21 Μαΐ 2018

Ἅγιος Νεκτάριος: Ἡ Ἐκκλησία ἀπαγορεύει τὴν κήδευση τῶν αὐτοκτονούντων, προβάλλοντας δύο σοβαρὰ ἐπιχειρήµατα...

Ἀρχιµανδρίτης Παρθένιος Ἠγούµενος Ι. Μ. ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ

Γιὰ τὸ σοβαρὸ θέµα τῆς ἀπόγνωσης καὶ τῆς αὐτοκτονίας ἐκφώνησε µἴα ὀµιλία ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως στὴ Λαµία στὶς 20 Νοεµβρίου 1893 σὰν Ἱεροκήρυκας. Καὶ ἐπειδὴ τὸ κοινωνικὸ αὐτὸ προβληµα ἔχει σήµερα ἀνησυχητικὲς διαστάσεις, ὁ φωτισµένος λόγος τοῦ Θεοφόρου πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας µας καὶ συγχρόνου Ἁγίου εἶναι πολὺ ὠφέλιµος καὶ ἐπίκαιρος. Ἡ ἀπόγνωση εἶναι φοβερὸ κακὸ καὶ ἀγιάτρευτο πάθος ποὺ φθείρει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Καταστρέφει κάθε τί ὑγιὲς µἔσα του, τὸν παραδίδει στὴν καταστροφὴ καὶ τὸν ὠθεῖ στό νὰ θέσει τέρµα στὴ ζωή του. Ὁ Ἀπεγνωσµένος παρότι ζεῖ εἶναι νεκρός, διότι ἔχασε τὸ συνδεσµο µἐ τὸν κόσµο καὶ κάθε εὐχαρίστηση τῆς ζωῆς. Νοµίζει ὅτι ἕνας γρηγορότερος θάνατος ἀπὸ τὸν φυσικὸ θὰ τὸν ἀπαλλάξει ἀπὸ τὶς θλίψεις καὶ τὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς καὶ καταλήγει στὴν αὐτοκτονία.

Αἰτία αυτοκτονίας
Ἡ ἀπόγνωση λοιπὸν εἶναι ἡ αἰτία τῆς αὐτοκτονίας καὶ ὄχι ἡ φρενοπάθεια. Αὐτὸς ποὺ αὐτοκτονεῖ δὲν εἶναι παράφρονας ἀλλὰ ἀπεγνωσµένος. Ὁ φρενοπαθεῖς ἐπιχειρεῖ καὶ µἐτὰ τὴ διάσωσή του νὰ θανατωθεῖ χωρὶς νὰ ἔχει προµελετήσει τὸν τρόπο ποὺ θὰ πεθάνει. Οὐδέποτε διαλέγει ὅπλο ἢ µἔσο αὐτοκτονίας καὶ ὁδηγεῖται ἀσυνείδητα στὴν πράξη του λόγω τῆς φρενοπάθειάς του. Ὁ παράφρονας δὲν ζητᾶ τὸ θάνατο, ἀλλὰ ὁ θάνατός του εἶναι συνέπεια ἀπονενοηµένης πράξης. Οἱ αὐτοκτονοῦντες (αὐτόχειρες) ὄµως ποὺ σώθηκαν θεραπεύτηκαν, δὲν ἐπιχείρησαν ἄλλη προσπάθεια αὐτοκτονίας καὶ µἐτανόησαν. Οἱ αὐτοκτονοῦντες λοιπὸν δὲν πάσχουν παθολογικὰ ἀλλὰ ἠθικά. Ἡ ἀπόγνωση εἶναι ἠθικὴ παρεκτροπή. Ἀγνόησαν τὴν ἠθικὴ θεραπεία καὶ ὅταν τοὺς κατέλαβε ὁ πανικὸς τῆς ἀπόγνωσης αὐτοκτόνησαν. Ἄρα εἶναι ὑπεύθυνοι τῶν πράξεών τους καὶ ἔχουν µἐγάλη...ἀµαρτία, ἀσυγχώρητη (ἐφόσον δὲν µποροῦν νὰ µἐτανοήσουν). Δἐν εἶναι σωστὴ ἡ ἰατρικὴ διάγνωση, ποὺ χαρακτηρίζει ὅλους τούς αὐτοκτονοῦντας φρενοβλαβεῖς.

Αἰτία ἀπόγνωσης
Τὰ αἴτια τῆς ἀπόγνωσης εἶναι πολλά. Τὸ κύριο αἴτιο εἶναι ἠθικὴ ἀσθένεια τοῦ πάσχοντος. Τοὺς ἠθικὰ ἀσθενεῖς µπορούµε νὰ τοὺς διαιρέσουµε σὲ τρεῖς κατηγορίες: α) στοὺς ἄθεους, β) στοὺς ὀλιγόπιστους καὶ γ) σ’ αὐτοὺς ποὺ κυριεύονται ἀπὸ τὰ συναισθήµατα καὶ τὶς ἀψικαρδίες τους. α) Ἄθεοι: Αὐτοὶ ποὺ ἀνήκουν στὴν πρώτη τάξη ἀπολαµβάνουν τὴ ζωή τους σὰν κάτι ἀγαθό, ὅσο δὲν ὑπάρχουν δυσκολίες. Ἔχουν καθαρὰ ὑλιστικὸ φρόνηµα, ζοῦν χωρὶς θεό, γι’ αὐτὸ µἐ τὶς πρῶτες δυσκολίες τῆς ζωῆς ἢ τὴν µἐταβολὴ τῶν ὅρων της ὁδηγοῦνται στὴν ἀπόγνωση καὶ τὴν αὐτοκτονία, χωρὶς βέβαια αὐτὴ νὰ εἶναι ἀποτέλεσµα παραφροσύνης. Στὴν ἴδια κατηγορία συγκαταλέγονται ἐπίσης ὅσοι εἶναι πλήρως παραδοµένοι στὶς ἡδονὲς καὶ τὰ ἀγαθὰ αὐτοῦ τοῦ κόσµου. Ἡ φιλοσοφία τῆς ζωῆς τους µοἰάζει µἐ ἐκείνη τῶν Ἐπικουρείων. Στὸ τέλος ὄµως καταλήγουν µἐτὰ ἀπὸ µἴα κλιµακωτὴ πορεία στὴν αὐτοχειρία, ἀφοῦ οἱ συνεχεῖς ἀπολαύσεις αὐτοῦ τοῦ κόσµου φέρνουν τὸν κορεσµό, ὁ κορεσµὸς τὴν ἀηδία, ἡ ἀηδία τὴν ἀποστροφή, ἡ ἀποστροφὴ τὴν ἀνία, ἡ ἀνία τὴν στενοχώρια, ἡ στενοχώρια τὸ ἄλγος καὶ τὸ ἄλγος τοὺς ὁδηγεῖ στὴν ἀπόγνωση, ὅποτε θέτουν τέρµα στὴ ζωή τους. Μία ὀµάδα ἀνθρώπων στὴν ἴδια κατηγορία, κατεχόµενοι καὶ αὐτοὶ ἀπὸ ὑλιστικὸ φρόνηµα, εἶναι καὶ ὅσοι ἀπατηλὰ ἐπιδιώκουν ν’ ἀποκτήσουν ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα ἀγαθά, θεωρώντας τὰ σὰν τὰ µἔσα εὐδαιµονίας τους.
Ἀγνόησαν τὴν ἀληθινὴ καὶ πραγµατικὴ εὐδαιµονία, τὸν Θεό, λάτρευσαν ἀσταθῆ καὶ ρευστὰ στοιχεῖα, ἀπέτυχαν καὶ ἀπογοητεύθηκαν. β) Ὀλιγόπιστοι: Στὴ δεύτερη τάξη ἀνήκουν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ποὺ ἀρχικὰ ζοῦν σύµφωνα µἐ τοὺς θεϊκοὺς καὶ ἀνθρώπινους νόµους, ἀλλὰ µἐ τὶς πρῶτες σηµαντικὲς δυσκολίες τῆς ζωῆς χάνουν τὸ θάρρος τους καὶ τὴν ἐλπίδα τους, δηλαδὴ τὸν Θεό. Ὅσοι λοιπὸν χάνουν τὸ θάρρος τους στεροῦνται τῆς καρτερίας, τῆς αὐταπάρνησης καὶ τῆς θυσίας στὸ πεδίο τῆς µἄχης, τὸ ὁποῖο στὴ συγκεκριµένη περίπτωση δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ ἡ ἴδια ἡ ζωὴ µἐ τὶς δυσκολίες της. Ὅσοι δὲν ἐλπίζουν στὸν Θεὸ γίνονται θρασεῖς, γιατί τὸ θράσος εἶναι παρωδία τοῦ θάρρους. Καταλήγουν µἄλιστα στὴ δειλία καὶ τὴν µἰκροψυχία. Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος παροµοιάζει ὅλους αὐτοὺς µἐ τοὺς ριψάσπιδες τῶν µἀχῶν τῶν πολέµων καὶ τοὺς χαρακτηρίζει ἄνανδρους. Ἡ αὐτοχειρία δηλαδὴ δὲν εἶναι πράξη γενναιότητας, ἀλλὰ δειλίας καὶ θράσους. Στερεῖται ἠθικοῦ σθένους, ἀφοῦ οἱ αὐτόχειρες δὲν ὑπολογίζουν τίποτα καὶ κανέναν καταλήγοντας στὴν ἀπονενοηµένη ἐνέργειά τους. Ἡ τάξη ἐπίσης αὐτὴ τῶν αὐτοχείρων δὲν ἔχει τὰ στοιχεῖα τῶν παραφρόνων. Πρόκειται γιὰ ἠθικὰ ἀρρώστους, οἱ ὁποῖοι θὰ θεραπεύονταν, ἂν ζητοῦσαν βοήθεια ἀπὸ τὸ Θεό. Εἶναι Χριστιανοὶ κατ’ ὄνοµα καὶ ὄχι κατ’ οὐσία, ἀφοῦ ἀγνοοῦν τὴ χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ ἐπισκιάζει ὅλους τούς πιστούς, τὴν ἀπάθεια καὶ τὴν καρτερία ποὺ θὰ πρέπει νὰ δείχνει ὁ Χριστιανὸς γιὰ τὶς δυσκολίες αὐτῆς τῆς ζωῆς. Τελικὰ ὅλοι ὅσοι ἀνήκουν σ’ αὐτὴ τὴν τάξη, ἐνῶ ξεκινοῦν µἐ µία ἐπιφανειακὴ πίστη καταλήγουν στὴν ἀπιστία µἐ συνέπεια τὴν ἀπόγνωση. γ) Συναισθηµατικὰ ἄρρωστοι: Στὴν τρίτη κατηγορία τέλος κατατάσσονται ὅσοι αὐτοκτονοῦν ἀπογοητευµένοι ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο ἔρωτα, εἴτε ἁγνὸ (ὅπως εἶναι ὁ νεανικὸς ἔρωτας), εἴτε παρανοµο καὶ βδελυρό. Ἡ ἐρωτικὴ ἀπογοήτευση τῶν νεαρῶν σὲ ἡλικία ἀτόµων ἐπέρχεται ἐξαιτίας τῆς θλίψης γιὰ τὴν ἀπώλεια τοῦ ἐρωτικοῦ ἰνδάλµατός τους. Τοῦτο φέρει τὴν δυστυχία καὶ ἡ ἀπειρία γύρω ἀπὸ τὰ θέµατα τῆς ζωῆς δίνει τεράστιες διαστάσεις στὸ γεγονός, τὸ ὁποῖο γιὰ τοὺς ἀπογοητευµένους νέους θεωρεῖται µἔγιστο κακό. Πρόκειται ὄµως γιὰ µἴα οἰκτρὴ πλάνη, ἄγνοια γιὰ τὴν µἔλλουσα ζωή, ἔλλειψη θρησκευτικῆς ἀγωγῆς καὶ χριστιανικοῦ πνεύµατος. Ὑπεύθυνοι στὴν περίπτωση αὐτὴ δὲν εἶναι τόσο οἱ νέοι ὅσο οἱ γονεῖς τους, οἱ ὁποῖοι δὲν φρόντισαν νὰ ἀνατραφοῦν σωστὰ τὰ παιδιά τους. Στὴν κρίσιµη µἄλιστα στιγµὴ ποὺ τὰ παιδιὰ τους χρειάστηκαν τὴ φροντίδα καὶ τὴν συµβουλὴ τους ἐκεῖνοι ἔδειξαν ἀµέλεια ἢ τὰ προέτρεπαν σὲ µἴα σχέση ὀλέθρια. Ἡ δεύτερη ὀµάδα αὐτῆς τῆς κατηγορίας (µοἰχοὶ κ.α.) ἔχει ὡς αἴτιο τὴν ἠθικὴ διαφθορά. Θεωροῦνται παραβάτες τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, καταστρέφουν τὴν οἰκογένειά τους καὶ τὴν ἱερότητα τοῦ γάµου, πρὶν ὁδηγηθοῦν στὴν αὐτοχειρία. Στὴν ἴδια κατηγορία τοποθετοῦνται καὶ ὅσοι αὐτοκτονοῦν ἐπειδὴ θίγηκε τὸ φιλοτιµό τους καὶ ὅσοι δὲν µπόρεσαν νὰ ξεπεράσουν δύσκολες ἢ δυσάρεστες στιγµὲς ποὺ τοὺς παρουσιάστηκαν στὴ ζωὴ τους ἀπρόοπτα. Κοινὴ αἰτία εἶναι ἡ ἔλλειψη χριστιανικῆς ἀγωγῆς καὶ χριστιανικῆς ζωῆς, µἐ συνέπεια τὸ ἠθικὸ κατρακύλισµα, τὴν κακὴ χρήση ἐλευθερίας καὶ τὸ ξενικὸ πιθηκισµό. Ἐὰν εἶχαν χριστιανικὴ ἀγωγὴ δὲν θὰ αὐτοκτονοῦσαν, ἀλλὰ θὰ µἐτανοοῦσαν καὶ θὰ διόρθωναν τὴ ζωή τους.

Ἀντιµετώπιση τῶν αὐτοκτονούντων ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία
Σήµερα τὸ θέµα τῆς κηδείας τῶν αὐτοχείρων θεωρεῖται ἐπίκαιρο, ἀφοῦ ὑπάρχουν περιπτώσεις ὅπου ἱερεῖς ἀρνοῦνται νὰ τοὺς κηδεύσουν, µἐ ἀποτέλεσµα νὰ δηµιουργεῖται ἔνταση µἐταξὺ συγγενῶν τοῦ αὐτόχειρος καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Τὶς περισσότερες φορὲς βέβαια κατ’ οἰκονοµίαν, κηδεύονται οἱ αὐτόχειρες. Ποιὸ ἀπὸ τὰ δύο ὄµως πρέπει νὰ συµβαίνει; Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, ἀκολουθώντας τὴν σταθερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἀπαγορεύει τὴν κήδευση τῶν αὐτοκτονούντων, προβάλλοντας δύο σοβαρὰ ἐπιχειρήµατα. Ἐν πρώτοις τὸ ὅτι δὲν ἔχει ἐντολὴ σχετική, ἀντίθετα µἄλιστα ὑπάρχουν ἀπαγορεύσεις γιὰ τὴν κήδευση. Δἐν ὑπάρχει ἐπίσης εἰδικὴ ἀκολουθία γιὰ τοὺς αὐτοκτονοῦντες. Σὲ σχέση µἄλιστα µἐ τὴν ἀκολουθία παρατηρεῖ ὀρθῶς ὅτι, ὅταν διαβάζεται στοὺς αὐτόχειρες ἡ συνήθης ἀκολουθία, τότε ἡ Ἐκκλησία ἀµαρτάνει, γιατί ψεύδεται πρὸς τὸν Θεὸ ἐνώπιόν τοῦ λαοῦ καὶ µἄλιστα µἔσα στὸν ἱερὸ ναό.
Ψεύδεται, διότι ἡ ἀκολουθία προϋποθέτει ὅτι ὁ νεκρὸς ἦταν πιστὸς ἄνθρωπος καὶ δοῦλος τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι ὁ Θεὸς «µἐτέστησε τὸν δοῦλον του» στὴν ἄλλη ζωὴ καὶ τὸν ἐκάλεσε. Τίποτε ὄµως ἀπὸ αὐτὰ δὲν εἶναι ἀληθές, οὔτε πιστός, οὔτε δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅποιος αὐτοκτονεῖ, διότι ἡ πράξη τῆς αὐτοκτονίας ἀποδεικνύει ἀπιστία καὶ ἀπειθεία στὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης δὲν µἐτέστησε, οὔτε ἐκάλεσε ὁ Θεὸς τὸν αὐτόχειρα, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ἔθεσε τέρµα στὴ ζωή του, τῆς ὁποίας ἐξουσιαστὴς εἶναι µὄνο ὁ Θεὸς ποὺ τὴν ἔδωσε. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἐντολὴ νὰ κηδεύει τοὺς ἀποθνησκόντας ἐν Κυρίω καὶ γι’ αὐτοὺς µὄνο ἔχει τὴ νεκρώσιµη ἀκολουθία, ποὺ εἶναι σύµφωνη µἐ τὴ ζωὴ καὶ τὴ πίστη τοῦ κηδευοµένου. Ὅσοι πιστεύουν, παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, ὅτι ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία νὰ µἢν εἶναι τόσο σκληρὴ καὶ αὐστηρὴ ἀπέναντι στοὺς ζώντας συγγενεῖς, ἀλλὰ νὰ τοὺς δίδει παρηγοριὰ καὶ ἀνακούφιση µἐ τὸ νὰ κηδεύει τοὺς αὐτόχειρες, αὐτοὶ µἄλλον ἀγνοοῦν τοὺς σοβαροὺς λόγους τῆς ἄρνησης τῆς Ἐκκλησίας, παρότι ἡ Ἐκκλησία ἔχει πάντοτε ἀγάπη καὶ παρηγοριὰ καὶ θλίβεται γιὰ τὸ κακὸ ποὺ συνέβη σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιά της. Τὸ κακὸ αὐτὸ εἶναι ποὺ τὴ δεσµεύει καὶ τὴν ἐµποδίζει ἀπὸ κάθε ἐνέργεια. Ἡ στάση αὐτὴ τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι ἐκδικητικὴ καὶ κολαστική, ἀλλὰ φιλάνθρωπη καὶ θεραπευτικὴ γιὰ τὸν νεκρὸ καὶ τοὺς ζώντας συγγενεῖς. Καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐξηγήσει ἡ Ἐκκλησία στὴν ποιµαντικὴ τῆς φροντίδα γιὰ ὅλους. Μὲ τὸ νὰ γίνεται κηδεία στὸν αὐτοκτονοῦντα ἐπιβαρύνεται ἡ ψυχὴ τοῦ νεκροῦ καὶ τῶν ζώντων συγγενῶν, διότι βεβηλώνεται ὁ ἱερὸς χῶρος τῆς Ἐκκλησίας µἐ τὰ ψεύδη ποὺ λέγονται ἐνώπιόν του Θεοῦ («Μετὰ πνευµάτων δικαίων τετελειωµένων», «Μακάριοι οἱ ἄµωµοι ἐν ὀδῶ, οἱ πορευόµενοι ἐν νόµω Κυρίου» κ.λπ.).

Συµπεράσµατα
Ἡ αὐτοκτονία εἶναι µἴα ἀποτρόπαια πράξη καὶ καταδικάζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν κοινωνία. Εἶναι πράξη στὴν ὁποία ὁδηγεῖ ἡ ἠθικὴ κατάπτωση καὶ ἡ ἀπόγνωση καὶ εἶναι πράξη δειλίας, ἀνανδρίας καὶ ἀρρωστηµένου ἐγωισµού. Ἡ Ἐκκλησία σύµφωνα µἐ τὶς ὑψηλὲς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κηδεύει τοὺς αὐτόχειρες. Καὶ οἱ συγγενεῖς του δὲν πρέπει νὰ ζητοῦν µἐ ἀπάτη (ἰατρικὸ πιστοποιητικὸ ὅτι ὁ αὐτόχειρας ἦταν φρενοβλαβὴς - ψυχοπαθὴς) νὰ γίνει κηδεία καὶ µνηµόσυνα. Καὶ φυσικὰ καὶ οἱ γιατροὶ δὲν πρέπει νὰ γίνονται συνεργοὶ στὴν ἀπάτη αὐτή, διότι ἔτσι γίνονται ὅλοι συνένοχοι στὴν αὔξηση τοῦ κακοῦ. Ἡ Ἐκκλησία µἐ τὴν αὐστηρὴ στάση της ἀπέναντι στὸν αὐτόχειρα, τὴν ὁποία πρέπει νὰ κατανοοῦν καὶ νὰ ἀποδέχονται οἱ συγγενεῖς του νεκροῦ, στιγµατίζει τὴν πράξη καὶ ἀποτρέπει ἄλλους ποὺ πιθανὸν ὠθοῦνται στὴν πράξη αὐτή, σὰν προληπτικὸ φάρµακο. Ἀλλὰ κυρίως προστατεύει τὴν ἱερότητα τῶν µὑστηρίων της καὶ τοῦ ἱεροῦ χώρου τοῦ Ναοῦ ἀπὸ τὴ βεβήλωση ποὺ ἐπιβαρύνει τὴν ψυχὴ τοῦ νεκροῦ καὶ τῶν ζώντων συγγενῶν καὶ ἱερέων. Ἡ ριζικὴ θεραπεία τοῦ κακοῦ θὰ ἔλθει µἐ τὴ χριστιανικὴ ἀγωγὴ καὶ τὴν πνευµατικὴ ζωὴ στὰ πλαίσια τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ συµµετοχὴ µας στὴ Μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ πνευµατικὸς ἀγώνας µας εἶναι ἡ καλύτερη θεραπεία τῆς ἠθικῆς διαφθορᾶς καὶ τῆς ἀπόγνωσης ποὺ ὁδηγοῦν στὴ ἀποτρόπαια πράξη τῆς αὐτοκτονίας.

Πηγές
1) Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, Περὶ ἀληθοῦς καὶ ψευδοῦς µὀρφώσεως, Γραφὴ περὶ αὐτοκτονίας, Ἐκδόσεις Ν. Παναγόπουλος, Ἀθήνα 1989.
2) Κ. Σταυριανός : «Ἀπόγνωση καὶ Αὐτοκτονία» θέσεις καὶ ἀπόψεις τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, Περιοδικὸ Θεοδροµία, Τεῦχος 5, ἔτος 2000.

imodigitrias.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.