28 Απρ 2021

Μεγάλη Τετάρτη. «Σὲ τὸν τῆς Παρθένου Υἱόν, Πόρνη ἐπιγνοῦσα Θεὸν»

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου Καθηγητοῦ
(Θεολογικὸ σχόλιο στὸ περιεχόμενο καὶ τὸ νόημα τῆς Μεγάλης Τετάρτης)
«Τὴ ἁγία καὶ μεγάλη Τετάρτη τῆς ἀλειψάσης τὸν Κύριον μύρω πόρνης γυναικὸς μνείαν ποιούμεθα οἱ θειότατοι πατέρες ἐθέσπισαν, ὅτι πρὸ τοῦ σωτηρίου πάθους μικρὸν τοῦτο γέγονεν». Αὐτὸ εἶναι τὸ συναξάρι τῆς σημερινῆς ἡμέρας, τῆς Μεγάλης Τετάρτης. Οἱ συνοδοιπόροι τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ μᾶς πιστοὶ καλούμαστε αὐτὴ τὴν ἱερὴ ἡμέρα νὰ τιμήσουμε τὴν ἔμπρακτη καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια τῆς πρώην πόρνης γυναικός, ἡ ὁποία ἔγινε συνώνυμη μὲ τὴν συντριβὴ καὶ τὴν ἀλλαγὴ ζωῆς. 
Τὸ σημαντικότατο, συγκινητικότατο καὶ διδακτικότατο γεγονὸς τῆς ἀλείψεως τοῦ Κυρίου μὲ πολύτιμο μύρο ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλὴ γυναίκα διασώζουν μὲ μικρὲς παραλλαγὲς καὶ οἱ τέσσερις εὐαγγελιστές. Ὁ Ματθαῖος (26,6-13), ὁ Μάρκος (14,3-9) καὶ ὁ Ἰωάννης (12,1-8) ὁμιλοῦν γιὰ τὴν ἴδια γυναίκα, τὴν Μαρία, τὴν ἀδελφή του Λαζάρου, ἡ ὁποία, ὅπως ἀναφέραμε, ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ ἀδελφοῦ της, ἔκαμε αὐτὴ τὴν σπουδαία πράξη. Ἀντίθετα ὁ Λουκᾶς ἀναφέρει πὼς ἡ γυναίκα, ποὺ δὲν ἀναφέρεται τὸ ὄνομά της, ἦταν ἁμαρτωλὴ πόρνη. Εἶναι προφανὲς ὅτι πρόκειται γιὰ διαφορετικὸ περιστατικό. Ἴσως νὰ ἦταν ἡ πόρνη γυναίκα, τὴν ὁποία ἔσωσε ὁ Κύριος ἀπὸ τὸ λιθοβολισμὸ τῶν...
ὑποκριτῶν Ἰουδαίων (Ἰωάν.8,5). 

Βεβαίως στὸν Ἑσπερινό της ἡμέρες διαβάζεται ἡ περικοπὴ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη, ὅμως τὸ περιεχόμενο καὶ ἡ θαυμάσια ὑμνολογία τῆς ἡμέρας εἶναι ἐμπνευσμένη ἀπὸ τὴν περικοπὴ τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ. 

Σύμφωνα μὲ τὸν ἱερὸ εὐαγγελιστὴ ὁ Ἰησοῦς προσκλήθηκε σὲ δεῖπνο στὸ σπίτι κάποιου Σίμωνος, ὁ ὁποῖος ἀνῆκε στὴν τάξη τῶν Φαρισαίων. Κάποια γυναίκα ἁμαρτωλὴ ὅταν ἔμαθε ὅτι ὁ Κύριος ἦλθε στὴν πόλη, ζήτησε νὰ μάθει σὲ πιὸ σπίτι ἔχει καταλύσει. Καὶ ἐνῶ ἔτρωγαν καὶ συζητοῦσαν, ξάφνου μπῆκε στὸ σπίτι ἡ γυναίκα ἐκείνη, κρατώντας στὰ χέρια τῆς ἀλαβάστρινο δοχεῖο γεμάτο πολύτιμο μύρο. Προχώρησε στὸ μέρος τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἀφοῦ στάθηκε πίσω Του, γονάτισε καὶ ἄρχισε νὰ κλαίει καὶ νὰ ὀδύρεται γοερά. 

Ἄνοιξε ἀμέσως τὸ δοχεῖο καὶ ἄρχισε νὰ ρίχνει ἁπλόχερα τὸ μύρο καὶ νὰ πλένει μὲ αὐτὸ πόδια τοῦ Ἰησοῦ. Μαζὶ μὲ τὸ πολύτιμο μύρο ἔσμιγε καὶ τὰ καυτὰ δάκρυά της, τὰ ὁποία ἔτρεχαν σὰν ποτάμι ἀπὸ τὰ μάτια της. Ἀφοῦ ἀδείασε τὸ δοχεῖο ξέπλεξε τὰ πλούσια μαλλιά της καὶ σκούπισε μὲ αὐτὰ τὰ πόδια Του, φιλώντας τὰ ἀδιάκοπα. 

Ὁ Φαρισαῖος οἰκοδεσπότης ἀπόρησε μὲ τὸ γεγονὸς καὶ διαλογιζόταν: Αὐτὸς ἐδῶ εἶναι προφήτης, δὲ γνωρίζει τὸ ποιὸν αὐτῆς τὴ γυναίκας καὶ τὴν ἀφήνει νὰ τὸν ἀγγίξει; Ὁ καρδιογνώστης Χριστὸς εἶπε στὸν Σίμωνα: Ἔχω νὰ σοὺ πῶ τὸ ἑξῆς γιὰ τὶς σκέψεις σου: Ἐκεῖνος εἶπε: μίλα μου δάσκαλε. Κάποιος, τοῦ εἶπε, δάνεισε χρήματα σὲ δύο ἀνθρώπους, στὸν πρῶτο πεντακόσια δηνάρια καὶ στὸν δεύτερο πενήντα. Ὅταν ἔπρεπε νὰ τὰ ἐπιστρέψουν αὐτοὶ δὲν εἶχαν καὶ ὁ δανειστὴς τοὺς τὰ χάρισε. Καὶ ρωτᾶ τὸ Σίμωνα: ποιὸς ἀπὸ τοὺς δύο θὰ χρωστάει μεγαλύτερη χάρη στὸν δανειστή; Ὁ Σίμων ἀπάντησε: αὐτὸς ποὺ τοῦ χαρίστηκε τὸ μεγαλύτερο ποσό. Σωστὰ ἀπάντησες τοῦ εἶπε ὁ Ἰησοῦς. Γιὰ κοίταξε αὐτὴ τὴ γυναίκα. Ἐγὼ μπῆκα στὸ σπίτι σου καὶ δὲν μοῦ ἔπλυνες τὰ πόδια μὲ νερό, ὅμως ἐκείνη μου τὰ ἔπλυνε μὲ τὰ δάκρυά της καὶ τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιά της. Χαιρετισμὸ δὲ μοῦ ἔδωκες, ὅμως αὐτὴ δὲ σταμάτησε στιγμὴ νὰ μοῦ φιλάει τὰ πόδια. Μὲ λάδι δὲν μοῦ ἄλειψες τὸ κεφάλι, ὅμως αὐτὴ μὲ πανάκριβο μύρο μου ἄλειψε τὰ πόδια. Δὲν ἀξίζει νὰ τῆς πῶ: «σοὺ συγχωροῦνται οἱ τόσες πολλὲς ἁμαρτίες σου, διότι μὲ ἀγάπησες τόσο πολύ»; Γυρίζοντας πρὸς τὴ γυναίκα τῆς εἶπε: «σοὺ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σου». Τότε ἄρχισαν οἱ συνδαιτυμόνες νὰ διερωτῶνται: ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποῦ μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες; Ὁ Χριστὸς ξαναλέγει στὴ γυναίκα: «Ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε, πήγαινε στὸ καλό». 

Ἡ γυναίκα αὐτὴ ἦταν διαβόητη γιὰ τὴν ἁμαρτωλότητά της. Οἱ ὑποκριτὲς συντοπίτες τῆς τὴν ἤθελαν πόρνη, γιὰ νὰ ἱκανοποιεῖ τὶς πορνικές τους ἁμαρτωλὲς ἕξεις. Ἕνα σκεῦος ἁμαρτωλῆς ἡδονῆς καὶ τίποτε περισσότερο. Στὴν κοινωνικὴ καὶ θρησκευτικὴ ζωὴ τῆς πόλεως δὲν εἶχε θέση, ἦταν τὸ μίασμα, τὴν ὁποία ἔπρεπε νὰ ἀποφεύγουν. Κάπως ἔτσι σκέφτηκε καὶ ὁ Σίμων ὁ οἰκοδεσπότης, ὅταν εἶδε νὰ μπαίνει στὸ «καθὼς πρέπει» σπίτι τοῦ ἐκείνη καὶ νὰ τὸ «μιαίνει». Πολλῶ δὲ μᾶλλον νὰ ἀγγίζει τὸν ὑψηλὸ καλεσμένο τοῦ ραβίνο. 

Τὸ σῶμα τῆς ἁμαρτωλῆς αὐτῆς γυναίκας ἔχε παραδοθεῖ ἐξ’ ὁλοκλήρου στὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς διαφθορᾶς. Ὅμως μέσα στὰ κατάβαθά της ψυχῆς τῆς σιγοκαῖγε ἀμυδρὴ φλόγα λυτρώσεως. Ὁ ψυχικός της κόσμος δὲν εἶχε διαφθαρεῖ 

ολοκληρωτικά. Ἡ παρουσία τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ στὴν πόλη ἐκείνη λειτούργησε στὴν καρδιά της ὡς ἰσχυρότατος ἄνεμος, ὁ ὁποῖος θερίεψε τὴν ἀδύναμη φλόγα λυτρώσεως καὶ τὴν ἔκαμε πυρακτωμένο καμίνι, ἀσυγκράτητη ὁρμὴ γιὰ μετάνοια καὶ σωτηρία καὶ γι’ αὐτὸ ἔτρεξε κοντά Του μὲ τὸν χαρακτηριστικὸ αὐτὸ τρόπο. 

«Προσέξετε, φιλοχριστοι Χριστιανοί, συμβουλεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, νὰ νοήσετε καὶ νὰ ἀπολαύσετε τὴν καλὴ διήγηση τῆς καλῆς αὐτῆς γυναικός, ἡ ὁποία ἔφτασε ὡς ἐκεῖ, χωρὶς νὰ τὴν καλέσουν, πλησίασε στὸ μέρος ποὺ βρισκόταν ὁ Κύριος καὶ ἐξομολογήθηκε δημόσια, ἐξ ὅλης καρδίας, τὰ κρίματά της, χωρὶς νὰ αἰσχύνη, χωρὶς φόβο ἡ ἀντρειωμένη στὴν ψυχή. Δὲ λογαρίασε τίποτε, οὔτε τὴν ταραχὴ τῶν ὑπηρετῶν, οὔτε τὴν κατηγορία καὶ τὸ ὄνειδος τῶν παρισταμένων». 

Ὁ Χριστός, ἐγκαινίασε μία νέα ἀντίληψη γιὰ τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, ἐντελῶς διάφορη ἀπὸ ἐκείνη τῆς ἰουδαϊκῆς κοινωνίας. Δὲν εἶναι ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος μιασμένος ἀπὸ τὴ φύση του, ἀλλὰ ἕνας πνευματικὰ ἀσθενής, ὁ ὁποῖος χρειάζεται βοήθεια. Ἔθεσε ὡς ἀντίδοτο τῆς πνευματικῆς ἀσθένειας τὴ μετάνοια, ἡ ὁποία εἶναι ὁ ἰσχυρότατος ἐκεῖνος μοχλός, ὁ ὁποῖος γκρεμίζει τὸ οἰκοδόμημα τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀναγεννᾶ τὸν ἄνθρωπο. Δία τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ παρῆλθε ἀνεπιστρεπτὶ τὸ καθεστὼς τοῦ νόμου καὶ τῆς μισθαποδοσίας, καὶ ἀνέτειλε ἡ ἐποχὴ τῆς χάρητος καὶ τοῦ ἐλέους. 

Οἱ θεῖοι ὑμνογράφοι, θέλοντας νὰ τονίσουν τὸ σωτήριο νόημα τῆς μετάνοιας τῆς ἁμαρτωλῆς γυναικός, στόλισαν τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Τετάρτης μὲ μία ποιητικὴ καὶ μουσικὴ πανδαισία ὕψιστης ἀξίας. Ἡ ἀκολουθία ἰδιαίτερά του Ὄρθρου, σύμφωνα μὲ ἐπιφανεῖς λειτουργιολόγους, εἶναι ἀπὸ τὶς καλλίτερες ποιητικὲς 

συνθέσεις ὅλων τῶν ἀκολουθιῶν τοῦ ἔτους. Τοὺς ὕμνους τῆς Μ. Τετάρτης χαρακτηρίζουν οἱ πλούσιες εἰκόνες, οἱ διάλογοι καὶ οἱ ἀντιθέσεις. Ὁ Ὄρθρος ξεκινάει μὲ τὸ γνωστὸ «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται…» καὶ ἀκολουθοῦν τὰ ὑπέροχα καθίσματα «Πόρνη προσῆλθε σοί…», «Ἰούδας ὁ δόλιος φιλαργυρίαν ἐρῶν…» καὶ τὸ καταπληκτικὸ«Ἡ πόρνη ἐν κλαυθμῶ ἀνεβόα, οἰκτίρμων…». Στὸ κοντάκιο παρουσιάζεται ὁ κάθε ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς νὰ βρίσκεται στὴ θέση τῆς πόρνης. Ὁ ἱερὸς ποιητὴς παίρνει τὴ θέση της καὶ ἱκετεύει στὸ Δεσπότη καὶ Λυτρωτὴ Χριστὸ νὰ τὸν ἐλεήσει, «Ὑπὲρ τὴν πόρνην ἀγαθέ, ἀνομήσας, δακρύων ὄμβρους (ὅπως ἐκείνη) οὐδαμῶς σοὶ προσήξα, ἀλλὰ σιγῆ δεόμενος προσπίπτω σοί, πόθω ἀσπαζόμενος τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ὅπως μοὶ τὴν ἄφεσιν, ὡς Δεσπότης, παράσχης τῶν ὀφλημάτων, κράζοντι, Σωτήρ, ἐκ τοῦ βορβόρου τῶν ἔργων μου ρύσαι μέ». Ἐξαίσιες ποιητικὲς συνθέσεις ἔργα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Μελωδοῦ, εἶναι τὰ τροπάρια τῶν στιχηρῶν τῶν αἴνων. «Σὲ τὸν τῆς Παρθένου Υἱὸν πόρνη ἐπιγνοῦσα Θεόν…», «Τὸ πολυτίμητον μύρον ἡ πόρνη ἔμιξε μετὰ δακρύων…», «Ὄτε ἡ ἁμαρτωλὸς προσέφερε τὸ μύρον…», «Ὢ τῆς Ἰούδα ἀθλιότητος! Ἐθεώρει τὴν πόρνην φιλοῦσαν τὰ ἴχνη καὶ ἐκέπτετο δόλω τῆς προδοσίας τὸ φίλημα…». Στὰ ὑπέροχα αὐτὰ τροπάρια γίνεται ἀριστοτεχνικὴ ἀντίθεση μεταξύ της μετανοοῦσας γυναικὸς καὶ τοῦ μελλοντικοῦ προδότη μαθητῆ Ἰούδα. Ὁ ἱερὸς ποιητὴς ἐξαίρει τὴν μετάνοια τῆς πόρνης καὶ στηλιτεύει τὴν προδοσία τοῦ μαθητῆ. Τὰ τροπάρια τῶν ἀποστίχων εἶναι καὶ αὐτὰ καταπληκτικές ποιητικὲς συνθέσεις καὶ εἶναι ἔργα τοῦ Βυζαντίου τοῦ Μελωδοῦ.«Σήμερον ὁ Χριστὸς παραγίνεται ἐν τὴ οἰκία τοῦ Φαρισαίου…», «Ἤπλωσεν ἡ πόρνη τὰ τρίχας σοὶ τῷ Δεσπότη, ἤπλωσεν ὁ Ἰούδας τὰς χείρας τοῖς παρανόμοις…», «Προσῆλθε γυνὴ δυσώδης καὶ βεβορβορωμένη…». Στο τέλος ψάλλεται ἕνα ἀπὸ τὰ κορυφαία ποιήματα ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ γενικότερά της παγκοσμίου λογοτεχνίας. Πρόκειται γιὰ τὸ γνωστότατο δοξαστικὸ «Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…», τὸ γνωστὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, τῆς μεγάλης αὐτῆς βυζαντινῆς ποιήτριας, τὴν ὁποία μερικοὶ ἀμαθεῖς τὴν ταυτίζουν μὲ τὴν πόρνη, ποὺ ἀναφέρεται στὸν περίφημο ὕμνο της. Κανενὸς ἡ ψυχὴ δὲν μένει ἀσυγκίνητη στὸ ἄκουσμά του. 

Ἡ ἀφιέρωση τῆς ἡμέρας αὐτῆς στὴν μακάρια πρώην πόρνη γυναίκα ἔγινε σκόπιμα ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες. Ἡ μορφή της προβάλλει ὡς φωτεινὸ ὁρόσημο καταμεσῆς στὴν ὁδοιπορία πρὸς τὸ Θεῖο Πάθος γιὰ νὰ δείξει καὶ σὲ μᾶς πὼς ἂν δὲν συντριβοῦμε, σὰν καὶ ἐκείνη, καὶ δὲν δείξουμε ἔμπρακτη μετάνοια, δὲν μποροῦμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸ Χριστὸ στὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση. Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία θέσπισε τὴ μετάνοια ὡς ὕψιστη δωρεὰ ἡ ὁποία ἀνανεώνει τὴν οὐρανοδρόμο πορεία μας πρὸς τὸ Χριστὸ καὶ τὴν τελείωσή μας. Καλὸς χριστιανὸς δὲν εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος γεμάτο κομπασμὸ καὶ ἐγωιστικὴ αὐτάρκεια, ἰσχυρίζεται ὅτι ἔφτασε σὲ ἐπίπεδο ἁγιότητας καὶ δὲν χρειάζεται πιὰ ἄλλο ἀγώνα, ἀλλὰ ὁ διατελῶν σὲ διαρκῆ μετάνοια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.