30 Απρ 2022

Ἅγιος Ἰγνάτιος (Μπριαντσιανίνωφ) Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως (30 Ἀπριλίου †)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Ἡ ρωσική Ὀρθοδοξία ἐμπλούτισε τό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας μέ μυριάδες ἁγίους. Τήν πρωτοπορία ἔχουν οἱ ἅγιοι Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι ἀναδείχτηκαν, σέ ἁγιότητα καί ἐκκλησιαστικό φρόνημα, ἐφάμιλλοι τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας. Ἕνας ἀπό αὐτούς ὑπῆρξε καί ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ, Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως, ἕνας ἀκούραστος καί ζηλωτής ποιμένας.
Γεννήθηκε τό 1807 στήν ρωσική κωμόπολη Ποκρόφσκ στήν ἐπαρχία Βολογκντά. Οἱ γονεῖς του ἀνῆκαν σέ εὐγενῆ οἰκογένεια τῆς παλιᾶς ἀριστοκρατίας. Τό βαπτιστικό του ὄνομα ἦταν Δημήτριος. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του ἐνστάλαξαν στήν ψυχή του τήν εὐσέβεια καί τήν πίστη στό Θεό, ὥστε ἀπό μικρό παιδί ἄρχισε νά δείχνει σημάδια ὑπέρμετρης ἀγάπης γιά τήν Ἐκκλησία. Σύχναζε στό ναό τῆς... πόλεως καί συχνά ἀποσύρονταν σέ γειτονικά δάση, ὅπου προσευχόταν μέ θέρμη στό Θεό καί διάβαζε, ἐκεῖ στήν ἡσυχία τη ἐρημιᾶς, βίους ἁγίων. Δέν εἶναι ἄλλωστε τυχαῖο τό γεγονός ὅτι γεννήθηκε σέ ἕναν εὐλογημένο τόπο, γεμᾶτο σκῆτες καί ἐρημητήρια ἁγίων ἀναχωρητῶν. Μάλιστα ἡ περιοχή αὐτή ἀποκαλοῦνταν ὡς ἡ «Θηβαΐδα τῆς Ρωσίας». Αὐτό τό πνευματικό κλίμα καί τό περιβάλλον ἐπέδρασε τά μέγιστα στήν ψυχή τοῦ νεαροῦ Δημητρίου.

Τά πρῶτα γράμματα τά ἔμαθε στήν πατρίδα του καί στή συνέχεια οἱ εὔποροι γονεῖς του τόν ἔστειλαν στήν Ἁγία Πετρούπολη, νά σπουδάσει στήν περίφημη Στρατιωτική Σχολή Μηχανικοῦ. Ἐκεῖ ὁ Δημήτριος ἔδειξε ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια, ὥστε οἱ μαθησιακές του ἐπιδόσεις ἔγιναν γνωστές ἀπό τόν μελλοντικό τσάρο Νικόλαο A΄, ὁ ὁποῖος τόν πῆρε ὑπό τήν προστασία του, προορίζοντάς τον γιά  λαμπρή στρατιωτική καριέρα.

Σύντομα ὁ Δημήτριος ἄρχισε νά χάνει τόν ἐνθουσιασμό του γιά τό στρατιωτικό ἐπάγγελμα. Παρά τίς λαμπρές ἐπιδόσεις του στή Στρατιωτική Σχολή, γεννήθηκε στήν ψυχή του ἡ ἐπιθυμία νά ἀκολουθήσει τή μοναχική ζωή καί νά ἀφιερωθεῖ στήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Γι' αὐτό ἄρχισε νά ἔχει κρυφές ἐπαφές μέ τούς πατέρες καί τούς μοναχούς τῆς φημισμένης Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νιέφσκι. Ἐκεῖνοι συμμερίστηκαν τίς ἀνησυχίες του καί τόν ἐνθάρρυναν νά ἀναζητεῖ τό πραγματικό νόημα τῆς ζωῆς του.

Τό 1826 μιά σοβαρή ἀσθένεια στάθηκε ἀφορμή νά ἀλλάξει πορεία στή ζωή του. Ὄντας εἴκοσι ἐτῶν, παραιτήθηκε ἀπό τή σχολή, παρ' ὅλες τίς ἀντιρρήσεις τῶν ἀξιωματικῶν καί τῶν καθηγητῶν του καί ἀποσύρθηκε στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Σβίρ, κοντά στήν Ἁγία Πετρούπολη. Ἐκεῖ συνδέθηκε μέ ἰσχυρό πνευματικό δεσμό μέ τόν φημισμένο Στάρετς (Γέροντα)  Λεωνίδα τῆς Όπτινα, ὁ ὁποῖος ἔτυχε τήν περίοδο ἐκείνη νά βρίσκεται στή Μονή αὐτή. Ἀπό ἐκεῖ πῆγε στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Κυρίλλου Πετρουπόλεως, ὅπου γνώρισε ἕναν ἄλλο σημαντικό Στάρετς, τόν Θεοφάνη. Ἔμεινε κοντά του τέσσερα χρόνια ὡς ὑποτακτικός καί μαθητευόμενος. Κατόπιν γύρισε ξανά στή Μονή τῆς Όπτινα, στό Γέροντα Λεωνίδα.

Στά 1831 ἐκάρη μοναχός καί ἔλαβε τό μοναχικό ὄνομα Ἰγνάτιος. Μετά ἀπό λίγο καιρό χειροτονήθηκε διάκονος καί στή συνέχεια πρεσβύτερος. Ὕστερα διορίστηκε ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Λοπώφ, στήν ἐπισκοπική περιφέρεια Βολογκντά, στήν πατρίδα του. Ἡ Μονή αὐτή βρισκόταν τόν καιρό ἐκεῖνο σέ ἐγκατάλειψη καί ἐρήμωση. Ὅμως ὁ δραστήριος Ἰγνάτιος, παρά τά προβλήματα ὑγείας πού ἀντιμετώπιζε καί τήν ἀσθενική του  κράση, ἐπέδειξε ἰδιαίτερες ἱκανότητες, ὥστε σύντομο χρόνο ἀνάδειξε τή Μονή σέ σημαντικό πνευματικό κέντρο τῆς περιοχῆς. Ἀνακαίνισε τά παλαιά κτήρια, ἔκτισε νέα καί προσέλκυσε πολλούς μοναχούς.

Ὅμως ἡ ὑγεία του ἐπιδεινώνονταν σταδιακά. Μετά ἀπό νέα σκληρή καί ἐπώδυνη ἀρρώστια ἀποφάσισε νά μεταβεῖ σέ ἄλλη Μονή κοντά στή Μόσχα. Ὁ τσάρος Νικόλαος πληροφορήθηκε τήν ἄφιξή του, θυμήθηκε ὅτι ἦταν ὁ προστατευόμενος του στή Στρατιωτική Σχολή καί θέλησε νά τόν ἀξιοποιήσει. Τόν ὅρισε ἡγούμενο στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Σεργίου, πλησίον τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Καί ἐδῶ ὁ Ἰγνάτιος ἐπέδειξε τίς ἰδιαίτερες ἱκανότητές του καί τόν ἔνθερμο ζῆλο του γιά τήν Ἐκκλησία.  Σέ λίγο χρόνο ἀνέδειξε καί τή νέα Μονή πνευματικό φάρο τῆς περιοχῆς. Ἀνακαίνισε τά παλαιά κτίρια, ἀποκατέστησε τήν κοινοβιακή ζωή καί τάξη καί ἐπανέφερε τό λειτουργικό τυπικό, τό ὁποῖο εἶχε παρεκκλίνει. Ἐπίσης ἡ πνευματική του δράση προσέλκυσε πλῆθος μοναχῶν, ἐπανδρώνοντας τή Μονή. Ὁ ἴδιος λειτουργοῦσε, ἐξομολογοῦσε καί κήρυττε ἀδιάκοπα στούς πολυπληθεῖς προσκυνητές. Τόνιζε μέ ἔμφαση τήν ἀξία τῆς συνεχοῦς νήψεως, δηλαδή τῆς πνευματικῆς ἐπαγρύπνησης καί τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ἤτοι: τῆς μονολόγιστης εὐχῆς: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν μέ τον ἁμαρτωλό».

Ὁ ἴδιος προόδευε πνευματικά, μέ τήν συνεχῆ προσευχή, τή νηστεία, τίς ἀγρύπνιες, τήν ἡσυχία καί τήν  ἄσκηση τῶν ἀρετῶν. Μάλιστα τά σημάδια ἁγιότητας ἄρχισαν νά εἶναι ἐμφανῆ σέ αὐτόν. Ἀξιώθηκε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. Μέ τίς προσευχές του ἐπιτελοῦσε πολλά θαύματα.  Ἡ φήμη του διαδόθηκε στήν εὐρύτερη περιοχή. Ὁ ἐπιχώριος Ἐπίσκοπος τόν διόρισε γενικό ἐπόπτη ὅλων τῶν Ἱερῶν Μονῶν τῆς Ἁγίας Πετρούπολης, γεγονός πού τόν ἔκαμε περισσότερο γνωστό. Περισσότερο ἀγαπήθηκε ἀπό τούς νέους, οἱ ὁποῖοι ἔτρεχαν κατά χιλιάδες κοντά του νά πάρουν τίς εὐλογίες του καί τίς πολύτιμες πνευματικές του νουθεσίες.  Ἀλλά δέν ἔλειψαν καί οἱ ἐχθροί του. Ἄνθρωποι κακεντρεχεῖς τόν μίσησαν καί τόν πολέμησαν μέ πάθος.

Τό 1847, ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του ἐπιδεινώθηκε περισσότερο. Ἡ σωματική του ἐξάντληση τόν ἀνάγκασαν νά παραιτηθεῖ προσωρινά ἀπό τά πολλά καθήκοντά του καί νά ἀποσυρθεῖ στήν Ἱερά Μονή Νικολάου Μπαμπάγεβο, γιά ἀνάπαυση. Ἐκεῖ ἀνάπαυσε μέν τό σῶμα του, ὄχι ὅμως καί τό πνεῦμα του. Στό ἥσυχο καί γαλήνιο ἐκεῖνο μέρος βρῆκε τήν εὐκαιρία νά ἐπιδοθεῖ στό συγγραφικό του ἔργο. Ἔγραψε πολυάριθμες ἐπιστολές  καί πνευματικές πραγματεῖες, ἀφιερωμένες στήν πνευματική ζωή καί ἰδίως στήν  νοερά προσευχή.  Μετά ἀπό λίγο καιρό ἀνάλαβε πάλι τά καθήκοντά του στή Μονή Ἁγίου Σεργίου.

Τό 1857 ἡ Ἐκκλησία τόν κάλεσε νά τήν ὑπηρετήσει ὡς Ἐπίσκοπος. Ἐπιλέχτηκε καί χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως στήν περιοχή τοῦ Καυκάσου στόν Εὔξεινο Πόντο. Ὁ Ἰγνάτιος, παρ' ὅλα τά προβλήματά του, συνέχισε νά δείχνει τόν ἀστείρευτο ζῆλο του γιά τήν Ἐκκλησία. Ἀνάλωσε κυριολεκτικά τίς δυνάμεις του, περιοδεύοντας τήν ἀχανῆ ἐπισκοπική του περιφέρεια, διδάσκοντας, νουθετῶντας καί λύνοντας τά χρονίζοντα προβλήματα τῶν ἐνοριῶν. Ἔδωσε μεγάλη σημασία στήν χριστιανική ἐκπαίδευση τῶν παιδιῶν, ἔχοντας τήν πεποίθηση ὅτι οἱ χριστιανοί νέοι εἶναι τό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἐπισκοπική του διακονία δέν ἔμελλε νά εἶναι μακροχρόνια. Τέσσερα χρόνια μετά μιά νέα ἀρρώστια τόν κατέβαλε καί τόν καταρράκωσε σωματικά, ὥστε νά μή μπορεῖ νά ἀνταποκριθεῖ στά ἐπισκοπικά του καθήκοντα. Γι' αὐτό ζήτησε τήν ἄδεια ἀπό τή Σύνοδο νά ἀποσυρθεῖ στήν Ἱερά Μονή Νικολάου Μπαμπάγεβο. Ἔμεινε ἐκεῖ ἕξι χρόνια, ὡς ἁπλός μοναχός, ἐφησυχάζων, προσευχόμενος καί συγγράφοντας πνευματικά συγγράμματα. Στίς 30 Ἀπριλίου 1867, σέ ἡλικία 60 ἐτῶν κοιμήθηκε εἰρηνικά. Τά πνευματικά του τέκνα τόν εἶδαν λουσμένο σέ ἕνα ἐκτυφλωτικό φώς, δεῖγμα τῆς ἁγιότητάς του. Ἡ Ἐκκλησία τόν ἀνακήρυξε ἅγιο καί ὅρισε νά τιμᾶται ἡ μνήμη του στίς 30 Ἀπριλίου, τήν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.