Μεγάλους ἁγίους καὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς συναντᾶμε σὲ κάθε τόπο καὶ σὲ κάθε ἐποχή. Ὁ δυτικὸς Χριστιανισμός, πρὶν ἀποσχισθεῖ ἀπὸ τὴν Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν ὀρθὴ πίστη, ἀνάδειξε μεγάλους ἁγίους καὶ Πατέρες, ἐφάμιλλους τῶν Πατέρων τῆς Ἀνατολῆς. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ἅ΄, ὁ Διάλογος, πάπας Ρώμης. Νὰ διευκρινίσουμε πὼς ὡς τὶς ἀρχὲς τοῦ 11ου αἰώνα, ποὺ ὁ παπισμὸς δὲν εἶχε ἀποσκιρτήσει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἐκπέσει στὴν αἵρεση, ἀναδείχτηκαν πάμπολλοι πάπες ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι λαμπρύνουν τὰ ἁγιολόγιά μας.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στὴ Ρώμη περὶ τὸ 540 καὶ ἔζησε... στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ (527-565). Ὁ πατέρας τοῦ ὀνομαζόταν Γορδιανὸς καὶ ἡ μητέρα τοῦ Συλβία. Οἱ πλούσιοι γονεῖς τοῦ φρόντισαν νὰ τοῦ δώσουν σπουδαία μόρφωση. Ἀναδείχτηκε σπουδαῖος νομικός.
Τὸ 570 διορίστηκε ἀπὸ τὸν Ἰουστινιανὸ πραίτορας τῆς Ρώμης, ἀλλὰ ὄχι γιὰ πολύ, διότι μετὰ τὸ θάνατο τῶν γονέων τοῦ μοίρασε τὴν περιουσία του στοὺς φτωχοὺς καὶ ἵδρυσε πολλὲς μονές. Τὴν οἰκία του στὴ Ρώμη τὴν μετέβαλε σὲ μονή, ἀφιερωμένη στὸν Ἀπόστολο Ἀνδρέα, ὅπου ζοῦσε ἄκρως ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων. Τὸ 579 μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου γνωρίστηκε μὲ τὴν ἀδελφή του αὐτοκράτορα Μαυρικίου (582-602), Θεοκτίστη καὶ μὲ τὸν πατρίκιο Ναρσή, μὲ τοὺς ὁποίους ἀλληλογραφοῦσε. Τὸ 586 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ ὑπηρέτησε ὡς σύμβουλος τοῦ πάπα Πελάγιου Β΄. Ἀλλὰ τὸ 590 ὁ Πελάγιος πέθανε καὶ ὁ κλῆρος καὶ ὁ λαὸς τῆς Ρώμης ἀπαιτοῦσαν νὰ ἀνέβει ὁ Γρηγόριος στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ρώμης. Ὅμως ὁ Γρηγόριος ἦταν ἀπρόθυμος, συναισθανόμενος τὸ βάρος τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος, διότι, ταπεινὸς ὧν, θεωροῦσε τὸν ἑαυτὸ τοῦ ἀδύνατο. Ὁ ἐπίσκοπος Ραβέννας Ἰωάννης τὸν ἀνάγκασε νὰ ἀποδεχτεῖ τὴν ἀπαίτηση τοῦ λαοῦ. Ἀναδείχτηκε ὡς πάπας Γρηγόριος Ἃ΄ ἀφοῦ ἔγραψε μία θαυμάσια πραγματεία γιὰ τὰ προσόντα τοῦ ἐπισκόπου.
Εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει μεγάλα προβλήματα. Ἂς μὴν ξεχνᾶμε πὼς τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τὸ δυτικὸ ρωμαϊκὸ κράτος εἶχε οὐσιαστικὰ καταλυθεῖ ἀπὸ τοὺς βαρβάρους καὶ πὼς ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, ὡς Πατριάρχης τῆς Δύσεως, εἶχε ἐπιφορτιστεῖ καὶ μὲ πολιτικοκοινωνικὲς ἁρμοδιότητες γιὰ χάρη τῶν πιστῶν της Δύσης. Μία φοβερὴ ἐπιδημία ἀποδεκάτιζε τοὺς πληθυσμοὺς τῆς Ἰταλίας. Μία πρωτοφανὴς πλημμύρα τοῦ Τίβερη εἶχε καταστρέψει τὰ σιτηρὰ τῆς Ρώμης. Οἱ βάρβαροι Λομβαρδοὶ εἶχαν κυριέψει τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς Ἰταλίας.
Ὀργάνωσε ἕνα πρωτοπόρο δίκτυο φιλανθρωπίας, ὅπου ἀπέτρεψε τὸ λιμὸ καὶ ἀντιμετώπισε τὴν πανώλη. Χιλιάδες πτωχοὶ ἔβρισκαν τροφή, ἐνδύματα, στέγη καὶ περίθαλψη στὰ πολυάριθμα ἱδρύματα. Τὶς προσόδους ἀπὸ τὰ ἐκκλησιαστικὰ κτήματα τὰ διοχέτευε στὸ λαὸ καὶ παράλληλα φρόντισε νὰ ἔχει μεγάλες δωρεὲς ἀπὸ τοὺς πλούσιους γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό. Ἀκόμη καὶ στὸ ἐπισκοπεῖο τοῦ σιτίζονταν πλῆθος ἐνδεῶν.
Παράλληλα ὀργάνωσε μία γιγάντια ἱεραποστολὴ γιὰ τὸν ἐκχριστιανισμὸ τῆς Βόρειας Εὐρώπης. Ἔστειλε στὴν Ἀγγλία ὁμάδα σαράντα μοναχῶν γιὰ τὸν φωτισμὸ τῶν ἀγγλοσαξόνων. Ἀλλὰ καὶ συνέβαλε ἀποτελεσματικὰ γιὰ τὴν ἄρση τοὺς σχίσματος τῶν ἐπισκόπων Λιγουρίας, Ἰστρίας καὶ Βενετίας, οἱ ὁποῖοι δὲ δέχονταν τὶς ἀποφάσεις τῆς Ἐ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (553). Ὁ ἅγιος Γρηγόριος μὲ τὴ σοφία, τὴ σύνεση καὶ τὴν γνήσια ἐκκλησιαστική του παράδοση κατόρθωσε νὰ τοὺς πείσει ὅτι ἡ ἀπόφαση καταδίκης τῶν λεγομένων «Τριῶν Κεφαλαίων» δὲν ἦταν συμβιβασμὸς μὲ
τοὺς αἱρετικοὺς μονοφυσίτες, ὅπως ἰσχυρίζονταν οἱ σχισματικοὶ ἐπίσκοποι, ἀλλὰ ἐξέφραζε τὴν ὀρθόδοξη πίστη.
Παρ’ ὅλο ποὺ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἦταν βαθύτατα προσηλωμένος στὴν ἐξουσία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐκείνη ἀδυνατοῦσε νὰ προσφέρει οὐσιαστικὴ βοήθεια στοὺς Ρωμαίους της Δύσης, διότι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη βρισκόταν σὲ συνεχεῖς πολέμους μὲ τοὺς Πέρσες, τοὺς Ἀβάρους, τοὺς Σλάβους καὶ τοὺς Μαυρούσιους. Ἔτσι ἀναγκάστηκε νὰ ἀναλάβει ὁ ἴδιος πολιτικὴ πρωτοβουλία, συνεννοούμενος μὲ τοὺς Λομβαρδοὺς νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν εἰρήνη μὲ φόρο ὑποτέλειας. Αὐτὴ ἦταν δυστυχῶς ἡ ἀρχὴ γιὰ τὴν στροφὴ τῶν παπῶν στοὺς βαρβαρικοὺς ἡγεμόνες τῆς Δύσης καὶ τὴ δημιουργία τοῦ κατοπινοῦ «παπικοῦ πρωτείου» καὶ τὴ μεταβολὴ τοῦ πάπα σὲ κοσμικὸ ἄρχοντα. Τὸ μεγάλο πρόβλημα δημιουργήθηκε ὅταν οἱ πάπες τῆς Ρώμης ἀπευθύνθηκαν στοὺς βάρβαρους Φράγκους γιὰ βοήθεια, καὶ ἔτσι προοδευτικὰ κατέλαβαν τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Δύσης, μὲ ἀποκορύφωμα τὴν κατάληψή του ἀπὸ πάπα φραγκικῆς καταγωγῆς (1009) καὶ τὴν ἀπόσχισή του ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸ 1054. Ἂς σημειωθεῖ πὼς οἱ Φράγκοι ἦταν αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι ἐπέβαλαν τὶς κακοδοξίες τους, ὅπως τὸ φιλιόκβε, ἡ κτιστὴ χάρη, κλπ, στὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία, μετὰ τὴν ἐκδίωξη τῶν Ὀρθοδόξων. Οἱ κακοδοξίες αὐτές, μαζὶ μὲ πάμπολλες ἄλλες ποὺ συσσώρευσαν οἱ αἰῶνες, ὑπάρχουν μέχρι σήμερα στὸν παπισμὸ καὶ μᾶς ἐμποδίζουν νὰ τὸν θεωροῦμε Ἐκκλησία, ἀλλὰ θρησκευτικὴ κοινότητα.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος οὐδέποτε ἄσκησε κανένα εἶδος πρωτείου στὴν Ἐκκλησία, διότι ἦταν ταπεινὸς καὶ προσηλωμένος στὴν ἀρχέγονη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ἅγιοι πάπες πρὶν τὴν ἀπόσχιση τοῦ Πατριαρχείου τῆς Δύσης. Τὸ ἀντίθετο μάλιστα, ὑπερασπίστηκε μὲ σθένος, τὰ δικαιώματα τῶν ἀρχαίων Πατριαρχείων, ποὺ εἶχαν θεσπίσει ἡ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι. Ἀρνιόταν τὸν τίτλο τοῦ «οἰκουμενικοῦ πάπα», ποὺ τοῦ εἶχε εἰσηγηθεῖ ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Εὐλόγιος (579-607) καὶ προτιμοῦσε τὸν τίτλο «δοῦλος Θεοῦ». Ἀντιτάχτηκε μὲ σθένος στὴν ἀπόφαση τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννη τοῦ Νηστευτῆ (582-595) νὰ λάβει ἀπὸ τὴ Σύνοδο τοῦ 587 τὸν τίτλο τοῦ «Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη», ὁ ὁποῖος δὲν εἶχε βεβαίως διοικητικὴ ἐξουσία σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἦταν καὶ εἶναι τίτλος τιμῆς, ὡς ἐπίσκοπός της πρωτεύουσας τῆς οἰκουμένης.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ 604, ἀνακηρύχτηκε ἅγιος καὶ μέγας γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του καὶ τὴν μεγάλη προσφορά του στὴν Ἐκκλησία. Ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται στὶς 12 Μαρτίου. Ὀνομάστηκε Διάλογος ἐπειδὴ ἔγραφε θεολογικὰ ἔργα σὲ διαλογικὴ μορφή.
Θεωροῦμε ὅτι ἡ μορφὴ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου καὶ τὸ ἔργο τοῦ εἶναι ἡ ἠχηρὴ ἀπάντηση στὸν σύγχρονο παπισμό, ὁ ὁποῖος προβάλλει τὸ ἀντιχριστιανικὸ «πρωτεῖο» ἐξουσίας σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία καὶ ἐπίσης σὲ ὅσους ἐπιδιώκουν τὴ δημιουργία «Βατικανοὺ» στὸν ὀρθόδοξο χῶρο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου