17 Απρ 2023

Ἅγιος Μακάριος Νοταράς: Ὁ πρωτεργάτης τοῦ Κολλυβαδικοῦ Κινήματος (17 Ἀπριλίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ  Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Τό Κολλυβαδικό Κίνημα εἶναι ἡ συνέχεια τοῦ Ἡσυχαστικοῦ Κινήματος καί ἀποτελεῖ μιά ἀπό τίς πλέον γνήσιες ἐκφάνσεις τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητας. Ταυτόχρονα ἀποτέλεσε καί μιά ἰσχυρή πνευματική ἀναγέννηση, σέ μιά πολύ δύσκολη συγκυρία γιά τήν Ἐκκλησία μας, κατά τήν ὁποία ἀπειλοῦνταν τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα ἀπό τούς ἐξισλαμισμούς καί ἡ  σώζουσα ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας μᾶς ἀπό τήν ἅλωση τῆς κακόδοξης δυτικῆς παράδοσης. Ἕνας ἀπό τούς πρωτεργάτες τοῦ κινήματος ὑπῆρξε  καί ὁ ἅγιος Μακάριος Νοταράς, μιά μεγάλη πνευματική καί....ἐκκλησιαστική μορφή τοῦ 18ου αἰῶνα.

Γεννήθηκε στά Τρίκαλα τῆς Κορινθίας στά 1731και τό βαπτιστικό του ὄνομα ἦταν Μιχαήλ. Οἱ γονεῖς του Γεώργιος ἤ Γεωργαντάς Νοταράς καί μητέρα τοῦ Ἀναστασία, ἀνῆκαν στούς ἄρχοντες τῆς περιοχῆς, ἕλκοντας τήν καταγωγή τους ἀπό τήν σπουδαία καί ἐπιφανῆ βυζαντινή οἰκογένεια τῶν Νοταράδων, τῆς ὁποίας πολλοί ἀσκοῦσαν τό ἐπάγγελμα τοῦ νοτάριου, δηλ. τοῦ ταχυγράφου. Ὡς ἀρχηγός τῆς οἰκογένειας ἀναφέρεται ὁ Νικόλαος Νοταράς, ὁ ὁποῖος ὑπηρέτησε στό περιβάλλον τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα Μανουήλ Παλαιολόγου (1391-1425). Ἡ οἰκογένεια τῶν Νοταράδων ἀνέδειξε καί πολλούς ἐπιφανεῖς ἱεράρχες, ὅπως ὁ Χρύσανθος Νοταράς.

Οἱ εὔποροι γονεῖς του τοῦ ἔδωσαν τή μεγαλύτερη δυνατή μόρφωση. Ἀφοῦ ἀποφοίτησε ἀπό τά σχολεῖα τῆς περιοχῆς του, καί σέ ἡλικία 15 ἐτῶν, μετέβη στήν Κεφαλονιά, ἀνάμεσα στά ἔτη 1746-1750, γιά νά μαθητεύσει στόν ἐκεῖ ὀνομαστό  δάσκαλο Εὐστάθιο.
Ἀπό μικρός ἔδειξε κλήση γιά τή μοναχική ζωή. Γι' αὐτό κάποια στιγμή, ἀνάμεσα στά ἔτη 1758-1764, ἔφυγε κρυφά καί πῆγε στή Μονή τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου. Ὅμως ὁ πατέρας του τόν ἀνακάλυψε καί τόν γύρισε στό σπίτι του. Ὁ Μιχαήλ μελετοῦσε καί προσευχόταν ἀδιάκοπα.

Τήν ἐποχή ἐκείνη ὑπῆρχε ἔλλειψη διδασκάλου στήν Κόρινθο. Ὁ Μιχαήλ ἀνάλαβε διδακτικά καθήκοντα, χωρίς ἀμοιβή, γενόμενος πολύ ἀγαπητός στούς μαθητές τους γιά τήν ἁπλότητά του, τήν ἀγάπη του καί το σεβασμό του πρός αὐτούς. Παράλληλα ἔγινε εὐρύτερα γνωστή στούς Κορινθίους ἡ φήμη του, ὡς σώφρονα καί πνευματικοῦ ἀνθρώπου, ὥστε ὅταν κοιμήθηκε ὁ Μητροπολίτης Παρθένιος (1764), οἱ κάτοικοι ζήτησαν ἀπό τόν Πατριάρχη Σαμουήλ, νά τόν διαδεχθεῖ ἐκεῖνος, παρά τό γεγονός ὅτι ἦταν ἀκόμη λαϊκός. Ἐκάρη μοναχός, λαμβάνοντας τό μοναχικό ὄνομα Μακάριος, κατόπιν χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί στή συνέχεια Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τοῦ Ἀποστολικοῦ Θρόνου τῆς Κορίνθου.

Ὡς Ἐπίσκοπος ἄσκησε ἀξιόλογη ποιμαντική, κοινωνική καί ἐθνική δράση. Μέ τό ξέσπασμα τῆς ἐπανάστασης τῶν Ὀρλωφικῶν (1770) τάχτηκε ὑπέρ τῶν ἐπαναστατῶν καί παρέσχε ἀξιόλογη βοήθεια. Ρωσικό ἔντυπο ἀναφέρει γι' αὐτόν: «ὡς ἄλλος ἀπόστολος Παῦλος, ὄχι μέ τό ξίφος ἀρματωμένος, ἀλλά μέ τήν ἀρετήν κεκοσμημένος, διοικεῖ καί κρατύνει τήν ἐκκλησίαν».  Μετά ὅμως τήν ἀποτυχία καί τίς σφαγές πού ἀκολούθησαν, κάτεστη στόχος τῶν Ὀθωμανῶν καί γιά τοῦτο ἀναγκάστηκε νά καταφύγει στή Ζάκυνθο μέ τήν οἰκογένειά του. Ἐκεῖ συνάντησε τόν ὀνομαστό δάσκαλο τοῦ Γένους καί κληρικό Νικηφόρο Θεοτόκη, μέ τόν ὁποῖο συνεργάστηκε, καταστρώνοντας σχέδιο γιά τήν πνευματική βοήθεια τοῦ ὑπόδουλου Γένους.

Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, μετά ἀπό ἀπαίτηση τῆς Ὑψηλῆς Πύλης, ζήτησε ἀπό ὅλους τούς φυγάδες Ἐπισκόπους τῶν ἐπαναστατημένων περιοχῶν νά παραιτηθοῦν καί νά ἐκλεγοῦν ἄλλοι στή θέση τους. Ὅμως ὁ Μακάριος ἀρνήθηκε.
Τελικά ἐξελέγη στή θέση του ἄλλος Ἐπίσκοπος, καί τοῦ ἰδίου τοῦ ἀποδόθηκε ὁ τίτλος τοῦ πρώην Κορίνθου.

Στή Ζάκυνθο καί μέ τήν παρότρυνση τοῦ Νικηφόρου Θεοτόκη, κατέστρωσε ἕνα φιλόδοξο σχέδιο, πνευματικῆς ἀφύπνισης τοῦ ὑπόδουλου Γένους καί τήν ἀνάταση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος. Γι' αὐτό τό λόγο περιόδευσε, ἀνάμεσα στά ἔτη 1773-1774, στήν Κεφαλονιά, ξανά στή Ζάκυνθο καί κατόπιν στήν Ὕδρα, ὅπου συνάντησε καί γνώρισε τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη καί ἡσύχασε σέ κάποια Μονή. Ἀπό ἐκεῖ μετέβη στή Χίο καί στά 1777, ἔφτασε στόν Ἅγιον Ὄρος, ἐκπληρώνοντας διακαῆ του ἐπιθυμία νά ζήσει στήν ἀθωνική πολιτεία. Ἐγκαταστάθηκε στό Κελλίο «Ἅγιος Ἀντώνιος», ὅπου συγκατοίκησε μέ τόν συμπατριώτη τοῦ Γέροντα Δαβίδ. Ἐκεῖ συναντήθηκε καί πάλι μέ τόν ἅγιο Νικόδημο Ἁγιορείτη.

Σύντομα διαπίστωσε ὅτι δέν ἦταν ἤρεμα τά πράγματα στό ἀγιώνυμο Ὄρος. Οἱ μοναχοί βρισκόταν σέ σφοδρή διαμάχη, σχετικά μέ τήν ἡμέρα τελέσεων τῶν μνημοσύνων καί τά κόλλυβα. Ἡ μιά μερίδα ἀκολουθοῦσε τήν ἀρχέγονη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, τελῶντας τά μνημόσυνα τό Σάββατο, οἱ δέ ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν δυτική παράδοση, τά τελοῦσε τήν Κυριακή. Δέν ἦταν μόνο τά μνημόσυνα τό πρόβλημα, ἀλλά καί μιά σειρά ζητημάτων, τά ὁποῖα ἀλλοίωναν τήν παράδοση καί παρέκλιναν σέ δυτικά πρότυπα. Ἄλλωστε βρισκόμαστε σέ μιά ἐποχή ἔντονης δράσης τῶν δυτικῶν μισιοναρίων (ἱεραποστόλων) στόν ἑλλαδικό χῶρο, ἀσκῶντας ἔντονη διαβρωτική δράση, μέ τήν ἀφειδῶς στήριξη τοῦ Βατικανοῦ καί Προτεσταντικῶν Ὁμολογιῶν καί τήν ἀνοχή τῆς Ὑψηλῆς Πύλης.

Ὁ Μακάριος τάχτηκε μέ τήν μερίδα τῶν παραδοσιακῶν μοναχῶν. Στή Ἱερά Μονή Κουτλουμουσίου ἀρνήθηκε νά τελέσει μνημόσυνο ἡμέρα Κυριακή, δίνοντας τήν ἀφορμή νά ξεκινήσει τό Κολλυβαδικό Κίνημα. Ἀκολουθῶντας ὁ Μακάριος τήν ἀρχαία παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, θεωροῦσε λάθος τήν τέλεση τῶν Ἱερῶν Μνημοσύνων  κατά τήν χαρμόσυνη ἡμέρα τῆς Κυριακῆς, τή στιγμή πού ἡ Ἐκκλησία εἶχε θεσπίσει τό Σάββατο ὡς ἡμέρα τῶν ψυχῶν καί τήν τέλεση τῶν Μνημοσύνων. Ὅμως ἡ ἄρνηση αὐτή εἶχε ὡς συνέπεια νά ἐγερθοῦν ἐναντίον του οἱ ὑπέρμαχοι τῆς τελέσεως των τήν Κυριακή. Τόν κατήγγειλαν στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Σωφρόνιο Β΄ (1771-1780), ὡς «ταραξία καί ὑπεύθυνο εἰσαγωγῆς νεωτερισμῶν στήν Ἐκκλησία»!
Ὁ Μακάριος, ὡς μιά χαρισματική μορφή καί καλλιεργημένη προσωπικότητα, δέν ἤθελε νά δημιουργήσει διχαστικές τάσεις στούς μοναχούς τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί γι' αὐτό, γεμᾶτος ἀπογοήτευση καί φοβούμενος ἀκόμα καί γιά τή ζωή του, ἔφυγε, στά μέσα του 1776, γιά τή Χίο. Ἐκεῖ ἔλαβε καί τήν πατριαρχική ἐπιστολή, ἡ ὁποία μέ δριμύ  χαρακτῆρα, καταδίκαζε τή διαγωγή του στό Ἅγιον Ὄρος, ὡς «φατριαστική». Παρά ταῦτα ὅμως οἱ Χιῶτες τόν ὑποδέχτηκαν καί ἐκδήλωσαν τή στήριξή τους στό πρόσωπό του. Ἐπιφανεῖς καί ἰσχυροί κάτοικοι τοῦ νησιοῦ, μέ ἐπικεφαλῆς τόν ἄρχοντα τῆς Κωνσταντινουπόλεως Σκαναβή, μεσολάβησαν στό Πατριαρχεῖο καί σταμάτησαν οἱ διώξεις του.

Στή συνέχεια ἀνάλαβε καί πάλι περιοδεία στήν Πάτμο, τήν Ὕδρα καί τήν Κορινθία. Ὅταν ἐπῆρθε κάποια ἠρεμία, ἐπέστρεψε στό χωριό του, τά Τρίκαλα, γιά νά ἡσυχάσει. Ὅμως ὁ θάνατος τοῦ ἀδελφοῦ του ἀπό του Τούρκους τόν ἀνάγκασε νά φύγει ξανά.

Μετά ἀπό λίγο καιρό κοιμήθηκε ὁ πατέρας του καί περιῆλθαν στήν κατοχή του χρεωστικοί τίτλοι τῆς πατρικῆς του περιουσίας. Σέ αὐτούς καταλογίζονταν χρεοφειλέτες τοῦ πατέρα του. Τότε ἐκεῖνος χάρισε τά χρέη καί ἔφυγε ξανά γιά τό Ἅγιον Ὄρος. Ἀλλά δυστυχῶς συνάντησε τήν ἀντιπαλότητα καί ἐχθρότητα τῶν ἀντικολλυβάδων καί δέν μπόρεσε νά βρεῖ ἡσυχία. Γι' αὐτό ἀναγκάστηκε νά ἀφήσει καί πάλι τό Περιβόλι τῆς Παναγίας καί νά καταφύγει στήν Πάτμο, ὅπου σύστησε τό Ἡσυχαστήριο τῶν Ἁγίων Πάντων. Τελικά, στά 1790, κατέληξε στήν Χίο, ὅπου ἐγκαταστάθηκε μόνιμα, στό «κάθισμα», τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου στίς βόρειες - βορειοδυτικές παρυφές τοῦ Βροντάδου, στίς ὑπώρειες τοῦ ὄρους Αἴπου, ἀσχολούμενος μέ τήν ἄσκηση, τήν προσευχή, τή νηστεία, τή μελέτη καί τήν συγγραφή. Εἶχε μάλιστα συνδεθεῖ, μέ ἀδελφική φιλία, μέ τόν ἅγιο Ἀθανάσιο Πάριο καί τόν Ἱερομόναχο Νικηφόρο. Ἐκεῖ ἔμεινε ἡσυχάζων δώδεκα χρόνια. Μέ ἐπιστολές του ἀπέτρεψε χιλιάδες ἐξισλαμισμούς καί διέδωσε τίς ἀρχές τοῦ Κολλυβαδικοῦ Κινήματος.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά στίς 17 Ἀπριλίου τοῦ 1805. Τό σκήνωμά του ἐνταφιάσθηκε στόν περίβολο τοῦ ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου στή νότια πλευρά του. Τή βιογραφία του ἔγραψε ὁ φίλος του ἅγιος Ἀθανάσιος Πάριος. Ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του ἔγινε τό 1808.
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 17 Ἀπριλίου, τήν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς  του κοίμησης. Στήν κοινότητα Μύλοι τῆς Σάμου ἑορτάζεται πανηγυρικά ἡ μνήμη του στίς 16 Μαΐου.
Ἡ προσωπικότητα τοῦ ἁγίου Μακαρίου Νοταρά εἶναι πολύ σημαντική, καθότι διαδραμάτισε σπουδαῖο ρόλο στήν ταραγμένη, γιά τήν Ἐκκλησία καί τό Ἔθνος μας, ἐκείνῃ ἐποχῇ, ὡς ἐκκλησιαστικός ἄνδρας καί διδάσκαλος τοῦ Γένους. Ὑπῆρξε πρωτοπόρος στό Κολλυβαδικό Κίνημα, μαζί μέ τούς ἐξίσου σημαντικούς ἐκκλησιαστικούς ἄνδρες τῆς ἐποχῆς, μοναχό Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, ἅγιο Νικόδημο Ἁγιορείτη, ἅγιο Ἀθανάσιο Πάριο καί ἄλλους πολλούς, οἱ ὁποῖοι ἀντιστάθηκαν σθεναρά στήν ἀλλοίωση τῶν ὀρθοδόξων παραδόσεων καί τοῦ ἑλληνορθοδόξου ἤθους ἀπό τήν ἐπέλαση τῶν κακοδόξων δυτικῶν χριστιανικῶν παραδόσεων. Τό Κολλυβαδικό Κίνημα, παρά τήν κατασυκοφάντησή του, (καί δυστυχῶς ὡς τίς μέρες μας), ἀποτέλεσε μιά ἰσχυρή πνευματική ἀφύπνιση - ἐπιστροφή στίς ὀρθόδοξες πατερικές ρίζες, διασώζοντας τήν σώζουσα ὀρθόδοξη πίστη, τό ὀρθόδοξο ἦθος καί τόν ἑλληνορθόδοξο τρόπο ζωῆς καί πολιτείας ἀπό τίς φράγκικες καινοτομίες. Δέν θά πρέπει νά παραβλέπουμε τό γεγονός πώς, ό, τί γνήσιο ὀρθόδοξο κατέχουμε στίς μέρες μας, τό ὀφείλουμε στό Κολλυβαδικό Κίνημα καί τούς συνεχιστές του.

1 σχόλιο:

  1. Ακόμα περιφρονούντε οι Αγιοι Κολλυβάδες, μυαλό δεν βάζουμε! Καί γιά αυτό καί γίνεται το έλα να δεις κάθε Κυριακή από "γαμπρούς" "γκομενάκια" στολισμούς καί φασαρία. Καί πρέπει αναγκαστικά να περιμένουμε καί εμείς άλλη μία ώρα να λέμε αιωνία η μνήμη σε κάποιον πού δεν ξέρουμε αν ήταν αντίχριστος, Μασόνος, η δεν ξέρω τι!
    Οποιος κάνει μνημόσυνα την Κυριακή είναι τουλάχιστον ασεβείς.
    Οι Δεσποτάδες είναι αυστηροί καί τοπικοί μόνο στα Φ.Ε.Κ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.