14 Νοε 2013

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς καὶ ἡ ἐποχή μας

Τοῦ Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, 
ὁμότιμου καθηγητῆ τῆς Θεολογικῆς σχολῆς ΑΠΘ
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1296-1359) εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁρισμένες φορὲς τοποθετεῖται ὡς τέταρτος Ἱεράρχης μαζὶ μὲ τὸν Μ. Βασίλειο, τὸν Γρηγόριο Θεολόγο καὶ τὸν Ἰωάννη Χρυσόστομο. Σὲ μία κρίσιμη ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία ὁ χριστεπώνυμος οὐμανισμὸς ἀμφισβητοῦσε τὴν πεμπτουσία τῆς Ἐκκλησίας ὡς «κοινωνίας θεώσεως», ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς πρόβαλε τὴ διδασκαλία γιὰ τὴ θέωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴ μετοχή του στὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Δὲν παρουσίασε καινούργιες θεολογικὲς ἀλήθειες ποὺ δὲν ὑπῆρχαν προηγουμένως στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Χρησιμοποιώντας ὅμως τὴ γλώσσα, τοὺς ὅρους καὶ τὶς ἔννοιες τῆς ἐποχῆς του, ἀνέτρεψε τὶς ἀμφισβητήσεις καὶ προσβολὲς τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ ζωῆς μὲ τὴ διαχρονικὴ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας.
Κεντρικὴ θέση στὴ θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ ἔχει ἡ διάκριση ἀνάμεσα στὴν οὐσία καὶ τὴν ἐνέργεια ἢ τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἡ διάκριση αὐτή, ποὺ ἔχει τὶς ρίζες της στὴν Ἁγία Γραφή, ἀναπτύχθηκε θεολογικὰ ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Καππαδοκίας. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος χρησιμοποίησε τὴ διάκριση αὐτὴν ὑπογραμμίζοντας τὸν ἄκτιστο χαρακτήρα τῆς θείας ἐνέργειας. Ἡ ὑπογράμμιση αὐτὴ δὲν συνιστᾶ θεολογικὸ νεωτερισμὸ ἀλλὰ μόνο θεολογικὸ τονισμό. Κάθε φύση ἔχει καὶ τὴν ἀντίστοιχη ἐνέργειά της. Ἡ κτιστὴ φύση ἔχει κτιστὴ ἐνέργεια, ἐνῶ ἡ ἄκτιστη ἔχει ἄκτιστη ἐνέργεια.
Ὁ Θεὸς δὲν παραμένει ἀπρόσιτος καὶ ἀκοινώνητος στὸν ἄνθρωπο οὔτε...
τὸν προσεγγίζει καὶ κοινωνεῖ μὲ αὐτὸν χρησιμοποιώντας κτιστὰ μέσα, ἀλλὰ ἔρχεται σὲ ἄμεση σχέση καὶ προσωπικὴ κοινωνία μαζί του μὲ τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια ἢ τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές του. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ὁ ἄνθρωπος μετέχει ἄμεσα καὶ προσωπικὰ στὴ θεία ζωὴ καὶ γίνεται θεὸς κατὰ χάρη. Ὁλόκληρη ἡ παλαμικὴ θεολογία καταλήγει σὲ τελικὴ ἀνάλυση στὴν προάσπιση τῆς ἀλήθειας αὐτής• τῆς ἀλήθειας τῆς ἐν Χριστῷ ἀνακαινίσεως καὶ θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ τῆς ἀναδείξεώς του ὡς προσώπου «καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ».

Ὅπως εὔστοχα ἐπισήμανε ὁ γέροντας Σωφρόνιος, «ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μᾶς ἐξήγησε, πὼς νὰ στεκόμαστε μπροστὰ στὸν Θεό, πὼς νὰ τὸν γνωρίζουμε μὲ ἕναν καταφατικὸ τρόπο»[1]. Ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι κάποια ἀόριστη δύναμη ἢ ὑπερδύναμη. Ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός• εἶναι «ὁ ζῶν Θεός», ποὺ γίνεται προσιτὸς καὶ μεθεκτὸς στὸν ἄνθρωπο. Μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ζοῦμε τὸν ζῶντα Θεὸ μέσα στὴν ἱστορία καὶ στὴ Ζωή μας.
Στὴν πολεμικὴ ποὺ ἀνέπτυξε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀναιρώντας τὴν κακοδοξία τοῦ Βαρλαὰμ γιὰ τὸν κτιστὸ χαρακτήρα τῆς θείας ἐνέργειας, ἐπισήμανε καὶ τὴν πρόταξη τοῦ προσώπου. Ἀκολουθώντας ὡς ἕνα σημεῖο καὶ κατὰ λέξη τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο ὁ Παλαμας λέει: «Καὶ τῷ Μωϋσῆ δὲ χρηματίζων ὁ Θεός, οὐκ εἶπεν ἐγὼ εἰμι ἡ οὐσία, ἀλλ’ ἀγῶ εἰμι ὁ ὧν[2] οὐ γὰρ ἐκ τῆς οὐσίας ὁ ὧν, ἀλλ’ ἐκ τοῦ ὄντος ἡ οὐσία• αὐτὸς γὰρ ὁ ὧν ὅλον ἐν ἐαυτῶ συνείληφε τὸ εἶναι»[3].

Ἡ ἀναγωγὴ τῆς οὐσίας στὸ ὂν δὲν σημαίνει καὶ πρόταξη τοῦ ὄντος ἀπέναντι τς οὐσίας, πράγμα ποὺ θὰ σήμαινε σὲ τελικὴ ἀνάλυση καὶ ὕπαρξη ὄντος χωρὶς οὐσία. Τὸ λάθος αὐτὸ σημειώθηκε πρόσφατα στὸν θεολογικὸ χῶρο κατὰ τὴ συζήτηση τῆς ἐννοίας τοῦ προσώπου, μὲ τὴν ἐπίκληση μάλιστα καὶ τοῦ παρατεθέντος χωρίου τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμα. Ἀλλὰ ἔτσι ἀποφεύγεται μὲν ὁ οὐσιανισμός, τὸν ὁποῖο ὀρθῶς ἀπορρίπτουν οἱ ὀρθόδοξοι θεολόγοι, ἀναδύεται ὅμως στὴ θέση τοῦ ἕνας ἀνούσιος περσοναλισμός. Ὁ περσοναλισμὸς αὐτὸς εἶναι τελείως ξένος πρὸς τὴν πατερικὴ παράδοση καὶ τὴ θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμα. “Οπως τονίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, διακρίνουμε τὴν ὑπόσταση ἀπὸ τὴν οὐσία καὶ παρουσιάζουμε τὴ διαφορά της ἀπὸ ἐκείνην, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ βροῦμε ὑπόσταση χωρὶς οὐσία• «οὐκ ἔστιν ἰδεῖν ὑπόστασιν χωρὶς οὐσίας»[4]. Οἱ θεῖες ὑποστάσεις δὲν εἶναι μέρη τῆς θείας οὐσίας, γιατί σὲ κάθε ὑπόσταση ὑπάρχει «ὅλη καὶ τελεία ἡ θεότης»[5].

Ἡ ἀνθρώπινη φύση δημιουργήθηκε σὲ σχέση καὶ ἀναφορὰ πρὸς τὴ θεία φύση. Δημιουργηθήκαμε, σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἐπαναλαμβάνοντας τὸν Ἀπόστολο Πέτρο, «ἴνα γενώμεθα θείας κοινωνοὶ φύσεως»[6]. Αὐτὸ σημαίνει, ὅπως συμπληρώνει ὁ ἴδιος, ὅτι δὲν εἴμασταν προηγουμένως οὔτε γίναμε ἐξαρχῆς μὲ τὴν δημιουργία μᾶς κοινωνοὶ αὐτῆς τῆς φύσεως[7]. Καὶ ἐνῶ ἔπρεπε νὰ προχωρήσει ὁ ἄνθρωπος πρὸς τὸ «καθομοίωσιν», ὄχι μόνο δὲν τὸ ἔπραξε, ἀλλὰ καὶ βάδισε πρὸς τὴν ἀντίθετη κατεύθυνση. Ἡ διπλὴ αὐτὴ ἐκτροπὴ προκλήθηκε ἀπὸ τὴν ἔπαρση τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὴ τὸν ἀλλοτρίωσε ἀπὸ τὴν κατὰ φύση ἐνάρετη ζωὴ καὶ τὸν ὁδήγησε στὴν παρὰ φύση ἐμπαθῆ ζωή. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθεῖ καὶ ἀνακτήσει τὴ φυσικὴ ἀναφορά του πρὸς τὸν Θεό, τότε αἴρεται ἡ ἀντίθεση ποὺ ὑπάρχει μέσα του, εἰρηνεύει καὶ ζεῖ τὴν κατὰ φύση ἐνάρετη ζωὴ[8].
Ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν δὲν καλεῖται νὰ νικήσει τὴ φύση του ἢ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ αὐτήν, ἀλλὰ νὰ ἀντιταχθεῖ στὴν ἐκτροπή της, νὰ νικήσει τὰ πάθη της καὶ νὰ τὴν κατευθύνει στὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο ἐξαρχῆς δημιουργήθηκε•«στὸ καθ’ ὁμοίωσιν», στὴ μέθεξη τῆς «θείας φύσεως». Μέσα σὲ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν προοπτικὴ καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νὰ πολεμήσει τὴ σάρκα του ἢ καὶ νὰ μισήσει τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτὸ τοῦ[9].

Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ διεξάγεται καὶ ἡ χριστιανικὴ ἄσκηση, ποὺ ἀποτέλει κεντρικὸ ἄξονα στὴ ζωὴ καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἔπαρση ἦταν ἡ αἰτία τῆς ἐκτροπῆς τοῦ ἀνθρώπου, γι’ αὖτο ἡ ταπείνωση καὶ τὸ πένθος προβάλλονται ὡς κύρια φάρμακα γιὰ τὴν ἀνόρθωσή του.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅπως σημειώνει ὁ βιογράφος καὶ ἐγκωμιαστὴς τοῦ Φιλόθεος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, διέθετε ἀκρότατη ταπείνωση καὶ ἀνυπόκριτη «ἐκ καρδίας ἀγάπη»• εἶχε βαθύτατη κατάνυξη, πένθος καὶ ἀείροα δάκρυα[10]. Τέλος μὲ ἀπόλυτη πειστικότητα καὶ ἀκατάβλητη δύναμη ὑπερασπίστηκε τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀντικρούοντας τὸν Βαρλαὰμ τὸν Καλαβρὸ ποὺ τὴν ἔβλεπε ὡς διανοητικὴ διαδικασία.
Ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἢ ἡ τελείωση καὶ καταξίωσή του ὡς προσώπου, ἔρχεται ὡς ἐπιστέγασμα μακρᾶς καὶ ἐπίπονης ἀσκητικᾶς πορείας. Ἡ πορεία αὐτὴ ἀποκαθιστᾶ τὴν εἰρήνη στὴν ψυχὴ τοῦ πιστοῦ καὶ μετατρέπει τὰ δάκρυα τοῦ πένθους καὶ τῆς μετανοίας σὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαμα τῆς καρδιᾶς. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὰ γήινα πάθη, γεύεται τὴ θεία μακαριότητα καὶ καταυγάζεται ἀπὸ τὸ ἄκτιστο φως• γίνεται ἐπίγειος ἄγγελος τοῦ Θεοῦ καὶ προσάγει μὲ τὸν ἑαυτό του στὸν Θεὸ ὁλόκληρη τὴν κτίση, γιατί καὶ ὁ ἴδιος μετέχει σὲ ὅλα, ὅπως καὶ στὸν Θεὸ ποὺ βρίσκεται ἐπάνω ἀπὸ ὅλα, γιὰ νὰ εἶναι ἀκριβὴς εἰκόνα τοῦ[11].

Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀξίζει νὰ ἐπισημάνουμε καὶ τὴ σπουδαιότητα τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμα γιὰ τὴ σωστὴ θεολογικὴ προσέγγιση καὶ ἀντιμετώπιση τῆς σύγχρονης οἰκολογικῆς κρίσεως. Ἡ κρίση αὐτὴ δὲν εἶναι ἐπιφανειακὴ οὔτε ἀντιμετωπίζεται μὲ νομοθετικὰ μόνο μέτρα ἢ ἀκόμα καὶ μὲ τὴν ἁπλὴ ἀλλαγὴ τῆς ἐξωτερικῆς συμπεριφορᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ οἰκολογικὴ κρίση πηγάζει ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ κρίση τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ τὴ διάσπαση τοῦ νοῦ ἀπὸ τὴν καρδιά του. Πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀποτυχία του νὰ ἀγκαλιάσει μὲ ἀγάπη ὁλοληρη τὴν κτίση καὶ νὰ τὴν ἀναφέρει μαζὶ μὲ τὸν ἑαυτό του στὸν Θεό.
Ἡ οἰκολογικὴ κρίση ξεκίνα ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ κρίση τοῦ ἀνθρώπου• ἀπὸ τὴν κρίση τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, τῆς ἀνθρώπινης ὑποστάσεως. Καὶ ἡ μόλυνση τοῦ περιβάλλοντος ἀντανακλᾶ τὴν ἐσωτερικὴ μόλυνση τοῦ ἀνθρώπου• τὴ μόλυνση τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς του. Χωρὶς τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὶς ἐμπαθεῖς διαθέσεις καὶ τοῦ νοῦ ἀπὸ τὰ ἐμπαθῆ νοήματα δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρξουν σωστὲς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν κόσμο καὶ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου. Ἂν δὲν ξεκινήσει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν κρίση ποὺ ὑπάρχει μέσα του, δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπίσει σωστὰ τὴν οἰκολογικὴ κρίση. Ἡ ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου προϋποθέτει τὴν ἀνακαίνιση τῆς ἀνθρώπινης ὑποστάσεως.

Ἡ ἀλήθεια τῆς θεώσεως δὲν ἐμφανίζεται μόνο στὴ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἀλλὰ αἰσθητοποιεῖται καὶ στὴ ζωή του. Ἄλλωστε ἡ περιγραφὴ τῆς θεώσεως μὲ τὸν ἀνθρώπινο λόγο εἶναι ἀδύνατη, γιατί, ὅπως σημειώνει ὁ ἴδιος, «καὶ λεγομένη ἄρρητος ἐκείνη μένει, μόνοις ἐνώνυμος…τοῖς εὐμοιρηκόσιν αὐτῆς»[12]. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶχε τὴν εὐτυχία νὰ γεννηθεῖ καὶ νὰ ἀνατραφεῖ σὲ οἰκογένεια ποὺ ἀγωνιζόταν γιὰ τὴν ἁγιότητα. Ὅλα τὰ μέλη τῆς οἰκογένειάς του εἶχαν ἐμφανῆ γνωρίσματα ἁγιότητας, γὶ αὐτὸ καὶ κατὰ τὸν τελευταῖο καιρὸ ἔγινε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἡ ἁγιοκατάταξή τους.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δὲν στήριξε τὴν ἀνθρωπολογία του στὰ φιλοσοφικὰ ρεύματα τῆς ἐποχῆς του. Τὴν στήριξε στὴν βιωμένη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔζησε καὶ γνώρισε ὁ ἴδιος ἐκ τῶν ἔνδον. Βέβαια, χρησιμοποίησε τὴ γλώσσα, τοὺς ὅρους καὶ τὶς ἔννοιες τῆς ἐποχῆς του, ὅπως ἔκαναν καὶ οἱ προγενέστεροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἐπηρέασε τὴν οὐσία τῆς διδασκαλίας του. Ἀντιθέτως ἡ χρήση τῶν ὅρων καὶ τῶν ἐννοιῶν αὐτῶν ἄνοιξε νέους ὁρίζοντες καὶ στὴν ἴδια τὴ φιλοσοφικὴ σκέψη.

Ἡ ἐπιστημονικὴ ἀνάλυση τῶν πατερικῶν κειμένων, ὅπως καὶ στὴν προκειμένη περίπτωση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, προσπαθεῖ νὰ βρεῖ τὶς πηγές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες αὐτοὶ ἄντλησαν τὴν διδασκαλία τους. Ἔτσι διαπιστώνει π.χ. στὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμὰ πλατωνικὲς ἢ νεοπλατωνικὲς ἐπιδράσεις. Καὶ πραγματικά, μία ἐπιφανειακὴ ἀνάγνωση τῶν ἔργων τοῦ μπορεῖ ἴσως νὰ δημιουργήσει τέτοιες ἐντυπώσεις. Ὅταν ὅμως ἐπιχειρηθεῖ ἡ βαθύτερη ἀνάγνωσή τους, ἡ ἐντύπωση ποὺ ἀποκομίζεται εἶναι τελείως διαφορετική. Οἱ λέξεις καὶ τὰ ἐκφραστικὰ σχήματα δὲν ταυτίζονται μὲ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ ἀποτελοῦν ἁπλὰ μέσα γιὰ τὴ σχετικὴ πάντοτε ὑποδήλωσή της. Καὶ ἡ κατανόηση τῆς ἀλήθειας αὐτῆς δὲν εἶναι εὔκολη ἀλλὰ οὔτε καὶ δυνατὴ ἔξω ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς κοινωνίας αὐτῶν ποὺ τὴν διατύπωσαν• ἔξω ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς «κοινωνίας τῆς θεώσεως».

Παραπομπές:
1. Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ὁμιλία πρὸς τὴν Κοινότητα, στὶς 19-11 – 1989.
2. βλ. Ἔξοδ. 3,14. 36,625C.
3. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὑπὲρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων 3,2,12, ἔκδ. Π. Χρήστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Συγγράμματα, τόμ. Ά’, Θεσσαλονίκη 1962, σ.666. Πρβλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 45,3, PG
4. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Πρὸς Γαβρᾶν 30, ἔκδ. Π. Χρήστου, ο.π.,τόμ. Β’, σ. 358-359.
5. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Πρὸς Παῦλον Ἄσανην 9, ἔκδ. Π. Χρήστου, ο.π.,τόμ. Β’, σ. 371.
6. βλ. Β’ Πέτρ. 1,4.
7. βλ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Θεοφάνης 15, ἔκδ. Π. Χρήστου, ο.π.,τόμ. Β’, σ.239.
8. βλ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Πρὸς μοναχὴν Ξένην 54, ἔκδ. Π. Χρήστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Συγγράμματα, τόμ. Ε’, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 222.
9. βλ. Λούκ. 14,26.
10. βλ. Φιλοθέου Κωνσταντινουπόλεως, Λόγος εἰς ἅγιον Γρηγόριον Παλαμᾶν, PG 151, 569 ΑΒ
11. βλ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Πρὸς μοναχὴν Ξένην 59 καὶ πρὸς Ἰωάννην καὶ Θεόδωρον τοὺς φιλοσόφους 18, ἔκδ. Π. Χρήστου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Συγγράμματα, τόμ. 5, Θεσσαλονίκη 1992, σ 224 καὶ 239
12. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὑπὲρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων 3,1,32, ἔκδ. Π. Χρήστου, ο.π., τόμ. Α΄, σ. 664.
Πηγή: «Ἐνατενίσεις», Περιοδικὴ Ἔκδοση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κύκκου καὶ Τηλλυρίας, Τεῦχος 10ο, Ἰανουάριος – Ἀπρίλιος 2010

1 σχόλιο:

  1. Μεγάλα παραδείγματα σύγχρονων πνευματικών πατέρων
    http://niksothropoulos.wordpress.com/2013/11/05/a-414/

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.