Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἡσυχαστὲς τοῦ ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ καὶ οἱ ἀσκητικοί του λόγοι ἀπευθύνονται κατ' ἐξοχὴν στοὺς μοναχοὺς ποὺ ζοῦνε μὲ τὸν ἡσυχαστικὸ τρόπο ζωῆς. Θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ συμπεράνει ὅτι οἱ λόγοι τοῦ ὁσίου δὲν ἀφοροῦν τὴ μεγάλη πλειοψηφία τόσο τῶν πιστῶν ποὺ ζοῦνε μέσα στὸν κόσμο ὅσο καὶ τῶν μοναχῶν ποὺ ἐπέλεξαν τὴν κοινοβιακὴ ζωή. Κι ὅμως. Ὁ Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης προτρέπει ὄχι μόνο τοὺς προχωρημένους ἡσυχαστὲς νὰ μελετοῦν τὸν ἀββᾶ Ἰσαὰκ ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀρχαρίους. Γράφει σχετικά: «Πολὺ θὰ σὲ βοηθήσει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ διότι καὶ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς δίνει νὰ καταλάβει κανεὶς καὶ κάθε εἴδους μικρὸ ἢ μεγάλο κόμπλεξ καὶ ἐὰν ἔχει ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸν Θεό, τὸν βοηθάει γιὰ νὰ τὰ διώξει. Ἡ ὀλίγη μελέτη στὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ ἀλλοιώνει τὴν ψυχὴ μὲ τὶς πολλές της βιταμίνες»[1].
Ὁ ἀββᾶς Ἰσαὰκ ἦταν συριακῆς καταγωγῆς καὶ ἔγινε μοναχὸς σὲ μικρὴ ἡλικία. Παρέμεινε γιὰ λίγο σὲ κοινόβιο μοναστήρι καὶ ἀργότερα ἀποσύρθηκε... σὲ ἡσυχαστικὸ μέρος ζῶντας μόνος τὴν ζωὴ τῆς ἀπόλυτης ἡσυχίας καὶ σιωπῆς. Γιὰ πέντε μόνο μῆνες ἄντεξε τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα ὅταν ἐξελέγη ἐπίσκοπος Νινευΐ. Ἐγκατέλειψε τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο καὶ ἐπέστρεψε στὴν ἀγαπημένη του ἔρημο ἐπειδὴ δὲν ἄντεχε τοὺς περισπασμοὺς τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος ἀλλὰ καὶ τὴν ἀδιαφορία τῶν πιστῶν γιὰ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ποὺ περιέχεται στὰ ἅγια Εὐαγγέλια. Ἐκεῖ στὴν ἔρημο ἔζησε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς του καὶ ἐκοιμήθη σὲ βαθὺ γῆρας, σχεδὸν τυφλὸς ἐξ αἰτίας τῆς πολλῆς μελέτης ἀλλὰ καὶ τῆς αὐστηρῆς ἄσκησης.
Τὴν πεῖρα ποὺ ἀπέκτησε ὁ ἅγιος μέσα στὰ πυρὰ τῶν πειρασμῶν κατέγραψε στοὺς Ἀσκητικοὺς Λόγους του οἱ ὁποῖοι μεταφράστηκαν σὲ πολλὲς γλῶσσες καὶ στὰ ἑλληνικὰ καὶ ἔγιναν τὸ κύριο ἀνάγνωσμα τῶν ἡσυχαστῶν ἀλλὰ καὶ πολλῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας μας ὅλους τοὺς αἰῶνες ποὺ ἀκολούθησαν. Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀξία τῶν λόγων αὐτῶν καταδεικνύει τὸ γεγονὸς ὅτι σὲ αὐτοὺς ἀναφέρονται πολλοὶ μεγάλοι ἅγιοι ὅπως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἄλλοι φιλοκαλικοὶ Πατέρες. Τὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ ἀγάπησαν καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς σύγχρονους ἅγιους Γέροντες. Ὁ Γέροντας τῆς Αἴγινας Ἱερώνυμος συμβούλευε τὰ πνευματικά του παιδιά: «Νὰ μὴν περάσει μέρα χωρὶς νὰ διαβάσεις ἔστω καὶ μιὰ σελίδα ἀπὸ τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ. Ἐγὼ πολὺ τὸν ἀγαπῶ τὸν εὐλογημένο, γέροντά μου τὸν ἔχω. Καὶ σὲ ὅ,τι διαβάζεις, νὰ ἐγκύπτεις καὶ νὰ λέγεις μέσα σου: Ἐγὼ τὸ πράττω αὐτό; Ἔτσι θὰ παρακινεῖσαι ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση νὰ μεταβαίνεις εἰς τὴν πρᾶξιν»[2]. Χαρακτηριστικὸς εἶναι ὁ διάλογος ποὺ εἶχε ὁ Γέροντας Παΐσιος μὲ τὸν ὅσιο Γέροντα ἀσκητὴ παπα-Τύχωνα. Νὰ πὼς διηγεῖται ὁ Γέροντας Παΐσιος τὸ περιστατικό: «Μιὰ μέρα μὲ ρώτησε: - Ἐσὺ παιδί μου, τί βιβλία διαβάζεις; Τοῦ ἀπάντησα: - Ἀββᾶ Ἰσαάκ. Πά, πά, πά, παιδί μου, αὐτὸς ὁ ἅγιος εἶναι μεγάλος! Οὔτε ἕναν ψύλλο δὲν σκότωνε ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ. Ἤθελε μὲ αὐτὸ ποὺ εἶπε νὰ τονίση τὴν μεγάλη πνευματικὴ εὐαισθησία τοῦ Ἁγίου».[3]
Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος ὡς ἡσυχαστὴς ἄσκησε μὲ τρόπο μεθοδικὸ τὸ ἔργο τῆς προσευχῆς. Στοὺς λόγους του περιγράφει τὰ στάδια ἀπὸ τὰ ὁποῖα περνάει ὁ ἀγωνιζόμενος στὴν προσευχὴ πιστός. Ἡ προσευχή, λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, εἶναι μία διαρκὴς στροφὴ τῶν δυνάμεων τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ Θεό[4]. Χρειάζεται τὸν κατάλληλο τόπο καὶ τρόπο γιὰ νὰ καλλιεργηθεῖ σωστὰ καὶ νὰ ἀποδώσει καρποὺς πνευματικούς. Κυρίως ἡ προσευχὴ πρέπει νὰ συνδεθεῖ μὲ τὴν ταπείνωση. Χωρὶς αὐτὴν κανένας δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκτήσει τὴν καθαρὰ προσευχή. Ὅταν κανεὶς συναισθανθεῖ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ τὴν ἀνάγκη τῆς θείας χάριτος καὶ βοηθείας γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ αὐτές, τότε αὐξάνει τὶς προσευχές του. Ὅσο προσεύχεται τόσο ταπεινώνεται, ἀφοῦ κανένας ποὺ ζητᾶ δὲν μπορεῖ νὰ μὴν ταπεινωθεῖ[5]. Ὡστόσο ὁ νοῦς ἀρχίζει νὰ μετεωρίζεται τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς, νὰ ἀσχολεῖται μὲ διάφορες σκέψεις κακὲς ἢ καλὲς καὶ νὰ μὴν δίνει σημασία στὴν ἴδια τήν προσευχή. Μὲ τὸν καιρὸ ὁ πιστὸς ἀποκτᾶ πεῖρα τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ ὑπερήφανη προσευχὴ ἀπομακρύνει τὴ θεία Χάρη καὶ ὁδηγεῖ στὸν μετεωρισμό, ἐνῷ ἡ ταπεινὴ προσευχὴ ἑλκύει τὸ θεῖον ἔλεος καὶ γίνεται καθαρή.
Ὁ ἀββᾶς Ἰσαὰκ συμβουλεύει τὸν προσευχόμενο νὰ προσεγγίζει τὸ Θεὸ μὲ τρόπο ἁπλὸ σὰν ἕνα μυρμήγκι ἢ σὰν ἕνα μικρὸ παιδὶ ποὺ μόλις ἄρχισε νὰ ψελλίζει τὶς πρῶτες λέξεις[6]. Ὅταν λόγῳ τῆς ἐργασίας τῆς προσευχῆς ἀρχίζει ἐντὸς τοῦ πιστοῦ νὰ ὀρθώνεται ἡ οἴηση γιὰ τὰ ὑψηλά του δῆθεν ἀσκητικὰ κατορθώματα, τότε ὁ πιστὸς πρέπει νὰ μνημονεύει καὶ πάλι τὶς πτώσεις καὶ τὰ ἁμαρτήματά του. Ὁ Θεὸς αὐτὸν ποὺ ἐπιζητεῖ τὴν ταπείνωση τὸν ὁδηγεῖ μὲ πολλοὺς τρόπους σὲ αὐτὴν καὶ δὲν σταματᾶ νὰ τὸν ταπεινώνει ἕως ὅτου ἀληθινὰ ταπεινωθεῖ[7]. Ὅταν μετὰ ἀπὸ πολὺ κόπο ἀποκτήσει ὁ πιστὸς τὴν προσευχὴ μὲ ταπείνωση, τότε ἡ προσευχή του γίνεται πάντοτε δεκτὴ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀκολουθεῖ ἡ ἐπιείκεια, ἡ ὑπομονή, τὰ δάκρυα, ἡ εὐλάβεια ἀλλὰ κυρίως ἡ παντοτινὴ ἡσυχία.
Ἡ σιωπὴ εἶναι ἀσκητικὴ ἀρετὴ τὴν ὁποία ὁ ἀββᾶς Ἰσαὰκ πολὺ ἀγαπᾶ. Εἶναι γνωστὸς ὁ λόγος τοῦ «Ὑπὲρ πάντα τὴν σιωπὴν ἀγάπησον». Ὁ Φώτης Κόντογλου ἁγιογραφῶντας τὸν ἀββᾶ Ἰσαὰκ τὸν παρουσιάζει μάλιστα νὰ γράφει σὲ βιβλίο αὐτὴν ἀκριβῶς τὴ φράση. Ἂν δὲν μποροῦμε νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸ πνευματικὸ βάθος τῆς μικρῆς αὐτῆς φράσης τοὐλάχιστον ἂς δοκιμάσουμε νὰ περιορίσουμε τὴν περιττὴ πολυλογία μας στὸν κόσμο τῆς ἀκαταστασίας, τῆς φασαρίας καὶ τῆς πολυγνωμίας ποὺ ζοῦμε.
Θὰ χρειαζόταν πολλὲς σελίδες γιὰ νὰ ἀναλύσει κανεὶς τὸ περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ. Ἀλλὰ γιατί νὰ διαβάζει κανεὶς ἀναλύσεις γιὰ τὸν ἀββᾶ Ἰσαὰκ καὶ ὄχι τὰ ἴδια τὰ ἀσκητικά του ἔργα; Ὁ Γέροντας Ἱερώνυμος τῆς Αἴγινας συνιστᾶ σὲ ὅποιον δὲν ἔχει χρήματα νὰ βγεῖ ζητιάνος, νὰ μαζέψει τὰ ἀπαραίτητα καὶ νὰ πάρει τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ[8]. Ἂς μὴ μᾶς φαίνεται βαρὺς ὁ τόμος τῶν ἔργων τοῦ ἁγίου. Ἂν τὸν ἀνοίξουμε, ἂν ἀρχίσουμε νὰ τὸν μελετοῦμε, τόση γλυκύτητα θὰ βροῦμε στὰ γραφόμενα ὥστε θὰ τὸν διαβάσουμε ὄχι μόνο μία ἀλλὰ πολλὲς φορές.
Ὑπάρχουν καὶ κάποιοι ποὺ ἀκόμη ἀμφιβάλλουν γιὰ τὴν ὀρθοδοξότητα τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ. Δὲν θὰ κάνουμε ἐδῶ ἀνάλυση τῶν λόγων γιὰ τοὺς ὁποίους ἀμφισβητήθηκε ἀπὸ ἐρευνητὲς κυρίως τῆς Δύσης ἡ ἁγιότητα τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ. Πνευματικὴ ἀπάντηση στὸ ζήτημα αὐτὸ δίνει τὸ παρακάτω περιστατικὸ ποὺ περιγράφεται στὸ Βίο τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου:
«Καθισμένος στὸ πεζούλι ἔξω ἀπὸ τὴν Σταυρονικήτα συζητοῦσε ὁ Γέροντας μὲ προσκυνητές. Κάποιος θεολόγος ὑποστήριζε ὅτι ὁ ἀββᾶς ὁ Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος ἦταν Νεστοριανός. Ἐπανελάμβανε δυστυχῶς τὶς γνωστὲς δυτικὲς ἀντιλήψεις.
Ὁ π. Παΐσιος προσπαθοῦσε νὰ τοὺς πείσει ὅτι εἶναι ὄχι μόνο ὀρθόδοξος, ἀλλὰ καὶ Ἅγιος, καὶ ὅτι οἱ ἀσκητικοί του Λόγοι ἔχουν πολλὴ χάρι καὶ δύναμη, ἀλλὰ ματαίως. Ὁ θεολόγος ἐπέμεινε πεισματικὰ στὶς ἀπόψεις του. Ἔφυγε ὁ Γέροντας γιὰ τὸ Καλύβι του λυπημένος καὶ προσευχόμενος.
Ὅταν προχώρησε λίγο καὶ ἔφθασε στὸ σημεῖο ποὺ εἶναι ὁ μεγάλος πλάτανος, «κάτι τοῦ συνέβη», ὅπως εἶπε, χωρὶς νὰ θελήσει νὰ ἐξηγήσει τί ἀκριβῶς ἦταν αὐτό. Σύμφωνα μὲ μαρτυρία εἶδε σὲ ὅραμα τὸν χορὸ τῶν ὁσίων Πατέρων νὰ περνᾶ ἀπὸ μπροστά του. Κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς σταμάτησε καὶ τοῦ εἶπε: «Εἶμαι ὁ Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος. Εἶμαι ὀρθοδοξότατος. Πράγματι ὑπῆρχε στὴν περιοχή μου ἡ αἵρεση τοῦ Νεστορίου, ἀλλὰ ἐγὼ τὴν καταπολέμησα». Ἀδυνατοῦμε νὰ ἐπιβεβαιώσουμε ἢ νὰ ἀπορρίψουμε τὴν ἀξιοπιστία αὐτῆς τῆς μαρτυρίας. Πάντως ἀδιαμφισβήτητο εἶναι ὅτι τὸ «κάτι ποὺ συνέβη» στὸν Γέροντα ἦταν ὑπερφυσικὸ γεγονὸς ποὺ τὸν πληροφοροῦσε ξεκάθαρα περὶ τῆς ὀρθοδοξίας καὶ τῆς ἁγιότητος τοῦ ἀββᾶ Ἰσαάκ»[9].
Παλαιότερα ἡ μνήμη τοῦ ἀββᾶ Ἰσαὰκ γιορταζόταν μαζὶ μὲ τὴ μνήμη τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου στὶς 28 Ἰανουαρίου. Σήμερα ὅμως οἱ περισσότεροι Ἁγιορεῖτες ἀλλὰ καὶ πολλοὶ πιστοὶ στὸν κόσμο γιορτάζουν πανηγυρικὰ τὸν ἀββᾶ Ἰσαὰκ στὶς 28 Σεπτεμβρίου. Ὑπάρχει μάλιστα Ἀκολουθία ποὺ εἶναι ἀφιερωμένη ἐξολοκλήρου στὴν ἀσκητικὴ ζωὴ τοῦ ἀββᾶ Ἰσαὰκ καὶ εἶναι ποίημα τοῦ ἀειμνήστου Γέροντα Γερασίμου του Μικραγιαννανίτου. Τὴν ἀκολουθία αὐτὴ ἐξέδωσε ὁ μακαριστὸς Γέροντας Ἰσαὰκ τοῦ Κελλιοῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος τῆς Καψάλας τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ πολλοὶ μοναχοὶ καὶ πιστοὶ ἑορτάζουν τὸν ἀββᾶ Ἰσαὰκ ψάλλοντας τὴν Ἀκολουθία αὐτή.
[1] Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἐπιστολές, ἐκδ. Ἴερ.Ησυχαστηρίου «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ 1994, σελ. 69.
[2] Πέτρου Μπότση, Γέροντας Ἱερώνυμος, ὁ ἡσυχαστὴς τῆς Αἴγινας, Ἀθήνα 1993, β΄ ἔκδοση, σ. 121
[3] Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἁγιορεῖται Πατέρες καὶ ἁγιορείτικα, ἐκδ. Ἴερ.Ησυχαστηρίου «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ 1993, σελ. 32.
[4] Ἀββᾶ Ἰσαάκ του Σύρου, Λόγος ΠΑ΄.
[5] Ἀββᾶ Ἰσαάκ του Σύρου, Λόγος Κα΄.
[6] Ἀββᾶ Ἰσαάκ του Σύρου, Λόγος ΙΘ΄.
[7] Ἀββᾶ Ἰσαάκ του Σύρου, Λόγος ΙΣΤ΄.
[8] Πέτρου Μπότση, Γέροντας Ἱερώνυμος, ὁ ἡσυχαστὴς τῆς Αἴγινας, Ἀθήνα 1993, β΄ ἔκδοση, σ. 17.
[9] Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὅρος 2008, σελ. 259-260.
«ΡΩΜΝΙΟΣ», τεύχ. 12, Ἀπρίλιος – Ἰούνιος 2013
[1] Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἐπιστολές, ἐκδ. Ἴερ.Ησυχαστηρίου «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ 1994, σελ. 69.
[2] Πέτρου Μπότση, Γέροντας Ἱερώνυμος, ὁ ἡσυχαστὴς τῆς Αἴγινας, Ἀθήνα 1993, β΄ ἔκδοση, σ. 121
[3] Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἁγιορεῖται Πατέρες καὶ ἁγιορείτικα, ἐκδ. Ἴερ.Ησυχαστηρίου «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ 1993, σελ. 32.
[4] Ἀββᾶ Ἰσαάκ του Σύρου, Λόγος ΠΑ΄.
[5] Ἀββᾶ Ἰσαάκ του Σύρου, Λόγος Κα΄.
[6] Ἀββᾶ Ἰσαάκ του Σύρου, Λόγος ΙΘ΄.
[7] Ἀββᾶ Ἰσαάκ του Σύρου, Λόγος ΙΣΤ΄.
[8] Πέτρου Μπότση, Γέροντας Ἱερώνυμος, ὁ ἡσυχαστὴς τῆς Αἴγινας, Ἀθήνα 1993, β΄ ἔκδοση, σ. 17.
[9] Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὅρος 2008, σελ. 259-260.
«ΡΩΜΝΙΟΣ», τεύχ. 12, Ἀπρίλιος – Ἰούνιος 2013
Υπεροχο. Ευχαριστουμε...
ΑπάντησηΔιαγραφή