ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ἡ ὁμιλία αὐτὴ τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου ἐκφωνήθηκε μὲ σκοπὸ τὴν ἐνημέρωση τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὰ θαυμάσια ἔργα ποὺ ἐπιτελέσθηκαν στὴν Ἐκκλησία τῆς Βηρυτοῦ, μέσω τῆς τιμίας εἰκόνας τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἡ ἱστορική του ἀξία εἶναι ἰδιαίτερα σημαντική. Ἀπὸ τὴν μία πλευρὰ μαρτυρεῖ γιὰ τὴν προσκύνηση τῶν εἰκόνων σὲ μία ἐποχὴ ποὺ αὐτὴ ἀμφισβητεῖται ἀπὸ διάφορες αἱρετικὲς ὁμάδες. Δείχνει ὅτι τόσο ἡ ἁγιογραφικὴ ἀπεικόνιση τοῦ Κυρίου, ὅσο καὶ ἡ τιμητικὴ προσκύνηση τῶν εἰκόνων ἦταν εὐρέως διαδεδομένη κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πρώτης μεταποστολικῆς ἐποχῆς. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς μᾶς ἐπιτρέπει ν’ ἀναγάγουμε τὴν ἀνάπτυξη τῆς εἰκονογραφίας στὴν ἀποστολικὴ ἐποχή.
Στὴν παρακάτω ἀφήγηση, οἱ Ἰουδαῖοι καταλαβαίνουν ξεκάθαρα, ὅτι ὅπως ἡ τιμὴ πρὸς τὴν εἰκόνα ἀνάγεται στὸ εἰκονιζόμενο πρόσωπο, ἔτσι καὶ ἡ ἀτιμία πρὸς τὴν εἰκόνα ἀνάγεται ἐπίσης πρὸς τὸ εἰκονιζόμενο πρόσωπο.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε τὴν διάδοση τῆς ὀρθόδοξης πίστης σὲ ὁμάδες πληθυσμῶν ποὺ διέκειντο ἐχθρικὰ πρὸς αὐτήν. Ὅπως καὶ μὲ τὴν περίπτωση τῶν μαρτύρων, ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ ἡ ἁγία μεταδίδεται μέσω τῆς ἐμπειρικῆς ἐπιβεβαίωσης τῆς ὀρθότητος...αὐτῆς. Δὲν ἐπιβάλλεται μὲ αὐτοκρατορικὰ διατάγματα ἢ ἄλλες μεθόδους ἐπιβολῆς, κρατικῆς ἢ ἐκκλησιαστικῆς προέλευσης. Ἀλλὰ ἀκολουθώντας τὸ θυσιαστικὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου, οἱ μάρτυρες μὲ τὴν ὁμολογία τους, τὴν ὁποία ὑπέγραφαν μὲ τὸ ἴδιο τους τὸ αἷμα, ματαλαμπάδευαν τὸ χριστιανικό τους φρόνημα.
Ὁ θαυμαστὸς αὐτὸς τρόπος τῆς ταπείνωσης καὶ τῆς θυσίας ἔπεισε τὸν ἀρχαῖο κόσμο, ὅτι ὁ Θεὸς τῶν Χριστιανῶν εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός, καὶ τὸν ὁδήγησε στὸ βάπτισμα. Ἂς δοῦν τὴν ἀρχαία αὐτὴ μαρτυρία οἱ σύγχρονοι ἀμφισβητίες τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως, καὶ οἱ σύγχρονοι νοσταλγοὶ τῆς ἀπορριπτέας εἰδωλομανίας καὶ ἂς συνετιστοῦν. Διότι ἡ ἱστορικὴ ἀλήθεια διαψεύδει τοὺς ἰσχυρισμούς τους.
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Λόγος εἰς τὸ θαῦμα τὸ γεγονῶς ἐν Βηρυτῶ, περὶ τῆς τιμίας καὶ σεβασμίας εἰκόνος τοῦ Κυρίου
Καὶ Θεοῦ ἠμῶν.
1. Ὑψῶστε τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς διανοίας σας, καὶ κοιτάξτε τὸ νέο καὶ παράδοξο θαῦμα, τὸ ὁποῖο ἔγινε στὶς μέρες μας. Ἐμβλέψατε στὴν ἄπειρη ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, δῶστε δόξα σ’ αὐτόν, κατανοῆστε τὴν ἄφατη φιλανθρωπία καὶ τὸ μέγεθος τῆς οἰκονομίας, καὶ θρηνῆστε μὲ εὐφροσύνη. Διότι γιὰ τὸν Θεὸ τίποτα δὲν εἶναι παράξενο. Διότι σὲ αὐτὸ τὸ παράδοξο θαῦμα, τὸ ὁποῖο ἔγινε στὶς ἡμέρες ἐκεῖνες, ξεσηκώθηκαν ὅλες οἱ καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Πράγματι, ξεσηκώθηκε ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τὸ τόλμημα, ταράχθηκαν οἱ καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Πράγματι, ξεσηκώθηκαν οἱ ἄβυσσοι, ὁ ἥλιος σκοτίσθηκε καὶ ἡ σελήνη καὶ οἱ ἀστέρες ταράχθηκαν, ἀπὸ αὐτὸ ποὺ οἰκονομήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο. Ὅλες οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν ἀκούσατε καὶ μείνετε ἐκστατικές, γενεὲς τῶν γενεῶν, γιὰ τὸ παράδοξο θαῦμα ποὺ ἔγινε στὶς μέρες αὐτές.Καὶ Θεοῦ ἠμῶν.
2. Ὑπάρχει πόλις ποὺ λέγεται Βηρυτός, στὴν περιφέρεια τῆς Ἀντιόχειας. Σ’ αὐτὴ τὴν πόλη ὑπῆρχαν πλήθη Ἰουδαίων. Κοντὰ στὴν συναγωγὴ τοὺς κάποιος Χριστιανὸς ἀφοῦ ἔλαβε κελὶ διέμενε. Ἐφτίαξε ὁλόσωμη εἰκόνα τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ζωγραφισμένη μὲ πολλὴ ὡραιότητα. Ἀφοῦ πέρασε πολὺς καιρός, ὁ Χριστιανὸς θέλησε ν’ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸ κελὶ αὐτό. Ἀναζήτησε, λοιπόν, ἄλλο κελὶ μεγαλύτερο, ἐπειδὴ τοῦ χρειάζονταν, κι ἐπειδὴ τὸν πλησίαζαν οἱ Ἰουδαῖοι. Ὄταν βρῆκε ἄλλο οἴκημα, μετακόμισε ἐκεῖ, παίρνοντας μαζὶ ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του. Κατ’ οἰκονομία Θεοῦ, ποὺ θέλει νὰ σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ ἔρθουν σὲ ἐπίγνωση τῆς ἀλήθειας, καὶ ποὺ δείχνει ὅλα τὰ θαυμάσιά του σὲ ὅλους ὅσους πιστεύουν σὲ αὐτὸν ἀληθινά, ἔχοντας λάβει ὁ Χριστιανὸς ὅλη τὴν περιουσία του, ὅπως εἰπώθηκε προηγουμένως, κατελήφθη ἡ εἰκόνα τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μόνη, διότι τὴν ξέχασε στὸ κελί.
3. Κάποιος Ἰουδαῖος ἔλαβε τὸ κελὶ γιὰ νὰ μείνει, ἐκεῖ ποὺ ἦταν ἡ εἰκόνα τοῦ παμβασιλέως Χριστοῦ, καὶ ἀφοῦ μετέφερε τὰ ὑπάρχοντά του στὸ κελί, διέμενε, χωρὶς νὰ ἔχει δεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου, ὅτι βρίσκεται ἐκεῖ, οὔτε ἀντιλήφθηκε τὸν τόπο ἐκεῖνο. Μία τῶν ἡμερῶν κάλεσε Ἑβραῖο γιὰ νὰ φᾶνε μαζί. Τὴν ὥρα ποὺ ἔτρωγαν, σήκωσε τὰ μάτια ὁ προσκεκλημένος, εἶδε τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ λέει στὸν Ἰουδαῖο ποῦ τὸν κάλεσε, «Σὺ ποῦ εἶσαι Ἰουδαῖος πῶς κι ἔχεις τὴν εἰκόνα τούτου;» καὶ ξεστόμισε πολλὲς ὕβρεις καὶ ἀθέμιτες ἀπὸ τὸ μιαρό του στόμα ἐναντίον τῆς τιμίας εἰκόνας τοῦ Δεσπότου, τὶς ὁποῖες δὲν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ βάζει στὴν διάνοιά του. Ἔδειξε ὁ προσκεκλημένος τὴν εἰκόνα σ’ αὐτὸν ποὺ τὸν κάλεσε, καὶ ἄρχισε ὁ Ἑβραῖος νὰ ὁρκίζεται στὴν ἰουδαϊκὴ πίστη, ὅτι «Μέχρι τώρα δὲν εἶχα δεῖ τὴν εἰκόνα αὐτή». Ὁ προσκεκλημένος Ἑβραῖος σιώπησε. Σηκώθηκε καὶ πῆγε στοὺς Ἰουδαίους, τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ νομοδιδασκάλους καὶ τοὺς λέει, ὅτι «ὁ τάδε Ἑβραῖος ἔχει εἰκόνα τοῦ Ναζωραίου στὸ σπίτι του, καὶ τὴν εἶδα μὲ τὰ ἴδιά μου τὰ μάτια». Αὐτοὶ ἀφοῦ ἄκουσαν εἶπαν, «Πῶς μπορεῖς νὰ τὸ ἀποδείξεις αὐτό;» Τοὺς λέει, «Ἀκολουθῆστε μέ, κι ἐγὼ θὰ σᾶς τὴν δείξω». Ἔκαναν λοιπόν, συμβούλιο, ὥστε νὰ μαζευτοῦν τὸ πρωὶ καὶ νὰ εἰσβάλλουν στὸ κελί, στὸ ὁποῖο ἦταν ἡ εἰκόνα τοῦ Κυρίου.
4. Ὅταν ἔγινε πρωί, μαζεύτηκαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι αὐτῶν, καὶ παίρνοντας μαζί τους τὸν Ἰουδαῖο, πηγαίνουν στὸν οἶκο τοῦ Ἑβραίου, ὅπου ἦταν ἡ εἰκόνα τοῦ Κυρίου. Φθάνοντας στὴν οἰκία μπῆκαν μέσα οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ ὅλος ὁ ὄχλος, καὶ βλέπουν τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου. Τότε, γεμάτοι θυμό, τὸν μὲν Ἰουδαῖο ποὺ ἔμενε ἐκεῖ τὸν πέταξαν ἔξω κάνοντας τὸν ἀποσυνάγωγο, τὴν δὲ εἰκόνα τοῦ Κυρίου ἠμῶν, ἀφοῦ τὴν κατέβασαν, εἶπαν μεταξύ τους ὅτι «Ὅπως οἱ πατέρες μας τὸν ἐνέπαιξαν, ἔτσι κι ἐμεῖς τὸν ἐμπαίζουμε». Τότε ἄρχισαν νὰ φτύνουν στὸ πρόσωπο τῆς εἰκόνας τοῦ Κυρίου, καὶ τὴν ράπισαν στὸ πρόσωπο, ὁ καθένας ξεχωριστά, καὶ ὅλοι τους ραπίζοντας τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου ἔλεγαν, «Ὅσα ἔκαναν οἱ πατέρες μας, ὅλα θὰ τὰ κάνουμε στὴν εἰκόνα του». Εἶπαν ὅτι, «Ἀκούσαμε, ὅτι πολλοὺς ἐμπαιγμοὺς ἔκαναν σ’ αὐτόν, κι ἐμεῖς ὅλα θὰ τὰ κάνουμε». Μὲ ἄπειρους ἐμπαιγμοὺς ἐνέπαιξαν τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου, τὰ ὁποία δὲν τολμοῦμε νὰ ποῦμε. Μετὰ εἶπαν, «Ἀκούσαμε ὅτι κάρφωσαν τὰ χέρια του, αὐτὸ θὰ κάνουμε κι ἐμεῖς». Τότε ἐφτίαξαν καρφιὰ καὶ κάρφωσαν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια τοῦ Κυρίου. Εἶπαν πάλι, «Ἀκούσαμε ὅτι πότισαν αὐτὸν ξύδι καὶ χολὴ μὲ σφουγγάρι, τὸ ἴδιο θὰ κάνουμε κι ἐμεῖς». Κι ἔκαναν τὸ ἴδιο, βάζοντας στὸ στόμα τοῦ Κυρίου στὴν εἰκόνα σφουγγάρι γεμάτο ξύδι. Εἶπαν πάλι, «Μάθαμε ὅτι χτύπησαν τὸ κεφάλι του μὲ καλάμι, τὸ ἴδιο θὰ κάνουμε κι ἐμεῖς». Κι ἀφοῦ πῆραν καλάμι τὸν χτυποῦσαν στὸ κεφάλι. Εἶπαν πάλι, «Γνωρίζουμε μὲ ἀκρίβεια, ὅτι τρύπησαν τὴν πλευρά του μὲ λόγχη, νὰ μὴν παραλείψουμε ἀλλὰ νὰ τὸ πράξουμε κι αὐτό». Καὶ γιὰ νὰ τὸ κάνουν ἔστειλαν νὰ φέρουν λόγχη. Ὅταν μεταφέρθηκε ἡ λόγχη, τὴν σήκωσαν καὶ κέντησαν τὴν πλευρὰ τῆς εἰκόνας τοῦ Σωτῆρος. Ἀμέσως ἀνέβλυσε αἷμα καὶ ὕδωρ πολύ. Καὶ ὅταν ἔγινε αὐτὸ τὸ παράδοξο θαῦμα, ἔκπληξη κατέλαβε ὅλους ὅσους ἔβλεπαν τὶς δυναστεῖες τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ θαυμάσιά του.
5. Πόσο ἀνεξερεύνητα εἶναι τὰ κρίματα τῆς δικαιοσύνης σου, καὶ ἀπέραντη ἡ ἀγαθότητα καὶ τὸ πολὺ ἔλεός σου Δέσποτα! Ποιὸς θὰ μιλήσει γιὰ τὶς δυναστεῖες σου Κύριε; Θὰ κάνει ν’ ἀκουστοῦν οἱ ἔπαινοί σου φιλάνθρωπε; Ποῦ δὲν θέλεις τὸν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλὰ νὰ μετανοήσει καὶ νὰ ζήσει; Χριστὲ δόξα σοί. Ποιὸς εἶναι σὰν κι ἐσένα Δέσποτα; Ποιὸς ἐκτὸς ἀπὸ σένα πράττει φοβερὰ καὶ ἐξαίσια; Ὢ τοῦ θαύματος! Ὢ τῆς τοῦ Σωτῆρος μεγαλειότητος! Ἔφριξαν καὶ τώρα οἱ ἄνω δυνάμεις γὶ αὐτό. Ὢ πόση μακροθυμία! Ὢ πόσο ἔλεος! Διότι πρωτύτερα ἀφοῦ ἔλαβε σάρκα ὁ ἄσαρκος ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας γιά μας καὶ τὴν σωτηρία μας, σταυρώθηκε μὲ ἐκείνη τὴν σάρκα, ἐνῶ ἦταν ἀπαθὴς κατὰ τὴν θεότητα? τώρα πάλι ὡς εἰκόνα σταυρώθηκες, ὢ Δέσποτα, σὲ ἔλεγχο τῶν ἀσεβῶν καὶ πάντων τῶν ἀπίστων, σὲ στήριγμα τῶν ὅσων πιστεύουν εἰς σέ. Ἀλλὰ δόξα σοὶ Δέσποτα, ὁ μόνος παντοδύναμος, μαζὶ μὲ τὸν εὐλογητὸ Θεὸ ἠμῶν, σὺν τῷ παναχράντω Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῶ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστῷ, καὶ τῷ ἀγαθῶ καὶ ζωοποιῶ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
6. Ἀκοῦστε κι ἐσεῖς, ἀδελφοί, μὲ φόβο Θεοῦ καὶ χαρὰ τὰ ὑπόλοιπα τὰ ὁποία οἰκονόμησε ὁ Κύριος. Διότι μετὰ τὸ χτύπημα τῆς λόγχης στὴν πλευρὰ τῆς ἁγίας καὶ τιμίας εἰκόνας, καὶ τὴν ἀνάβλυση τοῦ αἵματος καὶ τοῦ ὕδατος, συγκεντρώθηκε ὅλο τὸ πλῆθος τῶν Ἰουδαίων, κι ἔλεγαν μεταξύ τους, «Ἐπειδὴ διαδίδουν αὐτοὶ ποὺ τὸν σέβονται, ὅτι ἰατρεῖες πολλὲς κάνει, ἂς παραλάβουμε τὸ αἷμα του καὶ τὸ ὕδωρ καὶ ἂς μαζέψουμε ὅλους τους ἀρρώστους του λαοῦ, καὶ ἂς χρίσουμε αὐτοὺς μὲ αὐτό, γιὰ νὰ δοῦμε ἂν εἶναι ἀληθινὰ τὰ ὅσα λένε. Καὶ φέρνοντας ἕνα ποτήρι στὴν πλευρὰ τοῦ Κυρίου, ἐμπαίζοντας τὸ γέμισαν, ἀπὸ κεῖ ποὺ ἔβγαινε τὸ ὕδωρ. Καὶ συγκέντρωσαν ὅλους τους ἀρρώστους, καὶ πρῶτο ἕναν παράλυτο, γιὰ τὸν ὁποίον γνώριζαν ὅτι ἦταν ἐκ γενετῆς. Φέρνοντας, λοιπόν, τὸν παράλυτο τὸν ἔχρισαν κι ἀμέσως ἔγινε ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος. Ταυτόχρονα ἔγινε μεγάλη ταραχὴ στὴν πόλη, κι ὅλοι ἔρχονταν ἐξαιτίας τῶν ἀπείρων θεραπειῶν καὶ θαυματουργιῶν. Ξεσηκώθηκε καὶ ὅλο τὸ πλῆθος τῶν Ἰουδαίων κι ἔφερναν τοὺς ἀσθενεῖς τους, παράλυτους, κουλούς, χωλοὺς καὶ τυφλοὺς καὶ δαιμονισμένους, καὶ ἄλλους ποὺ εἶχαν κάθε εἶδος ἀσθένειας. Καὶ ὅλων τὰ σώματα γίνονταν ὑγιῆ μετὰ τὴν χρίση τοῦ αἵματος καὶ τοὺς ὕδατος ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς τιμίας εἰκόνας τοῦ Κυρίου. Ὅλοι οἱ ἀρχιερεῖς καὶ πρεσβύτεροι καὶ ὁ λαὸς τῶν Ἰουδαίων πίστευσαν στὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ἀληθινὸ Θεό μας, κράζοντας καὶ λέγοντας, «Μέγας ὁ Θεὸς τῶν Χριστιανῶν, μεγάλη ἡ πίστη τῶν Χριστιανῶν. Δόξα σοὶ Χριστέ, ἐσὺ τον ὁποῖο οἱ πατέρες μᾶς σταύρωσαν, ἐσὺ ποὺ καὶ ἀπὸ ἐμᾶς σταυρώθηκες διὰ τῆς τιμίας εἰκόνας σου. Δόξα σοί, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ποὺ πράττεις μεγάλα καὶ θαυμάσια. Σὲ σένα πιστεύουμε, τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσια καὶ ἀχώριστη. Γίνε εὐμενὴς σέ μας, καὶ δέξου μας, ὅπως δέχθηκες τὴν μετάνοια τοῦ ληστῆ πάνω στὸν ἅγιο Σταυρό. Συγκαταρίθμησε καὶ μᾶς τοὺς ἀνάξιους, ποὺ προσήλθαμε σὲ σένα μαζὶ μὲ αὐτοὺς τῆς ἑνδεκάτης ὥρας, καὶ φώτισε τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδιᾶς μας, τοὺς ἐσκοτισμένους, ποὺ τοὺς ἐσκότισε ὁ διάβολος, ὥστε φωτισθέντες μὲ τὸ ἅγιό σου βάπτισμα, νὰ καταξιωθοῦμε τῆς ἐπουρανίου σου στρατιᾶς. Αὐτὰ ἔκραζαν λέγοντας, καὶ κηρύττοντας μεγαλόφωνα τὰ θαυμάσια του Θεοῦ. Ἐξῆλθε ἡ φήμη αὐτὴ σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη γιὰ τὴν τίμια εἰκόνα τοῦ παμβασιλέως ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅλοι ἔφερναν τοὺς ἀσθενεῖς τους ἀπὸ Ἀνατολὴ καὶ Δύση. Καὶ γιατρεύονταν ὅλοι διὰ τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ.
7. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ προσῆλθαν στὸν ἁγιότατο ἐπίσκοπό της ἁγιότατης Ἐκκλησίας ὅλα τὰ πλήθη τῶν Ἰουδαίων, προστρέχοντας καὶ λέγοντας, «Συγκαταρίθμησε καὶ μᾶς στὴν Ἁγία, Καθολική, καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, βάπτισέ μας καὶ κᾶνε μᾶς Χριστιανούς. Ἔκραζαν ὅλοι μαζὶ ἀπὸ μικρὸ ἕως μεγάλο, μαζὶ μὲ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ λέγοντας, «Ἕνας ὁ Πατήρ, ἕνας ὁ Υἱὸς ὁ μονογενής, ἕνας Κύριος, αὐτὸν ὁμολογοῦμε ὡς Θεό, καὶ μάθαμε καὶ γνωρίσαμε. Αὐτὸν Θεὸ ἀναγνωρίσαμε, σ’ αὐτὸν πιστεύουμε, τὸν σταυρωθέντα ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου, καὶ ἀναστάντα τὴ τρίτη ἡμέρα, καὶ ἀναληφθέντα ἐν δόξη ἐνώπιον τῶν ἁγίων μαθητῶν αὐτοῦ, καὶ καθεζόμενον ἐν δεξιὰ του Θεοῦ καὶ Πατρός». Δόξασαν λοιπόν, τὸν Θεὸ μὲ πολλὲς ἐπευφημίες, κι ἔδειξαν τὴν ἁγία εἰκόνα στὸν ἐπίσκοπο ἐκείνης τῆς πόλεως, καὶ τοῦ ἀνάγγειλαν ὅσα ἔπραξαν στὴν ἁγία εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Τοῦ ἔδειξαν καὶ τὸ αἷμα καὶ τὸ ὕδωρ καὶ πὼς ἀνάβλυσε ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Σωτῆρος. Ἔλαβε τότε ὁ ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸ ἅγιο αἷμα καὶ τὸ ὕδωρ, καὶ πρὸς ἐπιβεβαίωση ὅλων ἔφεραν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ἀφοῦ τοὺς ἄλειψε, τοὺς ἀπέστειλε ὑγιεῖς. Μετὰ ποὺ ἔγιναν αὐτὰ τὰ ἄπειρα θαύματα, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἱκέτευαν ὅλοι τὸν ἐπίσκοπο γιὰ νὰ λάβουν τὸ ἅγιο βάπτισμα, καὶ νὰ μεταλάβουν τῶν ἀχράντων καὶ ἀθανάτων μυστηρίων τοῦ τιμίου σώματος καὶ αἵματος. Τότε τοὺς παρέλαβε ὁ ἐπίσκοπος καὶ συγκάλεσε ὅλο τὸν κλῆρο τῆς ἁγιοτάτης τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας. Καὶ ἀφοῦ τοὺς κατήχησε πολλὲς ἡμέρες στὴν συνέχεια τοὺς βάπτισε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ τὴν συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων τὴν ἔκανε ἐκκλησία τοῦ Σωτῆρος ἠμῶν. Παρακάλεσαν αὐτοὶ καὶ τὶς ὑπόλοιπες συναγωγὲς νὰ τὶς κάνει ναοὺς τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὶς ἀφιερώσει στοὺς ἅγιους μάρτυρες, πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ καύχημα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Χειροτόνησε καὶ ἀπὸ αὐτοὺς πρεσβύτερους καὶ διακόνους, καὶ ὑποδιακόνους καὶ ἀναγνῶστες. Κι ἔτσι ἔγινε μεγάλη χαρὰ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ ἐξαιτίας τοῦ παράδοξου θαύματος τῆς τιμίας καὶ ἁγίας εἰκόνας τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔγινε στὴν πόλη αὐτή. Ὄχι μόνο γιὰ τὰ σώματα ποὺ θεραπεύθηκαν, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ψυχὲς ποὺ ἐπέστρεψαν στὴν αἰώνια ζωή.
8. Αὐτὰ φρόντισα νὰ φανερώσω στὴν θεοφιλία σας, ὢ προσφιλέστατοι καὶ ἀγαπημένοι ἀδελφοί, ὥστε νὰ ὠφεληθεῖτε μὲ τὴν ἀκοὴ τῶν ὅσων συνέβησαν, νὰ στηριχθοῦν οἱ ψυχές σας στὸν ἀγώνα ἐναντίον τοῦ πονηροῦ, αὐτοῦ ποὺ χαίρεται μὲ τὴν πτώση μας, καὶ νὰ στερεωθοῦμε στὴν στερεὰ πίστη τῆς ὁμολογίας τοῦ Χριστοῦ. Ἂς προσφέρουμε δοξολογία μὲ εὐφροσύνη καὶ κατάνυξη καρδιᾶς, καὶ εὐχαριστία, εὐχαριστώντας αὐτὸν μὲ καθαρὰ πίστη, φυλάσσοντας τὶς ἐντολὲς καὶ τὰ δικαιώματά του καὶ κρατώντας αὐτὸν στὴν σκέψη μας. Ὅτι αὐτῶ πρέπει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίω ἠμῶν, μὲθ οὐ τῷ Πατρί, ἅμα τῷ ἁγίω Πνεύματι, δόξα καὶ ἡ προσκύνησις, νῦν καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
PG. 28, 797-805
Πηγὴ-Μετάφραση: Ἱερὰ Μονὴ Παντοκράτορος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου