17 Ιουν 2025

Τί γράφει τὸ Ἔκκλητο

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ἀπὸ τὴν ΕΚΚΛΗΤΟ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΤΥΧΙΚΟΥ (Α΄) 

«Ἐν Σκύθαις καὶ Σαμοσάτοις δικάζειν»... 
Ὅπως ἀποκάλυψε ἡ eeod.gr ὁ Μητροπολίτης Τυχικὸς κατέθεσε ἔκκλητο προσφυγὴ στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μὲ βάση τὸ ἄρθρο 81 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη κατὰ τῆς συνοδικῆς ἀποφάσεως τῆς 22-5-25 ποὺ τὸν κήρυξε ἔκπτωτο. 
Σύμφωνα μὲ ἀποκλειστικὲς πληροφορίες, ὁλοι οἱ Μητροπολῖτες ἔλαβαν τὸ ἔκκλητο καὶ οἱ περισσότεροι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ καταδίκασαν τὸν Μητροπολίτη Τυχικὸ εἶναι προβληματισμένοι καὶ μετανιωμένοι γιὰ τὴ διαδικασία ποὺ ἀκολουθήθηκε καὶ τὴν ποινὴ ποὺ τοῦ ἐπέβαλαν. Ὅπως προκύπτει ἀπὸ ἀπόσπασμα ποὺ μᾶς ἐμπιστεύτηκαν, στὸ ἔκκλητό του ὁ Μητροπολίτης στρέφεται κυρίως κατὰ τῆς ἀντικανονικῆς καὶ παράνομης διαδικασίας ποὺ... ἀκολούθησε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος μὲ σκοπὸ νὰ τὸν ἐκθρονίσει ἀπὸ τὴ Μητρόπολη Πάφου. 
Ὅπως προβλέπει ἡ ἐκκλησιαστικὴ δικονομία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου (Καταστατικὸς Χάρτης) καὶ ὅπως συμβαίνει σὲ ὅλα τὰ δικαστήρια τοῦ νομικὰ πολιτισμένου κόσμου, πρὶν ἀπὸ τὴν ἀκροαματικὴ διαδικασία πρέπει νὰ προηγηθεῖ τὸ καθοριστικὸ στάδιο τῆς προδικασίας ποὺ περιλαμβάνει: κατατίθενται στὴ Σύνοδο συγκεκριμένες καταγγελίες, παραπέμπονται οἱ καταγγελίες ἀπὸ τὴ Σύνοδο στὴν 5μελή Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπὴ (τρεῖς Ἀρχιερεῖς καὶ δύο ἱερεῖς), ὁρίζεται Ἀνακριτής, διεξάγεται κύρια Ἀνάκριση μὲ ἐνδελεχῆ ἔλεγχο τῶν καταγγελιῶν, κλητεύονται καὶ ἐξετάζονται οἱ κατήγοροι καὶ οἱ μάρτυρες κατηγορίας, ἐλέγχονται τὰ τεκμήρια, κλητεύονται καὶ ἐξετάζονται οἱ μάρτυρες ὑπεράσπισης, ἐκδίδει τὸ πόρισμά του ὁ Ἀνακριτής, ἀποφαίνεται ἡ Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπὴ γιὰ παραπομπὴ σὲ δίκη ἢ ὄχι. Ἂν ὑπάρχει παραπομπὴ σὲ δίκη ἡ Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπὴ προβαίνει σὲ ἐκλογὴ Ἐκκλησιαστικοῦ Εἰσαγγελέα, ὁ Εἰσαγγελέας συντάσσει τὸ κατηγορητήριο μὲ συγκεκριμένο περιεχόμενο καὶ μορφή, χορηγεῖται στὸν κατηγορούμενο τὸ κατηγορητήριο μαζὶ μὲ τὶς μαρτυρικὲς καταθέσεις, τὰ τεκμήρια καὶ ὁλόκληρη τὴ δικογραφία, ἀποστέλλεται κλήση στὸν κατηγορούμενο νὰ παραστεῖ συγκεκριμένη ἠμερα καὶ ὥρα γιὰ νὰ δικαστεῖ. Καὶ ἀφοῦ γίνει ὅλη αὐτὴ ἡ προδικασία τότε ἀρχίζει ἡ ἀκροαματικὴ διαδικασία τῆς δίκης. 

Τί ἀπ΄ όλα αὐτὰ ἔκανε ἡ Σύνοδος στὴν ὑπόθεση Τυχικοῦ; 

Σύμφωνα μὲ τὴν προσφυγὴ τοῦ «πρώην» Πάφου, ἡ Ι. Σύνοδος δὲν ἔκανε ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΑ! ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑ. 

Ἡ ἔκκλητος ποὺ κατέθεσε ὁ Μητροπολίτης Τυχικὸς στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο γιὰ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἀναφέρει ἐπὶ λέξει: 

«Δὲν εἶχε τηρηθεῖ οὔτε στὸ ἐλάχιστο ἡ προβλεπόμενη στὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ ποινικὴ Δικονομία προδικασία. Ὀρθότερα, δὲν ὑπῆρξε κἂν προδικασία, κατὰ παράβαση κάθε ἔννοιας δικαίου καὶ ἠθικῆς. 

α) ...Ἡ Σύνοδος ἦταν ὑποχρεωμένη μόλις ἔλαβε γνώση τῶν καταγγελιῶν (12.9.2024 καὶ 3.2.2025) -ἂν ἔκρινε ὅτι χρήζουν περαιτέρω ἐρεύνης- νὰ τὶς παραπέμψει ἀμέσως στὴν Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπὴ γιὰ οὐσιαστικὸ καὶ ἐνδελεχῆ ἔλεγχο, σύμφωνα μὲ τὸν ΚΧ (ἄρθρ. 2 § 1 καὶ 12 § 1, Παραρτήματος). Συνεπῶς, ὁ Μακαριώτατος δὲν ἐνομιμοποιεῖτο νὰ ἐπανέλθει ἐπαναλαμβάνοντας τὶς ἴδιες καταγγελίες ἐναντίον μου καὶ στὴ συνεδρίαση τῆς 22.5.25. 

β) Ἡ Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπὴ δὲν ἀσχολήθηκε μὲ τὶς εἰς βάρος μου καταγγελίες, ἀντίθετα μὲ τὶς προβλέψεις τοῦ ΚΧ (ἄρθρ. 2 § 1 καὶ 12 § 1, Παραρτήματος). 

γ) Δὲν διορίστηκε Ἀνακριτής, ὅπως προβλέπει ὁ ΚΧ (ἄρθρ. 14 § 1, Παραρτήματος). 

δ) Δὲν ἔγινε ἀνάκριση ἡ ὁποία ἔχει σκοπὸ «τὴν ἀνεύρεσιν τῆς οὐσιαστικῆς ἀλήθειας» κατὰ τὸν ΚΧ (ἄρθρ. 14 § 1, Παραρτήματος Β, ΙΙ). Συνεπῶς, δὲν ἐξετάστηκε ἡ γνησιότητα τῶν ἐπιστολῶν καὶ τῶν ἐγγράφων οὔτε ἂν οἱ καταγγέλλοντες ἐμπίπτουν στὶς περιπτώσεις τῶν ἀποκλειομένων (κανόνας 6ος τῆς Β’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου), δὲν κλήθηκαν μάρτυρες οὔτε κατηγορίας οὔτε ὑπερασπίσεως, καὶ γενικὰ δὲν ἐρευνήθηκαν οὔτε στὸ ἐλάχιστο οἱ καταγγελίες, ὅπως ἀπαιτεῖ ἡ ἐκκλησιαστικὴ καὶ ποινικὴ δικονομία τῶν νομικὰ πολιτισμένων κρατῶν. 

ε) Δὲν συντάχθηκε τὸ ἀπαραίτητο ἀνακριτικὸ πόρισμα ὑπὸ τοῦ Ἀνακριτοῦ οὔτε, ἀσφαλῶς, ὑπεβλήθη στὴν Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπή, ὅπως προβλέπει ὁ ΚΧ (ἄρθρ. 14 § 6, Παραρτήματος). 

στ) Δὲν ὑπάρχει ἀξιολόγηση τοῦ φακέλου τῆς ἀνακρίσεως ἀπὸ τὴν Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπή, ἀντίθετα μὲ τὶς διατάξεις τοῦ ΚΧ (ἄρθρ. 15 § 1, Παραρτήματος). 

ζ) Ἡ ἁρμόδια Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπὴ ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΣΚΗΣΕ ΔΙΩΞΗ (ἄρθρ. 15 § 1, 3, Παραρτήματος). Δικάστηκα καὶ καταδικάστηκα χωρὶς νὰ μοῦ ἔχει ἀσκηθεῖ δίωξη. 

η) Οὔτε ἡ ἁρμόδια Ἀνακριτικὴ Ἐπιτροπή [οὔτε ἄλλο -ἀναρμόδιο- ὄργανο] ὅρισε Εἰσαγγελέα γιὰ νὰ προχωρήσει ἡ διαδικασία μὲ τὴ σύνταξη κατηγορητηρίου, σύμφωνα μὲ τὶς πρόνοιες τοῦ ΚΧ (ἄρθρ. 15 § 2, Παραρτήματος). 

θ) Δὲν συντάχθηκε κατηγορητήριο, ἀντίθετα μὲ κάθε ἔννοια δίκαιης δίκης. Μὲ δίκασαν χωρὶς νὰ ὑπάρχει κατηγορητήριο κατὰ παράβαση ὅσων ρητὰ καὶ ἐπιτακτικὰ ἀναφέρει ὁ ΚΧ (ἄρθρ. 16 καὶ 17 Παραρτήματος). 

ι) Δὲν κατατέθηκε τὸ κατηγορητήριο στὴ Γραμματεία τῆς Ι. Συνόδου ὡς ἁρμοδίου δικαιοδοτικοῦ ὀργάνου γιὰ νὰ μὲ δικάσει, ὅπως προβλέπει ὁ ΚΧ (ἄρθρ. 15 § 1, 3, Παραρτήματος). 

ἰα) Δὲν μοῦ κοινοποίησαν κατηγορητήριο, παρὰ τὴ ρητὴ πρόβλεψη τοῦ ΚΧ (ἄρθρ. 19, Παραρτήματος). 

ἰβ) Δὲν μοῦ κοινοποίησαν ἀντίγραφα μαρτυρικῶν καταθέσεων (ἄρθρ. 19, Παραρτήματος). 

ἰγ) Δὲν μοῦ κοινοποίησαν ἄλλα ἔγγραφα, ἐπιστολὲς κ.ο.κ., καὶ γενικὰ τὸ φάκελο τῶν καταγγελιῶν (ἄρθρ. 19, Παραρτήματος). 

ἰδ) Τέλος, δὲν ἔλαβα τὴν προβλεπόμενη κλήση πρὸς κατηγορούμενο «ὅπως εἰς συγκεκριμένην ἡμέραν καὶ ὥραν ἐμφανισθῇ ἐνώπιον τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαστηρίου» (ἄρθρ. 19, Παραρτήματος)». 

Οὐσιαστικὰ δὲν ἔγινε καθόλου προδικασία γιὰ τὸν ἔλεγχο τῶν καταγγελιῶν. Δὲν ἐξετάστηκαν οἱ καταγγελίες. 

Παρόμοια περιφρόνηση τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη καὶ τῆς Ποινικῆς Δικονομίας τῶν πολιτισμένων νομικὰ κρατῶν ἔχουμε καὶ στὴν ἀκροαματικὰ διαδικασία ἐνώπιον τῆς Συνόδου - Δικαστηρίου τὴν 22-5-25, ὅπως θὰ δοῦμε. 

Σὲ ἄλλο σημεῖο τονίζεται στὸ ἔκκλητο: «Εἶναι πρόδηλο ὄχι μόνο σὲ ὅσους ἀσχολοῦνται μὲ τὸ κανονικὸ ἢ κοσμικὸ δίκαιο ἀλλὰ σὲ ὅσους ἔχουν ἁπλῆ αἴσθηση δικαίου, ὅτι ἡ διαδικασία ποὺ ἀκολουθήθηκε καὶ ὁδήγησε στὴν ἔκπτωσή μου ἀπὸ τὴν Ι. Μητρόπολη Πάφου δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὴ «δικαία κρίσιν» ποὺ ἀπαιτοῦσε ὁ Μωσαϊκὸς Νόμος (Δεύτ. 16, 18) ἢ τὴ «δίκαιη δίκη» ποὺ ἀπαιτεῖ ὁ σύγχρονος νομικὸς πολιτισμὸς (ΕΣΔΑ ἄρθρ. 6). Μᾶλλον παραπέμπει στὴ διαδικασία ποὺ εἰρωνεύεται ὁ ἀρχαιοελληνικὸς λόγος μὲ τὴ φράση «ἐν Σκύθαις καὶ Σαμοσάτοις δικάζειν»! 

Ἡ δίκαιη δίκη (ἢ δίκαιη διαδικασία) δὲν εἶναι μία παραχώρηση ποὺ ἐπαφίεται στὴν καλὴ διάθεση τῆς Δικαστικῆς Ἐξουσίας καὶ τῶν ὀργάνων της, ἀλλὰ συνιστᾶ θεμελιῶδες ἀνθρώπινο δικαίωμα καὶ ἀποτελεῖ βασικὸ πυλῶνα τῆς ἔννομης προστασίας σὲ κάθε εὐνομούμενη κοινωνία, καί, ταυτόχρονα, μέρος τοῦ παγκόσμιου νομικοῦ πολιτισμοῦ». 

Κατόπιν αὐτῶν, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης καλεῖται νὰ ἀπαντήσει στὸ ἐρώτημα: Μία τόσο αὐστηρὴ καταδικαστικὴ ἀπόφαση, ἡ ὁποία θεμελιώνεται στὴν ὠμὴ παραβίαση τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη καὶ ὅλων τῶν δικονομικῶν προβλέψεων ποὺ ἀπαιτεῖ ὁ νομικὸς πολιτισμός, μπορεῖ νὰ εἶναι ἰσχυρὴ καὶ νὰ παράγει τόσο σοβαρὲς συνέπειες στὴ ζωὴ μιᾶς Μητροπόλεως, ὅπως ἔκπτωση τοῦ Μητροπολίτου; 

Δικαιοῦται ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καὶ μία εὐκαιριακὴ συνοδικὴ πλειοψηφία νὰ περιφρονεῖ καὶ νὰ παραβιάζει ὁλόκληρο τὸν Καταστατικὸ Χάρτη καὶ τοὺς Ι. Κανόνες καὶ ἡ παράνομη καὶ ἀντικανονικὴ αὐτὴ συμπεριφορὰ νὰ εἶναι ἀποδεκτή; 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.