28 Νοε 2014

Πορίσματα ἡμερίδας μὲ θέμα "15ος Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καὶ διακοπῆ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας"

ΙΕΡΑ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ  ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ 
Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Πειραιῶς, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. Σεραφείμ, σὲ συνεργασία μὲ τὸ Γραφεῖο ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ Παραθρησκειῶν, διοργάνωσε καὶ πραγματοποίησε τὴν Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014 καὶ ὥρα 4 μ.μ. στὴν αἴθουσα τοῦ «Πειραϊκοῦ Συνδέσμου» Πειραιῶς, Θεολογικὴ Ἡμερίδα μὲθέμα: «15ος Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καὶ διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας»,  στὴν ὁποία μετεῖχαν πλῆθος κληρικῶν καὶ ὁ πιστὸς λαὸς τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας.
Τὴν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τῆς ἡμερίδος ἐκήρυξε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Σεραφείμ. Στὴ συνέχεια τὸ θέμα ἀναπτύχθηκε διεξοδικὰ ἀπὸ τρεῖς ἐκλεκτοὺς ὁμιλητές: α) τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιῶς κ.κ. Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τὸ θέμα: «Ἡ ἀποτείχιση ὑπὸ τὸ φῶς τῆς ζωῆς καὶ τῶν ἀγώνων τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου», β) τὸν ἀρχ. π. Βασίλειο Παπαδάκη, Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Ρωμαίας Ρεθύμνου, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τὸ θέμα: «Ἡ διακοπὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας σύμφωνα μὲ τὴν...
Ὀρθόδοξη Θεολογία καὶ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας» καὶ γ) τὸν πρωτ. π. Ἰωάννη Φωτοπουλο, Νομικὸ καὶ Θεολόγο, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τὸ θέμα: «Ἀκοινωνησία καὶ ἀποτείχιση σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία καὶ τὸν βίο τῶν ἁγίων Πατέρων».
Ἡ Ἡμερίδα, μετὰ τὸ πέρας τῶν εἰσηγήσεων καὶ μετὰ ἀπὸ ἐκτενῆ συζήτηση ἐπ’ αὐτῶν, κατέληξε στὰ ἀκόλουθα πορίσματα:

