7 Απρ 2015

Ὁ καθηγητὴς Δημήτριος Τσελεγγίδης γιὰ τὸν Ὅσιο Γέροντα Παΐσιο

Συνέντευξη τοῦ καθηγητῆ τς Θεολογικς σχολς ΑΠΘ Δημητρίου Τσελεγγίδη στό Newsbeast.gr
- Κύριε Τσελεγγίδη τί σημαίνει γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἡ ἁγιοκατάταξη τοῦ γέροντα Παϊσίου;
«Ἡ ἁγιοκατάταξη ἑρμηνεύεται ὡς μία κίνηση ὅτι ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἅγιος ἀπὸ τὸ Θεό. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ γίνεται ἅγιος ἂν δὲν τοῦ δοθεῖ ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ ἡ ἁγιότητα. Πρόκειται γιὰ τὴ δογματικὴ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ποὺ βλέπει διὰ τῶν ἀκολουθούντων σημείων, αὐτὰ τὰ ὁποία σχετίζονται μὲ τὸ πρόσωπο αὐτό. Ἡ Ἐκκλησία ἔρχεται θεσμικῶς καὶ κατακυρώνει τὴν ἁγιότητα μὲ μία ἐπίσημη ἐκκλησιαστικὴ πράξη». 
- Ἦρθε κάπως καθυστερημένα ἡ συγκεκριμένη κίνηση ἀπὸ πλευρᾶς τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας δεδομένου ὅτι πέρασαν 21 χρόνια ἀπὸ τὴ στιγμὴ πού ἐκοιμήθη ὁ Παΐσιος;
«Ἡ ἁγιότητα τοῦ πατρὸς Παϊσίου, τὸν ὁποῖο γνώρισα ἀπὸ τὰ φοιτητικά μου χρόνια ἦταν πιστοποιημένη στὴ συνείδησή μας ἐπειδὴ μᾶς τὸ βεβαίωνε ὁ Θεός. Ὄχι ἁπλῶς νοητικῶς, ἀλλὰ διὰ τῶν ἀκολουθούντων σημείων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μᾶς βεβαίωνε ὁ Θεὸς τὸ λόγο του καὶ ἦταν συνείδηση εὐρύτερα ὅτι ὁ Παΐσιος εἶναι ἅγιος.
Ἡ ἁγιοκατάταξη εἶναι θέμα διαχείρισης τῆς διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τῆς Ἐπισκοπῆς. Ἡ Ἐπισκοπὴ ἔχει τὸν θεσμικὸ ρόλο νὰ προχωρήσει στὴν ἁγιοκατάταξη ὅταν ἐκείνη κρίνει. Ὅταν δηλαδὴ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο λειτουργήσει καὶ στὶς συνειδήσεις ὅτι πρέπει νὰ τὸ κάνει. Δὲν ἐξαναγκάζεται. Φυσικὰ καὶ τὸ γνώριζε ἢ τὸ εἶχε πληροφορηθεῖ ἡ Ἐκκλησία, καθότι ἦταν...
γνωστὲς ἀνὰ τὸν κόσμο οἱ εὐεργεσίες τοῦ Ἁγίου Παϊσίου. 
Ἐγὼ ὡς πιστὸς γνώριζα ὅτι ἰσχύει ἡ ἁγιότητά του. Τὸ ὅτι ἔγινε καὶ τυπικά, δὲν θὰ πῶ ὅτι δὲν ἦταν τίποτα. Ἦταν οὐσιαστικὰ ἡ ἐπισημοποίηση ὅτι μποροῦμε νὰ χρησιμοποιοῦμε τὴ λέξη ἅγιος, τὴν ὁποία χρησιμοποιούσαμε ἤδη». 

- Ἐφόσον καὶ ἐσεῖς ἢ καὶ πολὺς ἀκόμα κόσμος γνώριζε τὸν Παΐσιο, πόση σημασία ἔχει ἡ τυπικὴ ἀναγνώριση τῆς ἁγιότητάς του;
«Μικρὴ σημασία ἔχει. Ἐπειδὴ ὅμως μπορεῖ νὰ ἀμφισβητηθεῖ ἀπὸ τὸν ὁποιονδήποτε, λέγοντας ὅτι πρόκειται γιὰ ὑποκειμενικὴ ἐκτίμηση καὶ ἐνέχει τὸν κίνδυνο τοῦ σφάλματος, ἡ θεσμικὴ ἀναγνώριση ἀποτελεῖ τὴν ἔκφραση τῆς συλλογικῆς συνειδήσεως τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. 
Πάντως, παρὰ τό γεγονὸς ὅτι ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἔχει κοιμηθεῖ ἡ οὐσία του δὲν ἀλλάζει γιὰ ἐμένα. Τὶς ἴδιες ἀπαντήσεις ποὺ εἶχα ἀπὸ ἐκεῖνον ὅταν βρισκόταν ἐν ζωή, ἔχω καὶ τώρα». 

- Τί ἐννοοῦμε ὅταν ἀναφερόμαστε στὴν πνευματικότητα τοῦ Παϊσίου; Κάποιοι μιλοῦν γιὰ τὰ θαύματα ἢ τὶς προφητεῖες του. 
«Τὰ θαύματα εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα. Ἐκεῖνο ποὺ προηγεῖται καὶ πρέπει νὰ ὑπάρχει εἶναι ἡ ἁγιοπνευματικὴ παρουσία. Στὸ πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν μιλᾶμε γιὰ πνευματικότητα, δὲν ἐννοοῦμε αὐτὸ ποὺ νομίζει ὁ κόσμος εὐρύτερα. 
Ὁ κόσμος ἐκλαμβάνει ὡς πνευματικότητα καὶ τὴ διανόηση. Ὅτι δηλαδὴ δὲν εἶναι ἔργο χειρῶν, ἀλλὰ ἔργο τῆς διανοίας τοῦ ἀνθρώπου, θεωρεῖται ἀπὸ τὸν κόσμο ὡς πνευματικό. 
Στὴν Ἐκκλησία ὅταν μιλᾶμε γιὰ ἕναν πνευματικὸ ἄνθρωπο, ἐννοοῦμε αὐτὸν ποὺ ἔχει ἐνεργὸ μέσα του τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Κάθε πιστὸς τὸ ἔχει λάβει στὴ βάπτισή του καὶ εἰδικότερα κατὰ τὸ Ἅγιο Χρίσμα. Ἡ διαφορὰ εἶναι ὅτι στὴ συνέχεια -ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος- τὴν ἔχει «μπαζώσει μὲ τὰ ἀπόβλητα τῆς ἁμαρτίας του». Οπότε ἔχει καταστεῖ ἀνενεργὴ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Στὴν Ἐκκλησία μέσω τὶς πνευματικῆς ἄσκησης, ἡ ὁποία συνίσταται στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ καταγράφεται στὰ Εὐαγγέλια, μετέχοντας στὰ μυστήριά της ποὺ ἐνεργοποιοῦν τὴν ὑπάρχουσα θεότητα μέσα μας, ὁ πατὴρ Παΐσιος ἐνεργοποίησε τὴν ἁγιότητά του. Αὐτὸ τοῦ ἔδινε τὴ δυνατότητα σὲ σχέση πρὸς τὴ διάθεση τοῦ ἄλλου ποὺ τὸν ἄκουγε, μὲ τὴν ἀγάπη ποὺ εἶχε γιὰ τὸν ἀκροατή του, νὰ θεραπεύει». 

- Ἴσως ὅμως τὸ γεγονὸς ὅτι κάποιος ἀσθενὴς θεραπευόταν νὰ ὀφείλεται στὸ ἐνδιαφέρον ποὺ ἔδειχνε ὁ Παΐσιος. Ἔτσι, κάποιος νὰ ἀντλοῦσε τὴ δύναμη καὶ τὴν πίστη ὅτι μπορεῖ νὰ γιατρευτεῖ. Γεγονὸς εἶναι ὅτι πολλοὶ ἀμφισβητοῦν τὸ θαῦμα, ὅπως παρουσιάζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Μήπως τὸ θαῦμα προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ δύναμη τοῦ καθενός;
«Ὄχι. Δὲν εἶναι ἔτσι. Ἡ ἐσωτερικὴ δύναμη εἶναι ἡ προαίρεση τοῦ ἀκροατῆ. Ἡ διάθεση νὰ δεχτεῖ μὲ ἕνα ταπεινὸ φρόνημα. Ἡ θεραπεία ἐρχόταν ἐπειδὴ εἶναι ζωντανὸς φορέας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ Ἅγιος Παΐσιος καὶ ἀγαποῦσε ἀπὸ καρδιᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς πάσχοντες. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ φράση ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ ἴδιος: «Νὰ μποροῦσα νὰ κομματιάσω τὴν καρδιά μου καὶ νὰ τὴ μοιράσω σὲ ὅλους», θέλοντας ἔτσι νὰ μοιράσει τὴν ἀγάπη του σὲ ὅλους. 
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ζητοῦσε ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ λογαριασμὸ τοῦ πάσχοντος, νὰ τὸν γιατρέψει. Ὁ Θεὸς ἐπιβράβευε τὸν Ἅγιο, δίνοντας αὐτὸ ποὺ τοῦ ζητοῦσε, γιατρεύοντας τὸν πάσχοντα.  Σὲ κάποιες περιπτώσεις ὁ πάσχων δὲν ζητάει πάντοτε νὰ τὸν γιατρέψει ὁ Ἅγιος, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς ὅπως συνέβη μὲ τὸν παραλυτικό, τὸν ὁποῖο γιάτρεψε ὁ Χριστός, ὁ Ἅγιος ζητάει ἀπὸ μόνος του τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ θεραπεία τοῦ ἀσθενοῦς. Βοηθάει ὅμως καὶ ἡ πίστη τῶν ἄλλων. Ἐδῶ παρεμβαίνει τὸ ἐκκλησιολογικὸ φρόνημα, ὅπως τὸ ὀνομάζουμε ἐμεῖς οἱ θεολόγοι. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅπως σὲ μία οἰκογένεια ὅταν πάσχει κάποιος καὶ δὲν μπορεῖ νὰ κάνει κάτι, καὶ οἱ συγγενεῖς του τὸν πηγαίνουν στὸ γιατρό, ἔτσι καὶ ὁ Παΐσιος ὁ πνευματικὸς γιατρός, θεραπεύει ὄχι μόνο ἐκείνους ποὺ ἔρχονται σὲ αὐτόν. Θεραπεύει κι ὅσους αἰσθάνεται ὅτι ἔχουν τὴν ἀνάγκη του μὲ τὴν «πνευματικὴ τηλεόραση», τὴν ὁποία διέθετε. 

Ὡς πρὸς τὰ θαύματα εἶναι πραγματικὰ γιατί ἔχουμε θεραπεῖες. Ὑπάρχουν περιστατικὰ θεραπείας, ὅπου οἱ ἀσθενεῖς τὰ ἔχουν καταθέσει. Παράδειγμα ἕνας καρκινοπαθής, τὸν ὁποῖο θεράπευσε ὁ Παΐσιος. Οἱ ἐξετάσεις ἔδειξαν ὅτι δὲν ἀντιμετώπιζε κανένα πρόβλημα, χωρὶς νὰ ἔχει προηγηθεῖ ἰατρικὴ παρέμβαση.
Ἕνα ἄλλο παράδειγμα ἦταν ἡ παρότρυνση γιὰ χρήση γιατροῦ ἢ φαρμάκου. Σᾶς ἀναφέρω ἕνα περιστατικό, τὸ ὁποῖο μοῦ ἐμπιστεύθηκε γιατρός, καθηγητής, ὁ ὁποῖος συνδεόταν μὲ τὸν Πατέρα Παΐσιο. Σὲ μία συνάντηση ποὺ εἶχαν, εἶπε ὁ γιατρὸς στὸν Παΐσιο ὅτι τὸν πονοῦσε τὸ στομάχι του. Ὁ Παΐσιος τὸν προέτρεψε νὰ πάρει ἕνα εὐτελὲς χάπι, χωρὶς ἀποδεδειγμένη ἐπιστημονικὰ δράση, τονίζοντάς του ὅτι θὰ γίνει καλά. Ὁ γιατρὸς γνώριζε τὸ χάπι, καὶ δὲν γνώριζε ὅτι θεραπεύει τὸ ἕλκος. Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν εὐλαβικὸς πρὸς τὸν Γέροντα Παΐσιο, λίγο ἀργότερα γιατρεύτηκε. Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια, ἀποδείχτηκε ἰατρικὰ ὅτι τὸ χάπι αὐτὸ θεράπευε τὸ ἕλκος στομάχου».

- Περιγράψτε μας πῶς γνωρίσατε τὸν Παΐσιο; Πότε συναντηθήκατε γιὰ πρώτη φορά;
«Γνωριστήκαμε τὸ 1969, ὅταν βρισκόμουν ὡς φοιτητὴς στὴ Μονὴ Σταυρονικήτα, Τότε ὁ πατὴρ Βασίλειος ὁ Γοντικάκης ἔστειλε ἐμένα καὶ κάποιους συμφοιτητές μου στὸ Ἅγιο Ὅρος γιὰ νὰ συναντήσουμε ὅπως μᾶς εἶχε πεῖ ἕναν Γέροντα. 
Μᾶς εἶχε πεῖ μάλιστα νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ μοναστήρι ποὺ διαμέναμε πρὶν πέσει ὁ ἥλιος. «Διαφορετικὰ θὰ σᾶς ἀφήσω ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ θὰ σᾶς ρίξω κουβέρτες νὰ κοιμηθεῖτε ἔξω. Αὐτὴ εἶναι ἡ τάξη τοῦ μοναστηριοῦ», πρόσθεσε.
Ἐμεῖς γελάσαμε, καὶ ἀναρωτηθήκαμε γιατί θὰ χρειαζόταν νὰ ἐπιστρέψουμε τόσο ἀργὰ στὸ μοναστήρι. Τί ἦταν αὐτὸ πού θὰ μᾶς κρατοῦσε τόσες ὧρες;
Ἀφοῦ τὸν εἴδαμε ὅλοι μαζί, στὴ συνέχεια τὸν συναντήσαμε καὶ κατ’ ἰδίαν γιὰ νὰ τοῦ ποῦμε τὰ προσωπικά μας. Ἐκεῖνος τότε εἶχε κάνει μία σοβαρὴ ἐπέμβαση ὑγείας καὶ βρισκόταν σὲ ἄσχημη κατάσταση. Ἀδύναμος καὶ καταβεβλημένος μετὰ τὴν ἐπέμβαση στοὺς πνεύμονες. Καθόταν σὲ μία πέτρινη πλάκα κάτω ἀπὸ μία ἐλιὰ κι ἐμεῖς ἀπέναντί του. Ἐμεῖς παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι μᾶς εἶπε πὼς ἦταν κουρασμένος, τὸν κρατήσαμε ὅλη τὴν ἡμέρα νηστικὸ κάτω ἀπὸ τὴ ἐλιά, χωρὶς νὰ καταλάβουμε πῶς πέρασε ἡ ὥρα ἕως τὴ δύση τοῦ ἡλίου. Ἐκεῖνος μᾶς ἔλεγε πράγματα ποὺ γλύκαναν τὴν ψυχή μας, δίνοντας ἀπαντήσεις ἀκόμα καὶ σ’ ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα δὲν ρωτήσαμε. Ὅλα ὅσα ἦταν προσανατολιστικὰ γιὰ ὅλη μας τὴ ζωή. Ἔβαζαν σὲ τάξη τὴ σύγχυση ὡς πρὸς τὴν ἀξιολογικὴ διαβάθμιση τῶν πραγμάτων καὶ ὡς πρὸς τὴν πραγματικὴ ζωή. Νιώθαμε μία πνευματικὴ θέρμη καὶ μία γαλήνη λογισμῶν».

- Ποιὰ εἶναι τὰ βασικὰ χαρακτηριστικὰ ποῦ προσδιόρισαν τὴν πορεία σας, μέσω τῆς ἐπαφῆς μαζί του;
«Ἦταν ἕνα πρόσωπο μὲ ἰδιαίτερο χιοῦμορ, γλυκὺς ἄνθρωπος καὶ εὐφυολόγος. Ἔλεγε πράγματα, τὰ ὁποῖα μοῦ δημιουργοῦσαν αἰσιοδοξία καὶ φιλικότητα. Ὅταν πῆγα ἐγώ μοῦ εἶπε: "Δημήτρη νὰ φτιάξουμε μία ἐπιχείρηση οἱ δύο μας".
Τὸν κοίταξα παραξενεμένος. Δὲν μποροῦσα νὰ καταλάβω πῶς ἕνας ἀσκητὴς μιλάει γιὰ ἐπιχειρήσεις. Συνέχισε λέγοντας: "Νὰ φτιάξουμε ἕνα ἐργοστάσιο. Ἕνα ἐργοστάσιο καλῶν λογισμών'. Καὶ ἔφερε τὸ ἑξῆς παράδειγμα: «Ἔχουμε ἕνα ἐργοστάσιο ποὺ φτιάχνει ἁγιοπότηρα, ὅ,τι ὑλικὸ καὶ ἂν τοῦ βάλεις. Χρυσό, ἄργυρο, χρυσό. (ὁ καλὸς λογισμός). Ἁπλῶς θὰ διαφέρει ἡ ποιότητα ἀνάλογα μὲ τὸ ὑλικὸ ποὺ χρησιμοποιοῦμε. Ἂν αὐτὸ τὸ ἐργοστάσιο εἶναι πολεμικὸ γιὰ νὰ φτιάχνει βολίδες, τότε καὶ λάσπη νὰ τοῦ ρίξεις, χρυσό, ἄργυρο, πάλι πολεμικὰ βλήματα θὰ παράγει (ὁ κακὸς λογισμός)». 
Ἡ ἀφετηρία ὅλων αὐτῶν εἶναι οἱ λογισμοὶ μὲ ἐπίκεντρο τὸν ἄνθρωπο. Μᾶς κινητοποίησε μὲ ἕνα ἁπτὸ παράδειγμα, διαχωρίζοντας τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό, πῶς νὰ μὴν κάνουμε «κακὲς» σκέψεις. Τὸ παράδειγμα μὲ τοὺς λογισμοὺς τοῦ Παϊσίου μᾶς ἔδειχνε πὼς ἀκριβῶς εἶναι νὰ κάθεται κάποιος μὲ ἕναν φαρμακόγλωσσο στὴν παρέα, ὁ ὁποῖος ἔχει νὰ πεῖ γιὰ ὅλα κάτι κακό. Ἀπεναντίας εἶναι εὐχάριστο νὰ βλέπεις κάποιον ἀκόμα καὶ σὲ μία κακὴ ἐνέργεια κάποιου, νὰ βρίσκει ἐλαφρυντικά.
Ὁ Παϊσιος ἔφερνε τὸ παράδειγμα ἑνὸς παιδιοῦ, τὸ ὁποῖο πετοῦσε μία πέτρα καὶ ἔσπαγε μία βιτρίνα. Καὶ συνέχιζε, τονίζοντας ὅτι δὲν εἶναι καλὸ πράγμα νὰ κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους γιὰ μία συγκεκριμένη πράξη. "Μπορεῖς νὰ σχηματίσεις ἕναν πόνο καὶ μία συμπάθεια γι’ αὐτὸν καὶ νὰ θεωρήσεις τὸν ἑαυτό σου ὅτι εἶσαι χειρότερος ἀπὸ αὐτὸν ποὺ τὸ κάνει", μοῦ εἶπε τὴν πρώτη μέρα ποὺ τὸν γνώρισα. 
Καὶ τὸ ἐξηγοῦσε λέγοντας ὅτι αὐτὸς προῆλθε ἀπὸ ἕνα δυσμενὲς περιβάλλον. "Ἑπομένως θὰ μποροῦσε νὰ εἶχε σπάσει δέκα κεφάλια τὴν ἡμέρα, πετώντας τὴν πέτρα, ἀλλὰ δὲν τὸ ἔκανε. Ἔσπασε μόνο μία βιτρίνα. Ἐσὺ μεγάλωσες σὲ ἕνα ἰδανικὸ περιβάλλον καὶ θὰ ἔπρεπε μὲ τὰ ἐφόδια ποὺ ἔλαβες νὰ κάνεις δέκα θαύματα τὴν ἡμέρα, ἀλλὰ δὲν τὸ κάνεις. Ἑπομένως, τί σὲ κάνει καλύτερο ἀπὸ ἐκεῖνον; Πόσο ἀξιοποίησες τὰ ἀγαθὰ ποῦ ἔλαβες ἀπὸ τὸ σπίτι σου;". 
Ἔτσι μπορεῖς νὰ βάλεις τὸν ἑαυτό σου κάτω ἀπὸ αὐτόν, ἀντιμετωπίζοντας τὸν μὲ συμπόνια, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ αὐτὰ τὰ χαρακτηριστικὰ καὶ ἡ ὀργὴ ποὺ ἐκφράζει προέρχονται ἀπὸ τὸ περιβάλλον του. Εἶχε μία ἀγαπητικὴ διάθεση πρὸς ὅλα τὰ πράγματα, ἐνῶ στὸν ἑαυτὸ τοῦ χρέωνε ὅτι δὲν ἔχει ἀξιοποιήσει τὴν προσφορὰ τοῦ Θεοῦ σὲ αὐτόν. 
Ἡ ἀγάπη τοῦ Παϊσίου ἦταν θεϊκή. Ἐκείνη ἡ ἄκτιστη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποὺ ζοῦσε καὶ ὄχι ἡ ἁπλὴ ἀνθρώπινη ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη τοῦ μᾶς ἀλλοίωνε πνευματικὰ ὅταν περνοῦσε μέσα μας. Γι’ αὐτὸ μας ἐνέπνεε καὶ μᾶς καλλιεργοῦσε τὸ συναίσθημα αὐτὸ τόσο πρὸς τὸ Θεό, τὸν πλησίον καὶ τὴν πατρίδα. 
Ἦταν ταπεινὸς ὁ ἴδιος καὶ ἤθελε τὴν ἀρετὴ ποὺ διέθετε νὰ τὴν κρύβει. Αὐτὴ τὴν ταπεινότητα τὴ μετέδιδε στὴ διάρκεια τῆς συζήτησης καὶ σὲ ὅποια κατάσταση καὶ ἂν βρισκόταν ὁ συνομιλητής του θὰ ἔφευγε παρηγορημένος καὶ κατευνασμένος. Ἀκόμα καὶ ὅταν ἔφευγε ἀπὸ κοντά του, γιατί προσευχόταν γιὰ ἐσένα, ἀκόμα καὶ ὅταν ἀπομακρυνόσουν. Ὅ,τι καταγραφόταν μέσα τοῦ τὸ ἔφερε ἀκόμα καὶ πολὺ καιρὸ μετὰ μαζί. Ὅταν τὸν ἐπισκεπτόταν κάποιος ξανά, ρωτοῦσε γιὰ τὸ πρόβλημά του καὶ θυμόταν κάθε λεπτομέρεια». 

- Πῶς ἀντιμετώπιζε πρόσωπα μὲ διαφορετικὸ σεξουαλικὸ προσανατολισμό; Βλέπουμε πολλές, πηγὲς ἢ φορεῖς τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἀφορίζουν τὴν ὁμοφυλοφιλία. Σᾶς ἀναφέρω ὡς πρόσφατο παράδειγμα τὸν μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος σὲ συνέντευξή του ἀνέφερε ὅτι δὲν ἀποδέχεται τοὺς ὁμοφυλόφιλους στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.
«Ὅταν ἤμουν φοιτητὴς ἦταν στὴ μόδα τὸ κίνημα τὸν χίπηδων μὲ τὰ μακριὰ μαλλιά, τὶς φαβορίτες, τὰ παντελόνια καμπάνες. Ἔβλεπα τότε στὸ καλύβι ποὺ τὸν ἐπισκεπτόμουν νὰ πηγαίνουν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι. Ἐγὼ εἶχα μία αὐστηρὴ θεώρηση ἀπέναντί τους καὶ τὸν ρώτησα τί ἔλεγε σὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους.
Μοῦ ἀπάντησε ὅτι δὲν τοὺς ἔλεγε κάτι γιὰ τὴν ἐμφάνισή τους. Ἀντιθέτως μου εἶπε ὅτι «ἐγὼ δὲν μένω σὲ αὐτά, ἀλλὰ στὴν ἐσωτερική τους κατάσταση». Τοὺς μιλοῦσε μὲ πολὺ ἀγάπη γι’ αὐτὰ ποὺ εἶχαν μέσα τους, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὰ ἔλεγε μὲ ἀγάπη καὶ πόνο, ἐκεῖνοι γνώριζαν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ αὐτά, τὰ ὁποία ἄκουγαν. 
«Ἐγὼ κοιτάζω νὰ τακτοποιήσω τὴν ἐσωτερική τους κατάσταση. Τὰ ἄλλα τὰ τακτοποιοῦν αὐτοὶ ἀπὸ μόνοι τους. Μάλιστα, ὅταν ξαναέρχονται σ’ ἐμένα, ἔρχονται ἀλλαγμένοι καὶ ἐξωτερικά», σημείωνε τότε ὁ Γέροντας. Ὅπως καταλαβαίνετε δὲν ἐνδιαφερόταν γιὰ τὸ περιτύλιγμα. Ἤξερε νὰ προσφέρει ἕνα πνευματικὸ σὸκ σὲ ὅσους εἶχε ἀπέναντί του. Εἶχε τὴν ἱκανότητα νὰ περνάει τὴν ἀγάπη τὸ Θεοῦ στὸν ἄλλο. Δὲν μιλοῦσε γιὰ τὸ πάθος ἢ τὴν ἁμαρτία τοῦ συνομιλητῆ του. Ἀντιθέτως, συζητοῦσε μαζί του ἄλλα πράγματα, τὰ ὁποῖα ὁ ἐκεῖνος μέσα ἀπὸ τὰ πάθη τοῦ ἀναζητοῦσε. Στὴ συνέχεια ἀντιλαμβανόταν ὅτι αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε, τὸ ἔκανε ἀπὸ λάθος δρόμο – ἀναζητώντας τὴν εὐτυχία ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο.
Ὁ Παϊσιος ἐξομολογούταν ὅτι «ἐγὼ θὰ προσεύχομαι γιὰ ‘σένα» καὶ ζητοῦσε ἀπὸ αὐτὸν ποὺ εἶχε ἀπέναντί του νὰ κάνει κι ἐκεῖνος μὲ τὴ σειρὰ τοῦ κάτι μικρό, ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις του. Ἔτσι, ὁ συνομιλητὴς τοῦ Παϊσίου ἔφτανε στὸ σημεῖο νὰ ἀρνηθεῖ τὸ πάθος του ὡς καρκίνωμα. Κι αὐτὸ τὸ πετύχαινε χωρὶς νὰ ἀσκεῖ στείρα κριτικὴ σ’ ἐκεῖνον. 
Ἂν θέλετε νὰ σᾶς ἀπαντήσω θεολογικά, γι’ αὐτὸ ποὺ σήμερα ἡ κοινωνία ὀνομάζει σήμερα «διαφορετικό», θὰ σᾶς πῶ ὅτι στὴν Ἐκκλησία δὲν μποροῦμε νὰ υἱοθετήσουμε τὴν ἔννοια τοῦ διαφορετικοῦ ἐπὶ ἴσοις ὄροις, πέρα ἀπὸ τὸν ἄνδρα καὶ τὴ γυναίκα. «Ὁ Θεὸς ἐποίησε ἄρρεν καὶ θῆλυ», δὲν ἐποίησε ἄλλο φίλο. Αὐτὸ εἶναι μία ἀρρώστια ποὺ ἔχει τὶς αἰτίες καὶ τὶς ἐξαρτήσεις της».

- Ὁ Παΐσιος ὅμως ἀποδεχόταν τοὺς ὁμοφυλόφιλους, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ὡς θεσμὸς δὲν ἀποδέχεται τὴν ὁμοφυλοφιλία…
«Ἡ Ἐκκλησία ἀποδέχεται τοὺς πάντες, καθότι ὁ Θεὸς ἦρθε γιὰ νὰ σώσει ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅμως ὅτι γίνεται ἀποδεκτὸς κανεὶς μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἐὰν αὐτὸς εἶναι κλειστὸς στὶς προδιαγραφὲς ποὺ θέτει ἡ Ἐκκλησία. 
Εἴμαστε στὴν Ἐκκλησία γιατί βαπτιστήκαμε. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα δὲν σημαίνει ὅτι ὑπάρχει μία μηχανιστικὴ μαγικὴ λειτουργία, ἀπὸ τὴν ὁποία παίρνουμε ἐμεῖς τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ὑπὸ ὁποιουσδήποτε ὅρους. Ὅταν λοιπὸν ὁ νοῦς μας εἶναι ἀκάθαρτος - καὶ εἶναι ἀκάθαρτος ὅταν φεύγει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ συνεργάζεται μὲ τὸν διάβολο -, τότε μπορεῖ νὰ εἶναι ὀργανικὰ στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ δὲν εἶναι ζωντανός.
Παράδειγμα σὲ ἕνα δέντρο ὑπάρχουν καὶ ἀρρωστιάρικα κλαδιά, ξερά. Τὸ δέντρο ὅμως εἶναι ἐντάξει. 
Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, ὅποιοι κι ἂν εἶναι, μὲ ὅποιες ἁμαρτίες καὶ ἂν φέρουν, ἀκόμα καὶ ἂν ἔχουν βαπτιστεῖ στὴν Ἐκκλησία, δὲν σημαίνει ὅτι ἀφορίζονται. Ἐκεῖνοι ἔχουν ἀφορίσει τὴν Ἐκκλησία. Ἂν ὅμως μετανοήσουν, ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ ἔχουν αὐτὴ τὴν παροχὴ ζωῆς καὶ νὰ συμμετέχουν σὲ αὐτήν. 
Ἡ Ἐκκλησία πάντως, ἔχει μιλήσει γιὰ τὴν ὁμοφυλοφιλία τόσο στὴν Παλαιὰ Διαθήκη μὲ τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα, ὅπου ἀναγράφεται ἐκεῖ ποιὸ ἦταν τὸ εἶδος αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων καὶ γιατί τοὺς κατέστρεψε ὁ Θεός. Ἐπίσης, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Καινὴ Διαθήκη λέει ὅτι ἐνόσω ἐμμένουν σὲ αὐτὲς τὶς ἁμαρτίες, τὸ νὰ νομίζουν ὅτι θὰ ἔρθουν στὴ ζωή, παίρνοντας τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι σφάλμα. «Βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι», σύμφωνα μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. 
Δὲν μπορεῖ νὰ παραμένει κάποιος, μοιχός, φονιάς, ὁμοφυλόφιλος, ὅσα δὲν ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς στὶς ἀνθρώπινες προδιαγραφὲς καὶ νὰ πιστεύει ὅτι μπορεῖ νὰ σωθεῖ». 

- Σὲ κάθε περίπτωση ὅμως δὲν συγχέουμε ἕναν φονιὰ μὲ ἕναν ὁμοφυλόφιλο. 
«Γιὰ τὴν Ἐκκλησία εἶναι τὸ ἴδιο. Ἔχει μία τάξη ἁμαρτημάτων. Αὐτὴ ἡ τάξη ἔχει ἀνάλογα ἐπιτίμια. Ὁ πόρνος, ὁ μοιχός, ὁ φονιὰς καὶ ὁ ὁμοφυλόφιλος βρίσκονται στὴν ἴδια κατηγορία. Ἡ ὁμοφυλοφιλία ἐντάσσεται στὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν ὅμως μετανοήσει ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ τὸν δεχτεῖ».

- Θὰ δεχόταν ὁ Γέροντας Παΐσιος νὰ πάει τότε κοντὰ του κάποιος μὲ σκισμένα ροῦχα, σκουλαρίκια; Δεδομένου ὅτι ὅλα τὰ μοναστήρια ἐπιβάλλουν ἕναν ἐνδυματολογικὸ κώδικα γιὰ ὅσους θέλουν νὰ τὰ ἐπισκεφθοῦν.
«Μιλᾶμε γιὰ ἕνα θεσμὸ καὶ ἕνα πρόσωπο. Δύο διαφορετικὰ μεταξύ τους πράγματα. Ὡς πρόσωπο, ἐπειδὴ ἦταν ἀσκητὴς καὶ δὲν ἔχει «βιτρίνα» θεσμοῦ, δεχόταν τοὺς πάντες καὶ τὸ ξέρω. Ἐκτὸς ἀπὸ κάποιον ὁ ὁποῖος πήγαινε μὲ πονηρία. Ὅπως κάποτε ἕνας ρωμαιοκαθολικὸς ἱερωμένος, ὁ ὁποῖος ντύθηκε ὀρθόδοξος. Ὁ Παΐσιος τὸν κατάλαβε καὶ τὸν ἔδιωξε λέγοντας: "Ἀφοῦ δὲν εἶσαι παπὰς γιατί κάνεις τὸν παπὰ καὶ ἔρχεσαι ἐδῶ; Φύγε δὲν σὲ θέλω!". Τὸ μοναστήρι ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ μπορεῖ νὰ θέτει μία τάξη εὐπρέπειας. Δὲν μπορεῖ νὰ πηγαίνει μία γυναίκα μὲ τὸ σόρτς. 
Εἶναι ἐσφαλμένο αὐτὸ ποὺ εἶχε πεῖ ὁ μακαριστὸς Χριστόδουλος "ἐλᾶτε στὴν Ἐκκλησία ὅπως εἶστε". Ὄχι κατὰ τὴν ἄποψή μου, ἀλλὰ κατὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς κάλεσε νὰ πᾶμε στὴν Ἐκκλησία ὅπως εἴμαστε, ἀλλὰ ὅπως Ἐκεῖνος θέλει. Γι’ αὐτὸ εἶπε ὅτι "ὅποιος θέλει νὰ ἔρθει σ’ ἐμένα νὰ ἀρνηθεῖ τὸν -κακὸ- ἑαυτό του". Ὁ Χριστὸς δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ ὀπαδούς. Ἐνδιαφέρεται γιὰ ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν τὶς προδιαγραφὲς τῆς ζωῆς, τῆς κοινωνίας. Καὶ βέβαια δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ ἐξωτερικὰ γνωρίσματα. Θέλει ὅμως νὰ ἀρνηθοῦμε τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα ἐκεῖνος δὲν δέχεται.
Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ παράδειγμα πού μοῦ ἀνέφερε μία γνωστή μου Ἡγουμένη. Μία ἡμέρα μετὰ τὰ ὅσα εἶχε πεῖ τότε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, πῆγε ἕνα ζευγάρι στὸ μοναστήρι. Ὁ ἄνδρας μὲ τὸ σόρτς καὶ ἡ γυναίκα μὲ τὸ μπικίνι. Ἄνοιξαν τὴν πύλη τοῦ μοναστηριοῦ, ρωτώντας τὸ ζευγάρι τί ἤθελε. "Περνούσαμε ἀπὸ ἐδῶ, δὲν ξέραμε ὅτι ἔχει μοναστήρι, πηγαίναμε γιὰ τὴ θάλασσα καὶ εἴπαμε νὰ προσκυνήσουμε", εἶπε τὸ ζευγάρι. Ὅταν τοὺς ἀπάντησαν ὅτι δὲν μποροῦν νὰ προσκυνήσουν, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ δὲν ἦταν εὐπρεπῶς ἐνδεδυμένοι, ἐκεῖνοι ἐπικαλέστηκαν τὰ λόγια τοῦ Χριστόδουλου, ὁ ὁποῖος εἶχε καλέσει τὸν κόσμο νὰ πάει "ὅπως εἶναι". Στὴ θάλασσα κανεὶς δὲν θὰ τοὺς παρεξηγοῦσε. Ἡ ἀδιακρισία τους ὅμως ἐπέβαλλε ὅτι ἐπειδὴ «ἔτσι» ἦταν ἐκείνη τὴ στιγμή, θὰ μποροῦσαν νὰ ἐπισκεφθοῦν τὸ μοναστήρι. Κάποιος ἄλλος θὰ θελήσει νὰ πάει ἐντελῶς γυμνός. Κι ἂν ἐκεῖνος δὲν ἔχει πρόβλημα, ἔχουν ὅμως οἱ ὑπόλοιποι. 
"Οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω", ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Δὲν μποροῦμε νὰ ἀνατρέψουμε τὰ πάντα ἐπειδὴ ὁ Θεὸς μᾶς δέχεται. Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐρχόμαστε γυμνοὶ στὸν κόσμο δὲν σημαίνει ὅτι ὅσα ἐνοχλοῦν τὸν ἄλλον στὴν ἐν Χριστῷ Ζωὴ θὰ τὰ ἀποδεχόμαστε». 
Τὸ εἴδαμε στὰ θρησκευτικὰ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.