28 Ιουλ 2020

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «περιχαρακωμένο δόγμα» ἢ πρόσκληση ἀγάπης καὶ ἐλευθερίας; (Σχόλιο σὲ σχετικὸ δημοσίευμα)

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ 
Ἐν Πειραιεῖ τὴ 27η Ἰουλίου 2020 
Η λέξη κόσμος, παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα κοσμέω – κοσμῶ, ποὺ σημαίνει στολίζω. H αρχική σημασία τῆς εἶναι συνυφασμένη μὲ τὸ κάλλος καὶ τὴν ἁρμονία. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὡς ἀναζητητὲς τῆς ἀλήθειας τῶν πραγμάτων, προσέδωσαν τὴν προσωνυμία κόσμος στὴν ὑλικὴ πραγματικότητα, στὸν μικρόκοσμο καὶ μακρόκοσμο, καθότι διαπίστωσαν σ’ αὐτὸν μία καταπληκτικὴ ἁρμονία καὶ ὀμορφιά. Ἡ βιβλικὴ διδασκαλία ὁρίζει τὴν ἐκ τοῦ μηδενὸς δημιουργία τοῦ κόσμου ἀπὸ τὸ Θεό, τονίζοντας μὲ ἔμφαση τὴν τελειότητά του, ὡς ἔκφραση τῆς παντοδυναμίας καὶ πανσοφίας Του, μὲ τὴ φράση: «καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν» (Γέν.1,31). Ὡς κορωνίδα τῆς θείας δημιουργίας τέθηκε ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος δημιουργήθηκε, ὄχι ἁπλὰ τέλειος, ἀλλὰ καὶ νὰ εἶναι ὁ σύνδεσμος μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου.
Όμως τὸ τραγικὸ γεγονὸς τῆς πτώσεως κατάφερε καίριο πλῆγμα στὴ θεία δημιουργία. Ὁ κόσμος τραυματίστηκε ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ κακοῦ σ’ αὐτὸν μὲ τὴν εὐθύνη τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνει λόγο για «ἀποκαραδοκία τῆς κτίσεως», ἀφοὺ «τὴ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὒχ ἐκοῦσα, ἀλλὰ...
διὰ τὸν ὑποτάξαντα, ἒπ ἐλπίδι ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. οἴδαμεν γὰρ ὅτι πάσα ἡ κτίσις συστενάζει καὶ συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν» (Ρώμ.8,20-22). Ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου συμπαρέσυρε καὶ τὴν ὑλικὴ κτίση στὴν ἔκπτωση καὶ τὴ φθορά. Στὸ ἑξῆς θὰ πάψει νὰ εἶναι συνδημιουργός του Θεοῦ καὶ συντηρητὴς τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ἀχόρταγος καταναλωτής, δυνάστης καὶ καταστροφέας. Ὁ αἴτιος τῆς πτώσεως καὶ ἀντάρτης κατὰ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, γεύτηκε ἐξ’ ἀρχῆς τὴν φρίκη τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τὸν Δημιουργό του, τὴν πηγὴ τῆς πραγματικῆς εὐδαιμονίας. Ἡ διάνοιά του σκοτίστηκε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ διαστράφηκαν οἱ ἔμφυτες καὶ ἐπίκτητες σὲ αὐτὸν ἀξίες. Ἀποκομμένος ἀπο τη σώζουσα χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπομακρυνόταν ὅλο καὶ περισσότερο ἀπὸ Αὐτόν, ἀνοίγοντας στὴν ψυχὴ τοῦ ἕνα τρομακτικὸ καὶ ἀπύθμενο κενὸ ἀπὸ τὴν ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο ἀναγκάστηκε νὰ τὸ γεμίσει μὲ θρησκευτικὰ σχήματα δικῆς του ἐμπνεύσεως. Ἔτσι γεννήθηκαν οἱ πολυάριθμες θρησκεῖες τῆς ἱστορίας. Σὲ αὐτὲς (στὶς δοξασίες τους καὶ τὶς πρακτικές τους) εἶναι ἀποτυπωμένη ἡ ἀνθρώπινη τραγωδία καὶ τὸ μέγεθος τῆς πνευματικῆς του καταπτώσεως. Οἱ τερατώδεις ἀντιλήψεις γιὰ τὴν ἔννοια τοῦ θείου καὶ οἱ φρικώδεις τρόποι «προσέγγισής» του (π.χ. ἀνθρωποθυσίες), εἶναι ἡ τρανὴ ἀπόδειξη τοῦ μεγέθους τῆς κατάπτωσής του, οἱ ὁποῖες εἶχαν τραγικὲς συνέπειες στὴν καθόλου ζωή του. 

Η ἄμετρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ σύμπασάς της ὑλικῆς δημιουργίας ἔστειλε στὸν κόσμο τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἦρθε νὰ ἀπολυτρώσει τὸν κόσμο ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ διαβόλου καὶ τὴ φθορά, ἐγκαινιάζοντας μία νέα πραγματικότητα, ἕναν καινούργιο κόσμο, την «καινὴ κτίση» (Γάλ.6,15), ὅπως τὴν ἀποκαλεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Μὲ τὴ θεία διδασκαλία Τοῦ κατέδειξε τὰ φρικτὰ ἐρέβη τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου. Σύστησε δὲ τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία νὰ τὸν ἁγιάζει, νὰ τὸν μεταλλάσει καὶ νὰ τὸν σώζει. Αὐτὸ κάνει ἡ Ἐκκλησία στὴ δισχιλιόχρονη ἱστορική της πορεία, σώζει τὸν ἄνθρωπο καὶ μεταλλάσσει τὸν κόσμο σὲ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 

Όμως οἱ βαθιὲς ρίζες τοῦ κακοῦ ἐμποδίζουν νὰ πραγματοποιηθεῖ τὸ θεῖο σχέδιο. Ἡ ἀνθρωπότητα στὴν πλειονότητά της συνεχίζει νὰ βιώνει τὴν μεταπτωτικὴ τραγωδία, θεωρώντας ὡς «ἀξίες» ὅτι δημιούργησε ὁ πτωτικὸς ἄνθρωπος, στὴν οὐσία ἀποθεώνοντας τὰ πάθη του. Στὶς τραγικὲς ἡμέρες μας, δυνάμεις ἰσχυρές, ἐμπνεόμενες ἀπὸ τὸν ἀντίδικο διάβολο, πασχίζουν νὰ καταδείξουν ὡς δῆθεν σχετικὸ το σωτήριο ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του. Καὶ τὸ χειρότερο: ἐπιχειροῦν νὰ τὴν παρουσιάσουν ὡς κάτι τὸ ἐγκόσμιο, νὰ τὴν ὑποβιβάσουν στὴν κατηγορία τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου. Σὲ κάποιες δὲ περιπτώσεις (ὅπως λ.χ. τῶν νεοπαγανιστῶν), τῆς καταλογίζουν «κλοπή», ὅτι δῆθεν ἡ θεία διδασκαλία της καὶ οἱ πρακτικές της εἶναι δόλια ἰδιοποίηση στοιχείων τοῦ προχριστιανικοῦ θρησκευτικοῦ περιβάλλοντος! 

Αφορμή γιὰ τὴν παροῦσα ἀνακοίνωσή μας πήραμε ἀπὸ πρόσφατο δημοσίευμα στὴν ἐφημερίδα «ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ» (φ. 9-6-2020), της κ. Ἄννας Δαμιανίδη, μὲ θέμα: «ΠΕΡΙΧΑΡΑΚΩΜΕΝΟ ΔΟΓΜΑ». Στὸ ἄρθρο τῆς αὐτὸ ἡ συντάκτης προσπαθεῖ νὰ παρουσιάσει τὴν Ἐκκλησία ὡς μέρος τοῦ κόσμου καὶ μάλιστα νὰ τῆς καταλογίσει μία δήθεν «αὐστηρὴ περιχαράκωση» στὸν ἑαυτό της, ἡ ὁποία δὲ συνάδει μὲ τὴν ἐπίσης δήθεν «συγγένειά της» μὲ τὸν κόσμο, ἐξ οὐ καὶ ὁ τίτλος τοῦ ἄρθρου. 

Αρχίζει τὸ ἄρθρο της μὲ κάποιο πραγματικὸ ἢ φανταστικὸ διάλογο, γιὰ νὰ δείξει τον «δογματισμὸ» τῆς Ἐκκλησίας: «Κᾶνε γιόγκα, συμβούλευα μία γνωστὴ μὲ ἐλαφρὰ κινητικὰ προβλήματα, κάποτε. Ἃ πά, πά, δὲν κάνω τέτοια, ἀπαντοῦσε. Ἦταν θρήσκα. Δὲν μποροῦσε νὰ τὴ δεῖ ὡς ἁπλὴ γυμναστική, ἦταν ἀνένδοτη. Ἡ Ἐκκλησία τὴν καταδίκαζε!»! Δὲν ξέρουμε ἂν θὰ ἀποτολμοῦσε νὰ προτείνει σὲ κάποιον φανατικὸ μουσουλμάνο ἢ σὲ μάρτυρα τοῦ Ἰεχωβὰ νὰ κάμει τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ποιὰ ἀπάντηση θὰ ἔπαιρνε, ἢ τί κατάληξη θὰ εἶχε ἡ συζήτηση! Τί γνώριζε ὅμως ἐκείνη ἡ πιστὴ γυναίκα καὶ δὲ γνώριζε ἡ ἀρθρογράφος; Ὅτι ἡ γιόγκα δὲν εἶναι ἀθώα γυμναστική, ἀλλὰ βασικὴ θρησκευτικὴ τελετουργία τοῦ Ἰνδουισμοῦ καὶ τοῦ Βουδισμοῦ. Προφανῶς δὲ γνωρίζει ἡ ἀρθρογράφος πὼς τὰ τελευταία χρόνια, ἀπὸ συγκεκριμένα σκοτεινὰ κέντρα, προωθεῖται πυρετωδῶς ἢ «θρησκευτικότητα» της «Νέας Ὑδροχοϊκῆς Ἐποχῆς», ἡ ὁποία εἶναι δομημένη στὶς δοξασίες τῶν εἰδωλολατρικῶν ἀνατολικῶν θρησκευμάτων καὶ στη Θεοσοφία. Ὁ ἄγευστος καὶ κενὸς ἀπὸ τὴν γνήσια θρησκευτικότητα τῆς Ἐκκλησίας μᾶς δυτικὸς ἄνθρωπος, ἔγινε ἀποδέκτης τῆς νοσηρῆς (τολμοῦμε νὰ ποῦμε) δαιμονικῆς «πνευματικότητας» τῆς Ἀνατολῆς. Τοῦ προσφέρεται ὠς «φιλοσοφία», ὠς «γυμναστικὴ» καὶ ὠς «ἐναλλακτικοὶ τρόποι ζωῆς» καὶ ἕνας αὐτοὺς εἶναι ἡ γιόγκα. Τὸ ὅτι εἶναι ἡ γιόγκα θρησκευτικὴ τελετουργία τοῦ Ἰνδουισμοῦ καὶ Βουδισμοῦ, ὄχι ἁπλὰ τὸ βεβαιώνουν οἱ Ἰνδουιστές, ἀλλὰ καὶ διαμαρτύρονται γιὰ τὸ περιεχόμενο ποὺ τοῦ δίδουν οἱ δυτικοί! 

Ακολούθως γράφει: «Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι πολὺ αὐστηρὴ στὴν περιχαράκωσή της. Καταδικάζει πολὺ περισσότερα πράγματα ἀπὸ ὅσα ἐπαινεῖ, καλλιεργεῖ ὑπερβολικὰ τὴν ἀποτροπή, δημιουργεῖ συστηματικὰ εὔφορο ἔδαφος γιὰ προκαταλήψεις. Φοβᾶται πολὺ τὶς ἐπαφὲς μὲ ἄλλα δόγματα καὶ θρησκεῖες, εἶναι ἀπίστευτα μὴ μοῦ ἅπτου, λὲς καὶ κάθε ἄνοιγμα, παραδοχὴ καὶ ἀποδοχὴ ὑπάρχει κίνδυνος νὰ τὴ δηλητηριάσει. Κυρίως δὲν θέλει νὰ ἔχει καμία σχέση μὲ καμία ἄλλη θρησκεία, κανένα ἄλλο δόγμα, καμία ἄλλη φιλοσοφία, παλιότερη ἢ νεότερη, κανέναν ἄλλο θεὸ ἢ παράδοση, καμία χρονικὴ καὶ ἱστορικὴ στιγμή». Ἡ Ἐκκλησία μας δὲν εἴναι «φοβική», μὲ ὅ, τί δὲν συμφωνεῖ, ὅπως τὴν παρουσιάζει ἡ ἀρθρογράφος. Δὲ φοβᾶται δόγματα καὶ θρησκεῖες, φιλοσοφίες, ἰδέες, διότι ἔχει τὴ βεβαιότητα τῆς ἀλήθειας, ἡ ὁποία ἀπορρέει ἀπὸ την Ένσαρκη Ἀλήθεια, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος δὲν εἶναι ἁπλὰ φορέας τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ εἶναι ὁ Ἴδιος «ἡ ἀλήθεια» (Ἰωάν.14,6) καὶ ἦρθε στὸν κόσμο νὰ μαρτυρήσει τὴν ὄντως ἀλήθεια, καθότι ὁ κόσμος κείτονταν στὸ φρικτὸ σκοτάδι τοῦ ψεύδους καὶ τῶν πλανῶν. Μὲ τὰ «ἄλλα δόγματα καὶ οἱ θρησκεῖες» ἀποφεύγει ἡ Ἐκκλησία νὰ συνεργάζεται, διότι ἐνέχουν τὸ στοιχεῖο τοῦ ψεύδους, τὸ ὁποῖο ὅμως δὲν ἔχει ἁπλὰ τὸ χαρακτήρα κάποιας ἰδεολογικῆς ἢ φιλοσοφικῆς διαφωνίας, ἀλλὰ ἀσκεῖ ὀντολογικὴ ἐπίπτωση στὴ ζωὴ καὶ τὴν πνευματικὴ πορεία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν θέλει νὰ ἔχει σχέση μὲ καμιὰ θρησκεία τοῦ κόσμου, δόγμα ἢ παράδοση, διότι ἔχει τὴν αὐτοσυνειδησία ὅτι μόνον αὐτὴ μπορεῖ νὰ προσφέρει σωτηρία, ἐνῶ ἐκεῖνες, ὡς ἐγκόσμια πτωτικὰ σχήματα, προσφέρουν ψευδαισθήσεις ἢ καὶ τὸ χειρότερο: προτροπὴ γιὰ τὸ κακὸ (π.χ. τζιχὰντ τοῦ Ἰσλάμ). Παράλληλα ὅμως εἶναι ἀνοικτὴ σὲ διάλογο μὲ ὅποιον τὸν ἀποδεχτεῖ, ὡς μέρος πάντα τοῦ ἱεραποστολικοῦ της ἔργου. 

Στη συνέχεια ἀναφέρει τὸν ἰσχυρισμὸ ὅτι ἡ Ἐκκλησία «εἶναι προϊὸν ἱστορικῆς στιγμῆς. Ἂν δὲν ζοῦσε στὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία ὁ Παῦλος, δὲν θὰ ἔπαιρνε ποτὲ οἰκουμενικὸ χαρακτήρα ὁ χριστιανισμός. Ἂν δὲν ἦταν χριστιανὴ ἡ μητέρα τοῦ Κωνσταντίνου, μᾶλλον δὲν θὰ γινόταν ποτὲ ἐπίσημη θρησκεία»! Φυσικὰ καὶ εἶναι ἡ Ἐκκλησία προϊὸν ἱστορικῶν συγκυριῶν. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ προσδώσει στὴν Ἐκκλησία οὐτοπικὸ χαρακτήρα, διότι εἶναι ἀπόλυτα συνυφασμένη μὲ τὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Αὐτὴ εἶναι καὶ μία βασικὴ διαφορά της μὲ πολλὰ ἀπὸ τὰ θρησκεύματα τοῦ κόσμου, τὰ ὁποία στηρίζονται στὴ μυθολογία, στὴν ἱστορικὴ κενότητα. Κανένας ἐπίσης δὲν ἀρνεῖται ὅτι οἱ ἱστορικὲς συγκυρίες συνετέλεσαν στὴν ἑδραίωση καὶ τὴν ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὅλα τὰ πλάτη καὶ τὰ μήκη τῆς ὑδρογείου, ἀφοῦ αὐτὸ βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μὲ τὴ φράση του: «ὄτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γάλ.4.4) ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο. Πίστη τῆς Ἐκκλησίας μᾶς εἶναι ὅτι οἱ εὐνοϊκὲς συνθῆκες γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἔργο τῆς θείας πρόνοιας γιὰ τὴν πραγματοποίηση τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι ὁ μέγας κύριος καὶ τῆς ἱστορίας. 

Ακολούθως γράφει: «Ἂν δὲν ἀνταγωνίζονταν οἱ πατριάρχες Ρώμης καὶ Κωνσταντινούπολης, δὲν θὰ γινόταν τὸ Σχίσμα καὶ θὰ μπορούσαμε κι ἐμεῖς νὰ τραγουδᾶμε Μπὰχ στὶς ἐκκλησίες, ἴσως. Κι ἂν δὲν ζοῦσε στὸ βάθος κάθε εὐρωπαϊκῆς ψυχῆς, σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, ἡ νοσταλγία γιὰ κάποια Pax, ποὺ ἴσως ἤταν Romana, ἀλλὰ μᾶλλον δὲν ὑπῆρξε ποτέ, δὲν θὰ κατάφερνε νὰ παραμείνει ἰσχυρὴ αὐτὴ ἡ θρησκεία μέσα στοὺς τόσους αἰῶνες. Ἂν δὲν προσαρμοζόταν κατὰ τόπους σὲ διάφορα ἔθιμα καὶ παλιότερες λατρεῖες, πάλι δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιβληθεῖ καὶ νὰ κυριαρχήσει ὅπως κυριάρχησε». Ἀναμασᾶ δυστυχῶς τὴν γνωστὴ «καραμέλα» τῶν λογὶς «προοδευτικῶν», οἱ ὁποῖοι καταλογίζουν στὴν Ἐκκλησία τὴν εὐθύνη, ὅτι ἐξ’ αἰτίας τῆς δεν «γίναμε Εὐρώπη». Ἐπειδὴ ἀντιστάθηκε στοὺς θρασεῖς καὶ βαρβάρους Φράγκους, οἱ ὁποῖοι ἐποφθαλμιοῦσαν τὴν ὀρθόδοξη Ἀνατολή, μετὰ τὴν κατάκτηση τῆς Εὐρώπης καὶ τὴν ἐξαφάνιση τῶν λαῶν της. Φαίνεται πὼς ἔχει ἄγνοια τῶν ἱστορικῶν συνθηκῶν, τόσο τοὺ «σχίσματος» τοῦ 1054, ὅσο καὶ τῶν δραματικῶν γεγονότων τῶν ἑπόμενων αἰώνων, ὅταν οἲ «πολιτισμένοι» Φράγκοι διέλυσαν το 1204 το ἀνατολικὸ κράτος καὶ διευκόλυναν τὴν ὀθωμανικὴ προέλαση καὶ κατάκτηση τῆς Ρωμανίας μας. Ἀποδίδει στην «ἰσχυρὴ θέση» τῆς Ἐκκλησίας τὴν ἀποτροπὴ δημιουργίας μιας Pax (παγκόσμιας εἰρήνης)! Ἀδυνατοῦμε νὰ κατανοήσουμε σὲ ποιὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα στηρίζει αὐτὸν τὸν ἀπίστευτο ἰσχυρισμό της! Ἀναπολεῖ τὸ ἄκουσμα «τραγουδιῶν» του Μπαχ στις ἐκκλησίες μας, ἀλλὰ ἀδυνατεῖ νὰ σκεφτεῖ πὼς ἂν ἐξέλειπαν οἱ ἄφθαστες βυζαντινὲς ὑμνωδίες, δηλαδὴ ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ Παράδοση καὶ ἐπικρατοῦσε ἡ δυτικὴ κουλτούρα, δὲν θὰ ὑπῆρχε Ἑλλάδα καὶ ἑλληνικὴ γλώσσα γιὰ νὰ γράφει ἑλληνιστὶ ἡ ἀρθρογράφος, ἀλλὰ μία ἄσημη ἐπαρχία τῆς εὐρωπαϊκῆς Βαβέλ! 

Στη συνέχεια σημειώνει τὸ ἑξῆς παράδοξο: «Ἡ Ἰνδία εἶναι πολὺ μακριά, ἀλλὰ ἂν τὸ ψάξει κανεὶς θὰ βρεῖ κοινὰ στοιχεῖα καὶ στὴν ἰνδικὴ μυθολογία μὲ τὸν χριστιανισμό. Ἡ στάση προσευχῆς ἂς ποῦμε, τὸ δέος ποὺ ὑποδηλώνει, ἡ προσπάθεια αὐτοσυγκέντρωσης καὶ γαλήνης, ἡ συνείδηση τῆς μοναξιᾶς δὲν εἶναι πολὺ οἰκεία; Πλησιέστερα, στὴν αἰγυπτιακὴ μυθολογία ἢ στὴν ἑλληνική, βρίσκουμε παρθένες μητέρες θεῶν, θαυματουργὲς θεραπεῖες, ὁράματα, θανάτους καὶ ἀναστάσεις καὶ ἄλλα περίεργα στοιχεῖα ποὺ κάτι μᾶς θυμίζουν. Οἱ θρησκεῖες μπαίνουν ἡ μία μέσα στὴν ἄλλη, ὅσο καὶ νὰ περιχαρακώνεται ὡς μοναδικὴ ἡ καθεμία. Σὲ ἀκραῖες καταστάσεις οἱ περιχαρακώσεις ἔχουν στοιχίσει ἀκριβὰ σὲ πολέμους καὶ ρήξεις, τὰ ξέρουμε». Γυρίζοντας ξανὰ τὸ λόγο της στὴν Ἰνδία, φαίνεται ὅτι ἔχει πνευματικοὺς δεσμοὺς μὲ τὴν εἰδωλολατρικὴ Ἀνατολὴ καὶ γι’ αὐτὸ ἐπανέρχεται, μετὰ τὴν ἀναφορά της στὴ γιόγκα, στὴν ἰνδουιστικὴ παράδοση. Κάνει μάλιστα λόγο για «κοινὰ στοιχεῖα» Ἰνδουισμοῦ καὶ Χριστιανισμοῦ, τὰ ὁποία εἶναι, κατ’ αὐτὴν ἢ «στάση προσευχῆς ἂς ποῦμε, τὸ δέος ποὺ ὑποδηλώνει, ἡ προσπάθεια αὐτοσυγκέντρωσης καὶ γαλήνης, ἡ συνείδηση τῆς μοναξιᾶς». Μόνο ποὺ δὲν εἶναι καλὰ πληροφορημένη στὰ τῆς θρησκειολογίας, διότι αὐτὰ ποὺ ἀναφέρει ὠς «κοινὰ στοιχεῖα», οὔτε ὡς ἐξωτερικὰ γνωρίσματα μποροῦν νὰ θεωρηθοῦν! Ἐπισης «βλέπει» κοινὰ στοιχεῖα τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ στὰ ἀρχαῖα εἰδωλολατρικὰ θρησκεύματα, ὅπως λ.χ. «παρθένες μητέρες θεῶν, θαυματουργὲς θεραπεῖες, ὁράματα, θανάτους καὶ ἀναστάσεις καὶ ἄλλα περίεργα στοιχεῖα». Μὲ ἀπίστευτη ρηχότητα, μπλέκει τὸ μύθο μὲ τὴν ἱστορία, τὶς ἀνθρώπινες (ἐν πολλοῖς αὐθαίρετες, ἀνήθικες καὶ συχνὰ γελοῖες) μυθολογικὲς παραδόσεις, αὐτὰ τὰ ἀντιπροσωπευτικὰ προϊόντα του πτωτικοῦ προχριστιανικοῦ ἀνθρώπου, μὲ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα τοῦ Χριστιανισμοῦ. Τὸ νὰ συγκρίνεται βεβαίως ὁ ἀπόλυτα ἅγιος Θεὸς τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως μὲ τοὺς διεφθαρμένους «θεοὺς» τῆς ἀρχαίας εἰδωλολατρίας, τῶν ὁποίων τὰ ἐγκλήματα δὲν ἤθελαν νὰ μιμηθοῦν οὔτε οἱ ἄνθρωποι, μόνο ὡς ἀστοχία μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ! Προφανῶς ἀγνοεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ οἱ πλέον σφοδροὶ πολέμιοι τοῦ Χριστιανισμοῦ ἔχουν ἐγκαταλείψει πρὸ πολλοῦ τέτοιους συσχετισμούς! Ἐπίσης πιστεύει πὼς ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἕνα καὶ τὸ αὐτό: «μπαίνουν ἡ μία μέσα στὴν ἄλλη, ὅσο καὶ νὰ περιχαρακώνεται ὡς μοναδικὴ ἡ καθεμία»! Καὶ καταλήγει μὲ τὰ ἐρωτήματα: «Εἶναι στοιχεῖο τῆς πίστης ἡ περιχαράκωση ἢ ἁπλῶς στοιχεῖο τῆς σχέσης ἐξουσίας τῶν ἱερέων μὲ τὸ ποίμνιο; Μπορεῖ νὰ πιστεύει κανεὶς χωρὶς νὰ φοβᾶται τὴν πίστη τῶν ἄλλων, παρόντων καὶ παρελθόντων, χωρὶς νὰ περιχαρακώνεται; Νομίζω ἔχει ἐνδιαφέρον τὸ ἐρώτημα γιὰ τοὺς θρησκευόμενους»! Προβάλλει, ἑκούσια ἢ ἀκούσια, τὸ «χρυσωμένο χάπι» τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, τὸ ὁποῖο εἶναι τὸ ὕψιστο ζητούμενο καὶ σκοπὸς της «Νέας Ἐποχῆς», ἡ ὁποία, ἐκφράζοντας τὶς δοξασίες της Θεοσοφίας, διδάσκει ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι καλὲς καὶ διδάσκουν τὰ ἴδια πράγματα. Ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶναι χωρισμένες προκαλοῦν προβλήματα, ἐντάσεις καὶ πολέμους. Ἔτσι λοιπόν, κατὰ τοὺς ἰθύνοντες της «Νέας Ἐποχῆς» καὶ προφανῶς τὴν ἀρθρογράφο, δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ εἶναι χωρισμένες καὶ πρέπει νὰ ἑνωθοῦν γιὰ νὰ ἐκλείψουν τὰ προβλήματα! Μόνο ποὺ καὶ ἐδῶ ἀποδεικνύεται ἀνενημέρωτη, ὅσον ἀφορᾶ τὶς χαώδεις διαφορὲς μεταξὺ τῶν θρησκειῶν καὶ τὸ σπουδαιότερο: τὶς ἀβυσσαλέες διαφορὲς αὐτῶν μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία δὲν εἶναι θρησκεία, ὅπως τὴν θέλουν καὶ τὴν ὁρίζουν οἱ θιασῶτες τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, ἀλλὰ ζῶσα χαριτόβρυτη ἀποκάλυψη. Και κάτι ἄλλο σημαντικό: θέλει νὰ ἀγνοεῖ πὼς δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα ἔγκλημα στὴν δισχιλιόχρονη ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ νὰ ἔχει τὴ σφραγίδα της καὶ τὴν ἔγκρισή της! Οὔτε ἕνα! Φυσικὰ ἐξαίρεση ἀποτελοῦν οἱ αἱρετικὲς ἀποφύσεις της καὶ κύρια ὁ παραφθαρμένος δυτικὸς χριστιανισμός, γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν ἔχει ὑποχρέωση ἡ Ἐκκλησία νὰ ἀπολογεῖται γιὰ τὰ ὄντως μεγάλα ἐγκλήματά του! 

Κλείνοντας τὴν ἀνακοίνωσή μας θὰ θέλαμε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ σεβασμὸ πρὸς τὸ δημοσιογραφικὸ λειτούργημα της κ. Ἄννας Δαμιανίδη, νὰ τὴ συμβουλεύσουμε, πὼς ὅταν καταπιάνεται μὲ τέτοια θέματα, νὰ μελετᾶ πολὺ καλὰ καὶ σὲ βάθος κάθε πτυχή τους. Ἡ διάχυτη στὸ ἄρθρο τῆς ἐπιφανειακὴ γνώση τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας καὶ τῆς ἱστορίας τοῦ Χριστιανισμοῦ, κάθε ἄλλο παρὰ μποροῦν νὰ στηρίξουν τὸν ἰσχυρισμό της ὅτι ὁ Χριστιανισμός, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, διακατέχεται ἀπὸ «περιχαρακωμένα δόγματα», ὅτι εἶναι ἡ ἴδια ἔνα «περιχαρακωμένο δόγμα» καὶ ἀρνεῖται νὰ συνταχτεῖ μὲ τὶς δομὲς τοῦ κόσμου, γιὰ τὸ «καλό» της ἀνθρωπότητας. 

Αν θέλει νὰ διαπιστώσει ποὺ πραγματικὰ βρίσκονται τὰ «περιχαρακωμένα δόγματα», ἂς ἀνατρέξει στὰ θρησκεύματα τοῦ κόσμου, ὅπως λ.χ. στον Ινδουισμό, μὲ τὰ 300.000.000 «θεότητες» καὶ μὲ ζωόμορφες, ὅπως ὀ Γκανέσα «θεὸς» ἐλέφαντας ἢ ὀ Χανουμᾶν, «θεὸς» πίθηκος! Εἰδικὰ ἂς κοιτάξει τον γκουρουισμό, γιὰ νὰ δεῖ τὴ φρίκη, ποὺ βιώνουν οἱ ἄτυχοι «μαθητὲς» ἀπὸ τους «ἐπὶ γὴς θεοὺς» Γκουρού, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦν ὄχι μόνο πνευματική, ἀλλὰ καὶ σωματικὴ (ἀκόμα καὶ σεξουαλικὴ) ἐκμετάλλευση καὶ ὑποταγὴ καὶ ὁδηγούμενοι συχνὰ στὴν αὐτοκτονία. Ἂς ρίξει μία ματιὰ στο Κοράνιο για νὰ δεῖ τὰ φρικαλέα ἐγκλήματα, τὰ ὁποῖα διατάσσει, χωρὶς ἀντίλογο καὶ μὲ ἀντάλλαγμα τις «72 αἰώνιες παρθένες» τοῦ ἰσλαμικοῦ «παραδείσου»! Ἂς διαβάσει τὰ φρικώδη βιβλία του Ταλμούδ για νὰ δεῖ τὸν ἀπίστευτο ρατσισμό, μέχρι ἐξοντώσεως, ἐναντίον των «γκόιμ» (ζώων), δηλαδὴ τῶν μὴ Ἑβραίων! Ἂς διαβάσει ἀκόμη τὰ (καλοπληρωμένα ἀπὸ τὰ μέλη τῆς) ἔντυπά της πολυεθνικῆς ἐταιρίας «Σκοπιὰ» των «Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβά», γιὰ νὰ διαπιστώσει τί ἐστὶ δογματισμὸς καὶ θρησκευτικὸς φανατισμός, ὁ ὁποῖος ἀγγίζει τὰ ὅρια τῆς παράνοιας, ὅταν ὑπόσχεται στοὺς ἄτυχους ὀπαδούς της, ὡς ὕψιστη ἡδονή, ὄτι «σύντομα», μετὰ τὸ τέλος τοὺ «Ἀρμαγεδόνα» θὰ πλύνουν τὰ πόδια τους στὸ αἷμα ἠμῶν, τῶν ἀγρίως σφαγμένων, μὴ μελῶν της, δηλαδὴ τῶν μὴ καταναλωτῶν καὶ διακινητῶν τῶν ἐκδοτικῶν προϊόντων της ἐμπορικῆς πολυεθνικῆς αὐτῆς ἑταιρείας! 

Τέλος θὰ τῆς προτείναμε νὰ διαβάσει τὸ Εὐαγγέλιο καὶ εἰδικὰ τὴν ἐπὶ τοῦ ὅρους ὁμιλία τοῦ Χριστοῦ (κατὰ Μάτθ. κέφ. 5-7), νὰ τὸ συγκρίνει μὲ τὰ «ἱερὰ» κείμενα τῶν ὡς ἄνω θρησκευτικῶν σχημάτων, ὅπως καὶ ὅλων τῶν θρησκειῶν, γιὰ νὰ διαπιστώσει, ἀφ’ ἑνὸς μὲν τὸ μεγαλεῖο του σεβασμοῦ καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς κάθε ἄνθρωπο, ἀκόμα καὶ πρὸς τὸν ἐχθρό, ποὺ καλοῦνται νὰ βιώσουν οἱ χριστιανοὶ καὶ ἀφ’ ἑτέρου τὴ φρίκη ποὺ βιώνουν οἱ πιστοὶ τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου. Μόνο ἔτσι θὰ δεῖ ποὺ πραγματικὰ βρίσκεται ὁ δογματισμὸς καὶ ἴσως ἀλλάξει γνώμη γιὰ τὴν πίστη μας. Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία μας δὲν συμβιβάζεται μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ πτωτικοῦ κόσμου, ὁ ὁποίος «ὅλος ἐν τῷ πονηρὼ κεῖται» (Ἃ΄Ἰωάν.5,19), διότι ἔτσι θὰ γινόταν ἡ ἴδια «κόσμος», θὰ ἀπορροφιόταν ἀπὸ αὐτόν καὶ θὰ ἔχανε τὴ σωστική της λειτουργία! Ἂν αὐτὸ ἀποτελεὶ «σκάνδαλο» γιὰ τοὺς ἐχθρούς της, γιὰ Ἐκείνη ἀποτελεῖ κοσμοσωτήρια ἀποστολή! 

Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.