30 Νοε 2010

«ΑΓΑΛΛΙΑΜΑ ΚΑΡΔΙΑΣ»



«ΑΓΑΛΛΙΑΜΑ ΚΑΡΔΙΑΣ»

 το μακαριστο π. Εσεβίου Βίττη
Εναι ναμφισβήτητο γεγονός, τι Θες δωσε τ νόμο Του στν νθρωπο ς κφραση τς θείας Το βουλς γι τ σωτηρία του. νόμος Του, Παλαι κα Καιν Διαθήκη, εναι βέβαια διατυπωμένος κάπου κα φυλαγμένος ς λόγος γραπτός. Ατ μως δ σημαίνει πς νθρωπος μπορε ν πάρει τ βιβλία ατά, ν τ διαβάσει κα ν ντιληφθε τσι στ ψε-σβσε τί θέλει π ατν Θεός. Τ ζήτημα εναι πι σύνθετο. Ατ τ κατανοε ερς ψαλμωδός. Καταλαβαίνει πόσο νεπαρκες εναι ο δυνάμεις το προκειμένου ν γκαλιάσει κα ν περιλάβει μέσα το ,τι ποτελε βουλ το Θεο κα μάλιστα μ προσωπικ γι' ατν τν διο μήνυμα σωτηρίας.
Μένει, λοιπόν, τσι μετέωρος κα ναποφάσιστος; Τ χάνει κα δν ξέρει τί ν κάνει; Καθόλου βέβαια. χει καταλάβει μία μεγάλη λήθεια. Θες πο δωσε τ νόμο, Θες θ δώσει κα τ φωτισμό Του γι ν τν ντιληφθε σωστ νθρωπος. Θες θ δώσει τν εδική Του χάρη κα γι ν κατανοήσει σωστ κα γι ν μπορέσει ν βάλει σ πράξη κα φαρμογ πως πρέπει σα ρίζει στν νθρωπο ς βουλή Του. Τότε δηλαδ μπορε νὰ... διοποιηθε, ν κάνει δικό του κτμα, τ θεο νόμο κα ς θεωρία κα ς πράξη, κα ς ργο λόγου κα ς λόγο πράξεως, ταν διος Θες τν χειραγωγήσει κα στ να κα στ λλο. Γι' ατ κα δν παύει ερς ψαλμωδς ν ζητάει κα τ δύο ατ χαρίσματα π τν Κύριο, πως θ δομε στ συνέχεια.
ερς ψαλμωδς ρίχνει να ρευνητικ βλέμμα στ σωτερικό του. Κα νακαλύπτει πόσο σκοτάδι βρίσκεται μέσα του, πόσο εναι οσιαστικ τυφλός. Ξέρει, τι χει μάτια πνευματικά, λλ τ μάτια το ατ δ βλέπουν. Εναι σκεπασμένα μ καλύμματα διαπέραστα π τ φς κα δυνατε γι' ατ ν δ. Γι' ατ παρακαλε θερμ τν Κύριο κα τν κετεύει: «ποκάλυψον τος φθαλμούς μου κα κατανοήσω τ θαυμάσια κ το νόμου σου» (18)
Πίσω π τ γράμμα το νόμου, πο τ βλέπει καθένας, κρύβεται πλουσιότατο πνευματικ περιεχόμενο, πο μως δν τ βλέπει καθένας. Τ γράμμα εναι τ κάλυμμα. Πς ν φύγει μως τ κάλυμμα; Μόνο διος Θες μπορε ν τ φαιρέσει. Ατ κανε Κύριος μετ τν νάστασή Του στος μαθητς Του. «Διήνοιξεν ατν τν νον το συνιέναι τς Γραφς» (Λούκ. κδ' 45). Κύριος φώτισε μ τ θεο Το φς τ νο τν μαθητν Του κα τος νοιξε τ μέσα μάτια γι ν μπορον ν καταλάβουν τί κριβς ζητάει Θες μέσω τν Γραφν καί, κόμα, θέρμανε τς καρδιές τους γι ν μπορον ν προχωρήσουν κα στν φαρμογ το θείου νόμου, πράγμα δύνατο γι τ φυσικ κα μ ναγεννημένο νθρωπο.
Ατ ποτελε βέβαια τέλειο δρο κα χάρη τς ναστάσεως το Κυρίου. Ατό, πο εναι δρο το μεγάλου κείνου κα κοσμοσωτηρίου γεγονότος, τ ζητάει ερς ψαλμωδς στ βαθμ πο θ το τ δινε Κύριος κενον τν καιρό. Γι' ατ κα παρακαλε κα κετεύει· «ν λη καρδία ξεζήτησα σέ, μ πώση μ π τν ντολν σου» (10). Σ ναζητ μ λη μου τν καρδιά, Κύριε, κα δ σο ζητ τίποτε λλο παρ ν μ μ σπρώξεις κα μ πωθήσεις μακριά σου ς νάξιο π τ θησαυρ τν ντολν σου, λλ ξίωσε μ ν γευτ τν οράνια γλυκύτητά τους.

λλοτε πάλι, ναγνωρίζοντας τν δυναμία τς νθρώπινης φύσεως κα τν ντινομικότητά της, πο ν γι μία στιγμ συγκινεται μέχρι δακρύων π τν θεο νόμο, τν πόμενη στιγμ εναι τοιμη κιόλας ν τν προδώσει σ μία στιγμ προσεξίας δυναμίας, λληθωρίζοντας πρς τν μαρτία, παρακαλε ταπειν κα λέει: «ποστρεψον τος φθαλμούς μου το μ δεν ματαιότητα· ν τ δ σου ζσον μ» (37). Ποι εναι «ματαιότης», πο π ατν ζητάει ν τν προστατέψει Κύριος; Βασικ εναι τ «μάταια», τ εδωλα πο δν εναι παρ τ κενό, νυπαρξία, τ μηδν πο ξεγελάει τν ψυχ μ μία φανταχτερ μόνο μφάνιση, λλ γι ν τν πογοητέψει γρήγορα μόλις τν ποδεχτε μ τν κενότητά της κα τν δυναμία της ν πληρώσει τ κενό της ψυχς, πο λαχταράει πληρότητα.
Σχολιάζοντας τ στίχο ατ Μέγας θανάσιος παρατηρε τ πόμενα:
Ματαιότητα, εναι μανία ν βλέπει κανένας κα ν σχολεται μ τν θεώρηση ατν πο δν πρέπει ν βλέπει κανένας, τοπη κα ταίριαστη κα παράλογη φανταστικ θέα τους μ τ νο, νειροπόληση π.χ. Τν ννοια τς ματαιότητας τν ποσαφηνίζει γιος πόστολος Παλος λέγοντας: ο εδωλολάτρες χουν σκοτισμένο τ νο τους κα εναι ποξενωμένοι π τ ζω το Θεο, δηλαδ π τ ζω πο μεταδίδει Θες στος δικούς Του. πίσης λέγεται ματαιότητα το νο στάση το νθρωπου πο χει μν νον, λλ δν τν χρησιμοποιε γι ν θεωρε κα βλέπει τ ληθινά, λλ τν παραδίδει στ σαταν πο τν λυσοδένει. Ατό, λοιπόν, ζητώντας ν ποφύγει ερς ψαλμωδς λέει: «ποστρεψον τος φθαλμούς μου το μ δεν ματαιότητας». Κα ατ εναι χάρη Θεο. πάρχει μως κα μία λλη ννοια στ λέξη ματαιότητα. Μάταια εναι ατ πο μ τ σαρκικ μάτια φαίνονται ραα, τ σωματικ ραα. Ατ τ νομάζει προφήτης ματαιότητα.
Κα εναι πόμενο ατό. λα, κα τ πι ραία κα καταπληκτικ σ ρμονία κα γοητεία σωματικ κάλλη, τ ξουδετερώνει κα τ παρασύρει τ σάρωθρο το χρόνου. Ατ τ γνωρίζει προφήτης κα γι' ατ τονίζει: «πάροικος γ εμ ν τ γ» (19)· καί: «πόσαι εσν α μέραι το δούλου σου» (84); Εναι τόσος λίγος χρόνος τς ζως το νθρώπου στ γ, πο θ ταν κόμα πι μεγάλη νοησία κ μέρους του ν πιτρέψει στν αυτό του ν γοητευθε π τ ματαιότητα κα παροδικότητα το κόσμου ατο.
πειδ μως ψυχ ποζητάει ντονα τν πλήρωσή της, πράγμα πο οτε μόνος του μπορε ν τ πετύχει ψαλμωδός, οτε κανένα π τ θεωρούμενα γαθ το κόσμου ατο μπορε ν το προσφέρει, ζητάει π' τ Θε ν τ κάνει ατς μέσω το θείου το νόμου. Γι' ατ τν παρακαλε ν τν ξιώσει ν μν παρασυρθε π τ μάταια κάλλη κα τς μορφις το κόσμου ατο, πο εκολα μπορον ν δελεάσουν τ μάτια του. Δι μέσου του θείου νόμου θ μπορέσει ν θεαθε τ ρρητα κάλλη το πνευματικο κόσμου, το διου του Θεο, πο θεος το νόμος ντανακλ. Γι' ατ κα πιμένει: «κολλήθην τος μαρτυρίοις σου, Κύριε· μ μ καταισχύνης» (31). Μ μ ντροπιάσεις, Κύριε, γκαταλείποντας μ τ στιγμ πο γ κόλλησα κα γαντζώθηκα στ νόμο σου κα δν ξεκολλ μ κανέναν τρόπο, ν σ δ μ φήσεις μοναχό μου.
Πι πάνω, πως δη παρατηρήσαμε, εχε πε ερς ψαλμωδς ρνητικά:
«ποκάλυψον τος φθαλμούς μου», «μ πώση μ π τν ντολν σου», «ποστρεψον τος φθαλμούς μου το μ δεν ματαιότητα», «μ μ καταισχύνης».
Ατ τώρα τ λέει κα θετικά, δείχνοντας πόσο περίμενε π τν διο τ Θε ν τν χειραγώγηση στ θεο Το νόμο.
«Τ νόμω σου λέησαν μέ, Κύριε» (29), λέει. Εμαι φτωχός. Πνευματικ φτωχός. Πάμφτωχος γι τν κρίβεια. Τ ξέρω πολ καλ ατό. λεός σου ζητ γι' ατό. λεος πνευματικό. Κα τ λεός σου θ μο τ δείξεις μ τ φανέρωση το νόμου Σου. Κα ,τι δη επε ρνητικά, «ποστρεψον τος φθαλμούς μου το μ δεν ματαιότητα», τ λέει κα θετικά: «κλνον τν καρδίαν μου ες τ μαρτύριά σου κα μ ες πλεονεξίαν» (36). Κα χει πολ δίκαιο. πως τ νερά, που τ δαφος χει κλίση τρέχουν ατόματα καί, μάλιστα, που βρον κάποιο διέξοδο, κε κατευθύνονται λα, τσι συμβαίνει κα μ τ φύση μας. πτώση τς τν κανε ν γέρνει πρς τν μαρτία. Τόση εναι κλίση κα φορά μας πρς τ πάθη, στε ν νικον ατ τν καλ κατ βάθος προαίρεσή μας. Ατ διαπιστώνει ερς ψαλμωδς γι τ πάθος τς πλεονεξίας, πο εναι μία λλη μορφ εδωλολατρίας, φο πολυτοποιε τ λικ γαθά.
Ζητάει, λοιπόν, να σχυρ ντίρροπο ναντίον της. Κα ατ δν τ βρίσκει πουθεν λλου παρ μόνο στ θεο νόμο, πο ατς κα μόνο μπορε ν κάνει τν καρδι ν γέρνει πρς τ Θε κα χι πρς τ φθαρτ κα ρέοντα κόσμο κα τ παρερχόμενα γαθά του.
πίσης ξέρει πόσο στενόκαρδος εναι νθρωπος προκειμένου ν βαδίσει τ δρόμο το Θεο. ταν πρόκειται ν δώσει στ Θεό, τότε γίνεται πόλυτα τσιγκούνης κα δύσκολος. Κα ν τ κακ χωράει μέσα του κα καλοβολεύεται, δ χωράει καθόλου τ καλό. καρδι το γίνεται τότε μικρή. Γι' ατ ζητάει π τν Κύριο ν το δώση κενος μεγάλη κα πλατι καρδιά, τοιμη κα πλόχερη σ προσφορ κα το διου του αυτο της. «δν ντολν σου δραμον, ταν πλάτυνας τν καρδίαν μου» (32), λέει. Μόλις μεγαλώσεις σύ, Κύριε, τν καρδιάν μου, μόλις μου δώσεις τ σχετικ δύναμη, γ θ νικήσω τ μικροψυχία μου, τος φόβους μου, τν δυναμία μου κα θ τρέξω μ εκολία τ δρόμο τν ντολν σου.
Τέλος παρακαλε μ θέρμη: πειδ νίωσα, Κύριε, τν ξία κα σημασία πο χει γι μένα νόμος Σου κα πειδ γνωρίζω τ εμετάβολο κα ερίσπιστο τς φύσεώς μου, κα κόμα πόσο τ νικάει κηδία κα ραθυμία πνευματική, σ παρακαλ πολ «βεβαίωσαν μ ν τος λόγοις σου» (28) κα «στσον τ δούλω σου τ λόγιόν σου ες τν φόβον σου» (38). Στήριξε Θεέ μου, παρακαλε, τ λόγια σου στν καρδιά μου μ τ φόβο σου, πο δν εναι παρ γεμάτη ελάβεια κα βαθύτατο σεβασμ στάση ναντί σου. Ατ τ φόβο χρειάζεται κάθε πιστς μέσα στ κατάβαθά της πάρξεώς του μ τέτοιον τρόπο πο ν μν χει φόβο χωρς λόγο κα οτε λόγο χωρς φόβο ναντί του Θεο. φόβος το Θεο ποτελε τ στερε βράχο, πάνω στν ποο στηρίζεται ληθιν θεογνωσία, πο σιγ σιγ θ ριμάσει σ θερμ γάπη, πο τελικ «ξω βάλλει τν φόβον» (' ωάν. δ' 18).
Στν προηγούμενη παράγραφο τόνισε ερς ψαλμωδς μία μεγάλη λήθεια. νθρωπος μόνος του δν μπορε ν νακαλύψει τ θεο θέλημα, ν ατ δν το ποκαλυφθε, ν ατ δν το φανερωθε π τν διο τ Θεό. Κα Θες τ κανε ατ γενικ δι μέσου τν γίων του προφητν κα μάλιστα το γαπημένου το Μονογενος Υο κα Λόγου, το Κυρίου μς ησο Χριστο. λλά, επαμε, πς κα πάλι χει νάγκη νθρωπος ν κατανοήσει κα μ τρόπο προσωπικ τ θέλημα το Θεο, ν καταλάβει δηλαδ τί θέλει π ατν Θες σ μία συγκεκριμένη περίπτωση. Χρειάζεται γι' ατ μία εδικ χειραγωγία τς θείας γάπης κα στ ζήτημα ατό. Γι' ατ κα πευθύνεται ερς ψαλμωδς στ θεία γαθότητα κα τς ποβάλλει τ θερμό του ατημα, ζητώντας τ χάρη κα τ βοήθειά του.  ν κα κφράζει τ ατημά του ατ μ πολλος τρόπους, πως τ εδαμε, δη, μως γυρίζει κα ξαναγυρίζει στν ψαλμό του σ δύο βασικ ατήματα, πο χουν σχέση μ τ παραπάνω.
α) Τ πρτο ατημα το ερο ψαλμωδο εναι «δίδαξον μέ». Μ νέο τρόπο κάθε φορ, μ νέα θέρμη κα λαχτάρα τ ζητάει ατ π τν Κύριο. Βλέποντας τν βυσσο το θείου λέους κα τς θεϊκς γάπης, προφήτης ξεσπάει σ αθόρμητη δοξολογία. «Ελογητς ε, Κύριε», λέει. Εσαι ξιος κάθε ελογίας. Εσαι ξιος κάθε τιμς, γιατί λα σα σου ζήτησά μου τ δωσες πλόχερα κα γεμονικά. Μο δωσες μως πρν π' λα κα πάνω π λα τ θεο Σου νόμο, Κύριε. Κα εναι θησαυρς νεκτίμητος νόμος Σου, πολυτιμότερος π λους τους θησαυρος το κόσμου. ν μως δ μ τν διδάξεις σύ, Κύριε, μο εναι δύνατο κα ν κτιμήσω τ μέγεθος τς δωρες Σου, πο σο κι ν τν κτιμ, πάντα λιγότερο π ,τι πρέπει θ τ κάνω. Κα ν δν μ διδάξεις σ τν ξία πο χει νόμος Σου γι τ ζωή μου, ποτ δ θ κατορθώσω ν τν κάνω πράξη στ ζωή μου. Γι' ατ «δίδαξον μ τ δικαιώματά σου» (12) σ διος, Κύριε.
γώ σου ναφέρω ταπειν τί κάνω κα πς φέρομαι βάσει το νόμου Σου, Κύριε, πο τν μελετάω πρόθυμα κα λη τ μέρα κα λη τ νύχτα κα σ λη μου τ ζωή. μως ατ δ μ δικαιώνει, Κύριε, οτε μ διαβεβαιώνει πς βρίσκομαι σ σωστ δρόμο. Εκολα μαρτωλότητά μου κα αταρέσκειά μου μπορον ν μ πατήσουν. Κάτι μου λέει πάντα μέσα μου πς εμαι λειψς κα λλειμματίας. Γι' ατ ν κα «τς δούς μου ξήγγειλα κα πήκουσάς μου» (26), ν κα σο νάφερα ταπειν ξομολογούμενος τί κα πς τ κανα, πάντα βέβαια μ βάση τ νόμο Σου, κα ν κα μ εσάκουσες, πράγμα πο τ εδα πάνω στ πράγματα, πάλι δν εμαι κανοποιημένος. Λοιπόν, «δίδαξον μ τ δικαιώματά σου» λο κα πι πολ (26). Σο πευθύνω τ ατημα ατό, Κύριε, σο κι ν νιώθω τν οτιδανότητά μου, τ μικρότητά μου, τν ναξιοσύνη μου κα τν μαρτωλότητά μου, γιατί, που κι ν ρίξω τ ματιά μου γύρω μου, διαπιστώνω πς «το λέους σου πλήρης γ» (64). νέχεσαι τος σεβες, τος περήφανους, τος βριστές σου, τος χυδαίους μαρτωλούς, τος σκληροτράχηλους γκληματίες, τος φαυλόβιους, τος δυπαθες λάτρεις τς σάρκας, τος πλεονέκτες - λολάτρες, τος καταχραστς το πλούτου κα τς λικς δύναμης, λους λων τν ποχρώσεων τος «συνετούντας».
Κα δν παύεις μέσα στ πλθος το λέους Σου, Κύριε, ν νατέλλεις τν λιό Σου στος πονηρος κα γαθος κα ν βρέχεις κα γι δικαίους κα δίκους, στέλνοντας σ' λους διάκριτα τν πλοτο τν λικν σου εεργεσιν. Ατ τ μετρό Σου λεος μ κάνει κι μένα ν μπορ ν πευθύνομαι σ σένα, Κύριε, κα ν σ παρακαλ: δεξε τν εσπλαχνία σου κα «δίδαξον μ τ δικαιώματά σου».
Τ ξέρω, Κύριε, πς πέφτω κα λυγίζω κα μαρτάνω ξιοκατάκριτα. Τέτοιος εμαι. Δν ταν δυνατ ν φερόμουν διαφορετικότερα. Εμαι χαλασμένος -τ ξέρεις- π τ ρίζα μου. «δο γρ ν νομίαις συνελήφθην κα ν μαρτίαις κίσσησε μ μήτηρ μου» (Ψάλμ. 50, 7). μως δόξα στ νομά σου, Κύριε! ν γ εμαι χρηστος, χρεος κα ταν κόμη κτελ στν ντέλεια τ νόμο σου, σ εσαι πόλυτα «χρηστς» (68), Κύριε. Ατ «χρηστότης» σου κα πέραντη καλωσύνη σου, ατή μου δίνει τ θάρρος ν τν πικαλομαι ς τν πι ποτελεσματικ συνήγορο τν δικν μου παραλείψεων κα μαρτιν. Γι' ατ σ κετεύω κα σ θερμοπαρακαλ, «δίδαξον μ τ δικαιώματά σου» (68)! Κα δίδαξε κι μένα «χρηστότητα κα παιδείαν κα γνσιν» δι μέσου του θείου σου νόμου (66). Γιατί, ν μου δίνεις τ νόμο Σου, Κύριε, μο τν δίνεις κριβς γι ν γίνω μοιός σου κατ τ δυνατν στ φύση μου. Ναί, Κύριέ μου, «δίδαξον μ τ δικαιώματά σου»!

β) Τ δεύτερο ατημα το ερο ψαλμωδο εναι,
 «συνέτισον μέ». Ζητάει τ θεϊκ σύνεση κα φρονιμάδα, δηλαδ τν κανότητα ν διακρίνει τ θέλημα το Θεο σ κάθε περίπτωση τς ζως του.
Κύριε, λέει, εμαι δικό σου πλάσμα· «δολος σου εμ γ» (125)· «α χερες σου ποίησαν μ κα πλασαν μ» (73). Κα πως μου δωσες, Κύριε τν λικ παρξη, κα πως μ πλούτισες μ τν εκόνα Σου, πο χάραξες βαθει μέσα μου κα μ κανες δεκτικ «συνέσεως», τσι κα τώρα δσε μου σύνεση, διακριτικ δύναμη, γι ν μπορ ν ξεχωρίζω κάθε ρα κα στιγμ ποι εναι τ θέλημά Σου γι κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Στελε μου τ δικό Σου Πνεμα, «Πνεμα σοφίας κα συνέσεως» (σ. α' 2) κα «συνέτισον μέ». Μόνο τσι «μαθήσομαι τς ντολς σου» (73) κα «γνώσομαι τ μαρτύρια σου» (125). Γιατί δν ποθ τν νθρώπινη σοφία, λλ τ δική Σου σοφία, Κύριε. Κα ατ μόνο μ τ δική Σου χάρη κα τ δικό Σου φωτισμ μπορ ν τν προσλάβω κα ν τ «μάθω» μ λόκληρη τ ζωή μου, μ λόκληρη τν παρξή μου, στω κι ν ατ σημαίνει θλίψη, δάκρυα, κόπο, δρωτα, αμα. Μόνο τσι σωτερικ γνώση τν «μαρτυρίων» σου, Κύριε, θ μο εναι μόνιμο κα ναφαίρετο κτμα....
* Ο ντς παρενθέσεως ριθμο ναφέρονται στος στίχους το 118 ψαλμο.
** π τ βιβλίο το μακαριστο π. ΰσεβιου Βίττη «ΑΓΑΛΛΙΑΜΑ ΚΑΡΔΙΑΣ» πο σχολιάζει τν 118 ψαλμ το Δαβδ (τν "μωμο) ναδημοσιεύουμε τς σελίδες 249-259).
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΒΙΤΤΗΣ
Προσευχητικς κα ξομολογητικς πατρικς κεσίες
ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.