εὑρίσκεται τοῦτο τὸ μέταλλο, χυμένο ἐπίτηδες διὰ νὰ δίδη δύναμη καὶ σταθερότητα, εἶχαν ἀποφασίσει νὰ προστρέξουνε εἰς ἐκεῖνο τὸ χαλασμὸ διὰ νὰ δυνηθοῦνε νὰ ἐξακολουθήσουνε τὸν πόλεμο. 

Τέτοια ἀπόκρισι ἐπροξένησε μεγάλη ἀπελπισία εἰς τοὺς Ἕλληνες καὶ ἀφοῦ ἐστοχάστηκαν τί νὰ πράξουν διὰ νὰ σώσουν ἀπὸ τὸν ὄλεθρο τὰ μνημεῖα τοῦ μεγαλείου τῶν, ὅλοι μὲ μία φωνὴ ἀποφάσισαν νὰ μηνύσουν εἰς τοὺς ἀποκλεισμένους νὰ παύσουν τὴν καταστροφὴ καὶ ἤσαν ἕτοιμοι νὰ τοὺς προμηθεύσουν ὅσο μολύβι τοὺς ἐχρειάζετο γιὰ τὴν ὑπεράσπισή τους. Οὕτω καὶ ἐγένετο. Έστρεξαν οἱ Τοῦρκοι, καὶ οἱ Ἕλληνες ἐξαγόρασαν μὲ τὸ αἷμα τοὺς -δίδοντες εἰς τοὺς ἐχθροὺς βόλια διὰ νὰ τοὺς σκοτώσουν- τὰ πολύτιμα ἐκεῖνα μάρμαρα, τὰ ὁποῖα ἤσαν προωρισμένα νὰ ζήσουν διὰ νὰ ἴδουν πάλιν ἀναστημένο ὁλόγυρά τους ἐκεῖνο τὸ ἔθνος, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τόσους αἰώνας ἐφαίνετο βυθισμένο εἰς λήθαργο. Αξιοθαύμαστο παράδειγμα ἀρετῆς, γενναιότητος καὶ ζήλου πρὸς τὴν πατρίδα!». 

Τέτοιο ἦταν τὸ μεγαλεῖο τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ ’21: «Ἔτσι ἀπὸ μερικὰ παλληκάρια κρατήθηκε τὸ Ἔθνος! Ὅσοι πεθαίνουν παλληκαρήσια, δὲν πεθαίνουν. Ἂν δὲν ὑπάρχει ἡρωισμός, δὲν γίνεται τίποτα. Καὶ νὰ ξέρετε ὁ πιστὸς εἶναι καὶ γενναῖος. Ὁ Μακρυγιάννης ὁ καημένος τί τράβηξε! Καὶ σὲ τί χρόνια! 

“-Κάπνισαν τὰ μάτια μου”, λέει κάπου Γέροντα. 

Ναὶ κάπνισαν τὰ μάτια του. Ἀπὸ τὴν ἔνταση καὶ τὴν ἀγωνία ποὺ εἶχε, ἦταν σὰν νὰ ἔβγαζαν ὑδρατμοὺς τὰ μάτια του. Βρέθηκε σ’ ἐκείνη τὴν κατάσταση καὶ ἀπὸ πόνο καὶ ἀγάπη θυσιαζόταν συνέχεια. Δὲν σκέφθηκε, δὲν ὑπολόγισε ποτὲ τὸν ἑαυτό του. Δὲν φοβήθηκε μὴν τὸν σκοτώσουν, ὅταν ἀγωνιζόταν γιὰ τὴν Πατρίδα. 

Ὁ Μακρυγιάννης ζοῦσε πνευματικὲς καταστάσεις. Ἂν γινόταν καλόγερος, πιστεύω ὅτι ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀντώνιο δὲ θὰ εἶχε μεγάλη διαφορά. Τρεῖς χιλιάδες μετάνοιες ἔκανε καὶ εἶχε καὶ τραύματα καὶ πληγές. Ἄνοιγαν οἱ πληγές του, ἔβγαιναν τὰ ἔντερά του, ὅταν ἔκανε μετάνοιες, καὶ τὰ ἔβαζε μέσα. Τρεῖς δικές μου μετάνοιες κάνουν μία δική του. Ἔβρεχε τὸ πάτωμα μὲ τὰ δάκρυά του. 

Ἐμεῖς, ἂν ἤμασταν στὴ θέση του, θὰ πηγαίναμε στὸ νοσοκομεῖο νὰ μᾶς ὑπηρετοῦν….». Εἶναι λόγια τοῦ ἁγίου Παϊσίου, τοῦ Ἁγιορείτη…. 

Δημήτρης Νατσιὸς 
δάσκαλος-Κιλκὶς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.