31 Δεκ 2010

Ἡ δύναμις τῆς πίστεως καί τῆς Προσευχῆς


ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ
δύναμις τς πίστεως καί τς Προσευχς
Θά παρακαλοσα νά μο δώσετε τήν εχή σας, γιά νά φωτίση Θεός τό σκότος μου καί νά μπορέσω νά σς μιλήσω δύο λόγια.
Θά σς διαβάσω μία μικρή περικοπή το Εαγγελίου μας: «Τ καιρ κείνω ξλθεν ησος ες τά μέρη Τύρου καί Σιδνος. Καί δού γυνή Χαναναία πό τν ρίων κείνων ξελθοσα κραύγασεν ατ λέγουσα. λέησον μέ, Κύριε, Υέ Δαυίδ. θυγάτηρ μου κακς δαιμονίζεται. δέ οκ πεκρίθη ατή λόγον. Καί προσελθόντες ο μαθηταί ατο ρώτων ατόν λέγοντες πολυσον ατήν, τι κράζει πισθεν μν. δέ ποκριθες επεν. οκ πεστάλην ε μή ες τά πρόβατα τά πολωλότα οκου σραήλ. δέ λθοσα προσεκύνησεν ατ λέγουσα. Κύριε, βοήθει μοί. δέ ποκριθες επεν. οκ στι καλόν λαβεν τόν ρτον τν τέκνων καί βαλεν τος κυναρίοις. δέ επε. ναί, Κύριε. καί γάρ τά κυνάρια σθίει πό τν ψιχίων τν πιπτόντων πό τς τραπέζης τν κυρίων ατν. Τότε ποκριθες ησος επεν ατή. γύναι, μεγάλη σου πίστις! Γενηθήτω σοί ς θέλεις. Καί άθη θυγάτηρ ατς πό τς ρας κείνης» (Μάτθ. ε', 21-28).
δ βλέπουμε μία γυναίκα Χαναναία, ννοεται εδωλολάτρισσα, ποία εχε μία κόρη, πού ταν δαιμονισμένη. καί πάρα πολύ φυσικό ταν νά ποφέρη ατή μητέρα μαζί μέ τήν κόρη. κείνη σάν δαιμονισμένη βέβαια δέν καταλάβαινε, ταν τό δαιμόνιο τήν....
τυραννοσε καί τήν θλιβε. λλά μητέρα βλέπουσα τό παιδί τς σ' ατήν τήν κατάστασι -ρρωστη γιά πολλά χρόνια- εχε πληγή μέσα τς πολύ μεγάλη καί φλεγόταν. πωσδήποτε θά τήν πγε σέ γιατρούς, θά τρεξε δ κι κε. θεραπεία μηδεμία. κουσε τι στό σραήλ πάρχει νας νθρωπος, νας προφήτης, ποος κάνει θαύματα. Δαιμόνια βγάζει, σθένειες θεραπεύει, μαρτωλούς συγχωρε, τούς πάντας δέχεται, κανένα δέν διώχνει. τσι πρε τό θάρρος. Σκέφθηκε: «Ατός θά εναι Σωτήρας μου, σ' Ατόν θά τρέξω. τό βλέπω στήν πράξι, τι κάνει τόσες θεραπεες καί τόσα καλά στούς νθρώπους».
Καί ρθε. ρθε μέ πολλή πίστι καί Τόν προσκύνησε τόν Χριστό μας καί το επε: «Κύριε, θυγάτηρ μου κακς, δηλαδή πολύ σχημα, δαιμονίζεται καί ποφέρει τρομερά καί θεραπεία πό πουθενά. Παρακαλ, Σέ κετεύω, Σέ προσκυν, Σέ λατρεύω, κνε τή θεραπεία, κνε τό θαμα Σου καί στό δικό μου κορίτσι». Φαίνεται τι Τόν πίεζε τόν Χριστό μέ τίς κραυγές καί τίς παρακλήσεις τς κολουθώντας πό πίσω Του, Τόν θλιβε, Τόν κούραζε. λλά Κύριος δέν κουράζεται. Ο μαθηταί βλέποντας τή Χαναναία νά κολουθ μέ τόση πιμονή καί νομίζοντας τι τόν Κύριο τόν στενοχωρε, Τόν παρεκάλεσαν νά τήν πολύση, νά τή διώξη, νά τελείωση τό θέμα της. Ατή μως ρθε μέ περισσότερη πιμονή καί Τόν παρακαλοσε, κι πεφτε στά πόδια Το λέγοντας: «Κύριε, κνε λεος». Τότε Κύριος στράφηκε στούς ποστόλους Του καί επε: «Δέν ρθα γώ δ κάτω στή γ νά θεραπεύσω λλοτρίους, παρά μόνον τά χαμένα, τά πολωλότα πρόβατα το σραήλ». πειδή σραήλ ταν κλεκτός λαός το Θεο, ο σραηλίται πίστευαν τι ατοί ταν ποκλειστικά τά παιδιά το Θεο κι λους τους λλους νθρώπους τούς θεωροσαν γιά τίποτα. Βέβαια Κύριος εχε τό σκοπό Του, πού τό επε ατό. Τό κανε γιά νά προκαλέση τή γυναίκα νά πέση μέ περισσότερη θερμότητα, νά ναπτύξη περισσότερο τή μεγάλη της πίστι, στε νά θεατρίση τούς Γραμματες καί Φαρισαίους, τούς νομοδιδασκάλους, πού νομίζοντο τι ταν σπουδαοι, τι ταν τά κατ' ξοχήν παιδιά το Θεο, ο επειθες καί πάκουοι στό νόμο το Θεο. Καί στή συνέχεια επε Κύριος: «Οκ στι καλόν λαβεν τόν ρτον τν τέκνων καί βαλεν τος κυναρίοις», δηλαδή δέν εναι δυνατόν, δέν εναι καλό νά στερήσω τή θεραπεία, τήν ποία χω νά δώσω στά παιδιά το σραήλ καί νά τή δώσω στά κυνάρια, στά σκυλάκια, πως λογίζοντο ο λλότριοι, ο ξω πό τήν πίστι στό Θεό, ο εδωλολάτρες.
ταν ατή κουσε τόν Κύριο νά λέγη ατό τό πράγμα, φαίνεται τι πόνεσε πολύ καί μέ τό φόβο μήπως ποτύχη ατς τς μεγάλης θεραπείας, ατο του μεγάλου καλο, ατς τς λυτρώσεως, πού προσδοκοσε πό τόν Κύριο, πεσε κάτω στά πόδια Του καί επε: «Ναί, Κύριε, πράγματι μες εμαστε κυνάρια, ν τά παιδιά το σραήλ εναι τά παιδιά το Θεο. λλά καί τά κυνάρια πολλές φορές τρώγουν τά ψιχία, τά ψίχουλα, ατά πού πέφτουν πό τό τραπέζι τν παιδιν!» Σάν νά λεγε: «Ψίχουλα δσε καί σέ μένα, μία καί λογίζομαι κυνάριο καί χι να πό τά παιδιά το σραήλ τά διαλεχτά». Κι ταν εδε Κύριος τήν τόσο μεγάλη της πίστι, μέσως τς επε: «Γυναίκα μεγάλη εναι πίστις σου! Νά γίνη ,τι πιθυμες!» Κι πό τήν στιγμή κείνη τό κορίτσι τς γινε καλά. θριάμβευσε πίστις!
χουμε πίσης καί τήν αμορροοσα γυνή. Κι ατή πως βλέπουμε στό ερό Εαγγέλιο πασχε πί δώδεκα τη πό χρόνια αμορραγία. δέν βρισκε πουθενά θεραπεία. Ξόδεψε πάρα πολλά χρήματα σέ γιατρούς καί φάρμακα καί θεραπεία μηδεμία. Μέ τήν πίστι της στό Χριστό μας Τόν πλησίασε. Πίστευε κράδαντα τι ν Τόν κουμπήση τόν ησο, θά γίνη καλά. Καί δέν πέτυχε το ατήματος τς καρδις της. Χριστός γιά νά δείξη τή μεγάλη της πίστι καί τή θεραπεία συγχρόνως, επε στούς μαθητς Του: «Κάποιος μέ κούμπησε, ποιός εναι;» πάντησαν ο πόστολοι: «Μά, Κύριε, τόσος κόσμος εναι δ καί ο χλοι Σέ συνθλίβουν καί λές τώρα, ποιός Σέ κούμπησε διαίτερα;» «Ναί, κάποιος μέ κούμπησε. γώ γνώρισα τι πό μένα βγκε κάποια δύναμι. ποιός εναι ατός νθρωπος;» Βλέποντας γυναίκα τι δέν λανθάνει το Χριστο ατό πού κανε, Τόν πλησίασε καί τρέμοντας πεσε στά πόδια Του κι μολόγησε νώπιον λου του λαο τό θαμα, τι δηλαδή πό τή στιγμή κείνη πού Τόν γγιξε, σταμάτησε αμορραγία καί θεραπεύθη μέσως. Τότε τς επε ησος: «χε θάρρος, κόρη μου, πίστις σου σέ σωσε. Πορεύου ες ερήνην» (Λούκ. η', 43-48).
Καί σέ μία λλη παραβολή το Εαγγελίου βλέπουμε κάποια χήρα νά νοχλ φορτικά, νά «ποπιάζη» ναν κριτή, ποος δέν εχε φόβο Θεο καί ντροπή νθρώπων, νά τήν «κδικήση», δηλαδή νά τήν προστατεύση καί νά τήν παλλάξη πό κάτι, πού δικετο πό κάποιον ντίδικο. Καί εδατε τί κανε κριτής τς δικίας; Μετά πό τήν πολλή πίεσι καί νόχλησι, πού το δημιούργησε ατή γυναίκα, γιά νά τήν ξεφορτωθ, τς κανε τό ατημα (Λούκ. η', 1-8). άν ατός κριτής θεόφοβος κατέληξε νά κάνη τό ατημα τς χήρας, γιατί τόν νοχλοσε καί τόν πίεζε, πολλ μλλον Οράνιος Πατέρας θά κάνη τά ατήματα τν τέκνων του! Ατό πρέπει νά κάνουμε κι μες. Νά ατούμεθα, νά παρακαλομε, νά κρούωμε τήν θύρα το λέους το Κυρίου καί θά τύχουμε παντήσεως. Γι' ατό νά πάρουμε τό θάρρος, νά γκολπωθομε τήν πίστι καί νά μή σταματήσουμε ποτέ νά ατούμεθα διά τς προσευχς τά σα μς πασχολον, τόσο σάν μαρτήματα, σο καί σάν πάθη καί κόμη σάν ποθέσεις ζως. χουμε τήν προσευχή, ποία τόσα πολλά καλά πιφέρει στόν προσευχόμενο, ταν πιστεύη κράδαντα τι θά τύχη τς παντήσεως.
ταν κατέβηκε Κύριος πό τό ρος Θαβώρ μετά τήν Μεταμόρφωσι, ρθε νας πατέρας ποος εχε κι ατός παιδί σεληνιαζόμενο καί προσέπεσε στά πόδια το Χριστο μας καί το επε: «Κύριε, δέομαί σου, Σέ παρακαλ, λέησε τό παιδί μου, γιατί σεληνιάζεται καί κακς πάσχει. Τό δήγησα στούς μαθητς σου, λλά δέν μπόρεσαν νά τό θεραπεύσουν. Λυπήσου μας καί σο δύνασαι βοήθησέ μας». Καί Κύριος του επε: «άν μπορς νά πιστεύσης τι δύναμαι νά κάνω καλά τό παιδί σου, τά πάντα εναι δυνατά σ' ατόν πού πιστεύει». Φοβούμενος δέ φτωχός μήπως τυχόν δέν πιστεύει, πως χρειάζεται καί σο χρειάζεται, γιά νά θεραπευθ τό παιδί του, λέγει μέ δάκρυα στόν Κύριο: «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ μου τήν πιστία, νίσχυσέ μου τήν πιστία, γιά νά γίνη πίστις μου δυνατή, στε τό παιδί μου νά γίνη καλά». Καί τότε Κύριος πετίμησε τό κάθαρτο πνεμα κι φο σπάραξε πολύ τό παιδί βγκε πό μέσα του, φήνοντας τό κάτω στή γ σάν νεκρό. Τότε Χριστός μας τό πίασε πό τό χέρι, τό σήκωσε καί τό παρέδωσε στόν πατέρα το θεραπευμένο (Μάτθ. ζ', 14-20, Μάρκ. θ', 17-27, καί Λούκ. θ', 37-43).
Κι μες ταν χουμε τά ατήματά μας, ταν χουμε τίς νάγκες μας, ταν μς προσβάλλη μαρτία, μς προσβάλλουν, μς στριμώχνουν, μς πρεσσάρουν τά πάθη, νά γονατίζουμε μέ λη μας τήν καρδιά καί νά φωνάζουμε -ε δυνατόν ο προσευχές μας νά συνοδεύωνται πό δάκρυα- καί τά ατήματά μας θά γίνουν εσακουστά πό τόν Θεό. Βλέπουμε καί τόν Δαυίδ στόν ρμ' (140) Ψαλμό του, στόν σπερινό νά λέγη: «Κύριε, κέκραξα πρός Σέ, εσάκουσόν μου, εσάκουσόν μου Κύριε». Κύριε κράζω πρός Σέ, φωνάζω σέ Σένα μέ λη τήν καρδιά μου, μέ λη τήν ψυχή μου. ς εσακουσθον τά λόγια της προσευχς μου, ς ρθουν στά ατιά Σου καί κπλήρωσε τά ατήματά μου. «Κατευθυνθήτω προσευχή μου ς θυμίαμα νώπιόν Σου». Πράγματι μία τέτοια προσευχή εναι δύνατον νά μήν εσακουσθ. λλά ο προσευχές μας καί διαίτερα ο δικές μου, εναι ατές πού δέν παίρνουν πάντησι. Γιατί; Γιατί ταν προσευχόμαστε νος μας δέν εναι κε.
Κάποιος εδωλολάτρης ερεύς επε σέ κάποιους μοναχούς:
- ταν σες προσεύχεσθε στό Θεό σας, σς παντ Θεός σας;
- χι, επαν ο μοναχοί.
- μένα μου παντ θεός μου. Γιά νά μή σς παντ, λέει, Θεός σας, σημαίνει τι χετε κακούς λογισμούς. Καί επαν ο πατέρες:
- ντως τσι χει λήθεια.
Βέβαια σ' ατόν παντοσε διάβολος, λλά ο πατέρες εδαν τι επε τήν λήθεια. ταν προσευχώμεθα, νος μας, διάνοιά μας σκορπάει δ κι κε καί δέν ξέρουμε τί λέμε. Κι φο μες δέν καταλαβαίνουμε τί λέμε, πς θά καταλάβη Θεός τήν προσευχή μας; Γι' ατό χρειάζεται, ταν προσευχώμεθα, προηγουμένως νά συλλάβουμε τήν μαρτωλότητά μας, νά τήν κάνουμε ασθησι καί νά τοποθετούμεθα μέ ταπείνωσι καί μέ συντριβή καρδίας. Καί ταν γίνη ασθησις μαρτωλότητα μέσα στήν καρδιά μας, τότε γίνεται καταστολή το μετεωρισμο. δέ καταστολή το μετεωρισμο θά δημιουργήση τή διάθεσι καί τό μετεώριστο τς προσευχς. Τότε τά λόγιά μας θά χουν πήχησι.
πως βλέπουμε τόν Τελώνη καί τόν Φαρισαο. Φαρισαος κανε προσευχή πολύ περισσότερη πό τόν τελώνη κι λεγε: «Νηστεύω, ποδεκατ... κ.λπ. καί δέν εμαι σάν καί τοτον δ τόν τελώνη τόν δικο, ποος κάνει καταχρήσεις καί τόσα λλα» (Λούκ. η' 9-14). μέν Φαρισαος ταν δίκαιος, διότι εχε τή δικαιοσύνη, κανε πράξεις ξωτερικά βέβαια καλές, νήστευε, γρυπνοσε, κανε γιά τό «θεαθναι» λεημοσύνη, κανε προσευχές στά σταυροδρόμια που σήκωνε ψηλά τά χέρια του, νιπτε τά χέρια το προτο νά φάγη κι λα τά λλα τά τυπικά το Νόμου καί νόμιζε κατά τή συνείδησί του τι ταν πολύ ντάξει.
τελώνης δέν κανε πολλή προσευχή. Τί λεγε; «λάσθητι μοί, Κύριε, τ μαρτωλ». Δέν επε πολλά πράγματα, λλά τί εχε προσευχή του; Εχε κάτι τό διαίτερο. Ποιό ταν ατό; ναγνώρισις τι πράγματι ταν τελώνης. καί ο τελνες τότε θεωροντο δικοι, εχαν ες βάρος τούς τήν κατηγορία το μαρτωλο, το τελευταίου νθρώπου, γιατί κλεβαν. Κι πομένως καημένος τελώνης ασθανόταν τίς δικίες του. Πς θά μποροσε νά σηκώση φτωχός κεφάλι καί νά π: «ποδεκατ σα κτμαι καί νηστεύω δίς το Σαββάτου, τι κάνω καλές πράξεις καί τόσα λλα;» Ατός βλέποντας τή μαυρίλα τς δικίας καί τς μαρτίας του, πεσε χάμω καί δέν σήκωνε τά μάτια του νά κοιτάξη ψηλά, διότι θεωροσε τόν αυτό του σάν τόν πιό τελευταο νθρωπο, τόν πιό πεύθυνο μαρτωλό. Κι μως ατό τό σκύψιμο, ατό τό τι δέν τολμοσε νά κοιτάξη ψηλά, λα ατά ταν προσευχή, λα ατά συγκλόνιζαν τόν θρόνο το θείου λέους. Καί κατέβηκε, λέει, τελώνης δεδικαιωμένος, δέ Φαρισαος καταδικασμένος. ταπείνωσις ατή, τό σκύψιμο κάτω μέ τά μάτια χαμηλά, ντροπή πού νοίωθε, λεγχος τς συνειδήσεως πού τόν συνεχε, λα ατά συνετέλεσαν καί κατέβηκε δεδικαιωμένος, δηλαδή συγχωρημένος πό τόν Θεό.
Τό παράδειγμα διαίτερα ατο του τελώνου μς δίνει τό δίδαγμα, μς φωτίζει τό δρόμο, μς δίνει τήν εκαιρία νά σκεφθομε, νά δομε πώς κούγεται προσευχή το προσευχομένου. ς λέγξουμε λίγο τόν αυτό μας κι ς κάνουμε μία παρατήρησι, μία ατοεξέτασι. ταν προσευχηθήκαμε καί τό μυαλό μας, νος μς γύρισε λο τόν κόσμο καί δέν καταλάβαμε καν τί επαμε, νοιώσαμε καμμία λλοίωσι μέσα μας; Νοιώσαμε ξηρασία σάν νά μή κάναμε προσευχή. Ατή εναι πάντησις πού πήραμε. Τό γνωρίσαμε κι ατό πό τήν πράξι. Όταν μως σάν τόν τελώνη τσι κι μες προσευχώμεθα, γονατισμένοι, μέ δάκρυα, μέ ταπείνωσι, μέ ατογνωσία, νά πιστεύουμε τι ο προσευχές μας θά τύχουν παντήσεως.
ννα Προφήτις, μητέρα το Σαμουήλ το Προφήτου, ταν στείρα, πως γνωρίζουμε πό τή Γραφή καί δέν εχε παιδιά καθόλου. λλη γυναίκα το νδρός τς εχε πολλά παιδιά. Σάν στείρα πονοσε κι πιθυμοσε κι ατή νά ποκτήση να παιδάκι. πόνος ατός τς ψυχς τήν δήγησε στό ναό το Θεο νά προσευχηθ. Γονατισμένη μέσα στό ναό γοερς κλαιγε καί παρακαλοσε τό Θεό. πό τήν πολλή της προσευχή κι πό τό πολύ δόσιμο στό Θεό, δέν καταλάβαινε τίποτα, τί γινόταν γύρω της, γιατί ταν ξ λοκλήρου δοσμένη ψυχή τέ καί σώματι στό ατημα. τά δάκρυα τρεχαν ποτάμι, καρδιά τς φλεγόταν καί φωνή τς νέκραζε γοερς. λί ερεύς ταν μέσα στό ερό, στά για τν γίων, καθώς καί πηρέτης. Λέγει πηρέτης στόν ερέα το Θεο:
- Τί γίνεται μ' ατή τή μεθυσμένη ξω; Νά τή βγάλουμε π' τό ναό.
- χι, δέν θά τή βγάλουμε, διότι ψυχή τς εναι κατώδυνος, πονάει πάρα πολύ. φησε τήν κε νά κχύση τόν πόνο τς νώπιόν του Θεο. Καί γνωρίζουμε τι ατή προσευχή τς φερε τόν καρπό τόν γιο μέσα στήν κοιλία της καί γέννησε τόν μεγάλο Προφήτη Σαμουήλ.
Βλέπετε, τί προσευχές χρειάζονται γιά νά πάρουμε πάντησι στά ατήματά μας πό τόν Θεό καί διαίτερα, ταν ατά εναι σοβαρά καί δυσεπίλυτα; Πόσα προβλήματα μς πασχολον, οκογενειακά, οκονομικά, προβλήματα σχετικά μέ τά παιδιά, γιά τά ποία λοι ο γονες χουν τρομερή γωνία σήμερα, ντός του δικαίου βέβαια. Διότι ξω πό τό σπίτι καιροφυλακτον λύκοι καί λέοντες νά τά καταβροχθίσουν. πομένως γωνία ατν τν νθρώπων εναι πολύ μεγάλη, γιατί βλέπουμε πώς κριβς σατανς περιπλέκει τά παιδιά μέ τό δίχτυ του, τά γκιστρώνει καί τά τραβάει ξω πό τή θάλασσα καί τσι δημιουργεται λη ατή σψις καί ψυχικός θάνατος τν παιδιν. λα ατά τά παιδιά θέλουν πολλή προσευχή.
χουμε βέβαια πολλά παραδείγματα μητέρων, πού προσευχή τούς σωσε τά παιδιά τους, πως τήν γία Μόνικα. πως γνωρίζετε γία Μόνικα ταν μητέρα το ερο Αγουστίνου. ερός Αγουστίνος πρίν γίνη «ερός», ταν σωτος Αγουστίνος, νας πό τούς πολύ μεγάλους μαρτωλούς. λλά γία ατή μητέρα δέν γονάτισε πρό το μεγίστου κινδύνου, πρό τς μεγάλης πώλειας το παιδιο της. Δέν δειλίασε, πού τό βλεπε στήν σωτεία νά καταρρέη συνέχεια, λλά τό θάρρος τς ταν μεγάλο καί πίστις τς μεγάλη. γωνιζόταν στήν προσευχή. νάλογα καί τά δάκρυά της. Καί πόνος τς τόν φερε ες μετάνοιαν. Μετανόησε ερός Αγουστίνος. λλά καί ταν ργότερα πεσε σέ αρεσι, κανε λλον γώνα μεγάλο μητέρα, γιά νά τόν παναφέρη στήν ρθόδοξη πίστι. φτασε στά Μεδιόλανα καί συνάντησε τόν γιο μβρόσιο καί κλαιγε καί θρηνοσε μπροστά του κθέτοντας τά σα τό παιδί τς εχε κάνει στή ζωή του. Βλέποντας γιος τά δάκρυα, βλέποντας τόν πόνο καί τήν πίστι της, τς επε:
- Γύναι, ατά τά δάκρυα πού χύνεις, δέν θά μείνουν τσι, θά φέρουν καρπό. Πίστευε τι τό παιδί σου θά λλάξη. Καί λλαξε καί γινε ερός Αγουστίνος, πού ορτάζεται μεταξύ τν γίων πό τήν κκλησία μας.
Βλέπετε τν μεγάλων μητέρων τά κατορθώματα! Δέν δειλίασαν, δέν πελπίστηκαν, ταν βλεπαν τά παιδιά τους νά καταστρέφωνται. Ποτέ πελπισία. πελπισία εναι πάρα πολύ μεγάλο κακό. Γι' ατό πρέπει νά νισχύουμε τά παιδιά, νά τούς σπέρνουμε τόν σπόρο τς εσεβείας καί νά μή χάνουμε τό θάρρος μας, διότι ,τι σπέρνουμε, δέν χάνεται. Εσέρχεται σπόρος στήν ψυχή τους κι ς φαίνεται τι τώρα, πού εναι στή νεανική τους λικία, δέν δέχονται τίποτα, ντιλογον, βγαίνουν πρός τά ξω, δέν ρχονται στήν κκλησία καί κάνουν ρισμένα λάθη. Στό βάθος χουν πίστι, στό βάθος χουν να πάρα πολύ μορφο νθρωπο. Νά ξέρετε τι σπόρος ατός θά βλαστήση. Θά ρθη καιρός πού Θεός θά δώση οριο νεμο, θά βρέξη, θά νατείλη λιος τς δικαιοσύνης καί τά παιδιά ατά θά καρποφορήσουν καρπόν κατονταπλασίονα. ν Θεός τό καλέση, πως περιμένουμε νά γίνη, καί ξιωθον το μαρτυρίου, τότε θά δτε τι τίποτα δέν χάθηκε. Διότι Χριστός μς σταυρώθηκε γιά λον τόν κόσμο καί διαίτερα γιά τά παιδιά, τά ποία στή σημερινή ποχή κινδυνεύουν μεσα.
Καί ο γονες καί κκλησία λόκληρη καί διαίτερα μες ο πνευματικοί πού βλέπουμε τά βαθύτερά του κάθε παιδιο καί γνωρίζουμε τό τί συμβαίνει, πρέπει νά προσευχώμεθα. Νά παρακαλομε νύχτα μέρα καί διαίτερα γιά κενα τά παιδιά, πού εναι γεννημένα στίς αρέσεις καί γιά κενα, πού τά χουν καταστρέψει τά ναρκωτικά καί γυρίζουν ρημα μέσα στούς δρόμους, χωρίς καμμία σχετική προστασία, χωρίς κανένας νά λαβαίνη πρόνοια γι' ατά. λοι χουν νάγκη πό μία νακούφισι κι πό τόν πόνο κι πό τήν σθένεια κι πό τά προβλήματα τά ψυχολογικά, τά ποα εναι μία μόνιμη κατάστασι πλέον στό νεανικό κόσμο.
μες ο χριστιανοί ο ποοι γνωρίζουμε τήν γάπη το Θεο, θά πρέπη νά προσευχώμεθα γιά κάθε πλάσμα πάνω στή γ, γιά κάθε χαμένο, γιά κάθε πονεμένο νθρωπο, γιά κάθε πονεμένη ψυχή, διότι τότε θά κπληρώσουμε τό χρέος μας πέναντι στόν Θεό καί τότε θά εμεθα πραγματικά παιδιά το Θεο. Καί Θεός τσι κάνει. Εναι πλωμένος σέ λον τόν κόσμο, σχετα ν ο νθρωποι Τόν βλασφημον, ν σεβον, ν Τόν χουν ξεχάσει κι ν δέν Τόν γνωρίζουν καθόλου. γάπη μς πρέπει νά πλωθ, νά μήν περιορίζεται μόνο στή δική μας οκογένεια στή διπλανή μας, λλά σέ λον τόν κόσμο. Ο γιοι Πατέρες καί γιά τά κτήνη κόμη εχαν εσπλαχνία καί οκτιρμούς. Τά λυποντο καί τά γαποσαν πό τήν γιότητα τς ψυχς τν.
Τά δεινά χρόνια πλησιάζουν. ταν δομε πολέμους καί σεισμούς καί διάφορα γεγονότα, γγύς τό τέλος. Περιμένουμε πολλά νά μς συμβον σύμφωνα μέ τίς προφητεες τν γίων, ες τούς σχάτους χρόνους θά συμβον μεγάλα γεγονότα. Καί λόγος το Θεο καί τν γίων εναι λήθεια. Τό θλημα, τό ποον περιμένουμε νά δώσουμε εναι γιά τήν πίστι στήν Θεανθρωπία το ησο, φο βέβαια πιστεύουμε τι Χριστός το Θεός κι γινε νθρωπος κι τι κατέβηκε στή γ, νά δώση τή λύτρωσι καί νά διώξη τό σκοτάδι τς πιστίας καί τς θεΐας. Κι μες σάν στρατιτες το Χριστο μας, φο ποτελομε τό στράτευμα το Χριστο, φείλουμε νά προετοιμαστομε, νά πλισθομε. να κράτος, ταν ντιληφθ τι κάποιο λλο κράτος τοιμάζει πίθεσι ρχίζει τήν προετοιμασία τς μυνας καί τς ντεπιθέσεως. Οτω πώς καί μες. Καί προετοιμασία εναι γνωστή.
Νά πιστεύουμε κατά πρτον, τι άν χουμε πίστι καί ταπείνωσι θά λκύσουμε τήν Χάρι κι ατή τή μεγάλη δύναμι το Χριστο, γιά νά μαρτυρήσουμε. Ποτέ νά μή πιστέψουμε καί νά τολμήσουμε νά σκεφθομε, τι μες μόνοι μας χουμε ατή τή δύναμι. Θά λέμε: «γώ εμαι δύναμος, εμαι νίκανος, εμαι μαρτωλός, εμαι τίποτα, εμαι μηδέν, εμαι πιό χρηστος νθρωπος». Μόνον ταπείνωσις θά λκύση τή δύναμι το Χριστο καί θά νικήση. Διότι που Χριστός πιφοιτ μέ τήν περφυσική Του δύναμι, πέρ φύσιν ποιε πράγματα. Μή νομίσετε τι μέ τίς προσωπικές καί τίς νθρώπινες δυνάμεις θά ντιμετωπίσουμε οανδήποτε νέργεια καί πέμβασι το διαβόλου καί τν συνεργατν του. Ποτέ. νθρωπος εναι σθενικός, δέν χει καμμία δύναμι νά ντιμετωπίση λα ατά τά δεινά, παρά μόνο μέ τή δύναμι το Θεο. Νά πιστέψουμε τι, ταν Θεός μς καλέση σ' ατό τό μαρτύριο, θά δώση «σύν τ πειρασμ καί τήν κβασιν» (' Κορινθ. ' 13) κι τι ταν ν ταπεινώσει δεχθομε νά δώσουμε ατή τή μαρτυρία, θά πάρουμε τή Χάρι το Θεο, γιά νά νικήσουμε τόν πονηρό καί νά στεφανωθομε.
ν συνέχεια πρέπει νά διορθώσουμε τή ζωή μας, νά τήν κάνουμε ρθόδοξη πό πόψεως ρετν καί γωνισμάτων, γιά νά ασθανθομε, νά γευθομε καί νά πιστέψουμε πραγματικά στόν Θεό. ταν πιστέψουμε τι Χριστός ες τόν καιρό τν μαρτυρίων κανε θαύματα στούς γίους καί τούς νίσχυε στόν γώνα, θά νοιώσουμε τήν παρξί Του μέσα μς ζωντανή, πως τήν νοίωσαν ο Μάρτυρες. Βλέπουμε στά μαρτύρια τν γίων, τι καί ο Μάρτυρες καί ο σκηταί δέχοντο πίσκεψι θεϊκή, μαρτυρική, ράματα θεία καί πεμβάσεις Χάριτος, χωρίς ο γύρω τους νά τό ντιλαμβάνωνται, κι τσι παιρναν δύναμι. Κι λα ατά τούς βοηθοσαν καί ξεπερνοσαν τή μαρτυρική δυσκολία καί τσι τελειώνοντο ν Κυρίω. πόστολος Παλος σέ μία πό τίς πιστολές το λέγει: «Δία πίστεως ο γιοι πάντες κατηγωνίσαντο βασιλείας, ....πέτυχον παγγελιν, φραξαν στόματα λεόντων, σβεσαν δύναμιν πυρός, νεδυναμώθησαν πό σθενείας, ...» (βρ. α', 33-40) καί τόσα λλα παθον. Δία τς πίστεως ο Μάρτυρες κατώρθωσαν λα ατά τά μεγάλα. γωνίσθηκαν ναντίον βασιλέων, ναντίον τυράννων, ναντίον βασάνων, ναντίον το πυρός καί τόσων λλων δεινν καί θριάμβευσαν καί στεφανώθησαν καί γίασαν.
λλά λέμε: φο τώρα δέν βλέπουμε ρετή, χουμε βαθύ σκότος μαρτίας καί πιστίας καί διαίτερα στίς χρες ατές, πού μς κατακλύζουν λες ο θρησκεες, λες ο φυλές, λα τά χρώματα, ο σατανιστές, πού χουν μεγάλη σχύ, καί τόσες λλες δοξασίες καί βλασφημίες καί αρέσεις, πς θά ναδειχθον σήμερα ο γιοι; φο χει κλείψει κάθε ρετή, φο σκητς δέν χουμε τώρα, πως τά παληά χρόνια, πο γίαζαν στς ρήμους, φο πίστις θά κλονισθ μέχρι τά θεμέλια, ποιοί θά εναι ο γιοι τν τελευταίων χρόνων;
Καί μως ο γιοι δέν θά κλείψουν μέχρι τς συντελείας τν αώνων. Μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία κκλησία θά καρποφορ γίους. Καί πειδή τά χρόνια ατά θά εναι πολύ κοντινά καί περιμένουμε νά δώσουμε ατή τή μεγάλη μαρτυρία, φείλουμε λοι νά προετοιμαζώμεθα καί νά νισχύουμε συνεχς καί τά παιδιά μας, στω καί μέ τά λίγα, πού γνωρίζουμε, καί νά τά τονώνουμε τήν ρθόδοξη πίστι καί στό μαρτύριο. ποιος θά ξιωθ νά δώση ατή τή μαρτυρία τς πίστεως τά πόμενα χρόνια, τά ποα θά εναι τά τελευταα καί τά νδοξα, ατός Μάρτυς θά εναι δέκα φορές λαμπρότερος ες τήν Βασιλείαν τν Ορανν πό τούς προηγουμένους Μάρτυρας, πού ορτάζει κκλησία μας. ς λπίσουμε κι μες, μέ τή Χάρι το Κυρίου, τι θά ξιωθομε ατς τς μεγάλης τιμς το μαρτυρίου στούς σχάτους χρόνους. μήν. Γένοιτο.
ΠΗΓΗ: "ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ"
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.