26 Οκτ 2013

Ὁ ἐλεῶν πτωχὸν δανείζει Θεῶ

Γράφει ὁ πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα 
Κυριακής Ζ' Λουκᾶ (Β' Κορ. Θ' 6 – 11)
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ κλείνουν περισσότερο πρὸς τὴ θεωρία καὶ ἄλλοι ποὺ ἀρέσκονται στὴν πράξη. Οἱ λεγόμενοι θεωρητικοὶ καὶ οἱ πρακτικοί. Φυσικὰ καὶ τὰ δύο χρειάζονται καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ ὑπάρξει τὸ ἕνα χωρὶς τὸ ἄλλο.
Στὴ σημερινὸ ὅμως Ἀποστολικό μας Ἀνάγνωσμα, βλέπουμε πὼς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, διὰ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, μᾶς καθοδηγεῖ στὸ πῶς, ἐνῶ γνωρίζουμε τὴν «θεωρία» τῆς Πίστεως, ταυτοχρόνως θὰ συνδυάσουμε καὶ τὴν πράξη τῆς Χριστιανικῆς μας ζωῆς.
Καὶ ὁμολογουμένως, δὲν ὑπάρχει καλύτερος τρόπος, ἀπὸ τὸ νὰ δείξουμε τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη, μέσω τῆς εὐλογημένης ἐλεημοσύνης.
Ὄχι μόνο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς καθοδηγεῖ στὴν οὐράνια αὐτὴ ἀρετή, ἀλλὰ καὶ δὲν ὑπάρχει Πατέρας ἢ Διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ νὰ μὴν κήρυξε ἢ νὰ μὴν ἔγραψε γι' αὐτὴ τὴν θυγατέρα τῆς ἀγάπης.
Νὰ σταθοῦμε στὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο; Τόμοι ὁλόκληροι ἀπαρτίζουν τὶς ἐμπνευσμένες του ὁμιλίες ἐπάνω στὸ θέμα αὐτό. Ὑπάρχουν μάλιστα θέματα ποὺ ἀναπτύσσει, τὰ ὁποῖα, ἐνῶ εἶναι ὑψηλοῦ θεωρητικοῦ ἐπιπέδου, «ἡ σάλπιγγα τῆς Ἐκκλησίας», στὸ τέλος καταλήγει μὲ τὸ ἀναγκαῖο...
αὐτῆς τῆς ἀρετῆς.
Ὁ δε οὐρανοφάντωρ Βασίλειος, ἔλεγε χαρακτηριστικὰ ὅτι ἡ κάθε πράξη ἀγάπης ἀποτελεῖ «σπέρμα τῆς αἰωνίου χαρᾶς». Ἡ ἐλεημοσύνη ὅμως εἶναι «ἐπουράνιος σπορά»!
Ὅταν δηλ. ἐνεργοῦμε στὸ πλαίσιο τῆς ἐλεημοσύνης, εἶναι σᾶ νὰ σπείρουμε στὸν οὐρανὸ γιὰ προσωπικό μας λογαριασμό. Καὶ ὁπωσδήποτε, θὰ ἔλθει καὶ ὁ εὐλογημένος καιρός, ὅποτε θὰ φανοῦν οἱ πλούσιοι καρποὶ αὐτῆς τῆς πνευματικῆς σπορᾶς. Θέλοντας καὶ μὴ θὰ φτάσει ἡ ὥρα τῆς συγκομιδῆς καὶ τῶν ἀπολαύσεων τοῦ «κόπου τῆς ἀγάπης» μας.
Ὅπως ἐπίσης θὰ φανοῦν καὶ τὰ ἀντίθετα. Δηλ. ἡ ἔλλειψις τῶν ἀρετῶν καὶ ἡ αἰώνια πτωχεία, ὅταν ἀφήνουμε τὶς πρακτικὲς εὐκαιρίες ἀνεκμετάλλευτες.
Ὅσο κι ἂν ἀκούγεται παράδοξος ὁ λόγος, ὁ καρπὸς τῆς ἐλεημοσύνης, στὴν μορφὴ ποὺ τὴν ἀποκαλύπτει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, δηλ. μὲ ρίζα τὴν ἀγάπη, καὶ κορμὸ τὴν ἀφάνεια καὶ τὸ «κρυπτὸν» ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀποτελεῖ δικαιοσύνη. Ὅταν μάλιστα ὁ πιστὸς Χριστιανὸς συνδυάζει καὶ τὸ «περίσσευμα εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν», τότε «ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰώνα».
Ἀποτελεῖ δε κοινὴ θέση ὁλόκληρης τς Ὀρθόδοξης Πνευματικότητας ὅτι ἡ ἐξάσκηση αὐτῆς τῆς ἀρετῆς, φέρει τὴ συμφιλίωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Καὶ μόνο αὐτό; Ἡ ἀξία τῆς ἐλεημοσύνης φαίνεται καὶ στὸ ὅτι μὲ αὐτὴ «ὑποχρεώνεται» ἀπέναντί του πιστοῦ ὁ ἴδιος ὁ Θεός!
Ἀποκαλυπτικὴ καὶ πάλι ἡ Γραφὴ στὸ σημεῖο αὐτό: «Δανείζει Θεῶ ὁ ἐλεῶν πτωχὸν» (Παροιμ. ΙΘ' 17). Γινόμαστε δηλ. δανειστὲς καὶ πιστωτὲς τοῦ Κυρίου, ἐμεῖς οἱ ἀδύνατοι ἄνθρωποι διὰ τῆς ἐλεημοσύνης; Ναὶ ἀδελφοί μου. Συγκλονιστικό. Ἐνῶ οὐσιαστικὰ δὲν ἔχουμε τίποτα τὸ δικό μας, ὅλα ἀναμφιβόλως εἶναι δῶρα τῆς ἀγάπης Του, διὰ τῆς ἐλεημοσύνης, κάνουμε δάνειο σ' Αὐτὸν ποὺ προσέφερε τὰ πάντα καὶ μᾶς διατηρεῖ στὴν ὕπαρξη. Καὶ ἡ παραμικρὴ προσφορὰ στοὺς ἀδύναμους ἀδελφούς μας, φαινομενικῶς γίνεται στοὺς ἀνθρώπους. Οὐσιαστικῶς ὅμως, αὐτὸς ποὺ λαμβάνει τὴ μικρὴ καὶ ἀνθρώπινη ἀγάπη μας, εἶναι Αὐτὸς ὁ Θεάνθρωπος!
Γιατί αὐτό; Διότι ὅλους αὐτοὺς τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀδύνατούς τους θεωρεῖ «ἀδελφούς Του» (Ματθ. ΚΕ' 40).

Καὶ πάλι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, στὴν ΙΕ' ὁμιλία τοῦ στην προς Ρωμαίους Ἐπιστολή, ἀναφέρει πολὺ χαρακτηριστικά: «Περιέρχομαι προσαιτῶν καὶ ταῖς θύραις σου παριστάμενος προτείνω χείρα». Γυρίζω δηλ. ἐγὼ ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς ὡς ζητιάνος καὶ στέκομαι στὴν πόρτα σου καὶ ἁπλώνω τὸ χέρι μου.
Ἀλλὰ ἡ εὐλογημένη τούτη ἀρετή, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, φανερώνει ὅτι αὐτὴ θὰ εἶναι ὁ ρυθμιστὴς τῆς θέσεώς μας στὴν αἰωνιότητα. Οι «εὐλογημένοι τοῦ Πατρός», οἱ πιστοὶ δηλαδὴ ποὺ θὰ «κληρονομήσουν τὴν ἠτοιμασμένην βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. ΚΕ' 34), θὰ εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐλεημοσύνης. Αὐτὸ δήλ. γιὰ τὸ ὁποῖο ἀγωνιζόμαστε, τοῦτο ποὺ ἀποτελεῖ τὸ βαθύτατο καὶ ἀσίγαστο πόθο μας, ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ τὴ συγκεκριμένη ἀρετή.
Αὐτὸς δὲ εἶναι καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, στὴν ἐπὶ τοῦ ὅρους ὁμιλία, μακαρίζει τοὺς ἀνθρώπους ποὺ καλλιεργοῦν στὴν ψυχή τους, αὐτὴ τὴ διάθεση. «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Ματθ. Ἐ' 7). Θά ἐλεηθοῦν ἐν ἡμέρα Κρίσεως. Θὰ δεχθοῦν τὸ εὐμενὲς βλέμμα τοῦ Κριτοῦ καὶ Θεοῦ, ἀφοῦ βεβαίως ὁ καρπὸς τῆς ἀρετῆς αὐτῆς θὰ τοὺς ἐνισχύει καὶ θὰ τοὺς προστατεύει καὶ σ' αὐτὴ τὴν πρόσκαιρη ζωή.
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν πραγματικότητα ἀνακάλυψε καὶ ὁ προφήτης καὶ βασιλέας Δαυίδ, γι' αὐτὸ καὶ μέλπει: «Μακάριος ὁ συνιῶν ἐπὶ πτωχῶν καὶ πένητα. Ἐν ἡμέρα πονηρά, ρύσεται αὐτὸν ὁ Κύριος» (Ψαλμ. Μ' 1 – 4). Θα τὸν γλυτώσει δηλ. ὁ Θεὸς τὸν ἐλεήμονα ἀπὸ τὴν κάθε δυσκολία καὶ συμφορά.

Ὅμως, ὁ λόγος περὶ ἐλεημοσύνης δὲν ἔχει τέλος, ἀδελφοί μου. Ὅσο μάλιστα ἐξετάζουμε τὸ θέμα αὐτό, τόσο καὶ περισσότερες πτυχὲς τοῦ ἀνακαλύπτουμε. Γιατί ἄραγε; Μά, διότι τῆς ἀγάπης «οὐκ ἔσται τέλος».
Καλὸν ὅμως εἶναι νὰ περάσουμε στὴ συνέχεια καὶ νὰ δοῦμε ὁρισμένα βασικὰ ποὺ ἔχουν νὰ κάνουν μὲ τὸν τρόπο τῆς ἐλεημοσύνης. Μὲ τὴν πρακτική της «πρακτικῆς πλευρᾶς» τῆς πίστεως, θὰ λέγαμε.

Μάλιστα, στὴ δική μας δύσκολη ἀπὸ κάθε ἄποψη ἐποχή, τὸ θέμα αὐτὸ ἀναδεικνύεται ἀπὸ ἐπίκαιρο ἕως καὶ τραγικό. Τίθεται λοιπὸν τὸ ἐρώτημα: «Ζητᾶ ὁ Θεὸς ἐλεημοσύνη ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο ἢ μία οἰκογένεια ποῦ διαθέτει ἐλάχιστα ἢ δὲν ἔχει τίποτε; Ποῦ βιώνει τὸ δράμα τῆς ἀνασφάλειας καὶ τῆς ἀνεργίας ἢ καὶ τῆς ἀσθένειας;».
Ἀλλὰ αὐτὸς ἀκριβῶς εἶναι καὶ ὁ «ὕφαλος» τῆς «λογικῆς» ποὺ πρέπει νὰ ἀποφευχθεῖ. Ἐὰν δηλαδὴ βλέπουμε τὰ πράγματα καὶ τοποθετοῦμε τὶς κινήσεις μας κάτω ἀπὸ τὴν στενὴ αὐτὴ καὶ ἐν πολλοῖς ψευδῆ ὀπτικὴ γωνία, τότε, ὄχι μόνο ἡ ἐλεημοσύνη καταντᾶ παράλογη, ἀλλὰ ἴσως καὶ πράξεις ἀνομίας, διαφθορᾶς ἢ καὶ ἀνηθικότητας, λόγω τοῦ «ἀναγκαίου», ἀποχαρακτηρίζονται καὶ ὅλα πλέον «δουλεύουν» γιὰ τὴν ὕλη καὶ γιὰ τὴ σάρκα.

Ὅμως, εὐτυχῶς ποὺ τὰ πράγματα δὲν εἶναι καθόλου ἔτσι, καὶ στὸν τομέα ποὺ μελετοῦμε, στὴν ἀρετὴ δηλαδὴ τῆς ἐλεημοσύνης. Αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ καθημερινότητα καὶ ἐδῶ ἀποδεικνύει τὸ θρίαμβο τῆς πίστεως. Εἶναι μάλιστα πολὺ χαρακτηριστικὸ καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ περισσότεροι ποὺ προσφέρουν, εἶναι ὄχι πλούσιοι καὶ «ἔχοντες καὶ κατέχοντες» ἀλλὰ πτωχοί. Δίνουν ὄχι ἀπὸ τὸ περίσσευμα, ἀλλὰ προσφέρουν ἀπὸ τὸ ὑστέρημά τους. Καὶ τοῦτο διότι ὁ πτωχὸς πράγματι γνωρίζει τὴν ἀνάγκη τοῦ πτωχοῦ ἀδελφοῦ, ἀφοῦ κατὰ τὸ δὴ λεγόμενο «ὁ χορτάτος δὲν νιώθει τὸν πεινασμένο».
Αὐτὸ ὅμως ποὺ κυριαρχεῖ στὶς περιπτώσεις τῆς προσφορᾶς, εἶναι πολὺ παραπάνω ἀπὸ τὴ στενὴ λογικὴ καὶ τὸ ἄδειασμα τῆς τσέπης. Εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἐν Χριστῷ, καὶ ὄχι μόνον, ἀδελφό.
Ἄλλωστε ὁ Κύριος στὸ Εὐαγγέλιο, δὲν προσδιορίζει τὸ ποσόν, ἀλλὰ τὸ ποιὸν τῆς ἐλεημοσύνης. (Ἐννοεῖται δὲ ὅτι γιὰ ἕναν ποὺ κατέχει πολλά, τὸ ποιὸν εἶναι εὐθέως ἀνάλογο μὲ τὸ ποσόν).
Τὸ δίλεπτό της χήρας καὶ ἡ ἐξήγηση ποὺ δίνει ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς, καλύπτουν τὸ ὅλον θέμα καὶ ἀνοίγουν ὁρίζοντες ἀφάνταστης πρακτικῆς της ἀγάπης, σὲ ὅσους ἔχουν τὴ διάθεση τοῦ ἐφαρμοσμένου Χριστιανισμοῦ στὸν τομέα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς προσφορᾶς.

Καὶ ἐπιτέλους, ἀγάπη ἄνευ θυσίας, δὲν εἶναι παρὰ ἕνας ἁπλὸς συναισθηματισμὸς ποὺ μαραίνεται ὡς ἄνθος καὶ διαλύεται στὸν παγωμένο ἄνεμο τῆς «λογικῆς» καὶ τοῦ «πῶς θὰ ζήσω, ἅμα θὰ δώσω».
Ἀλλ' ὄχι, φίλοι μου. Καρδιὰ ποὺ εἶναι στενὴ καὶ ἄρα ἐντελῶς ἀδύνατον νὰ προσφέρει ἐλεημοσύνη, φυσικὰ εἶναι καὶ ἀδύνατον νὰ βιώσει τὶς εὐλογίες τοῦ οὐρανοῦ. Καὶ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος πιστεύει ὅτι θὰ συναντήσει τὸν Θεό, παραβλέποντας ὅμως τὶς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν του, ἐξυπακούεται ὅτι βρίσκεται μέσα στὴν ἀχλὴ τῆς πλάνης, ἔστω κι ἂν φαίνεται ὅτι γνωρίζει τὰ τῆς πίστεως καὶ ἐφαρμόζει μὲ ἀκρίβεια τὶς ὑπόλοιπες τῶν ἐντολῶν.
Ἑπομένως, ἀδελφοί μου, στὸ χέρι μᾶς εἶναι νὰ ἐπιλέξουμε τὸ τί θὰ προτιμήσουμε, ἀνεξαρτήτως τῶν οἰκονομικῶν μας πόρων ἢ καταστάσεων.

Στενὴ καρδιά, «ἄχρηστη – ἄχριστη» καὶ μὲ γεμάτο πορτοφόλι, ἢ τὸν «σκορπισμὸ» τῆς ὕλης καὶ ξέχειλη τὴν καρδιὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῶν ἀδελφῶν καὶ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ; Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.