31 Αυγ 2013

Ἡ προσευχὴ συνέχει τὸν κόσμον

Γράφει ὁ Ἀρχ. π. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Ι' Ματθαίου (Α' Τιμ. β' 1-7)
Ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν, γράφει τὴν ποιμαντική του ἐπιστολὴ στὸν ἀγαπημένο τοῦ μαθητῆ Τιμόθεο. Στὸν ποιμένα τῆς Ἐφέσου. Μεταξὺ τῶν ἄλλων συμβουλῶν του, βλέπουμε στὸ Ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα, νὰ γίνεται λόγος καὶ νὰ δίνονται ὁδηγίες γιὰ τὴν προσευχή. Γιὰ τὸ μεγάλο αὐτὸ κεφάλαιο τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικῆς ζωῆς, χωρὶς τὴν ὁποία, εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐπέλθει στὸν πιστὸ ἡ πνευματικὴ προκοπή.
Βεβαίως, τὸ κεφάλαιο περὶ προσευχῆς εἶναι τόσο μεγάλο καὶ πολύπτυχο, ὥστε περιλαμβάνει ὄχι ἁπλῶς γνώσεις ἀπὸ βιβλία, ἀλλὰ κυρίως ὑπαρξιακὴ συμμετοχὴ καὶ βιώματα ὁλοκλήρου ζωῆς αὐτοῦ ποὺ ξεκινᾶ ν΄ἀνέρχεται στὴν προσευχητικὴ κλίμακα.
Ἐκεῖνο πάντως ποὺ προξενεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση, ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ τὸ γράφει ὁ Ἄπ. Παῦλος, ἀλλὰ γιὰ τὸ διάστημα ὁλοκλήρου του βίου τῆς ἀνθρωπότητας, εἶναι ἡ ὁδηγία καὶ ἐντολὴ ὑπὲρ προσευχῆς ὅλου του κόσμου γενικώτερα ἀλλὰ καὶ αὐτῶν ποὺ βρίσκονται στὴν κορυφὴ τῆς ἐξουσίας, εἰδικώτερα.
Ἀλλ' ἂς δοῦμε τὸ εὐαίσθητο αὐτὸ θέμα περισσότερο ἀναλυτικά, καὶ τοῦτο διότι τὰ Ἀποστολικὰ συμπεράσματα κάνουν τὸν πιστὸ νὰ αἰσθάνεται ὅτι....
τὸν πλημμυρίζει τὸ χρέος τῆς ἀγάπης καὶ ἡ διάθεση τῆς σωτηρίας γιὰ ὅλο τὸν κόσμο.
Τὸ νὰ προσεύχεται κανείς, τόσο ἐντός του ἐνοριακοῦ του ναοῦ, ὅσο καὶ σὲ μία ἱερὰ μονὴ ἢ κάποιο προσκύνημα ἢ καὶ σ' αὐτὴν τὴν οἰκία του, καὶ γενικῶς «ἐν παντὶ τόπω τῆς δεσποτείας» τοῦ Κυρίου, γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγαπᾶ, ἀλλὰ καὶ ποὺ εἰσπράττει τὴν ἀγάπη τους, τοῦτο, ὄχι μόνο ἐπιβάλλεται, ἀλλὰ γίνεται καὶ μία πολὺ εὔκολη ὑπόθεση σὲ τελευταία ἀνάλυση.
Τὸ νὰ ψελλίζει ὁ πιστὸς δοξολογίες καὶ ἱκεσίες καὶ δεήσεις γιὰ τοὺς ὁμόπιστους ἀδελφούς, αὐτὸ εἶναι κάτι, ἐπιβεβλημένο μέν, ἀλλὰ ποὺ δὲν ἔχει κάποια ἰδιαίτερη ἀξία, ἀφοῦ ἐπιτέλους ἡ ψυχολογικὴ αὐτὴ τακτική, παρατηρεῖται σὲ ὅλες τὶς ἀνθρώπινες θρησκεῖες καὶ σὲ ὅλες τὶς ἀνθρώπινες φιλίες καὶ συνεργασίες.
Τὸ νὰ ξεκινήσει ὅμως ὁ πιστὸς νὰ πραγματοποιεῖ αὐτὴ τὴν Ἀποστολικὴ ἐντολὴ (ποὺ ἐξωτερικῶς φαίνεται μὲν ἁπλή, στὴν πράξη ὅμως ἀποδεικνύεται πολὺ δύσκολη), τοῦτο εἶναι δεῖγμα ὅτι ὁ Χριστιανὸς ἔχει ἤδη ἀρχίσει νὰ ὡριμάζει καὶ νὰ συνειδητοποιεῖ ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ δέχεται τὴν προσέγγιση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, παρὰ μέσω τοῦ προσωπικοῦ του, λευκοῦ μαρτυρίου τῆς συνειδήσεως.
Καὶ τὸ τονίζουμε αὐτό, διότι ὅσοι ἄγγιξαν τὰ κράσπεδα τῆς προσευχῆς καὶ μάλιστα αὐτῆς τῶν «ἐν ὑπεροχὴ ὄντων», βιώνουν μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγάπη τῶν ἀδελφῶν... (στὸ κεφάλαιο αὐτό, ἐκτὸς τῶν Ἁγίων μας, προσωπικότητες ὅπως ὁ Ντοστογιέφσκι, ἔχουν πολλὰ νὰ μᾶς διδάξουν...).
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, θεωρεῖ ὡς δεδομένη τὴν ἀγάπη πρὸς ὅλους τους ἀνθρώπους. Καὶ τοῦτο διότι Ἰησοῦς Χριστὸς ἦλθε νὰ σώσει ὅλο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων. Δηλ. ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Στὴ βάση λοιπὸν αὐτὴ θεμελιώνεται καὶ ἡ Ἀποστολικὴ διδαχὴ γι' αὐτὸ καὶ εὐθὺς ἐξ' ἀρχῆς ὁ Ἄπ. Παῦλος προτρέπει τὸν μαθητὴ τοῦ ἀλλὰ καὶ τοὺς λοιποὺς ἀδελφούς, πρῶτα ἀπ' ὅλα νὰ γίνονται δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις καὶ εὐχαριστίες γιὰ ὅλους τους ἀνθρώπους.
Ὅταν μάλιστα βλέπει κανεὶς τὴν πολιτικὴ ἐν γένει ἀτμόσφαιρα τῆς ἐποχῆς κατὰ τὴν ὁποία γραφόταν ἡ προτροπὴ - ἐντολὴ τοῦ Παύλου, δηλ. τὴ Ρωμαϊκὴ κυριαρχία, ἡ ὁποία ἐξ' ἀρχῆς φάνηκε ἐχθρικὴ πρὸς τὸ Εὐαγγέλιο, μὲ ἀποκορύφωμα τοὺς σκληρότατους καὶ ἀνομολόγητους ἐκείνους διωγμοὺς ποὺ ἀκολούθησαν, ὅταν μελετᾶ κανεὶς τὶς κατάμαυρες σελίδες τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, τότε δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ τὸν κατακλύσει ἱερὰ συγκίνηση καὶ δέος μπροστὰ στὴν προσευχητικὴ αὐτὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας.
Νὰ προσεύχονται δηλ. τὰ τέκνα τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας ὑπὲρ «τῶν βασιλέων», «ἴνα ἤρεμον καὶ ἠσύχιον βίον διαγωμεν ἐν πάσι εὐσεβεία καὶ σεμνότητι» (Ἃ' Τιμ. β' 2).
Καὶ τονίζουμε αὐτὴ τὴν παράμετρο τῆς ἐπίσημης ἐκκλησιαστικῆς εὐχῆς καὶ προσευχῆς, διότι κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἱστορίας καὶ ὅσο οἱ αἰῶνες, ὁ ἕνας διαδεχόταν τὸν ἄλλο, τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, αἰσθανόταν γιὰ τὰ καλά τους ταλανισμοὺς καὶ τοὺς κραδασμούς, ὅταν ἡ πολιτεία ἔβλεπε τὴν Ἐκκλησία ὡς θεραπαινίδα τῶν πολιτικῶν καὶ πολιτειακῶν της σκοπιμοτήτων...
Ἐννοεῖται δέ, ὅτι αὐτὴ ἡ προτροπὴ ἡ ὁποία ἐφαρμοζόταν ἀπὸ τὸν Ἀποστολικὸ χορό, συνεχίζει νὰ ἐφαρμόζεται καὶ σήμερα καὶ φυσικὰ θὰ συνεχίζει γιὰ πάντα νὰ τὴν ἐφαρμόζει ἡ Ἐκκλησία στὶς λειτουργικές της συνάξεις καὶ γενικώτερα στὶς ἱερές της ἀκολουθίες.
Αὐτὸ γίνεται καὶ γιὰ τὸ λόγο ὅτι ἡ ἐξουσία, ἀνεξαρτήτως ἐὰν ἐξασκεῖται σωστὰ ἢ λάθος ἀπὸ τοὺς ἐκπροσώπους της, ἀποτελεῖ θεσμό. Καὶ ὡς θεσμὸς ὑπάρχει, πρέπει νὰ ὑπάρχει γιὰ τὴν συνοχὴ καὶ τὸ καλό της κοινωνίας.
Καὶ πάλι ξεκάθαρος ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ γὶ αὐτὴ τὴν ἀλήθεια. Στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή, γράφει ὁ Ἀπόστολος ἐπὶ τοῦ θέματος: «Πάσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω, οὐ γὰρ ἔστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ, αἳ δὲ οὖσαι ἐξουσίαι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι εἰσὶν» (Ρωμ. ΙΓ' 1).
Ἑπομένως, ὅταν οἱ πιστοὶ ἀκούουν νὰ ψάλλονται ὕμνοι καὶ τροπάρια καὶ ν' ἀναμέλπονται αἰτήσεις ποὺ περιλαμβάνονται στὸ πλαίσιο αὐτό, ὄχι μόνο δὲν θὰ πρέπει νὰ σκανδαλίζονται καὶ νὰ θεωροῦν ὅτι αὐτὸ ἀποτελεῖ ὑποταγὴ τῆς Ἐκκλησίας στὸν Καίσαρα, ἀλλὰ ὑπακούοντας στὴν ἐντολὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νὰ συμμετέχουν καρδιακῶ τῷ τρόπω, ἀκριβῶς διότι ἡ κοινωνία σὲ κάθε ἐποχὴ τὸ ἔχει ἀπόλυτη ἀνάγκη. Καὶ ἂς προστεθεῖ καὶ τοῦτο. Ἐὰν δὲν προσευχηθοῦν οἱ πιστοὶ ὑπὲρ τοῦ Ἔθνους καὶ τῶν ἐξουσιῶν, στὴν μορφὴ βεβαίως ποὺ εἴδαμε, τότε ποιοὶ θὰ προσευχηθοῦν καὶ ποιοὶ θὰ πυρπολήσουν μὲ δεήσεις καὶ ἱκεσίες τὸν οὐρανὸ γιὰ τὴν εἰρήνη τοῦ σύμπαντος κόσμου καὶ κατ' ἐπέκτασιν γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ ἀλλὰ καὶ ἐξωτερικὴ εἰρηνικὴ ἐκκλησιαστική μας ζωή;
Πόσο ὄμορφα καὶ κατανυκτικὰ ἡ Ἐκκλησία μας, διὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων ἔχει θέσει τὶς λειτουργικὲς αἰτήσεις; Καὶ πόσο συγκινοῦνται οἱ καρδιὲς ὅταν πράγματι θεωροῦν τὴν ἐλεύθερη πατρίδα καὶ τὴ σωστὴ λειτουργία τῶν θεσμῶν ὡς εὐλογία οὐράνια, γιὰ τὴν εἰρηνικὴ συμπόρευση τῶν προσώπων καὶ τῶν κοινωνιῶν! «Ὑπὲρ τοῦ εὐσεβοῦς ἠμῶν Ἔθνους...», «Ὑπὲρ τοῦ κατὰ ξηρὰν θάλασσαν καὶ ἀέρα φιλοχρίστου ἠμῶν στρατοῦ...»!
Ἂς μὴν ὑφίσταται λοιπὸν τὸ σκάνδαλο, ἀλλὰ ἡ εἰρηνικὴ συνείδηση καὶ ἡ συνειδητὴ προσευχή, διότι «οἱ γὰρ ἄρχοντες οὐκ εἰσὶ φόβος τῶν ἀγαθῶν ἔργων, ἀλλὰ τῶν κακῶν, θέλεις δὲ μὴ φοβεῖσθαι τὴν ἐξουσίαν; τὸ ἀγαθὸν ποίει καὶ ἕξεις ἔπαινον ἐξ' αὐτῆς» (Ρωμ. ΙΓ' 3). Οἱ ἄρχοντες δηλ. προκαλοῦν φόβο σ΄ ὅποιον κάνει τὸ κακό. Θέλεις ἐσὺ νὰ μὴ φοβᾶσαι τὴν ἐξουσία; Κᾶνε τὸ καλό, καὶ ἡ ἐξουσία θὰ σὲ ἐπαινέσει.
Βεβαίως, στὴ συνέχεια ὁ μεγάλος Ἀπόστολος κάνει λόγο Χριστολογικὸ – Σωτηριολογικό, ποὺ τὸν συνδέει μὲ τὶς προηγούμενες προτροπές. «Ὁ Θεὸς θέλει τὴν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ὄχι μόνο ἑνὸς Ἔθνους. Ἕνας εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ἕνας ὁ Μεσίτης μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ὁ ἄνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ πρόσφερε τὴ ζωὴ τοῦ λύτρο γιὰ χάρη ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι στὸν προσδιορισμένο καιρό, ἔδωσε ὁ Θεὸς τὴ μαρτυρία του ὅτι θέλει νὰ σώσει τὸν κόσμο. Αὐτῆς τῆς μαρτυρίας μὲ ἔταξε ὁ Θεὸς κήρυκα καὶ Ἀπόστολο - τὴν ἀλήθεια λέω ἐνώπιόν Του Χριστοῦ, δὲν ψεύδομαι – γιὰ νὰ διδάξω τὴν πίστη καὶ τὴν ἀλήθεια στοὺς ἐθνικοὺς» (Ἃ΄Τιμ.2 στ. 5,6,7).
