
«Ἡ λεηλασία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους δὲν ἔχει τὸ ἀντίστοιχό της στὴν Ἱστορία»
Σὲρ Στῆβεν Ράνσιμαν.
“Ιστορία τῶν Σταυροφοριών”
Η Δ' ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ: ΤΟ ΑΛΟΘΙ ΤΩΝ ΦΡΑΓΚΟΛΑΤΙΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ
Ἐνῶ τονίζεται ἡ 29η Μαΐου 1453 ὡς τὸ τέλος τῆς χιλιόχρονης αὐτοκρατορίας μας, τὸ κυριότερο γεγονὸς ποὺ κλόνισε τὴν ὕπαρξή της ἀνεπανόρθωτα, καὶ ὁδήγησε στὸν ὁριστικὸ τερματισμὸ τῆς ὑλικῆς καὶ οἰκονομικῆς ὑπεροχῆς τοῦ κράτους μας σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη, καὶ τελικὰ στὸ 1453, δηλαδὴ ἡ καταστροφὴ τῆς Ρωμανίας ἀπὸ τὴ Δύση, μὲ την Άλωση τῆς Νέας Ρώμης/Κωνσταντινούπολης τὴν 13η Ἀπριλίου 1204 ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους, ἀποσιωπᾶται ἢ δὲν τοῦ δίνεται ἡ πρέπουσα σημασία. Θα ἔλεγε κανείς, ὅτι ἐπειδὴ ὁ προσανατολισμὸς τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους ἦταν πρὸς τὴ Δύση, οἱ ἡγέτες τοῦ σκέφτηκαν ὅτι αὐτὸς ὁ προσανατολισμὸς συνεπάγεται ἀπαραίτητα καὶ τὴ λήθη τῆς ἱστορίας, τὴ λήθη τοῦ γεγονότος οτι ἐξαιτίας τῆς Ἅλωσης τοῦ 1204 Ἡ Ρωμηοσύνη στάθηκε ἀδύναμη νὰ ἀντιμετωπίσει τοὺς Τούρκους. Με ἄλλα λόγια, ἡ Ἅλωση τοῦ 1204 ὁδήγησε στὰ 400-600 χρόνια Τουρκοκρατίας, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ συμπέρασμα ἀπωθήθηκε, πιθανότατα λόγω τοῦ ἰδεολογικοῦ προσανατολισμοῦ τῆς ἡγετικῆς τάξης τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους. Εἶναι σήμερα γενικὰ παραδεκτό, πὼς αὐτὴ ἦταν ἡ αἰτία τῆς ἐπικράτησης τῶν Τούρκων στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ τὰ Βαλκάνια. Ἕνα Ρωμαίικο Κράτος ποὺ δὲν θὰ εἶχε ὑποστεῖ τὴν Ἅλωση τοῦ 1204, πιθανότατα θὰ ἀνέκαμπτε, ὅπως εἶχε κάνει πολλὲς φορὲς στὸ παρελθὸν ἄλλωστε, καὶ θὰ...
ἀντιμετώπιζε τοὺς Τούρκους νικηφόρα, ὅπως καὶ τοὺς Ἄραβες. Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ εὐκαιρία δὲν δόθηκε στὴν ρωμηοσύνηἩ εὐκαιρία νὰ χτυπηθεῖ ἡ Ρωμηοσύνη, δὲν ἄργησε νὰ δοθεῖ στοὺς Φραγκολατίνους. Ἤδη ἀπὸ τὸν 12 αἳ πολλὲς δεκάδες χιλιάδες ἀπὸ αὐτοὺς ὑπῆρχαν στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀπολάμβαναν προνόμια καὶ ἦταν προκλητικοὶ πρὸς τοὺς Ρωμηοὺς τῆς Κωνσταντινούπολης. Ὁ αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Ἃ’ Κομνηνὸς παραχώρησε τὸ 1082 ὑπέρμετρα δικαιώματα ποὺ τοὺς ἔκαναν μισητοὺς στοὺς Ρωμαίους. Ὁ Ἰωάννης ὁ Β’ ἔκανε κάποιες προσπάθειες ὥστε θὰ θέσει τέλος στὰ προνόμια αὐτά. Ἀλλὰ ἡ ἐνέργεια τοῦ αὐτή, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ἐχθροπραξίες ἀπὸ μέρους τοὺς τόσο στὸ Αἰγαῖο, ὅσο καὶ στὸ Ἰόνιο καὶ τὴν Ἀδριατική. Ἀναγκάστηκε, ὁ αὐτοκράτορας νὰ ξαναδώσει πίσω τὰ προνόμια, ὅταν ὁ στόλος τῶν Βενετῶν κινήθηκε ἐχθρικὰ πρὸς τὰ ἐδάφη τῆς Ρωμανίας. Οἱ Λατίνοι. εἶχαν ἀλλοιώσει πολλὲς πλευρὲς τῆς δημόσιας ζωῆς καὶ οἰκονομικὰ διείσδυαν στὸν ἐμπορικὸ/ἐπαγγελματικὸ ἱστὸ συμβάλλοντας στὴν παρακμὴ τῆς αὐτοκρατορίας. Ἡ Ρωμαϊκὴ οἰκονομία, πλέον ἦταν ὑποχείριό της δύσης.
Ὁ λαὸς τῆς Ρωμηοσύνης, ἀντιστάθηκε στὶς προκλήσεις τους, μὲ μεγάλες ἐξεγέρσεις, οἱ ὁποῖες βάφτηκαν μὲ αἷμα. Τὸν Μάιο τοῦ 1182, ἔγινε ἡ πρώτη ἐξέγερση κατὰ τῶν Λατίνων. Μία ἐπανάσταση ποὺ χαρακτηρίστηκε ἀπὸ σφαγὲς καὶ ἐξανδραποδισμούς. Κάτω ἀπὸ τὴν πίεση τῆς κατάστασης ὁ Ἀνδρόνικος ὁ Ἃ’ ἀναγκάστηκε νὰ υἱοθετήσει τὴν ἀντιλατινικὴ πολιτική. Ὅπως εἶναι φυσικό, οἱ Λατίνοι ἀντέδρασαν κατὰ τῆς Ρωμανίας. Ἡ ἐπεκτατικὴ πολιτικὴ τοὺς ἐκφράστηκε μὲ τὴν ἐπίθεση τῶν Οὔγγρων στὴ βαλκανικὴ τὸ 1183 καθὼς καὶ μὲ τὴν ἐπίθεση τῶν Νορμανδῶν κατὰ τῶν Ρωμαϊκῶν ἐδαφῶν τὸ 1185, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἅλωση τῆς Θεσσαλονίκης. Ἀκολούθησε νέα ἐπανάσταση τοῦ δυσαρεστημένου ἀπὸ τὰ γεγονότα λαοῦ στὴ τὴν ὁποία σφαγιάστηκε ὁ Ἀνδρόνικος.
Αὐτοκράτορας ἔγινε ὁ Ἰσαάκιος ὁ B΄ ὁ Ἄγγελος. Δυστυχῶς, ἐκείνη τὴν περίοδο, ἡ Ρωμανία ἔπασχε ἀπὸ ἐλλιπῆ ἡγεσία Οἱ Ἄγγελοι ἦταν ἴσως ἡ χειρότερη δυναστεία! Ὁ Παπαρρηγόπουλος λέει (Δ΄ Β 237): “ἡ ὀλεθρία τῶν Ἀγγέλων γενεά”. ὁ Ἰσαάκιος προσπάθησε νὰ ἔρθει σὲ συνεννόηση μὲ τοὺς Λατίνους καὶ νὰ τοὺς παραχωρήσει ξανά, εὐνοϊκὴ μεταχείριση. Τὸ 1187 ἐπαναφέρει τὰ προνόμια τῶν Βενετῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν πλέον τὴν ὑποχρέωση νὰ μὴν συνάπτουν συμμαχίες ἐνάντια στὴν Αὐτοκρατορία. Τὸ 1195 ἀνατρέπεται ὁ Ἰσαακιος ἀπὸ τὸν Ἀδελφό του Ἀλέξιο Γ’ , πράγμα τὸ ὁποῖο κάνει τοὺς Βενετοὺς σκεπτικούς, ἂν καὶ τὰ προνόμια τοὺς ἀνανεώνονται.
Ὁ Πάπας Ἰννοκέντιος ὁ Γ’ ἦταν ὁ πνευματικὸς πατέρας τῆς 4ης Σταυροφορίας. Υπήρχε σὲ αὐτὴν ἕνα ἀνάμεικτο πνεῦμα ἀρρωστημένης θρησκευτικότητας καὶ «ἰπποτικῆς» ἰδεολογίας. Ἔστειλε τοὺς Λατίνους ἱεροκήρυκες νὰ προωθήσουν τὴν ὑπόθεση τοῦ ἱεροῦ πολέμου στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη. τὴν κήρυξη τοῦ ἱεροῦ πολέμου. Ὁ Θεοβάλδος ὁ Γ΄., κόμης τῆς Καμπανίας, κήρυξε τελικὰ τὸν (ἀνίερο) πόλεμο. Οἱ Σταυροφόροι “Ηταν ἕνα περίεργο ἀνακάτωμα ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ θρήσκους ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἀποβράσματα τῆς κοινωνίας, ἀπὸ ἀνθρώπους, δηλαδή, ποὺ ἦταν ἱκανοὶ γιὰ κάθε ἔγκλημα” [Παντὶτ Νεχροὺ “Παγκόσμιος Ἱστορία”, ἐπιστολὴ 62α]. Μυριάδες λαοῦ ἔσπευσαν στὸ κάλεσμα τῶν κηρύκων τῆς Σταυροφορίας. Η θρησκευτικότητα ἦταν πρόσχημα καὶ ἐπικάλυψη τῆς κατάκτησης. Οι ἐλευθερωτὲς τῶν Ἁγίων Τόπων εγιναν κατακτητὲς τῆς Ἀνατολῆς, κοσμικοὶ καὶ πνευματικοὶ ἀφέντες καὶ δυνάστες. Τὸ φεουδαρχικὸ κλίμα τῆς Φράγκικης Δύσης μεταφυτεύτηκε στὴν Ἀνατολή.
To συμβούλιο ποὺ ἀποτελεῖτο ἀπὸ τοὺς Φεουδάρχες οἱ ὁποῖοι λάμβαναν μέρος στὴν σταυροφορία ἀποφάσισε πὼς ἡ συγκέντρωση θὰ γινόταν στὴν Βενετία καὶ κατόπιν θὰ κατευθύνονταν εἴτε στὴν Συρία, εἴτε στὴν Αἴγυπτο. Οἱ σταυροφόροι ἔπασχαν τόσο ἀπὸ πλευρᾶς ὀργάνωσης καὶ ἐξοπλισμοῦ, ὅσο καὶ στὰ οἰκονομικά. Γι’ αὐτὸ συνάψανε συμφωνία μὲ τοὺς Βενετούς, μὲ τὴν ὁποία θὰ παρείχετο τροφὴ καὶ ὑποστήριξη, ἔναντι 85.000 μάρκων. Ἐπίσης προσέφεραν καὶ τὰ μισὰ ἐδάφη ποὺ θὰ κατακτοῦσαν οἱ σταυροφόροι. Οἱ περισσότεροι ἔφτασαν τὸ 1202, ἀργοπορημένα στὴν Βενετία. Ἡ ὀργάνωση, ὁ ἐξοπλισμὸς καὶ τὰ οἰκονομικά τους ἦταν σὲ ἄθλια κατάσταση. Μία καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ τηρήσουν τὶς ὑποχρεώσεις τους, οἱ σταυροφόροι ἀναγκάστηκαν νὰ βοηθήσουν τοὺς Βενετοὺς χτυπώντας ἐχθρικὲς πόλεις, ὡς «πληρωμή». Κατέστρεψαν καὶ λεηλάτησαν τὴν πόλη Ζάρα.
Ὁ Βολταῖρος ἔλεγε ὅτι ἡ “Ἁγία Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία τοῦ Γερμανικοῦ Ἔθνους” δὲν ἦταν οὔτε ἁγία, οὔτε ρωμαϊκὴ οὔτε καν αὐτοκρατορία! Ἡ Βενετικὴ “Serenissima Repubblica” (Γαληνότατη Δημοκρατία) κατ’ ἀναλογία , οὔτε γαλήνια, οὔτε καὶ Δημοκρατία ἦταν. Ἦταν ἕνα κράτος βαθιὰ ἰμπεριαλιστικό, πλουτοκρατικό, ἀποικιοκρατικὸ καὶ ρατσιστικὸ / ἀριστοκρατικό. Τὸ Βενετικὸ κράτος ἦταν «ἐμπορικό». Βεβαίως, δὲν γνωρίζουμε ἂν τὸ νὰ εἶσαι κλέπτης καὶ κλεπταποδόχος εἶναι «ἐμπόριο». Ο Φράγκος σταυροφόρος ἐντυπωσίασε, κλέβοντας καὶ διαλύοντας τὴν Ρωμηοσύνη. Δεν εἶναι μόνο τὰ «ἐλγίνεια» μάρμαρα ποὺ ξέρουμε ὅλοι. Ὅποιος ἔχει ἐπισκεφθεῖ τὴν Ἰταλία, θαυμάζει, τὰ τέσσερα χάλκινα ἄλογα ποὺ κοσμοῦν τὸν ἐξώστη τοῦ ναοῦ, τὰ ὁποία κάποτε στόλιζαν τὸν Ἱππόδρομο τῆς Κωνσταντινούπολης! Ἀκόμα καὶ ἡ βαριὰ μεγαλοπρεπὴς χαλύβδινη πόρτα τοῦ ναοῦ, κάποτε κοσμοῦσε τὴν Ἁγία Σοφία! Ἡ Βενετία, ξεκίνησε ὡς μία καθαρὰ Ρωμαίικη πόλη, ἀλλὰ τελικὰ κατάληξε νὰ ἀλωθεῖ πολιτισμικὰ ἀπὸ τοὺς Φράγκους καὶ νὰ γίνει καὶ αὐτὴ Φραγκική. Αὐτὸ συνέβη, κυρίως, μετὰ τὴν κατάληψη τοῦ Πατριαρχείου Ρώμης ἀπὸ τοὺς Φράγκους. Γιὰ παράδειγμα, ὡς τὸν 10ο αἰώνα τὰ δημόσια ἔγγραφά της Βενετίας ἄνοιγαν μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορα. Στὰ τέλη τοῦ 12ου αἰώνα ὅλοι οἱ Δόγηδες ἔφεραν τίτλους Ρωμηῶν αὐλικῶν ἀξιωματούχων. Τὸ σύστημα χρονολόγησης τῶν ἐγγράφων παρέμεινε Ρωμαϊκὸ καὶ συνέχισε νὰ χρησιμοποιεῖ τὸ μεσαιωνικὸ Index, ἐνῶ ὡς τὴν ἐνθρόνιση τοῦ τελευταίου βενετοῦ Δόγη τὸ 1789 τὸ τελετουργικὸ ἀκολουθοῦσε αὐστηρὰ τὴ Ρωμαίικη παράδοση. [GHERARDO ORTALLI, «H Βενετία καὶ τὰ ἴχνη τοῦ Βυζαντίου», ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-10-2004] Μόνο μετὰ τὸ 1797, ὅποτε καὶ ἐγκαθιδρύθηκε ἡ «Γαληνότατη Δημοκρατία», ἡ Βενετία ἀπέταξε ἐντελῶς τὰ σύμβολα τῆς Ρωμαίικης αὐτοκρατορίας.
Στὴν πόλη Ζάρα στὴν Ἀδριατικὴ Ἀκτή, ἀρχὲς τοῦ 1203, οἱ σταυροφόροι δέχτηκαν τοὺς ἀντιπροσώπους τοῦ Ἀλέξιου Δ΄ Ἀγγέλου , υἱοῦ τοῦ ἐκθρονισμένου καὶ τυφλωμένου Ἰσάκιου Β΄ Ἀγγέλου,. Ἡ ἀδελφή του Ἀλέξιου εἶχε παντρευτεῖ τὸν βασιλιὰ τῆς Σουηβίας Φίλιππο. Ὁ Ἀλέξιος Δ΄ ἔχει χαρακτηριστεῖ ὁ «Ἐφιάλτης» τῆς Ρωμανίας! Αὐτὸς ἔφερε τοὺς Λατίνους Σταυροφόρους στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἤθελε νὰ ἀποκαταστήσει, στὸν θρόνο, τὸν πατέρα τοῦ Ἰσαάκιο. Συνεργάστηκε ὅμως, μὲ τοὺς ἐχθρούς της αὐτοκρατορίας, γιὰ νὰ πετύχει τὸν σκοπό του. Οἱ Σταυροφόροι δὲν μπόρεσαν νὰ ἀποφασίσουν, καὶ ἀπέπλευσαν πρὸς Κέρκυρα, ὅπου ὁ Ἀλέξιος ἐπανέλαβε τὶς προτάσεις του.
Σημαντικὸ ρόλο ἔπαιξε ὁ δόγης τῆς Βενετίας Ἐρρίκος Δάνδολος, ὁ ὁποῖος ἔτρεφε μίσος κατὰ τῶν Ρωμηῶν. Ὁ Δάνδολος ἔγινε Δόγης ὅταν ἦταν 85 ἐτῶν. Εἶχε τυφλωθεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐνῶ ἦταν ἐπικεφαλῆς μίας πρεσβείας τῶν Βενετῶν στὸν Μανουὴλ Ἃ΄ Κομνηνό. Τὸ 1171, ὁ αὐτοκράτορας, ἔχοντας ἀπηυδήσει ἀπὸ τὴν “ἀνυπόφορη” συμπεριφορὰ τῶν Βενετῶν ἐμπόρων, εἶχε συλλάβει μερικοὺς ἀπὸ αὐτούς. Ὁ Δάνδολος θὰ ἔλθει, τότε, σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Μανουὴλ Α΄ καὶ σὲ μία συμπλοκὴ στὴν Πόλη, τραυματίστηκε καὶ τυφλώθηκε, σύμφωνα μὲ τὸν Στῆβεν Ράνσιμαν. Ἔτσι, ὁ Δάνδολος μισοῦσε θανάσιμά τους Ρωμηοὺς καὶ ἀνέμενε κάποια εὐκαιρία, γιὰ ἕνα ξεκαθάρισμα λογαριασμῶν. Ἑπόμενο ἦταν νὰ «ἁρπάξει τὴν εὐκαιρία» καὶ νὰ ἀσκήσει καὶ αὐτὸς ἐπιρροή, ὥστε ἡ ἐκστρατεία νὰ κατευθυνθεῖ πρὸς τὴν Νέα Ρώμη / Κωνσταντινούπολη.
Τὸν Μάιο τοῦ 1203 ὁ στόλος τῶν σταυροφόρων ἔφυγε ἀπὸ τὴν Κέρκυρα καὶ ἔφθασε στὴν Βασιλεύουσα τὸν Ἰούνιο. O ἱππότης Γοδεφρεῖδος Βιλλεαρδουΐνος, ποὺ μετεῖχε ὁ ἴδιος στὴ Σταυροφορία, ἔκπληκτος καὶ αὐτός, ἔγραψε χρονογραφία («Χρονικό της Κατάκτησης τῆς Κωνσταντινούπολης») ποὺ δίνει σαφῆ εἰκόνα τῶν ἐντυπώσεων, σχετικὰ μὲ τὸ μέγεθος τοῦ ρωμαϊκοῦ πολιτισμοῦ, ποὺ ἀντίκρισαν οἱ στρατιῶτες:
Παράγραφος 128.: «Τώρα μπορεῖτε νὰ μάθετε πὼς κοίταζαν ἐπίμονα τὴν Κωνσταντινούπολη ἐκεῖνοι ποὺ δὲν τὴν εἶχαν δεῖ ποτὲ [σ.σ.: ἀναφέρεται στὴν στιγμὴ ὅπου τὰ δυτικὰ στρατεύματα πρωτοαντίκρισαν τὴν Πόλη, 24 Ἰουνίου 1203]. Γιατί δὲν μποροῦσαν καθόλου νὰ σκεφτοῦν πὼς μπορεῖ νὰ ὑπάρχει σὲ ὅλο τὸν κόσμο μία τόσο ΠΛΟΥΣΙΑ πόλη, ὅταν εἶδαν αὐτὰ τὰ ψηλά της τείχη καὶ τοὺς ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ πύργους κι αὐτὰ τὰ ΠΛΟΥΣΙΑ παλάτια μὲ τὶς ψηλὲς ἐκκλησίες, ποὺ ἦταν τόσες πολλὲς ποὺ κανεὶς δὲν θὰ τὸ πίστευε ἂν δὲ τὸ ἔβλεπε μὲ τὰ μάτια του, καὶ ἀκόμα τὸ μῆκος τῆς πόλης ποὺ κυβερνοῦσε τὶς ὑπόλοιπες. Καὶ μάθετε πὼς δὲν ὑπῆρξε ἄνθρωπος, ἄνθρωπος τόσο ἀσυγκίνητος, ποὺ νὰ μὴν ἀνατριχιάσει. Κι αὐτὸ δὲν ἦταν καθόλου περίεργο, γιατί ποτὲ δὲν ἀνέλαβαν ἄνθρωποι μία τόσο μεγάλη ἐπιχείρηση ἀπὸ τότε ποὺ χτίστηκε ὁ κόσμος.»
Τρομοκρατημένος ὁ σφετεριστὴς αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Γ΄ διέφυγε στὴν Θράκη παίρνοντας μαζί του τὸ κρατικὸ θησαυροφυλάκιο. Μὲ τὴν βοήθεια τῶν Φράγκων ποὺ παρέμειναν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὁ τυφλωμένος πρώην αὐτοκράτορας Ἰσαάκιος Β΄ Ἄγγελος ἀποκαταστάθηκε στὸν θρόνο του. Συναυτοκράτορας ἔγινε ὁ υἱὸς τοῦ Ἀλέξιος Δ΄ Ἄγγελος. Ὁ Ἰσαάκιος ἐπικύρωσε μὲ χρυσοβουλλο ὅλες τὶς ὑποχρεώσεις ποὺ εἶχε ἀναλάβει ἀπέναντι στοὺς Σταυροφόρους ὁ Ἀλέξιος ὁ Δ΄. Ἡ βασιλεία τους, ὅμως, δὲν κράτησε πολύ.
Ὁ λαὸς ἀντέδρασε στὴν ὑποδούλωση στοὺς δυτικούς, ποὺ ἦταν ἐμφανὴς καὶ ξέσπασε ἐπανάσταση. Τὴν ἀγανάκτηση τοῦ πληθυσμοῦ προκάλεσαν ἡ ἐπιβολὴ βαριᾶς φορολογίας καὶ ἡ ληστρικὴ συμπεριφορὰ τῶν σταυροφόρων. Ἡ ἐπανάσταση εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ὁ Ἀλέξιος Δ' νὰ χάσει τόσο τὸ στέμμα, ὅσο καὶ τὴν ἴδια τὴ ζωή του. Στὸ θρόνο ἀνέβηκε ὁ γαμπρὸς τοῦ Ἀλέξιου Γ', Ἀλέξιος Ἐ' Δούκας Μούρτζουφλος τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1204. Οἱ σταυροφόροι ἐκμεταλλεύθηκαν τὴν εὐκαιρία καὶ ἀποφάσισαν νὰ ἐπέμβουν, αὐτὴ τὴ φορὰ ὅμως γιὰ νὰ τοποθετήσουν ὄχι μία Ρωμαίικη κυβέρνηση, ἀλλὰ μία δική τους. Μὲ εἰσήγηση τοῦ δόγη τῆς Βενετίας Δάνδολου ὑπέγραψαν μπροστὰ στὰ τείχη τῆς Κωνσταντινούπολης συμφωνία διανομῆς τῶν ἐδαφῶν τῆς Ρωμανίας (Partitio Romaniae) καὶ ἄρχισαν τὴν πολιορκία τῆς πόλης ποὺ ἔπεσε στὰ χέρια τους στὶς 13 Ἀπριλίου 1204. Ἡ εἰρωνεία τῆς τύχης εἶναι πὼς ὁ Δάνδολος πέθανε στὴν Κῶν/πόλη καὶ θάφτηκε στὴν Ἁγία Σοφία.
Ἡ "βασιλίδα τῶν πόλεων", ἀπόρθητη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς ἵδρυσής της ὑπέκυψε γιὰ πρώτη φορὰ στὸν ἐχθρό. Φοβερὲς λεηλασίες καὶ σφαγὲς ἀκολούθησαν τὴν ἅλωση τῆς Πόλης. Κύριοί της Κωνσταντινούπολης οἱ σταυροφόροι καὶ οἱ συνεργάτες τοὺς Βενετοὶ ἐπέβαλαν τὸ δίκαιό του κατακτητῆ. Οι σφαγὲς καὶ ἡ λεηλασία τῶν δημόσιων κτηρίων καὶ τῶν ἰδιωτικῶν κατοικιῶν ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο. Άπληστοι καὶ ἀκόρεστοι οἱ ἱππότες τῆς Δύσης ἐπέπεσαν πάνω στὰ θαυμαστὰ πλούτη καὶ τοὺς θησαυροὺς ποὺ εἶχαν συγκεντρώσει αἰῶνες πολιτισμοῦ στὴ Βασιλεύουσα. [«H Δ’ Σταυροφορία καὶ ἡ πρώτη Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης», Νίκος Γ.Μοσχονᾶς Ἰνστιτ. Βυζαντ. Ἐρευνῶν, ἔνθετο "Ἑπτὰ Ἡμέρες" ἐφημ "Καθημερινή", 1-11-98].
Ὁ Πάπας Ἰννοκέντιος Γ' (1198-1216), θὰ ἀπειλήσει, δῆθεν, τοὺς Σταυροφόρους μὲ ἀφορισμό, ἀλλὰ θὰ φροντίσει νὰ λησμονήσει, ἐγκαίρως, τὴν ἀπειλή του. Μετὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Βασιλεύουσας, θὰ γράψει πρὸς τὸν αὐτοκράτορα τῆς Νίκαιας Θεόδωρο Λάσκαρη ὅτι «οἱ Λατίνοι ὑπῆρξαν ὄργανο τῆς Θείας Προνοίας, ποὺ τιμώρησε τοὺς 'Ἕλληνες γιὰ τὴν ἄρνησί τους νὰ δεχθοῦν τὴν ἡγεσία τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας» [Ἀρχιεπισκόπου πρ. Θυατείρων καὶ Μ. Βρεταννίας Μεθοδίου Γ. Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας, “'Ἕλληνες καὶ Λατίνοι”, Α.Δ.Ε.Ε., Ἀθήνα , σ. 278,] Σὲ ὁλόκληρη τὴν Δύση θὰ ψάλλουν ὕμνους γιὰ νὰ πανηγυρίσουν τὴν πτώση τῆς «μεγάλης ἀνίερης (profana) πόλεως».
Στὴ θέση τοῦ αὐτοκράτορα τοποθετήθηκε νέα λατινικὴ κυβέρνηση. Οἱ κληρονόμοι τοῦ Ρωμαϊκοῦ θρόνου, ἀπὸ τὶς ἐπαρχίες τῆς αὐτοκρατορίας, ἐπρόκειτο νὰ συνεχίσουν τοὺς ἀγῶνες, μέχρι τὴν ἀνάκτησή της τὸ 1261 ἀπὸ τὸ Μιχαὴλ Ἡ' Παλαιολόγο.
ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ:
«Οἱ ἐπιπτώσεις τῆς Τέταρτης Σταυροφορίας ἐπὶ τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ ὑπῆρξαν ἐξ ὁλοκλήρου καταστρεπτικές. Ἡ λάμψη τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, τὴν ὁποία τὸ Βυζάντιο (σ.σ: διάβαζε Ρωμανία) συντηροῦσε ἐπὶ ἐννέα αἰῶνες μετὰ ἀπὸ τὴν ἐπιλογὴ τῆς Κωνσταντινούπολης ὡς πρωτεύουσας, ἔσβησε ξαφνικά... Το ἔγκλημα τῆς Τέταρτης Σταυροφορίας παρέδωσε τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴ Βαλκανικὴ Χερσόνησο σὲ ἔξι αἰῶνες βαρβαρότητας... Προκειμένου νὰ ἀντιληφθοῦμε τὴν πλήρη σημασία τῆς λατινικῆς κατάκτησης τῆς Κωνσταντινούπολης, πρέπει νὰ προσπαθήσουμε νὰ συνειδητοποιήσουμε ποιὸς θὰ ἦταν σήμερα ὁ πολιτισμὸς τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης, ἂν ἡ πρὸ ἔξι αἰώνων Ρωμανία δὲν εἶχε καταστραφεῖ. Μπορεῖ κανεὶς νὰ φανταστεῖ ὄχι μόνο τὴ Μαύρη Θάλασσα, τὸν Βόσπορο καὶ τὸν Μαρμαρὰ νὰ περιβάλλονται ἀπὸ προοδευτικὰ καὶ πολιτισμένα ἔθνη. ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τὰ ἀνατολικὰ καὶ νότια παράλια της Μεσογείου νὰ ἔχουν ἐπιστρέψει ὑπὸ μία καλὴ διακυβέρνηση καὶ ὑπο μια θρησκεία ἡ ὁποία δὲν ἀποτελεῖ φραγμὸ στὸν πολιτισμό...» [σὲρ Ἔντουιν Πήαρς, «Ἡ Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1204»]
Ἡ λεηλασία καὶ ἀπογύμνωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ ὅλα της τὰ πλούτη, δὲν εἶχε ὅμοιό της. Ὅσοι τολμοῦσαν νὰ ἀντισταθοῦν σφάζονταν ἐπὶ τόπου. Δὲν ἔμεινε παλάτι, ἀρχοντικὸ ἐκκλησία μεγάλη ἢ μικρή, μοναστήρι, χαμοκέλα, ποὺ νὰ μὴν ὑποστεῖ φρικώδη λεηλασία. Ἰδίως τοὺς προσέλκυσε ὁ μυθικὸς πλοῦτος τῆς Ἁγίας Σοφίας. Μπῆκαν μέσα στὸν Ἱερὸ Ναὸ μὲ ἄλογα καὶ μουλάρια ποὺ λέρωναν μὲ τὶς κοπριὲς τοὺς τὸ μαρμάρινο δάπεδο. Καὶ ἄρχισαν μὲ φρενιτιώδη ταχύτητα νὰ ξηλώνουν καὶ νὰ παίρνουν τὰ πάντα: ἀπὸ ἅγια δισκοπότηρα, εὐαγγέλια, ἱερὰ ἄμφια, ἅγιες εἰκόνες, τὴν Ἁγία Τράπεζα, καὶ τὸ ἀσημένιο εἰκονοστάσιο τοῦ Τέμπλου, ἀφοῦ προηγουμένος τὸ ἔκαναν κομμάτια, μανουάλια, πολυκάνδηλα, μέχρι καὶ κουρτίνες. Μάλιστα κατὰ τὴ διάρκεια τῆς λεηλασίας μία Γαλλίδα πόρνη ἀνεβασμένη στὸν πατριαρχικὸ θρόνο χόρευε ἄσεμνα μισόγυμνη καὶ τραγουδοῦσε. Οὔτε οἱ τάφοι τῶν Αὐτοκρατόρων γλύτωσαν: συλήθηκαν ὅλοι, ἐνῶ τὰ λείψανα πετάχτηκαν ἐδῶ κι ἐκεῖ. π.χ. τὸ πτῶμα τοῦ Βασίλειου Β’ Μακεδόνα πετάχτηκε ἔξω καὶ στὰ χέρια τοῦ τοποθέτησαν οἱ Φράγκοι μία φλογέρα –εἰρωνικὰ -. Μὲ ἀφορμὴ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὁ Παλαμᾶς ἔγραψε τὸ ποίημα «ἡ φλογέρα τοῦ βασιλιᾶ».
Κυρίως ὅμως καταστράφηκαν ἀναρίθμητα ἔργα τέχνης. Τόσο τῆς κλασσικῆς ἀρχαιότητας (π.χ. ἀγάλματα τοῦ Δία, τοῦ Ἀπόλλωνα, τῶν Διοσκούρων, τὸ χάλκινο ἄγαλμα τοῦ Ἡρακλῆ ἀπὸ τὸν Λύσσιπο τὸν Σικυώνιο, τῆς Ἄρτεμης, τῆς Ἥρας, τῆς Ἑλένης τοῦ Μενελάου κ.α. ποῦ κοσμοῦσαν δρόμους, πλατεῖες καὶ παλάτια τῆς Βασιλεύουσας) ὅσο καὶ τῆς Ρωμαϊκῆς περιόδου, τὰ ὁποία κομματίαζαν γιὰ νὰ ἀφαιρέσουν τὸ χρυσό, τὸ ἀσήμι καὶ τοὺς πολύτιμους λίθους, ἐνῶ τὰ κατασκευασμένα ἀπὸ χαλκὸ τὰ ἔλυωναν στὰ καμίνια γιὰ νὰ κόψουν νομίσματα. Τα ἀρχαία ἑλληνικὰ χειρόγραφα καίγονταν ἀπὸ τοὺς σταυροφόρους, γιὰ νὰ ψήσουν τὰ κρεατικά τους! Οἱ πιὸ φρικτοὶ ἀπὸ ὅλους ἦταν οἱ Γάλλοι καὶ οἱ Φλαμανδοί, ἐνῶ ἀντιθέτως οἱ Βενετοὶ ποὺ ἦταν ἐξοικειωμένοι μὲ τὸ Ρωμάϊκο πολιτισμὸ ἦταν οἱ πλέον φιλεύσπλαχνοι ἔναντι τῶν ἡττημένων: Ἦταν τέτοια ἡ ἔκταση τῆς καταστροφῆς ποὺ στὸ τέλος τὸ ἄλλοτε περικαλλὲς ἄστυ, ἡ Βασιλίδα τῶν πόλεων τῆς οἰκουμένης, ποὺ ἐπὶ 9 αἰῶνες εἶχε συσσωρεύσει ἀμύθητα πλούτη, κατάντησε σκέτο κουφάρι!
Μεθυσμένοι ἀπὸ τὴ νίκη τοὺς οἱ Φραγκοδυτικοὶ περιγελοῦσαν τοὺς νικημένους, φοροῦσαν μὲ γελοῖο τρόπο τὰ ροῦχα ποὺ τοὺς εἶχαν ἁρπάξει, τοποθετοῦσαν στὰ κεφάλια τῶν ἀλόγων τοὺς τὶς καλύπτρες καὶ τὰ κοσμήματα τῶν Ρωμηῶν. Ἄλλοι κρατοῦσαν ἀντὶ γιὰ σπαθὶ χαρτιά, μελανοδοχεῖα, καὶ βιβλία, καὶ περιφέρονταν στοὺς δρόμους τῆς Πόλης, παριστάνοντας τοὺς λογίους. Τὸ πιὸ τραγικὸ ἀπὸ ὅλα ἦταν ὅμως ὅτι ὁλόκληρος ὁ γυναικεῖος πληθυσμὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀδιακρίτως ἡλικίας ἢ ἰδιότητας (μοναχὲς) ὑποβλήθηκε στὴν τρομερὴ διαδικασία τοῦ βιασμοῦ. Τότε ἀκριβῶς ἐσφάγησαν οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἄρρενες κατοίκους: διότι στὴν προσπάθειά τους οἱ πατεράδες καὶ οἱ σύζυγοι νὰ διαφυλάξουν τὴν τιμὴ τῶν θυγατέρων καὶ τῶν συζύγων ἔπεσαν θύματα τῶν ἀποχαλινωμένων Δυτικῶν. Βόγκηξε ἡ Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὸν ἀτελείωτο βιασμό. Δὲν περιγράφονται τὰ μαρτύρια ποὺ ὑπέστησαν οἱ κάτοικοι ἐπὶ τρεῖς συνεχεῖς ἡμέρες, διότι τοὺς βασάνιζαν ἀπάνθρωπα γιὰ νὰ τοὺς ἀποκαλύψουν τὰ μέρη ὅπου εἶχαν κρύψει χρυσὰ καὶ ἀργυρᾶ νομίσματα καὶ κυρίως τιμαλφῆ. Μόνο ὅταν κορέστηκε ἡ δίψα τους γιὰ ἁρπαγή, αἷμα καὶ γενετήσιες ἀπολαύσεις, ἡσύχασαν, ἀφοῦ πρῶτα τους τρόμαξε μία ἔκλειψη σελήνης. Κατόπιν συγκέντρωσαν ὅλη τὴ λεία καὶ τὴν ἔθεσαν ὑπὸ τὴν φύλαξη τῶν εὐγενῶν.
Γράφει κι ὁ Νικήτας Χωνιάτης γιὰ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλης:
«Κι ἔτσι, καθένας εἶχε πόνο, στὰ στενὰ θρῆνος καὶ κλάματα, στὰ τρίστρατα ὀδυρμοί, στοὺς ναοὺς ὀλοφυρμοί, φωνὲς τῶν ἀνδρῶν, κραυγὲς τῶν γυναικών, ἀπαγωγές, ὑποδουλώσεις, τραυματισμοὶ καὶ βιασμοὶ σωμάτων. (..)Τὸ ἴδιο καὶ στὶς πλατεῖες, καὶ δὲν ὑπῆρχε μέρος ἀνεξερεύνητο ποὺ νὰ δώσει ἄσυλο σὲ αὐτούς. Χριστέ μου, τί θλίψη καὶ φόβος ὑπῆρχαν τότε στοὺς ἀνθρώπους (...) Τέτοιες παρανομίες ἔκαναν οἱ στρατοὶ ἀπὸ τὴ Δύση ἐναντίον τῆς κληρονομιᾶς τοῦ Χριστοῦ, χωρὶς νὰ δείξουν σὲ κανένα φιλανθρωπία, ἀλλὰ γυμνώνοντάς τους ὅλους ἀπὸ χρήματα καὶ κτήματα, ἀπὸ σπίτια καὶ ροῦχα. (...) καὶ τὸ πιὸ σημαντικό, αὐτοὶ ποὺ πῆραν τὸ σταυρὸ στοὺς ὤμους καὶ πολλὲς φορὲς ὁρκίστηκαν σὲ αὐτὸν καὶ στὰ θεία λόγια ὅτι θὰ περάσουν δίχως νὰ πειράξουν τὶς χῶρες τῶν Χριστιανῶν, χωρὶς νὰ κοιτάξουν ἀριστερὰ ἢ νὰ ἐκκλίνουν πρὸς τὰ δεξιά, ἀλλὰ θὰ ὁπλιστοῦν κατὰ τῶν Σαρακηνῶν καὶ νὰ βάψουν τὰ ξίφη τους μὲ τὸ αἷμα τους.(...) Οἱ δὲ Σαρακηνοὶ δὲν ἔκαναν ἔτσι, καὶ φέρθηκαν πολὺ φιλάνθρωπα καὶ εὐγενικὰ ὅταν κυρίευσαν τὴν Ἱερουσαλήμ. Γιατί οὔτε πείραξαν τὶς γυναῖκες τῶν Λατίνων, οὔτε τὸν κενὸ τάφο τοῦ Χριστοῦ ἔκαναν ὁμαδικὸ τάφο,(...) καὶ ἀφήνοντας ὅλους νὰ φύγουν μὲ ἕνα ὁρισμένο ἀριθμὸ χρυσῶν νομισμάτων καὶ ἀπὸ τὸν καθένα ἔπαιρναν μερικὰ πράγματα ἀφήνοντας τὰ ὑπόλοιπα στοὺς κατόχους τους, ἀκόμα κι ἂν αὐτὰ ἦταν σὰν τὴν ἄμμο. Κι ἔτσι φέρθηκε τὸ γένος ποὺ μάχονταν τὸ Χριστὸ [σ.σ: οἱ Ἄραβες] πρὸς τοὺς ἀλλόπιστους Λατίνους, οὔτε μὲ ξίφος οὔτε μὲ φωτιὰ οὔτε μὲ λιμὸ οὔτε μὲ διωγμοὺς οὔτε μὲ ἄλλα δεινά. Σὲ ἐμᾶς ὅμως τὰ προκάλεσαν αὐτὰ τὰ παραπάνω οἱ φιλοχριστοι καὶ ὁμόδοξοι [σ.σ: οἱ Δυτικοί της Δ΄ Σταυροφορίας], ὅπως εἴπαμε μὲ συντομία, ἂν καὶ δὲν εἴχαμε κάνει κάποιο ἀδίκημα»
Καὶ βεβαίως , εἶναι φυσικὸ ποὺ οἱ Ρωμηοὶ ἐνοίωθαν ἀπορία μὲ τὸ μέγεθος τῆς καταστροφῆς, ἀφοῦ, μὲ τὸν πόλεμο μὲ τοὺς ἄραβες , οὐδέποτε εἶχαν γνωρίσει τέτοια κτηνωδία, τοὺς φαινόταν ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ πὼς ἄνθρωποι μὲ πίστη στὸν Χριστό, ἦταν δυνατὸν νὰ φέρονται ἔτσι. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν γενικότερη ἔλλειψη ἀνεκτικότητας τῆς Δύσης, στὴ Ρωμανία οἱ «μισαλλόδοξοι Ρωμηοὶ» (ὅπως ἀρέσκονται κάποιοι νὰ ἀποκαλοῦν) εἶχαν κτίσει ἤδη ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰώνα στὴν Κωνσταντινούπολη τζαμί, γιὰ νὰ προσεύχονται οἱ μουσουλμάνοι ποὺ περνοῦσαν ἀπὸ ἐκεῖ (π.χ. ἔμποροι), κι ἀργότερα ἔχτισαν καὶ ἄλλα δύο. Ἂς μᾶς πεῖ κανείς, πότε πρωτοχτίστηκε ἰσλαμικὸ τέμενος σὲ κράτος τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης; Ἀπὸ τὸν 8ο αἰώνα, οἱ Ρωμηοὶ δὲν εἶχαν πρόβλημα νὰ ὑπάρχει τζαμὶ στὴν πρωτεύουσα ἑνὸς χριστιανικοῦ κράτους, τὸ ὁποῖο ἀντιμαχόταν τοὺς Μουσουλμάνους καὶ ἦταν σὲ πόλεμο μὲ αὐτούς. Ἂν αὐτὸ δὲ σημαίνει ἀνεκτικότητα, τότε τί σημαίνει, σὲ μία ἐποχὴ ὅπου οἱ Δυτικοὶ ἔκαναν Σταυροφορίες;
Διαβάζουμε, ἀπὸ τὴν περιγραφὴ τοῦ Γοδεφρείδου Βιλλαρδουίνου, ποὺ συμμετεῖχε στὴ πολιορκία, στὸ “Χρονικό της Κατάκτησης τῆς Κωνσταντινούπολης”:
247. “Εκείνη τὴ νύχτα [σ.σ: 12 πρὸς 13 Ἀπριλίου 1204], μπροστὰ στὸ στρατόπεδο τοῦ Βονιφάτιου τοῦ Μονφερατικοῦ, δὲν ξέρω ποιοὶ ἄνθρωποι, ποὺ φοβόντουσαν μὴν τοὺς ἐπιτεθοῦν οἱ Ἕλληνες, βάλανε φωτιὰ στὸ χῶρο ἀνάμεσα σὲ αὐτοὺς καὶ στοὺς Ἕλληνες. Καὶ ἡ πόλη ἄρχισε νὰ ἁρπάζει φωτιὰ καὶ νὰ καίγεται πολὺ ἄσχημα, καὶ καιγόταν ὅλη ἐκείνη τὴ νύχτα καὶ τὴν ἄλλη μέρα μέχρι τὸ ἀπόγευμα. Καὶ τούτη ἦταν ἡ τρίτη πυρκαγιὰ στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τότε ποὺ ἤρθανε οἱ Φράγκοι στὴν χώρα. Καὶ ὑπῆρχαν περισσότερα καμένα σπίτια ἀπὸ ὅσα ὑπῆρχαν στὶς τρεῖς πιὸ μεγάλες πόλεις τοῦ βασιλείου τῆς Γαλλίας.
248. Και τὰ λάφυρα ἦταν τόσα πολλὰ ποὺ κανεὶς δὲν ἤξερε νὰ πεῖ πόσα, χρυσάφι, καὶ ἀσήμι καὶ σκεύη καὶ πολύτιμα πετράδια καὶ μετάξια καὶ γούνινα φορέματα ἀπὸ γκρίζο σκίουρο καὶ ἀπὸ ἐρμίνα, καὶ ὅλα τὰ ἀκριβὰ πράγματα ποὺ βρέθηκαν ποτὲ στὴ γῆ. Καὶ δίνει βέβαιη μαρτυρία ὁ Γοδεφρίδος ὁ Μαρεσάλης τῆς Καμπανίας, ἀληθινὰ καὶ ἔχοντας σωστὰ τὰ λογικά του, πὼς ἀπὸ τότε ποὺ χτίστηκε ὁ κόσμος δὲν πάρθηκαν τόσα λάφυρα ἀπὸ μία μόνο πόλη.
249. Ο μαρκήσιος Βονιφάτιος τοῦ Μονφερράτου προχώρησε κατὰ μῆκος τῆς ἀκτῆς πρὸς τὸ παλάτι τοῦ Βουκολέοντα. Καὶ σὰν ἔφτασε ἐκεῖ, τοῦ τὸ παρέδωσαν, γιὰ νὰ σώσουν τὴ ζωή τους, ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν μέσα. Ἐκεῖ βρῆκε τὶς περισσότερες ἀπὸ τὶς πιὸ σπουδαῖες κυρίες ὅλου του κόσμου, ποὺ εἶχαν καταφύγει στὸ κάστρο. Ἐκεῖ βρισκόταν ἡ ἀδελφή του βασιλιᾶ τῆς Γαλλίας, ποὺ ἦταν κάποτε αὐτοκράτειρα [Ἁγνή, κόρη τοῦ Λουδοβίκου Ζ΄], καὶ ἡ ἀδελφή του βασιλιὰ τῆς Οὐγγαρίας ποὺ ἦταν κι αὐτὴ αὐτοκράτειρα, καὶ πολλὲς σπουδαῖες κυρίες. Γιὰ τὸ θησαυρὸ ποὺ βρισκόταν σὲ ἐκεῖνο τὸ παλάτι, δὲ πρέπει καθόλου νὰ μιλᾶμε. Γιατί ὑπῆρχαν τόσα ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε τέλος οὔτε ἀριθμό.
251. Ὁ καθένας πῆρε γιὰ νὰ μείνει ὅποιο σπίτι ἤθελε, καὶ ὑπῆρχαν πολλά. Καὶ ἔπρεπε νὰ δοξάσουν πολὺ τὸν Κύριο Ἠμῶν, γιατί δὲν εἶχαν πάνω ἀπὸ εἴκοσι χιλιάδες ὁπλισμένους ἀνθρώπους ἀνάμεσά τους καὶ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ νίκησαν τετρακόσιες χιλιάδες ἀνθρώπους ἢ καὶ περισσότερους, καὶ μάλιστα μέσα στὴν πιὸ ἰσχυρὴ πόλη ποὺ ὑπῆρξε σὲ ὅλον τὸν κόσμο, ποὺ ἦταν μεγάλη πόλη, καὶ ἡ πιὸ καλὰ ὀχυρωμένη.
Ὅμως ἡ λεηλασία καὶ ἡ ἅλωση, δὲν σταμάτησε στὸ «1204». Ἡ Φραγκικὴ ἀγνωμοσύνη καὶ τάση πρὸς τὴν καταστροφή, συνεχίστηκαν καὶ στοὺς ἑπόμενους αἰῶνες. Χαρακτηριστικὸ , εἶναι τὸ ἑξῆς: Τὸ 450 μ.Χ. ὁ Παρθενώνας μετατράπηκε σὲ χριστιανικὴ ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὴν Παναγία. Κατόπιν, τὸ 1453, κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν Τούρκων πλέον, ἐξελίχθηκε σὲ τζαμί. Τὸ 1674, ὁ Γάλλος πρεσβευτὴς Μαρκήσιος τοῦ Nointel ἐπισκεύτηκε τὴν Ἀθήνα συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν Jacques Carrey, ὁ ὁποῖος ἔκανε κάποια σχέδια τοῦ Παρθενώνα. Στα σχέδια τοῦ Carrey φαίνεται ὅτι ἐκείνη τὴν ἐποχή ο Παρθενώνας παρέμενε ἀκόμα ἄθικτος. Δεκατρία χρόνια ἀργότερα, τὸ 1687, ὁ Βενετὸς στρατηγὸς Francesco Morosini πολιόρκησε τὴν Ἀκρόπολη. Τὴ βομβάρδισε παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι γνώριζε πὼς οἱ Τοῦρκοι τὴ χρησιμοποιοῦσαν ὡς πυριτιδαποθήκη. Ἀπὸ τὴν ἔκρηξη ποὺ δημιουργήθηκε καταστράφηκε μεγάλο μέρος τοῦ Παρθενώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου