
ΠOIΑ διδάγματα, ἀγαπητοί μου, ἀποκομίζουμε ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως; Ὅσα θὰ σᾶς πῶ, τὰ ἀντλοῦμε ὄχι ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀλλ’ ἀπὸ τὴν ἄλλη πηγὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν ἱερὰ παράδοση. Τί λέει λοιπὸν ἡ ἱερὰ παράδοσης γιὰ τὴν κοίμηση τῆς Θεοτόκου; Μετὰ τὴν ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ ἡ Παναγία ζοῦσε μὲ τὶς ἀναμνήσεις τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ της, καὶ εἶχε συνήθεια νὰ ἐπισκέπτεται τὸν τόπο τῆς προσευχῆς του, τὴ Γεθσημανῆ. Πολλὲς φορὲς πῆγε ἐκεῖ. Ἀλλὰ κάποια μέρα πῆγε γιὰ τελευταία φορά. Τότε συνέβη κάτι ἔκτακτο. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς πιστεύουμε. στὸ πέρασμα τῆς Θεοτόκου, καὶ μάλιστα ὅταν γονάτισε νὰ προσευχηθεῖ, τὰ δέντρα ἔγειραν, λύγισαν τὶς κορυφὲς τῶν πρὸς τὰ κάτω. Σὰν νὰ ἔκαναν μετάνοια νὰ τὴν προσκυνήσουν. Καί, ὅπως στὸν Εὐαγγελισμό, ἦρθε πάλι ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ. Κρατοῦσε κλάδο φοίνικος, σύμβολο νίκης κατὰ τοῦ θανάτου. Χαιρέτισε τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ τὴν εἰδοποίησε, ὅτι σὲ λίγο φεύγει πλέον ἀπὸ τὴ γῆ γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Υἱό της.
Γεμάτη ἱερὰ συγκίνηση ἡ Θεοτόκος κατέβηκε...
ἀπὸ τὸ λόφο τῆς Γεθσημανῆ καὶ ἦλθε στὸ φτωχικό της. Γνωρίζοντας ὅτι ἔφθασε τὸ τέλος τῆς ἐπιγείου ζωῆς τῆς σκούπισε, ὅπως λέει ἡ παράδοσης, καὶ εὐτρέπισε μὲ τὰ χέρια τῆς τὸν οἰκίσκο, ἕτοιμη νὰ ὑποδεχθεῖ τὸν Κύριο, ποὺ ἐρχόταν νὰ τὴν παραλάβει. Κάλεσε δύο γειτόνισσες, χῆρες μὲ ὀρφανά, καὶ τοὺς μοίρασε τὸν φτωχικό της ἱματισμό. Μετὰ ἀνήγγειλε στὸ περιβάλλον της, ὅτι σὲ τρεῖς ἡμέρες ἀπέρχεται ἀπὸ τὴ γῆ. Τέλος ξάπλωσε στὴν κλίνη της, σταύρωσε τὰ ἅγια χέρια της, καὶ βυθίστηκε σὲ προσευχή.* * *
Τὸ ὅτι ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος προετοιμάστηκε γιὰ τὸν θάνατό της πόσο μᾶς διδάσκει!
Εἶναι εὐλογία τῶν ἐκλεκτῶν του Θεοῦ νὰ εἰδοποιοῦνται γιὰ τὸ θάνατό τους. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν μὲ ἀφοσίωση στὸ Θεό, προαισθάνονταν τὸ θάνατό τους. Καὶ ὅπως αὐτὸς ποὺ πρόκειται νὰ ταξιδέψει ἑτοιμάζεται ἀπὸ μέρες, ἔτσι καὶ οἱ εὐλαβεῖς ψυχὲς προετοιμάζονται γιὰ τὸ αἰώνιο ταξίδι.
Εἶναι κακὸ ὁ αἰφνίδιος θάνατος. Ἀκούσατε τί λέει ἡ Ἐκκλησία; Νὰ μᾶς φυλάξει ὁ Θεὸς ἀπὸ πολλὰ δεινά. Ποιὰ δεινά; «Ἀπὸ λοιμοῦ, λιμοῦ, σεισμοῦ…» καὶ «…καὶ αἰφνιδίου θανάτου». Γιατί εἶναι κακό; Διότι δὲν δίνει στὸν ἄνθρωπο οὔτε λεπτό. Μοιάζει μὲ τὸ γεράκι… Οἱ κόττες βοσκοῦν στὸ γρασίδι, καὶ νομίζουν ὅτι θὰ ἐπιστρέψουν στὸ κοττέτσι. Ἀμ’ δὲν θὰ ἐπιστρέψουν. Ἀπὸ πάνω, ξαφνικά, τὸ γεράκι πέφτει μὲ ὁρμὴ κι ἁρπάζει τὴν ὄρνιθα. Σὰν γεράκι καὶ ὁ θάνατος φτερουγίζει ὁρμητικὸς καὶ πέφτει· στὸ δρόμο, στὸ πεζοδρόμιο, στὸ ἀεροπλάνο, στὸ γραφεῖο…, ὅπου νὰ ‘νέ. Ἁρπάζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τοῦ λέει, Ὅλα ‘δῶ!… δὲν τὸν ἀφήνει νὰ πεῖ τὸ «Μνήσθητί μου…».
Ἀλλὰ προσέξτε κάτι ἀκόμη. Πρέπει ὁ Χριστιανός, προαισθανόμενος τὸ θάνατό του, νὰ κάνει καὶ τοῦτο. Βλέπεις, ὅτι μεγάλωσες πλέον, τὰ χιόνια ἔπεσαν πάνω στὸ κεφάλι σου. O ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε· Τὰ σπαρτά, ἅμα ἀσπρίζουνε, τί περιμένουν; τὸ δρεπάνι. Κι ὅταν ἀσπρίζουν τὰ μαλλιά, τί περιμένουμε, ἀδέλφια μου; Τὸ δρεπάνι τοῦ ἀρχαγγέλου. Προτοῦ λοιπὸν φτάσει τὸ δρεπάνι, οἱ μητέρες καὶ οἱ πατέρες ποὺ ἔχουν παιδιὰ νὰ τακτοποιήσουν τὰ τοῦ σπιτιοῦ τῶν. Ὅ,τι ἔχουν, νὰ τὰ μοιράσουν μὲ δικαιοσύνη στὰ παιδιά τους. Νὰ μὴν ἀφήσουν ἐκκρεμότητες. Ἂν ἀγαπᾶτε τὰ παιδιά σας, μιμηθεῖτε τὸ παράδειγμα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ ζωντανὴ μοίρασε ὅ,τι εἶχε. Διότι μετὰ τὸ θάνατό σας, ἐὰν ἀφήσετε ἐκκρεμότητες, τὰ παιδιά σας θὰ τρέχουν στὰ δικαστήρια…
Ἀκόμη ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος μᾶς διδάσκει καὶ τοῦτο. Τὴν ἐλεημοσύνη μὴν τὴν κάνετε μετὰ θάνατον. Ὅσο ζεῖτε, ὅσο τὰ χέρια αὐτὰ μποροῦν καὶ κινοῦνται καὶ μπαίνουν στὸ πορτοφόλι, τότε ἡ ἐλεημοσύνη ἔχει μεγάλη ἀξία. Διότι μετὰ θάνατον δὲν λέγεται πλέον ἐλεημοσύνη· εἶναι χρήματα ποὺ δὲν ὀφείλονται σ’ ἐσᾶς. Ἀκοῦς, ὅτι ἕνα φιλανθρωπικὸ ἵδρυμα τὸ ἔκτισαν μετὰ θάνατον. Ἀπήλαυσαν δηλαδὴ τὰ χρήματά τους ἐν ζωή, τὰ γλέντησαν ὅσο ζοῦσαν, καὶ μετὰ τὸ θάνατο πλέον κάνουν τὴν ἐλεημοσύνη. Γι’ αὐτὸ νὰ κάνουμε τὴν ἐλεημοσύνη ὅπως τὴν ἔκανε ἡ Παναγία.
* * *
Ἀλλὰ προχωροῦμε. Ἦλθε καὶ γιὰ τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ὁ θάνατος. H ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι πλέον τώρα νεκρὰ ἐπὶ τῆς κλίνης της. Νεκρὰ ἐκείνη, ποὺ ἐγέννησε τὸν ἀρχηγὸ τῆς ζωῆς. Ποιοὶ τώρα θὰ τὴν κηδεύσουν; Τὰ παιδιὰ κηδεύουν τοὺς γονεῖς. Ἀλλ’ ἐκείνη εἶχε παιδιά; Εἶχε. Τί παιδιά; Κατὰ σάρκα ἕνα καὶ μόνο Υἱὸν εἶχε, τὸν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ δὲν παραδεχόμεθα τὴν βέβηλο καὶ ἀνίερο σκέψη τῶν αἱρετικῶν ὅτι εἶχε κι ἄλλα τέκνα. Ἀλλ’ ἐνῶ δὲν εἶχε κατὰ σάρκα τέκνα, εἶχε πνευματικοὺς υἱούς. Καὶ πνευματικά της παιδιὰ ἦταν οἱ δώδεκα ἀπόστολοι.
Ποῦ ἦταν ὅμως κατὰ τὴν κοίμησή της οἱ ἀπόστολοι; Ἔλειπαν μακριά. O Πέτρος στὴ Ρώμη, ὁ Παῦλος πρὸς τὴ Μακεδονία, ὁ Ἀνδρέας στὴν Πάτρα, ὁ Θωμὰς στὶς Ἰνδίες, ὁ Ἰωάννης στὴν Ἔφεσο… Ἔλειπαν ὅλοι στὴν διασπορά. Πῶς νὰ τοὺς εἰδοποιήσουν; Αὐτὸ ἀπορεῖτε; Πιστεύετε. Καὶ ἐὰν πιστεύετε, τότε θὰ πιστεύσετε καὶ αὐτὸ ποὺ ἔγινε στὴν κοίμηση τῆς Θεοτόκου. Φτερωτοὶ ἄγγελοι πέταξαν σ’ ὅλα τὰ σημεῖα τῆς ὑδρογείου καὶ ἔσπευσαν νὰ εἰδοποιήσουν τοὺς ἀποστόλους.
Καὶ νά. Ἐπάνω στὸν οὐρανό, σὰν τὰ περιστέρια, σὲ φωτεινὲς νεφέλες ὡς ἐπὶ ἵππων, νὰ καὶ ἔρχεται ὁ Πέτρος, νὰ καὶ ἔρχεται ὁ Παῦλος, ὁ Ἰωάννης καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι. Ἦρθαν κοντά της. Καὶ πάνω στὴν παράδοση αὐτὴ στηρίζεται τὸ γλυκύτατο καὶ ὡραιότατο ἐκεῖνο ἄσμα, «Ἀπόστολοι ἐκ περάτων συναθροισθέντες ἐνθάδε…».
Ναί, μαζεύτηκαν οἱ ἀπόστολοι. Καὶ τί μᾶς διδάσκει αὐτό; Ὅτι ὅταν πεθαίνει κάποιος γνωστός μας, πρέπει νὰ διακόπτουμε κάθε ἐργασία. Τὸ πρῶτο καθῆκον εἶναι νὰ πᾶμε στὸ νεκρό, γιὰ νὰ ἐκπληρώσουμε ἕνα χρέος ἱερό. Πρῶτον μὲν πρὸς ἐκεῖνον ποὺ ἔφυγε. Ἔπειτα πρὸς τοὺς συγγενεῖς, ποὺ παρηγοροῦνται μὲ τὴν παρουσία μας. Πρὸ παντὸς ὅμως πρὸς τὸν ἑαυτό μας· νὰ τοῦ ὑπενθυμίσουμε δηλαδὴ τὴν αἰωνιότητα. Ὅταν βλέπεις νεκρὸ αὐτὸν ποὺ μέχρι χθὲς ἦταν μαζί σου, αὐτό σου φωνάζει· «Ματαιότης!…» (Ἐκκλ. 1,2). Γι’ αὐτὸ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔλεγε· Ὅταν πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος, νὰ μὴ τὸν θάβετε ἀμέσως, ὄχι· νὰ τὸν κρατᾶτε εἰκοσιτέσσερις ὧρες, καὶ νὰ μαζεύεστε γύρω του, νὰ τὸν βλέπετε καὶ νὰ προσεύχεσθε· γιατί καλύτερος ἱεροκήρυκας ἀπὸ τὸ νεκρὸ δὲν ὑπάρχει.
Μαζευτήκανε, λοιπόν, οἱ ἀπόστολοι. Κρατοῦσαν τὸ φέρετρο καὶ τὸ μετέφεραν ἐκτός της πόλεως. Ἐκείνη ὅμως τὴ στιγμὴ τί συνέβη; Μία ὀχιά, ἕνας Ἑβραῖος, ἅπλωσε τὸ βρωμερὸ τοῦ χέρι στὸ φέρετρο. Ἀλλ’ ἀμέσως, ἀστραπιαίως, κόπηκε τὸ χέρι τοῦ κ’ ἔμεινε ἐκεῖ κρεμασμένο, ὅπως φαίνεται στὶς εἰκόνες.
* * *
Αὐτὸ εἶναι, ἀδελφοί, μὲ λίγες λέξεις τὸ ἱστορικό της ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως. Καὶ ἀκούγεται ἡ φωνὴ τοῦ οὐρανοῦ νὰ μᾶς λέει·
Μανάδες, ἐλᾶτε κοντὰ στὸ Πρότυπο τῶν μητέρων. Παιδιὰ καὶ πρὸ παντὸς τὰ ὀρφανά, ἐλᾶτε κοντὰ στὴ γλυκειὰ Μάνα τοῦ κόσμου. Ὅσοι εἶστε παρθένοι, ἐλᾶτε κοντὰ στὴν Παρθένο, καὶ φυλάξτε «τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας». Ὅσοι εἶστε ἀγράμματοι, ἐλᾶτε στὴν Παναγία γιὰ νὰ μάθετε τὴ μεγαλύτερη φιλοσοφία. Ὅσοι εἶστε σοφοί, ἐλᾶτε στὴν Παναγία γιὰ νὰ μάθετε, ὅτι σοφία εἶναι ἡ ταπείνωσης. Ὅσοι εἴμεθα ἁμαρτωλοί, ἂς ἔλθουμε στὴν Θεοτόκο, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει κοντὰ στὸ Χριστό. H Κοίμησης αὐτὰ μας διδάσκει.
Τὸ σπουδαιότερο ὅμως μάθημα εἶναι, ὅτι ὁ θάνατος ἄλλαξε ὄνομα. Ἀφ’ ὅτου σταυρώθηκε ὁ Χριστός, ὁ θάνατος δὲν ἐμπνέει πλέον φόβο, ὅπως πρίν. στὸ ἑξῆς δὲν λέμε, ὅπως πρὸ Χριστοῦ, ὁ θάνατος τοῦ Σωκράτους, τοῦ Ἀριστοτέλους, τοῦ Πλάτωνος. Ἀλλὰ τί λέμε; Θάνατος ἴσον κοίμησις. Γι’ αὐτὸ δὲν λέμε, ὁ «θάνατος τῆς Θεοτόκου», ἀλλὰ λέμε, ἡ «Κοίμησης τῆς Θεοτόκου». Ἂν πιστεύεις στὸ Χριστό, ποὺ εἶπε «Ἐγὼ εἰμι ἡ ἀνάστασης καὶ ἡ ζωὴ» (Ἰωάν. 11,25), ὁ θάνατος εἶναι κοίμησης. δὲν εἶναι ψέμα. Οἱ νεκροὶ θ’ ἀναστηθοῦν. Γι’ αὐτὸ τὰ νεκροταφεῖα πρέπει νὰ λέγωνται κοιμητήρια.
Αὐτὰ μας διδάσκει ἡ ἑορτή. Λοιπὸν ἂς προετοιμάσουμε κ’ ἐμεῖς τὸν ἑαυτό μας.
(παλαιὰ ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτου, ἐκφωνήθηκε στὴν Ἀθήνα, πρὸ τοῦ 1967, σὲ ἀγρυπνία τὴν παραμονὴ τῆς ἑορτῆς, ἡμέρα Κυριακὴ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου