14 Νοε 2021

Ἄγιος Νεομάρτυς Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος (14 Νοεμβρίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐξισλαμισμένους χριστιανοὺς ἁγίους Νεομάρτυρες εἶναι καὶ ὁ ἅγιος Νεομάρτυρας Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος, ὁ ὁποῖος πλήρωσε μὲ τὸ μαρτυρικό του θάνατο τὴν ἀπόφασή του νὰ ἐγκαταλείψει τὸ Ἰσλὰμ καὶ νὰ ἐπιστρέψει στὴν Ἐκκλησία. 
Γεννήθηκε στὴν Ὕδρα τὸ 1770, ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Μιχαὴλ καὶ τὴν Μαρίνα Δημαρά. Ὅταν ἔγινε δεκαοχτὼ χρονῶν ἀποφάσισε νὰ φύγει ἀπὸ τὸ ἄγονο νησὶ καὶ νὰ πάει στὴ Ρόδο γιὰ καλλίτερη ζωή, παρ’ ὅλες τὶς ἀντιρρήσεις τῆς μητέρας του. Ἐκεῖ συνάντησε κάποιους πατριῶτες του καὶ ἄλλαξε διάφορες ἐργασίες. Κατέληξε στὴ δούλεψη ἑνὸς παντοπώλη, ὅπου εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ γνωρίσει πολλοὺς Τούρκους καὶ Ἑβραίους καὶ...ἔκανε μαζί τους παρέα. Μάλιστα ἕνας τοῦρκος, ὀνόματι Χασᾶν Κιρζά, τοῦ πρότεινε νὰ παντρευτεῖ τὴν ἀδελφή του Μενιρέμ. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ ὁ παντοπώλης τὸν ἀπέλυσε καὶ ὁ Κωνσταντῖνος ἔμεινε ἄνεργος. Ἕνας φίλος του Τοῦρκος μεσολάβησε νὰ γνωρισθεῖ μὲ τὸν Τοῦρκο διοικητὴ τῆς νήσου Χασᾶν Καπιτᾶν, νὰ τὸν πάρει στὴν ὑπηρεσία του στὸ ἀρχοντικό του. Ὁ ἐργοδότης του ἐκτίμησε τὰ χαρίσματά του καὶ τὸν ἔκαμε ἱπποκόμο του. 

Ἔμεινε κοντὰ του τρία χρόνια, ὅπου ἔζησε στὴν τρυφή, μὲ τιμὲς καὶ ἀπολαύσεις. Σὲ ἕνα τρικούβερτο γλέντι, κατὰ τὴ διάρκεια ἑνὸς Ραμαζανιοῦ, μέθυσε καὶ τότε βρῆκαν τὴν εὐκαιρία οἱ τοῦρκοι νὰ τὸν ντύσουν μουσουλμάνο καὶ νὰ τοῦ κάμουν περιτομή, δίνοντάς του τὸ μουσουλμανικὸ ὄνομα Χασᾶν. Τὸ γεγονὸς μαθεύτηκε σὲ ὅλη τὴ Ρόδο καὶ ἔφτασε μέχρι τὴν Ὕδρα, γεμίζοντας μὲ πίκρα τοὺς γονεῖς του. Ὁ πατέρας του δὲν ἄντεξε καὶ πέθανε σὲ λίγο καιρὸ καὶ ἔμεινε ἡ μητέρα του μόνη νὰ θρηνεῖ μέρα καὶ νύχτα τὸ χαμένο παιδί της! Κάποια χρήματα ποὺ τῆς ἔστειλε δὲν τὰ δέχτηκε καὶ τοῦ τὰ ἐπέστρεψε. 

Σὲ λίγο καιρὸ ἀποφάσισε νὰ μεταβεῖ στὴν Ὕδρα, ντυμένος μὲ τὰ μουσουλμανικὰ ἐνδύματα. Ὅμως συνέβη τὸ ἀπροσδόκητο, κανένας δὲν τοῦ μιλοῦσε. Οἱ γυναῖκες στὰ σοκάκια ἔκλειναν τὶς πόρτες τους νὰ μὴν τὸν δοῦν. Ὅταν ἔφτασε στὸ πατρικό του ἡ μητέρα του δὲν τοῦ ἄνοιξε καὶ τοῦ εἶπε: «φύγε ξένε ἐγὼ δὲν γέννησα γιὸ Χασᾶν, ὁ γιός μου ὁ Κωσταντὴς πέθανε»! Ἡ στάση τῆς μητέρας του τὸν συγκλόνισε. Αἰσθάνθηκε ἴλιγγο καὶ ζήτησε λίγο νερὸ ἀπὸ μία γειτόνισσα, ἐκείνη τοῦ ἔδωσε, ἀλλὰ ἔσπασε τὴ στάμνα γιατί τὴ θεώρησε μολυσμένη ἀπὸ τὸν ἐξωμότη! Αὐτὸ ἦταν, συνῆλθε καὶ συνειδητοποίησε τὸ μεγάλο κρῖμα του! 

Γύρισε στὴ Ρόδο καὶ ἔκλαιγε ἀπαρηγόρητα γιὰ τὴν ἄρνηση τῆς πίστης του στὸν ἀληθινὸ Θεό. Τὰ χρήματά του τὰ μοίραζε στοὺς φτωχούς. Μέσα στὴν ἀφόρητη θλίψη του πῆρε τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ ξεπλύνει μὲ τὸ αἷμα του τὴν ἄφρονα ἐπιλογή του. Βρῆκε ἕναν καλὸ πνευματικὸ στὸν ὁποῖο ἐξομολογήθηκε τὸ σφάλμα του καὶ τοῦ κοινοποίησε τὴν ἀπόφασή του νὰ ὁμολογήσει δημόσια τὴν μεταστροφή του στὸ Χριστό. Ὁ ἐξομολόγος τὸν συμβούλεψε νὰ φύγει μακριὰ καὶ νὰ ἀποφύγει τὸ μαρτύριο, διότι φοβόταν πὼς δὲν θὰ ἄντεχε τὰ μαρτύρια καὶ θὰ ἐξισλαμίζονταν γιὰ δεύτερη φορά. 

Ὁ Κωνσταντῖνος ὑπάκουσε, πέταξε τὴν τούρκικη ἀμφίεση καὶ ἔφυγε γιὰ τὴν Κριμαία, ὅπου δὲν ὑπῆρχαν τοῦρκοι, ζώντας ὡς συνειδητὸς Χριστιανὸς μὲ προσευχή, νηστεία καὶ ἀσταμάτητα δάκρυα μετανοίας. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ κατέβηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἀναζήτησε ἔμπειρο πνευματικὸ νὰ τὸν συμβουλευτεῖ πὼς θὰ ἔφτανε στὸ μαρτύριο. Ἐκεῖνος τὸν παρουσίασε στὸν Πατριάρχη, ἅγιο Γρηγόριο Ἐ΄, ὁ ὁποῖος τὸν ἄκουσε μὲ προσοχὴ καὶ τοῦ σύστησε νὰ μεταβεῖ στὸ Ἅγιο Ὅρος γιὰ νὰ ἐνισχυθεῖ πνευματικὰ καὶ νὰ πάρει δύναμη, ἀποτρέποντας τὸν νὰ ὁδηγηθεῖ στὸ μαρτύριο, μὲ τὸ φόβο μήπως δειλιάσει. 

Ἀκολουθώντας τὶς προτροπὲς τοῦ ἁγίου Πατριάρχη, πῆγε στὸ Ἅγιο Ὅρος τὸ 1799, στὴ Μονὴ Ἰβήρων, ὅπου ἔμεινε πέντε μῆνες προσευχόμενος καὶ κλαίγοντας νυχθημερόν. Εἶχε τὴν εὐλογία νὰ γνωρίσει τὸν ἅγιο Νικόδημο Ἁγιορείτη (1749-1809), ὁ ὁποῖος ἔγινε ὁ «ἀλείπτης» του, δηλαδὴ αὐτὸς ποὺ τὸν προετοίμασε γιὰ τὸ μαρτύριό του. Ἔλαβε μάλιστα καὶ τὸ μοναχικὸ σχῆμα. 

Τὸν ἑπόμενο χρόνο πῆρε τὶς εὐλογίες τῶν πατέρων τῆς Μονῆς καὶ ἀψηφώντας στὶς νουθεσίες τους νὰ μείνει κοντά τους, ἀναχώρησε γιὰ τὴ Ρόδο, γιὰ νὰ τακτοποιήσει τὴ μεγάλη ἐκκρεμότητά του, ἔχοντας μαζί του τὴ δύναμη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Πορταΐτισσας. Τράβηξε ἴσια γιὰ τὸ ἀρχοντικό τοῦ Χασᾶν, στὸν ὁποῖο γνωστοποίησε ὅτι εἶναι ὁ Κωνσταντῖνος καὶ πρώην Χασᾶν, ποὺ ξανάγινε Χριστιανός. Ὁ τοῦρκος ἀξιωματοῦχος προσπάθησε νὰ τὸν πείσει νὰ ἀσπασθεῖ ξανὰ τὸ Ἰσλάμ, τάζοντάς του χρήματα, τιμὲς καὶ ἀξιώματα. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε ἀμετάπειστος καὶ μάλιστα παρότρυνε τὸν Χασᾶν νὰ γίνει καὶ αὐτὸς Χριστιανός, γιὰ νὰ ἀπολαύσει τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν! Ὁ τοῦρκος ἔγινε ἔξαλλος ἀπὸ τὸ θυμό του καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν ρίξουν στὴ φυλακὴ τοῦ «Ζιντανίου» στὸν Πύργο τῶν Ἱπποτῶν καὶ νὰ ἀρχίσουν τὰ πιὸ φρικτὰ βασανιστήρια, ὥσπου νὰ ἀλλάξει γνώμη. 

Σὲ τρεῖς ἡμέρες τὸν ὁδήγησαν πάλι μπροστά του, ἀλλὰ καὶ πάλι δοκίμασε τὴν ἀπόλυτη ἄρνηση τοῦ Μάρτυρα νὰ μείνει πιστὸς στὸ Χριστό. Τότε ἔδωσε ἐντολὴ γιὰ πιὸ ἐπώδυνα βασανιστήρια. Τοῦ ξερίζωσαν τὰ μαλλιά του, τοῦ ξεσκισαν τὶς σάρκες του μὲ σιδερένια νύχια, τοῦ ἔσπασαν τὰ σαγόνια μὲ πέτρες. Τὸν λοιδοροῦσαν λέγοντάς του: «Ἂς ἔλθει ὁ Χριστός σου, νὰ σὲ σώσει»! Τοῦ φόρεσαν χονδρὲς ἁλυσίδες καὶ τὸν ἔριξαν ξανὰ στὴ φυλακή. Κάθε μέρα τὸν ρωτοῦσαν ἂν ἄλλαξε γνώμη καὶ τὸν ράβδιζαν ἀνελέητα πεντακόσιες φορές. Τοῦ ξερίζωσαν τὰ νύχια καὶ τὸν πέταξαν αἱμόφυρτο στὴ φυλακή, ὅπου ἀξιώθηκε νὰ δεῖ ἕνα βράδυ τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος τὸν θεράπευσε ἀπὸ τὶς πληγές του! Μάλιστα τὸ θαῦμα αὐτὸ τὸ εἶχαν δεῖ καὶ οἱ ἄλλοι κρατούμενοι, ὅπως καὶ τοῦρκοι, οἱ ὁποῖοι ἀπέδωσαν τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας του στὸν Ἀλλάχ, γιὰ νὰ ἐξισλαμισθεῖ! Ὅμως ὁ μάρτυρας ἔμεινε ἑδραῖος! Ἕνα ἄλλο βράδυ οὐράνιο φῶς ἔλουσε τὸ κελί του. Τὸ φῶς αὐτὸ τὸ εἶδαν ὅλοι καὶ τὸ πληροφορήθηκε καὶ ὁ Χασᾶν. Κάποιος Χριστιανὸς τοῦ πήγαινε κρυφὰ τὴ Θεῖα Κοινωνία στὴ φυλακή. 

Τὸ μαρτύριο κράτησε πέντε μῆνες. Ὁ Χασᾶν τὸν κάλεσε γιὰ τελευταία φορὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ἀλλὰ ἐκεῖνος ὁμολόγησε μὲ μεγαλύτερη δύναμη τὴν χριστιανική του πίστη. Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ τὸν θανατώσει, δὶ’ ἀπαγχονισμοῦ. Ὁ τριαντάχρονος Μάρτυρας ζήτησε καὶ κοινώνησε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια καὶ ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης καὶ ἔλαβε τὸ ἁμαράντινο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Ἦταν 14 Νοεμβρίου τοῦ 1800. Πάνω ἀπὸ τὸ κρεμασμένο ἄψυχο τίμιο λείψανό του φάνηκε φωτεινὸς σταυρός. Τὸ σῶμα του ἀγόρασαν οἱ πιστοί της Ρόδου, τὸ ὁποῖο ἔθαψαν μὲ τιμές. Τὸ 1803 ἦρθες ἡ μητέρα του στὴ Ρόδο νὰ παραλάβει τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Μάρτυρα γιοῦ της. Μὲ καμάρι τὰ μετέφερε στὴν Ὕδρα. Ἀλλὰ τὴν ὥρα ποὺ τὰ ἀπίθωνε στὸ μητροπολιτικὸ ναὸ ξεψύχησε ἀγκαλιὰ μὲ αὐτά! Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 14 Νοεμβρίου, τὴν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.