17 Απρ 2014

Ἡ Θεία Κοινωνία τοῦ Ἰούδα καὶ ἡ δική μας σωστὴ προετοιμασία

Τοῦ πατρός Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου
Ἀδελφοί μου, «νὰ μὲ μιμεῖσθε λέγει ὁ Κύριος».
Ὁ πρῶτος νὰ εἶναι ἔσχατος καὶ ὁ Δεσπότης νὰ εἶναι ὁ διακονῶν. Δηλαδὴ νὰ Τὸν μιμηθοῦμε ὅσο εἶναι δυνατὸν περισσότερο στὴν ταπείνωση. Τὰ κηρύγματα νομίζω ὅτι δὲν χρειάζονται, διότι ὅλη ἡ Ἐκκλησιαστικὴ ὑμνολογία εἶναι ἕνα κήρυγμα πολὺ δυνατό, ποὺ ἂν κανένας τὸ προσέχει λέξη πρὸς λέξη καὶ εἰδικότερα αὐτοὶ ποὺ ἔχουν καὶ δίπλα λίγο τὴ μετάφραση, συγκλονίζονται ἀπὸ ὅλα ὅσα μᾶς διδάσκει ἡ Ἐκκλησιαστική μας ὑμνολογία, σήμερα βέβαια, γιὰ τὴν προδοσία τοῦ Ἰούδα.
Σὲ κάποιο σημεῖο ὁ κανόνας, ἂν δὲν ἀπατῶμαι στὸν τελευταῖο εἱρμό, μᾶς μιλάει γιὰ μία «ξενία δεσποτικὴ καὶ ἀθανάτου τραπέζης ἐν ὑπερώω τόπω». Ἀλήθεια αὐτὴ ἡ «δεσποτικὴ ξενία» ποιὰ μπορεῖ νὰ εἶναι; 
Τέσσερα πράγματα μᾶς τόνισε σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ὅτι γιορτάζουμε σήμερα καὶ μέχρι αὔριο τὸ μεσημέρι. 
- Τὸν ἱερὸ νιπτήρα,
- Τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο,
- Τὴν ὑπερφυὰ προσευχή, τὴν ὁποία θὰ ἀκούσουμε ὡς πρῶτο Εὐαγγέλιο αὔριο βράδυ καὶ 
- Τὴν προδοσία.
Ἄρα λοιπὸν «δεσποτικὴ ξενία» εἶναι ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος. Καὶ ὅπως λέει...
τὸ κοντάκιον, ἡ «παράδοσις τῶν καθ’ ἠμᾶς φρικτῶν μυστηρίων». 

Ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη φιλοξενία, γιὰ τὸν ἄνθρωπο πάνω στὴ γῆ. Φιλοξενία μεγάλης τιμῆς.
Ποιὸς μᾶς καλεῖ νὰ μᾶς φιλοξενήσει καὶ νὰ μᾶς παραθέσει δεῖπνον μέγα; Ποιὸς ἄλλος, ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων, ὁ Κύριος τῶν κυριευόντων, ὁ Δεσπότης Χριστός, ποὺ μὲ τὸ στόμα τῶν ἱερέων, μᾶς καλεῖ ὅλους, «λάβετε, φάγετε, πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε». Ποιοὺς καλεῖ ὁ παμβασιλεὺς Χριστὸς εἰς τὸ δεῖπνον αὐτὸ τὸ μέγα; Καλεῖ ἐσένα, καλεῖ καὶ σένα, καλεῖ καὶ μένα, καλεῖ τὸν ἄλλον, αὐτὸν ποὺ εἶναι ἀπέξω, μᾶς καλεῖ ὅλους, ὅλους μας καλεῖ. Ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀχρείους δούλους. Διότι τέτοιοι εἴμεθα. Παρὰ ταῦτα ὅμως ἐκεῖνος μᾶς καλεῖ στὸ βασιλικὸ δεῖπνον.

Στὴν πραγματικότητα δὲν εἴμαστε τίποτα, ἁπλῶς φανταζόμαστε ὅτι εἴμαστε κάτι, διότι βλέπομε τὸν ἑαυτόν μας στὸν καθρέφτη σὰν φάντασμα. Ε, λοιπὸν εἴμεθα ἁμαρτωλοί, βρώμικοι καὶ τρισάθλιοι, παραταῦτα ὅμως ὁ Κύριος ὅπως εἴπαμε καὶ χτές, καταδέχεται νὰ μᾶς φυτέψει μέσα Του γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἀποδώσουμε καρπούς. Καὶ βότρυν ὅπως λέγει, νὰ φέρομε καρπὸν δηλαδή, ποιὸν καρπόν; Τὸν οἶνον τῆς ἀμπέλου, διότι Αὐτὸς εἶναι ἡ ἄμπελος καὶ μεῖς εἴμεθα τὰ κλήματα. 
Ὅσοι ἀπὸ μᾶς δὲν ἔχουν ψευδαισθήσεις γιὰ τὸν ἑαυτόν τους, τρέμουν μπροστὰ σ’ αὐτὴν τὴν τιμὴ τὴν ὁποία μᾶς κάνει ὁ Κύριος. Καὶ σὲ ποιὸ τραπέζι μᾶς καλεῖ; Στὰ τραπέζι τῆς Θείας Λατρείας. Σ’ αὐτὸ τὸ μεγάλο καὶ μυστικὸ βασιλικὸ δεῖπνο προσφέρει ὁ Κύριος τὸ Πανάγιον Σῶμα Του καὶ τὸ Τίμιον Αἷμα Του. Μᾶς τὸ βεβαιώνει καὶ ὁ ἴδιος. «Ἡ σάρξ μου ἀληθῶς ἐστὶ βρῶσις καὶ τὸ Αἷμα μου ἐστὶ ἀληθῶς πόσις. Ὁ τρώγων μου τὴν Σάρκα καὶ πίνων μου τὸ Αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει καγῶ ἐν αὐτῶ».
Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, προσφέρεται εἰς βρῶσιν καὶ εἰς πόσιν τοῖς πιστοῖς. Εἶναι ὁ προσφέρων καὶ ὁ προσφερόμενος. Ὁ θυσιάζων καὶ ὁ θυσιαζόμενος. Εἶναι ὁ «πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος», ὅπως λέγομε κατὰ τὴν κλάσιν τοῦ Τιμίου Σώματός Του στὸ «Προσχωμεν. Τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις».
Στὸ Μυστικὸ ἐκεῖνο Δεῖπνο, τὸ βράδυ τῆς μεγάλης Πέμπτης, μᾶς τὸ τόνισε ἰδιαίτερα ἡ ὑμνολογία σήμερα, ἤσαν καλεσμένοι ἀποκλειστικὰ καὶ μόνον οἱ Δώδεκα Μαθηταί. Καὶ κοινώνησαν ὅλοι ἀπὸ τὰ χέρια Του, ἐὰν παρακολουθήσατε τὸ ἱερὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα καὶ τοὺς λόγους τῆς ὑμνολογίας, θὰ τὸ διαπιστώσατε. Κοινώνησαν ὅλοι ἀπ’ τὰ χέρια Του. 

Ἕνας ὅμως δὲν ἔπρεπε νὰ κοινωνήσει, δὲν ἦταν καθαρός. Τὸ ἔβλεπε καὶ τὸ εἶδε ὁ Κύριος ὡς καρδιογνώστης, γι’ αὐτὸ καὶ εἶπε «Ὑμεῖς καθαροὶ ἐστέ, ἀλλ’ οὐχὶ πάντες». «Ἤδη (ἤξερε) γὰρ τὸν παραδιδούντα αὐτόν, διὰ τοῦτο εἶπεν οὐχὶ πάντες». Ἤξερε Αὐτὸς ὡς καρδιογνώστης ὅτι ἐκτὸς ἑνός, οἱ ὑπόλοιποι ἤσαν καθαροί. 
Ἀκάθαρτος λοιπὸν ἦταν ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης. Πολλὲς οἱ ἁμαρτίες του. Ἡ φιλαργυρία του, ἡ κλεψιὰ – «καὶ κλέπτης ἤν», λέει – ὁ φθόνος, ἡ κακία, ἡ δολιότης, ἡ σκληροκαρδία, ἡ προδοσία καὶ τόσα ἄλλα. 
Σ’ αὐτὲς τὶς ἁμαρτίες προσετέθηκε ἀκόμα μία. Τὸ ὅτι κοινώνησε ἀναξίως τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου. Ἀφοῦ ἦταν ἀνάξιος καὶ ἀκάθαρτος, γιατί προσῆλθε σ’ αὐτὸ τὸ δεῖπνο ὁ Ἰούδας; Τί ἤθελε νὰ δείξει, ὅτι δῆθεν ἦτο καθαρός; Μὰ αὐτὸ εἶναι ὑποκρισία! Θὰ μποροῦσα νὰ πῶ εἶναι ἀσυνειδησία, μέσα στὰ τόσα φοβερὰ ποὺ προσδίδει ἡ Ἐκκλησία μας ἐπίθετα στὸν Ἰούδα, τοῦ προσέδωσε καὶ αὐτό. Σὲ ἕνα τροπάριο ἂν προσέξατε τὸν ἀποκαλεῖ ἀσυνείδητο. Νὰ πὼς τὸ λέγει ὁ ὑμνογράφος. «Ἐδέξαντο τὸ λυτήριον τῆς ἁμαρτίας Σῶμα, ὁ ἀσυνείδητος, καὶ τὸ Αἷμα τὸ χεόμενον ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου τὸ θεῖον», δηλαδή, «ὁ ἀσυνείδητος Ἰούδας ἐλάμβανε στὴν δεξιὰ του χείρα τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου, διὰ τοῦ ὁποίου δίδεται, παρέχεται, ἡ ἄφεσις τῶν ἁμαρτιῶν, καὶ τὸ Θεῖον Αἷμα ποὺ χύνεται γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου.»

Καὶ τίθεται ἕνα ἐρώτημα. Εἶναι ἀσυνείδητος μόνον ὁ Ἰούδας; Ἀλλὰ ὄχι. Ἀλλὰ καὶ κάθε χριστιανὸς ποὺ εἶναι ἀνέτοιμος ὅταν προσέρχεται στὴ Θεία Κοινωνία. Τέτοιες μέρες σὰν κι αὐτὲς χαίρεται ὁ Θεός, χαίρεται ὁ Οὐρανός, χαίρονται οἱ ἄγγελοι, χαίρονται οἱ ἅγιοι, χαίρεται ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, χαίρονται οἱ πάντες, διότι οἱ πιστοὶ ἀγωνιζόμενοι χριστιανοὶ προσέρχονται νὰ κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, «ψυχαῖς καθαραῖς καὶ ἀρίπωταις χείλεσι», ὅπως τονίζει. Τὰ χείλη μας εἶναι καθαρά, ὅπως δὲ καὶ οἱ ψυχές μας, γι’ αὐτὸ καὶ τρέχομε νὰ κοινωνήσομε τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ δυστυχῶς ὅμως δὲν εἴμαστε ὅλοι ἕτοιμοι. 
Ὑπάρχει δὲ καὶ ἕνα πολὺ μεγάλο κακὸ τὸ ὁποῖον συνήθως τὸ ἀκοῦμε, βιάζουν οἱ σύζυγοι τοὺς ἄντρες των, ἢ καὶ τὸ ἀντίστροφο καμιὰ φορᾶ, βιάζουν ἀκόμα δὲ καὶ τὰ παιδιά μας τὰ μεγάλα, ἔτσι ἀπροετοίμαστα ὅπως εἶναι, νὰ πᾶνε νὰ κοινωνήσουν «γιὰ τὸ καλό το χρόνου». Καὶ μάλιστα λέει καὶ τὸ βράδυ τὸ Πάσχα, ἐπειδὴ διαβάζεται ὁ Κατηχητικὸς Λόγος, λένε ὅτι αὐτὸ εἶναι ἡ συγχωρητικὴ εὐχή, δὲν εἶναι, λόγος εἶναι, ἕνας λόγος τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ μᾶς δηλώνει γιὰ τὸν θρίαμβον τῆς Ἀναστάσεως. Ἐκεῖνο ποὺ γίνεται μεγάλη παρεξήγησις γιατί δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ποῦμε τότε, στὸ «νηστεύσαντες καὶ μὴ νηστεύσαντες», ἀφορᾶ ἐκείνους ποὺ δὲν μποροῦν νὰ νηστεύσουν γιὰ λόγους ὑγείας, ὄχι γιὰ κείνους οἱ ὁποῖοι συνειδητὰ δὲν νηστεύουν, ἂν καὶ ἔχουν τὶς δυνάμεις τὶς σωματικές, δὲ μιλάει γι’ αὐτοὺς ὁ Χρυσόστομος, μιλάει γιὰ κείνους ποὺ εἶναι ἄρρωστοι, ποὺ εἶναι ἀσθενεῖς, ποὺ εἶναι ἀνήμποροι, ποὺ εἶναι στὸ κρεβάτι, ἢ ἂν εἶναι ὄρθιοι, ἔχουν χίλια δύο βάσανα στὸ σῶμα τους καὶ οἱ καϋμένοι δὲν μποροῦν νὰ νηστεύψουν, καὶ ὅταν τρῶνε, τοὺς τρώει καὶ μέσα τους τὰ σωθικά, κάθε φορᾶ ποὺ κάνουν μία μικρὴ κατάλυση ἢ μεγάλη. Γι’ αὐτοὺς μιλάει ὁ Χρυσόστομος… Λοιπὸν ἁμαρτάνουν ὅλοι ὅσοι πιέζουν τοὺς ἀνθρώπους, αὐτοὺς τοὺς οἰκείους δηλαδή, νὰ νηστεύουν (κοινωνήσουν). 

Καὶ βέβαια ἤθελα, γιὰ νὰ τελειώνουμε κιόλας, μὴ σᾶς κουράζω, θέλω νὰ κάνω μία ἐρώτηση. Τί ὠφέλησε τὸν Ἰούδα ποὺ κοινώνησε καὶ ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ χέρια τοῦ Κυρίου. Ἐμεῖς κοινωνᾶμε μόνοι μας ὡς ἱερεῖς. Ἐσεῖς κοινωνᾶτε ἀπ’ τὰ χέρια τῶν ἱερέων. Ἀνάξιοι, ἄξιοι, ἅγιοι, μὴ ἅγιοι, ἁμαρτωλοί, ξαμαρτωλοί, κοινωνᾶτε. Ἀμ’ αὐτὸς πού κοινώνησε ὅμως ἀπ’ τὰ χέρια τοῦ Κυρίου, τί τὸν ὠφέλησε ἡ Θεία Κοινωνία; Ἀφοῦ μετὰ τὴ Θεία Κοινωνία πῆγε καὶ πρόδωσε!... Ἁμαρτωλὸς ἦταν, ἁμαρτωλὸς παρέμεινε. Βρώμικος ἦταν, βρώμικος παρέμεινε. Φιλάργυρος ἦταν, φιλάργυρος παρέμεινε. Ἐλεεινὸς ἦταν, ἐλεεινὸς παρέμεινε. Τί τὸν ὠφέλησε; Ξέρετε καὶ ποιὸ ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα. Πῆγε ὕστερα καὶ κρεμάστηκε. Αὐτοκτόνησε. Καὶ ὄχι μόνον αὐτοκτόνησε ἀλλὰ οὔτε τὸ δένδρο τὸν δέχτηκε. Ἔσπασε τὸ κλαδί, ὅπως διηγεῖται ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ἔπεσε κάτω, σχίστηκε ἡ κοιλιά του, ἄνοιξαν τὰ σπλάχνα του καὶ βγῆκαν πρὸς τὰ ἔξω. Οὔτε ἡ γῆ δὲν τὸν δέχτηκε. Τί τὸν ὠφέλησε ἡ Θεία Κοινωνία ὅταν ἀφοῦ δὲν ἦταν ἕτοιμος, δὲν εἶχε μετάνοια… Καταδέχτηκε μάλιστα νὰ τοῦ πλένει καὶ τὰ πόδια ὁ Κύριος, καὶ δὲν διαμαρτυρήθηκε.
Καὶ ὅταν τοῦ ἔδωσε τὸ τρυβλίον, τοῦ ἔδωσε τὸν ἄρτο βουτηγμένο μέσα στὸ κρασὶ καὶ τοῦ εἶπε ὅτι αὐτὸς ποὺ θὰ τὸ φάγει αὐτό, αὐτὸς θὰ μὲ προδώσει, οὔτε ἐκείνη τὴ στιγμὴ δὲ συνῆλθε, ἔτσι τὶς περισσότερες φορὲς δὲ συνερχόμεθα καὶ μεῖς. 
Περνᾶνε τὰ δραματικὰ γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ἔρχεται τὸ Πάσχα, κροτοῦν τὰ βεγγαλικά, ὑπάρχουν καὶ οἱ λάμψεις εἰς τὸν οὐρανὸ μὲ τὶς φωτοβολίδες, χαιρόμεθα, ψήνουμε τὸ ἀρνὶ τὴν ἄλλη μέρα, καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες τὰ ξεχνᾶμε ὅλα. Τὰ ξεχνᾶμε ὅλα.

Ἂν δὲν εἴμαστε ἕτοιμοι, ἂν δὲν εἴμαστε ἕτοιμοι, δὲν τὸ λέω γιά μας, τὸ λέω γιὰ τοὺς χιλιάδες τῶν ἀνθρώπων καὶ τὰ ἑκατομμύρια τῶν Ἑλλήνων, ποὺ εἶναι σήμερα ἔξω ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες, ποὺ θάπρεπε νὰ ἦταν ὄχι μόνο γεμάτες, νὰ μὴ μᾶς χωροῦσαν οὔτε οἱ πλατεῖες τῶν ἐκκλησιῶν οὔτε οἱ δρόμοι, οὔτε καὶ τὰ παραδρομάκια καὶ τὰ σοκάκια. Γεμάτες οἱ ἐκκλησίες, μεγάφωνα παντοῦ νὰ ὑπῆρχαν, γιὰ νὰ συμμετεῖχαν ὡς χριστιανοὶ συνειδητὰ στὸ Θεῖο αὐτὸ δράμα, μήπως μέσα ἀπὸ αὐτὸ τὸ δράμα, ζοῦσε ὁ καθένας μας τὸ προσωπικό του δράμα, τῆς ἁμαρτίας, τῶν ἀδυναμιῶν του καὶ τῶν παθῶν του, καὶ φώναζε, καὶ ἂν δὲν ὑπάρχει πνευματικὸς μπορεῖ νὰ φωνάξει, «Θεέ μου ἐλέησέ με τὸν ἁμαρτωλόν, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν Σου, καὶ φωνάζω ὡς ἄλλος ὁ ληστής, Μνήσθητί μου Κύριε ὅταν ἔρθεις ἐν τ Βασιλεία Σου.» Καὶ κακοῦργοι νάμαστε, ἂν ἔχομε μετάνοια θὰ σωθοῦμε. Καὶ χωρὶς πνευματικό. Θὰ σωθοῦμε. Ἀρκεῖ νὰ τὸ φωνάξουμε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μας, συνειδητά, ὡς ἁμαρτωλοί, ὅτι ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, καὶ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς δώσει τὴν εὐκαιρία, πέρα ἀπὸ τὰ δάκρυα ποὺ θὰ χύσουμε ἐκείνη τὴ στιγμὴ καὶ τὸν στεναγμὸ ποὺ θὰ βγάλουμε ἀπ’ τὰ στήθη μας, καὶ τὴ γροθιὰ ποὺ θὰ τὴ χτυπήσουμε πάνω ἐδῶ, θὰ μᾶς δώσει τὴν εὐκαιρία, ὅπως τὴν ἔδωσε σὲ χιλιάδες ἀνθρώπους, καὶ ἐνθυμοῦμε ἕναν, πού ὅταν ἤτανε βαριὰ πληγωμένος, φώναξε μία νοσοκόμα καὶ τῆς εἶπε «κάτσε ἐδῶ δίπλα μου», «θέλω νὰ ἐξομολογηθῶ», «μὰ δὲν εἶμαι ἱερεύς», «θὰ τὰ μεταφέρεις στὸν πρῶτο πνευματικὸ ποὺ θὰ βρεῖς αὐτὰ ποὺ θὰ σοὺ ἐξομολογηθῶ» καὶ ἐξομολογήθηκε στὴ νοσοκόμα, καὶ πῆγε στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, καὶ κείνη τὰ εἶπε κατόπιν στὸν πνευματικὸ καὶ ἐπίσκοπο, καὶ διάβασε συγχωρητικὴ εὐχή, καὶ εἶδε τὴν ψυχὴ ἀνάμεσα στοὺς ἀγγέλους καὶ στοὺς Ἁγίους. 

Καμία δικαιολογία δὲν ὑπάρχει γιὰ κανέναν ἀπό μας, ὅταν θέλει νὰ μετανοήσει γιὰ νὰ βρεθεῖ στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. 

Ἀδελφοί μου τέτοια μετάνοια ζητεῖ ἀπ’ ὅλους μας ὁ Θεός, 
Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.