Ὁσίου Γέροντος Πετρωνίου Προδρομίτου (†), Ἀπὸ τὸ περιοδικὸ "Ὁ ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ", Ἔκδ. Ι. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους, τ. 6 (1981), ἄρθρο: «Ἡ καινὴ ἐντολή», σελ. 45 (ἀποσπάσματα).
Δημιουργημένος κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ κάθε ἄνθρωπος εἶναι μιὰ μοναδική, ἀνεπανάληπτη ὕπαρξη, μιὰ παρουσία ποὺ δὲν ὑπῆρχε μέχρι τώρα, ἀλλὰ καὶ ποὺ δὲν θὰ ὑπάρξει ἄλλη στὸν κόσμο. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει διότι κάθε ἄνθρωπος ἀντανακλᾶ στὴν ὕπαρξή του κατὰ τρόπο μοναδικό, προσωπικό, τὸν Δημιουργό. Κάθε ἄνθρωπος ἀντανακλᾶ μιὰ μοναδικὴ λάμψη τοῦ κάλλους καὶ τοῦ πληρώματος τοῦ Θεοῦ. Τὸ βλέπουμε αὐτὸ μερικὲς φορὲς στὰ ἀθῶα πρόσωπα τῶν παιδιῶν, στὰ πρόσωπα τῶν Ὁσίων ποὺ καθαρίστηκαν μὲ τὰ δάκρυα, στὰ ἀναγεννημένα διὰ τῶν βασάνων πρόσωπα τῶν μαρτύρων. Μὲ τὴ θεϊκὴ εἰκόνα ποὺ φέρει μέσα τοῦ κάθε ἄνθρωπος κρύβει μέσα του ἕναν ἀτίμητο θησαυρό, ἡ ψυχή του εἶναι πιὸ ἀκριβὴ ἀπ’ ὅ,τι ὁλόκληρος ὁ κόσμος...
Καταλαβαίνουμε ἔτσι πόσο βαθὺς εἶναι αὐτὸς ὁ λόγος τῶν πατέρων: «Εἶδες ἕναν ἄνθρωπο; Εἶδες τὸν Θεὸ» (Γεροντικό, Ἀββᾶς Ἀπολλὼς 3). Καὶ καταλαβαίνουμε γιατί ἡ φιλοξενία τιμᾶται τόσο πολὺ στὶς ὀρθόδοξες χῶρες. Διότι τὸ νὰ δεχθεῖς τὸν ξένο ἀδελφό, ταξιδιώτη ἢ ἄρρωστο, σημαίνει νὰ δεχθεῖς τὸν Θεό: «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε», λέει ὁ Κύριος (Μάτθ. 25:40).
Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ μοναδικὸς πλοῦτος, τὸν ὁποῖο κρύβει ὁ καθένας μέσα στὴν ὕπαρξή του, συνήθως εἶναι ἕνας κρυμμένος θησαυρός, ἄγνωστος καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους ἀλλὰ πολλὲς φορὲς καὶ γιὰ τὸν ἴδιο τόν κατέχοντα.
Ἑπομένως μόνο ἡ ἀγάπη εἶναι θαυμαστὴ δύναμη, τὸ κλειδὶ ποὺ ἀνοίγει τὰ ἐσώτερα τοῦ ἀνθρώπου, στὸν ὁποῖο ἀντανακλᾶται τὸ θεϊκὸ κάλλος ποὺ φανερώνει τὴν ὡραιότητα τῆς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Ἡ εἰκόνα ὅμως αὐτὴ δὲν εἶναι κάτι στατικό, ἀλλὰ δυναμικό, τείνει νὰ ὁλοκληρωθεῖ στὴν ὁμοιότητα. Μιλῶντας γιὰ τὸ κάλλος τῆς εἰκόνας προβλέπεται καὶ ἡ ὁλοκλήρωσή της στὴν ὁμοίωση, τὸ ὁποῖο εἶναι θεϊκὸ κάλλος. Ἐδῶ βασίζεται ἡ ἀνεξήγητη γιὰ τοὺς ἄλλους στάση του ἀγαπῶντος. Δὲν βλέπει τὶς ἐλλείψεις ἢ τὶς ἀτέλειες τοῦ ἀγαπωμένου προσώπου διότι εἶναι γοητευμένος μὲ τὸ κάλλος τῆς θεϊκῆς εἰκόνας τοῦ ἀνθρώπου καὶ θαυμάζει ἀκόμη περισσότερο γιὰ τὸ κάλλος τῆς εἰκόνας ποὺ πρόκειται νὰ ὁλοκληρωθεῖ στὴν ὁμοίωση.
