Ἀδύνατο εἶναι, νὰ νιώσουμε τὴν θεία παρηγοριὰ (τὴν παραδεισένια γλυκύτητα), ἐὰν δὲν ἀποφύγουμε τὴν κοσμικὴ καὶ ἐὰν δὲν πεθάνει τελείως τὸ κοσμικό μας φρόνημα. Θὰ πρέπει τὸ κοσμικὸ φρόνημα, ἀφοῦ πεθάνει, νὰ γίνει φυτόχωμα, γιὰ νὰ ἀναπτυχθεῖ μέσα μας τὸ θεῖο φρόνημα, διότι οἱ θεῖες ἡδονὲς δὲν γεννιοῦνται ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἡδονὲς ἀλλὰ ἀπὸ τὶς σωματικὲς ωδίνες, ποὺ γίνονται στοὺς ἀγῶνες μὲ ἐπίγνωση καὶ διάκριση γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὰ φιλότιμα παιδιὰ Του, γιὰ νὰ ἀπεκδυθοῦν τὸν παλαιό τους ἄνθρωπο (τὸν κοσμικό).
Ὁ Καλὸς Πατέρας τρέφει μετὰ τὰ παιδιὰ Του, ἀπὸ τὴν γῆ ἀκόμη ποὺ βρίσκονται, μὲ παραδεισένιες τροφές, καὶ σκιρτᾶνε ἀγαλλόμενα -ἀναστάσεως ἡμέρα...,ἡμέρᾳ..., ἀφοῦ φυσικὰ περάσανε τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ μὲ ἀγῶνες, τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ στὸν Σταυρὸ καί, ἀναστηθήκανε πνευματικὰ καὶ ζοῦν...