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ

1. Στὴν Ὀρθοδοξία εἶναι σημαντικὴ ἡ μνημόνευση τοῦ ἐπισκόπου ἑκάστης τοπικῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἐγγυητοῦ καὶ φύλακος τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἀλλὰ καὶ ὡς ἐκφραστο τῆς ἑνότητος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἡ ὁποία (ἑνότης) πραγματώνεται καὶ διαφυλάσσεται ἐν τῇ Θεία Εὐχαριστία. Ὅταν ἀθετεῖται ἡ πίστις διὰ τῶν αἱρέσεων, τότε ἡ Ἐκκλησία, διὰ τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων της ἐπισημαίνει τὶς ἀποκλίνουσες αἱρετικὲς διδασκαλίες καὶ στὴν συνέχεια, ἀκολουθοῦσα τὴν μακραίωνα Κανονικὴ καὶ Συνοδικὴ Παράδοση, προχωρεῖ στὴν καταδίκη της αἱρέσεως ὡς καὶ τῶν ἀμετανοήτως ἐπιμενόντων στὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες αἱρετικῶν μὲ τὴν συγκρότηση Ὀρθοδόξων Συνόδων σὲ τοπικὸ ἢ καὶ σὲ οἰκουμενικὸ ἐπίπεδο.
2. Ἡ ραγδαία ἐξάπλωση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ 20ου αἰῶνος μέχρι τῶν ἡμερῶν μας γέννησε τὴν ἀνάγκη σὲ ὁμάδες κληρικῶν καὶ λαϊκῶν ἀναζητήσεως ἐρεισμάτων στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ στοὺς ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, προκειμένου νὰ στηρίξουν σ’ αὐτοὺς τὴν ἀποφυγή των ἀπὸ κάθε ἐπικοινωνία μὲτὴν αἵρεση, διακόπτοντες κάθε ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ αἱρετίζοντες ἐπισκόπους. Ἔτσι ἦλθε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, ἐδῶ καὶ μερικὰ χρόνια, στὸ προσκήνιο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπικαιρότητος ὁ 15ος Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου τῆς συγκληθείσης ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ μεγάλου Φωτίου τὸ 861.
3. Ὁ ἐν λόγω Ἱερὸς Κανών, (καὶ ἀκριβέστερα το δεύτερο μέρος, ἢ παράγραφος τοῦ ἐν λόγω Κανόνος), ἐπιτρέπει τὴν διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου, (ἀποτείχιση), τοῦ ὑφισταμένου κληρικοῦ ἀπὸ τὸν προϊστάμενό του ἀκόμη καὶ πρὸ συνοδικῆς κρίσεως αὐτοῦ, μόνον ὑπὸ τὴν προϋπόθεση, ὅτι κηρύσσει δημοσίως αἵρεση «παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην». Ἡ προϋπόθεση αὐτὴ εἶναι πολὺ σημαντική, διότι  μᾶς ὑποχρεώνει νὰ βαδίσουμε «ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι» καὶ νὰ στηριχθοῦμε στὴν διάγνωση, πού ἐκεῖνοι ἔκαμαν, μὲ τὴν δύναμη καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὡς πρὸς τὴν ἐν λόγω αἵρεση, ἀκολουθοῦντες καὶ ὄχι προπορευόμενοι τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ προαρπάζοντες τὴν κρίση αὐτῶν σχετικὰ μὲ τὴν αἵρεση. Καὶ τοῦτο διότι δὲν εἶναι ἁρμόδιo τό κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἐπισημάνει καὶ νὰ διαγνώσει μὲ ἀσφάλεια τὴν αἵρεση, διότι δὲν ἔχει τὶς ἀνάλογες πνευματικὲς προϋποθέσεις. Μὲ τὴν παρὰ πάνω φράση: «παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην», οἱ συντάκτες τοῦ ἐν λόγω Ἱεροῦ Κανόνος, ἐπιδιώκουν νὰ τονίσουν ἐπίσης τὸν σεβασμὸ πρὸς τὸν συνοδικὸ θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ τὴν αὐθεντία τῶν ἁγίων Πατέρων.
