ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀνήκει στὴ χωρία τῶν μεγάλων προφητῶν καὶ ὁμολογητῶν τῆς πίστεώς μας. Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς τὸν χαρακτήρισε ὡς τὸ μέγιστο ἄνθρωπο ποὺ φάνηκε στὸν κόσμο: «ἀμὴν λέγω ὑμίν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικὼν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ» (Μάτθ.11,11). Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τὸν ἔθεσε σὲ τιμὴ μετὰ τὴ Θεοτόκο, μάλιστα στὴν εἰκονογραφία παριστάνεται μαζὶ μὲ τὴν Παναγία μας νὰ ἱκετεύει γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Εἶναι ἡ γνωστὴ εἰκονογράφηση τῆς «δεήσεως». Ὁ μεγάλος αὐτὸς ἄνδρας πάνω ἀπ’ ὅλα εἶναι ὁ πρόδρομος τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο, αὐτὸς ποὺ ἄνοιξε τὸ δρόμο νὰ περάσει ὁ Λυτρωτής μας. Εἶναι ὁ μεγάλος ἀγγελιοφόρος τῆς πιὸ χαρμόσυνης καὶ ἐλπιδοφόρας ἀγγελίας ὅλων τῶν ἐποχῶν: τῆς ἐν Χριστῷ ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Εἶναι ὁ κομιστὴς καὶ ὁ...διαπρύσιος κήρυκας τῆς μετάνοιας καὶ ὁ ἄτεγκτος ἐλεγκτὴς τῆς ἀνομίας καὶ τῆς ἁμαρτίας.
Σύμφωνα μὲ τὶς ἁγιογραφικὲς μαρτυρίες ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ὑπῆρξε κορυφαῖο ὄργανο τῆς θείας πρόνοιας καὶ τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, διαδραματίζοντας πρωτεύοντα ρόλο. Μεγάλοι προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶχαν προφητεύσει γιὰ τὸ πρόσωπό του καὶ τὴ δράση του. Ὁ προφήτης Μαλαχίας προανήγγειλε τὴ βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Προδρόμου: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἐξαποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου, καὶ ἐπιβλέψεται ὁδὸν πρὸ προσώπου μου, καὶ ἐξαίφνης ἤξει εἰς ναὸν ἑαυτοῦ Κύριος, ὂν ὑμεῖς ζητεῖτε, καὶ ὁ ἄγγελος τῆς διαθήκης, ὂν ὑμεῖς θέλετε. Ἰδοὺ ἔρχομαι, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Μάλ.3,1).
Ἡ γέννησή του ὑπῆρξε θαυμαστὸ γεγονός, διότι γεννήθηκε ἀπὸ μητέρα στείρα. Ἦταν γιὸς τοῦ εὐσεβῆ ἱερέα Ζαχαρία, ἀπὸ τὴν ἐφημερία Ἀβιὰ (Ἃ΄Βασιλ.24,10) καὶ τῆς Ἐλισάβετ (Λούκ.1,7) ἡ ὁποία καταγόταν ἀπὸ τὸν ἱερατικὸ οἶκο «Ἀαρῶν» (Λούκ.1,5). Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ παρουσιάστηκε στὸ Ζαχαρία τὴν ὥρα ποὺ θυμίαζε στὸ ναό, γιὰ νὰ τοῦ ἀναγγείλει τὴ γέννηση τοῦ παιδιοῦ του. Γιὰ τὴν καλόπιστη ἀπιστία τοῦ ἔμεινε ἄλαλος ὡς τὴ γέννησή του. Ὁ Ἰωάννης ἦταν ἐκλεγμένος ἀπὸ τὸ Θεὸ «ἐκ κοιλίας μητρός», διότι ὅταν ἐπισκέφτηκε ἡ Θεοτόκος τὴ συγγενῆ Της Ἐλισάβετ, οὖσες ἔγγειοι καὶ οἱ δύο ἅγιες γυναῖκες, «ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν τὴ κοιλία αὐτῆς» (Λούκ.1,41). Μὲ τὴν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔγνωσε ὁ Πρόδρομος, ὡς βρέφος ἀγέννητο ἀκόμη, τὸν ἐρχομὸ τοῦ Κυρίου καὶ χάρηκε! Τὸ ὄνομά του σημαίνει δῶρο Θεοῦ (Θεοχάρης γιὰ τὴν ἀκρίβεια), καὶ ἦταν ἐπιλογὴ τοῦ ἰδίου τοῦ Ζαχαρία, διότι πίστευε ἀκράδαντα ὅτι τὸ παιδὶ αὐτὸ ἦταν χάρισμα τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὸν ἴδιο καὶ γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὶς προφητικὲς ρήσεις τοῦ ἁγίου ἱερέα, μετὰ τὴ «λύση» τῆς γλώσσας του.
Μεγάλωσε μέσα σὲ περιβάλλον εὐσέβειας, πίστεως στὸ Θεὸ καὶ ἐναγώνιας ἀναμονῆς τοῦ Μεσσία. Οἱ ἅγιοι γονεῖς τοῦ γέμισαν τὴν ψυχή του μὲ τὴν βεβαῖα προσμονὴ τοῦ Λυτρωτῆ τοῦ κόσμου. Τὸν ἔμαθαν νὰ κλείνει ἑρμητικὰ τὰ ἀφτιά του στὴν κοσμικὴ σαπίλα καὶ νὰ ἀποστρέφεται τὴν ἁμαρτία, διότι ἔπρεπε νὰ τοὺς βρεῖ ὁ Μεσσίας καθαρούς, ὅσο γινόταν, ὥστε νὰ σχηματιστεῖ ὁ ἀρχικὸς πυρήνας τῶν συνεργατῶν Του.
Σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημό της Ἰουδαίας γιὰ νὰ ζήσει βίο ἀσκητικό, γιὰ τὴν προσωπική του κάθαρση. Αὐτὸ ἔκαναν καὶ ἄλλοι εὐσεβεῖς Ἰουδαῖοι τῆς ἐποχῆς του, ὅπως οἱ Ἐσσαῖοι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν δημιουργήσει ὁλόκληρες κοινότητες ἀσκητῶν στὴν περιοχὴ τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης. Ὁ Ἰωάννης πιθανότατα δὲν ἀνῆκε σὲ αὐτὲς τὶς ὁμάδες, διότι ἡ ἰδέα τοῦ περὶ τοῦ ἀναμενόμενου Μεσσία εἶναι ριζικά διαφορη ἀπὸ ἐκείνη τῶν Ἐσσαίων, οἱ ὁποῖοι περίμεναν δύο Μεσσίες. Ζοῦσε μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Ὡς ἔνδυμα εἶχε τρίχες καμήλας καὶ ἔτρωγε ἀκρίδες (βλαστάρια φυτῶν τῆς ἐρήμου) καὶ μέλι ἀπὸ ἀγριομέλισσες. Δὲν ἀρκοῦνταν μόνο στὴν προσωπική του ἄσκηση, ἀλλὰ ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὡς «ρῆμα Θεοῦ» (Λούκ.3,2), φώναζε μὲ γοερὴ φωνὴ πάνω ἀπὸ τοὺς γυμνοὺς βράχους τῆς ἐρήμου, γιὰ νὰ ἀκουστεῖ ὅσο τὸ δυνατὸ μακρύτερα: «μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Μάτθ.3,3). Κήρυσσε «βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Μάρκ.1,4), καὶ βάπτιζε τὰ πλήθη στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη, «ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Μάτθ.3,6), ἀφοῦ «ἐξεπορεύετο πρὸς αὐτὸν πάσα ἡ Ἰουδαία χώρα καὶ οἱ Ἱεροσολυμίται» (Μάρκ.1,5). Ταυτόχρονα δίδασκε τοὺς πολυάριθμους ἐπισκέπτες του, τὴν εὐσέβεια καὶ τὴ δικαιοσύνη καὶ στηλίτευε τὴν ἀσέβεια καὶ τὴν ἀδικία, ἀλλὰ καὶ «πολλὰ μὲν οὒν ἕτερα παρακαλῶν εὐηγγελίζετο τὸν λαὸν» (Λούκ.3,18).
Ἡ συνάντησή του μὲ τὸ Χριστὸ καὶ ἡ βάπτισή Του ἀπὸ τὸν Πρόδρομο ὑπῆρξε ἡ κορυφαία στιγμὴ γιὰ τὸ θεοφόρο ἄνδρα. Πληρωμένος ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προανάγγειλε τὴν ἔλευση τοῦ Σωτήρα: «ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστίν. Οὐ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήματα βαστᾶσαι. Αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι Ἁγίω καὶ πυρί. Οὐ τὸ πτύον ἐν τὴ χειρὶ αὐτοῦ, καὶ διακαθαριεῖ τὴν ἅλωνα αὐτοῦ, καὶ συνάξει τὸν σίτον αὐτοῦ εἰς τὴν ἀποθήκην, τὸ δὲ ἄχυρον κατακαύσει πυρὶ ἀσβέστω» (Μάτ.3,11-12). Ἀπὸ μακριὰ διέκρινε τὸ Χριστὸ καὶ ὁμολόγησε: «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Οὗτος ἐστιν περὶ οὐ ἐγὼ εἶπον» (Ἰωάν.1,29). Ἡ ὁμολογία; Τοῦ καὶ ἡ μαρτυρία τοῦ ὑπῆρξε καταλυτικὸς παράγων γιὰ τὰ παραβρισκόμενα πλήθη. Εἶναι ἡ πρώτη μεγάλη δημόσια ἀναγνώριση τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία. Ἐπίσης συγκλονιστικὸ γεγονὸς ὑπῆρξε καὶ ἡ τελετὴ τῆς βαπτίσεως τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Ἰωάννη, τὴν ὁποία ἐπισφράγισε ἡ φανέρωση τῆς Ἁγία Τριάδος. Τὸ ἀξιοσημείωτο στὴ βάπτιση τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ ἄρνηση τοῦ Προδρόμου νὰ βαπτίσει τὸ Χριστό, διότι ὁ θεοφόρος ἄνδρας διέγνωσε τὴν ἀπόλυτη ἀναμαρτησία Του καὶ εἶχε τὴ συναίσθηση τῆς τυπικότητας τοῦ βαπτίσματος τοῦ δικοῦ του, τὸ ὁποῖο ἦταν τύπος τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὡς τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ ἀναγεννήσει τὸν ἄνθρωπο.
Στόχος τοῦ Τιμίου Προδρόμου ὑπῆρξε κυρίως ἡ πολιτικὴ καὶ πνευματικὴ ἐξουσία τῆς ἐποχῆς του, ἡ ὁποία εἶχε φτάσει σὲ ἔσχατα σημεῖα κατάπτωσης καὶ ἠθικῆς σήψης. Πυρωμένος ἀπὸ θεῖο ζῆλο, ἀλλὰ καὶ ἀγανάκτηση ὁ ἱερὸς ἄνδρας μύδρους κατὰ τῶν δυναστῶν τοῦ λαοῦ. Ἦταν κυριολεκτικὰ ἀσυμβίβαστος καὶ ἀσκοῦσε κριτικὴ πρὸς κάθε κατεύθυνση, χωρὶς νὰ λογαριάζει τὶς συνέπειες τῆς παρουσίας του. Καταφέρθηκε ἐναντίον τῶν Φαρισαίων καὶ τῶν Σαδδουκαίων, οἱ ὁποῖοι στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ὑποκριτικῆς τους εὐσέβειας καταπίεζαν καὶ ἐκμεταλλεύονταν ἀφόρητα τὸ λαό. Τοὺς χαρακτήριζε δημόσια ὡς «γεννήματα ἐχιδνῶν» καὶ τοὺς προειδοποιοῦσε ὅτι ἂν δὲν μετανοήσουν δὲ θὰ ξεφύγουν «ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς» (Μάτθ.3,8). Μὲ παραστατικότατο τρόπο τοὺς ἀνάγγειλε πὼς ἤδη, μὲ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία «ἡ ἀξίνη πρὸς τὴν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται καὶ πᾶν οὒν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται» (Μάτθ.3,10).
Ἰδιαίτερος στόχος τοῦ ἔγινε ἡ διεφθαρμένη πολιτικὴ ἐξουσία τῆς ἐποχῆς του. Τὰ διάφορα ἀνδρείκελα – ἐξωμότες συμπατριῶτες τοῦ ἀσκοῦσαν τυραννικὴ ἐξουσία γιὰ λογαριασμὸ τῆς σιδερόφρακτης κοσμοκράτειρας Ρώμης. Ἐνῶ ὁ λαὸς στέναζε κάτω ἀπὸ τὴν πιὸ σκληρὴ δουλεία καὶ λιμοκτονοῦσε, αὐτοὶ ζοῦσαν μέσα στὴ χλιδή, τὶς ἀτέλειωτες διασκεδάσεις καὶ τὴν ἀνηθικότητα. Ὕψωσε τὸ ἀνάστημά του ἀπέναντι στὸν ἀκόλαστο καὶ διεφθαρμένο «τετράρχη» Ἡρώδη «περὶ πάντων ὧν ἐποίησε πονηρῶν» (Λούκ.3,19). Αὐτὸς συζοῦσε παράνομα μὲ τὴν Ἡρωδιάδα, τὴ γυναίκα του αδελφού του, ἀδιαφορώντας γιὰ τὸν σκανδαλισμὸ ποὺ προκαλοῦσε στὸν εὐσεβῆ λαὸ ἡ φρικτὴ μοιχεία του. Φώναζε κάτω ἀπὸ τὰ ἀνάκτορά του μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς του, ἐλέγχοντας τὸ μοιχὸ βασιλιά: «οὐκ ἔξεστι σοὶ ἔχειν τὴν γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μάρκ.6,18). Ὁ θρασὺς καὶ ἀκόλαστος μονάρχης συνέλαβε καὶ ἔκλεισε στὴ φυλακὴ τὸν διαπρύσιο ἐλεγκτή. Δὲν τὸν σκότωσε, διότι «ἐφοβήθη τὸν ὄχλον, ὅτι ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον» (Μάτθ.18,5). Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ ὁλοσκότεινο καὶ ὑγρὸ δεσμωτήριο ὁ Ἰωάννης ἐπαναλάμβανε ἀκατάπαυτα τὸν δριμύ του ἔλεγχο, ὁ ὁποῖος ἔγινε πολὺ ἐνοχλητικὸς στὰ αὐτιὰ παράνομου ζευγαριοῦ καὶ τῶν αὐλικῶν του. Ἡ Ἡρωδιάδα ἀποδείχτηκε πιὸ διεφθαρμένη ἀπὸ τὸν Ἡρώδη, «ἐνεῖχεν αὐτῶ καὶ ἤθελεν αὐτὸν ἀποκτεῖναι καὶ οὐ ἠδύνατο» (Μάρκ.6,19). Γι’ αὐτὸ παγίδευσε μὲ ὅρκο τὸν παράνομο σύντροφό της, μὲ τὸ δαιμονικὸ πορνικὸ χορὸ τῆς κόρης τῆς Σαλώμης καὶ κατόρθωσε νὰ ἀποκεφαλίσει τὸν Ἰωάννη καὶ νὰ σιγήσει τὸ εὔλαλο στόμα του!
Μετὰ ἀπὸ αὐτό, «ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἦλθον καὶ ἦραν τὸ πτῶμα αὐτοῦ, καὶ ἔθηκαν αὐτὸ ἐν μνημείω» (Μάρκ.6,29). Ὅμως οὔτε τὰ τιμημένα λείψανά του βρῆκαν ἀνάπαυση στὸν τάφο. Ὁ παρανοϊκὸς αὐτοκράτορας Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης (361-363) τὰ ἔκαψε καὶ τὰ ἐξαφάνισε μὲ δαιμονικὴ μανία!
Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸ μαρτυρικό του θάνατο ὁ Τίμιος Πρόδρομος συνέχισε νὰ συμβάλλει στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔγινε ὁ διαπρύσιος κήρυκας τῆς ἐν Χριστῷ ἀπολυτρώσεως καὶ στὸν Ἅδη, προετοιμάζοντας τὰ ἐκεῖ πνεύματα νὰ δεχτοῦν τὸν Κύριο καὶ νὰ προσκολληθοῦν μὲ Αὐτὸν κατὰ τὴ λαμπροφόρο Ἀνάστασή Του.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀνήκει στὴ χωρία τῶν μεγάλων ἀνδρῶν τῆς πίστεώς μας, διότι διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στὴ διαδικασία τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Τὸ πρόσωπό του ἀποτέλεσε τὸ μεταίχμιο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ γενικά του ἀρχαίου κόσμου καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τοῦ νέου ἐν Χριστῷ ἀνακαινισμένου κόσμου. Εἶναι ταυτόχρονα ὁ ἔσχατος προφήτης τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ὁ πρῶτος της Καινῆς. Εἶναι ὁ πρόδρομος τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος, ὅπως εἴδαμε, ἄνοιξε καὶ λείανε τὸ δρόμο νὰ περάσει Ἐκεῖνος. Οἱ δικοί του μαθητὲς ἀποτέλεσαν τὸν ἀρχικὸ πυρήνα τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἀνδρέας, ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, ἀνῆκαν στὸν κύκλο τοῦ Ἰωάννη. Μάλιστα ὁ ἴδιος τους προέτρεψε νὰ ἀκολουθήσουν τὸ Χριστό, διότι ἡ ἀποστολὴ τοῦ εἶχε λήξει. Εἶναι ὁ μεγάλος κήρυκας τῆς μετάνοιας καὶ τῆς ἐπιστροφῆς τῶν ἀνθρώπων στὶς «εὐθεῖες τρίβους» τοῦ Θεοῦ (Μάρκ.1,3). Ὑπῆρξε ὁ μέγας ἐλεγκτὴς τῆς ἀνομίας καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ θαρραλέα στόματα ὅλων τῶν ἐποχῶν, ὁ ὁποῖος δὲ δειλίαζε μπροστὰ στοὺς ἰσχυρούς της ἐξουσίας καὶ τοῦ πνεύματος νὰ ὀρθώσει λόγο ἐλεγκτικὸ μὲ σκοπὸ νὰ ἐπαναφέρει στὴν τάξη καὶ τὸ νόμο τοὺς παραβάτες τῆς ἠθικῆς καὶ τοῦ δικαίου. Ὑπῆρξε ἡ ἐνσάρκωση τῆς ἄσκησης καὶ τῆς θυσίας τοῦ προσωπικοῦ θελήματος, διότι δὲ ζοῦσε πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐπιτελέσει τὴν ὑψηλὴ ἀποστολὴ ποὺ τοῦ ἀνέθεσε ὁ Θεός. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὑπῆρξε ὁ πρῶτος καὶ μεγαλύτερος ἀσκητὴς τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τὸ πρότυπο ὅλων τῶν κατοπινῶν μυριάδων ἀσκητῶν Της.
Γιὰ ὅλα αὐτὰ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ ἰδιαιτέρως τὸν Πρόδρομο τοῦ Κυρίου, κατατάσσοντας τὸν στὴν κορυφὴ τῶν ἱερῶν προσώπων Της. Περισσότερες ἀπὸ ἔξι φορὲς τὸ χρόνο μὲ ἰσάριθμες ἑορτές, τιμᾶ τὸ ἱερό του πρόσωπο. Πλῆθος ναῶν σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο εἶναι ἀφιερωμένοι σ’ αὐτὸν καὶ χιλιάδες πιστοὶ φέρουν μὲ καμάρι τὸ σεπτό του ὄνομα. Τὸ ἴδιο καὶ μία πλειάδα, πόλεων, χωριῶν καὶ τοπωνυμιῶν, φέροντας τὸ ὄνομά του, δηλώνοντας τὴ μεγάλη προσωπικότητά του. Οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ μὲ τὸ ἀλάνθαστο αἰσθητήριο τῆς πίστης τοὺς γνωρίζουν τὴν ὑψηλή του θέση, κοντὰ στὸ Λυτρωτὴ μᾶς Χριστό, στὴ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, καὶ γι’ αὐτὸ τὸν παρακαλοῦν νὰ δέεται ἀέναα γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἰδίων καὶ τοῦ κόσμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου