29 Μαΐ 2013

Ἄγνωστες πτυχὲς τῆς πολιορκίας τῆς Πόλης. Ὁ Φλαντανελᾶς κρατᾶ ψηλὰ τὴν ἑλληνικὴ ναυτικὴ παράδοση τσακίζοντας τὸν τουρκικὸ στόλο μὲ 4 πλοῖα!!!

Στίς 20 Ἀπριλίου ὅλοι οἱ κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στὰ τείχη πού βλέπουν στὴν Προποντίδα γεμάτοι περιέργεια. Πανιὰ φάνηκαν στὸν ὁρίζοντα καὶ ὅλοι ἀνεθάρρησαν ὅτι ἔρχεται ἐπιτέλους ἡ βοήθεια ἀπὸ τὸν πάπα. 
Τὰ πλοῖα ἦταν μόλις τέσσερα, ἀλλὰ ἴσως ἦταν ἡ ἐμπροσθοφυλακὴ ἑνὸς μεγάλου χριστιανικοῦ στόλου πού πλησίαζε νὰ διώξει τοὺς βαρβάρους. Δυστυχῶς ὅμως τὰ σκάφη αὐτὰ ἦταν ἐκεῖνα στὰ ὁποῖα ὁ Κωνσταντῖνος εἶχε παραγγείλει προμήθειες γιὰ τοὺς κατοίκους. Τὰ τρία ἦταν Γενοβέζικα καὶ τὸ ἕνα καὶ μεγαλύτερο ἦταν βασιλικὸ καὶ εἶχε καπετάνιο τὸν περίφημο Φλαντανελά. Τά πλοῖα ἀρχικὰ εἶχαν καθηλωθεῖ στὴν Χίο ἀπὸ βόρειους ἀνέμους, ἀλλὰ τώρα οἱ ἰσχυροὶ νοτιάδες τὰ ἔσπρωχναν πρὸς τὸν Κεράτιο. Ὁ Μωάμεθ ἀμέσως διέταξε τὸν Μπαλτόγλου νὰ πάρει ὅλη τὴ δύναμη ἀπὸ τό Διπλοκιόνιο (Μπεσικτᾶς) καὶ νὰ τὰ συλλάβει. Τὰ τέσσερα μεγάλα πλοῖα περικυκλώθηκαν ἀπὸ τὰ δεκάδες μικρότερα τουρκικὰ καὶ τὸ χειρότερο ἦταν ὅτι ὁ ἄνεμος ἔπαψε νὰ φυσᾶ. Ὁ καπουδᾶν πασσᾶς ἐμβόλισε τὸν βυζαντινὸ δρόμωνα καὶ ἄρχισε μία σκληρὴ μάχη σῶμα μὲ σῶμα. Οἱ ἐλπίδες τῶν χριστιανῶν ἦταν ἐλάχιστες ἀλλὰ ὑπὸ τὸ βλέμμα τῶν χιλιάδων κατοίκων ἀγωνίζονταν μὲ γενναιότητα. Τὰ χριστιανικὰ πλοῖα δέθηκαν μεταξύ τους καὶ ἐμοίαζαν σὰν ἕνα ὀχυρὸ μέσα στὴν θάλασσα, τὸ ὁποῖο χιλιάδες τοῦρκοι προσπαθοῦσαν νὰ τὸ ἐκπορθήσουν. Ὁ κυβερνήτης Φλαντανελᾶς δὲν ἔπαψε στιγμὴ νὰ ἐμψυχώνει τοὺς ἄντρες του καὶ συνέχισε μὲ ἕνα τεράστιο πέλεκυ νὰ πολεμᾶ μὲ πεῖσμα. Ἀλλὰ καὶ κάποιος ἄλλος εἶχε ἀγωνία γιὰ τὴν ἔκβαση τῆς παράξενης αὐτῆς ναυμαχίας. Ὁ σουλτάνος ἔφιππος εἶχε μπεῖ στὸ νερὸ καὶ ἐκτόξευε ἀπειλὲς καὶ ὕβρεις κατὰ...
τοῦ ναυάρχου του.
"ὁ δὲ ἀμηρᾶς θεωρῶν μηδὲν ἄξιον ἔργον ποιοῦντα τὸν τοσούτον καὶ τηλικοῦτον στόλον ἀλλὰ μᾶλλον ἥττονα ὄντα, μανεῖς καὶ θυμῶ ληφθεῖς, βυχώμενος καὶ τοὺς ὀδόντας τρίζων ὕβρεις ἐνέχεε εἰς τοὺς αὐτοῦ, δειλοκάρδιους καὶ γυναικώδεις καὶ ἀνωφελεῖς ἀποκαλῶν, καὶ τὸν ἵππον κεντρίσας ἦλθεν ἐντός τς θαλάσσης..."
Ἡ μοίρα παίζοντας τὸ παιχνίδι της ἔκανε τὸν νοτιὰ νὰ δυναμώσει, ἔσπρωξε τὰ μεγάλα πλοῖα πρὸς τόν Κεράτιο κόλπο πού ἦταν οἱ ὑπόλοιπες ἰταλικὲς γαλέρες το Τρεβιζάνου καὶ τοῦ Ζαχαρία Γριώνη καὶ τὰ τούρκικα ὑποχώρησαν. Ἴσως ἦταν εὐκαιρία νὰ ἐπιτεθοῦν ὅλα τὰ χριστιανικὰ πλοῖα καὶ νὰ διαλύσουν τὸν στόλο τοῦ Μωάμεθ ἀλλὰ δὲν τὸ ἔκαναν. Ἡ σωτηρία τῶν ἐξαντλημένων χριστιανῶν ναυτικῶν ἀναπτέρωσε τὸ ἠθικὸ τῶν κατοίκων τῆς Πόλης, ἐνῶ ντροπίασε τοὺς Ὀθωμανοὺς τῶν ὁποίων οἱ ἀπώλειες ξεπέρασαν τοὺς χίλιους σκοτωμένους. Ὁ Μωάμεθ ἔξαλλος ἤθελε νὰ παλουκώσει τὸν ἄτυχο Μπάλτογλου ἀλλά τὸν συγκράτησαν οἱ στρατηγοί του. Ράβδισε ὁ ἴδιος τὸ ναύαρχο, τὸν καθαίρεσε καὶ ὅρισε ἀντικαταστάτη τόν Χαμουζά πασσά, ἐνῶ τὴν περιουσία του ὅλη τὴν μοίρασε στοὺς γενίτσαρους, ὅπως συνηθίζοταν σὲ παρόμοιες περιπτώσεις.
Ἂς δοῦμε πὼς περιγράφει ὁ Γεώργιος Φραντζὴς στὸ "Χρονικό" του τὴν ναυμαχία καθὼς ἦταν αὐτόπτης μάρτυρας:
Καὶ ἐνῶ γίνονταν αὐτὰ καὶ ἡ Πόλη πολιορκοῦνταν, τριαγενοβέζικα καράβια, παίρνοντας φορτίο ἀπὸ τὴ Χίο καὶ βρίσκοντας κατάλληλο ἄνεμο, ἔπλευσαν πρὸς ἐμᾶς. Καθὼς πορεύονταν βρῆκαν ἄλλο ἕνα βασιλικό τς Σικελίας μὲ φορτίο σίτου, ποὺ ἐρχόταν κι αὐτό. Σὲ μία νύχτα ἔφτασαν κοντὰ στὴν Πόλη, καὶ τὸ πρωὶ τὰ εἶδαν τὰ περιπολικὰ καράβια τοῦ ἀμιρά· καὶ ἀπὸ τὸν ὑπόλοιπο στόλο ἕνα μεγάλο μέρος ὅρμησε ἐναντίον τους μὲ χαρμόσυνες κραυγές, τύμπανα καὶ ἤχους σαλπίγγων, μὲ τὴν ἐλπίδα πὼς θὰ τὰ αἰχμαλωτίσουν εὔκολα. Ὅταν πλησίασαν καὶ ἄρχισαν τὴ μάχη καὶ ἀκροβολίστηκαν, πρῶτα ἐπιτέθηκαν μὲ οἴηση ἐναντίον τοῦ βασιλικοῦ καραβιοῦ. Τὸ καράβι, μὲ τὴν πρώτη προσβολὴ μὲ βλητικὰ μηχανήματα καὶ τόξα καὶ πέτρες, τοὺς δέχτηκε ἄσχημα. Ἦρθαν στὶς πλῶρες κάτω ἀπὸ τὸ καράβι, καὶ μὲ χύτρες φτιαγμένες κατάλληλα μὲ ὑγρὸ πῦρ καὶ πέτρες τοὺς κρατοῦσαν καὶ πάλι μακριά, γιατί τοὺς ἀποδεκάτιζαν φοβερά. Ἐμεῖς, βλέποντας τα αὐτὰ πάνω ἀπὸ τὰ τείχη, παρακαλούσαμε τὸ Θεὸ νὰ λυπηθεῖ καὶ αὐτοὺς καὶ ἐμᾶς. Ἐπίσης ὁ ἀμιράς, ἔφιππος στὴν ἀκτή, ἔβλεπε τὰ ὅσα γίνονταν. Γιὰ τρίτη φορὰ ἀπομακρύνονταν καὶ κατόπιν ἔκαναν ἐπίθεση θέλοντας νὰ συμπλακοῦν μὲ οἴηση καὶ μὲ ἀλαλαγμοὺς μεγάλους. Οἱ ἀξιωματικοὶ καὶ οἱ κυβερνῆτες στάθηκαν παλικαρίσια καὶ ρωμαλέα καὶ παρότρυναν τοὺς ναῦτες νὰ προτιμήσουν τὸ θάνατο ἀπὸ τὴ ζωή· καὶ ἰδιαίτερα ὁ κυβερνήτης τοῦ βασιλικοῦ καραβιοῦ, ποὺ ὀνομαζόταν Φλαντανελάς, ὁ ὁποῖος ἔτρεχε ἀπὸ τὴν πρύμνη στὴν πλώρη, καὶ πολεμοῦσε σὰν λιοντάρι, παροτρύνοντας τοὺς ἄλλους μὲ φωνές, ἔτσι ποὺ δὲν μπορῶ νὰ περιγράψω τὶς κραυγές του καὶ τοὺς κρότους τῶν ἄλλων, ποὺ ἔφταναν ὡς τὸν οὐρανό. Ἡ μάχη ἄρχισε καὶ πάλι μεγαλύτερη, καὶ πολλοὶ ἀπὸ τὰ καράβια σκοτώθηκαν καὶ πνίγηκαν· δύο καράβια κάηκαν καὶ βλέποντας τα τὰ ἄλλα δειλίασαν. Ὁ ἀμιράς, βλέποντας πὼς τόσος καὶ τέτοιος στόλος δὲν ἔκανε τίποτε ἀξιόλογο, ἀλλὰ μᾶλλον ἦταν κατώτερος τῶν περιστάσεων, κατελήφθη ἀπὸ θυμὸ καὶ μανία, βρυχιόταν καὶ ἔτριζε τὰ δόντια του καὶ περιέλουε μὲ βρισιὲς τοὺς δικούς του, ἀποκαλώντας τοὺς δειλοὺς στὴν καρδιά, γυναικοῦλες καὶ ἄχρηστους. Κέντρισε τὸ ἄλογό του καὶ μπῆκε στὴ θάλασσα (τὰ καράβια ἦταν κοντὰ στὴν ξηρὰ ὅσο ἡ βολὴ μίας πέτρας), καὶ τὰ ροῦχα του βράχηκαν ἀπὸ τὰ ἁρμυρὰ νερὰ τῆς θάλασσας. Ὁ στρατὸς ἀπὸ τὴν ξηρὰ βλέποντας τον νὰ κάνει ἔτσι ἀγανακτοῦσε, λυπόταν καὶ βλαστημοῦσε τὸ στόλο. Καὶ πολλοὶ ἔφιπποι ἀκολούθησαν τὸν ἀμιρὰ καὶ ἔφτασαν ὡς τὰ καράβια. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ στόλου βλέποντας τὸν ἀμιρὰ νὰ κάνει ἔτσι, ντράπηκαν γιὰ τὶς βρισιὲς καί, θέλοντας μὴ θέλοντας καὶ θυμωμένοι πολύ, ἔστρεψαν τὶς πλῶρες ἐναντίον τῶν ἀντίπαλων πλοίων καὶ πολεμοῦσαν ἰσχυρά. Τί νὰ πεῖς! ὄχι μόνο σὲ τίποτε δὲν ἔβλαψαν τὰ καράβια, ἀλλὰ ἔπαθαν καὶ τόσες συμφορὲς σὲ νεκροὺς καὶ τραυματίες, ὥστε δὲν μποροῦσαν τὰ τουρκικὰ καράβια νὰ γυρίσουν πίσω. Σκοτώθηκαν ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ὅπως ἔμαθα, περισσότεροι ἀπὸ δώδεκα χιλιάδες Ἀγαρηνοί, μόνο στὴ θάλασσα. Ὅταν ἔπεσε ἡ νύχτα, ὁ στόλος ἀποχώρησε ἀναγκαστικὰ καὶ τὰ φιλικὰ καράβια βρῆκαν εὐκαιρία καὶ μπῆκαν στὸ λιμάνι χωρὶς καμιὰ ἀπώλεια, ἐκτὸς ἀπὸ λίγους πληγωμένους μετὰ λίγες μέρες, δύο τρεῖς ἀπ’ αὐτοὺς πέθαναν. Ὁ ἀμιρὰς εἶχε τόσο θυμώσει καὶ ὀργιστεῖ ἐναντίον τοῦ ναυάρχου τοῦ στόλου του, ὥστε ἤθελε νὰ τὸν ἀνασκολοπίσει, λέγοντας πὼς ἐξαιτίας τῆς ἀνανδρίας καὶ τῆς ὀλιγοψυχίας του τὰ καράβια τὸ ἔσκασαν ἐκείνη τὴ νύχτα, καὶ ἀπὸ τὴν ἀπροσεξία του καὶ τὴν ἀνικανότητά του τὰ ἄφησε νὰ μποῦν στὸ λιμάνι. Μερικοὶ ἄρχοντες τῆς αὐλῆς του καὶ σύμβουλοί του τὸν παρακάλεσαν, καὶ χάρισε τὴ ζωὴ στὸ ναύαρχο, ἀλλὰ τοῦ στέρησε τὸ ἀξίωμα, καὶ ὅλη τὴν περιουσία του τὴ χάρισε στοὺς γενίτσαρους.

1 σχόλιο:

  1. ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ29 Μαΐου 2013 στις 2:05 π.μ.

    Θα έπρεπε το Πολεμικό μας Ναυτικό να δώσει το όνομα του ηρω'ι'κού Φλαντανελά σε ένα από τα πλοία του.

    Είναι παράλειψη αδικαιολόγητη .

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.