18 Ιαν 2011

Λαχτάρα Αἰωνιότητος


ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΚΑΤΡΑΚΟΥΛΗ † 2001
 Λαχτάρα Αωνιότητος
δού, ρχομαι ταχύ. μήν. ναι ρχου,
Κύριε ησο. (ποκ. κβ’ 12, 20)1
θεος λόγος το Εαγγελίου, ποος ξέρχεται π τν μβωνα τς κκλησίας, περιέχει ποικίλα σπέρματα ληθείας κα θεογνωσίας. μελέτη το θείου λόγου ν εναι τρυφ κα τροφ τς ζως μας.
γώ, παιδιά, κάθε βράδυ διαβάζω Εαγγέλιο γι ν εσχωρήση μέσα μου Κύριος. Μ τ Εαγγέλιο γίνεται λληλοπεριχώρησις το μαγμένου μνο κα τς ψυχς μας. λοι ο νθρωποι κληθήκαμε ν’ γιάσωμε. Ν γίνωμε εωδία Χριστο. Σκοπς μς εναι ν νταποκριθομε στν κλσι το Θεο κα ν γίνωμε φς. Μ τν τήρησι το Εαγγελίου ν γίνωμε λόγος το Θεο.
Μέσα στν κκλησία, λοιπόν, ρπάζει νας τν θεο λόγο κα πηγαίνει ες τς ρήμους, γι ν πραγματώση τ Εαγγέλιον. λλος τ ρπάζει κα πηγαίνει στν φρική, στν σία κ.λπ. ν φωτίση τος νθρώπους ς εραπόστολος. λλος παίρνει τν θεο σπόρο κα τν καλλιεργε μέσα στν κοινωνία ς πίσκοπος, ς ερεύς, ς οκογενειάρχης κα κάνει ργο το τν σπορ το θείου λόγου. μες πήραμε τ Εαγγέλιον π τν γία Τράπεζα καθένας κα λθαμε στ μοναστήρι, γι ν δοξάσωμε τν Θε μ τν τήρησι τν ντολν Του.
Κάθε μοναστήρι εναι να πέραμα, να φεριμπότ, πο θ μς περάση πέναντι, στν...
 χθη το ορανο. Σήμερα ατ μ πησχόλησε μένα. αυτ κριβς τ ταξίδι. Πρέπει ν σπάσωμε τν φραγμ το θανάτου μ τν πιθυμία τς αωνίου ζως. Σκεπτόμουν, λοιπόν, πς θ μπορέσωμε τ μήνυμα το θανάτου ν τ περιμένωμε ς τν πλέον εχάριστη γγελία. Προχθς ναφέραμε μερικς θεες ποκαλύψεις, πο εχε Μητροπολίτης Ε. στς τελευταες του στιγμές. Κα χάρηκε ψυχή μας. Πράγματι, γνωρίζομε τι νθρωπος, γαπήσας τν Θεόν, δέχεται τέτοιες ποκαλύψεις στς τελευταες στιγμς τς ζως του. Κύριος του παρουσιάζει δη π τν παροσα ζω τί πολαύσεις τν ναμένουν στν πανήγυρι τν πρωτοτόκων, κε πο βασιλεύει τ φς, τ κτιστο φς, τ γλυκύτατο ς χιν.
ζω το ορανο εναι φς, γλυκύτατο, λευκότατο. πιθυμ ατν τν λευκοτάτη, τν χιονάτη ζω τς βασιλείας το Θεο. Γιατί δν πάρχει πι εχάριστο γεγονς π ατν τν διάβασι στν ντίπερα χθη. Ἐὰν νοσταλγομε ν μεταβομε σ μία παραλία, π.χ. στν Κέρκυρα στν γιο Διονύσιο, που θ ντικρύσωμε γήινες μορφιές, πο παρόμοιες χομε δη πολαύσει, σκεφθτε πς πρέπει ν νοσταλγομε ατ τ πέραμα στν λλη ζωή, στ αώνιο Φς. Μέσα στ μοναστήρι γίνεται ατ τοιμασία γι τν μετάβασι στν οράνια χθη τς βασιλείας το Θεο. Κα ν π τώρα γνωρισθομε γι τ καλ μ τν νω κόσμο, θ χωμε μία καλ συνοδεία φίλων γίων κατ τν ξοδό μας.
Μ πόση εχαρίστησι πρέπει ν ναμένωμε τν θάνατο! Ν μν τν ντικρύζωμε ς μάχαιρα πο θ μς κόψη π τν ζωή, λλ σν φωτειν πύλη, πο θ μς εσαγάγη στν αωνιότητα. Ατ ταν σκέψις μου μένα σήμερα. λλωστε, χομε πε πολλς φορς τι πρέπει ν κάνωμε τν θάνατο εχάριστο. Ν μν τν ντιμετωπίζωμε μ φόβο. παξ κα Χριστς σταυρώθη κα νέστη, κατελύθη σχς το θανάτου, σπάσθησαν τ κλεθρα το δου. θύρα νοίχθη. και λευθέρως πλέον κάθε πιστς μπορε ν εσέλθη στν αώνια μακαριότητα.
-Τί εναι μως ατ πο θ μς κάνη ν πιθυμήσωμε τν θάνατο;
- φλόγα τς δροσερς γάπης πρς τν Θεν νάβει τν δίψα τς αωνίου ζως.
«γαπήσατε τν Θεν κα ερήσετε χάριν αώνιον... κα νάπαυσιν μετ πάντων τν γίων», λέγει μνωδς (κολουθία γ. ντωνίου, δοξαστικόν της Λιτς).
Ἐὰν καρδι μς φλέγεται π θεον ρωτα, Κύριος θ νταποκριθ μέσως στν γάπη πο θ το προσφέρωμε μες κα θ μς χαρίση τν αώνιο τένισι τς θεϊκς Του μορφς.
Θ μο πτε: «Καλ τ συζητμε τώρα ατ τ θέμα. λλ μόλις φθάσωμε στν ρα το θανάτου, μέσως μς καταλαμβάνει νας φόβος». Πράγματι τσι λέει πείρα τς ζως. πιστς μως δν συναντ ατ τν δειλία. Κα σκεπτόμουν σήμερα πς θ νιώθουν ατο ο πιστοί, ο μεγάλοι γωνισταί, πο Κύριος τους πληροφορετε διος, ετε δι τς Θεοτόκου ετε δι τν γίων Του- τι «ντς λίγου θ σ πάρω». Σκεφθτε τί θ ασθάνωνται ατο ο νθρωποι μέσα στν ψυχή τους! Τί γαλλίασις θ πληρώνη τν παρξί τους, ταν θ τοιμάζωνται ν μεταβον πρς τν αωνιότητα! Ατν τν μεγάλη δωρε Θες δν τν παρέχει μόνο σ ρισμένους, λλ σ λους κείνους πο τν πιθυμον. Κα λεγα σήμερα μόνος μου: «ραγε εναι δύσκολο χάρις το Θεο ν μς ξιώση κα μς ν φθάσωμε στν εχάριστη ατ στιγμ κα ν κούσωμε τν εφρόσυνη γγελία;»2
Λέμε τι γαπήσαμε τν Θεόν... Τί εναι γάπη το Θεο; Χαρ κα γαλλίασις! Πς, λοιπόν, εναι δυνατόν, ταν φθάνη θάνατος, ν μς καταλαμβάνη δυστυχία κα σκότος, φο γάπη το Θεο εναι φς κα αωνιότης κα ερήνη φραστος; Ατ τ θέμα το θανάτου δν τ χομε πολυ  καλλιεργήσει μέσα μας κα δν φθάσαμε κόμη στ σημεο ν χωμε πλήρη τν συνείδησι τς θανάτου ζως κα τν πληροφορία τς αωνιότητος. Τ πιστεύομε, τ ξέρομε λοι, λλ δν τ ναμένομε ς να γεγονς εχάριστο, ν γι’ ατ φύγαμε π τν κόσμο. για ν φθάσωμε σ’ ατ τν εφρόσυνο στιγμή, ν’ ναχωρήσωμε π τν παρόντα αώνα πρς τ μέλλοντα, πρς τν αωνιότητα.
«γαπήσατε τν Θεόν»! Πς τν γαπμε τν Θεό; Μόνο μ τ λόγια; Εναι δυνατν ν λέη νας νθρωπος «γαπ τν Θεν» κα τ ργα του ν εναι νάποδα, ντίθετα π τν θεο νόμο; Εναι δυνατν ν μ πραγματώνη τ Εαγγέλιο; ταν λέμε τι πήραμε στ χέρια μας τ Εαγγέλιο κα ποσχεθήκαμε τι θ τ πραγματώσωμε, τί σημαίνει ατ τ πράγμα; Σημαίνει τι θ ζήσωμε σύμφωνα μ τς ντολς το Χριστο. θα τηρήσωμε τ Εαγγέλιο, κα θ τ ναποθέσωμε πάλι στν γία Τράπεζα τς ρθοδόξου κκλησίας, μολογώντας τι μείναμε «πιστο χρι θανάτου», μ τος λόγους: «Τν δρόμον τετέλεκα, τν πίστιν τετήρηκα. λοιπν ποκειτα μο τς δικαιοσύνης στέφανος, ν ποδώσει μο Κύριος ν κείνη τ μέρα, δίκαιος κριτς» (Β’ Τίμ. δ’, 7-8). Εθε ν ξιωθ ψυχή μας ν π ατν τν λόγο πρς τν Θεό, πρς τν γάπη το Θεο.
,τι κα ν κάνωμε, σο κα ν προσπαθήσουμε κα ν γωνισθομε, ἐὰν δν προσανατολισθομε πρς τν αώνιο ζω κα τν νέσπερη βασιλεία, νομίζω τι μέσα μας δν θ χωμε τν πληροφορία τς σωτηρίας. ταν τηρ τς ντολς, συνείδησίς μου εναι ναπαυμένη πέναντί του Θεο. λλ γι ν πιτύχωμε τν τελεία νάπαυσι, εναι παραίτητη κα καλλιέργεια τς προσδοκίας τς ναχωρήσεώς μας κα δίψα ατς τς στιγμς το θανάτου.
Εδατε; Μόλις κομε τν λέξι «θάνατος», μς πιάνει φόβος. Πρέπει λοι μως ν χωμε δίψα θανάτου. ιδιαίτερα ο μοναχοί, λλ κα κάθε χριστιανός. Ν διψμε ατν τν ρα τς μεταβάσεώς μας στ οράνια σκηνώματα. Ατν τν δίψα εχαν λοι ο γιοί της κκλησίας μας κα ατν χουν κα ο σημερινο γιοι κα εδικώτερα ο γιορετες. λλ κα ο πιστο στν κόσμο κα ο ργται το Εαγγελίου κα ο εραπόστολοι, μ ατν τν δίψα το θανάτου πραγματώνουν τν θεο λόγο κα τελον τ ργα τς πίστεως. μετακινον κόμη κα ρη. Κα μες, λοιπόν, δι τς πίστεως ν μετακινήσωμε τν ψυχή μας. Κα π τν δη ν τν νεβάσωμε στν βασιλεία το Θεο.
ς παρακαλομε τν Κύριο ν μς νοίγη φωτεινος ρίζοντας πίστεως κα γάπης πρς Ατόν. πίστις δν εναι πλ πράγμα. οτε νθρωπος, πο εναι εκόνα το Θεο. νθρωπος χει πειρες διαστάσεις. πειδ πλάσθη «κατ’ εκόνα» Θεο, κατευθύνεται πρς τ πειρο, πρς τν νω ερουσαλήμ. ταν λέω «κατευθύνομαι πρς τν πειρο», σημαίνει σκέπτομαι τν πειρο Θε κα τν μετάβασί μου στν αωνιότητα.
λλ πς θ γαπήσω τν Θεόν; πς θ νοίξω τν ψυχή μου πρς Ατν κα πς θ διαθέσω λη μου τν παρξι στν γάπη Του; πάρχουν πολλο τρόποι τς γάπης το Θεο. Κα ταν νθρωπος εναι διατεθειμένος ν θυσιάζεται γι τν Θεόν, δν κάνει κα μαρτίες. τσι δν εναι, παιδιά; Προσέχει τν λόγο του, προσέχει τς σκέψεις του, τς διαθέσεις του.
Μ τν γάπη το Θεο νοίγει ρίζων τς ψυχς μέσως κα νθρωπος γίνεται διάπλατος. παρξίς του μέσως ερύνεται, γιατί τείνει πρς τν πειρο Θεν κα τν αώνιο ζωή. Ατν τν πειρο Θεν γαπήσαμε κα ξεκινήσαμε ν Τν συναντήσωμε. Γι’ ατ μας ναπαύει συχία κα ρημία. Δν μς ναπαύει κόσμος κα τ το κόσμου, παρ μόνον συχία κα ρημία. Κα πιθυμομε ν βασιλεύη στν ψυχή μας ερήνη το Θεο κα γάπη το Θεο.
ταν λέγω «γαπ τν Θεόν», καρδία μου πλαισιώνεται μέσως μ ελογία. Θες -πως χομε συζητήσει πολλς φορς- εναι «ζηλότυπος» γι κάθε ψυχή. Τν θέλει λη δική Του. Θέλει δηλαδ ν τν δοξάση, θέλει ν τν γεμίση μ τν χάρι Του. Θες δν χει νάγκη τς δικς μς γάπης. λλ πειδ διος χει πειρον γάπη κα περινόητον, θέλει τν ψυχ μς λόκληρη κοντά Του. Ἐὰν μες τολμμε ν λέμε τι γαπήσαμε τν Θεόν, ντιλαμβάνεσθε ποία εναι γάπη το Θεο πρς μς! Γι’ ατ πρέπει σκέψις μας ν εναι λη τν μέρα προσηλωμένη στν Θεό. Οτε τρίχα ν μν κάνωμε πέρα π τν δική Του γάπη. Οδεμία ματι ν ρίχνωμε πρς τν κόσμο. οτε ριστερά, οτε δεξιά. Μόνο τ πρόσωπο το Κυρίου ν μς λκύη. Τ βλέμμα μας ν τενίζη διαρκς τν ντίπερα χθη. Ν ναμένωμε τν εχάριστο διάβασι. όχι τν θάνατο το φανισμο κα το σκότους, λλ τν διάβασι πρς τ φς τ νέσπερο, πρς τ κτιστο φς, τ αώνιο φς, τν λαμπρν δόξαν το Θεο κα τν φατον λαμπρότητα τς βασιλείας Του. Μ τος φθαλμος τς ψυχς μας ν χωμε «συνόρασι» μετ το θείου φθαλμο. Ν θέτωμε τν αυτό μας ες τν θεον φθαλμν κα κε ν ναπαυώμεθα. Τότε θ εμεθα λεύθεροι γι τ νοίγματα ες τν ρίζοντα τς αωνιότητος.
Ο κολουθίες τς κκλησίας περιέχουν τς εχς τν Πατέρων, πο κφράζουν λα τ ατήματα τς ψυχς μας. λλ χομε κα μες μία δική μας γλώσσα καθένας, μ τν ποία ναφέρομε τ μυστικά μας πρς τν Θεό. Θέλομε ν μιλήσωμε μ τν πιστό μας Φίλο. τσι δν εναι; Τ θέμα τς διαβάσεώς μας εναι να μυστικό της ζως. Κα θέλω ν τ συζητήσω π κοντ μ τν Θεό, γι ν μο τοιμάση τν κδημία. παξ κα ναμένω ατ τ Πάσχα τς ψυχς μου, δν θ πρέπη ν χω οδεμία νάπαυσι μέχρις του μιλήσω π κοντ μ τν Θεό, γι ν τακτοποιήση μέσα μου ατν τν πιθυμία, ατν τν λαχτάρα -ν τ πομε τσι-.
Μ μ παρεξηγήσετε πο λέγω «λαχτάρα» γι τν θάνατο. Λαχταρ τν μετάβασι στν οράνιο κόσμο. τσι εναι! Γιατί μες, πο πιστεύομε ες τν Θεν κα σχολούμεθα μ τν γάπη το Θεο, λθαμε δ πέρα κριβς γι’ ατ τ ταξίδι. Μς ναμένει Θεός, ζωή, αωνιότης, μακαριότης! Δν πρέπει ν χωμε οδένα δισταγμ γι τν θάνατο, λλ μία εχάριστη ναμονή, μία λαχτάρα πότε θ λθη. θάνατος δν μς ξενίζει καθόλου. Εναι γι μς μία ορτή. Εναι ορτ τς μεταβάσεως το νθρώπου ες τν ορανό. Γι’ ατ κα ορτάζομε τος γίους τν μέρα τς κδημίας τους. Εδατε, Μέγας Βασίλειος 49 τν πέθανε. Παληκάρι πέθανε. μως δν τν νδιέφερε τίποτε. Εχε τοιμάσει τ εσιτήριό του. Μπκε μέσα στ φεριμπτ κα πέρασε πέναντι, στν χθη τν οράνιο.
Δν πρέπει, λοιπόν, ν φεύγη ποτ π τ μυαλό μας τι θ πεθάνωμε. χι πλς χω φόβο, πειδ θ πεθάνω. Οτε, πειδ θ πεθάνω, προσέχω ν μν μαρτήσω. χι τέτοια πράγματα! Ν τοιμασθ καλύτερα, ν’ γαπήσω τν διάβασι, γιατί γαπ τν Θεό! Θέλω ν πάω ν Τν δ. Πς τ λένε; Θέλω ν Τν δ! πόστολος Παλος λεγε «πιθυμίαν χω ναλύσαι κα σν Χριστ εναι» (Φιλιπ. ’ 23). θελε ν Τν δ, τέλος πάντων, κα ν Το μιλήση πρόσωπον πρς Πρόσωπον.
Διότι, ἐὰν εμαστε ξερο μοναχο κα χι μουσκεμένοι μ τ δάκρυα τς γάπης κα τς εχαριστίας, ν δν εμαστε δοσμένοι στν θεο ρωτα, ἐὰν δν εμαστε ο ψυχς ο ρσες τν Νυμφίο Χριστό, τί ρθαμε ν κάνωμε δ πέρα; Ν κακομοιριάσωμε; -χι! Ν εμαστε ο ζωντανο νθρωποι, ο γρυπνοντες, ο «λαχταριστα» τς διαβάσεως. Τότε πνε περίπατο κα τ νδιαφέροντα το κόσμου κα ο μέριμνες το κόσμου κα ο πιθυμίες το κόσμου. ταν εμαστε προσηλωμένοι μόνο στν γάπη το Θεο, τότε εμαστε νωμένοι κα λοι μαζ μεταξύ μας. Ν μς καίη ατ γάπη το Θεο κα ατς ρωτας τς μεταβάσεως στν παυλι το Παμβασιλέως Χριστο!
χω ρωτα γι’ ατ τ ταξίδι! πιθυμ ν πάω κε πέρα! Ἐὰν τόσο πιθυμομε ν πμε ν προσκυνήσωμε ναν γιο τόπο, σκεφθτε πόσο περισσότερο πρέπει ν χωμε ατ τ λαχτάρα γι τ αώνιο ταξίδι, πο θ μς φέρη στν γία ερουσαλήμ, ποία «ο χρείαν χει το λίου οδ τς σελήνης. η γρ δόξα το Θεο φώτισεν ατν κα λύχνος ατς τ ρνίον», πως γράφει ποκάλυψις (ποκ. κ’ 23). Ατ δόξα μς ναμένει.
Πρέπει, λοιπόν, ν εμεθα πάντοτε τοιμοι, στε θάνατος ν μ μς ξενίση οτε ν μς φοβίση. ντιθέτως ν πιθυμομε τν κδημία π δ κα τν νδημία κε. Ν μς πασχολ ραος «μετεωρισμός». δ εμεθα, λλ στν οραν ερισκόμεθα νοητς. Ν πιθυμήσωμε τν ζωηφόρο θάνατο. Ατς θάνατος εναι ζωή. Συνεχς ν μ πασχολ πς θ κάνω τν ρα το θανάτου, τν μέρα τς κλήσεως το Κυρίου, μέρα χαρς κα ορτς! Τν ξοδό μας ν τν θεωρομε τ μεγαλύτερο πανηγύρι, τν πι χαρμόσυνη μέρα, πειδ θ μεταβομε ες τν γάπη το Θεο! χι ν λυπηθ, πειδ θ πεθάνω, λλ’ ντιθέτως ν χαρ κα ν π: «Δόξα Σο Θεός! Δόξα Σο Θεός, πο μ κάλεσες ν φύγω!».
Εναι μία ργασία πολ λεπτ ατή. να μπορέσωμε ατ τν κρίσιμη στιγμ ν πομε: «Δόξα Σο Θεός, πο μ κάλεσες ν φύγω π τν παρόντα κόσμο, γι ν τενίζω τν δόξαν το προσώπου Σου στν αωνιότητα!».
λλ χρειάζεται μεγάλη προσοχ ατ ργασία, ταπεινοφροσύνη μεγάλη κα γάπη πολλ πρς τος χθρούς. Χωρς ατ τν γάπη δν μπορομε ν κάνουμε τίποτε. Ατ εναι τ διαβατήριο γι τ αώνιο ταξίδι.
ς χωμε βεβαα τν μπιστοσύνη ες τ λεος το Θεο. Θ μς λεήση Κύριος. μέρα το θανάτου δν εναι πόθεσις πελπισίας κα πογοητεύσεως, πο μποδίζει τν λπίδα ες τ λεος το Θεο. Θ μς λεήση Θεός. Παρ’ λη τν ναξιότητά μας, θ μς λεήση Θεός! Ν χωμε βεβαα τν λπίδα κα τν πεποίθησι στ λεος το ορανίου Πατρς κα ν σκεπτώμεθα τν συνάντησι μετ το Κυρίου. «Πότε θ λθω, Κύριε, κοντά Σου; Πότε θ Σ δ; Πότε τ Πρόσωπό Σου διηνεκς θ εφραίνη τν ψυχή μου;»
ς δουλέψωμε, λοιπόν, τ πέραν το τάφου... ν εναι νος μου συνεχς στν Θεό, δν μαρτάνω. και θ μπορέσω ν σπάσω ατ τν πύλη το θανάτου, στε ν εναι νοικτ σ μένα π τν παροσα ζωή. Ν στέκωμαι στν κτ τς παρούσης ζως κα κε ν χω στημένο τ κτοξευτήριο, π’ που θ πετάξω πλέον μ χαρ στν τελεύτητη μακαριότητα... Γιατί θ φύγωμε π τν βίο πότομα... Μς ναμένει Κύριος... Μς ναμένει...
Μς ναμένει.... Ατς εναι νεκλάλητη χαρά, αώνιος Ζωή, καυστικ γλυκύτης, τρισήλιος δόξα! Εχηθτε στν Θε ν μο δώση χριστιαν τ τέλη.ν πεθάνω ρθιος κα ν μ ξιώση ν πεθάνω γι τν γάπη Του.
θάνατος εναι λευθερία! Ν χωμε εφροσύνη ταν σκεπτώμεθα τν θάνατο. Ατ θ βοηθήση μς προσωπικά, λλ κα τν κκλησία.


1.   μιλία το Πατρς Δαμασκηνο πρς τς δελφς τς Ι. Μ. γ. ωάννου, τν 23ην Αγούστου 1984.
2.   Πράγματι Θες ξεπλήρωσε τν πιθυμία το Γέροντα. Λίγες μέρες πρ τς κδημίας το λαβε τ οράνιο μήνυμα τς ναχωρήσεώς του.

  “Λαχτάρα Αωνιότητος”
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΚΑΤΡΑΚΟΥΛΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.