Ὁπωσδήποτε ἀδελφοί μου, ἡ σκέψη καὶ ἡ πραγματικότητα ὅτι οἱ θεοφόροι πατέρες καὶ οἱ ἱεροὶ ὑμνογράφοι (ποὺ μὲ θεία ἔμπνευση συνθέτουν τὰ ὑπέροχα ὑμνολογικὰ μᾶς κείμενα), ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία μας ποὺ τὰ ἐνέταξε στὴν λειτουργική μας ζωή, πραγματώνουν τὴν Ἀποστολικὴ ἐπιταγὴ γιὰ προσευχὴ ὑπὲρ ὅλου του κόσμου. Καὶ φυσικά, μακριὰ ἀπὸ ὑποκειμενικὲς ἑρμηνεῖες ἢ ἄλλες ξένες καταστάσεις, ἡ λατρευτικὴ κοινότητα, σὲ ὑψηλὸ πάντοτε λειτουργικὸ ἐπίπεδο, συνεχίζει νὰ βιώνει αὐτὴ τὴν ἀποστολικὴ παράδοση ἡ ὁποία, ἄνευ ἀντιρρήσεως, εὐεργετεῖ τόσο τοὺς ἐγγύς, ὅσο καὶ τοὺς μακράν.
Ἡ προσευχὴ ὑπὲρ ὅλου του κόσμου καὶ συγκεκριμένα ὑπὲρ τῶν «ἐν ὑπεροχὴ ὄντων», ἀποτελεῖ τὸν μυστικὸ πνεύμονα, διὰ τοῦ ὁποίου, παρὰ τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, ἡ κοινωνία συνεχίζει εὐεργετικὰ νὰ ἀναπνέει.
Ὅσοι βιώνουν τὴν ἀποστολικὴ ἐντολή, ἐννοοῦν αὐτὴ τὴν πραγματικότητα.
Φυσικὰ ἡ προσευχὴ ὑπὲρ τοῦ κόσμου, στὴν ὁποία, ὅπως τονίζει ὁ Ἀπόστολος, εὐαρεστεῖται ὁ Θεός, εἶναι ἡ πλέον δύσκολη καὶ «ἀδιέξοδος», ὑπὸ τὴν ἔννοια ὅτι τὸ πνεῦμα μας οὐδέποτε ἐπιτυγχάνει τελείως τὸν σκοπὸ τοῦ (τουλάχιστον στὸ ἀνθρώπινο καὶ φαινομενικὸ ἐπίπεδο).
Ἐὰν ὅμως ἀπουσίαζαν αὐτὲς ἀκριβῶς οἱ προσευχές, ἐὰν δηλ. καθ' ὑπόθεσιν ἔπαυε νὰ τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία μὲ τὶς τόσες ἱερὲς αἰτήσεις, καὶ ἂν σταματοῦσαν νὰ προσεύχονται οἱ ἅγιοι καὶ οἱ Ἱεροὶ ἡσυχαστὲς ποὺ συνέχουν τὸν κόσμο, τότε, ἀλλοίμονο, ἡ «ἐξουσία τοῦ σκότους» (Λουκ. ΚΒ' 53), θὰ ἐντεινόταν μὲ μεγάλη δύναμη καὶ θὰ κατέστρεφε τὰ πάντα.
Ὅμως, αὐτὸ οὐδέποτε θὰ γίνει, ἀκριβῶς γιατί ποτὲ δὲν θὰ παύσει ἡ λειτουργικὴ καὶ ἡ προσωπικὴ προσευχὴ πάνω στὴ γῆ.
Εἴθε νὰ δώσει ὁ Θεὸς «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν», ὥστε νὰ αὐξάνει ὁλοένα καὶ περισσότερο τὸ στρατόπεδο τῶν προσευχῶν στοὺς ναοὺς καὶ τὶς ἐνορίες μας καὶ ταυτοχρόνως νὰ ἐνισχύονται ποιοτικῶς καὶ ποσοτικῶς τὰ «προκεχωρημένα φυλάκια» τῆς ἱερᾶς ἡσυχαστικῆς-καρδιακῆς προσευχῆς, ἀπὸ τὶς ψυχὲς αὐτῶν «ὧν οὐκ ἔστιν ἄξιος ὁ κόσμος».
Ἀμὴν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.