4. Ὁ ἐν λόγω Ἱερὸς Κανὼν ὀφείλει νὰ ἑρμηνευθεῖ στὸ πνεῦμα καὶ στὴ συνάφεια τῶν δύο προηγουμένων, τοῦ 13ου καὶ 14ου, μετὰ τῶν ὁποίων ἀποτελεῖ μία θεματικὴ ἑνότητα. Ὅπως δηλαδὴ οἱ δύο παραπάνω κανόνες (13ος καὶ 14ος) ὡς καὶ τὸ πρῶτο μέρος τοῦ 15ου, κρίνουν ἀπαραίτητη τὴν συνοδικὴ κρίση καὶ ἐξέταση τῶν ἠθικῶν παραπτωμάτων ἢ ἄλλων ἀδικημάτων τοῦ Ἐπισκόπου, πρὶν ἀπὸ τὴν διακοπὴ τῆς  μνημονεύσεώς του, ἔτσι καὶ πολὺ περισσότερο τώρα, ὅταν δηλαδὴ πρόκειται γιὰ τὸ σοβαρότατο παράπτωμα τῆς ἐκπτώσεως σὲ κάποια αἱρετικὴ διδασκαλία, θεωρεῖται ἀναγκαία ἡ συνοδικὴ κρίσις καὶ ἐξέτασις τοῦ αἱρετικοῦ ἐπισκόπου, διότι τὸ ἀπαιτεῖ ἡ συνάφεια μὲ τοὺς δύο προηγουμένους Ἱεροὺς Κανόνες, ἀλλὰ καὶ ἡ ὅλη Συνοδικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ μόνη διαφοροποίησις δὲ σχέση μὲ τοὺς δύο προηγουμένους Ἱεροὺς Κανόνες ἔγκειται στὸ ὅτι, ὅταν ἡ αἰτία τῆς ἀποτειχίσεως εἶναι ἡ ἔκπτωσις σὲ «κατεγνωσμένη» αἵρεση, τότε ἐπιτρέπεται ἡ ἀποτείχιση ἀκόμη καὶ πρὸ συνοδικῆς κρίσεως τοῦ ἐκπεσόντος αἱρετικοῦ ἐπισκόπου. Ἡ ἀποκοπὴ ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας δὲν γίνεται κατὰ τρόπο ἀόρατο καὶ αὐτόματο, ἀπὸ μόνη της, μόλις δηλαδὴ ἐκπέσει ὁ αἱρετικὸς στὴν αἵρεση, ἀλλὰ μὲ τὴν συγκεκριμένη καταδικαστικὴ συνοδικὴ ἀπόφαση. Ἂν ἡ ἀποκοπὴ τοῦ αἱρετικοῦ γινόταν αὐτόματα, ἀπὸ μόνη της, θὰ ἦταν περιττὴ ἡ συνοδικὴ καταδίκη του.
5. Οἱ συντάκτες Πατέρες τοῦ 15ου Ἱεροῦ Κανόνος δὲν κατέστησαν ὑποχρεωτικὴ τὴν ἀποτείχιση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ἐπισκόπους. Ὁ Κανόνας αὐτὸς δὲν νομοθετεῖ ὑποχρέωση, ἀλλὰ ἁπλῶς παρέχει δικαίωμα. Ἐνῶ ἐπαινεῖἐκείνους, πού ἀποτειχίζονται ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ ἐπίσκοπο «πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως» αὐτοῦ, δὲν ἐπιβάλλει ὅμως κάποια ποινὴ σ’ ἐκείνους, πού χωρὶς νὰ ἀποδέχονται τὶς διδασκαλίες του, ἐξακολουθοῦν νὰ τὸν μνημονεύουν, ἐνῶ παράλληλα  ἐλέγχουν τὶς κακοδοξίες του καὶ ἐπιζητοῦν τὴν ἐπέμβαση καὶ ἀσφαλῆ συνοδικὴ διάγνωση καὶ καταδίκη τουὑπὸ τοῦ οἰκείου συνοδικοῦ ὀργάνου. Ἐὰν ὁ Ἱερὸς Κανὼν εἶχε ὑποχρεωτικὸ χαρακτήρα, θὰ ἔπρεπε νὰ ὑπάρχει ὁπωσδήποτε μία ἀνάλογη διατύπωση γιὰ ὅλους ἐκείνους, πού ἐξακολουθοῦν νὰ ἔχουν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὸν αἱρετικὸ ἐπίσκοπο πρὶν ἀπὸ τὴν συνοδικὴ καταδίκη του, καὶ στὴ διατύπωση αὐτὴ θὰ ὑπῆρχε ἡ προβλεπόμενη ποινή, ἀφοῦ μάλιστα πρόκειται γιὰ ἕνα τόσο σοβαρὸ θέμα, ὅπως εἶναι ἡ αἵρεση. Πέραν τούτου ἐὰν ἡ Ἐκκλησία θεωροῦσε ὑποχρέωση τοῦ κληρικοῦ τὴν ἄμεση ἀπόσχισή του ἀπὸ τοῦ ἐπισκόπου, τοῦ πεσόντος εἰς αἵρεσιν, θὰ εἶχε θεσπίσει εἰδικοὺς κανόνες πάνω στὸ θεμελιῶδες αὐτὸ ζήτημα καὶ μάλιστα αὐστηροτάτους. Δὲν θὰ ἠρκεῖτο νὰ ὁμιλήσει σχετικὰ μὲ τὸ ζήτημα αὐτὸ ὡς ἐν παρενθέσει, δηλαδὴ δὲν θὰ ἠρκεῖτο νὰ παρεμβάλη ἁπλῶς μία ἐξαίρεση σὲ Ἱεροὺς Κανόνας, οἱ ὁποῖοι θεσπίσθηκαν πρὸς ἀποθάρρυνση καὶ τιμωρίαν τῶν σχισμάτων. 
 6. Στὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων εἶναι καθοριστικὴ καὶ κομβικὴ ἡ συμβολὴ τῶν ἁγίων Πατέρων, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ Πρακτικά των Συνόδων, τοὺς Βίους τῶν Ἁγίων, τὴν ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Οἱ ἅγιοι Πατέρες δὲν αὐτοσχεδιάζουν, ἀλλ’ ὡς θεοφώτιστοι καὶ θεοκίνητοι, ἀναιροῦν μὲ τὸ θεολογικό τους λόγο τὴν αἵρεση καὶ καθοδηγοῦν τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ στὴν στάση του ἔναντι αὐτῆς καὶ τῶν αἱρετικῶν, ὅπως αὐτὸ φαίνεταιἀπὸ τὸν βίο καὶ τοὺς ἀγῶνες τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου.
7. Ἀσφαλεῖς χειραγωγοὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος στὴ στάση του ἀπέναντι στὴν σύγχρονη παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀποτελοῦν οἱ  ἐσχάτως διαλάμψαντες ὅσιοι Πατέρες, ὅπως ὁ ὅσιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς, ὁ ἅγιος Γέροντας Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης, ὁ ἅγιος Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος, ὁ ὁσίος Γέρων καὶ μεγάλος Ρῶσος ἁγιορείτης ἀσκητής, ἱδρυτὴς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου τοῦ Ἔσσεξ Ἀγγλίας, Σωφρονίος Σαχάρωφ, κ.α., οἱ ὁποῖοι ἐπεσήμαναν μὲν τὸν Οἰκουμενισμό, ἀλλὰ δὲν ἀποτειχίστηκαν ἀπὸ τοὺς κατὰ τόπους ἐπισκόπους των, ἐπισημαίνοντες ταυτόχρονα τὴν ἀνάγκη τῆς συνοδικῆς καταδίκης της αἱρέσεως αὐτῆς, ὡς καὶ τῶν προωθούντων αὐτήν. Ἡ προτίμηση τῶν αὐτοσχεδιασμῶν μας ἔναντι της κακοδοξίας σὲ σχέση μὲ τὴ θεοφώτιστη στάση τῶν συγχρόνων ἁγίων Πατέρων, ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι περιττεύει ὁ θεῖος φωτισμὸς καὶ ἡ συνοδικὴ καταδίκη της αἱρέσεως στὸ ζήτημα τῆς ἀποτειχίσεως,  μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῶν ἁγίων Πατέρων, ἐνῶ οἱ πολυποίκιλες ὕβρεις κατὰ τῶν σημερινῶν Ἁγίων ἐκ μέρους ἀποτειχισθέντων ἀδελφῶν ὄχι μόνο τους ἀποτειχίζουν ἀπὸ τοὺς αἱρετίζοντες ἐπισκόπους, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀποσχίζουνἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. 
8. Τὸ γεγονὸς ὅτι στὴ σύγχρονη παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐνυπάρχουν στοιχεῖα παλαιοτέρων αἱρέσεων, συνοδικῶς καταδικασθέντων ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας, δὲν ἀναιρεῖ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς σύγχρονης συνοδικῆς καταδίκης της, σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν πρόταση τοῦ ὁσίου Ἰουστίνου τοῦ Πόποβιτς. Πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτὸ ὀφείλει ὁ κλῆρος καὶ ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ νὰ στρέψει τὶς ἀγωνιστικές του προσπάθειες και νὰ ἐνεργοποιηθεῖ σ’ ἕνα δυναμικότερο ἀντιαιρετικὸ ἀγώνα, μέχρις ὅτου ἡ Ἱεραρχία μας, πιεζόμενη ἀπὸ κλῆρο καὶ λαό, ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν παναίρεση αὐτή, καταδικάσει αὐτὴν συνοδικῶς, κατονομάσει τοὺς ὀπαδούς της καὶ καλέσει αὐτούς σε μετάνοια. Σὲ περίπτωση δὲ ποὺ ἐπιμένουν στὶς πλάνες τους, ἀποκόψει αὐτοὺς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. 
9. Ἡ θεολογία τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων καὶ ἡ θεοφώτιστη ποιμαντικὴ διακονία τους ἔχει ὀντολογικὸ θεμέλιο τὴν Ἐκκλησία ὡς τὸ σῶμα τοῦ ζῶντος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀποσκοπεῖ δὲ στὴν  περιφρούρησι τῆς ἑνότητος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, τῆς ἀκεραιότητος τῆς πίστεως, τῆς ἐμπειρίας τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ στὴν οὐσιώδη παράθεση καὶ ἐφαρμογὴ τῶν ἀληθῶν προβλέψεων τοῦ θείου Νόμου καὶ τῶν Ἱερῶν Κανόνων,  διὰ τῶν ὁποίων θεσμοθετεῖται καὶ πραγματοποιεῖται ἡ ἐγχρίστωσις τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καὶ ἡ κατὰ χάριν θέωσή του.

1 σχόλιο:

  1. Στην παράφραφο 3 λέγεται : "... δεν είναι αρμόδιο το κάθε μέλος της Εκκλησίας να επισημάνει και να διαγνώσει με ασφάλεια την αίρεση, διότι δεν έχει τις ανάλογες πνευματικές προυποθέσεις". Νομίζουμε ότι ο ισχυρισμός αυτός των συντακτών του κειμένου είναι εσφαλμένος, διότι έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την διακήρυξη των τεσσάρων Πατριαρχών το 1848, σύμφωνα με την οποία "παρ'ημίν ούτε Πατριάρχαι ούτε Σύνοδοι εδυνήθησαν ποτέ εισαγαγείν νέα, διότι ο υπερασπιστής της θρησκείας εστίν αυτό το σώμα της Εκκλησίας, ήτοι αυτός ο λαός, όστις εθέλει το θρήσκευμα αυτού αιωνίως αμετάβλητον και ομοειδές τω των Πατέρων αυτού".

    Επίσης, στην παράγραφο 7 καταγράφονται κάποια ονόματα συγχρόνων οσίων και γερόντων, οι οποίοι, σύμφωνα με τους συντάκτες, δεν αποτειχίστηκαν από τους επισκόπους τους. Αυτό είναι ψευδές, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τόν Γέροντα Παίσιο. Είναι γνωστό ότι ο Γέρων Παίσιος απαίτησε και επέβαλε την διακοπή του πατριαρχικού μνημοσύνου στην Ι. Μ. Σταυρονικήτα, παρ'όλο που στις αρχές του 1969 δεν συνιστούσε την διακοπή μνημοσύνου, αλλά τον ορθόδοξο αγώνα εντός της Εκκλησίας, για να μην επεκτείνονται τα ήδη ζηλωτικά σχίσματα. Γιατί το αποκρύπτουν αυτό οι συντάκτες του κειμένου και διαστρεβλώνουν τα πράγματα; Μήπως θεωρούν ότι ο ηγιασμένος Γέρων Παίσιος δεν γνώριζε το γράμμα και το πνεύμα του 31ου Αποστολικού και του 15ου της ΑΒ΄ Συνόδου;

    Παραλλήλως, διακρίνουμε στο κείμενο αντιφατικότητα, έλλειψη ροής και λογικής. Π.χ. στην παράγραφο 8, ενώ ο οικουμενισμός αποκαλείται από τους συντάκτες του κειμένου πολύ σωστά "παναίρεση" και "κατεγνωσμένη αίρεση", εν τούτοις νουθετούν να περιμένουμε συνοδική καταδίκη. Δεν είναι αντιφατικό αυτό; Αφού ήδη οι ενυπάρχουσες στόν οικουμενισμό αιρέσεις είναι συνοδικώς καταδικασθείσες.Υπάρχει περίπτωση, κατά τούς συντάκτες του κειμένου, η "Ιεραρχία μας", με την γνωστή οικουμενιστική της, κατά το πλείστον, σύνθεση, να προβεί ποτέ σε συνοδική καταδίκη του οικουμενισμού; Θεωρούμε ότι αυτό είναι ουτοπία. Έχει περάσει ήδη ενάμιση χρόνος από την επιστολή, που επέστειλε ο Σεβ. Πειραιώς πρός τον Αρχιεπίσκοπο και την Ι.Σ.Ι., για την συνοδική καταδίκη του οικουμενισμού από την Εκκλησία της Ελλάδος, και ακόμη περιμένουμε.

    Ποιά είναι η γνώμη των συντακτών του κειμένου για τόν Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο και για τους ακολουθούντες αυτόν επισκόπους; Είναι οικουμενιστές; Αν ναι, τότε είναι και παναιρετικοί, αφού, όπως γράφουν, ο οικουμενισμός είναι παναίρεση. Προσφάτως, κυκλοφόρησε από την Σύναξη Κληρικών και Μοναχών το εξαίρετο κείμενο με τίτλο "Η νέα εκκλησιολογία του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου", που αποδεικνύει θελογικά και επιστημονικά ὀτι είναι αιρετικός, αφού έχει εκπέσει της πίστεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Άρα, ποιά θα πρέπει να είναι η στάση των επισκόπων και ιερέων, που ανήκουν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και μνημονεύουν τόν κ. Βαρθολομαίο και τους ἀλλους οικουμενιστές επισκόπους; Μήπως η εφαρμογή του 15ου Κανόνος της ΑΒ΄ Συνόδου και η διακοπή του μνημοσύνου του Πατριάρχου και των επισκόπων, όπως έπραξαν επί του μεγάλου οικουμενιστού Πατριάρχου κυρού Αθηναγόρου, πολλές Αγιορείτικες Μονές και τρείς Αρχιερείς των λεγομένων "Νέων Χωρών", οι Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης, Παραμυθίας Παύλος και Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος;

    Ταυτόχρονα, θα θέλαμε να εκφράσουμε την απορία μας, γιατί δεν συμμετείχαν ως εισηγητές στην εν λόγω ημερίδα οι πατέρες της Συνάξεως Κληρικών και Μοναχών (π. Θεόδωρος Ζήσης, π. Γεώργιος Μεταλληνός, π. Αθανάσιος Μετεωρίτης, Γέρων Ευστράτιος Λαυριώτης, Γέρων Γρηγόριος Χατζηνικολάου, π. Σαράντης Σαράντος, αλλά και ο κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης);

    Εν κατακλείδι, επισημαίνουμε ότι δεν μας εκφράζει εν πολλοίς το εν λόγω κείμενο, εν όψει μάλιστα της επισκέψεως του Ιησουίτη αιρεσιάρχου Πάπα Φραγκίσκου στο Φανάρι, με αποκλειστική ευθύνη του αιρετίζοντος και οικουμενίζοντος Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου.

    Περιμέναμε κάτι καλύτερο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.