10 Ιαν 2015

«Καὶ ἠμεῖς πιστεύομεν διὸ καὶ λαλοῦμεν…»

Γράφει ὁ πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς μετὰ τὰ Φῶτα, Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου (Β' Κoρ. δ' 6-15)
Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν τριαδικὸ Θεὸ γιὰ νὰ ζεῖ μέσα στὸ φῶς. Φῶς κατὰ τὴν ὑλικὴ δημιουργία τὸν περιβάλλει, ἀλλὰ “φῶς ἄκτιστον” καὶ “ἀπαύγασμα τῆς δόξης” στὸν παράδεισο καὶ κατόπιν κατὰ τὴν ἀναδημιουργία τῆς χάριτος. Εἶναι τὸ φῶς τοῦ παναγίου Πνεύματος τὸ ὁποῖο ἐκδιώκει ἀπὸ τὴν πνευματικὴ καρδία τοῦ ἀνθρώπου τὸν ζόφο τῆς πλάνης καὶ τὸ ἔρεβος τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι ἡ δωρεὰ τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀνακαινίζει αὐτὸν ποὺ ὁ ἴδιος βεβαίως ἐπιθυμεῖ τὴν σωτηρία καὶ τὴ ζωὴ τὴν αὐθεντικὴ γιὰ τὴν ὁποία δημιουργήθηκε καὶ τοποθετήθηκε στὴν κορυφὴ καὶ στὸ μεθόριον μεταξὺ ὁρατοῦ καὶ ἀοράτου κόσμου.
Εἶναι δὲ τόσο πραγματικὲς αὐτὲς οἱ ἀποστολικὲς ἀλήθειες ποὺ μελετοῦμε στὸ ἀποστολικό μας ἀνάγνωσμα, ὥστε ἐπιβεβαιώνονται καθημερινῶς ἀλλὰ καὶ στοὺς τόσους ἀγῶνες τοῦ βίου τῆς ἐκκλησίας μας. Ἔτσι λοιπὸν ὁποιοσδήποτε καλοπροαίρετος μπορεῖ εὐκαίρως νὰ γνωρίσει τὴν ἀλλαγὴ ποὺ ἐπιφέρει στὸν ἄνθρωπο ἡ μετάνοια, ἀλλὰ καὶ τὴν δόξα ποὺ ἀπολαμβάνουν οἱ Ἅγιοι. Οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀγωνίσθηκαν ἰσοβίως γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, φέροντας τὸν “θησαυρὸν (τῆς πίστεως) ἐν...
ὀστρακίνοις σκεύεσιν”.

Φυσικὰ ἡ ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ἡ ὁδὸς δηλ. τῶν ἁγίων δὲν εἶναι καὶ τόσο εὔκολη ὑπόθεση. Ἀπὸ καθαρῶς ἀνθρωπίνης ἀπόψεως θὰ λέγαμε ὅτι καθίσταται ἀδύνατη. Τοῦτο δὲ διότι ὅσο κι ἂν θέλει ὁ ἄνθρωπος, ἄνευ τῆς συνδρομῆς τῆς χάριτος, αὐτὸς παραμένει ἕνα ἁπλὸ καὶ εὔθραυστον “ὀστράκινο σκεύος”. Χρειάζεται λοιπὸν “ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεού”, ὥστε νὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι “οὐ τοῦ θέλοντος, οὐδὲ τοῦ τρέχοντος, ἀλλὰ τοῦ ἐλεοῦντος Θεοῦ” (Ρωμ.θ΄16). Καὶ ναὶ μὲν ἔχουμε νὰ ἀντιμετωπίσουμε ἀντιξοότητες· ἔχουμε νὰ ὑπερβοῦμε ἐμπόδια· ἔχουμε νὰ δοῦμε κάποιες φορὲς σὲ αὐτὸν τὸν ὑπέροχο ἐν Χριστῷ ἀγώνα μας κατάματα τὸ ἴδιο τὸ βασίλειον τοῦ Ἅδου “ὥστε ἑξαπορηθῆναι ἠμᾶς καὶ τοῦ ζῆν” (Β΄ Κορ. α΄8), ὅσο κι ἂν ὁ λόγος αὐτὸς ἀκούεται ὡς ὑπερβολικός. Ναί, αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικότητα ποὺ τόσο ξεκάθαρα καὶ δωρικῷ τῷ τρόπω καταγράφει ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν: “ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ' οὐ στενοχωρούμενοι... διωκόμενοι ἀλλ' οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ' οὐκ ἀπολλύμενοι”. Καὶ μέσα σὲ ὅλα αὐτὰ ὁ πιστὸς αἰσθάνεται τὸ παντοκρατορικὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Βιώνει τὴν πνοὴν τῆς χάριτος καὶ οἱ πνευματικοί του ὀφθαλμοὶ αὐγάζονται ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε, ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι, ὅπου πειρασμοὶ καὶ θλίψεις, ἐκεῖ θάττον ἢ βράδιον καὶ ἐπίσκεψις χάριτος. Καὶ ὅπως ἐτόνιζε μία σύγχρονη πατερικὴ μορφή: “Ὅπου πόνος, ἐκεῖ ἅγιοι τόποι”!

Χρειάζεται λοιπὸν νὰ ἔχει βιώσει ὁ ὀρθόδοξος χριστιανὸς τέτοιου εἴδους καταστάσεις καὶ “ἐναλλαγὲς τῆς χάριτος” κατὰ τὸν λόγο τῶν Πατέρων γιὰ νὰ κατανοήσει ὅσο τὸ δυνατὸν τὸ Ἀποστολικὸ κείμενο, δοθέντος ὅτι ἐνώπιόν μας προβάλλεται αὐτὴ ἡ δωρεὰ τῆς πίστεως. Τῆς ὀρθοδόξου καὶ ὄχι ἁπλῶς μίας ἀορίστου πίστεως. Τῆς Ἀποστολικῆς, ὅπως αὐτὴ μας παρέδωκαν οἱ θεμέλιοι τῆς ἐκκλησίας καὶ ὅπως τὴν κατέχουν, τὴν διδάσκουν καὶ ἀναλλοίωτη τὴν παραδίδουν σὲ κάθε γενεὰ τῶν πιστῶν οἱ φωτισμένοι καὶ οἱ θεούμενοι ἅγιοι τῆς ἐκκλησίας μας. Ἡ πίστη λοιπὸν αὐτή, ὅταν ὑφίσταται, χαρίζει ὄχι ἁπλῶς μία ἐσωτερικὴ ἠρεμία, ἀλλὰ τὴν “εἰρήνην τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν”. Ταυτοχρόνως δέ, ἡ πίστις ἐποικοδομεῖ ὁλονὲν καὶ περισσότερον στὴν ψυχὴ τὸ θάρρος τῆς ὁμολογίας. Καὶ ὅπως ὁ ἀγώνας προετοιμάζει τὴν ὕπαρξη γιὰ τὴν ἐπίσκεψη τῆς χάριτος, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἡ αὐθεντική, ἡ γνησία δηλ. καὶ ὄχι ἡ ψευδοσυναισθηματικὴ εἰρήνη ποὺ ριζώνει στὰ πάθη, καλλιεργεῖ τὴν ὁμολογία ἡ ὁποία ἀνθεῖ ἐπάνω στὸ ἔδαφος τοῦ θάρρους, τῆς καθάρσεως καὶ τοῦ φωτισμοῦ. Ἐὰν ἀπουσιάζει αὐτὴ ἡ διάταξις καὶ ἡ “νόμιμη ἄθλησις”, τότε εἶναι φύσει ἀδύνατον νὰ σταθεῖ ἡ κλίμαξ τῶν ἀρετῶν καὶ ἡ βίωσις τῆς πνευματικῆς ζωῆς ποὺ βεβαίως ἐκτρέφεται καὶ αὐξάνεται ἐντός τοῦ χώρου τῶν ἱερῶν τῆς ἐκκλησίας μυστηρίων καὶ δῆ αὐτοῦ τοῦ μοναδικοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Κοινωνίας.

Πρὸς ἐπίρρωσιν τῶν ἀνωτέρω, τῆς πίστεως δηλ. καὶ τῆς ὁμολογίας, ἀκοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοπνεύστου προφητάνακτος ποὺ τὸν ἐπαναλαμβάνει τώρα ὁ κῆρυξ τῆς οἰκουμένης πρὸς τοὺς Κορινθίους: “Ἐπίστευσα, διο ἐλάλησα” (Ψαλμ. ριε΄ 1) καὶ προσθέτει “καὶ ἠμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλούμεν” (Β' Κορ. δ' 13).
Εἶναι δὲ τόσο τετραγωνικὸς καὶ φωτισμένος ὁ λόγος αὐτὸς τῆς Γραφῆς ποὺ μόνο ὅσοι εὑρίσκονται στὸ σκότος τῆς πλάνης θὰ μποροῦσαν νὰ τὸν ἀρνηθοῦν, ἢ θὰ μποροῦσαν νὰ τὸν ἀπορρίπτουν στὴν θεωρία καὶ στὴν πράξη. Ὅσοι ταλαίπωροι ξεγλίστρησαν ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς ἐκκλησιολογίας καὶ ἔπεσαν στὴν φρικτὴ χοάνη τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ γενικῶς εἰπεῖν τοῦ ἀλλοπρόσαλλου θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ.

Ἀλλὰ πῶς μπορεῖ νὰ συμβαίνει διαφορετικά, φίλοι μου, ἀφοῦ ἡ ζωντανὴ πίστις, νομοτελειακῶς ὁδηγεῖ στὴν ὁμολογία; Ποιὸς λογικὸς καὶ πιστὸς δὲν προσαρμόζει τὴν ζωὴ του ἀκριβῶς σ' αὐτὴ τὴν πραγματικότητα; Μάλιστα. “Επίστευσα διὸ ἐλάλησα”. Καὶ ἐμεῖς, κλῆρος, μοναχισμὸς καὶ λαὸς πιστεύουμε στὴν μοναδικὴ καὶ ἀποκαλυπτικὴ ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας καὶ ἐξ' αἰτίας αὐτῆς τῆς πραγματικότητος θαρραλέως καὶ μὲ ζῆλον ἅγιον ὁμολογοῦμε, κηρύσσουμε ἀλλὰ καὶ ὑπογράφουμε τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως. Αὐτὴ εἶναι ἡ πυξίδα ποὺ ὁδηγεῖ τὸ σκάφος στὸν ἀκύμαντο λιμένα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἀμετάθετοι νόμοι τῆς χάριτος καὶ τῆς ἁγιασμένης ἐκκλησιολογίας καὶ μὲ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις “ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἠμᾶς διὰ Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμίν”. Καὶ φυσικὰ “τὰ πάντα δι' ὑμᾶς, ἴνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύση εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοὺ” (Β' Κορ. Δ' 14-15).

Αὐτὲς οἱ ἀλήθειες χαροποιοῦν τὴν ὕπαρξη καὶ τοῦτος ὁ τρόπος ζωῆς κάνει τὸν πιστὸ νὰ δέχεται τὸν ἀρραβώνα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ συνάμα νὰ ὁμολογεῖ πρὸς πάσαν κατεύθυνσιν “ἔξωθεν καὶ ἔσωθεν” ὅτι “ἐκτὸς Ἐκκλησίας οὐκ ἔστι σωτηρία”!
Ἐὰν τώρα κάποιος ἔχει διαφορετικὲς ἀπόψεις καὶ βαδίζει στὴν πορεία του μὲ ἄλλες συντεταγμένες, δὲν ἔχει παρὰ νὰ ρυθμίσει διὰ τῶν ἁγίων τὴν πυξίδα τοῦ νοὸς πρὸς τὰ ἀκριβῆ σημεῖα τῆς χάριτος. Καὶ ἐὰν ὁρισμένοι πιστεύουν καὶ σχεδιάζουν ἔχοντας ἀπροσάρμοστο στὴν ὀρθοδοξία τὸ νοῦ τους, ὅτι δῆθεν θὰ κατοχυρώσουν τὶς πλάνες τους μέσω “συνόδων”, ἂς μὴ λησμονοῦν ὅτι στὴ μακραίωνα Ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία δὲν ὑφίστανται μόνο οἱ αὐθεντικὲς καὶ Ἅγιες Σύνοδοι, ἀλλὰ πρὸς ἀποφυγὴν καὶ αὐτὲς οἱ ληστρικές.
Ἀμήν.

Ἄρχ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Email: ioil.konitsa@gmail.com
Κόνιτσα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.