1 Ιουν 2022

Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Φιλόσοφος καί Μάρτυς (1 Ἰουνίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Μιά ἀπό τίς συκοφαντίες τῶν μαινόμενων εἰδωλολατρῶν κατά τῆς Ἐκκλησίας στά πρωτοχριστιανικά χρόνια ἦταν ὅτι ἀπαρτίζονταν αὐτή ἀπό ἀγραμμάτους καί ἄσημους ἀνθρώπους. Ὅτι ὁ Χριστιανισμός ἦταν ἡ θρησκεία τοῦ ἀπαίδευτου ὄχλου καί τῶν δούλων. Ἀλλά ἡ παρουσία σπουδαίων ἐκκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων τους ἀποστόμωσε. Μιά ἀπό τίς κορυφαῖες μορφές τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας εἶναι καί ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Φιλόσοφος καί Μάρτυς. Ἕνας ἀπό τούς πλέον μορφωμένους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, ἐφάμιλλος ἤ καί ἀνώτερος ἀπό... τούς ἐθνικούς φιλοσόφους τῆς ἐποχῆς του.

Γεννήθηκε στήν πόλη Φλαβία Νεάπολη τῆς Παλαιστίνης περί τό 110 μ. Χ. ἀπό γονεῖς ἕλληνες εἰδωλολάτρες. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Πρίσκιος Βάκχιος, ἐνῶ τῆς μητέρας του ἀγνοοῦμε τό ὄνομα. Μεγάλωσε ὡς εἰδωλολάτρης. Ἦταν προικισμένος μέ ἐξαιρετικά χαρίσματα καί φιλομάθεια. Οἱ γονεῖς του φρόντισαν νά τοῦ παράσχουν ὑψηλή παιδεία. Σπούδασε φιλοσοφία στίς ὀνομαστές σχολές τῆς Παλαιστίνης καί τῆς Συρίας. Ἐμβάθυνε στήν στωική, στήν ἐπικούρεια, στήν περιπατητική καί στήν πυθαγόρεια φιλοσοφία. Ἰδιαιτέρως ἀσχολήθηκε μέ τίς ἀρχές τῆς ὀντολογίας τοῦ πλατωνισμοῦ. Τόν ἀπασχολοῦσε ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, διότι ἐνωρίς ἄρχισε νά διαπιστώνει πώς οἱ ποικίλες δοξασίες καί πίστεις τῶν εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν τῆς ἐποχῆς του περί θείου ἦταν ὄχι μόνον ἀτελεῖς, ἀλλά καί ἀπαράδεκτες γιά μορφωμένους ἀνθρώπους. Ἄλλωστε βρισκόμαστε στήν ἐποχή, πού ἡ κατάρρευση τῆς εἰδωλολατρίας ἦταν ραγδαία.

Ἡ θεία πρόνοια βλέποντας τίς ἀγαθές προθέσεις τοῦ νεαροῦ φιλοσόφου εὐδόκησε νά τοῦ φανερώσει τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό. Περί τό 135 γνώρισε κάποιο σεβάσμιο Χριστιανό, ὁ ὁποῖος τόν ἔπεισε ὅτι οἱ ἀνθρώπινες ἀντιλήψεις γιά το Θεό εἶναι ἀτελεῖς καί γι' αὐτό ὁ Θεός ἀποφάσισε νά ἀποκαλύψει τόν ἑαυτό Του. Μελετῶντας τήν Ἁγία Γραφή φωτίστηκε ὁ νοῦς του καί ἱκανοποιήθηκε ὁ πόθος του γιά τή γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Πέταξε τόν φιλοσοφικό τρίβωνα καί ἄρχισε νά ζεῖ χριστιανική ζωή, «τήν μόνην φιλοσοφίαν τήν ἀληθῆ καί ἀσύμφορον», ὅπως ἔγραψε ὁ ἴδιος ἀργότερα γιά τήν μεταστροφή στό Χριστό, στήν ὑπηρεσία τοῦ Ὁποίου ἀφιέρωσε τήν ὑπόλοιπη ζωή του.

Ἀφοῦ βαπτίστηκε, ἀποφάσισε νά ἐγκατασταθεῖ στήν πολυάνθρωπο Ρώμη, νά εἶναι κοντά στά κέντρα ἐκεῖνα πού ἀποφάσιζαν καί κινοῦσαν τόν ἀφανισμό τῆς νέας πίστης. Βρισκόμαστε ἄλλωστε στόν 2ο αἰῶνα, ὅπου οἱ διωγμοί κατά τῶν Χριστιανῶν ἀπό τή ρωμαϊκή ἐξουσία βρισκόταν σέ ἔξαρση. Πίστευε πώς συντελοῦνταν μιά φρικτή ἀδικία εἰς βάρος τῶν διωκομένων Χριστιανῶν καί ἔπρεπε κάποιος νά τους ὑπερασπίσει. Ἄνοιξε σχολή, στήν ὁποία δίδασκε τήν χριστιανική πίστη. Ἔχοντας, ἐπίσης, καλή γνώση τῆς εἰδωλολατρίας, τῶν φιλοσοφικῶν ρευμάτων τῆς ἐποχῆς του καί τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἀνάλαβε τό δύσκολο ἔργο τῆς ἀπολογίας κατά τῶν διωκτῶν. Ὁμιλεῖ μέ θάρρος ἐνώπιον εἰδωλολατρῶν φιλοσόφων, τούς ὁποίους ἐλέγχει διότι πολεμοῦν τόν Χριστιανισμό χωρίς νά τόν γνωρίζουν. Μέ τά ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματά του καί την εὐγλωττία τους ἀποστομώνει καί τούς καθιστά ἀσόφους.

Στράφηκε ἐπίσης, νά δώσει λόγο ἀπολογίας, καί πρός τούς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι μάχονταν καί αὐτοί τούς Χριστιανούς παράλληλα μέ τούς ἐθνικούς. Εἶχε κάποτε διήμερο θεολογικό διάλογο μέ κάποιον Ἰουδαῖο Τρύφωνα, τόν ὁποῖο καί κατατρόπωσε. Μάλιστα φρόντισε ὁ Ἰουστῖνος νά καταγράψει αὐτόν τή συζήτηση, ἡ ὁποία διασώθηκε καί ἔφτασε ὡς ἐμᾶς. Εἶναι ὁ περίφημος «Διάλογος πρός Τρύφωνα».

Οἱ ἐπιτυχίες τοῦ Χριστιανοῦ φιλοσόφου δέν ἄργησε νά γίνουν γνωστές στούς φιλοσοφικούς κύκλους τῆς Ρώμης. Οἱ ἀποστομωμένοι καί ταπεινωμένοι φιλόσοφοι καλλιέργησαν ἕνα ἀπίστευτο μῖσος κατά τοῦ Ἰουστίνου. Ἐπειδή ἔχαναν συνεχῶς ἔδαφος καί τούς ἦταν ἀδύνατο νά τόν ἀντιμετωπίσουν, ἀποφάσισαν νά τόν καταδώσουν στίς ρωμαϊκές ἀρχές, γιά τίς ὁποῖες οἱ Χριστιανοί ἦταν παράνομοι. Ὁ κυνικός φιλόσοφος Κρήσκεντας τόν κατάγγειλε στόν αὐτοκράτορα Μάρκο Αὐρήλιο (Ἰ61-180), διότι τόν μισοῦσε θανάσιμα ἐπειδή τοῦ ἐρήμωσε τή σχολή, μεταστρέφοντας τούς μαθητές του στόν Χριστιανισμό. Συνελήφθη ὁ μαθητής τοῦ Πτολεμαῖος καί μαρτύρησε. Ὁ ἴδιος πρόλαβε νά φύγει προσωρινά, ὥσπου νά κοπάσει ὁ θόρυβος. Ἀργότερα ἐπέστρεψε γιά νά συγγράψει τίς δύο περίφημες Ἀπολογίες του πρός τή ρωμαϊκή σύγκλητο, ὑπερασπίζοντας τήν διωκόμενη χριστιανική πίστη, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ὑπέροχα δείγματα χριστιανικῆς γραμματείας καί ἀπολογητικῆς.

Οἱ ἀπολογίες του ὅμως οὐδόλως ἔπεισαν τίς ρωμαϊκές ἀρχές γιά τόν ἄδικο διωγμό τῶν φιλήσυχων Χριστιανῶν. Μάλιστα τόν ἐντόπισαν οἱ ἀρχές, τόν συνέλαβαν καί τόν ὁδήγησαν νά ἀπολογηθεῖ ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου τῆς Ρώμης Ἰουνίου Ρουστικοῦ (162-167), πρώην διδασκάλου καί παιδαγωγοῦ τοῦ αὐτοκράτορα Μάρκου Αὐρηλίου. Ὁ Ἰουστῖνος ὁμολόγησε μέ ἀπίστευτο ἡρωισμό καί σθένος τήν πίστη του στό Χριστό καί στηλίτευσε τήν εἰδωλολατρία ὡς πίστη σέ ψευδεῖς καί ἀνήθικους «θεούς». Μετά ἀπό αὐτό ὁδηγήθηκε στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου, ὅπου ἀποκεφαλίστηκε, μαζί μέ ὁμάδα ἀφοσιωμένων μαθητῶν του περί τό 165. Τό λείψανό του θάφτηκε στήν κατακόμβη τῆς Ἁγίας Πρισκίλλης, ὅπου βρέθηκε λίθος μέ τήν ἐπιγραφή ΜΧΟΥΣΤΙΝΟΣ, δηλαδή Μάρτυς Χριστοῦ Ἰουστῖνος. Ἡ μνήμη του τιμᾶται την 1η Ἰουνίου.

Στήν πρώτη του Ἀπολογία ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος, ἡ ὁποία στάλθηκε στόν αὐτοκράτορα Ἀντωνίνο (138-161), γιά νά κάνει γνωστή τή χριστιανική πίστη καί ἀνασκευάζει τίς κατηγορίες τῶν εἰδωλολατρῶν. Παραθέτοντας σέ αὐτή πληροφορίες γιά τήν χριστιανική λατρεία, μᾶς παρέχει πολύτιμες πληροφορίες γιά τήν λατρεία τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, καί κύρια τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος εἶναι ἕνας ἀπό τούς πρώτους μεγάλους θεολόγους τῆς Ἐκκλησίας μας. Παρ' ὅλο πού δέν εἶχαν διευκρινισθεῖ ἀκόμη οἱ βασικές ἀρχές τῆς χριστιανικῆς πίστεως, μπόρεσε νά διατυπώσει κατά τρόπο ὀρθόδοξο, πολλές ἀπό αὐτές καί κυρίως τή θεολογία τοῦ σαρκωμένου Λόγου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.