Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπῆρξε ἡ «Φρουρὸς καὶ Τροφὸς» τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Ἕνας ἄξιος Λειτουργὸς καὶ Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας ποὺ διακόνησε τὴν πατρίδα καὶ τὸ ποίμνιό του, ὑπῆρξε καὶ ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Σεβαστιανός. Ὁ Μητροπολίτης Σεβαστιανὸς διακρίθηκε γιὰ τὴν πίστη του στὸν Τριαδικὸ Θεό, τὴν ποιμαντικὴ διακονία ὡς «καλὸς Σαμαρείτης» καὶ γιὰ τὸ χάρισμα τῆς ἐπικοινωνιακῆς θεολογίας καὶ τοῦ πύρινου θεολογικοῦ λόγου στὶς ὁμιλίες.
Γεννήθηκε τὴν 20η Ἰουνίου 1922 ὁ κατὰ κόσμον Σωτήριος Οἰκονομίδης, στὰ Καλογριανὰ Καρδίτσας. Υπήρξε τέκνο τοῦ Ἀχιλλέα Οἰκονομίδη τῆς Χρυσούλας Οἰκονομίδου. Μεγάλωσε ἀπὸ τοὺς εὐλαβεῖς γονεῖς του μὲ τὰ νάματα... τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Τὸ 1941 εἰσῆλθε φοιτητὴς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Τὸ 1946 ὁ Σωτήριος Οἰκονομίδης, στρατεύθηκε γιὰ νὰ ὑπηρετήσει τὴν πατρίδα στὴν δύσκολη ἐποχή τοῦ ἀνταρτοπολέμου (1946-1949). Ἀποπεράτωσε τὶς θεολογικὲς σπουδὲς καὶ ἔλαβε τὸ πτυχίο του μὲ γενικὸ βαθμὸ «λίαν καλῶς», τὸν Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1949. Τὸ 1952 νιώθοντας ἕναν ἁγνὸ ἐνθουσιασμὸ ἐντάχθηκε στὴν ἀδελφότητα θεολόγων «Ἡ ΖΩΗ». Τὸ 1956 ἐκάρη μοναχὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἀσωμάτων Πετράκη στὴν Ἀθήνα. Τὴν 30η Αὐγούστου 1956 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 1960 προσχώρησε στὴ νεότευκτη ἀδελφότητα ὀρθοδόξων θεολόγων μὲ τὸ ὄνομα: «Ὁ Σωτήρ». Ἔχοντας τὸ χάρισμα τῆς ἐπικοινωνιακῆς θεολογίας, ἀπὸ τὸ 1957 ἕως τὸ 1967, διακρίθηκε ὡς ἱεροκήρυκας στὴν Μητρόπολη Ἰωαννίνων.
Ὁ Σεβαστιανὸς ἑρμήνευε κατὰ ἄριστο τρόπο καὶ μὲ θεολογικὴ ἀκρίβεια τὸ Εὐαγγέλιο, γεμίζοντας μὲ κόσμο τὸν μητροπολιτικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου.
Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1967, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης. Τὸ Ποιμαντικὸ ἔργο στὰ ἔτη τῆς Ἀρχιερατείας του ὑπῆρξε πλούσιο καὶ ἡ ἐποχὴ ἐκείνη χαρακτηρίσθηκε ὡς ὁ «χρυσὸς αἰῶνας πνευματικῆς προκοπῆς» τῆς Κόνιτσας ἀπὸ τοὺς πιστούς. Οἱ ἀπὸ ἄμβωνος ποιμαντικοὶ λόγοι ποὺ ἐκφώνησε, οἱ ἐγκύκλιοι, οἱ συνεντεύξεις καὶ τὰ συλλαλητήρια ποὺ διοργάνωσε, καθὼς καὶ τὰ βιβλία ποὺ συνέγραψε, γιὰ τὸ βορειοηπειρωτικὸ ζήτημα τὸν ἀνέδειξαν ἐν τοῖς πράγμασι ὡς τὸν Καλὸν Ποιμένα, ποὺ ἀνάλωσε τὴ ζωή του στὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου σὲ ἕναν ἄθεο κόσμο ποὺ διψοῦσε γιὰ τὴν Ἀλήθεια. Ἦταν πάντοτε κοντὰ στὰ πνευματικά του παιδιά, συζητοῦσε μαζί τους καὶ τὰ συμβούλευε σὲ κάθε στάδιο τῆς ζωῆς τους, δίνοντάς τους λύσεις. Ὁ ἴδιος μὲ γνήσια παιδαγωγικὴ ἀγάπη ἔκανε Κατηχητικὰ μαθήματα στοὺς νέους καὶ τῆς νέες τῆς μητροπόλεώς του προκειμένου νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικὰ καὶ νὰ συνδεθοῦν μὲ τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Δικά του ἔργα ἦταν τὸ οἰκοτροφεῖο Θηλέων καὶ Ἀρρένων στὴν Κόνιτσα. Ἐπίσης, δική του ἔμπνευση ἦταν τὸ γηροκομεῖο Κονίτσης καὶ ὁ ραδιοφωνικὸς σταθμὸς «ΡΑΔΙΟ Δρυϊνουπολισ 89 fm». Ἐνῷ καὶ ὁ περικαλλὴς ναὸς τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ποὺ λαμπρύνει την Κόνιτσα θεμελιώθηκε καὶ ἀποπερατώθηκε ἐπὶ ἀρχιερατείας του.
Ἐπίσης, ὡς ὑπεύθυνος Ποιμενάρχης τῆς ἱστορικῆς καὶ ἀκριτικῆς μητροπόλεώς του μὲ ἐδάφη πέραν τῶν ἑλληνικῶν συνόρων τὰ ὁποῖα βρίσκονταν ἐντὸς τοῦ κράτους τῆς Ἀλβανίας ὅπου τότε ἐπικρατοῦσε ὁ κομμουνισμὸς τοῦ Ἐνβὲρ Χότζα, ἀσχολήθηκε ἐνεργὰ μὲ τὰ θέματα τῆς Πίστης καὶ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῶν Βορειοηπειρωτῶν. Μὲ τὶς ἐνέργειές του ἔγινε ἡ φωνὴ τῶν διωκόμενων ὁμογενῶν, ἀφοῦ ἱστορικὰ ὁ τίτλος τοῦ ἑκάστοτε Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως εἶναι καί: «ὑπέρτιμος καὶ ἔξαρχος πάσης Βορείου Ἠπείρου». Κάθε Πάσχα ἀπὸ τὸ χωριὸ Μαυρόπουλο μέσῳ τῶν μεγαφώνων μετέφερε τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, κλείνοντας τὸ λόγο του μὲ τὴ φράση: «Χριστὸς Ἀνέστη καὶ ἡ Βόρειος Ἤπειρος Ἀνέστη», ἀναμένοντας τὴν σὺν Θεῶ, εὐλογημένη ὥρα τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Βορείου Ἠπείρου. Ἀρωγοὺς στὸν ἀγῶνα του εἶχε τὴ Σ.Φ.Ε.Β.Α. καὶ τὸν ΠΑ.ΣΥ.Β.Α., τὶς δύο ὀρθόδοξες ὀργανώσεις ποὺ ἴδιος ἵδρυσε.
Γεννήθηκε τὴν 20η Ἰουνίου 1922 ὁ κατὰ κόσμον Σωτήριος Οἰκονομίδης, στὰ Καλογριανὰ Καρδίτσας. Υπήρξε τέκνο τοῦ Ἀχιλλέα Οἰκονομίδη τῆς Χρυσούλας Οἰκονομίδου. Μεγάλωσε ἀπὸ τοὺς εὐλαβεῖς γονεῖς του μὲ τὰ νάματα... τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Τὸ 1941 εἰσῆλθε φοιτητὴς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Τὸ 1946 ὁ Σωτήριος Οἰκονομίδης, στρατεύθηκε γιὰ νὰ ὑπηρετήσει τὴν πατρίδα στὴν δύσκολη ἐποχή τοῦ ἀνταρτοπολέμου (1946-1949). Ἀποπεράτωσε τὶς θεολογικὲς σπουδὲς καὶ ἔλαβε τὸ πτυχίο του μὲ γενικὸ βαθμὸ «λίαν καλῶς», τὸν Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1949. Τὸ 1952 νιώθοντας ἕναν ἁγνὸ ἐνθουσιασμὸ ἐντάχθηκε στὴν ἀδελφότητα θεολόγων «Ἡ ΖΩΗ». Τὸ 1956 ἐκάρη μοναχὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἀσωμάτων Πετράκη στὴν Ἀθήνα. Τὴν 30η Αὐγούστου 1956 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 1960 προσχώρησε στὴ νεότευκτη ἀδελφότητα ὀρθοδόξων θεολόγων μὲ τὸ ὄνομα: «Ὁ Σωτήρ». Ἔχοντας τὸ χάρισμα τῆς ἐπικοινωνιακῆς θεολογίας, ἀπὸ τὸ 1957 ἕως τὸ 1967, διακρίθηκε ὡς ἱεροκήρυκας στὴν Μητρόπολη Ἰωαννίνων.
Ὁ Σεβαστιανὸς ἑρμήνευε κατὰ ἄριστο τρόπο καὶ μὲ θεολογικὴ ἀκρίβεια τὸ Εὐαγγέλιο, γεμίζοντας μὲ κόσμο τὸν μητροπολιτικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου.
Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1967, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης. Τὸ Ποιμαντικὸ ἔργο στὰ ἔτη τῆς Ἀρχιερατείας του ὑπῆρξε πλούσιο καὶ ἡ ἐποχὴ ἐκείνη χαρακτηρίσθηκε ὡς ὁ «χρυσὸς αἰῶνας πνευματικῆς προκοπῆς» τῆς Κόνιτσας ἀπὸ τοὺς πιστούς. Οἱ ἀπὸ ἄμβωνος ποιμαντικοὶ λόγοι ποὺ ἐκφώνησε, οἱ ἐγκύκλιοι, οἱ συνεντεύξεις καὶ τὰ συλλαλητήρια ποὺ διοργάνωσε, καθὼς καὶ τὰ βιβλία ποὺ συνέγραψε, γιὰ τὸ βορειοηπειρωτικὸ ζήτημα τὸν ἀνέδειξαν ἐν τοῖς πράγμασι ὡς τὸν Καλὸν Ποιμένα, ποὺ ἀνάλωσε τὴ ζωή του στὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου σὲ ἕναν ἄθεο κόσμο ποὺ διψοῦσε γιὰ τὴν Ἀλήθεια. Ἦταν πάντοτε κοντὰ στὰ πνευματικά του παιδιά, συζητοῦσε μαζί τους καὶ τὰ συμβούλευε σὲ κάθε στάδιο τῆς ζωῆς τους, δίνοντάς τους λύσεις. Ὁ ἴδιος μὲ γνήσια παιδαγωγικὴ ἀγάπη ἔκανε Κατηχητικὰ μαθήματα στοὺς νέους καὶ τῆς νέες τῆς μητροπόλεώς του προκειμένου νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικὰ καὶ νὰ συνδεθοῦν μὲ τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Δικά του ἔργα ἦταν τὸ οἰκοτροφεῖο Θηλέων καὶ Ἀρρένων στὴν Κόνιτσα. Ἐπίσης, δική του ἔμπνευση ἦταν τὸ γηροκομεῖο Κονίτσης καὶ ὁ ραδιοφωνικὸς σταθμὸς «ΡΑΔΙΟ Δρυϊνουπολισ 89 fm». Ἐνῷ καὶ ὁ περικαλλὴς ναὸς τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ποὺ λαμπρύνει την Κόνιτσα θεμελιώθηκε καὶ ἀποπερατώθηκε ἐπὶ ἀρχιερατείας του.
Ἐπίσης, ὡς ὑπεύθυνος Ποιμενάρχης τῆς ἱστορικῆς καὶ ἀκριτικῆς μητροπόλεώς του μὲ ἐδάφη πέραν τῶν ἑλληνικῶν συνόρων τὰ ὁποῖα βρίσκονταν ἐντὸς τοῦ κράτους τῆς Ἀλβανίας ὅπου τότε ἐπικρατοῦσε ὁ κομμουνισμὸς τοῦ Ἐνβὲρ Χότζα, ἀσχολήθηκε ἐνεργὰ μὲ τὰ θέματα τῆς Πίστης καὶ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῶν Βορειοηπειρωτῶν. Μὲ τὶς ἐνέργειές του ἔγινε ἡ φωνὴ τῶν διωκόμενων ὁμογενῶν, ἀφοῦ ἱστορικὰ ὁ τίτλος τοῦ ἑκάστοτε Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως εἶναι καί: «ὑπέρτιμος καὶ ἔξαρχος πάσης Βορείου Ἠπείρου». Κάθε Πάσχα ἀπὸ τὸ χωριὸ Μαυρόπουλο μέσῳ τῶν μεγαφώνων μετέφερε τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, κλείνοντας τὸ λόγο του μὲ τὴ φράση: «Χριστὸς Ἀνέστη καὶ ἡ Βόρειος Ἤπειρος Ἀνέστη», ἀναμένοντας τὴν σὺν Θεῶ, εὐλογημένη ὥρα τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Βορείου Ἠπείρου. Ἀρωγοὺς στὸν ἀγῶνα του εἶχε τὴ Σ.Φ.Ε.Β.Α. καὶ τὸν ΠΑ.ΣΥ.Β.Α., τὶς δύο ὀρθόδοξες ὀργανώσεις ποὺ ἴδιος ἵδρυσε.
Ἀπὸ τὸ καλοκαίρι τοῦ 1981 μέχρι τὸν θάνατό του τὸ 1994, δὲν ὑπῆρξε πόλη τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ καὶ τῆς ὁμογένειας τοῦ ἐξωτερικοῦ (Εὐρώπη καὶ Η.Π.Α.), ποὺ νὰ μὴν τὴν ἐπισκέφθηκε, μιλῶντας καὶ ἀφυπνίζοντας συνειδήσεις γιὰ τὸ δρᾶμα τοῦ εἰσέτι διωκόμενου καὶ βασανιζόμενου Βορειοηπειρωτικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἐπίσης, τὴν 7η Ὀκτωβρίου 1981, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐξέδωσε ἕνα ἱστορικὸ ψήφισμα διὰ τοῦ ὁποίου ἡ Ἡγεσία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας συμπαρίσταται στὸν δοκιμαζόμενο ἑλληνισμὸ τῆς Βορείου Ἠπείρου.
Τὴν 12η Δεκεμβρίου 1994, ἡ ψυχή του πέταξε γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καὶ ἡ ταφή του ἔλαβε χώρα στὴν Ἱερά Βασιλικὴ καὶ Σταυροπηγιακὴ Μονὴ Παναγίας Μολυβδοσκεπάστου Κονίτσης στὶς 14 Δεκεμβρίου 1994. Πλῆθος πιστοῦ λαοῦ ἔδωσε τὸν παρὸν ἀποχαιρετῶντας τὸν Ἱεράρχη Σεβαστιανό. Ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Σεβαστιανὸς μὲ τὸ πλούσιο ποιμαντικὸ καὶ πατριωτικὸ ἔργο του, στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴν ἀλλοδαπή, ἀνεγράφη στὴ νεότερη ἐκκλησιαστικὴ καὶ ἐθνικὴ Ἱστορία ὡς ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ χρέους καὶ τῆς θυσίας.
Αιωνία η μνήμη Σεβαστιανού του μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης και μέλους της Αδελφότητας Θεολόγων "Ο Σωτήρ"!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑ.