14 Φεβ 2019

"Πάτερ, τὰ ἐπιχειρήματα τῆς Ἐκκλησίας, τὴν διδασκαλία τῶν κατηχητικῶν, τῶν κατασκηνώσεων, τῶν ὁμάδων, τῶν πνευματικῶν, τὰ νίκησα μέσα μου. Ἕνα ἔχω ποὺ δὲν μπορῶ νὰ νικήσω…"

Μητροπολίτου Λεμεσοὺ Ἀθανασίου
Τί μιλᾶ τελικὰ στὴν καρδιὰ πού παλεύει μὲ τὸν Θεό;
Ὅταν ἤμουν στὸ Ἅγιον Ὅρος στὴ Νέα Σκήτη ἦταν ἀρχὰς Νοεμβρίου μὲ τὸ δικό μας ἡμερολόγιο ἐκεῖ, ὅπου ἕνα βράδυ, περασμένη λίγο ἡ ὥρα χτύπησε ἡ πόρτα τῆς καλύβας μας καὶ ἀνοίξαμε νὰ δοῦμε ποιὸς ἦταν. Ἦταν τρία παιδιὰ τὰ ὁποία χάθηκαν στὸ δρόμο καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ φιλοξενηθοῦν βέβαια στὸ Μοναστήρι γιατί εἶχε κλείσει, οὔτε πουθενὰ ἀλλοῦ καὶ ἔπρεπε νὰ τὰ φιλοξενήσουμε ἐμεῖς στὴ δική μας καλύβη. Δὲν ὑπῆρχε πρόβλημα βέβαια. Προσπαθήσαμε νὰ τοὺς φιλοξενήσουμε, νὰ τοὺς ἑτοιμάσουμε κάτι νὰ φᾶνε.
Ἕνας ἐξ’ αὐτῶν ὅμως ἦταν πολὺ ἀρνητικός. Ἐγὼ κάθισα λίγο μαζί τους νὰ τοὺς μιλήσω μέχρι νὰ φᾶνε τὰ παιδιά, νὰ μὴν τοὺς ἀφήσουμε μόνους τους. Εἴπαμε κάποια πράγματα. Τὸ ἕνα τὸ παιδὶ ἦταν ἀρνητικός, ἦταν...
δύσκολος. Χαμογελοῦσε εἰρωνικά, μὲ ἔβλεπε ἔτσι παράξενα. Καταλάβαινα ὅτι δὲν τοῦ ἄρεσα τρόπον τινά, δὲν ξέρω.
Ἀφοῦ φάγανε τὸ φαγητό τους, πῆγα νὰ.... τοὺς δείξω -ἤμουν ὑπεύθυνος ἀρχοντάρης- τὰ δωμάτια. Μοῦ λέει ἕνας.
– Πάτερ, μπορῶ νὰ δώσω στὸ Θεὸ τὴν τελευταία εὐκαιρία νὰ μοῦ μιλήσει;
– Ὡραία σκέψη. Καὶ τί θὰ γίνει τώρα; Δηλαδὴ πῶς θὰ δώσεις τοῦ Θεοῦ τὴν τελευταία εὐκαιρία νὰ σοὺ μιλήσει;
– Θέλω νὰ μιλήσουμε.
Πῆρα εὐλογία ἀπὸ τὸν Γέροντα καὶ πῆγα κάθισα ἐκεῖ σὲ ἕνα παρεκκλήσι ποὺ εἴχαμε καὶ μιλούσαμε ἀπὸ ἡ ὥρα ὀκτὼ τὸ βράδυ μέχρι ὥρα τέσσερις τὸ πρωὶ ποὺ χτύπησε τὸ σήμαντρο γιὰ τὴν ἀκολουθία. Μιλοῦσε βέβαια ὁ ἴδιος, δὲν ἄφησε τὸ Θεὸ νὰ τοῦ μιλήσει γιατί ἤθελε ὁ ἴδιος νὰ πεῖ ὅλα αὐτὰ ποὺ εἶχε μέσα του. Πανέξυπνος ἄνθρωπος, πολὺ διαβασμένος, πολὺ μορφωμένος, ἦταν στὸ πτυχίο τῆς Νομικῆς τότε.
– Λοιπόν, μοῦ λέει, κοίταξε πάτερ ἐγὼ μεγάλωσα στὰ κατηχητικά, στὶς ἀδελφότητες, κοντὰ σὲ πολὺ καλοὺς πνευματικούς. Ξέρω τὰ πάντα. Ὅταν σου λέω κάτι ξέρω ἐκ τῶν προτέρων τί θὰ μοῦ ἀπαντήσεις.
Καὶ πράγματι, ἤξερε πάρα πολλὰ πράγματα. Δὲν εἶχα κάτι νὰ τοῦ ἀπαντήσω διότι ὄντως τὰ ἤξερα ὅλα. Κι ἔτσι ὅπως ἤτανε ἔξυπνος καὶ λαλίστατος καὶ εὐφυὴς καὶ μὲ ἐπιχειρήματα -δικηγόρος βέβαια ἤτανε ὁ ἄνθρωπος- ἐντάξει ἐγὼ αἰσθανόμουνα στριμωγμένος σ’ ἐκείνη τὴ γωνιὰ τοῦ στασιδιοῦ. Τὸν ἄκουγα ἁπλῶς κι ἔλεγα: ὁ Θεὸς νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ βγάλουμε ἄκρη ἐδῶ ἀπόψε. Τί θὰ γίνει;
Ποῦ θὰ βγοῦμε μὲ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο;
Τέλος πάντων, εἶπε, εἶπε, εἶπε κάμποσα ..
Πήγαινα κι ἐγὼ νὰ πῶ καμμιὰ κουβέντα, δὲν μὲ ἄφηνε. Μοῦ ἔλεγε,
– Ξέρω τί θὰ πεῖς, ξέρω.
Καὶ πράγματι ἤξερε δηλαδή, δὲν ἔλεγε ψέματα. Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νὰ τελειώσουμέ μου λέει,
– Πάτερ μου ξέρεις ὅλα τὰ νίκησα μέσα μου. Ὅλα τὰ νίκησα. Ὅλα τὰ ἐπιχειρήματα τῆς Ἐκκλησίας, ὅλη τὴ διδασκαλία τῶν κατηχητικῶν, τῶν ὁμαδαρχῶν, τῶν κατασκηνώσεων, τῶν ὁμάδων, τῶν πνευματικῶν, τὰ πάντα. Τὰ ἔχω διαλύσει, τὰ ἔχω νικήσει. Ἔχω ἀπόψεις, ἔχω ἐπιχειρήματα, ἔχω μέσα μου ἰσχυρὰ ἐρείσματα γιὰ νὰ μὴν τὰ πιστεύω ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα ἀλλὰ ἔχω κάτι ποὺ δὲν μπορῶ νὰ τὸ νικήσω. Δὲν μπορῶ νὰ τὸ νικήσω.
– Τί εἶναι αὐτὸ ποῦ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ νικήσεις;
– Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ. Δὲν μπορῶ νὰ νικήσω τὴ μάνα μου.
– Δηλαδή; Ἔχει γλώσσα; Μιλάει πολύ;
– Ὄχι, δὲν μιλάει καθόλου ἡ μάνα μου.
– Ἐ τότε, τί κάνει;
– Δὲν μπορῶ πάτερ. Ὅταν σηκώνομαι τὸ βράδυ καὶ τὴ βλέπω νὰ εἶναι γονατιστὴ καὶ νὰ προσεύχεται, δὲν μπορῶ νὰ βγάλω αὐτὴν τὴν εἰκόνα ἀπὸ μέσα μου. Ὅλα τὰ ἄλλα τὰ διέλυσα. Καὶ τοὺς πνευματικοὺς καὶ τὶς ἐκκλησίες καὶ τὶς κατασκηνώσεις καὶ τὰ πάντα ἀλλὰ αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῆς μάνας μου δὲν μπορῶ νὰ τὴν νικήσω.
Γιὰ νὰ μὴν σᾶς τὰ πολυλογῶ, τελικὰ τὸν νίκησε ἡ εἰκόνα τῆς μάνας του. Πράγματι αὐτὸ τὸ παιδὶ πάλεψε πολὺ μὲ τὸν ἑαυτό του στὴ συνέχεια. Πηγαινοερχόταν στὸ Ἅγιον Ὅρος. Δὲν τοῦ λέγαμε τίποτα, ἁπλῶς ἦταν πολὺ παρατηρητικός. Ἔβλεπε, γυρνοῦσε, ἔβλεπε πράγματα τὰ ὁποῖα ἐμεῖς δὲν βλέπαμε τόσα χρόνια. Ἑρμήνευε διάφορες καταστάσεις ὄμορφα, ὡραῖα. Μέχρι ποὺ σιγὰ-σιγὰ πράγματι ἐνίκησε ἡ εἰκόνα τῆς μητέρας του, ἡ ὁποία ἦταν μία ἀγράμματη γυναίκα -σχεδὸν ἀγράμματη δηλαδὴ μὲ λίγες τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ- ἀλλὰ μία γυναίκα τῆς Ἐκκλησίας ἡ ὁποία προσευχόταν πάρα πολὺ γιὰ τὸ παιδί της.
Καὶ σήμερα, Δόξα τῷ Θεῶ, τὸ παιδὶ αὐτὸ διαπρέπει. Εἶναι στέλεχος, ὅπως κι ἐσεῖς, τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας στὴν ὁποία ἀνήκει. Καὶ διαπρέπει πραγματικὰ στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ αὐτὸς καὶ ἡ κατ’ οἶκον Ἐκκλησία του, ἡ οἰκογένειά του καὶ ὅλοι ὅσοι εἶναι κοντά του. Γιατί ἀπὸ τότε, ἔγινε στέλεχος καὶ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ στηρίζει καὶ αὐτὸς μὲ τὴ σειρὰ τοῦ πολλοὺς ἀνθρώπους.

3 σχόλια:

  1. Υπέροχο , ευχαριστούμε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Με λίγα λόγια, αυτό που μας λέει ο άνωθεν ποιητής είναι ότι:

    1) Δεν υπάρχει λογική στην ορθόδοξη πίστη και σκεπτόμενοι άνθρωποι την απορρίπτουν εύκολα. Πιο εύκολα και από μια ανάμνηση του παρελθόντος της μάνας τους.
    2) Το μόνο που τραβά τους ανθρώπους στην ορθοδοξία είναι συναισθηματισμοί και στιγμές όπου η λογική δεν εμπλέκεται καθόλου.
    3) Γίνεται κάποιος, από ενσυνείδητος αρνητής του Χριστού, της Αγίας Γραφής και του Ευαγγελίου, να γίνει άγιος (γιατί προς τα εκεί το πάει...) μόνο και μόνο από έναν συναισθηματισμό που έχει για ένα άτομο. Όχι δηλαδή από πίστη και αγάπη στο Θεό, ούτε από αναγνώριση της Αλήθειας, ούτε καν έχοντας δει την αλήθεια πίσω από τη διδασκαλία του Ευαγγελίου. Θα μπορούσε να πει ότι η μάνα του ήταν ο καταλύτης για την αναθεώρηση των απόψεών του, αλλά δεν λέει αυτό.

    Αν ήταν έτσι τα πράγματα, δεν ξέρω γιατί ο έρμος ο Απόστολος Παύλος έσκασε να φωνάζει το "εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν" και "εἰ κατὰ ἄνθρωπον ἐθηριομάχησα ἐν Ἐφέσῳ, τί μοι τὸ ὄφελος; εἰ νεκροὶ οὐκ ἐγείρονται, φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν".
    Τι το ήθελε το λογικό υπόβαθρο ο Παύλος και δεν τα άφησε όλα στην ανάμνηση της μάνας μας, έτσι όπως οι μασόνοι αρχιερείς μας θέλουν να είναι; Να είναι δηλαδή η κάθε πίστις απόρροια ελλιπούς κριτικής σκέψεως και προϊόν συναισθηματικών ελλείψεων και αδυναμιών προβληματικών υποκειμένων.

    Θα έπρεπε να είναι προφανές, αλλά το έθνος μας δεν μεταστράφηκε στην ορθοδοξία από αυτές τις βλακείες και τους συναισθηματισμούς. Και οι πρώτοι χριστιανοί και Πατέρες της Εκκλησίας ήταν φιλόσοφοι και πατούσαν πάνω σε στέρεα λογικά επιχειρήματα, τόσο για να δυναμώσουν την πίστη των αδελφών τους, όσο και για να διαδώσουν την ορθοδοξία. Κανείς απόστολος και απολογητής δεν βασίστηκε σε (ίσως και να μην χρησιμοποίησε καν) συναισθηματισμούς για να φέρει ανθρώπους στην Αλήθεια. Και αυτοί είχαν έργο για να δείξουν. Ας μας πουν οι σημερινοί επίσκοποι πόσους αλλόθρησκους έχουν μεταστρέψει με τον αγαπουλιάρικο και συναισθηματισιάρικο "χριστιανισμό" τους. Οι ευχές υπέρ των Κατηχουμένων έχουν καταντήσει πλέον κακόγουστο αστείο, μιας και συνεχώς ακούμε για κατηχουμένους και κατηχουμένους ποτέ δεν βλέπουμε! Απλά έχει μείνει εκεί το κατεβατό με τις ευχές για να μας θυμίζει πόσο άχρηστοι και υποκριτές είμαστε. Όχι μόνο δεν κάνουμε χριστιανούς τους αλλοθρήσκους, αλλά εξανεμίζονται και οι χριστιανοί του έθνους μας! Και οι ελάχιστοι μεταστραφέντες όπως ο Κάλλιστος Ware, αποδεικνύεται εκ των υστέρων ότι μάλλον ποτέ δεν μετεστράφησαν, αλλά απλά μας κορόιδευαν!!! Μπορεί βέβαια και να τον κατήχησε κάποιος βαρθολομαίος στην "ορθοδοξία" και να μην φταίει ο άνθρωπος...

    (συνεχίζει...)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. (συνέχεια)

    Όσο για τον συγκεκριμένο Μητροπολίτη που τα γράφει αυτά, ακόμα περιμένω να μας εξηγήσει γιατί ψήφισε ΤΑ ΠΑΝΤΑ στην Κολυμπάριο εκτός από την "αναγνώριση του ιστορικού ονόματος" των αιρετικών, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενά του. Συμφωνεί πλήρως με τους μεικτούς γάμους; Με τον δεύτερο γάμο κληρικών; Με την αλλαγή της πατροπαράδοτης νηστείας; Με όλες τις υπόλοιπες ανωμαλίες που ανέβλυζαν από τα κείμενα της Κολυμπαρίου; Βέβαια, εκεί που φτάσαμε, ευτυχώς άφησε κάτι που δεν ψήφισε, αλλά ας μην νομίζει ότι ο Θεός θα του είναι τόσο επιεικής όσο εγώ και το απελπισμένο ποίμνιό του.

    Υ.Γ.: Δεν απορρίπτω την περίπτωση να είναι αληθές περιστατικό το άνωθεν, αλλά αμφισβητώ ευθέως όλα τα "διαπρέπει πραγματικὰ στὴν πνευματικὴ ζωὴ" και "στηρίζει καὶ αὐτὸς μὲ τὴ σειρὰ τοῦ πολλοὺς ἀνθρώπους". Όταν απορρίπτεις λογικά την Αλήθεια και απλά την δέχεσαι επειδή αγαπάς τη μάνα σου, δεν είσαι χριστιανός. Ο Θεός είπε το "Ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος". Σίγουρα ο Χριστιανισμός βασίζεται πολύ στην πίστη και ο ορθολογισμός είναι η ψώρα της ψυχής, αλλά το να ακολουθείς πράγματα που δεν σου φαίνονται λογικά και δεν τα πιστεύεις, μόνο και μόνο γιατί θυμάσαι την προσευχόμενη μάνα σου, δεν είναι και πολύ τιμητικό... Με την ίδια λογική, τα έθνη που απέρριψαν τον Χριστό, και για τα οποία ο Χριστός είπε πως δε θα έχουν καμιά δικαιολογία στην Κρίση, θα είχαν δικαιολογία πως αυτά δεν είχαν μάνες που προσεύχονταν γονατιστές και άλλες τέτοιες αηδίες για να θυμούνται. Ουσιαστικά βγάζεις τον ίδιο τον Χριστό λάθος, δηλαδή! Ελπίζω να καταλαβαίνεις πόσο τραγικά λάθος είναι ο Μητροπολίτης...

    Υ.Γ.2: Σε καμιά περίπτωση δεν θέλω να μειώσω τη σημασία που έχει το οικογενειακό και το ευρύτερο περιβάλλον στην χριστιανική πορεία των παιδιών. Αλλά αν αυτό είναι το μόνο που την καθορίζει, ακόμα και μετά την ενηλικίωση, -συγνώμη αλλά- κάτι δεν πάει καλά με τους ανθρώπους και την κοινωνία...

    (Περνά δαύτο από την έγκριση ή δεν περνά; Το έγραψα το έρμο το σχόλιο και δε μου πάει καρδιά να το κρατήσω μόνο για την αφεντιά μου! :D)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.