Ποιός μισεῖ τὴν ἁμαρτία περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι οἱ ἅγιοι; Καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ οἱ ἅγιοι δὲν βλέπουν τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Καὶ δὲν τὶς βλέπουν ὄχι γιατί δὲν θέλουν νὰ τὶς βλέπουν, ἀλλὰ γιατί μποροῦν νὰ μη τις βλέπουν ἐξ αἰτίας τῆς ἀγάπης. Αὐτοὶ βλέπουν στὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο ἕνα μυστήριο τόσο βαθὺ καὶ θαυμαστό, ὥστε διαισθάνονται τὴν ὕπαρξη στὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο δυνατοτήτων ξεπεράσματος κάθε ἁμαρτωλῆς καταστάσεως. Καὶ αὐτὲς οἱ δυνατότητες πραγματοποιοῦνται μόνο μὲ τὴν δύναμη τῆς ἀγάπης. Γι’ αὐτὸ λέει καὶ ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος ὅτι μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον «σπείρεις εἰς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σπέρματα ἀρετῆς». Ἡ ἀγάπη περιέχει αὐτό, τὸ ὁποῖο δόθηκε δυνάμει στὸν ἄνθρωπο, τὶς μοναδικὲς δηλαδὴ δυνατότητες γιὰ νὰ προοδεύσει· καὶ τὸν βοηθεῖ νὰ προοδεύσει πράγματι.
Ἂς φανταστοῦμε τώρα κάτι τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι οὔτε οὐτοπία οὔτε μὴ πραγματοποιήσιμο· καὶ συγκεκριμένα, μακάρι νὰ ἔβλεπαν οἱ Χριστιανοὶ μ’ ὅλη τὴ σοβαρότητα καὶ νὰ προσπαθοῦσαν μ’ ὅλη τὴν εἰλικρίνεια καὶ ὅλες τὶς δυνάμεις τους νὰ ἐκπληρώσουν τὴν πιὸ ἅγια ἐντολὴ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ: «ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς». Τί θαυμαστὴ μεταβολὴ θὰ γινόταν στὴν ἀνθρώπινη κοινωνία! Διότι ἂν ὅλοι ἀγαπούσαμε ἕναν ἄνθρωπο, τότε αὐτὸς θὰ ἦταν σχεδὸν ἀδύνατο νὰ γίνει κακὸς καὶ ἔτσι ὅλοι θὰ γίνονταν καλοί. Γεγονός, λέω, ἀπόλυτα πραγματοποιήσιμο, γιατί ἡ εὐαγγελικὴ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης δόθηκε γιὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο καὶ ὁ Θεὸς δὲν διέταξε τίποτε ἀδύνατο. Ὡστόσο ἂν βλέπουμε ὅτι ὑπάρχει πολὺ κακὸ στὸν κόσμο καὶ γύρω μας, εἶναι σημεῖο ὅτι «ἐψυχράνθη ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν», διότι μέσα στὴν κατάσταση τῆς κακίας τοῦ καθενὸς εἶναι ἀναμιγμένη καὶ ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης γιὰ τοὺς ἄλλους.
Φυσικὰ ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν ὁποία ἔγινε λόγος μέχρις ἐδῶ δὲν εἶναι φυσικὴ ἀγάπη, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη ποὺ εἶναι τὸ ἀποκορύφωμα, ἡ βράβευση τῆς πνευματικῆς τελειώσεως. Αὐτὴ ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ εἶναι ἀνθρώπινη προσπάθεια πρὸς τὴν ἀπάθεια, ἐπειδὴ ὅπου ὑπάρχουν πάθη δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἀγάπη· ἐνῷ ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ εἶναι ὁ καρπὸς τῆς θεϊκῆς ἀγάπης τῆς θείας Χάριτος, ποὺ κατεβαίνει στὴν ἀπαθῆ ψυχή. Δόθηκε στὸν ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα Θεοῦ ἡ δυνατότητα γιὰ τὴν ὁμοίωση, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ὁμοίωση δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ πραγματοποιηθεῖ διαφορετικὰ παρὰ μὲ τὴ φλόγα τῆς θεϊκῆς ἀγάπης.
Ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης γιὰ τὸν ἄλλο ἐξηγεῖται μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ κατῆλθε στὴν ψυχὴ καὶ μετὰ κατευθύνεται πρὸς τὸν Θεὸ καὶ καὶ πρὸς τοὺς συνανθρώπους. Κατὰ τὸ μέτρο λοιπὸν ποὺ ὁ ἄνθρωπος πλησιάζει τὸν Θεὸ μὲ τὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη καὶ μὲ τὴν ἐνάρετη ζωὴ καὶ γίνεται ὅλο καὶ πιὸ δεκτικὸς τῆς θείας Χάριτος ἐντός του, κατὰ τὸ ἴδιο μέτρο αὐξάνει ἐντός του καὶ ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν πλησίον καὶ πλησιάζει κοντά του, ὅπως οἱ ἀκτῖνες τοῦ κύκλου, ποὺ ὅσο πλησιάζουν πρὸς τὸ κέντρο, τόσο πλησιάζουν καὶ μεταξύ τους (Ἀββᾶς Δωρόθεος).
Δημιουργημένος κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ κάθε ἄνθρωπος εἶναι μιὰ μοναδική, ἀνεπανάληπτη ὕπαρξη, μιὰ παρουσία ποὺ δὲν ὑπῆρχε μέχρι τώρα, ἀλλὰ καὶ ποὺ δὲν θὰ ὑπάρξει ἄλλη στὸν κόσμο. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει διότι κάθε ἄνθρωπος ἀντανακλᾶ στὴν ὕπαρξή του κατὰ τρόπο μοναδικό, προσωπικό, τὸν Δημιουργό. Κάθε ἄνθρωπος ἀντανακλᾶ μιὰ μοναδικὴ λάμψη τοῦ κάλλους καὶ τοῦ πληρώματος τοῦ Θεοῦ. Τὸ βλέπουμε αὐτὸ μερικὲς φορὲς στὰ ἀθῶα πρόσωπα τῶν παιδιῶν, στὰ πρόσωπα τῶν Ὁσίων ποὺ καθαρίστηκαν μὲ τὰ δάκρυα, στὰ ἀναγεννημένα διὰ τῶν βασάνων πρόσωπα τῶν μαρτύρων. Μὲ τὴ θεϊκὴ εἰκόνα ποὺ φέρει μέσα τοῦ κάθε ἄνθρωπος κρύβει μέσα του ἕναν ἀτίμητο θησαυρό, ἡ ψυχή του εἶναι πιὸ ἀκριβὴ ἀπ’ ὅ,τι ὁλόκληρος ὁ κόσμος...
Καταλαβαίνουμε ἔτσι πόσο βαθὺς εἶναι αὐτὸς ὁ λόγος τῶν πατέρων: «Εἶδες ἕναν ἄνθρωπο; Εἶδες τὸν Θεὸ» (Γεροντικό, Ἀββᾶς Ἀπολλὼς 3). Καὶ καταλαβαίνουμε γιατί ἡ φιλοξενία τιμᾶται τόσο πολὺ στὶς ὀρθόδοξες χῶρες. Διότι τὸ νὰ δεχθεῖς τὸν ξένο ἀδελφό, ταξιδιώτη ἢ ἄρρωστο, σημαίνει νὰ δεχθεῖς τὸν Θεό: «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε», λέει ὁ Κύριος (Μάτθ. 25:40).
Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ μοναδικὸς πλοῦτος, τὸν ὁποῖο κρύβει ὁ καθένας μέσα στὴν ὕπαρξή του, συνήθως εἶναι ἕνας κρυμμένος θησαυρός, ἄγνωστος καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους ἀλλὰ πολλὲς φορὲς καὶ γιὰ τὸν ἴδιο τόν κατέχοντα.
Ἑπομένως μόνο ἡ ἀγάπη εἶναι θαυμαστὴ δύναμη, τὸ κλειδὶ ποὺ ἀνοίγει τὰ ἐσώτερα τοῦ ἀνθρώπου, στὸν ὁποῖο ἀντανακλᾶται τὸ θεϊκὸ κάλλος ποὺ φανερώνει τὴν ὡραιότητα τῆς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Ἡ εἰκόνα ὅμως αὐτὴ δὲν εἶναι κάτι στατικό, ἀλλὰ δυναμικό, τείνει νὰ ὁλοκληρωθεῖ στὴν ὁμοιότητα. Μιλῶντας γιὰ τὸ κάλλος τῆς εἰκόνας προβλέπεται καὶ ἡ ὁλοκλήρωσή της στὴν ὁμοίωση, τὸ ὁποῖο εἶναι θεϊκὸ κάλλος. Ἐδῶ βασίζεται ἡ ἀνεξήγητη γιὰ τοὺς ἄλλους στάση του ἀγαπῶντος. Δὲν βλέπει τὶς ἐλλείψεις ἢ τὶς ἀτέλειες τοῦ ἀγαπωμένου προσώπου διότι εἶναι γοητευμένος μὲ τὸ κάλλος τῆς θεϊκῆς εἰκόνας τοῦ ἀνθρώπου καὶ θαυμάζει ἀκόμη περισσότερο γιὰ τὸ κάλλος τῆς εἰκόνας ποὺ πρόκειται νὰ ὁλοκληρωθεῖ στὴν ὁμοίωση.
Ποιός μισεῖ τὴν ἁμαρτία περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι οἱ ἅγιοι; Καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ οἱ ἅγιοι δὲν βλέπουν τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Καὶ δὲν τὶς βλέπουν ὄχι γιατί δὲν θέλουν νὰ τὶς βλέπουν, ἀλλὰ γιατί μποροῦν νὰ μη τις βλέπουν ἐξ αἰτίας τῆς ἀγάπης. Αὐτοὶ βλέπουν στὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο ἕνα μυστήριο τόσο βαθὺ καὶ θαυμαστό, ὥστε διαισθάνονται τὴν ὕπαρξη στὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο δυνατοτήτων ξεπεράσματος κάθε ἁμαρτωλῆς καταστάσεως. Καὶ αὐτὲς οἱ δυνατότητες πραγματοποιοῦνται μόνο μὲ τὴν δύναμη τῆς ἀγάπης. Γι’ αὐτὸ λέει καὶ ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος ὅτι μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον «σπείρεις εἰς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σπέρματα ἀρετῆς». Ἡ ἀγάπη περιέχει αὐτό, τὸ ὁποῖο δόθηκε δυνάμει στὸν ἄνθρωπο, τὶς μοναδικὲς δηλαδὴ δυνατότητες γιὰ νὰ προοδεύσει· καὶ τὸν βοηθεῖ νὰ προοδεύσει πράγματι.
Ἂς φανταστοῦμε τώρα κάτι τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι οὔτε οὐτοπία οὔτε μὴ πραγματοποιήσιμο· καὶ συγκεκριμένα, μακάρι νὰ ἔβλεπαν οἱ Χριστιανοὶ μ’ ὅλη τὴ σοβαρότητα καὶ νὰ προσπαθοῦσαν μ’ ὅλη τὴν εἰλικρίνεια καὶ ὅλες τὶς δυνάμεις τους νὰ ἐκπληρώσουν τὴν πιὸ ἅγια ἐντολὴ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ: «ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς». Τί θαυμαστὴ μεταβολὴ θὰ γινόταν στὴν ἀνθρώπινη κοινωνία! Διότι ἂν ὅλοι ἀγαπούσαμε ἕναν ἄνθρωπο, τότε αὐτὸς θὰ ἦταν σχεδὸν ἀδύνατο νὰ γίνει κακὸς καὶ ἔτσι ὅλοι θὰ γίνονταν καλοί. Γεγονός, λέω, ἀπόλυτα πραγματοποιήσιμο, γιατί ἡ εὐαγγελικὴ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης δόθηκε γιὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο καὶ ὁ Θεὸς δὲν διέταξε τίποτε ἀδύνατο. Ὡστόσο ἂν βλέπουμε ὅτι ὑπάρχει πολὺ κακὸ στὸν κόσμο καὶ γύρω μας, εἶναι σημεῖο ὅτι «ἐψυχράνθη ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν», διότι μέσα στὴν κατάσταση τῆς κακίας τοῦ καθενὸς εἶναι ἀναμιγμένη καὶ ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης γιὰ τοὺς ἄλλους.
Φυσικὰ ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν ὁποία ἔγινε λόγος μέχρις ἐδῶ δὲν εἶναι φυσικὴ ἀγάπη, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη ποὺ εἶναι τὸ ἀποκορύφωμα, ἡ βράβευση τῆς πνευματικῆς τελειώσεως. Αὐτὴ ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ εἶναι ἀνθρώπινη προσπάθεια πρὸς τὴν ἀπάθεια, ἐπειδὴ ὅπου ὑπάρχουν πάθη δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἀγάπη· ἐνῷ ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ εἶναι ὁ καρπὸς τῆς θεϊκῆς ἀγάπης τῆς θείας Χάριτος, ποὺ κατεβαίνει στὴν ἀπαθῆ ψυχή. Δόθηκε στὸν ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα Θεοῦ ἡ δυνατότητα γιὰ τὴν ὁμοίωση, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ὁμοίωση δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ πραγματοποιηθεῖ διαφορετικὰ παρὰ μὲ τὴ φλόγα τῆς θεϊκῆς ἀγάπης.
Ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης γιὰ τὸν ἄλλο ἐξηγεῖται μὲ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ κατῆλθε στὴν ψυχὴ καὶ μετὰ κατευθύνεται πρὸς τὸν Θεὸ καὶ καὶ πρὸς τοὺς συνανθρώπους. Κατὰ τὸ μέτρο λοιπὸν ποὺ ὁ ἄνθρωπος πλησιάζει τὸν Θεὸ μὲ τὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη καὶ μὲ τὴν ἐνάρετη ζωὴ καὶ γίνεται ὅλο καὶ πιὸ δεκτικὸς τῆς θείας Χάριτος ἐντός του, κατὰ τὸ ἴδιο μέτρο αὐξάνει ἐντός του καὶ ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν πλησίον καὶ πλησιάζει κοντά του, ὅπως οἱ ἀκτῖνες τοῦ κύκλου, ποὺ ὅσο πλησιάζουν πρὸς τὸ κέντρο, τόσο πλησιάζουν καὶ μεταξύ τους (Ἀββᾶς Δωρόθεος).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου