27 Φεβ 2013

Σήμερα ἐπιτελοῦμε τὴν μνήμη τοῦ Γέροντος Ἐφραὶμ Κατουνακιώτου

Τὴν εὐχή του νὰ ἔχουμε!
Συμπληρώνεται σήμερα, 14/27 Φεβρουαρίου, μία δεκαπενταετία ὅλη ἀπὸ τὴν ὀσιακὴ κοίμηση τοῦ χαρισματικοῦ γέροντα Ἐφραὶμ Κατουνακιώτη (1912-1998). Τιμώντας τὴ μνήμη του, παραθέτουμε στὴ συνέχεια ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὶς διδαχὲς του σχετικὰ μὲ τὴν ἀξία τῶν θλίψεων στὴ ζωή μας:
Οἱ θλίψεις, καλὰ εἶναι τὰ βάσανα, καλὰ εἶναι οἱ στενοχώριες, ξέρει ὁ Θεὸς γιατί τὶς δίνει. Γιατί ἔτσι περισσότερο πλησιάζουμε στὸν Θεό, μὲ τὶς θλίψεις, μὲ τὰ βάσανα. «Κύριε, ἐν θλίψει ἐμνήσθημέν Σου», λέει (Ἤσ. 26,16). Μὲ τὶς θλίψεις πλησιάζουμε. Ὁ Θεὸς μᾶς ἀφαιρεῖ τὶς θλίψεις; «Ὁ φεύγων πειρασμὸν ἐπωφελῆ, φεύγει ζωὴν αἰώνιον», λέει. Ἔτσι εἶναι. 
Γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν ἀπελπίζεται, νὰ μὴν ἔρχεται σὲ ἀπόγνωση γιὰ τὴ μία ἀποτυχία. Διότι δὲν γνωρίζεις ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν τὸ γνωρίσεις τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, κάνεις ὑπομονή, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι πάντοτε γλυκό, εἶναι καὶ πικρό, εἶναι καὶ πικρό! «Τὸ ποτήριον, οὐ μὴ πίω αὐτό;» λέει. «Δὲν θὰ τὸ πιῶ τὸ ποτήρι, Πέτρο;» λέει. «Θὰ τὸ πιῶ τὸ ποτήρι», καὶ τὸν ὀνόμασε καὶ σατανᾶ, «ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ, τὸ ποτήριον ὁ δέδωκε ὁ Πατήρ, οὐ μὴ πίω αὐτό;» (Ἰω. 18,11). Ἔτσι εἶναι. Ναί, ἀλλὰ διὰ μέσου του Σταυροῦ ἦρθε ἡ Ἀνάστασις. «Ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὄλω τῷ κόσμω»· διὰ μέσου του Σταυροῦ.
Καὶ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ἐπαινεῖ τὸν...
Ἰὼβ ὄχι στὸν πρότερό του βίο, ποὺ ἦταν ἐλεήμων. οἰκτίρμων, ποὺ ἦταν φιλόξενος, ποὺ ἦταν τῆς προσευχῆς ἄνθρωπος, ὄχι. Τὴν ὑπομονὴ ποὺ ἔκανε στὴ μεγάλη δοκιμασία ποὺ τοῦ παρεχώρησε ὁ Θεός, στὸν πειρασμό, στὴν ἀσθένειά του. Ἡ ἀσθένεια αὐτὴ ἔκζεμα ἦταν, ὅλο τὸ σῶμα τοῦ τὸ ‘ξύνε κι ἔβγαζε ἰχώρα, πύον ἔβγαζε. Ἐκεῖ ἐπαινεῖ περισσότερο ὁ ἅγιος Χρυσόστομος τὸν Ἰώβ. Ἀλλὰ «τὴν ὑπομονὴν Ἰὼβ ἠκούσατε» (Ἰακ. 5,11).
Ἐγὼ σᾶς ἔχω πεῖ ὅτι κάποτε μὲ πλησίασε μία Γερόντισσα ἐκεῖ καὶ λέει:
-Θέλω νὰ ἐξομολογηθῶ.
-Μὰ ἐγὼ δὲν ἐξομολογῶ τοὺς καλογήρους, θὰ ἐξομολογήσω καλογριές;
-Ὄχι, θέλω νὰ πῶ τὸν λογισμό μου, λέει.
-Ε, πὲς τὸν λογισμό σου.
Ἀφοῦ εἶπε κι ἐκείνη τὰ βάσανά της -γιατί πάντα βάσανα θὰ σοὺ πεῖ, δὲν θὰ σοὺ πεῖ χαρὲς- λέει: «Εἶδα σὰν ἕνα ὅραμα, ὅτι πάνω σ’ ἕνα βουναλάκι καθόντουσαν οἱ Πατριάρχαι Ἀβραάμ, Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ. Καὶ λέω:
-Οἱ Πατριάρχαι εἴσαστε;
-Ναί, λένε, Ἀβραάμ, Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ.
-Νὰ ‘ρθῶ κι ἐγὼ ἐκεῖ;
-Ἔλα.
-Ἀπὸ ποῦ νὰ ‘ρθῶ;
-Νά, ἀπὸ ΄κεῖ, ἀπ’ τὸν δρόμο.
-Δὲν βλέπω κανέναν δρόμο.
-Ἐκεῖ εἶναι, ψάξε νὰ τὸν βρεῖς.
-Μά, δὲν βλέπω δρόμο.
-Ψάξε, βρὲ εὐλογημένη, ψάξε καὶ θὰ τὸν βρεῖς.
-Μά, αὐτὸς ὁ δρόμος εἶναι δεκαπέντε πόντους, πῶς θὰ περάσω; Ὅλο ἀγριοπούρναρα καὶ ἀγκάθια. Θὰ σχίσω τὰ φορέματά μου, θὰ ματώσω τὰ ποδάρια μου.
-Ά, κι ἐμεῖς ἀπὸ ‘κεῖ περάσαμε καὶ ἤρθαμε ἐδῶ πάνω.»
Τὸ πράγμα θέλει νὰ πεῖ ὅτι διὰ μέσου τῶν θλίψεων, διὰ μέσου τῶν στενοχωριῶν, διὰ μέσου του αἵματος, ὁ ἄνθρωπος θ’ ἀνέβει στὸν οὐρανό. Μὲ ἀμεριμνία καὶ μὲ ἄνεση, μὲ αὐτοκίνητο δὲν πᾶμε, πάτερ, στὸν Παράδεισο. Θὰ δώσεις αἷμα, νὰ πάρεις πνεῦμα.
Ἔξω αὐτὴ ἡ Γερόντισσα, νὰ ποῦμε, δὲν ἀναφέρω τ’ ὄνομά της. Καρκίνο, ἐγχειρήσεις, τοῦτο, ἐκεῖνο, αὐτὸ κι ὅμως προσευχομένη εἶδε τὴν Παναγία στὸ θρόνο της. «Περάστε οἱ ὅσιοι», λέει. Ὅλοι οἱ ὅσιοι πέρασαν μπροστὰ σὰν παρέλαση, στὴν Παναγία. «Περάστε οἱ μεγαλομάρτυρες».
Αὐτὴ καθότανε ἐκεῖ, Γερόντισσα ἦταν, Ἡγουμένη. Καὶ στὸ τέλος πῆγε, ἔβαλε μετάνοια φίλησε τὸ χέρι τῆς Παναγίας, ἦταν ἕνα βελοῦδο! Καὶ ἡ Παναγία τῆς εἶπε: «Ὑπομονή, ὑπομονή, ὑπομονή», καὶ ξύπνησε, νὰ ποῦμε. Δηλαδὴ ἂν θέλεις νὰ εἶσαι μαθήτρια καὶ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, θ’ ἀνέβεις κι ἐσὺ ἀπάνω στὸ Σταυρό.
Ἀπαλλαγῆ κανένας Ἅγιος δὲν ἐζήτησε ἀπὸ τὸν Θεό. Ὑπομονὴ νὰ χαρίσει. Ἂν κάνεις ὑπομονὴ θὰ ‘χεῖς καὶ λιγάκι μισθό, ἂν θὰ ‘χεῖς ἀπαλλαγῆ, δὲν ἔχεις τίποτες, μισθὸ δὲν ἔχεις.
Ἐγὼ εἶχα μία ξαδέρφη, ἡ ὁποία ἔπαθε τὸ μυαλό της καὶ ὑπέφερε, νὰ ποῦμε. Περίπου μετὰ ἀπὸ εἴκοσι χρόνια πέθανε. Πιστεύσατε μέ, τὴν εἶδα μέσα στὰ τάγματα τῶν ἀγγέλων· μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους ὑμνολογοῦσε τὴν Ἁγία Τριάδα! Ἀκοῦτε; Λίγη ὑπομονὴ ποὺ ἔκανε στὴ λύπη, στὴ θλίψη. Δὲν μποροῦσε, εἶχε ἔτσι σὰν μία παραλυσία καὶ δὲν μποροῦσε οὔτε τὸν ἑαυτό της νὰ περιποιηθεῖ. Καὶ ἐν τούτοις ὅμως τὴν ὑπομονὴ ποὺ ἔκανε σ’ αὐτὸν τὸν πειρασμό, ποὺ τὸν ἔδωσε ὁ Θεὸς βέβαια, καὶ ποὺ τὴν ἀξίωσε ὁ Θεός! Μέσα στὰ ἀγγελικὰ τάγματα, μέσα κι αὐτή. Βρέ, Βασιλική, λέω, τέτοια δόξα ἠξιώθη! Ὑμνολογοῦσε μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους τὴν Ἁγία Τριάδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.