29 Μαΐ 2021

29-05-1453 Ἡ Ἅλωση τῆς Πόλης - Ἡ Πτώση τῆς χιλιόχρονης ἑλληνορωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας

Γράφει ὁ Κωνσταντῖνος Χασόγιας, πτυχιοῦχος Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ε.Κ.Π.Α.
Τὸ ἔτος 2021 οἱ Ἕλληνες τῆς Οἰκουμένης τιμοῦμε τὰ 200 ἔτη ἀπὸ τὴ νικηφόρα Ἐθνεγερσία τῆς 25ης Μαρτίου τοῦ 1821, ἡ ὁποία ἔδωσε τὴν ἐλευθερία μας. Πρόκειται γιὰ ἕνα συγκλονιστικὸ γεγονὸς ἀφοῦ, ἡ νικηφόρα ἔκβασή του, μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὴν πιὸ βάρβαρη καὶ σκοτεινὴ δουλεία παγκοσμίως, ἡ ὁποία ταλάνισε τὸ Γένος τῶν Ρωμαίων γιὰ περισσότερους ἀπὸ τέσσερις αἰῶνες.
Ὅμως στὴν μακραίωνη Ἱστορία τοῦ ἔθνους μας ὑπάρχουν ἡμερομηνίες καὶ ἐπέτειοι ποὺ σηματοδοτοῦν καὶ ἄλλα μοναδικὰ γεγονότα, ἄλλα εὐτυχῆ καὶ ἀλλὰ πικρά. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἡ Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης, τῆς Ἑπτάλοφης, τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων, ἡ ὁποία παραμένει ἔκτοτε ὡς χαίνουσα πληγῆ στὸ κορμὶ τοῦ... Νέου Ἑλληνισμοῦ.

Ἡ ἡμερομηνία τῆς 29ης Μαΐου 1453, καθ’ ἔτος, φέρνει στὸ νοῦ ὅλων τὶς τελευταῖες στιγμὲς τῆς χιλιετοῦς Αὐτοκρατορίας μας, καθὼς καὶ τὸν ἡρωικὸ ὅσο κι ἀπέλπιδα ἀγώνα ποὺ ἔδωσαν οἱ πρόγονοί μας στὰ μισογκρεμισμένα τείχη τῆς Κωνσταντινούπολης ὅταν ἀντιμετώπισαν τὸν Ὀθωμανὸ ἐπιδρομέα. Γνωρίζοντας ὅτι «ὁ Ἐφιάλτης θὰ φανεῖ κι οἱ Μῆδοι ἐπιτέλους θὰ διαβοῦνε», γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε τὰ λόγια τοῦ ποιητῆ, ἐκεῖνοι οἱ ξεγραμμένοι πολεμιστὲς χωρὶς αὔριο, ἀγωνίσθηκαν μὲ αὐτοθυσία καὶ γενναιότητα μέχρι τέλους καὶ ἔπεσαν ἠρωικῶς ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος.

Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ

Μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης τοῦ 1204 ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους τῆς Δ’ Σταυροφορίας, ἡ Ἀνατολικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία πέρασε 57 ἔτη σκλαβιᾶς ὑπὸ τοὺς Λατίνους ἐλέω ἀπληστίας τῆς Δύσης [1]. Μέχρι τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Ἀλέξιος Στρατηγόπουλος, περιπολώντας μὲ τοὺς ἄνδρες του κάτω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς Βασιλεύουσας, κατόπιν διαταγῆς τοῦ Μιχαὴλ Παλαιολόγου, ἄδραξε τὴν εὐκαιρία κι ἀπελευθέρωσε τὴν Πόλη στὶς 25 Ἰουλίου 1261. Ὁ ἴδιος ὁ Μιχαὴλ εἰσῆλθε στὴν Πόλη στὶς 15 Αὐγούστου 1261, ὅπου καὶ ἀποθεώθηκε ἀπὸ τὰ πλήθη ὡς «Ἐλευθερωτὴς» τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἐν συνεχεία ἀνέβηκε στὸν Θρόνο ὡς Μιχαὴλ Η’ ὁ Ἐλευθερωτής, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε τυφλώσει τὸν ἀνήλικο διεκδικητὴ τοῦ Θρόνου, Ἰωάννη Δ’ Λάσκαρη [2].

Αὐτὴ ἡ νίκη τοῦ Μιχαὴλ Παλαιολόγου ἔμελε νὰ δώσει ἄλλους δύο αἰῶνες ζωὴ στὴν Αὐτοκρατορία. Ὡστόσο ἡ Ἀνατολικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία ἀποτελοῦσε πλέον φάντασμα καὶ σκιὰ τοῦ ἀλλοτινοῦ ἑαυτοῦ της. Τὰ ἐδάφη της ἤσαν κυρίως ἐκεῖνα ποὺ ὅριζε ἡ Βασιλεύουσα, ἡ ὁποία ἔμοιαζε μὲ ὑδροκέφαλη πρωτεύουσα ἑνὸς κράτους ποὺ τοῦ εἶχαν ἀπομείνει πλέον ἐλάχιστες κτήσεις. Ἡ Αὐτοκρατορία εἶχε περάσει ὁλοφάνερα στὴν περίοδο τῆς παρακμῆς της. Ἡ Δυναστεία τῶν Παλαιολόγων κατάφερε, σὺν τῷ χρόνῳ νὰ ἀνακτήσει κάποια αὐτοκρατορικὰ ἐδάφη, ἀλλὰ δὲν ἔπαψε νὰ ταλανίζεται ἀπὸ δυναστικοὺς ἐμφυλίους κι ἀπὸ Ἐκκλησιαστικὲς ἔριδες. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία – ἐπίσημη Ἐκκλησία τῆς Αὐτοκρατορίας – εἶχε ἀφορίσει τὸν Μιχαὴλ τὸν Ἐλευθερωτὴ θέτοντας ἔτσι τὶς βάσεις μίας θρησκευτικῆς διαμάχης ποὺ διήρκησε ἕως τέλους.

Ἀποκορύφωμα τῆς θρησκευτικῆς διαμάχης καὶ τῆς διάσπασης τῶν Βυζαντινῶν σὲ «Ἑνωτικοὺς» καὶ «Ἀνθενωτικούς», ἦταν οἱ Σύνοδοι Φεράρας – Φλωρεντίας 1438-1439, οἱ ὁποῖες συνεκλήθησαν μὲ σκοπὸ τὴν Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν – Ὀρθοδόξου καὶ Καθολικῆς – καὶ μὲ κύριο αἴτημα τοῦ αὐτοκράτορα Ἰωάννη Παλαιολόγου γιὰ στρατιωτικὴ βοήθεια ἀπὸ τὴ Δύση. Ὁ Πάπας ἀντιλήφθηκε τὴν ἀγωνία τῆς Ἀνατολῆς καὶ ἀπαίτησε οὐσιαστικὰ τὴν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν προκειμένου νὰ ἀποστείλει τὴν πολυπόθητη, γιὰ τοὺς Ἀνατολικοὺς Χριστιανούς, στρατιωτικὴ βοήθεια. Τελικὰ ἡ Ἕνωση ὑπογράφηκε τυπικὰ ἀλλὰ δὲν ἴσχυσε οὐσιαστικά. Σθεναρὰ ἀντέδρασε ὁ ἐπίσκοπος Ἐφέσου Μάρκος Εὐγενικός, ὁ ὁποῖος καὶ ἔγινε δεκτὸς μὲ τιμὲς ἥρωος ἐπιστρέφοντας στὴν Πόλη. Ἦταν ὁ μόνος ποὺ δὲν εἶχε ὑπογράψει τὴν Ἕνωση ἀλλὰ τὸ γεγονὸς ἦταν πὼς ἐξέφραζε τὴν πλειοψηφία τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ. Ἔτσι, ὅταν ὁ πάπας Εὐγένιος Δ΄ πληροφορήθηκε πὼς ὁ Ἅγιος Μάρκος δὲν συνυπέγραψε, καταλαβαίνοντας τὸ τί θὰ ἐπακολουθοῦσε εἶπε χαρακτηριστικά: Μάρκος οὒχ ὑπέγραψεν, οὐδὲν ἐποιήσαμεν». Σημαντικὸς Ἀνθενωτικὸς ἦταν καὶ ὁ Γεωργιος Σχολάριος ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἀναδείχθηκε ἀπὸ τὸν Σουλτάνο Μωάμεθ τὸν Πορθητὴ σὲ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως μὲ τὸ ὄνομα Γεννάδιος. Γιὰ τὴν ὥρα ὅμως ὁ λαὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως παρέμενε βαθειὰ διαιρεμένος σὲ «ἑνωτικοὺς» καὶ «ἀνθενωτικοὺς» καὶ ἡ Αὐτοκρατορία πορευόταν πρὸς τὸ προδιαγεγραμμένο τέλος.

Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΚΑΙ Η ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑΣ

Τὸν Μάιο τοῦ 1453, στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο βρίσκεται ὁ Κωνσταντῖνος ΙΑ’ Παλαιολόγος. Στέφθηκε αὐτοκράτορας στὴν Ἐκκλησιὰ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὸ Μυστρά, τὴν 6η Ἰανουαρίου 1449, τὴν ἐποχὴ ποὺ ἡ Πόλη καὶ ἡ Αὐτοκρατορία ψυχορραγοῦσε. Τὸ 1451 νέος Σουλτάνος τῶν Ὀθωμανῶν ἔγινε ὁ Μωάμεθ Β’ διαδεχόμενος τὸν Μουρὰτ Β’ καὶ θέτοντας ὡς στόχο τῆς βασιλείας του τὴν κατάληψη τῆς Πόλης. Οἱ Ὀθωμανικὲς δυνάμεις, ἐπικουρούμενες ἀπὸ χιλιάδες χριστιανοὺς μισθοφόρους ποὺ πολεμοῦσαν στὸ πλευρὸ τοῦ Μωάμεθ Β‘, γιὰ τὴν δόξα τοῦ Προφήτη, ἄρχισαν νὰ πολιορκοῦν τὴν Βασιλεύουσα. Βοήθεια στὸν Αὐτοκράτορα δὲν ἔρχονταν ἀπὸ κανένα σημεῖο, πλὴν τοῦ Γενουάτη ἀριστοκρατικῆς καταγωγῆς, Ἰωάννη Ἰουστινιάνη ποὺ ἔφτασε στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τοὺς σιδηρόφρακτους ἱππότες του προκειμένου νὰ ὀργανώσει τὴν ἄμυνά της. 

Ὁ Αὐτοκράτορας Κωνσταντῖνος ΙΑ’, θεωρώντας ὅτι ἡ Δύση θὰ ἔστελνε βοήθεια ἔστω καὶ τὴν τελευταία στιγμή, ἔδωσε ἐντολὴ καὶ τελέσθηκε κοινὴ λειτουργία Ὀρθοδόξων καὶ Λατίνων στὸν ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, στὶς 12 Δεκεμβρίου 1452. Ἡ κοινὴ λειτουργία δὲν εἶχε κανένα θετικὸ ἀποτέλεσμα, ἀντιθέτως ὄξυνε ἀκόμα περισσότερο τὰ πνεύματα. Μάλιστα τότε ἀκούστηκε ἀπὸ τὸν Μεγάλο Δούκα Λουκᾶ Νοταρὰ τὸ περίφημο: «Κρειτόττερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέση τῇ πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκων ἢ καλύπτραν λατινικήν» [3]. Τελικὰ οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ πάπα Νικολάου Ε΄ φυγαδεύθηκαν ὅπως – ὅπως γιὰ νὰ μὴ λυντσαρισθοῦν ἀπὸ τὰ πλήθη τῶν Ἀνθενωτικῶν ποὺ εἶχαν περικυκλώσει τὸν Ναό, ἡ Ἁγία Σοφία σφραγίσθηκε «ὡς μιαρὴ καὶ βεβηλωμένη ἀπὸ τὸ συλλείτουργο» καὶ δὲν ξαναλειτούργησε μέχρι καὶ τὶς 28 Μαΐου 1453, ὅταν οἱ πιστοὶ παραβίασαν τὸ λουκέτο καὶ εἰσῆλθαν γιὰ νὰ σωθοῦν ἀπὸ τοὺς Τούρκους «στὶς στῆλες τοῦ Κωνσταντίνου», ἀφοῦ ἐκεῖ δὲν θὰ ἔφθανε ὁ ἐχθρός, ὅπως ἔλεγε κάποια παλιὰ προφητεία.

Ἐνῶ ἡ κατάσταση μέσα στὴν Βασιλεύουσα θύμιζε λόγω τῶν θρησκευτικῶν διενέξεων καζάνι ποὺ βράζει, ὁ Μωάμεθ Β’, παρέτασσε ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς Πόλης, δύναμη τουρκικοῦ στρατοῦ 300.000 ἀνδρῶν κατὰ τοὺς Λεονάρδο τὸ Χίο καὶ Κριτόβουλο. Ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος διέθετε μόλις 7.000 ἄνδρες μαζὶ μὲ τοὺς ξένους μισθοφόρους. Οἱ 500 σιδερόφρακτοι Γενουάτες τοῦ Ἰουστινιάνη φρουροῦσαν τὴν πύλη τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ [4]. Ἡ πολιορκία τῆς Βασιλεύουσας ξεκίνησε τὴν 6η Ἀπριλίου 1453. Οἱ μάχες ποὺ ἀκολούθησαν ἦταν σφοδρὲς καὶ πολυάριθμες.

Τὴν 23 Μαΐου 1453 ὁ Μωάμεθ Β’, ἔστειλε μήνυμα στὸν Αὐτοκράτορα ζητώντας του νὰ παραδώσει τὴν Πόλη καὶ νὰ γλιτώσει ὁ ἴδιος καὶ οἱ τελευταῖοι ὑπερασπιστὲς τὴν ζωή τους.

Ὁ Δούκας ποὺ ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱστορικούς τῆς Ἅλωσης διέσωσε τὴν θρυλικὴ ἀπάντηση τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου: «Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὒτ' ἐμὸν ἐστὶ οὒτ' ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ· κοινὴ γὰρ γνώμη πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἠμῶν». Ἡ γενναία αὐτὴ ἀπάντηση τοῦ Αὐτοκράτορα, τὸν ἔκανε σύμβολο ἡρωισμοῦ, ἰσάξιο τοῦ Λεωνίδα στὶς Θερμοπύλες.

Ἡ τελικὴ ἐπίθεση τῶν Ὀθωμανῶν ξεκίνησε τὴν 29η Μαΐου. Ὁ Αὐτοκράτορας ὑπερασπίζονταν τὴν πύλη τοῦ Ρωμανοῦ στὴν κοιλάδα τοῦ Λύκου ποὺ ἦταν καὶ τὸ πιὸ εὐάλωτο σημεῖο τῶν τειχῶν. Ὁ Κωνσταντῖνος καὶ οἱ στρατιῶτες του ἀπέκρουσαν τέσσερις ἐπιθέσεις μέσα σὲ τέσσερις ὧρες. Ὡστόσο οἱ πολιορκητὲς κατάφεραν νὰ μποῦν ἐντὸς τῶν τειχῶν. Κατὰ τὸν Δούκα, ὁ Αὐτοκράτορας βλέποντας ὅτι ἔμεινε μόνος καὶ περικυκλωμένος ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, φώναξε: «δὲν ὑπάρχει χριστιανὸς νὰ λάβη τὴν κεφαλήν μου;». Ἀγωνίζεται γενναία ὁ Κωνσταντῖνος, ἀλλὰ πέφτει μαχόμενος ἀφοῦ δέχθηκε πισώπλατο χτύπημα. Κι ἔτσι ἔπεσε στὸ πεδίο τῆς μάχης ὑπερασπιζόμενος τὴν Πόλη του, τὴν Πόλη τῶν Κωνσταντίνων. Τὸ μόνο ποὺ ξεχώριζε τὸ σῶμα τοῦ Αὐτοκράτορα ἀπὸ τοὺς ἑκατοντάδες νεκροὺς ἦταν τὰ πέδιλα μὲ τοὺς χρυσοὺς αὐτοκρατορικοὺς ἀετούς [5].

Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι «Ἄγγελος Κυρίου» πῆρε τὸν Αὐτοκράτορα καὶ τὸν τοποθέτησε σὲ κρύπτη, ἐντός τοῦ Ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας. Εκεί θὰ περιμένει μέχρι νὰ ἀναστηθεῖ καὶ νὰ ζητήσει τὴν ἐλευθερία ἀπὸ τοὺς κατακτητές. Ὁ Κωνσταντῖνος ΙΑ‘ Παλαιολόγος κατὰ τὸν θρύλο ἔγινε ὁ «Μαρμαρωμένος Βασιλιάς». Ἔγινε ἡ ψυχὴ τοῦ σκλαβωμένου ἑλληνισμοῦ [6].

Μὲ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τὸν Μωάμεθ Β’, τὸν λεγόμενο καὶ Πορθητή, ἔγινε τομὴ στὴν ἱστορία τοῦ μεσαιωνικοῦ ἑλληνισμοῦ. Τὸ κράτος ποὺ ἵδρυσε ὁ Μέγας καὶ Ἰσαπόστολος Αὐτοκράτορας Κωνσταντῖνος, πλέον δὲν ὑπῆρχε. Γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἄρχιζε μία μακρὰ «Βαβυλώνια αἰχμαλωσία». Τὸ ἔθνος ὑπέστη τὴν πικρὴ δουλεία τεσσάρων αἰώνων στὴ νότια Ἑλλάδα ἕως τὴν ἀνάσταση τοῦ νικηφόρου 1821. Ἐνῶ, σχεδὸν πέντε αἰῶνες σκλαβιᾶς ὑπέστη ἡ βόρεια Ἑλλάδα, μέχρι τοὺς νικηφόρους Βαλκανικοὺς Πολέμους τοῦ 1912-‘13. Στοὺς σκοτεινοὺς αἰῶνες μετὰ τὴν Ἅλωση τὸ δέντρο τῆς ἐλευθερίας ποτίσθηκε μὲ τὸ αἷμα τῶν Ἐθνομαρτύρων κληρικῶν καὶ λαϊκῶν ποὺ κράτησαν ἄσβεστη τὴ φλόγα τῆς ἐλπίδας γιὰ ἐλευθερία ἀπὸ τὸν ὀθωμανικὸ ζυγό. Ἂς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ μαρτυρικοῦ τελευταίου Αὐτοκράτορα κι ὅσων ἔπεσαν μαζί του «ἀπὸ τὸ χρέος μὴ κινοῦντες!». Ἂς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη κι ὅλων ἐκείνων τῶν ἀφανῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ποὺ ζώντας σὲ αἰῶνες ὁλοκλήρους ζοφερῆς σκλαβιᾶς, κράτησαν ζωντανὴ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη μας κι ἄσβεστη τὴν ἐλπίδα ὅτι «πάλε μὲ χρόνους μὲ καιρούς, πάλε δικά μας θὰ’ ναί!» Ὅλους ἐκείνους ποὺ κράτησαν ζωντανὸ τὸ δέντρο τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ μέχρι τὴ μεγαλειώδη Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴν ἐλευθερία!

___________________ 

[1] Στῆβεν Ράνσιμαν, Δύση καὶ Ἀνατολὴ σὲ Σχίσμα, Ἀθήνα, 2008, ἔκδ. Ἐν Πλῶ, σελ. 213-215

[2] Κωνσταντῖνος Τσοπάνης, Ἅλωση 1453, Ἀθήνα, 2012, ἔκδ. Omni Publising, σελ.24

[3] Κωνσταντῖνος Παπαρρηγόπουλος, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Ἀθῆναι, 1983, ἔκδ. Φάρος, σελ.118

[4] Ο.π. , σελ. 125.

[5] Ο.π., σελ. 144.

[6] Κωνσταντῖνος Τσοπάνης, Ἅλωση 1453, Ἀθήνα, 2012, ἔκδ. Omni Publising, σελ.113

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.