Τοῦ μακαριστοῦ Δημητρίου Παναγόπουλου
Ὁ ἐργαζόμενος τὴν ἀρετὴν τῆς εἰρήνης πρὸς τὸν Θεόν, τὸν πλησίον του καὶ τὸν ἑαυτὸν τοῦ ὀνομάζεται εἰρηνοποιὸς καὶ μακαρίζεται ἀπὸ τὸν Θεόν. Πρῶτος Εἰρηνοποιὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, διὰ τοῦ ὁποίου ἐπέρχεται συνδιαλλαγὴ καὶ συμφιλίωσις μεταξὺ ἀνθρώπων καὶ Θεοῦ. Τὸ πρῶτον καὶ κύριον ἔργον τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γὴς ἦτο νὰ ἐπιφέρη εἰρήνην μεταξὺ ἀνθρώπων καὶ Θεοῦ οἱ ὁποῖοι ὡς ἐκ τῆς ἁμαρτίας διέκειντο ἐχθρικῶς πρὸς τὸν Θεόν. Ἔφερε δὲ αὐτὴν διὰ τῆς θυσίας ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ.
Καὶ ἐὰν πρῶτος Εἰρηνοποιὸς ὑπῆρξεν ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τὸ ἀντίθετον πρῶτος σκανδαλοποιὸς ὑπῆρξεν ὁ Διάβολος, διότι ἀπέναντι μὲν τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀποστάτης, ἀπέναντι δὲ τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν ἀνθρώπων εἶναι σκανδαλοποιός, διότι ἀπέσπασε καὶ διεχώρισε ἐκ τῆς ὑποταγῆς τοῦ Θεοῦ τὸ ἀγγελικὸν τάγμα, διὰ δὲ τοῦ ψεύδους ἀπάτησε τοὺς πρωτοπλάστους καὶ ἐχώρισεν αὐτοὺς ἀπὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχη τοιοῦτος φέρων σύγκρουσιν καὶ διαμάχην μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, γνωρίζει δὲ ὅτι ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ἔχει μετὰ τοῦ Θεοῦ φιλίαν εἶναι μακάριος καὶ προσπαθεῖ, διὰ τοῦ ψεύδους καὶ ἄλλων πονηρῶν μέσων, νὰ ἀποπλάνηση αὐτὸν κρημνίζων εἰς τὴν ἁμαρτίαν διὰ νὰ παροργίση τὸν Θεὸν ἐναντίον αὐτοῦ. Ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέγει: «Ὅπου ἔρις καὶ φιλονικεία ἐκεῖ ἀκαταστασία καὶ πᾶν φαῦλον, ἐκεῖ ὁ Διάβολος».
Πλησίον εἰς τὸ κελλίον ἑνὸς γέροντος καὶ τοῦ ὑποτακτικοῦ του λέγεται ὅτι κάποιος νέος θέλησε νὰ μονάση ἐκεῖ. Οἱ εὐρισκόμενοι γύρω μοναχοὶ προθυμοποιήθησαν νὰ τὸν φροντίσουν στὶς ἀνάγκες του μὲ τρόφιμα κτλ. Ὁ γέρων βλέπων τὴν περιποίησιν ζηλότυπος ἐγένετο ἀγανακτῶν ὅτι εἰς αὐτὸν οὐδέποτε τοιοῦτον ἐνδιαφέρον ἔδειξεν κανεὶς καὶ ἀποστείλας τὸν ὑποτακτικόν του, τοῦ παρήγγειλε νὰ ἐγκατάλειψη τὸ κελλίον διότι τοῦ ἐχρειάζετο (ἦτο ἰδιοκτησία τοῦ γέροντος), ἀλλὰ ὁ ὑποτακτικός του ἐλυπήθη τοιοῦτον σκληρὸν λόγον νὰ εἴπη εἰς αὐτὸν καὶ τὴν ἐκεῖ παρουσίαν τοῦ ἐδικαιολόγησεν ὅτι ὁ...
γέροντάς του τὸν ἔστειλε νὰ μάθη διὰ τὴν ὑγείαν τοῦ (καθ' ὁ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ὑπῆρχεν ἄρρωστος). Ὅταν ἐπέστρεψεν αὐτός, εἰς ἐρώτησιν τοῦ γέροντός του, ἀπήντησεν ὅτι διεβίβασε τὴν παραγγελίαν του. Ὁ γέρων ὅταν εἰς ὀλίγας ἡμέρας ἐπληροφορήθη ὅτι ὁ νέος ἐκεῖνος ὑπῆρχεν ἀκόμη ἐκεῖ καὶ πάλιν ἀπέστειλε τὸν ὑποτακτικόν του μὲ τὴν ἐντολήν, μὲ αὐστηρώτερον ὕφος νὰ τοῦ ὑπενθύμιση ὅτι ἔπρεπε ἤδη νὰ εἶχεν ἐγκατάλειψη τὸ κελλίον. Καὶ πάλιν ὁ ὑποτακτικὸς δὲν ἠθέλησε νὰ λύπηση αὐτὸν δείξας εἰς αὐτὸν ἀντὶ σκληρότητος ἐνδιαφέρον καὶ ἀγάπην ἐρωτῶν ἐκ μέρους τοῦ γέροντός του διὰ τὴν ὑγείαν του. Ὁ ὁποῖος ἀπήντησεν ὅτι δὶ' εὐχῶν τοῦ βαίνει εἰς ἀνάρρωσιν. Ὅταν καὶ πάλιν ὁ γέρων εἰς τὴν λειτουργίαν τῆς Κυριακῆς ἐπληροφορήθη ὅτι αὐτὸς ἀκόμη ὑπάρχει ἐκεῖ, αὐτὴν τὴν φορὰν ἠθέλησεν ὁ ἴδιος νὰ ὑπάγη πρὸς αὐτὸν ὥστε εὐθὺς νὰ τὸν ἐξαναγκάση νὰ ἐγκαταλείψη τὸν τόπον ἐκεῖνον. Ὁ ὑποτακτικός του γέροντος πληροφορηθεῖς τὴν ἀπόφασίν του προέτρεξεν αὐτοῦ καὶ φθάσας ἐκεῖ πρῶτος λέγει εἰς τὸν νέον. Ὁ γέροντάς μου δὲν σὲ εἶδεν σήμερον εἰς τὴν ἀκολουθίαν καὶ ἔρχεται ὁ ἴδιος ἀνησυχήσας νὰ πληροφορηθῆ διὰ τὴν ὑγείαν σου. Αὐτὸς τότε συγκινηθεῖς ἠγέρθη τῆς κλίνης του νὰ προϋπάντηση τὸν ἀγαθὸν γέροντα καὶ πίπτων εἰς τὰς πόδας τοῦ εἶπε, ἀνάξιος εἶμαι νὰ ἔλθης γέροντα πρὸς ἐμέ, ἐγὼ ἔπρεπε νὰ ἔλθω πρὸς σὲ νὰ σὲ εὐχαριστήσω δὶ' ὅσα δὶ' ἐμὲ ἔδειξες ἀγαθά. Ὁ γέρων ἀπόρησε διὰ τὴν συμπεριφοράν του καὶ καθησυχάσας αὐτὸν ἐπέστρεψεν εἰς τὸ κελλίον του. Ἐκεῖ καλέσας τὸν ὑποτακτικόν του τὸν ἐρώτησε ἀπορώντας, πῶς εἰς τόσον ὀλίγον χρόνον ἔφθασε αὐτὸς εἰς τόσην τελειότητα καὶ θελήσας νὰ βεβαιωθῆ ἐρώτησεν ἐὰν ἐπακριβῶς εἶχεν μεταβιβάσει ὅτι αὐτὸς τοῦ εἶπε: Αὐτὸς δὲ φοβούμενος καὶ ἔχων τὸν προσήκοντα σεβασμὸν ἐξομολογήθη τὴν ἀλήθειαν εἰς αὐτόν, δακρύσας δὲ τότε ὁ γέρων τοῦ εἶπε: «Παιδί μου ἀπ' αὐτὴν τὴν στιγμὴν σὺ εἶσαι ὁ γέροντάς μου καὶ ἐγὼ ὁ ὑποτακτικός σου».Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς «Τῆς Εἰρήνης εἰ Θεὸς (λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος) ἐὰν δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ μάχωνται οὐκ ἔρουσιν εἰρηνικοῦ Θεοῦ εἶναι μαθηταὶ» καὶ πάλιν, «ὥσπερ γὰρ ἡ ἔρις διαλυτικόν, οὕτως ἡ συμφωνία συγκροτητικόν». Ἂς ἀγαπήσωμεν τὴν ἀρετὴν τῆς εἰρήνης ἀγωνιζόμενοι πρῶτον ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ μας ὥστε εἰρηνεύοντες μὲ τὸν ἐσωτερικόν μας κόσμον δυνηθῶμεν νὰ διατηρήσωμεν καὶ εἰρήνην μετὰ τοῦ πλησίον καὶ διὰ τῆς καθαρᾶς συνειδήσεως ἑξασφαλίσωμεν τὴν εἰρήνην μετὰ τοῦ Θεοῦ, διὰ τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως, διὰ τῆς ἀγάπης, συγχωρητικότητος καὶ ἀνοχῆς μετὰ τοῦ πλησίον. Μεγάλη ἀρετὴ ἡ εἰρήνευσις χαρὰ δὲ στοὺς ἐπιδιώκοντας αὐτήν.
Ἀπὸ ἠμᾶς ἐξαρτᾶται ἡ εἰρήνη, ἀπὸ ἠμᾶς δὲ καὶ ἡ ἐχθρότης. «Ἐὰν φυσήσης σπινθήρα (λέγει ὁ σοφὸς Σειρὰχ) ἐκκαήσεται, καὶ ἐὰν πτύσης ἐπ' αὐτόν, σβεσθήσεται, ἀμφότερα ἐκ τοῦ στόματός σου ἐκπορεύεται» (κὴ' 12). Καὶ πόσες φορὲς ἀντὶ νὰ ἀνοίξωμεν τὸ στόμα μας καὶ νὰ εἴπωμεν λόγια ἀγαθὰ εἰρηνευτικά, ἀνοίγωμεν αὐτὸ καὶ ἐκστομοῦμεν λόγια πυρφόρα καὶ ἐμπρηστικά; Μέγας λόγος θὰ δοθῆ εἰς τοὺς ἐμπρηστᾶς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης, ὡς καὶ μεγάλη εὐλογία εἰς τοὺς εἰρηνοποιούς.
πηγή: Ὁ ἀείμνηστος καλὸς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ μέσα ἀπὸ τὰ γραπτὰ τουΕκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου