13 Αυγ 2011

Ἐγκώμιον εἰς τὴν κοίμησιν τῆς ἁγίας Δεσποίνης ἠμῶν Θεοτόκου

TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ
Φων κεράτινης σάλπιγγας, πο ν ντηχ δυνατώτερα π νθρώπινη φων κα ν συγκλονίζη τ πέρατα, παιτε νας λόγος πρς τιμν τς ερς ατς μέρας, γαπητοί μου. γι’ ατ κα κινδυνεύει ν’ ποτύχη τώρα, καθς κούγεται προερχόμενος π τ σθενς φωνητικό μου ργανο. Κυρία μως κα Βασίλισσα το παντός, τσι καθς εναι φιλόδοξη, θ δεχτ νομίζω κι ατν δ τν σύντομο κα πενιχρ λόγο πο τς προσφέρουμε ο δολοι της, μοια μ κείνους τος διεξοδικος κα στραφτερος τν σπουδαίων μιλητν, μ τ ν παρακινεται σ συμπάθεια π τς προσευχς ατο πο μ προστάζει ν μιλήσω. πειδ κριβς κα να μόνο πράγμα προσέχει φιλάγαθη: τν πρόθεσι.
 μπρς λοιπόν, συνάξου λόκληρη οκουμένη, εράρχες κα ερες, μοναχο κα κοσμικοί, βασιλες κα ρχοντες, νδρες κα γυνακες, γόρια κα κορίτσια, φυλς κα γλσσες, μ λο μαζ τ θνος κα τ πλθος, κα φο λλάξης τ φορέματα τν ρετν σου, «ντυμένη» κι σ «στ κρόσσια τ χρυσ κα στολισμένη»1, πρόβαλε μ πρόσωπο φαιδρ κα λο χαρ γιόρτασε τς Κυριοτόκου Μαρίας τν ορτή, τν πικήδεια συγχρόνως κα διαβατήρια. διότι φεύγει π δ κάτω κα πηγαίνει κοντ στ ρη τ αώνια, τ ρος ντως τ Σιν, στ ποο εδόκησε Θες ν κατοικ, πως ψάλλει λύρα τοῦ...
ψαλμωδο. Σήμερα λοιπν πίγειος ορανς περιβαλλόμενος τν στολ τς φθαρσίας ποκτ νέα διαμονή, τν καλύτερη κα αώνια. Σήμερα νοητ κα θεοφώτιστη σελήνη μ τ ν συμβάλλη στν δίσκο το λίου τς δικαιοσύνης κλείπει μν π τν πρόσκαιρη τούτη ζωή, συγχρόνως μως νατέλλει κα λάμπει μ τν τιμ τς θανασίας. Σήμερα λόχρυση κα θεοκατασκεύαστη κιβωτς το γιάσματος ναχωρε π τ πίγεια σκηνώματα κα μετακομίζεται στν νω ερουσαλήμ, γι ν ναπαυθ αώνια. Κα θεοπάτωρ Δαυίδ μας τ τραγουδάει ατ μ τν κιθάρα του κα ναφωνε: «Θ προσαχθον, λέει, παρθένοι», δήλ. ψυχές, «στν βασιλέα, κολουθώντας πίσω π ατν θ προσαχθον σ Σένα»2.

Τώρα λοιπόν, ν κλεισε τος ασθητος φθαλμος Θεοτόκος, ψώνει γι χάρι μας τος νοητούς, σν λαμπρος κα μεγάλους φωστρες πο ποτ ς τώρα δν βασίλεψαν, γι ν γρυπνον κα ν ξιλεώνουν τν Θε πρ τς σωτηρίας το κόσμου. Τώρα, ν στ θεοκίνητα χείλη τς σίγησε ναρθρος λόγος, είλαλο νοίγει τ πρεσβευτικό της στόμα πρ λου του γένους. Τώρα, ν συνέστειλε τς σωματικς κα θεοφόρες τς παλάμες, τς ψώνει φθαρτες πρς τν Δεσπότη πρ λόκληρής της οκουμένης. Τώρα, ν μς πέκρυψε τ λιοειδ κα φυσικ χαρακτηριστικά της, κτινοβολε δι μέσου της σκιαγραφίας τς εκόνας της κα τν παρέχει στν λα πρς σπασμ εεργετικ κα σχετικ προσκύνησι, ετε τ θέλουν ο αρετικο ετε χι. ν λοιπν πέταξε πάνω παναγνς περιστερά, δν παύει ν φυλάττη τ κάτω. ν ξλθε το σώματος, μ τ πνεμα τς εναι μαζί μας. ν δηγήθηκε στος ορανούς, ξοστρακίζει π νάμεσά μας τος δαίμονες μεσιτεύοντας πρς τν Κύριο.

Κάποτε, μέσω τς προμήτορος Εας θάνατος εσλθε κα κυρίευσε τν κόσμο. τώρα μως συναντώντας τν μακαρία θυγατέρα κείνης ποκρούστηκε κα κατανικήθηκε π τ διο κενο μέρος π’ που του εχε δοθ ξουσία. ς χαρ λοιπν τ γυναικεο φύλο, πο ντ ντροπς ποκομίζει δόξα. ς χαρ κα Εα, διότι δν εναι πι κατηραμένη, λλ χει ν πιδείξη πόγονό της ελογημένο τν Μαρία. ς σκιρτήση κτίσις λόκληρη, καθς ντλε μυστικ τ νάματα τς φθαρσίας π τν παρθενικ πηγ κα παλλάσσεται τσι π τν θανατηφόρα δίψα.
Τέτοια εναι ορτ πο χουμε σήμερα. Τόσο μεγάλα εναι τ γεγονότα πο μνολογομε. Ατ μας χαρίζει χριστοανθς ρίζα το εσσαί, ερόβλαστη ράβδος το αρν, νοητς παράδεισος το ξύλου τς ζως, μψυχος λειμώνας τν παρθενικν ρωμάτων, νθισμένη θεογεώργητη μπελος το ρίμου κα ζωογόνου βότρυος, ψηλς κα πηρμένος χερουβικς θρόνος το Παμβασιλέως, οκος γεμάτος π τν δόξα Κυρίου, τ γιο καταπέτασμα το Χριστο, φωτεινότατος τόπος τς νατολς, ατ μας χαρίζει, καθς κοιμήθηκε σήμερα ν ερήνη κα δικαιοσύνη. Λέω κοιμήθηκε, χι μως κα πέθανε. Πέρασε π τν γ στν ορανό, μως δν γκατέλειψε τν περάσπισι το νθρωπίνου γένους.

Μ ποι λόγια λοιπν ν παραστήσουμε τ μυστήριό σου; δυνατομε ν τ σκεφθομε. εμαστε σθενες γι ν τ κφράσουμε. λλιγγιομε ν τ περιγράψουμε. Διότι εναι παράξενο κα ψηλ κα νώτερο γι κάθε διάνοια. Δν σχετίζεται κα δν ταιριάζει μ κάτι λλο, πως συμβαίνει μ τ πόλοιπα πράγματα, τσι στε ν εμαστε σ θέσι ν δώσουμε πρόχειρα τς ποδείξεις π τ γύρω μας πράγματα. ντίθετα, π τ περβατικ κα νώτερά μας κατανοομε μ ελάβεια σα ναφέρονται σ σένα, κα σ σένα μόνη παραδίδουμε τ πρ νθρωπον. Διότι λλαξες τν φύσι κατ τν ρρητη γέννησι. Πο λλο κουσε κανες παρθένο ν συλλαμβάνη σπόρως! θαμα! Τν μητέρα κα λεχώνα τν βλέπουμε φθορη παρθένο, πειδ Θες ταν ατ πο γέννησε. Τ διο λοιπν κα στ ζωηφόρο κοίμησί σου: μ τ ν εσαι διαφορετικ π τος πολοίπους, μόνη σ κατέχεις δικαιολογημένα τν φθαρσία κα τν δύο (ψυχς δήλ. κα σώματος).

ς μς φηγηθ μως Σιν τ παράδοξα κείνης τς μέρας. Εχε λοιπν συμπληρωθ τ ριο τς ζως. Εχε φθάσει ρα το θανάτου. Προγνώρισε σν μητέρα Θεο Παναγία τν καιρ τς μεταστάσεως. (Κα πόσα περισσότερα π τν καθένα πο σν πλς δολος προφητεύει δν θ δινε κανείς, δελφοί μου φιλοχριστοι, πρς τν μητέρα το Θεο κα νώτερη π λους τους προφτες;)3. ταν λοιπν τ ασθάνθηκε ατ κα τ κατάλαβε, τί μς λέει παράδοσις πς προσευχόταν κα παρακαλοσε;

"φθασε μέρα τς ξόδου μου. φθασε χρόνος τς νδημίας μου πρς σένα. ς παρευρεθον δ ατο πο θ πηρετήσουν στν νταφιασμό μου, Δέσποτα. εθε ν σταθον στ προσκέφαλό μου ο λειτουργο πο θ τελέσουν τν κηδεία μου. Κα στ μν χέρια σου ν φήσω τ πνεμα μου, στ δ χέρια τν μαθητν σου, γι ν τ νταφιάσουν, τ ψαυστο κα θεοδόχο σμα μου, π που νέτειλες σ θανασία. ς παρασταθον κοντά μου ν μο δώσουν χαρ ατο πο βρίσκονται διεσπαρμένοι στ πέρατα τς γής, ο κήρυκες κα πηρέτες το εαγγελίου σου. Κι ν σ εδόκησες ν μετατεθ ζωντανς κόμη δίκαιος νχ στν ορανό, γιατί τσι πρεπε, κα Θεσβίτης λίας κ το μφανος ν νυψωθ μ πύρινο ρμα πρς γνωστες χρες, γι ν ναμένουν κα ο δύο τν χρόνο τς φρικτς κα παμφώτεινης δευτέρας παρουσίας σου, κα ν πάλι γι μία νάγκη το Δανιλ θαυματούργησες, στε μέσα σ μία στιγμ προφήτης ββακομ ν μεταφερθ π τν ερουσαλμ στν Βαβυλώνα κα πάλι ν πιστρέψη, τότε τί σου εναι δύνατο κα μόνο ν τ θελήσης;"

Ατ μόλις επε πανύμνητος, ν πο κατέφθασε κα δωδεκάδα τν ποστόλων, π διαφορετικ κατεύθυνσι καθένας, σν σύννεφα σπρωγμένα π τς πτέρυγες το Πνεύματος, πο ρθαν κα στάθηκαν κοντ στ νεφέλη το φωτός. Τί λέγει λοιπν κείνη πο χει τ θεϊκά, τ πολλά, τ μεγάλα νόματα, φέρνοντας, καθς ταν ξαπλωμένη, να γύρο τ βλέμμα της κα ντικρύζοντας ατος πο ζητοσε;

"ς γαλλιάση ψυχή μου γι τν Κύριο κα ατ θ γίνη γι μένα εφροσύνη κα ανεσις κα μεγαλεο κ μέρους λων τν θνν τς γής. Διότι μου συγκέντρωσε τ θεμέλια της κκλησίας, μο συνάθροισε τος ρχοντες τς οκουμένης, τος θαυμαστος πηρέτες τς κηδείας μου. ( μεγαλοφυς θαμα! ργο μητρικς φοσιώσεως πρς τν υό! δρο υικς σχέσεως πρς τν μητέρα!). Σν λλος ορανός μου φάνηκε τ δωμάτιο, μ τ ν περικλείη μέσα το τος φωστρες το κόσμου. Νας Κυρίου φάνηκε ροφή, πο φερε κοντά μου τος θείους μύστες κα ερουργούς. Δν θ μελετήση πι συμμορία τν ουδαίων ν πραγματοποιήση τν ναντίον μου παραλογισμό. Δν θ πλίση πι ναντίον μου τ θρασύ του χέρι, γι ν μ φονεύση, τ συνέδριο τν ερέων. (Διότι κάποτε τ εχαν σχεδιάσει καί, μαζ μ τν Υό, θ φόνευαν ο αμοχαρες κα τν Μητέρα, λλ πέτυχαν στν σκοπό τους, γιατί τος μπόδισε νωθεν θεία πρόνοια). Μεταβιβάζομαι σ τόπους κατοικίας παραβίαστους, που δν μπορε χθρς ν εσαγάγη τς παγίδες τς κακίας. που θ μπορ ν ντικρύσω τν τερπνότητα το Κυρίου κα ν πισκεφθ τν Ναόν, γ παμφώτεινος ναός Του".

Κα τί επαν τότε πρς ατν ο μακάριοι πόστολοι μ λόγια ετε δικά τους ετε διαλεγμένα π τ στόματα τν προφητν;

"Χαρε κλίμαξ πο στηρίζεσαι στ γ κα φθάνεις στν ορανό, μέσω τς ποίας γινε κάθοδος πρς μς κα νοδος πρς τος ορανος το Κυρίου, κατ τν μεγάλο πατριάρχη ακώβ4.

Χαρε βάτε μ τν τόσο παράδοξη μορφή, π τν ποία μφανίστηκε γγελος Κυρίου σ μορφ πύρινης φλόγας κα τν ποία ν φωτι καιγε, δν τν κατέκαιε, κατ τν μεγάλο θεόπτη Μωυσή5.

Χαρε θεοδέγμων πόκος, π τν ποο στράγγισε οράνια δρόσος, μία γεμάτη λεκάνη νερό, κατ τν θαυμασιώτατο Γεδεών6.

Χαρε πόλις το βασιλέως το μεγάλου7, τν ποία θαυμάζουν κα μεγαλύνουν ο βασιλείς8 μαζ μ τν σματογράφο Δαυίδ.

Χαρε νοητ Βηθλεέμ, οκος το φραθ, π’ που ξλθε βασιλες τς δόξης, γι ν καταστ ρχοντας στν λα το σραήλ, το ποίου «α ξοδοι π’ ρχς ξ μερν αἰῶνος»9, πως λέγει Μιχαίας θειότατος.

Χαρε τ κατασκιο παρθενικ ρος, π τ ποο μφανίστηκε γιος του σραήλ, κατ τν θεοφωνο ββακούμ10.
Χαρε λυχνία λόχρυση κα φωτοφόρε, π τν ποία λαμψε στος «ν σκότει κα σκι θανάτου καθημένους»11 τ πρόσιτο φς τς Θεότητος, κατ τν ρσι το θεσπέσιου Ζαχαρία12.

Χαρε τ παγκόσμιο λαστήριο τν νθρώπων, δι το ποίου σ νατολ κα δύσι δοξάζεται στ θνη τ νομα το Κυρίου κα παντο προσφέρεται θυμίαμα στ νομά Του, κατ τν γιώτατο Μαλαχία13.

Χαρε νεφέλη νάλαφρη, πάνω στν ποία κάθησε Κύριος, κατ τν εροφωνότατο σαΐα14.

Χαρε ερ βίβλος τν προσταγμάτων το Κυρίου κα νεοχάρακτος νόμος τς Χάριτος, χάριν τς ποίας μς γιναν γνωστ σα ρέσουν στν Θεό, κατ τν πολυθρήνητο ερεμία15.

Χαρε κλεισμένη πύλη, δι τς ποίας Κύριος κα Θες το σραλ εσλθε κα ξλθε κατ τν μεγάλο θεόπτη εζεκιήλ16.

Χαρε τ λατόμητο π χέρι νθρώπου κα ψηλότατο ρος, π τ ποο πεκόπη κρογωνιαος λίθος, κατ τν θεολογικώτατο Δανιήλ17".

Κα ποις νος ν χωρέση ποις λόγος ν φηγηθ σα κε ψαλλαν, σα επαν, σα μακάρισαν ο θεολόγοι; ταν λοιπν ερούργησαν ερς σα ταιρίαζε κα πετέλεσαν τ για γίως, ν πο φθασε κα Κύριος μ τν δόξα τς δυνάμεώς του κα λη τν στρατι το ορανο. Κα οράτως μν λειτουργοσαν ο σώματοι, σωματικς δ γίνονταν μνωδο τς θείας μεγαλειότητος ο πόστολοι. Σύμμεικτη ταν, δελφοί μου, πανήγυρις κα χορς οράνιος μαζ κα πίγειος — κι ς μ ξενίση λόγος μου καθς σκιαγραφε τ θεοπρεπ γεγονότα — ποτελούμενος π γγέλους, ρχαγγέλους, Κυριότητες, Θρόνους, ρχές, ξουσίες, Δυνάμεις, τς Χερουβικς κα Σεραφικές, ποστόλους, μάρτυρες, δικαίους, λλους ν προτρέχουν, λλους ν προϋπαντον, λλους ν γονται, λλους ν προηγονται, λλους ν κολουθον κα λλους ν παρακολουθον, κα λους ν φωνάζουν χαρμόσυνα μ να στόμα: «σατε τ Κυρίω»18. «ανέσατε τν Κύριον»19. «ελογημένος Κύριος π δίκαιον ρος τ γιον ατο»20. κα «νυψωθήτω ορανς ες τ μετέωρον»21. Ποις λοιπν κουσε ποτ ες τν αώνα τέτοιο ξόδιο, φιλοχριστοι δελφοί; Ποις γνώρισε τν προπομπ μίας τέτοιας κηδείας; Ποις κατάλαβε ποτ μέχρι τώρα τέτοια μετάβασι, σν κι ατ πο ξιώθηκε Μητέρα το Κυρίου μου; Κα δν εναι παράξενο. Γιατί κριβς κα κανένας δν φάνηκε ποτ πέρτερος π ατήν, πο εναι μεγαλύτερη π λους τους νθρώπους.

Φρίττει τ πνεμα μου, Παρθένε, καθς βάζω στ μυαλό μου τ μεγαλεο της μεταστάσεώς σου. Μένει κπληκτος νος μου, καθς ναλογίζομαι τ θαμα τς κοιμήσεώς σου. Δένεται γλώσσα μου, καθς πάει ν διηγηθ τ μυστήριο τς παλινζωΐας σου. Διότι ποις εναι κενος πο θ μποροσε πάξια «ν κάνη γνωστος λους τους μνους σου»22 «ν ξιστορήση λα τ θαυμάσια σου23»; Ποις νος ψηγόρος θ ρητορεύση, ποι γλώσσα μεγαλόστομη θ μιλήση, θ ξαγγείλη κα θ παραστήση τ κατ σέ, θ ποδώση τ λόγια σου θ σταθ ντάξια τν δικν σου θαυμασίων, τελετν, πανηγύρεων, ορτν, διηγήσεων, γκωμίων; Γι’ ατ κα π το παρόντος μυστηρίου γλώσσα μς ποδεικνύεται δύνατη, τονη, ποτυχημένη, ποδοκιμασμένη. Διότι πράγματι περέχεις, περβάλλεις, περτερες συγκρίτως, σ ψος κα μέγεθος π τν νώτατο ορανό. σ λαμπρότητα γνείας, π τ λιακ φς. σ πόκτησι παρρησίας, π τ γγελικ ξίωμα κάθε υλης κα λογικς πάρξεως τν νοητν κα νοερν δυνάμεων.

λλ τί πίσημη κα λαμπρ — μ γαλλίασι τ λέω — πανήγυρίς σου! Πόσο σημειοφόρος κα θαυματουργικ μετάστασίς σου! Πόσο ζωοπάροχος κα φθαρτοδώρητος νταφιασμός σου, μητέρα το φωτός! Τώρα μως πο πέρασες τ σύννεφα κα νέβηκες στν οραν κα μπκες στ για τν γίων «ν φων γαλλιάσεως κα ξομολογήσεως»24, ξίωσε, Θεοτόκε, ν ελογήσης πλούσια τ πέρατα τς οκουμένης. Μ τς πρεσβεες σου κνε εκρατούς τους καιρούς. χάριζε τν βροχ στν ρα της. κατεύθυνε σωστά τους νέμους. κνε τν γ ν καρποφορ. δώρισε τν ερήνη στν κκλησία. κράτυνε τν ρθοδοξία. φύλαγε τν βασιλεία. πόκρουε τς πιθέσεις τν βαρβάρων. σκέπαζε λόκληρο τ γένος τν Χριστιανν. τέλος δ συγχώρησε κα τν δική μου τόλμη. Διότι δικός σου εναι ατς λόγος, Μητέρα το Θεο, κα σ προφήτευσες μελωδικ κενο πο θ γινόταν: «Διότι ν πο π τώρα, επες, θ μ μακαρίζουν λες ο γενες»25. πειδ λοιπν δν εναι δυνατν ν ποδειχθ ψευδς θεος σου λόγος, δέξου κι π μένα τν νάξιο δολο σου, ατ τν κατ δύναμιν προσφώνησι κα «δός μου πάλι τν γαλλίασι πού μου χαρίζει σωστική σου βοήθεια»26. Μ τν δύναμι τν πρεσβειν σου στήριξε μ μαζ μ τν συγγεν μου κα πνευματικ πατέρα μου27 κα μ τ ποίμνιο πού μου χουν μπιστευθ. ν Χριστ ησο τ Κυρίω μν, ες τν ποον νήκει δόξα κα τιμ κα τ κράτος μαζ μ τν παντοκράτορα Πατέρα κα τ ζωοποι Πνεμα, νν κα ε κα ες τος αώνας τν αώνων. μήν.


1. Ψάλμ. μδ’ 14
2. πρβλ. Ψάλμ. μδ’ 15
3.     Σ.Μ. Πς δν θ τς δινόταν δήλ. π τν Θε τ χάρισμα ν προΐδη τν μετάστασί της;
4. βλ. Γέν. κ 
5. βλ. ξ. γ’ 2-3
6. βλ. Κριτα ς' 38
7. βλ. Ψάλμ. μζ' 3
8. βλ. Ψάλμ. μζ' 5-6
9. Μίχ. ' 1
10. βλ. ββακ. γ' 3
11. Ψάλμ. ρς' 10
12. βλ. Ζάχ. δ' 2
13. βλ. Μαλαχ. ’ 11
14. βλ. σ. θ' 1
15. πρβλ. ερ. κ' 13
16. βλ. εζ. μδ' 2 κ.ξ.
17. βλ. Δν. β' 34, 45
18. ερ. κ' 13
19. νθ’ νωτ
20. ερ. λ' 23
21. πρβλ. ερ. λ' 35
22. Ψάλμ. ρ' 2
23. Ψάλμ. δ' 1
24. Ψάλμ. μ’ 5
25. Λούκ. ’ 48
26. Ψάλμ. ν’ 14
27.    Σ.Μ. ννοε τν κατ σάρκα θεο του κα πνευματικ πατέρα το Πλάτωνα, το ποίου τς εχς πικαλεται κα στ προοίμιο το λόγου.
“ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ” 1989

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.