Νουθετώντας νέο κληρικό, τοῦ εἶπε: «Κάποτε, ὁ πονηρός διάβολος ἔφερε ἐδῶ στό Μοναστήρι μία νέα γυναῖκα νά ἐξομολογηθῆ καί, θά φανῆ περίεργο, μοῦ ἔκανε ἀνήθικη πρόταση. Τήν μά-λωσα καί τήν ἔδιωξα κακήν κακῶς. Τόσοι νέοι, πάτερ μου, ἔξω στόν κόσμο σάν τά κρύα τά νερά, καί ὁ πονηρός τήν ἔφερε ἐδῶ σέ μένα, πού δέν μπορῶ νά σταθῶ στά πόδια μου καί εἶμαι μέ ἑπτά ἐγχειρήσεις, καταπονημένος καί ἄχρηστος. Ξέρεις πόσες τέτοιες ἔρχονται στήν Μονή καί κουβαλᾶνε μαζί τους τό δαιμόνιο τῆς πορνείας! Τίς φέρνει ὁ πειρασμός γιά νά ξελογιάση τούς μοναχούς.
»Καί ἐσύ, πάτερ μου, τώρα πού εἶσαι νέος κληρικός, νά προσέχης, καί σέ νέες γυναῖκες πού θέλουν νά σοῦ φιλήσουνε τό χέρι, νά προσέχης, νά μήν τό δίνης σέ ὅλες, καί εἰδικώτερα στίς νεώτερες σέ ἡλικία. Νά τό τραβᾶς νά μήν σέ ἀγγίζουν μέ τό δικό τους, μπορεῖ νά ἔχουν τόν δαίμονα τῆς πορνείας καί νά στό μεταδώσουν καί μετά θά ἔχης φοβερό σαρκικό πόλεμο, νά προσέχης πολύ. Νά, μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἐγώ τίς ξέρω ποιές εἶναι τέτοιες, μέ πληροφορεῖ ὁ ὅσιος Δαυΐδ ἀπό νωρίτερα, καί προσέχω».
«Πάτερ μου, πόσο σέ χαίρομαι πού ἔχεις τά μαλλάκια σου καί τά γενάκια σου. Ποτέ, πάτερ μου, νά μήν τά κόψης. Ὁ Ἱερέας καί Λειτουργός τοῦ Ὑψίστου πρέπει... νά εἶναι σεβάσμιος, ἱεροπρεπής, νά ἐμπνέη τούς πιστούς γιά νά τόν πλησιάζουν, ἀλλά καί νά τόν ἐμπιστεύωνται, νά τοῦ ἐξομολογοῦνται τά ἁμαρτήματα καί νά τοῦ λένε τόν πόνο τους. Νά, πάτερ μου, ἔρχονται ἐδῶ στήν μονή τοῦ Ὁσίου πολλοί ἱερεῖς κουρεμένοι⋅ πόσο μέ στεναχωρεῖ πού τούς βλέπω ἔτσι σάν λαϊκούς! Ἀλλά τί νά κάνω; Εἶναι Λειτουργοί τοῦ Ὑψίστου, τούς ἀφήνω καί λειτουργοῦν νά μήν τούς στεναχωρήσω, ὁ Θεός νά τούς φωτίση. Καί τά νύχια σου, πάτερ μου, νά μήν τά πετᾶς⋅ νά τά μαζεύης. Καί ὅ,τι ἁγιασμένο ἔχεις, νά τό καῖς στό χωνευτήρι”».
«Μέ παπᾶδες πού ἔχουν κοσμικό πνεῦμα νά μήν κάνης παρέα».
«Ὁ ἱερέας, πρέπει νά κάνη τίς ἀκολουθίες του καθημερινά πρωΐ–βράδυ, νά διαβάζη τήν θεία Μετάληψη καί τήν θεία Εὐχαριστία (ὅταν λειτουργῆ), νά ἔχη συχνή ἐξομολόγηση καί κατάσταση πνευματική. Εἶναι κάτι τό διαφορετικό, κάτι πού δέν τό ἔχουν ὅλοι, ἔχει τήν Ἱερωσύνη. Πιάνει τόν ἴδιο τόν Χριστό στά χέρια του καθημερινά».
«Ὅταν, παιδιά μου, γίνεται ἕνας Ἐπίσκοπος, γιά νά διαλύση τά Μοναστήρια, τότε καλύτερα νά μή γίνεται, διότι εἶναι πνευματικά λιμάνια τά ἱερά Μοναστήρια».
«Ἁμαρτία εἶναι νά κατηγοροῦμε τούς Ἐπισκόπους καί τούς Ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου. Ἂς προσευχώμεθα».
«Τά Σαρανταλείτουργα ἔχουν μεγάλη ἀξία γιά τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Γιά τούς ζῶντας καί τούς τεθνεῶτας».
«Ἄλλο (εἶναι) ἡ προσευχή καί ἄλλο ἡ ἐλεημοσύνη. Καί ἡ ἐλεημοσύνη πιάνει (βοηθᾶ) τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλά ἄλλο (εἶναι) τό μνημόσυνο, ἡ προσευχή. Διότι ἔτσι τά βρήκαμε. Ἔτσι εἶναι. Καί ἀπό τούς Ἀποστολικούς χρόνους. Αὐτά, παιδιά μου, εἶναι ἐξ ἀμνημονεύτων χρόνων. Δέν μπορεῖ κάποιος νά κόψη αὐτά τά πράγματα».
«Σηκωνόμαστε τήν νύχτα γιά νά μνημονεύσωμε αὐτά τά ὀνόματα. Ἔχομε χιλιάδες ὀνόματα, περίπου 20–30.000 ὀνόματα. Εἶναι εὐεργέται τοῦ Μοναστηριοῦ, ἀπό πρίν 38 χρόνια πού ἦρθα στό Μοναστήρι. Ἄλλος μέ ἔδωσε αὐτό τό ποτηράκι, ἄλλος αὐτό τό φλυτζανάκι, αὐτό τό νάϋλον, ἄλλος τήν λάμπα, ἄλλος μία εἰκονίτσα, ἄλλος ἕνα καδράκι, ἄλλος ἐκεῖνο τόν μπουφέ, ἄλλος ἕνα ρολόϊ, καί ἔχω τά ὀνόματά τους ἀπό τό 1952 πού χειροτονήθηκα ἱερέας τοῦ Ὑψίστου καί τά μνημονεύω. Αὐτοί φύγαν ἀπ᾽ τήν ζωή οἱ περισσότεροι».
«Τά Σαρανταλείτουργα βοηθοῦν πολύ. Ἔχει μεγάλη ἀξία ἡ μερίδα πού βγάζει ὁ ἱερέας, ὅταν διαβάζωμε αὐτά τά ὀνόματα. Τά παίρνει κάθε πρωΐ Ἄγγελος Κυρίου, διότι τήν ὥρα πού ἀρχίζει ἡ προσκομιδή κατεβαίνουν Ἄγγελοι Κυρίου. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔβλεπε τήν ὥρα πού ἄρχιζε ἡ προσκομιδή ἀπ᾽ τήν σκεπή ἀπάνω τῆς Ἐκκλησίας νά πετᾶνε λευκοφόρα παλληκάρια, Ἄγγελοι Κυρίου. Καί σέ κάθε Χριστιανό στεκόταν Ἄγγελος Κυρίου, ὁ φύλακας τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ζωῆς του. Καί μέσα τό Ἱερό γεμᾶτο Ἄγγελοι καί ἔπαιρναν τήν ἀναφορά αὐτή, νά τήν πᾶνε στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ. (Αὐτά) παιδιά μου, τά ᾽λεγε ἕνας Πατριάρχης».
«Εἶναι ἀπαραίτητα ὅλα τά μνημόσυνα γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι κάνουν πολυτελῆ μνημόσυνα, κάνουν περιττά ἔξοδα. Ἡ ψυχή ζητάει ἁπλά πράγματα. Νά βράσωμε μία χούφτα στάρι καί νά εἴμαστε καθαροί, νά ζυμώσωμε καί τό πρόσφορο μέ προσευχή. Νά τά πᾶμε στήν Ἐκκλησία, στήν θεία Λειτουργία νά μνημονευθοῦν τά ὀνόματα τῶν ”κεκοιμημένων” καί νά ψάλλουν τά μνημόσυνα».
«Αὐτά τά μνημονεύματα τά θέλουν οἱ ψυχές καί βλέπουν ἄνεση καί οἱ πεθαμένοι ἐκεῖ πού εἶναι, διότι πεθαίνουν τά σώματα, ἀλλά ψυχικῶς ὅμως ζοῦν τά πνεύματα αὐτά».
«Ἕνα δαιμόνιο μέ τήν φωνή ἑνός δαιμονισμένου μοῦ εἶπε: “Προτιμῶ, ρέ Ἰάκωβε, (νά ρίξω στήν ἁμαρτία) ἕναν ἀπό σᾶς τούς μοναχούς, τούς παπᾶδες, παρά πεντακόσιους κοσμικούς. Πεντακόσιους κοσμικούς τούς ἔχουμε στό χέρι. Ἀλλά ἐσᾶς, ἐσᾶς. Ἕναν ἀπό σᾶς προτιμοῦμε”».
«Ἄν γνώριζε κανείς γιά τήν θεία Λειτουργία, τί ἐστι θεία Λειτουργία!
»Κάποιος Τοῦρκος πού εἶδε τήν θεία Λειτουργία, εἶδε δίπλα σέ κάθε Χριστιανό νά στέκεται καί ἕνας λευκοφορεμένος νέος Ἄγγελος⋅ μαζί δέ μέ τούς Ἱερεῖς εἰσοδεύανε καί τάγματα ὁλόκληρα τέτοιων λευκοφορεμένων Ἀγγέλων καί νά κρατᾶνε ἀπό ἕνα ποτήρι μέ κρασί καί ἕνα δισκάκι μέ ἅγιο Ἄρτο. Καί πῆγαν καί τά ἀποθέσαν οἱ Ἱερεῖς στήν ἁγία Τράπεζα καί πῆγαν καί αὐτοί οἱ νέοι καί γέμισε ἡ ἁγία Τράπεζα. Αὐτοί οἱ Ἄγγελοι βοηθοῦν τούς Χριστιανούς νά προσεύχωνται μέ πίστη, καμμιά φορά (ὅμως) ὁ διάβολος μᾶς ἀποσπᾶ τό μυαλό μας καί ἡ σκέψη μας φεύγει στά γήϊνα. Ἐμεῖς, ὅσο μποροῦμε, ἄς διώχνουμε τόν (δαιμονικό) λογισμό καί ἄς προσευχώμεθα “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, βοήθησέ μας” καί μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄς προσευχώμεθα συνέχεια, γιά νά μᾶς φύγη αὐτή ἡ πονηρή σκέψις».
«Αὐτοί πού γίνονται Ἱερεῖς, γίνονται γιά νά γίνουν ἅγιοι, ὅπως μᾶς τό λέει καί ὁ Χριστός μας στό Εὐαγγέλιον. Ἀλλά μετά οἱ τιμές, ὁ ἐγωϊσμός, ἡ ὑπερηφάνεια, οἱ πρόσκαιρες δόξες, μᾶς πλανοῦν, δέν φροντίζουμε νά γίνουμε ἅγιοι καί χάνουμε καί τήν ψυχή μας πολλές φορές».
«Ὁ Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος πού μέ χειροτόνησε πρίν 38 χρόνια, μοῦ εἶπε: “Παιδί μου, αὐτήν τήν στιγμή πού λειτουργεῖς εἶσαι ἀνώτερος τοῦ Βασιλέως, διότι, ὅταν ὁ Βασιλεύς θά ᾽ρθῆ στήν Λειτουργία, θά πάρη ἀντίδωρο ἀπό τό χέρι σου, θά σοῦ φιλήση τό χέρι”».
«Κάθε κληρικός, κάθε Ἱερέας καί κάθε Χριστιανός θά πρέπη νά προσέρχωνται καί νά ἀφιερώνωνται στό Μυστήριο τῆς θείας Λειτουργίας καί σέ ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Καλόν εἶναι καί οἱ Θεολόγοι καί οἱ Ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου νά προσέχουν τήν ζωή τους, νά ἔχουν πίστη Θεοῦ ἀλλά νά ἔχουνε καί καλά ἔργα, ὅπως εἶπε καί ὁ θεῖος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος. Νά ὑπομένουν τούς πειρασμούς, τίς δοκιμασίες, νά διδάσκουν τόν λόγον τῆς ἀληθείας, ὅπως λέμε “τὸν ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας”. Εὔχομαι νά γίνωνται (οἱ νέοι) Ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου καί νά εἶναι ὑποδείγματα γιά τήν σω-τηρία τῆς ψυχῆς τους, ἀλλά καί γιά τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων».
«Μία εἶναι ἡ Θρησκεία μας, ἡ Ὀρθοδοξία μας. (Ἐμεῖς πιστεύομε) εἰς μίαν ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Ἔχουμε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας ἐμεῖς. Ὅταν γονατίση ὁ Ἱερεύς νά κάνη προσευχή, τόν οὐρανό μπορεῖ νά κατεβάση καί τά πάντα μπορεῖ νά κάνη καλά μέ τήν προσευχή του ὅταν ἔχη πίστη, ὅπως ὁ προφήτης Ἠλίας καί ἐκεῖνος ἄνθρωπος ὁμοιοπαθής, λέει ὁ θεῖος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος, ἀλλά διά τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας του ἔκανε τόν οὐρανό καί ἔβρεξε».
Β. ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ από το Βιβλίο “Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ–ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ–ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ” της σειράς ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΒΙΩΜΑ 4
ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ – ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ «ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ» σελ. 85-87
»Καί ἐσύ, πάτερ μου, τώρα πού εἶσαι νέος κληρικός, νά προσέχης, καί σέ νέες γυναῖκες πού θέλουν νά σοῦ φιλήσουνε τό χέρι, νά προσέχης, νά μήν τό δίνης σέ ὅλες, καί εἰδικώτερα στίς νεώτερες σέ ἡλικία. Νά τό τραβᾶς νά μήν σέ ἀγγίζουν μέ τό δικό τους, μπορεῖ νά ἔχουν τόν δαίμονα τῆς πορνείας καί νά στό μεταδώσουν καί μετά θά ἔχης φοβερό σαρκικό πόλεμο, νά προσέχης πολύ. Νά, μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἐγώ τίς ξέρω ποιές εἶναι τέτοιες, μέ πληροφορεῖ ὁ ὅσιος Δαυΐδ ἀπό νωρίτερα, καί προσέχω».
«Πάτερ μου, πόσο σέ χαίρομαι πού ἔχεις τά μαλλάκια σου καί τά γενάκια σου. Ποτέ, πάτερ μου, νά μήν τά κόψης. Ὁ Ἱερέας καί Λειτουργός τοῦ Ὑψίστου πρέπει... νά εἶναι σεβάσμιος, ἱεροπρεπής, νά ἐμπνέη τούς πιστούς γιά νά τόν πλησιάζουν, ἀλλά καί νά τόν ἐμπιστεύωνται, νά τοῦ ἐξομολογοῦνται τά ἁμαρτήματα καί νά τοῦ λένε τόν πόνο τους. Νά, πάτερ μου, ἔρχονται ἐδῶ στήν μονή τοῦ Ὁσίου πολλοί ἱερεῖς κουρεμένοι⋅ πόσο μέ στεναχωρεῖ πού τούς βλέπω ἔτσι σάν λαϊκούς! Ἀλλά τί νά κάνω; Εἶναι Λειτουργοί τοῦ Ὑψίστου, τούς ἀφήνω καί λειτουργοῦν νά μήν τούς στεναχωρήσω, ὁ Θεός νά τούς φωτίση. Καί τά νύχια σου, πάτερ μου, νά μήν τά πετᾶς⋅ νά τά μαζεύης. Καί ὅ,τι ἁγιασμένο ἔχεις, νά τό καῖς στό χωνευτήρι”».
«Μέ παπᾶδες πού ἔχουν κοσμικό πνεῦμα νά μήν κάνης παρέα».
«Ὁ ἱερέας, πρέπει νά κάνη τίς ἀκολουθίες του καθημερινά πρωΐ–βράδυ, νά διαβάζη τήν θεία Μετάληψη καί τήν θεία Εὐχαριστία (ὅταν λειτουργῆ), νά ἔχη συχνή ἐξομολόγηση καί κατάσταση πνευματική. Εἶναι κάτι τό διαφορετικό, κάτι πού δέν τό ἔχουν ὅλοι, ἔχει τήν Ἱερωσύνη. Πιάνει τόν ἴδιο τόν Χριστό στά χέρια του καθημερινά».
«Ὅταν, παιδιά μου, γίνεται ἕνας Ἐπίσκοπος, γιά νά διαλύση τά Μοναστήρια, τότε καλύτερα νά μή γίνεται, διότι εἶναι πνευματικά λιμάνια τά ἱερά Μοναστήρια».
«Ἁμαρτία εἶναι νά κατηγοροῦμε τούς Ἐπισκόπους καί τούς Ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου. Ἂς προσευχώμεθα».
«Τά Σαρανταλείτουργα ἔχουν μεγάλη ἀξία γιά τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Γιά τούς ζῶντας καί τούς τεθνεῶτας».
«Ἄλλο (εἶναι) ἡ προσευχή καί ἄλλο ἡ ἐλεημοσύνη. Καί ἡ ἐλεημοσύνη πιάνει (βοηθᾶ) τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλά ἄλλο (εἶναι) τό μνημόσυνο, ἡ προσευχή. Διότι ἔτσι τά βρήκαμε. Ἔτσι εἶναι. Καί ἀπό τούς Ἀποστολικούς χρόνους. Αὐτά, παιδιά μου, εἶναι ἐξ ἀμνημονεύτων χρόνων. Δέν μπορεῖ κάποιος νά κόψη αὐτά τά πράγματα».
«Σηκωνόμαστε τήν νύχτα γιά νά μνημονεύσωμε αὐτά τά ὀνόματα. Ἔχομε χιλιάδες ὀνόματα, περίπου 20–30.000 ὀνόματα. Εἶναι εὐεργέται τοῦ Μοναστηριοῦ, ἀπό πρίν 38 χρόνια πού ἦρθα στό Μοναστήρι. Ἄλλος μέ ἔδωσε αὐτό τό ποτηράκι, ἄλλος αὐτό τό φλυτζανάκι, αὐτό τό νάϋλον, ἄλλος τήν λάμπα, ἄλλος μία εἰκονίτσα, ἄλλος ἕνα καδράκι, ἄλλος ἐκεῖνο τόν μπουφέ, ἄλλος ἕνα ρολόϊ, καί ἔχω τά ὀνόματά τους ἀπό τό 1952 πού χειροτονήθηκα ἱερέας τοῦ Ὑψίστου καί τά μνημονεύω. Αὐτοί φύγαν ἀπ᾽ τήν ζωή οἱ περισσότεροι».
«Τά Σαρανταλείτουργα βοηθοῦν πολύ. Ἔχει μεγάλη ἀξία ἡ μερίδα πού βγάζει ὁ ἱερέας, ὅταν διαβάζωμε αὐτά τά ὀνόματα. Τά παίρνει κάθε πρωΐ Ἄγγελος Κυρίου, διότι τήν ὥρα πού ἀρχίζει ἡ προσκομιδή κατεβαίνουν Ἄγγελοι Κυρίου. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔβλεπε τήν ὥρα πού ἄρχιζε ἡ προσκομιδή ἀπ᾽ τήν σκεπή ἀπάνω τῆς Ἐκκλησίας νά πετᾶνε λευκοφόρα παλληκάρια, Ἄγγελοι Κυρίου. Καί σέ κάθε Χριστιανό στεκόταν Ἄγγελος Κυρίου, ὁ φύλακας τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ζωῆς του. Καί μέσα τό Ἱερό γεμᾶτο Ἄγγελοι καί ἔπαιρναν τήν ἀναφορά αὐτή, νά τήν πᾶνε στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ. (Αὐτά) παιδιά μου, τά ᾽λεγε ἕνας Πατριάρχης».
«Εἶναι ἀπαραίτητα ὅλα τά μνημόσυνα γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι κάνουν πολυτελῆ μνημόσυνα, κάνουν περιττά ἔξοδα. Ἡ ψυχή ζητάει ἁπλά πράγματα. Νά βράσωμε μία χούφτα στάρι καί νά εἴμαστε καθαροί, νά ζυμώσωμε καί τό πρόσφορο μέ προσευχή. Νά τά πᾶμε στήν Ἐκκλησία, στήν θεία Λειτουργία νά μνημονευθοῦν τά ὀνόματα τῶν ”κεκοιμημένων” καί νά ψάλλουν τά μνημόσυνα».
«Αὐτά τά μνημονεύματα τά θέλουν οἱ ψυχές καί βλέπουν ἄνεση καί οἱ πεθαμένοι ἐκεῖ πού εἶναι, διότι πεθαίνουν τά σώματα, ἀλλά ψυχικῶς ὅμως ζοῦν τά πνεύματα αὐτά».
«Ἕνα δαιμόνιο μέ τήν φωνή ἑνός δαιμονισμένου μοῦ εἶπε: “Προτιμῶ, ρέ Ἰάκωβε, (νά ρίξω στήν ἁμαρτία) ἕναν ἀπό σᾶς τούς μοναχούς, τούς παπᾶδες, παρά πεντακόσιους κοσμικούς. Πεντακόσιους κοσμικούς τούς ἔχουμε στό χέρι. Ἀλλά ἐσᾶς, ἐσᾶς. Ἕναν ἀπό σᾶς προτιμοῦμε”».
«Ἄν γνώριζε κανείς γιά τήν θεία Λειτουργία, τί ἐστι θεία Λειτουργία!
»Κάποιος Τοῦρκος πού εἶδε τήν θεία Λειτουργία, εἶδε δίπλα σέ κάθε Χριστιανό νά στέκεται καί ἕνας λευκοφορεμένος νέος Ἄγγελος⋅ μαζί δέ μέ τούς Ἱερεῖς εἰσοδεύανε καί τάγματα ὁλόκληρα τέτοιων λευκοφορεμένων Ἀγγέλων καί νά κρατᾶνε ἀπό ἕνα ποτήρι μέ κρασί καί ἕνα δισκάκι μέ ἅγιο Ἄρτο. Καί πῆγαν καί τά ἀποθέσαν οἱ Ἱερεῖς στήν ἁγία Τράπεζα καί πῆγαν καί αὐτοί οἱ νέοι καί γέμισε ἡ ἁγία Τράπεζα. Αὐτοί οἱ Ἄγγελοι βοηθοῦν τούς Χριστιανούς νά προσεύχωνται μέ πίστη, καμμιά φορά (ὅμως) ὁ διάβολος μᾶς ἀποσπᾶ τό μυαλό μας καί ἡ σκέψη μας φεύγει στά γήϊνα. Ἐμεῖς, ὅσο μποροῦμε, ἄς διώχνουμε τόν (δαιμονικό) λογισμό καί ἄς προσευχώμεθα “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, βοήθησέ μας” καί μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄς προσευχώμεθα συνέχεια, γιά νά μᾶς φύγη αὐτή ἡ πονηρή σκέψις».
«Αὐτοί πού γίνονται Ἱερεῖς, γίνονται γιά νά γίνουν ἅγιοι, ὅπως μᾶς τό λέει καί ὁ Χριστός μας στό Εὐαγγέλιον. Ἀλλά μετά οἱ τιμές, ὁ ἐγωϊσμός, ἡ ὑπερηφάνεια, οἱ πρόσκαιρες δόξες, μᾶς πλανοῦν, δέν φροντίζουμε νά γίνουμε ἅγιοι καί χάνουμε καί τήν ψυχή μας πολλές φορές».
«Ὁ Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος πού μέ χειροτόνησε πρίν 38 χρόνια, μοῦ εἶπε: “Παιδί μου, αὐτήν τήν στιγμή πού λειτουργεῖς εἶσαι ἀνώτερος τοῦ Βασιλέως, διότι, ὅταν ὁ Βασιλεύς θά ᾽ρθῆ στήν Λειτουργία, θά πάρη ἀντίδωρο ἀπό τό χέρι σου, θά σοῦ φιλήση τό χέρι”».
«Κάθε κληρικός, κάθε Ἱερέας καί κάθε Χριστιανός θά πρέπη νά προσέρχωνται καί νά ἀφιερώνωνται στό Μυστήριο τῆς θείας Λειτουργίας καί σέ ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Καλόν εἶναι καί οἱ Θεολόγοι καί οἱ Ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου νά προσέχουν τήν ζωή τους, νά ἔχουν πίστη Θεοῦ ἀλλά νά ἔχουνε καί καλά ἔργα, ὅπως εἶπε καί ὁ θεῖος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος. Νά ὑπομένουν τούς πειρασμούς, τίς δοκιμασίες, νά διδάσκουν τόν λόγον τῆς ἀληθείας, ὅπως λέμε “τὸν ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας”. Εὔχομαι νά γίνωνται (οἱ νέοι) Ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου καί νά εἶναι ὑποδείγματα γιά τήν σω-τηρία τῆς ψυχῆς τους, ἀλλά καί γιά τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων».
«Μία εἶναι ἡ Θρησκεία μας, ἡ Ὀρθοδοξία μας. (Ἐμεῖς πιστεύομε) εἰς μίαν ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν. Ἔχουμε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας ἐμεῖς. Ὅταν γονατίση ὁ Ἱερεύς νά κάνη προσευχή, τόν οὐρανό μπορεῖ νά κατεβάση καί τά πάντα μπορεῖ νά κάνη καλά μέ τήν προσευχή του ὅταν ἔχη πίστη, ὅπως ὁ προφήτης Ἠλίας καί ἐκεῖνος ἄνθρωπος ὁμοιοπαθής, λέει ὁ θεῖος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος, ἀλλά διά τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας του ἔκανε τόν οὐρανό καί ἔβρεξε».
Β. ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ από το Βιβλίο “Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ–ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ–ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ” της σειράς ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΒΙΩΜΑ 4
ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ – ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ «ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ» σελ. 85-87

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου