5 Ιουν 2023

Γι΄αυτήν τήν Ἑλλάδα ἀγωνιζόμαστε....

Γράφει ὁ Δημήτριος Νατσιός
δάσκαλος - Κιλκίς
Πρόεδρος Δημοκρατικοῦ Πατριωτικοῦ Κινήματος "ΝΙΚΗ"

Δημοσιεύω ἕνα παλιότερο κείμενό μου... Αὐτοί πού πρωταγωνιστοῦν στίς ὀκτώ παραπομπές «κρύβονται» ἀπό πίσω μας...

Πρῶτον: Κάποτε ἡ Διοίκηση διορίζει τόν Μακρυγιάννη "ἀρχηγό τῶν Ἀθηναίων". Τόν πλησιάζει ὁ Γρόπιος (Gropius), πρόξενος τῆς Ἀούστριας καί τοῦ λέει νά δεχτεῖ τόν "Γκόρδον", τόν Ἄγγλο, ὡς ἀρχηγό, διότι θά
βάλει τά χρήματα. Ἀπαντᾶ ὁ πατριδοφύλακας στρατηγός: "Σῦρε πές του, ὅποιος εἶναι αὐτός ὁπού,ὁποῦ θά βάλει τά... χρήματα, ὄχι ἀρχηγόν τόν κάνω καμπούλι (= δέχομαι νά γίνει), διά τήν ἀγάπη τῆς πατρίδος μου, ἀλλά ὅπου κατουράγει νά μοῦ δίνει νά πίνω ἐγώ τό κάτουρο. Τό κάνω αὐτό καί του τό δίνω ἐγγράφως". (Ἀπομνημονεύματα, ἐκδ. Ζαχαρόπουλος, σελ. 483

Δεύτερον: Ἀποσπῶ ἀπό τό "Συναξάρι" τῶν ἡρώων τοῦ ἐθνικοαπελευθερωτικοῦ ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου μας, τό 1955, ἀπό τό πολυτίμητο βιβλίο τοῦ Σπύρου Παπαγεωργίου «Διά χειρός ἡρώων», μιάν
ἐπιστολή τοῦ Ἰακώβου Πατάτσου. Διαβάζω καί «προσκυνῶ» τά πάθη τοῦ λαοῦ μας.  Γράμμα στήν μάνα του, στίς 8 Αὐγούστου τοῦ 1956: «Χαῖρε. Εὑρίσκομαι μεταξύ τῶν ἀγγέλων. Τώρα ἀπολαμβάνω τούς κόπους μου. Τό πνεῦμα μου φτερουγίζει γύρω ἀπό τόν θρόνο τοῦ Κυρίου. Θέλω νά χαρεῖς, ὅπως κι ἐγώ.  Ἄν κλαῖς, θά λυποῦμαι. Τό ὄνομά σου θά γραφεῖ στήν ἱστορία, γιατί ἐδέχθης νά θυσιασθεῖ τό παιδί σου γιά τήν Πατρίδα. Εἶναι καιρός τώρα νά καμαρώσεις τό παιδί σου.  Εὑρίσκεται ἐκεῖ ψηλά ὅπου ψάλλουν οἱ ἀγγέλοι.  Χαῖρε ἀγαπημένη μου μητέρα.  Μή κλαίς γιά νά ἀκούσεις τήν ἀγγελική φωνή μου πού ψάλλει:
Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ. Ψάλλε καί σύ μαζί μου. Ψάλλε, προσεύχου, δόξαζε τόν Θεόν  σ' ὅλη σου τήν ζωήν». Αὐτό δέν εἶναι ἐπιστολή, εἶναι δοξαστικό ἀθλητοῦ τοῦ Ἔθνους μας.

Τρίτον: Ὁ Παῦλος Μελάς, ὁ ἀητός τῆς Μακεδονίας μας, ψυχορραγοῦσε λέγοντας: «Τόν σταυρό νά τόν δώσεις στήν γυναῖκα μου καί τό τουφέκι τοῦ Μίκη καί νά τούς πεῖς ὅτι τό καθῆκον μου ἔκαμα». Ἔχουμε,οἱ τωρινοί Ἕλληνες, τέτοια ἀγάπη γιά τήν πατρίδα;

Τέταρτον: Μάχη τοῦ Κιλκίς. 20 Ἰουνίου 1913. Στρατιώτης τοῦ 22ου Σ.Π. τραυματίζεται στό χέρι. Τοῦ λένε νά φύγει γιά τό χειρουργεῖο. «-Τί ἔκανε, λέει; Γιά μιά τσουγκρανιά νά φύγω; Τό παλιοτόμαρό μου
βαστάει ἀκόμη. Καί συνεχίζει τόν ἀγῶνα. Παίρνει δεύτερο βόλι καί ἐξακολουθεῖ νά μάχεται καί τό δεύτερο τραῦμα γίνεται τρίτο καί ἕπεται συνέχεια. Ὅταν δέν ἦτο δυνατόν πλέον νά συνεχίσει τόν ἀγῶνα, λέει: «-Μωρέ δέν μποροῦσα νά εἶχα κι ἄλλο παλιοτόμαρο, νά βγάλω αὐτό τό τρυπημένο καί νά βάλω τό καινούργιο;». (σελ. 76). Μέ ἐκεῖνα τά ἡρωικά... παλιοτόμαρα εἶναι ραμμένη ἡ γαλανόλευκη.

Πέμπτον: Διασώζει ὁ συγγραφέας Χρ. Ζαλοκώστας στό βιβλίο του «Τό περιβόλι τῶν θεῶν», σ. 135, νά... ἀξιοπερίεγο ἐπεισόδιο: Περιγράφει τήν ἐπίσκεψη τοῦ πρωθυπουργοῦ Μεταξᾶ στό στρατιωτικό νοσοκομεῖο «Εὐαγγελισμός» καί τήν στιχομυθία μέ πληγωμένο στρατιώτη:
«-Ποῦ πληγώθηκες ἐσύ, παιδί μου;
-Στό Ἰβάν!
-Ε, τό Ἰβάν τό τιμωρήσαμε! Ἔπεσε χθές το
βράδυ.
-Ναί, ἔπεσε κ. Πρόεδρε. Θά μποροῦσε ὅμως νά εἶχε πέσει ἐδῶ καί πέντε μέρες. Ὅταν βρήκαμε τήν πρώτη ἀντίσταση, ἔπρεπε νά μᾶς θυσιάσει ὁ συνταγματάρχης μας. Θά τό παίρναμε ἀπό τότε».

Ἕκτον: Στό ἐξαιρετικό βιβλίο τοῦ Χρήστου Ἀγγελομάτη «Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας», στίς σελίδες 183-184, περιέχεται μιά ἐπιστολή τοῦ Θεοδ. Μουτσούλα, ὑποναυάρχου τοῦ Λιμενικοῦ Σώματος ε.α., ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται στόν πατέρα του, ταγματάρχη πεζικοῦ Κωνσταντῖνο Μουτσούλα.
Διαβάζω:  «Ἦτο, τότε, ἡ μοιραία ἡμέρα τῆς 26ης Αὐγούστου 1922, ὅτε τά πάντα εἶχον διαλυθῆ. Ὅλως τυχαίως, ὅμως, συνήντησε τόν ταγματάρχην Μουτσούλαν ὁ ὑπολιμενάρχης Σμύρνης Ἀντώνιος Μπαχάς καί τόν ἐπιβίβασε βιαίως ἐπί τον ἀποπλεύσαντος τήν ἡμέραν ἐκείνην τελευταῖον ἐπιτάκτου ἀτμοπλοίου "Νάξος". Ἅμα τῇ εἰσόδῳ της "Νάξος" εἰς τόν λιμένα τῆς Χίου, ὁ ταγματάρχης Μουτσούλας, ἀνελθών ἐπί τοῦ καταστρώματος τοῦ πλοίου, τό ὁποῖον ἦτο κατάμεστον ἀπό ἀξιωματικούς καί ὁπλίτας, ἀνεφώνησεν: " Ἔπειτα ἀπό τό αἶσχος αὐτό, τήν ἐθνικήν αὐτήν συμφοράν, δέν μᾶς ἐπιτρέπεται νά πατήσωμεν χῶμα ἑλληνικόν!. Ὅλοι οἱ Ἕλληνες νά πᾶμε νά πνιγοῦμε! Καί, πρῶτος, δίδω τό παράδειγμα ἐγώ!!". Καί πράγματι ἐρρίφθη εἰς τήν θάλασσαν καί ἐπνίγη. Οἱ Χιῶτες ἐνεταφίασαν αὐτόν ἐκβρασθέντα μετά τριήμερον, εἰς την ἐκκλησίαν Ἅγιος Ἰωάννης καί ἐπί μαρμαρίνης στήλης ἄγνωστός μοί μέχρι τοῦδε, ἐχάραξε: «Ἤ καλῶς ζῆν ἤ καλῶς τεθνάναι τον εὐγενῆ χρή».

Ἕβδομον: Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1804 στό Μοναστήρι τοῦ Σέλτσου, ἔγινε ὁ ξακουσμένος «χαλασμός τῶν Μποτσαραίων». Σκοτώθηκαν πολλοί, μεταξύ αὐτῶν καί ἡ περίφημη κόρη τοῦ Νότη, Λένω (Ἑλένη) Μπότσαρη. Διαβάζω: «Ὁ Νότης κείτεται στό πεδίο τῆς μάχης, διάτρητος ἀπό τίς πληγές πνιγμένος στό
αἷμα κατάμαυρος ἀπό τό μπαρούτι, Ἑφτά πληγές εἶχε καί τήν σοβαρότερη στό δεξί μάτι. Τήν ὥρα ἐκείνη ἡ κόρη του Ἑλένη, λεβεντοκόριτσο 22 χρονῶν, λυγερή, ξανθή, ἦρθε μετά τόν ἡρωικό θάνατο τοῦ θείου
τῆς Νίκηζα, μέ τόν ὁποῖο συμπολεμοῦσε, καί βρῆκε τόν πατέρα τῆς μισοπεθαμένο. Μέ τό ματωμένο γιαταγάνι στό χέρι, ἔσκυψε καί τόν ρώτησε:
- Τί νά κάνω πατέρα;
- Παιδί μου ἦρθε ἡ ὥρα σου. Σκοτώσου! Τῆς ἀποκρίθηκε ψιθυριστά. Χίμηξε ἡ Ἑλένη μέ τό γιαταγάνι, ἀναμέρισε τούς ἐχθρούς καί πνίγηκε στόν Ἀχελῶο», γιά νά μήν τήν μαγαρίσουν, τήν κόρη, τήν ἀτρόμητη
Σουλιωτοπούλα. («Μνήμη Σουλίου», συλλογικό ἔργο τοῦ 1971).

Ὄγδοον: Γεώργιος Γεννάδιος, Δάσκαλος τοῦ Γένους. Πέθανε πάμφτωχος. Λίγο μετά τήν πτώση τοῦ Μεσολογγίου, στό Ναύπλιο, προσπαθεῖ νά ἀναπτερώσει τό ἠθικό. Ὁ αὐτήκοος καί αὐτόπτης Ἀλ. Ραγκαβής, στά ἀπομνημονεύματά του, μεταφέρει τήν σκηνή καί τά λόγια τοῦ Δασκάλου τοῦ Γένους. «Ἡ πατρίς καταστρέφεται, ὁ ἀγών ματαιοῦται, ἡ ἐλευθερία ἐκπνέει. Ἀπαιτεῖται βοήθεια σύντονος. Πρέπει οἱ ἀνδρεῖοι οὗτοι, οἵτινες ἔφαγον πυρῖτιν καί ἀνέπνευσαν φλόγας καί ἤδη ἀργοί καί λιμώττοντες μᾶς περιστοιχίζουν, νά σπεύσωσιν ὅπου νέος κίνδυνος τούς καλεῖ. Πρός τοῦτο ἀπαιτοῦνται πόροι καί πόροι ἐλλείπουσιν. Ἀλλ' ἄν θέλωμεν νά ἔχωμεν πατρίδα, ἄν εἴμεθα ἄξιοι νά ζῶμεν ἄνδρες ἐλεύθεροι, πόρους εὑρίσκομεν. Ἄς δώση ἕκαστος ὅ,τι ἔχει καί δύναται. Ἰδού ἡ πενιχρά προσφορά μου. Ἄς μέ μιμηθεῖ ὅστις θέλει. Καί ἐπικροτοῦντος του πλήθους ἐκένωσε κατά γῆς τό ἰσχνόν διδασκαλικόν βαλάντιόν του... Ἀλλά ὄχι, ἐπανέλαβε μετ' ὀλίγον, ἡ συνεισφορά αὕτη εἶναι οὐτιδανή. Ὀβολόν ἄλλον δέν ἔχω νά δώσω, ἀλλ' ἔχω ἐμαυτόν καί ἰδού τόν πωλῶ. Τίς θέλει διδάσκαλον ἐπί τέσσαρα ἔτη διά τά παιδιά του; Ἄς καταβάλη ἐνταῦθα τό τίμημα». Tέσσερα χρόνια «ἰδιαίτερα» καί τό ἀντίτιμο γιά τήν πατρίδα.

Ἀπό αὐτήν τήν Ἑλλάδα κρατιόμαστε καί γι΄αυτήν ἀγωνιζόμαστε....

Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς

3 σχόλια:

  1. την ελλάδα του δε μιλάω όταν κλείνουν τις εκκλησίες και μετά παρουσιάζομαι ως εθνοσωτήρας

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Έχεις δίκιο. Ήταν όμως άδηλη, απροσδιόριστη η δύναμη του κόμματος, όσον αφορά την προτίμηση του λαού. Δεν είχε ούτε στάλα παρελθόν, για να πατήσει σ'αυτό και να ενεργήσει. Τώρα που απροσδόκητα πήρε ποσοστά, δεν δικαιολογείται σε πισωγυρίσματα. Γι' αυτό, κρίνοντας με κάποια επιείκεια, ίσως δικαιούται μια ευκαιρία, μέσα στο χάος της ανάποδης πραγματικότητας.

      Διαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.