9 Σεπ 2010

“Ο ἀργαλειός” τοῦ Διονυσίου Ψαριανοῦ Μελοποιημένος ἀπὸ τὸν Φίλιππο Τσαλαχουρη


Ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Σερβίων καὶ Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανὸς (1912-1997) εἶναι ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς ἐκείνους ἀρχιερεῖς τῶν ὁποίων τὸ ἦθος καὶ ἡ ὅλη προσωπικότητα δὲν ὑπάρχουν πιά.
Ἤταν λόγιος ἱεράρχης, μὲ ξεχωριστὲς ἐπιδόσεις στὴν συγγραφή, τὸ κήρυγμα, τὴν ὑμνολογία, τὴν μουσική, τὴν μετάφραση ἀλλὰ καὶ τὴν ποίηση. Μέχρι σατιρικὰ ποιήματα ἔγραφε, ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὴ χάρη τους.Τὰ ποιήματά του δὲν εἶναι εὐρέως γνωστά. Ἕνα ὅμως εἶναι ἀρκετὰ δημοφιλὲς καὶ εἴδα ὅτι ὑπάρχει καὶ σὲ παιδικὲς ἀνθολογίες, ἀκόμα καὶ στὸ διαδίκτυο. Εἶναι Ὁ Ἀργαλειός, δημοσιευμένο τὸ 1937.
Αὐτὸ τὸ ἁπλό, ἐκ πρώτης ὄψεως, ποίημα ἐπέλεξε νὰ μελοποιήσει ὁ φίλος συνθέτης Φίλιππος Τσαλαχούρης γιὰ τὴν ἐκδήλωση Ἱερατικὴ Ποίηση καὶ Μουσικὴ ἐδῶ στὴν Πάτμο καὶ ἐπέλεξε τὸν τρόπο τῆς μίμησης πρὸς τὰ νοούμενα, ἀφοῦ τὰ ἔγχορδα στὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς σύνθεσης μιμοῦνται τὴν κίνηση τοῦ ἀργαλειοῦ ποὺ ὑφαίνει. Κι ἔτσι ὁ Τσαλαχούρης ὑφαίνει μία μελωδία νοσταλγικὴ καὶ...ἀπέραντα εὐγενική, παρακολουθώντας πάντα τὴν ποίηση τοῦ Διονυσίου. Γιὰ παράδειγμα, ἡ στροφὴ “Σώπαινε, ἀργαλειὲ λησμονημένε…” διακρίνεται γιὰ τὴν μελαγχολία της, ἐνῶ τὸ φινάλε τοῦ ποιήματος “Θάρθει καιρὸς καὶ πάλι νὰ μιλήσεις…” γιὰ τὴν δυναμική του καὶ τὴν αἰσιοδοξία του.
Ἀκούγοντας τὸ στὶς πρόβες ἀπὸ τὴν Ὀρχήστρα τοῦ Φεστιβὰλ Πάτμου ὑπὸ τὸν Ἄλκη Μπαλτὰ καὶ μὲ σολίστ τὴν σοπράνο Δάφνη Πανουργιὰ – μὲ ἐπιμονὴ στὴ λεπτομέρεια – ἀνακάλυψα πόσο δύσκολο εἶναι νὰ μελοποιήσει κανεὶς ἕνα ἁπλὸ καὶ σαφὲς νοηματικὰ ποίημα, ποὺ δὲν σοὺ ἀφήνει περιθώρια γιὰ ἐξάρσεις καὶ ἀκροβατισμούς.
Ὁ Φίλιππος Τσαλαχούρης μὲ ὁδηγὸ τὴν μελωδική του φλέβα καὶ τὸν ρυθμὸ ὕφανε ἀριστοτεχνικὰ τὸν Ἀργαλειὸ τοῦ μακαριστοῦ Κοζάνης Διονυσίου. Τὸν παραθέτω στὴ συνέχεια καὶ ἐλπίζω σύντομα νὰ τὸν ἔχουμε καὶ στὴν μελοποιημένη ἐκδοχὴ στὸ διαδίκτυο.

Ριχτὸς σὲ μία γωνιὰ κι ἀραχνιασμένος
ὃ παλιωμένος ἀργαλειός,
μέσ’ στῆς γιαγιᾶς τὸ ἐργαστήρι,
ἔρμος σιωπὰ καὶ μοναχός.
Ἔρμος σὲ μία γωνιὰ κι ἀραχνιασμένος.
Ἄλλοτε τοῦ σπιτιοῦ πρῶτο στολίδι
καὶ πρῶτος ἤταν στὰ προικιὰ
ὃ ἀργαλειός, χρυσογραμμένος
καὶ τὸν καμάρωνε ἡ γιαγιά,
ἄλλοτε τοῦ σπιτιοῦ πρῶτο στολίδι.
Τότε κορίτσια ὑφαίναν τιμημένα
ὁλημερὶς στὸν ἀργαλειό.
Τὰ ξακουστὰ καὶ ζηλεμένα
πρῶτα προικιὰ μέσ’ στὸ χωριό,
τότε κορίτσια ὑφαίναν τιμημένα.
Μὰ τώρα τὰ κορίτσια μᾶς θεωροῦνε
ντροπὴ νὰ ὑφάνουνε «πανιά!..»
καὶ τὸν παλιὸ ἀργαλειὸ πετοῦνε
σὲ μία ἀποσκότεινη γωνιά,
γιατί ντροπὴ νὰ ὑφάνουνε θεωροῦνε.
Σώπαινε, ἀργαλειὲ λησμονημένε
στὸν τωρινόνε τὸν καιρὸ
ἔμαθε ὃ κόσμος νὰ μὴν ἔχει
πρὸς τὰ παλιὰ πιὰ σεβασμό.
Σώπαινε, ἀργαλειὲ λησμονημένε.
Θάρθει καιρὸς καὶ πάλι νὰ μιλήσεις,
τότε ποὺ ὁ κόσμος θὰ στραφεῖ
γιὰ νὰ ἐκτίμηση ὅ,τι χλευάζει.
Μετὰ ἀπὸ μία καταστροφὴ
τότε, ἀργαλειέ, καὶ πάλι θὰ μιλήσεις.
Πηγή: Ἰδιωτικὴ Ὁδὸς
Ἀπό:Ἀπόψεις γιὰ τὴν Μονὴ Βατοπαιδίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.