24 Φεβ 2023

Ψευδαισθήσεις

Γράφει ὁ Θεόφιλος Πουταχίδης
Στήν ἀέναη μάχη πού δίνεται μέ ἔπαθλο το νοῦ καί τήν ψυχή τῶν ἀνθρώπων, ἡ ἀλήθεια συμβολίζεται μέ τό φῶς καί τό ψεῦδος μέ τό σκοτάδι. Ὁ ἀρχέγονος καί διαχρονικός αὐτός συμβολισμός δέν εἶναι τυχαῖος. Βασίζεται στίς ἰδιότητες τῶν ἀντιπαραβαλλόμενων μεγεθῶν. Δηλαδή, ἡ ἀλήθεια ὅπως τό φῶς ὑπάρχει· εἶναι καί ὁρίζεται. Τό ψεῦδος, ὅπως τό σκοτάδι, δέν ὑπάρχει, δέν εἶναι. Τό σκοτάδι ἑτεροκαθορίζεται μονοσήμαντα καί ἀποκλειστικά σέ σχέση μέ τό φῶς. Συγκεκριμένα, περιγράφει τήν... ἀπουσία του.

Ἡ ἀλήθεια στέκεται μόνη της καί λάμπει. Τό ψεῦδος δέν στέκει ἀπό μόνο του, θέλει δεκανίκι.

Κι ἐκεῖ πού δέν μπορεῖ νά σταθεῖ μέ τίποτα, εἶναι ἀπέναντι, ἀντικριστά στήν ἀλήθεια. Γι' αὐτό, τό ψέμα, σύμφωνα μέ τή μεθοδεία τοῦ πατέρα τοῦ τοῦ διαβόλου, δουλεύει διπολικά. Γιά νά σταθεῖ ἀπάνω στό σάπιο θεμέλιό του, θέλει ἀπέναντί του, ὄχι τήν ἀλήθεια, ἀλλά μιά ἀλλοιωμένη, διαστρεβλωμένη ἐκδοχή της.

Ἐμπόδια καί φύλακες ἀπέναντι στήν παράνοια τῆς ψευδοφάνειας, στέκονται ἡ ἐμπειρία καί ἡ ἐπίγνωση τῶν δεδομένων, ἤγουν ἡ ψηλάφηση καί ἡ καταγραφή τῆς πραγματικότητας. Γι' αὐτό, ἐχθρός τοῦ ψεύδους εἶναι ἡ αἴσθηση τῶν πραγμάτων, ἡ εὐθυκρισία κι ἡ ἔντιμη ἐπιστημοσύνη. Μέγας του σύμμαχος ἡ ψευδαίσθηση πού δημιουργεῖται μέ αὐτό πού περιγράψαμε ὡς ἀλλοίωση καί στρέβλωση τῆς ἀλήθειας.

Ἡ διασπορά τῆς διαστρεβλωμένης ἐκδοχῆς τῆς ἀλήθειας εἶναι ἡ διαβολή, ἀπό τήν ὁποία πῆρε καί τ' ὄνομά του ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους.

Ὅπως εἶχα γράψει καί σ' ἕνα παλιότερο ἄρθρο μοῦ ἀπό τό 2016 μέ τίτλο Οὐκ ἑά μέ καθεύδειν ὁ τῶν ὀστῶν κριγμός: «Μας λένε οἱ ἀρχαῖοι μας σοφοί: "ἀρχή σοφίας ὀνομάτων ἐπίσκεψις" (Ἀντισθένης), ἀλλά καί "ἀρχή παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις" (Ἐπίκτητος).

Ἄς δοῦμε, λοιπόν, βασισμένοι σ' αὐτήν τή λογική, τί ὄνομα διαλέξαμε νά δώσουμε στήν προσωποποίηση τοῦ κακοῦ. Τό πιό κοινό καί εὐρέως διαδεδομένο του ὄνομα εἶναι διάβολος. Δηλαδή, ἀπό ὅλα τά κακά πού ἔχει πάνω του αὐτός ὁ ἀκατανόμαστος ἀνθρωποφάγος ἀπατεῶνας, ἐμεῖς διαλέξαμε νά τόν ὀνοματίσουμε ἀπό τήν ἰδιότητά του νά διαβάλλει. Αὐτή του ἡ ἰδιότητα δείχνει σέ ὅλο της τό μεγαλεῖο τή μισερή καί κακότροπη πονηριά τοῦ»¹.

Ἔτσι, τά ἐνεργούμενα τοῦ διαβόλου πάνω στή γῆ σέ κάθε ἐποχή ἐργάζονται πάνω σέ τρεῖς ἄξονες.

Ὁ πρῶτος εἶναι ἡ ἀπόκρυψη τῆς ἀλήθειας. Γίνεται μέ τήν περιχαράκωση τοῦ λόγου πού βασίζεται καί ἀναφέρεται στό ἀληθινό καί τόν ἀποκλεισμό τῆς πρόσβασης τοῦ κοσμάκη σ' αὐτόν. Ἐπίσης, γίνεται μέ τήν σχετικοποίηση τῆς ἀλήθειας, ὅταν τά πραγματικά δεδομένα παρουσιάζονται ὡς νά ἔχουν ὑποκειμενικό χαρακτῆρα καί γίνονται ζήτημα ἄποψης καί βούλησης- ὄχι ἐμπειρίας. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἡ ἀλήθεια κρύβεται σέ κοινή θέα, ὅπως κρύβεται ἕνα ἀληθινό νόμισμα, ἀνάμεσα σέ πολλά πλαστά.

Ὁ δεύτερος ἄξονας εἶναι ἡ στρέβλωση τῆς ἀλήθειας. Αὐτή δέν πρέπει, βέβαια, νά εἶναι ὁλοκληρωτική καί ἄγαρμπη, ἀλλά ἐπιτηδευμένη, ὥστε νά περνάει γιά πιστευτή καί νά ξεγελάει τόν ἀπρόσεκτο καί τόν ἐπιπόλαιο. Ἔτσι, ἐπιλέγονται τά σημεῖα τοῦ ἀληθινοῦ πού θά διατηρηθοῦν καί τά καίρια σημεῖα πού θά ἀλλοιωθοῦν, ὥστε νά εἶναι ἀποτελεσματικό τό δόλωμα πού κρύβει τ' ἀγκίστρι.

Ἡ «ἐπιλογή» στ' ἀρχαία ἑλληνικά καλεῖται «αἵρεσις». Καταλαβαίνεται, λοιπόν, πώς καί ὁ ὅρος «αἵρεση» στή θεολογία δέν προέκυψε τυχαῖα -τίποτα μέ τήν ἑλληνική γλῶσσα δέν εἶναι τυχαῖο. Ἡ ἀλήθεια σέ κάθε πρᾶγμα, βλέπετε, εἶναι ἑνιαία ὡς ἄραφος χιτῶνας πού δέν μπορεῖς νά ἐπιλέξεις κομμάτια τοῦ καταπῶς σέ βολεύει. Ἡ τόν δέχεσαι καί τόν φορᾶς ὅπως εἶναι ἤ τόν σχίζεις καί τόν κομματιάζεις.

Τέλος, ἀφοῦ ἡ ἀλήθεια κρύβεται καί δημιουργεῖται ἕνα ψεύτικο, ἕνα πειραγμένο ἀντίγραφό της, ἀκολουθεῖ ὁ τρίτος ἄξονας δράσης. Αὐτός σχετίζεται μέ τήν ὑπερπροβολή καί τή διάδοση τῆς κάλπικης ἐκδοχῆς παντοῦ στίς κοινωνίες μέ ὅλα τά διαθέσιμα μέσα.

Σημαντικό σημεῖο τοῦ τρίτου ἄξονα, ἐκτός ἀπό τήν προβολή, εἶναι καί ἡ βράβευση καί ἡ ἀπόδοση τιμῶν στούς ἀποδομητές τῆς ἀλήθειας. Καί νά τά κρατικά βραβεῖα, νά τά βραβεῖα ἀπό ἄλλους φορεῖς, νά οἱ ἀνακηρύξεις ἐπίτιμων διδακτόρων, νά οἱ ἀκαδημίες, νά τά θρησκευτικά ὀφίκια, νά οἱ προσκλήσεις σέ ὁμιλίες ἀπό φορεῖς καί τ' ἀφιερώματα σέ ἐκπομπές λόγου τῆς τηλεόρασης... Νά οἱ τιμητικές πλακέτες, κι οἱ κορδέλες, κι οἱ τήβεννοι καί τά παράσημα.

Αὐτά εἶναι τό βάθρο στήν πλατεῖα ὅπου ἀνεβάζει τό σύστημα τόν ἀποδομητή, ὥστε νά μαζευτεῖ ὁ κόσμος ν' ἀκούσει. Γιατί, ἄν γυρνᾶς μές στήν πλατεῖα μόνος σου καί λές: «καθήστε παιδιά νά μοιραστῶ μαζί σας κάποια πράγματα ἀληθινά», κανένας δέν θά σοῦ δώσει σημασία. Σέ θεωροῦν παλαβό- δέν σέ ἔχουν βάλει κάποιοι ἄλλοι πάνω σέ βάθρο.

Οἱ ἀποδομητές τῆς ἀλήθειας στή θεολογία, στίς τέχνες, στήν ἱστορία, καί σ' ὅλες τίς ἐπιστῆμες συμπεριλαμβανομένων τῶν βιολογικῶν-ἰατρικῶν ἐπιστημῶν, μεθυσμένοι ἀπό ἐξουσία χορεύουν τόν διαβολικό χορό τῆς ἀνθρωποφαγίας.

Κυριαρχοῦν στήν παιδεία καί στήν πολιτική καί σφίγγουν την ὑδρόγειο στή μέγγενη.

Σέ φλόμωσαν στίς ψευδαισθήσεις καί σοῦ πουλᾶν φύκια γιά μεταξωτές κορδέλες. Αὐτές οἱ ἄρρωστες καταστάσεις, ὅμως, ποτέ δέν τελειώνουν καλά...

Στήν ὑστερική κατάσταση τῆς ἐφάμαρτης χαύνωσης δέν καταλαβαίνεις γρι. Πρέπει νά φᾶς σφαλιάρες. Μέ τόν πόνο -μόνον τότε πού εἶναι ἀργά-μόνον τότε ξυπνᾶς καί καταλαβαίνεις... Κορόϊδο.

1. Πουταχίδης, Θ. (2017). Σάν Παλιόψαθα τῶν Ἐθνῶν. Ἀθήνα: Ἰνφογνώμων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.