28 Ιουλ 2010

Αὐτή εἶναι ἡ χειρότερη κρίση! Στόν χαρακτήρα καί τήν συμπεριφορά μας.


Ἀπόγευμα. Διπλό λεωφορεῖο ἀπό Γλυφάδα γιά κέντρο. Φίσκα. Οἱ ὄρθιοι κρεμασμένοι ἀπό τίς χειρολαβές. Οἱ καθισμένοι ἔκλειναν τά μάτια κατάκοποι ἀπό δουλειά καί ἔγνοιες. Μέσα κατήφεια κι ἱδρώτας. Ἀπό τά ἀνοιχτά παράθυρα αὔρα καί καυσαέριο. Σέ μία στάση ἐπιβιβάστηκε μία μεγάλη παρέα ἐφήβων.

Ἁπλώθηκαν σπρώχνοντας ἄγαρμπά τους ἤδη στριμωγμένους. Ἀπό τήν ἄμμο πού σκόρπισαν σέ κάθε τούς κίνηση φαινόταν ὅτι ἐπέστρεφαν ἀπό μπάνιο στή θάλασσα. 'Ἄρχισαν νά φωνάζουν. Γιά τήν ἀκρίβεια νά οὐρλιάζουν. Ἡ ἐθνική μας λέξη ἐπανερχόταν σέ κάθε φράση ὑποκαθιστώντας ὀνόματα, ἐπίθετα, οὐσιαστικά, ρήματα. Δέν ἦταν κουβέντα ἀλλά παραλήρημα. Ὑστερία διανθισμένη μέ ἄναρθρες κραυγές πού ξεσήκωναν τά ἐξωπραγματικά γέλια τῶν ὑπόλοιπών της...

ἀγέλης.
Ἡ μόνη ἀντίδραση στήν...εἰσβολή, ἀπειροελάχιστες συσπάσεις ἐνόχλησης στά πρόσωπα τῶν ἐπιβατῶν. Καί ἑρμητικό κλείσιμο στό καβούκι τοῦ ὁ καθένας. Καρτερικά. Ὥσπου κάποιος δέν ἄντεξε. Ἦταν γύρω στά ἐξηνταπέντε μέ ἑβδομήντα. Στόν τόνο παράπονου κι ὄχι τῆς ἐπίπληξης, μέ χροιά ἀπελπισίας, εἶπε χαμηλόφωνα στόν ἔφηβο πού στεκόταν δίπλα του καί ἔκανε τό μεγαλύτερο σαματά: “Βρέ ἀγόρι μου κουφός εἶσαι καί φωνάζεις ἔτσι; Πιό σιγά σέ παρακαλῶ, δέν ἀντέχουμε. Κουρασμένοι ἄνθρωποι εἴμαστε.”

Οἱ ἐπιβάτες ἀναθάρρησαν γιά μία στιγμή, πιστεύοντας ὅτι θά ἐπίαναν τόπο τά λόγια του. Τά οὐρλιαχτά σταμάτησαν γιά δευτερόλεπτα γιά νά συνεχίσουν ἐπιδεικτικά ἐντονότερα ἀπό πρίν. Στάση τή στάση ἡ ἀγέλη ἄρχισε νά ἀποδεκατίζεται. Τελευταῖος ἔμεινε ὁ ἔφηβος πού δέχτηκε τήν παράκληση τοῦ ἡλικιωμένου. Ἐπιτέλους ἥσυχος. Τό μόνο πού ἔκανε ἦταν κάποιες περίεργες, ἀνεξήγητες γκριμάτσες μέ τό στόμα του.

Κάποια στιγμή πάτησε κι ἐκεῖνος τό κουμπί γιά στάση. Ὅταν ἄνοιξε ἡ πόρτα ἔσκυψε ἀστραπιαῖα στόν ἐπιβάτη πού τόλμησε νά μιλήσει, τόν ἔφτυσε κατάμουτρα, πήδηξε ἔξω ἀπό τό λεωφορεῖο καί πρίν ἐξαφανιστεῖ τέντωσε θριαμβευτικά τόν μέσο τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ πρός τό παράθυρο πού καθόταν ὁ ἀποδέκτης τῆς γιγαντιαίας ροχάλας.
Ὁ ἡλικιωμένος δέν εἶδε τή χειρονομία. Στεκόταν ἀκίνητος στή θέση του σάν νά μήν μποροῦσε νά πιστέψει αὐτό πού μόλις εἶχε συμβεῖ. Μόνο ὅταν ἔκλεισε ἡ πόρτα καί τό λεωφορεῖο ξεκίνησε, ἔβγαλε ἀπό τήν τσέπη του μέ ἀργές κινήσεις ἕνα ὑφασμάτινο ἄσπρο μαντήλι. Ὅλοι τριγύρω πού εἶχαν δεῖ τή σκηνή στράφηκαν πρός ἄλλες κατευθύνσεις, ἀφήνοντας τόν διακριτικά μόνο νά σκουπίσει πρῶτα τό μάτι, μετά τό μάγουλό του καί τέλος τό πουκάμισό του. Ὕστερα τό δίπλωσε προσεκτικά στά τέσσερα, στά ὀχτώ, στά δεκάξι. Μέχρι τό τέρμα δέν σήκωσε τό κεφάλι. Τό βλέμμα τοῦ ἔμεινε προσηλωμένο στά δάχτυλα πού τρέμοντας ἔστριβαν τίς ἄκρες του ὑγροῦ μαντηλιοῦ.

Κανένας δέν σχολίασε, κανένας δέν εἶπε κουβέντα.

Μόνο μετά ἀπό ἀρκετή ὥρα, ἀνηφορίζοντας πιά τή Συγγρού κάποιος μουρμούρισε: “Αὐτή εἶναι ἡ χειρότερη κρίση...”
ΠΗΓΗ:ΗΠΕΙΡΟΣ-ΕΛΛΑΣ

1 σχόλιο:

  1. Αὐτή εἶναι ἡ χειρότερη κρίση. Ποιός ὅμως θά μᾶς βγάλει ἀπό τήν κρίση

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.