7 Ιουλ 2013

Ἡ Χριστιανική ἀγάπη κατά τόν Ἁγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο

Τσακ­τσί­ρα Μα­ρί­ας, Νηπιαγωγοῦ
«Περί κενοδοξίας καί ὅπως δεῖ τούς γονέας ἀνατρέφειν τά τέκνα».
Πραγματεία
Ἡ πραγματεία «Γιά τήν κενοδοξία καί πῶς πρέπει οἱ γονεῖς νά ἀνατρέφουν τά παιδιά τους» θεωρεῖται ἀπό λαμπρούς ἀναλυτές τῶν πατερκῶν κειμένων, ἀπό καταξιωμένους μελετητές εἰδικότερα τοῦ χρυσοστομικοῦ λόγου καί πάμπολλους παιδαγωγούς ὡς τό σπουδαιότερο παιδαγωγικό ἒργο τοῦ Χρυσορρήμονος Ἱεράρχη, καί ταυτόχρονα τοποθετεῖται ἀνάμεσα σέ ἂλλα ἰσάξια, ἐξαιρετικῆς βαρύτητας καί βαθύνοιας κείμενα πού γράφτηκαν γιά τήν ἀγωγή. Μέ ἀπαράμιλλο ὓφος, ἂψογη δομή καί ἐμφανή τά εἰδοποιά χαρακτηριστικά τῆς τέχνης τοῦ «πείθειν», πού ἂριστα κατεῖχε, ὁ συγγραφέας μιλᾶ γιά τή σοβαρότητα καί τίς διαστάσεις τοῦ ζητήματος τῆς ἀγωγῆς καί συμβουλεύει γιά τίς φροντίδες καί τίς εὐθύνες τῶν γονέων, πού ἐπιθυμοῦν νά μεγαλώσουν τά παιδιά τους σωστά καί νά τούς ἐμφυσήσουν μιά ἀνώτερη νοοτροπία, ἐφοδιάζοντάς τα μέ ἰσχυρά ἰδανικά καί πολύτιμες ἀξίες. «Θά λέγαμε ὃτι πραγματεύεται (ὁ συγγραφέας της) τά θέματα κατά τίς νεότερες μεθόδους, βάσει τῆς προοδευτικῆς ἀνάπτυξης τῆς νοημοσύνης τῶν παιδιῶν».[1]
Τά δύο σκέλη τοῦ θέματος δέν μαρτυροῦν ἐκ πρώτης ὂψεως κάποια...
συσχέτιση μεταξύ τους. Ὃπως ὡστόσο διασαφηνίζεται, αἲτιο τῆς κενοδοξίας εἶναι ἡ κακή ἀνατροφή καί ὁ Χρυσόστομος ἀξιοποιεῖ στή συνέχεια αὐτή τήν ἀφορμή καί προχωρᾶ γιά νά διδάξει τά περί ὀρθῆς ἀγωγῆς. Στήν ἐργασία αὐτή θά ἀσχοληθοῦμε μόνο μέ τό δεύτερο σκέλος, ἀφοῦ αὐτό ἀφορᾶ ἂμεσα τό θέμα μας.
Ἡ πραγματεία αὐτή διασώθηκε σέ δύο χειρόγραφα. Τό ἓνα ἀπό αὐτά τυχαῖα ἀνακαλύφθηκε καί μελετήθηκε στά μέσα τοῦ 17ου αἰώνα -μέχρι τότε ἦταν ἐντελῶς ἂγνωστο- ἀπό τόν δομινικανό παλαιογράφο Combefis, ὁ ὁποῖος καί τό ἐξέδωσε γιά πρώτη φορά στό Παρίσι τό 1656, μέ ἑρμηνεία στά λατινικά, ἀλλά θεωρήθηκε ψευδεπίγραφο καί λειτούργησε ὡς σημεῖο ἀμφιλεγόμενο. Τό δεύτερο χειρόγραφο, ἀφοῦ μελετήθηκε ἀπό τόν Ἀ. Παπαδόπουλο Κεραμέα πρώτη φορά μόλις τό 1885, εἶχε τήν ἲδια ὑποδοχή μέ τό χειρόγραφο τοῦ Combefis καί ἡ διχογνωμία πού εἶχε δημιουργηθεῖ ἀνάμεσα στούς ἐρευνητές γιά τή γνησιότητα ἢ μή τῆς πραγματείας συνεχίστηκε, μέ αἲτιο μεταξύ πολλῶν ἂλλων καί τό γεγονός ὃτι, ἐνῶ στήν ἀρχή τά γνωρίσματα τοῦ κειμένου τοῦ δίνουν τή μορφή ὁμιλίας, στή συνέχεια αὐτό παίρνει ἐμφανῶς τή μορφή πραγματείας.

Ἡ μιά πλευρά διατείνεται – συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ ἲδιου τοῦ Combefis-, ὃτι πιθανότατα πρόκειται πράγματι γιά κείμενο ὁμιλίας τοῦ Χρυσοστόμου, τό ὁποῖο διασκευάστηκε ἀπό τόν ἲδιο ἢ κάποιο μαθητή του ἀρκετά ἀργότερα ἀπό τό χρόνο ἐκφώνησης τῆς ὁμιλίας, ἀλλά εἶναι ὁπωσδήποτε γνήσιο ἒργο καί ὁ χρόνος συγγραφῆς του ὑπῆρξε τό393 μ.Χ., ὃπως πρότεινε ὁ Γερμανός μελετητής Haidacher τηρώντας καί αὐτός στάση θετική. Ὁ πρώτος εκδότης του υποστήριξε τή γνησιότητα τῆς πραγματείας λέγοντας, ὃτι α) βρέθηκε στό ἑλληνικό χειρόγραφο τοποθετημένη ἀνάμεσα σέ δύο ἂλλα ὂντως γνήσια ἒργα, β) τό περιεχόμενο καί τό λογοτεχνικό ὓφος εἶναι χρυσοστομικά καί γ) πουθενά δέν παρατηρεῖται ἀλληγορική ἑρμηνεία τῆς Ἁγ. Γραφῆς. Ὁ Haidacher τό 1907, βασιζόμενος σέ ὃσα εἶχαν ἢδη διατυπωθεῖ, παρουσίασε ἒπειτα ἀπό ἐπισταμένη καί λεπτομερή ἀνάλυση μιά μακρά εἰσαγωγή στό κείμενο τῆς πραγματείας, μέ ἐπιπρόσθετα ἐπιχειρήματα καί πλῆθος παραπομπῶν σέ ἂλλα ἒργα τοῦ Χρυσοστόμου. Μιά ἐπιχειρηματολογία πού ξεχωρίζει τά νεότερα χρόνια μεταξύ αὐτῶν ὑπέρ τῆς γνησιότητας εἶναι καί αὐτή του Β. Ἐξάρχου.

Ἡ ἂλλη πλευρά, ἀντίθετα, τάχθηκε κατά τῆς γνησιότητας. Ἀνάμεσα σέ ἂλλους ὁ Montfaucon καί ὁ Migne δέν συμπεριέλαβαν τήν πραγματεία στίς πατρολογίες τους. Τό 1940 ὁ Δ. Μωραΐτης, σέ μιά ἀκόμη ἒκδοση, ἐπιμένει νά καταρρίψει τούς ἰσχυρισμούς κυρίως τοῦ Haidacher, ὡς μή ἐπαρκεῖς, γιά νά ὑπερασπιστεῖ ὃτι πρόκειται γιά ἓνα νόθο ἒργο. Διατείνεται, λοιπόν, ὃτι τόσο ἡ γλώσσα καί ἡ λογοτεχνική ὑφή, ὃσο καί οἱ ψυχολογικές καί παιδαγωγικές ἰδέες τοῦ συντάκτη παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές μέ αὐτές πού συνήθως παρατηροῦνται στό ὑπόλοιπο χρυσοστομικό ἒργο. Ἡ ὀρθότητα δέ πολλῶν ἀπό αὐτές τίς ἀπόψεις, ἀκόμη καί ἂν εἶναι τοῦ Χρυσοστόμου, ἀμφισβητεῖται. Ὑποστηρίζει κατ’ ἀρχήν τήν ἂποψη, ὃτι ὁ πραγματικός συγγραφέας ἐμφάνισε τήν πραγματεία ὡς ἒργο τοῦ Χρυσοστόμου, προκειμένου αὐτή νά ἀποκτήσει κύρος. Δέν ἀποκλείεται ὃμως, κατά τόν Μωραΐτη, καί ἡ ἀκόλουθη ὑπόθεση: Ἡ συνένωση τῶν δύο τελείως διαφορετικῶν σέ ὓφος καί δομή μερῶν τῆς πραγματείας ἒγινε ἀπό αὐτόν πού συνέγραψε τό δεύτερο μέρος ἢ ἀπό κάποιον ἂλλο. Καί κάτι πού συνηγορεῖ γι’ αὐτό εἶναι ἀφενός μέν τό κλείσιμο τοῦ πρώτου μέρους, πού φαίνεται νά εἶναι ἐπίλογος αὐτοτελοῦς λόγου, ἀφετέρου δέ τό ἀφύσικο καί ἀπότομο πέρασμα στό δεύτερο μέρος («λογικῶς δυσπροσάρμοστος μετάβασις»). Ὡστόσο καί ὁ Μωραΐτης παραδέχεται τήν ἀξία τῆς πραγματείας αὐτῆς ὡς ἀνεκτίμητης καί τή χαρακτηρίζει ὡς τήν πρώτη συστηματική ἒκθεση τῆς χριστιανικῆς παιδαγωγικῆς. [2] Ὁ Κ. Λουκάκης παραθέτει τό κείμενο μέ βάση τήν ἒκδοση τοῦ ‘‘Παπύρου’’, ἀλλά μέ νέα ἀρίθμηση τῶν κεφαλαίων καί διαφορετικό χωρισμό σέ παραγράφους. [3]

Τό κείμενο ἀρχίζει μέ μερικές γενικῆς φύσεως προτροπές, τόσο σχετικά μέ τόν παιδαγωγό ὃσο καί σχετικά μέ τόν συγκεκριμένο βιοθεωρητικό προσανατολισμό πού εἶναι ἀναγκαῖος, ὣστε νά ἐπιτύχουν οἱ στόχοι ὃσων ἀσκοῦν ἀγωγή.

«Παιδαγωγοῦ χρεία ἀκριβοῦς(σωστοῦ), ὥστε ῥυθμίζειν τόν παῖδα, χρυσίου δέ οὐκέτι». «Τί περί τά σωματικά(ὑλικά) ποιεῖς ἐπτοῆσθαι (νά ἐκτιμᾶ);» (Παράγραφος 1). Ὃπως ἀρκετά συχνά καί μέ μεγάλη ἒμφαση ἐπισημάνθηκε ἢδη καί στά ἂλλα δύο παιδαγωγικά ἒργα τοῦ ἱεροῦ Πατρός, προτεραιότητα γιά ὃσους εἶναι γονεῖς πρέπει νά ἒχει ὁπωσδήποτε ἡ σωστή ἀνατροφή τῶν παιδιῶν καί τῶν νέων τους (παιδαγωγική τοῦ Εὐαγγελίου) καί ὂχι οἱ φροντίδες γιά ὑλικά πράγματα, ἐδῶ συγκεκριμένα γιά τά χρήματα.

Ὁ μελετητής Ἀ. Παναγόπουλος σχολιάζει: «Ὁ τρόπος αὐτός διαπαιδαγώγησης εἶναι ἀξιολογότατος, παρ’ ὃλο πού σέ μᾶς φαίνεται ἀσυνήθης καί αἰνιγματώδης. Ἡ χρυσοστόμια παιδαγωγική σκέψη προσπαθεῖ νά βοηθήσει τόν ἂνθρωπο νά καταλάβει ὃτι ἡ δέσμευση στά πράγματα τοῦ παρόντος βίου, ὁδηγεῖ στήν ἀσχήμια τῆς ὓπαρξης, τή διαρκή προβολή τοῦ ἐγωτικοῦ κέντρου».[4] Πρόκειται λοιπόν γιά τό πλέον σύνηθες motto τοῦ Χρυσοστόμου, τό ὁποῖο προτάσσει καί σ’ αὐτή τήν πραγματεία.

«Οὐκ ἔστι μικρά, ἀλλά καί σφόδρα μεγάλα». Οἱ μικρές λεπτομέρειες τῆς καθημερινής ζωῆς, ὃπως τά ζητήματα τῆς ἐμφάνισης καί γενικότερα κατά πόσο κανείς προτιμᾶ τή λιτότητα ἢ τήν πολυτέλεια, δέν εἶναι ἀσήμαντα γιά τόν Ἱεράρχη, ἐφόσον ἐπιδροῦν στή διαμόρφωση τῆς προσωπικότητας μέ τόν ἓνα ἢ τόν ἂλλο τρόπο. Στήν ἒνατη ὁμιλία του ἐπάνω στήν «A΄ Πρός Τιμόθεον Ἐπιστολή» ὁ Χρυσόστομος ἂλλωστε συνιστᾶ: «Τά παιδιά ἂς εἶναι σεμνά, ὣστε νά διακρίνονται μᾶλλον ἀπό τή σεμνότητα καί τή σωφροσύνη. Ἂς μάθουν νά ἐξουσιάζουν τό στομάχι, νά ἀπέχουν ἀπό τήν πολυτέλεια, νά εἶναι οἰκονόμα» (ΜPG 62, 547)[5]

Μέ ἀγανάκτηση παρατηρεῖται στή συνέχεια: «Οὐδείς περί παρθενίας αὐτοῖς διαλέγεται, οὐδείς περί σωφροσύνης, οὐδείς περί ὑπεροψίας(περιφρόνησης) χρημάτων καί δόξης» (Παράγραφος 2). «Ὅπως δέ τήν ψυχήν ἀσκηθείη, τούτου οὐκέτι οὐδείς ἔχει τινά» (Παράγραφος 3). Δυστυχῶς, αὐτή φαίνεται νά εἶναι ἡ τακτική τῶν ἐνηλίκων ὃταν ἀπευθύνονται σέ παιδιά καί στόν «εἰδωλολατρικό» εἰκοστό πρῶτο αἰώνα- διότι ἡ ἐγωλατρεία στήν ὁποία μεγαλώνουν τά παιδιά εἶναι μιά μορφή εἰδωλολατρείας. Σπανίζουν πάρα πολύ οἱ γονεῖς καί ἐκπαιδευτικοί πού κάνουν λόγο γιά ὃλα αὐτά τά τόσο σπουδαῖα μηνύματα ζωῆς!

Στή συνέχεια, γίνεται λόγος γιά τό ἒγκαιρο παράδειγμα, τό ὁποῖο βαθύτατα ἐπηρεάζει τά παιδιά. Ἡ ὁποιαδήποτε προσπάθεια διάπλασης τοῦ χαρακτήρα μόνον ἀπό νωρίς ἒχει νόημα. «Οὐ παύομαι παρακαλῶν ὑμᾶς καί δεόμενος καί ἀντιβολῶν (ἐξορκίζοντας), ὥστε πρό τῶν ἄλλων ἁπάντων ῥυθμίζειν (νά δώσετε ἀνατροφή) τούς παῖδας» (Παράγραφος 4). Ἂν οἱ γονεῖς πραγματικά ἀγαποῦν τό παιδί τους, ἂς τούς τό ἀποδείξουν μέ αὐτή τήν ἂγρυπνη φροντίδα γιά τήν καλλιέργεια σ’ αὐτά ἑνός χρηστοῦ ἢθους. «Θρέψον ἀθλητήν τῷ Χριστῷ καί ἐν κόσμῳ δίδαξον εὐλαβῆ ἐκ πρώτης ἡλικίας» (Παράγραφος 4). Τή φράση αὐτή ἀναλύει ἡ Ε. Θεοδωροπούλου ὡς ἑξῆς: «Ἡ ἀγωγή εἶναι μιά προπόνηση, ὁ ἐκπαιδευόμενος ἓνας ἀθλητής. Αὐτή λοιπόν (ἡ ἀγωγή) νοεῖται ὡς προγύμναση γιά τό ἂθλημα τῆς κατάκτησης τῆς οὐράνιας βασιλείας. Ἒτσι, στήν κλίμακα τῶν ἀριστοτελικῶν ἀγαθῶν ἡ παιδεία θά ἐννοεῖτο διπλά: ὡς τέλος καί ὡς μέσο».[6] Πραγματικά, ἂν κατορθώσουν γονεῖς καί ἐκπαιδευτικοί νά ἐνσταλάξουν τήν εὐσέβεια στήν ψυχή τῶν παιδιῶν, τοποθετοῦν τό ἰσχυρότερο ἒρεισμα, τό ὁποῖο θά λειτουργήσει καταλυτικά γιά ὃσα ἀκόμη ἐπιδιώκουν νά μορφώσουν σ’ αὐτή.

Γιά τό ἲδιο θέμα ἐξακολουθεῖ: «Ἐάν ἁπαλήν οὖσαν ἔτι τήν ψυχήν ἐντυπωθῇ τά καλά διδάγματα, οὐδείς αὐτά ἐξελεῖν (ἀφαιρέσει) δυνήσεται, ὅταν σκληρά γένηται ὡς τύπος (σφραγίδα), ὥσπερ καί ὁ κηρός(κερί)» (Παράγραφος 5). Στό νοῦ ἒρχεται ἀναντίρρητα ἡ πλατωνική παρομοίωση τῆς ψυχῆς μέ κέρινο ἐκμαγεῖο (Θεαίτητος). Ἐκτός ὃμως ἀπό τόν Πλάτωνα, τό μοτίβο τῆς ψυχῆς-κερί μέ τήν ἒννοια τῆς εὒπλαστης ὓλης συναντᾶται καί στόν Ἀριστοτέλη (Περί ψυχῆς), στόν Πλούταρχο (Περί Παίδων), ἀργότερα στόν Ἒρασμο, στόν Κομένιο (DidacticaMagna) καί τέλος στό Τζόν Λόκ καί τίς ἀρκετά προοδευτικές ἀπόψεις του γιά τήν παιδαγωγία. Ἐδῶ βλέπει κανείς συμβουλές, πού ἢδη ἒχουν σχολιασθεῖ, γιά τήν ἀποφυγή κατάχρησης τῆς γονικῆς ἐξουσίας καί γιά τά πολύ καλά ἀποτελέσματα μιᾶς τέτοιας πρακτικῆς πρῶτα ἀπό ὃλους γιά τούς ἲδιους τούς γονεῖς. Ἓνα ἀκόμη παράδειγμα παρουσιάζεται ἐδῶ, παρμένο ἀπό τή ζωή τῶν ψαράδων, τό ὁποῖο ἐνισχύει τήν παρομοίωση τῆς ψυχῆς μέ κέρινη πλάκα. Ὃταν τά μαργαριτάρια ἁλιεύονται εἶναι πάρα πολύ μαλακά καί ὁ ἒμπειρος τεχνίτης μπορεῖ πάρα πολύ εὒκολα νά τούς δώσει ὃποιο σχῆμα ἐπιθυμεῖ, κάτι πού εἶναι ἀδύνατον ἀργότερα, ὃταν τό μαργαριτάρι σκληρύνει.

Ὁ συγγραφέας προχωρᾶ ἒπειτα στήν παρομοίωση τῶν γονέων μέ ζωγράφους καί γλύπτες: «Ἕκαστος τοίνυν ὑμῶν τῶν πατέρων καί τῶν μητέρων καθάπερ τούς ζωγράφους ὁρῶμεν τάς εἰκόνας καί τά ἀγάλματα μετά πολλῆς τῆς ἀκριβείας ἐξασκοῦντας(φιλοτεχνοῦν), οὕτω τῶν θαυμαστῶν τούτων ἀγαλμάτων ἐπιμελώμεθα» (Παράγραφος 7). Συνιστᾶ λοιπόν στούς γλύπτες τῶν ψυχῶν: «Καί τό μέν περιττόν ἐξαιρεῖτε, τό δέ ἐνδέον(χρήσιμο) προστίθετε καί καθ’ ἑκάστην αὐτά περισκοπεῖτε(ἐξετάζετε) τήν ἡμέραν, ποῖον ἀπό φύσεως ἐλάττωμα, ὥστε αὐτό περιαιρεῖν(διορθώσετε)» (Παράγραφος 7). Εἶναι τό μοναδικό σημεῖο, στό ὁποῖο γίνεται ἀπερίφραστη παραδοχή τῆς ὓπαρξης καί ἒμφυτων ἀρνητικῶν προδιαθέσεων πού καθορίζουν μιά συμπεριφορά, μέσα σ’ ἓνα κλίμα ἀποκλειστικῆς ἐμπειριαρχίας. Μέ τόν ὃρο «ἐμπειριαρχία» χαρακτηρίζει ὁ Δ. Μωραΐτης τό συνολικό κλίμα, πού διαπνέει τήν πραγματεία, δηλαδή τήν ὑπεράσπιση τῆς «φύσει» ἀγαθότητας τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ψυχῆς ὡς tabula rasa καί τήν ἀπόδοση ὁποιασδήποτε κακῆς συνήθειας, πάθους ἢ ἐλαττώματος σέ περιβαλλοντικές ἐπιδράσεις.

Τήν ἀνάγκη ἐξισορρόπησης τῶν θετικῶν καί ἀρνητικῶν τάσεων ἑνός χαρακτήρα ἐντοπίζει κανείς καί στά παιδαγωγικά συστήματα πού ἰσχύουν σήμερα: «Στόχος θά εἶναι ἡ ρύθμιση τῶν φυσικῶν δεδομένων: νά αὐξηθεῖ τό φυσικό χάρισμα καί νά ἀφαιρεθεῖ τό φυσικό ἐλάττωμα. Πρόκειται γιά διαδικασίες πού ἐμπίπτουν καί στή σύγχρονη ψυχοπαιδαγωγική ἀντίληψη περί ρυθμιστικῆς ἐπενέργειας τῶν παιδαγωγικῶν ἐπιλογῶν.[7] Ἀλλά καί ὁ Ἰωάννης Κροστάνδης γράφει ‘‘Μήν παραμελεῖτε νά ξεριζώνετε ἀπό τίς καρδιές τῶν παιδιῶν τούς ἀκάθαρτους λογισμούς, τίς κακές κλίσεις, συνήθειες καί πάθη, […] μήπως ἀποκτήσουν ἐμπαθεῖς ροπές, οἱ ὁποῖες γίνονται ὃλο καί πιό ἰσχυρές καί δίνουν τούς καρπούς τους ὃταν τά παιδιά φθάσουν στήν ὣριμη ἡλικία’’».[8] Γίνεται ἐμφανής ἡ ἀντίληψη, ὃτι κάθε ἀρνητικό ἐρέθισμα εἶναι δυνάμει συνήθεια («ἓξις» κατά τόν ἀριστοτελικό ὁρισμό) καί ἡ ἐπικίνδυνη αὐτή ἐξέλιξή του εἶναι ἀνάγκη νά ἀποτραπεῖ.

«Καί μετά πολλῆς τῆς ἀκριβείας πρῶτον μέν αὐτῶν ἐξορίζετε(διώχνετε μακριά) τόν τῆς ἀκολασίας λόγον(αἰτία)» (Παράγραφος 7). Συνιστᾶται νά ἐπαγρυπνοῦν οἱ γονεῖς, ὣστε νά ἐξουδετερώνεται κάθε ἐρέθισμα πού βλάπτει τά παιδιά καί λειτουργεῖ ὡς τροχοπέδη σέ ὃ,τι οἱ ἲδιοι μοχθοῦν νά διαμορφώσουν σ’ αὐτά.
Συνεχίζεται…

[1] Π. Χρήστου, Ἑλληνική Πατρολογία τόμος Δ΄, σελ. 257


[2] Δ. Μωραΐτης, Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου «Περί κενοδοξίας καί ὅπως δεῖ τούς γονέας ἀνατρέφειν τά τέκνα», Ἐκδόσεις Πάπυρος, Ἀθήνα 1940 (εἰσαγωγή)


[3] Ἰω. Χρ. Ἒργα-Παιδαγωγικά, σελ. 42- 62


[4] Α. Παναγόπουλος, Στοιχεῖα παιδαγωγικῆς ἀνθρωπολογίας ἱεροῦ Χρυσοστόμου, σελ. 53


[5] Βενέδικτος Ἱερομόναχος Ἁγιορείτης, Χρυσοστομικός Ἂμβων, Τόμος Γ΄, σελ. 196


[6] Ε. Θεοδωροπούλου, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος- Σειρά: Κείμενα Παιδείας, σελ. 85


[7] Ε. Θεοδωροπούλου, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος- Σειρά: Κείμενα Παιδείας, σελ. 89


[8] Ἀδελφή Μαγδαληνή, Σκέψεις γιά τά παιδιά στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σήμερα, σελ. 31

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.