19 Ιουλ 2014

Ἐνασχόληση μὲ τὰ ψευδοπροβλήματα ἢ θεραπεία ἐκ τῆς ἁμαρτίας;

Γράφει  Ἀρχιμ. Ἰωὴλ  Κωνστάνταρος
Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακὴ ΣΤ' Ματθαίου (Ματθ. Θ' 1-8)
Τὸ ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο φωτογραφίζει τὴν πραγματικότητα σὲ κάθε ἐποχή, τὸ ὅτι ἀγγίζει τὴν οὐσία τοῦ ἀνθρώπου σὲ κάθε πτυχὴ τῆς ζωῆς του εἶναι ἀλήθεια ἀναντίρρητη. Ἐκεῖνο ὅμως τὸ ὁποῖον φαίνεται νὰ δημιουργεῖ θέμα εἶναι τὸ κατὰ πόσον οἱ ἄνθρωποι καὶ μάλιστα αὐτοὶ ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕτοιμοι νὰ προσαρμόσουν τὴν ζωὴ τοὺς ἀκριβῶς σὲ αὐτὰ τὰ ὁποῖα θεωροῦνται δεδομένα.
Ἀλλ' ἃς περάσουμε στὸν Εὐαγγελικὸ λόγο. Ὁ Κύριος γνώριζε στὴν ἐντέλεια τὰ συναισθήματα ποὺ πλημμύριζαν τὴν καρδιὰ τοῦ παραλυτικοῦ. Ἄλλωστε Αὐτὸς εἶναι ὁ «ἐτάζων καρδίας καὶ δοκιμάζων νεφροὺς» (Ἱερεμ. ΙΖ' 10). Γνώριζε τὴν ὅλη θλιβερὴ πνευματική του κατάσταση καὶ τοὺς δισταγμούς του ποὺ ἐπήγαζαν ἀκριβῶς ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἐσωτερικό του μαρτύριο, γι' αὐτὸ καὶ τοῦ ἀπευθύνει λόγους ἐνθαρρυντικούς. Λόγους ποὺ ἀγγίζουν τὴν οὐσία τῆς ψυχοσωματικῆς του καταστάσεως. «Θάρσει, τέκνον• ἀφέωνται σοὶ αἳ ἁμαρτίαι σου». Ἔχε θάρρος, παιδί μου, μὴν ἀνησυχεῖς. Οἱ ἁμαρτίες σου ποὺ σὲ ἔφεραν σὲ....
αὐτὴ τὴν κατάσταση, ἤδη συγχωρέθησαν.
Ἀλλὰ καὶ ἡ συνέχεια τῆς συγκινητικῆς αὐτῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς, μέσα ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τοῦ Ἰησοῦ κατὰ τῶν γραμματέων μαζὶ μὲ τὴν ἀπόδειξη τῆς Θεότητός Του, αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀλήθεια τονίζουν καὶ πιστοποιοῦν. Ὅτι δηλ. ἡ αἰτία τῶν ἀνθρώπινων συμφορῶν δὲν εἶναι παρὰ ἡ ἁμαρτία. Αὐτὴ εἶναι ἡ ρίζα τῆς συμφορᾶς ποὺ πρέπει νὰ ἐξαλειφθεῖ.
Αὐτὴ ὅμως τὴν πραγματικότητα τὴν ἀποδέχεται ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος; Καὶ ἔτι πλέον αὐτὴ τὴν ἀλήθεια τὴν κηρύσσει ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν ποιμένων στὰ τέκνα της; Τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας σήμερα συνοψίζεται στὸ ὅτι  «εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἴνα λύσει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου;».
Δυστυχῶς ἡ πραγματικότητα εἶναι διαφορετικὴ καὶ ἀποδεικνύει ἀστοχία τῶν ἐκκλησιαστικῶν – θεολογικῶν μηνυμάτων ἀφ' ἑνὸς καὶ ἄγνοια τῶν αἰτιῶν τῶν κοινωνικῶν καὶ ὄχι μόνον ἀσθενειῶν καὶ καταστάσεων ἀφ' ἑτέρου.
Ἡ ἐκκοσμίκευση τῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας του ἔχει ὁδηγήσει σὲ τέτοια κατάσταση ὥστε  εἴτε δὲν ὁμιλοῦν, εἴτε ὅταν ἀρθρώνουν λόγο, τὸ κήρυγμά τους νὰ περιγράφει καταστάσεις οἱ ὁποῖες ἔχουν νὰ κάνουν ὄχι μὲ τὸ Ἀποστολικὸ κήρυγμα ἀλλὰ μὲ τὰ προβλήματα καὶ μάλιστα τὰ οἰκονομικῆς – μνημονιακῆς φύσεως.
Σὲ περίπτωση δὲ ποὺ ὁ λόγος στραφεῖ στὴν οὐσία τῶν πνευματικῶν θεμάτων, τότε τὸ κήρυγμα ἀκούγεται τόσο ἄνευρο καὶ πλαδαρὸ ποὺ μᾶλλον θὰ ἦταν προτιμότερο νὰ μὴν ὑπῆρχε.
Ἀλλὰ ἐκεῖ ποὺ ὅπως διαπιστώνουν οἱ ἴδιοι οἱ πιστοί, ἡ κατάσταση γίνεται ἀνυπόφορη καὶ ἀπὸ ἀπόψεως αὐθεντικοῦ λόγου, εἶναι στὰ συλλείτουργα καὶ στοὺς μεγάλους ἑορτασμούς. Ἐκεῖ  ὁ «λιβανωτὸς» καὶ τὰ ἐγκώμια καλύπτουν τόσο τὴν ὅλη ἀτμόσφαιρα ὥστε ἡ κατάσταση γίνεται ἀποπνικτική, καὶ φυσικὰ οὐδεμία σχέση τὸ ὅλο πνεῦμα μὲ τὴν καθ' αὐτὸ ζωή, τὴν δράση, τὸν ἀγώνα, τὴν ὁμολογία ἢ τὸ μαρτύριον τοῦ ἑορταζόμενου Ἁγίου.
Εἶναι δὲ πολὺ χαρακτηριστικὸ αὐτὸ ποὺ εἶπε κάποια ψυχή, σχολιάζοντας ἐν πολλοῖς τὴν μορφὴ τοῦ σύγχρονου Ἐκκλησιαστικοῦ λόγου. «Μὰ τόσο δύσκολο εἶναι νὰ ἀκούγεται Χριστοκεντρικὸ καὶ Πατερικὸ κήρυγμα; Τόσο δύσκολο εἶναι νὰ κηρυχθεῖ ἐπισήμως καὶ ἀπ' ἄμβωνος μετάνοια πρὸς ὅλο το Ἑλληνικὸ Ἔθνος ποὺ ὡς ὁ παραλυτικός το Εὐαγγελίου κείτεται στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου καὶ τῆς ἁμαρτίας;». Καὶ ἐὰν αὐτὸ τὸ ἐκφράζουν ἄνθρωποι ποὺ ἀγαποῦν πραγματικὰ τὴν Ἐκκλησία μας καὶ πονοῦν γιὰ τὸ φοβερὸ κατάντημα τοῦ κόσμου ἕνεκεν ἁμαρτίας, αὐτὸ σημαίνει πὼς οἱ ποιμένες εἶναι ἀνάγκη νὰ λάβουν τὸ μήνυμα. Εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀκούσουν τὸ καμπανάκι ποὺ χτυπᾶ γιὰ ἀλλαγὴ πλεύσεως τοῦ σκάφους. Εἶναι ἀνάγκη καὶ μάλιστα ἀπόλυτως νὰ καλλιεργηθεῖ κήρυγμα ζωντανό, κήρυγμα πατερικῶν προδιαγραφῶν καὶ ἐν προκειμένω κήρυγμα μετανοίας, πράγμα βεβαίως ποὺ ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὴν διοικοῦσα ἐκκλησία καὶ μάλιστα ἀπὸ τοὺς κήρυκες πολλὲς προϋποθέσεις, ἀφοῦ ἐκεῖνος ποὺ κηρύττει κατὰ νόμον πνευματικόν το κηρύγματος δὲν θὰ κάνει τὸν ἀκροατὴ νὰ πιστεύσει σὲ μεγαλύτερο βαθμὸ τὶς ἀλήθειες ἀπ' ὅτι ὁ κήρυκας ποὺ τὶς ἀπευθύνει.
Τονίζουμε καὶ πάλι ὅτι τὸ ὑπ' ἀριθμὸν ἕνα πνευματικὸ πρόβλημα δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ φαίνεται,  δηλ. τὰ οἰκολογικὰ προβλήματα ἢ τὸ θέμα τοῦ ρατσισμοῦ-ἀντιρατσισμοῦ ἢ τὰ ἀηδιαστικὰ θέματα τῆς «ὁμοφοβίας». Τὸ πρῶτο ἀπ' ὅλα εἶναι ἡ ἀσθένεια τῆς ἁμαρτίας ποὺ ἔχει προσβάλει ὁλόκληρό το ἀνθρώπινο γένος καὶ ἰδίως τὰ κύματα τοῦ φοβεροῦ τς ἁμαρτίας κατακλυσμοῦ ποὺ σαρώνει τὴν Πατρίδα μας καὶ ποὺ συγκλονίζει κατ' ἄνθρωπον τὸ σκάφος τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπως ἀκριβῶς καὶ στὴν περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ ἡ αἰτία τῆς παραλυσίας δὲν βρισκόταν στὴν σωματικὴ ἀδυναμία, ἀλλὰ στὴν ψυχικὴ διάβρωση ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν. Καὶ γιὰ νὰ περάσουμε τώρα στὴν πλευρὰ τῆς κοινωνίας καὶ τῶν ἀνθρώπων, παρατηροῦμε ὅτι ὁ παραλυτικὸς στὴν φράση «ἀφέωνται σοὶ αι ἁμαρτίαι σου», ὄχι μόνο δὲν ἀντιδρᾶ, ἀλλὰ σιωπηλῶς ἀποδέχεται στὴν ἀλήθεια, ὅτι δηλ.  ὄντως αἰτία τῆς καταστάσεώς του δὲν εἶναι τὸ μικρόβιο τῆς ἀσθενείας, ἀλλὰ τὸ «σῶμα» τῆς ἁμαρτίας. Πρῶτα ἔπεσε ἡ ψυχὴ καὶ κατόπιν ἀκολούθησε στὴν πτώση τὸ σῶμα. Πρῶτα αὐτοπαραδόθηκε στὸν διάβολο μέσω τῶν παθῶν καὶ κατόπιν ἦλθε ὁ ἀπρόσκλητος ἐπισκέπτης τοῦ βιολογικοῦ μαρασμοῦ τῆς μυοπάθειας.
Πρέπει λοιπὸν ὄχι μόνο ἡ Ἐκκλησία νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὸ κοσμικὸ πνεῦμα καὶ νὰ ὀρθοτομεῖ τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος, νὰ χτυπήσει δηλ. τὴν οὐσία τοῦ κακοῦ ποὺ ὀνομάζεται ἁμαρτία, ἀλλὰ ταυτοχρόνως εἶναι ἀνάγκη καὶ τὸ πλήρωμα διὰ τοῦ κηρύγματος νὰ ἀποδέχεται τὴν πνευματικὴ γνωμάτευση καὶ στὴ συνέχεια νὰ περνᾶ στὴν μέθοδο τῆς θεραπείας. Ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνουν ὅλα αὐτὰ χρειάζεται ὅλοι μας νὰ ἀλλάξουμε τὴν ἕως τώρα στρεβλή μας τακτικὴ καὶ νὰ κάνουμε ἀρχὴ μετανοίας.
Αὐτὸ βεβαίως δὲν εἶναι καὶ τόσο εὔκολο ὅσο ἐξ ἀρχῆς φαίνεται. Χρόνιες ἀσθένειες τοῦ πνεύματος καὶ πολυετεῖς ἐκκλησιαστικὲς ἀγκυλώσεις, δὲν φεύγουν ἀμέσως, ἐκτὸς κι ἂν ὄντως ὑπάρχει στὶς καρδιὲς πνεῦμα συνεργασίας μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, τουτέστιν μὲ πνεῦμα γνήσιας μετάνοιας. Καὶ φυσικὰ ὑπονοεῖται στὸ σημεῖο αὐτό, ὅτι ὁ δόκιμος κήρυκας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν χάρη τοῦ Πνεύματος θὰ καθοδηγήσει στὸ  ἱερὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολόγησης.
Στὸ λουτρὸ τῆς ψυχῆς, ὥστε στὴν συνέχεια τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ νὰ ἐπιφέρει τὴν ἄφεσιν καὶ μαζὶ τὸν ἐξαγιασμὸν τῆς ὅλης ὑπάρξεως. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐπέλθει ἡ ἑκούσια θεραπεία, ἀπαιτεῖται πρῶτα ἀπ' ὅλα ἡ ὑπακοὴ στὸν Ἰατρὸ καὶ ἡ ἀποδοχὴ τῆς ἀκριβοῦς διαγνώσεως. 
Ἔτσι λοιπὸν ἀποκτᾶ νόημα ἡ ὕπαρξις τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἄμβωνος καὶ ἡ σκυτάλη τῆς πνευματικῆς θεραπείας περνᾶ ἀπὸ τὴν μιὰ γενιὰ τῶν ποιμένων στὴν ἄλλη. Ἐὰν δὲν συμβαίνει αὐτό, τότε ἡ Ἐκκλησία ἀποκτᾶ εἴτε μουσειακή, εἴτε φολκλορικὴ ἢ φιλολογικὴ ἀξία καὶ ἀδυνατεῖ νὰ ὁδηγήσει τὶς ψυχὲς «εἰς νομὰς σωτηρίους». 
Ἐὰν οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ὑποτεθεῖ ὅτι ἀφήσουν ὁτιδήποτε ἄλλο γιὰ τὸ ὁποῖο μεριμνοῦν καὶ τυρβάζουν καὶ περιορισθοῦν στὸ καθ' αὐτὸ ἔργο τους ποὺ εἶναι ἡ θεραπεία καὶ ἡ σωτηρία τῶν ψυχῶν, τότε ὄντως βρίσκονται ἐντός της ἀποστολῆς τους. Ὅλα τα ἄλλα καὶ ἂν δὲν τὰ διακονήσει ἡ Ἐκκλησία θὰ τὰ μεριμνήσει ἡ πολιτεία ποὺ εἶναι φύσει καὶ θέσει ὑπεύθυνη γιὰ τὰ ἔργα της .
Διότι γιὰ νὰ μιλήσουμε μὲ ἕνα παράδειγμα, εἶναι φαιδρὸ νὰ φθάσει κανεὶς στὸ νοσοκομεῖο γιὰ θεραπεία καὶ ἐκεῖ νὰ βρεῖ τοὺς θεραπευτὲς ἰατροὺς νὰ ἀσχολοῦνται μὲ ὀ,τιδήποτε ἄλλο ἐκτός του λειτουργήματός τους ποὺ εἶναι ἡ θεραπεία τῶν ἀνθρώπων.
Ναὶ φίλοι μου, τίποτε ἄλλο στὴν ζωή μας δὲν εἶναι χειρότερο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Διότι κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο ἀποτελεῖ «ἀρρώστια ψυχῆς». Καὶ βεβαίως ἕναν ἀσθενῆ ἀδελφό μας τὸν συμπαθοῦμε. Καὶ ὅπως ἕνας ἱκανὸς ἰατρὸς ἀγαπᾶ τὸν ἄρρωστο ἀλλὰ μισεῖ τὴν ἀρρώστια καὶ κάνει τὰ πάντα γιὰ νὰ τὸν ἀπαλλάξει ἀπ' αὐτήν, ἔτσι καὶ οἱ διάδοχοί των ἀποστόλων, ὀφείλουν, εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ παλέψουν μὲ τὸ πολυκέφαλο θηρίον τῆς «εὐπεριστάτου ἁμαρτίας». Νὰ δώσουν τὴν μάχη παντιοτρόπως καὶ τελικῶς νὰ τὴν ἐξορίσουν  ὅσο τὸ δυνατὸν ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, προσφέροντας τὴν ὄμορφη, τὴν εὐλογημένη, τὴν ἑξαγιαστικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς ὑγείας, δηλ. τῆς πνευματικῆς βιοτής καὶ αὐτῆς τῆς Ἁγιότητας.
Οὐδέποτε δὲ νὰ λησμονοῦμε ὅτι καμμία ἁμαρτία δὲν εἶναι τόσο μεγάλη ὥστε νὰ ξεπερνᾶ τὸ μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Καὶ οὐδεμία ἁμαρτωλὴ πράξη δὲν εἶναι τόσο βαριά, ὥστε νὰ ξεπερνᾶ τὸ μέγεθος τοῦ θείου ἐλέους.
Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.