6 Σεπ 2011

Ἕλληνες Ρωμαῖοι

Μὰ οἱ Ρωμαῖοι ἦταν Ἐτροῦσκοι , Τρῶες καὶ Λατίνοι. Μιλοῦσαν λατινικὰ καὶ ὄχι ἑλληνικά.
Πῶς μποροῦμε νὰ ποῦμε πῶς ἦταν Ἕλληνες;

Ἀρχικὰ νὰ πῶ, πὼς ἡ ἄποψη πὼς τὰ λατινικὰ ἦταν ἡ μοναδικὴ γλώσσα τῶν ρωμαίων, εἶναι ἀνακριβής. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ νὰ ἴσχυε , τί θὰ σήμαινε; Μήπως θὰ πρέπει νὰ ὑπενθυμίσουμε πῶς ἕνα (μεγάλο) μέρος τῶν ἡρώων της...
ἐπαναστάσεως ἦταν μὴ ἑλληνόφωνοι ἕλληνες; Ἂς δοῦμε ὅμως , ποιὰ πραγματικὰ ἦταν ἡ γλώσσα τῶν ἑλλήνων τῆς Ρώμης. Γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε αὐτὸ καλύτερα, θὰ πρέπει νὰ ἀναλύσουμε ποιὰ ἦταν ἡ σχέση τῶν Ρωμαίων ,τῶν Λατίνων καὶ τῶν ἐτρούσκων. Γιὰ τοὺς τρῶες, μιλήσαμε ἤδη.

Λέγεται ἀπὸ πολλοὺς πὼς  οἱ Ρωμαῖοι εἶχαν ἀνάμικτη ἐθνικὴ προέλευση λατινική, ἐτρουσκική, καὶ ἑλληνική, ἀλλὰ οὔτε αὐτὸ εἶναι ἀκριβές. Γιὰ τὴν ἑλληνικότητα τῆς Ρώμης, μιλήσαμε καὶ πρίν. Εἴπαμε πὼς τεκμηριώνεται ἡ ἑλληνική της καταγωγή. Ἂς μιλήσουμε καὶ γιὰ τοὺς Ἐτρούσκους.
Διαβάζουμε:
«(..) Στὰ νότια οἱ Ἐτροῦσκοι εἰσέδυσαν στὸ Λάτιο καὶ στὴν Καμπανία ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 7ου καὶ τὸν 6ο π.Χ αἰώνα ἄσκησαν ἀποφασιστικὴ ἐπιρροὴ στὴν ἱστορία τῆς Ρώμης, ὅπου ἡ ἐτρουσκικὴ δυναστεία τῶν Ταρκυνίων, λέγεται ὅτι κυβέρνησε ἀπὸ τὸ 616 ἕως τὸ 509 π.Χ. (...) Γύρω στὸ 509 π.Χ. Οἱ Ἐτροῦσκοι εἶχαν ἐκδιωχθεῖ ἀπὸ τὴν Ρώμη.» [Ἐγκυκλοπαίδεια Britannica, «Ἐτροῦσκοι»]
Ἐπίσης    :
«Κατὰ τὴν παράδοση στὰ τέλη τοῦ 7ου καὶ κατὰ τὸν 6ο αἰώνα, βασίλευσαν οἱ...

 Ἐτροῦσκοι ἡγεμόνες Ταρκύνιος πρίσκος καὶ Ταρκύνιος ὁ ὑπερήφανος καὶ σὲ ἕνα ἐνδιάμεσο διάστημα ἕνας βασιλιὰς ταπεινῆς καταγωγῆς, ὁ Σέρβιος Τύλλιος. Τὰ χρονικά, περιέχουν δραματικὲς περιγραφὲς τῶν γεγονότων αὐτῆς τῆς περιόδου,  κατὰ τὴν ὁποία οἱ Ρωμαῖοι εἶχαν ὑποταγεῖ σὲ ξένους ἡγεμόνες, μὲ ἀποτέλεσμα ἀκόμα καὶ τὸ ὄνομα τῆς Βασιλείας νὰ τοὺς γίνει μισητό. Κατὰ τὸν μύθο ὁ Τακύνιος Πρίσκος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ταρκυνία ὅπου ἔιχε καταφύγει ὁ πατέρας τοῦ Δημαράτος, Ἕλληνας ἀπὸ τὴν Κόρινθο. (...) Μολονότι οἱ Ἐτροῦσκοι μεταμόρφωσαν τὴν ἐξωτερικὴ ὄψη τῆς Ρώμης, ἡ πόλη γενικότερα ἀντιστάθηκε σὲ μία βαθύτερη ἐπιβολὴ τῆς ἐτρουσκικῆς ἐπιρροῆς.(...) Ἐπὶ πλέον , ὅταν ἔληξε ἡ ἐτρουσκικὴ κυριαρχία, οἱ Ἐτροῦσκοι καὶ οἱ Ρωμαῖοι ἀκολούθησαν ἀποκλίνουσες πορεῖες.» [Ἐγκυκλοπαίδεια Britannica, «Ρώμη»]
Σίγουρα ἡ Ρώμη χρωστάει τὴν πολὺ καλὴ ὀχύρωσή της καὶ τὴν στρατιωτική της πυγμὴ στοὺς Ἐτρούσκους δικτάτορες, ποὺ καμμία σχέση, δὲν εἶχαν μὲ τὸν ὑπόλοιπο πληθυσμό, καὶ γι’αὐτὸ ἐκδιώχθηκαν. Οἱ Ἐτροῦσκοι ἦταν σκληροτράχηλος στρατιωτικὸς λαὸς καὶ οἱ Ρωμαῖοι ἔμαθαν τὰ τοῦ πολέμου ἀπὸ αὐτούς. Αὐτὸ ἐξηγεῖ γιατί ὁ στρατιωτικὸς ἐξοπλισμὸς τοὺς διαφέρει κάπως ἀπὸ τῶν ὑπόλοιπων ἑλλήνων. Ἀργότερα ἡ Ρώμη πολέμησε μὲ τοὺς Ἐτρούσκους καὶ τοὺς ὑπέταξε. Πάντως, παραμένει καὶ τὸ θέμα πὼς ὁ Ἐτροῦσκος Βασιλιὰς Ταρκύνιος Πρίσκος , εἶχε καὶ Ἑλληνικὲς ρίζες (τελικὰ ὅποια πέτρα καὶ ἂν σηκώσεις, Ἕλληνα θὰ βρεῖς). Ἄρα  ἀκόμα καὶ κατὰ τὴν  Ἐτρουσκικὴ κυριαρχία, εἴχαμε «Ἑλληνικὴ» ἡγεμονία. Ἐθνικὰ ,οἱ Ρωμαῖοι, οὐδεμία σχέση εἶχαν μὲ τοὺς Ἐτρούσκους.
Εἶναι ἀρκετὰ τεκμηριωμένη ἡ ἀρχαία διάκριση μεταξὺ Ρωμαίων καὶ Λατίνων, καὶ εἶναι μεγάλο σφάλμα πὼς σήμερα ταυτίζονται ἀπὸ τοὺς ξένους καὶ τοὺς δικούς μας ἱστορικούς. Ὅπως εἴδαμε καὶ οἱ Λατίνοι δὲν εἶχαν ἑλληνικὴ συνείδηση. Μὲ τὴν δημιουργία τῆς Ρώμης ἦταν φυσικὸ ἀρκετὲς λατινικὲς πόλεις νὰ συμπεριληφθοῦν τελικὰ στὸ πολιτικὸ σύστημα τῆς Ρώμης, ἀφοῦ οἱ κάτοικοί τους ἔγιναν πλέον Ρωμαῖοι. Παρόλα  αὐτὰ πολλὲς ἄλλες λατινικὲς πόλεις ὄχι μόνο δὲν ἔγιναν ρωμαϊκὲς , ἀλλὰ καὶ ἀντέδρασαν στὴν ρωμαϊκὴ ἐπικράτεια καὶ ἔγιναν σφοδροὶ καὶ ἐπικίνδυνοι ἐχθροὶ τῶν Ρωμαίων . Ἀντίθετα, μετὰ τὴν κατάληψη τῆς ὑπόλοιπης Ἑλλάδος ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες Ρωμαίους, (δὴλ ἀπὸ τὸ 146 μ.Χ. καὶ μετὰ)  ἐλάχιστη ἀντίσταση ὑπῆρξε, δεῖγμα πὼς οἱ ὑπόλοιποι Ἕλληνες δὲν θεωροῦσαν τοὺς ἑαυτοὺς τοὺς ὑπόδουλους. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες Ρωμαῖοι οὐδέποτε ἐπεχείρησαν νὰ ἐκλατινίσουν καὶ νὰ «ἐκπολιτίσουν» τοὺς ὑπόλοιπους Ἕλληνες, ἁπλούστατα διότι ἦταν οἱ ἴδιοι Ἕλληνες κατὰ τὴν γλώσσα, τὴν παιδεία, τὴν καταγωγὴ καὶ τὸν πολιτισμὸ πρὶν κατακτήσουν τοὺς ὑπόλοιπους Ἕλληνες
                Οἱ Ρωμαῖοι ὑπέταξαν τὴν Λατινικὴ ὁμοσπονδία, μετὰ ἀπὸ μία σειρὰ πολέμων καὶ συνθηκῶν, μέχρι τὸ 343 π.Χ. , ποῦ ἐπῆλθε ὁ ἀποφασιστικὸς πόλεμος μεταξὺ Ρώμης καὶ Λατίνων, ποὺ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ ὁριστικὴ διάλυση τῆς Ὁμοσπονδίας. Οἱ Ρωμαῖοι , δὲν εἶχαν ὡς ἀποκλειστική τους γλώσσα τὰ Λατινικά. Σίγουρα, τὰ Λατινικὰ ἦταν ἡ ἐπίσημη γλώσσα, ἀλλὰ ὄχι ἡ μόνη. Χρησιμοποιήθηκαν δὲ , γιὰ νὰ προσεγγίσουν τοὺς Λατίνους καὶ νὰ τοὺς χρησιμοποιήσουν γιὰ τὰ σχέδια τους.. Οἱ Ρωμαῖοι ἦταν δίγλωσσοι. Τὰ Λατινικὰ ἐπικράτησαν σὲ διάφορες περιόδους, κυρίως γιὰ πολιτικοὺς λόγους (προσπάθεια ἀφομοίωσης τῶν Λατίνων καὶ χρησιμοποίησή τους).
                Ὁ πρῶτος Ρωμαῖος συγγραφέας καὶ πατέρας τῆς λατινικῆς γραμματολογίας ἦταν ὁ Λίβιος Ἀνδρόνικος  [Πηγή: Μ. Gary, A History of Rome, London 1962, σέλ. 269 : Η. J. Rose, A Handbook of Latin Literature, New York 1960, σέλ. 20 ἐξ ], Ἕλληνας γεννημένος στὸν Τάραντα τῆς Μ. Ἑλλάδος., ὁ ὁποῖος  χάραξε τὴν ἑλληνικὴ γραμμὴ τῶν ρωμαϊκῶν γραμμάτων. Ἦρθε ὡς αἰχμάλωτος στὴν Ρώμη τὸ 272 π.Χ. Μετέφρασε τὸν Ὅμηρο στὴν ὑπ' αὐτοῦ διαμορφωθεῖσα γραπτὴ λατινορωμαϊκή, γιὰ νὰ τὸν χρησιμοποίηση ὁ ἴδιος ὡς διδακτικὸ κείμενο τῆς λατινικῆς καὶ ἑλληνικῆς γλώσσας γιὰ τοὺς Ρωμαίους μαθητές του. Μετέφρασε καὶ ἄλλα ἔργα ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ στὰ λατινικὰ καὶ ἔγραψε τὰ πρῶτα ρωμαϊκὰ θεατρικὰ ἔργα καὶ ποιήματα. Ἀπὸ τότε συνέχισε  ἡ διγλωσσία νὰ κατευθύνει τὴν ἐξέλιξη τοῦ πολιτισμοῦ τῶν ρωμαίων.
Οἱ δύο πρῶτοι ἱστορικοί της Ρώμης, ὁ Φάβιος Πίκτωρας καὶ ὁ Cincius Alimentus ἤσαν Ρωμαῖοι, οἱ ὁποῖοι περὶ τὸν 3ο π.Χ. αἰώνα ἔγραψαν στὰ ἑλληνικὰ  καὶ ὄχι στὰ λατινικὰ τὰ ἔργα τους. Ἂν τὰ Λατινικὰ ἦταν ἡ μόνη γλώσσα τῶν ρωμαίων, γιατί νὰ τὸ κάνουν αὐτό; Φανερὸ πὼς ἡ Λατινικὴ δὲν θεωρεῖτο ἢ μόνη γλώσσα, μᾶς κάνει τὸ ἑξῆς γεγονός: Τὸ 92 π.Χ. οἱ Ρωμαῖοι ἔκλεισαν τὶς λατινικὲς σχολὲς ρητορικῆς καὶ ἔτσι ὑποχρέωσαν ὅλους τους φοιτητὲς νὰ φοιτοῦν στὶς ἑλληνικὲς σχολὲς . Τοῦτο διότι τὸ ἑπόμενο ἔτος ἄρχισε ὁ μεγάλος πόλεμος μεταξὺ Ρωμαίων καὶ Λατίνων, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ὁποίου ἡ Ρώμη κινδύνευσε νὰ καταστραφεῖ! Τέτοιου μεγέθους ἐπανάσταση οὐδέποτε σημειώθηκε ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους Ἕλληνες, ποὺ ἐνοίωθαν ἀναπαυμένοι ὅπως εἴπαμε στὸ ἑλληνιστικὸ περιβάλλον τῆς Αὐτοκρατορίας. Μὲ τὸν καιρὸ ἄνοιξαν πάλι οἱ λατινικὲς σχολές, ἀλλὰ τὸ προβάδισμα κράτησαν οἱ ἑλληνόφωνες. Ἡ χρήση τῆς λατινικῆς γλώσσας τονώθηκε πάλι, ἀργότερα, ἐφόσον χρησιμοποιήθηκαν οἱ Λατίνοι στὴν ἀποίκιση τῶν μετέπειτα κατακτηθέντων δυτικῶν ἐπαρχιῶν. Χαρακτηριστικὸ εἶναι καὶ τὸ ἑξῆς: Ὁ Καθηγητὴς τῆς Σορβόννης Henri-Irenee Marrou γράφει πὼς καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κικέρωνας «ἀφιέρωσε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν προσπαθειῶν του , σὲ ὅλη  τὴν διάρκεια τῆς καριέρας του, στὸ νὰ κάνει  δυνατὴ τὴ σπουδὴ τῆς τέχνης τοῦ [=τῆς Ρητορικῆς] στὰ λατινικά» (!!!) [Henri Irenee Marrou, Histoire de l’ Education dans l’ Antiquite, ed de seuil, Paris 1948, σὲλ 371]
Ὁ Ρωμαῖος πολίτης ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε τὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του στὰ ἑλληνικά. Περίτρανη ἀπόδειξη ὅτι καὶ ὁ λαὸς τῆς Ρώμης μιλοῦσε ἑλληνικά. Ὅλοι οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ τῆς Δύσεως καὶ οἱ ἐπίσκοποί της Ρώμης ἔγραψαν ἑλληνικά. Στὰ ἑλληνικὰ γράφτηκε καὶ ἡ ἐπιστολὴ τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου πρὸς Ρωμαίους(ἀρχὲς 2ου αἰώνα). Στὰ ἑλληνικὰ ἔγραψε καὶ ὁ ρωμαῖος ἅγιος Κλήμης, ποὺ ἦταν ἐπίσκοπος Ρώμης καὶ συγγενής του αὐτοκράτορα Δομετιανοῦ. Ὁ πρῶτος Λατίνος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ ὁ πρῶτος ποὺ ἔγραψε στὰ Λατινικά, ἦταν ὁ πάπας Βίκτωρ (πέρ. 189-199). Στὰ ἑλληνικὰ ἔγραψε ἀκόμα καὶ ὁ ρωμαῖος ἅγιος Ἰππόλυτος (ἀρχὲς 3ου αἰώνα). Ἡ λειτουργία τῆς ἐκκλησίας τῆς Ρώμης γινόταν στὰ ἑλληνικὰ μέχρι τὸν 4ο αἰώνα, ὅποτε καὶ μεταφέρθηκε στὴν Νέα Ρώμη. Μία σημαντικὴ ἀπόδειξη πὼς ἡ ἑλληνικὴ ἦταν ἡ γλώσσα τοῦ λαοῦ. Γεμάτη ἀπὸ Ἑλληνικὲς ἐπιγραφὲς ἦταν ἡ πόλη τῆς Ρώμης. Περισσότερες πληροφορίες στὸ βιβλίο τοῦ L. Moretti, «Inscriptiones Graecae Urbis Romae» (Rome, 1968-1979).  Ὁ τίτλος σημαίνει "Ἑλληνικὲς ἐπιγραφὲς τῆς πόλης τῆς Ρώμης". Ἡ ἴδια ἡ λέξη "Ρώμη" εἶναι ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΕΞΗ σημαίνει "Δύναμη"(βλ. ρωμαλέος=δυνατός).
Ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα ἦταν ἡ ἐπικρατοῦσα σὲ ὅλη τὴ περιοχὴ τῆς Ρώμης καὶ κάτω Ἰταλίας μέχρι τὰ μέσα τοῦ 3ου καὶ ἴσως μέχρι τὰ μέσα τοῦ 4ου  αἰώνα  ὅταν καὶ ἐξασθένησε μόνο διότι μετεφέρθηκε ἡ πόλη τῆς Ρώμης μὲ τοὺς προύχοντας κατοίκους στὴ Νέα Ρώμη-Κωνσταντινούπολη. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ,  ὁ γόνος τῆς Ἑλληνίδας Ἑλένης, μετέφερε ὄχι μόνο τὴν πρωτεύουσα, ἄλλα τὴν πόλη. Μετοίκησε ὄχι μόνο ὁ Αὐτοκράτορας, ἀλλὰ ἡ πόλη ὁλόκληρη. Ἔτσι μετοίκησαν στὴν Νέα Ρώμη οἱ ὕπατοι, οἱ περισσότεροι συγκλητικοί, οἱ μορφωμένοι, οἱ ἀρχηγοὶ γενικῶς τοῦ στρατοῦ, ὁλόκληρη σχεδὸν ἡ τάξη τῶν πατρικίων, καὶ μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ .
Γράφει ὁ ἱστορικὸς F. Gregorovius, γιὰ τὴν μεταφορὰ τῆς Ρώμης:
«δία τῆς κτίσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως διεσώθη ἡ περαιτέρω ὕπαρξις τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους. Πράγματι, ἄνευ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἡ Ἑλλὰς καὶ ἡ Πελοπόννησος ἤθελον κατακτηθῆ καὶ οἰκισθῆ ὑπὸ ξένων βαρβάρων ἐθνῶν.» [«Ἱστορία τῶν Ἀθηνῶν», Gregorovius, τ. 1, σ. 89]
Ἐπίσης:
«Ο Μ. Κωνσταντῖνος ὄχι μόνο, ὅπως εἴδαμε, ἤθελε νὰ ὀνομάζεται στρατηγὸς τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλὰ αὔξησε καὶ τὰ προνόμια τῶν ἐπικεφαλῆς τῶν σχολῶν καὶ τῶν δασκάλων τους καὶ τοὺς δασκάλους αὐτοὺς τοὺς ἀπάλλαξε ἀπὸ πολλοὺς φόρους. (...) Ἔστελνε ἐπίσης, γιὰ νὰ μοιραστεῖ, στὸ δῆμο τῶν Ἀθηναίων ἀξιόλογη ποσότητα σιταριοῦ κάθε χρόνο»
[Κ. Παπαρηγόπουλου, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, 1885, ἐπανέκδ. ἔκδ. Κάκτος, 1992, τ. 8, 3]

Τὸ κενὸ ποῦ δημιουργήθηκε κατὰ τὸν τρόπο αὐτὸ στὴν Πρεσβύτερη/Παλαιὰ Ρώμη , λόγω τῆς μεταφορᾶς τῆς πρωτεύουσας, καλύφθηκε  ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀπὸ λατινοφώνους καὶ γιὰ  τὸν λόγο αὐτὸ μετὰ τὴν παρέλευση 50 ἐτῶν ὑποχρεώθηκε ὁ πάπας Δάμασος νὰ εἰσαγάγει τὴν λατινικὴ στὴν λατρεία τῆς Παλαιᾶς Ρώμης.
H Ρωμηοσύνη, ὅμως, εἶναι μέχρι καὶ σήμερα δίγλωσση. Τοῦτο διότι τὰ βλάχικα εἶναι οὐσιαστικὰ νεολατινικὰ καὶ τὰ ἀρβανίτικα εἶναι μεῖγμα λατινικῶν μὲ ὁρισμένες ἑλληνικὲς καὶ σλαβικὲς προσθῆκες. Πρὸ ἐτῶν ἦταν συνηθίσμενο φαινόμενο οἱ Ρωμηοὶ τῶν Βαλκανίων νὰ εἶναι δίγλωσσοι. Συνήθως ὡς πρώτη γλώσσα ἐπικρατοῦσαν τὰ Ἑλληνικά. Ἡ μεγαλύτερη ὁμάδα ἐπαναστατῶν τοῦ 1821 ἦταν οἱ Ἀρβανίτες Ρωμηοὶ ἐκ τῶν ὁποίων πολλοὶ οὔτε καν γνώριζαν τὰ ἑλληνικά. Ὁ Μπότσαρης, ὁ Τζαβέλλας καὶ ὅλοι οἱ Σουλιῶτες ἦταν Ἀρβανίτες. Ἦταν Χριστιανοὶ δίγλωσσοι. Πολλοὶ  δὲν ἤξεραν ἑλληνικὰ καὶ μιλοῦσαν ἀποκλειστικὰ ἀρβανίτικα., ὅπως π.χ. οἱ Σουλιῶτες. Γιὰ περισσότερες πληροφορίες στὸ ἔγκυρο βιβλίο τῆς κᾶς Βάσως Ψιμούλη, «Σούλι καὶ Σουλιῶτες», ἔκδοση Ἐθνικοῦ Ἱδρύματος Ἐρευνῶν.
Πάντως καὶ ἡ λατινικὴ γλώσσα, δὲν θεωρεῖτο ξένη γιὰ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες. Ὁ ρήτορας Κουιντιλιανός, νομίζει πὼς ἡ «Αἰολικὴ» ἑλληνικὴ διάλεκτος, εἶναι ἡ πιὸ κοντινὴ στὴν Λατινική. Ἐπίσης, ὁ Διονύσιος ὁ Ἁλικαρνασευς, ὁ Ἕλληνας ἱστορικός της Ρωμαϊκῆς ἀρχαιολογίας γράφει:
«Ἡ γλώσσα, ἡ ὁποία ὁμιλεῖται ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους, εἶναι οὔτε τελείως ξένη (βάρβαρη), οὔτε τελείως Ἑλληνική. Εἶναι ἕνα μεῖγμα τῶν δύο, τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ὁποίας εἶναι Αἰολικὴ καὶ τὸ μόνο μειονέκτημα ποὺ ἔχουν ἀπὸ τὴν ἐπιμειξία μὲ ἄλλα ἔθνη εἶναι ὅτι δὲν προφέρουν ὅλους τους φθόγγους σωστά.» [Πηγή: H. J. Rose, A Handbook of Latin Literature , New York 1960 σὲλ 469]

Νὰ ποῦμε, πὼς ἡ σύγχρονη γλωσσολογία, ἔχει ἀποφανθεῖ πὼς ἡ συγγένεια μεταξὺ Ἑλληνικῶν καὶ Λατινικῶν ὀφείλεται στὴν κοινή τους Ἰνδοευρωπαϊκὴ ρίζα. Αὐτὴ ἡ συγγένεια φαίνεται καθαρότατα στὸν τρόπο κλίσης τῆς λέξεως «φέρω», ὁ ὁποῖος εἶναι σχεδὸν πανομοιότυπος στὰ ἑλληνικὰ καὶ τὰ λατινικά.
Τὰ γράμματα τῆς λατινικῆς ἀλφαβήτου περιέχονται στὴ γραφὴ γραμμικὴ Β΄ τῆς ὑστεροελλαδικῆς ἢ μυκηναϊκῆς ἐποχῆς (1600 – 1100 π.Χ.) Στὴν Πύλο βρέθηκαν πινακίδες γραμμικῆς Β΄ ποὺ ἀνάγονται στὸ 1200 π.Χ. Αὐτὲς ἀποκρυπτογραφήθηκαν τὸ 1952 ἀπὸ τὸν Ἄγγλο ἀρχιτέκτονα καὶ γλωσσολόγο Μάικλ Βέντρις (1922 – 1956). Ἡ γραφὴ αὐτὴ ἀποτελεῖται ἀπὸ 87 σύμβολα, κυρίως συλλαβῶν. Ἡ γραμμικὴ Β΄ ἀνάγεται στοὺς Ἀχαιοὺς ποὺ κατέβηκαν στὴν Ἑλλάδα δημιουργώντας τὸν ὑστεροελλαδικὸ πολιτισμὸ καὶ μετέδωσαν τὴ γραφὴ αὐτὴ καὶ σὲ ἄλλα μέρη τῆς Ἑλλάδος (Μυκῆνες, Θήβα, Τίρυνθα, Ἀμύκλες, Ὀρχομενός, ἀκρόπολη τοῦ Γλᾶ στὴν Κωπαΐδα καὶ Πύλος), καθὼς καὶ στὴν Κρήτη – ὅταν τὴν κατέλαβαν, περίπου τὸ 1450 π.Χ.
Στὴ γραμμικὴ Β΄ ὑπάρχουν  ἤδη τὰ γράμματα ποὺ χρησιμοποίησαν οἱ (Ἑλληνικῆς καταγωγῆς) Λατίνοι. Αὐτό, σύμφωνα μὲ τὶς ἔρευνες, μποροῦμε νὰ τὸ δοῦμε στὶς λέξεις Wάναξ / qa-si-re-u (δὴλ βασιλιὰς) καὶ EΛAWON (σημαίνει: λάδι). Τὰ ὑπόλοιπα γράμματα τῆς λατινικῆς ἀλφαβήτου εἶναι κοινὰ μὲ τὰ ἀντίστοιχα ἑλληνικά, ἀκόμα καὶ τὰ γράμματα S (ὡς κεφαλαῖο τὸ ἔγραφαν ἔτσι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες), L καὶ V, ὅπως ἔχουν διασωθεῖ σὲ ἐπιγραφές, παπύρους, περγαμηνές, πινακίδες καὶ γράμματα χαραγμένα σὲ ἀγγεῖα.
Ἡ γλώσσα , ὅπως εἴπαμε, δὲν εἶναι καὶ τὸ μοναδικὸ κριτήριο ἑλληνικότητας. Σημαντικὸ παράδειγμα εἶναι οἱ Πελασγοί. Οἱ Πελασγοί, ἦταν οἱ αὐτόχθονες προπάτορες τῶν ἀρχικῶν Ἑλλήνων.
Διαβάζουμε στὸν Ἡρόδοτο:
Ἃ 57: Γιὰ τὴ γλώσσα τῶν Πελασγῶν δὲν μπορῶ νὰ μιλήσω μὲ σιγουριά, ἀλλὰ τὸ ὅτι δὲν ἦταν ἑλληνικὴ μπορεῖ νὰ τὸ συμπεράνει κανεὶς πρῶτα ἀπὸ τὴ γλώσσα ἑνὸς μέρους τῆς φυλῆς τῶν Πελασγῶν, ποὺ ζεῖ τώρα στὴν πόλη Κρηστώνα πάνω ἀπὸ τοὺς Τυρρηνούς, καὶ ποὺ κάποτε ἦταν γείτονες αὐτῶν ποὺ τώρα ὀνομάζονται Δωριεῖς(τότε ποὺ οἱ Πελασγοὶ ζοῦσαν στὴν περιοχὴ ποὺ ὀνομάζουμε σήμερα Θεσσαλιώτιδα)΄ δεύτερον ἀπὸ τὴ γλώσσα τῶν Πελασγῶν ποὺ ἔκτισαν τὴν Πλακία καὶ τὴ Σκυλάκη τοῦ Ἑλλήσποντου κι ἦταν σύνοικοι τῶν Ἀθηναίων κι ἄλλων Πελασγικῶν πόλεων ποὺ ἔχουν ἀλλάξει ὄνομα ἀπὸ τότε. Ἂν ὅμως πρέπει νὰ συμπεράνουμε ἀπὸ αὐτά, οἱ Πελασγοὶ θὰ μιλοῦν βάρβαρη γλώσσα. Ἂν λοιπὸν ὅλοι οἱ Πελασγοὶ εἶχαν αὐτὴ τὴ γλώσσα, τὸ Ἀττικὸ ἔθνος, ποὺ ἦταν Πελασγικό, ὅταν μεταβλήθηκε σὲ Ἑλληνικό, ἔμαθε καὶ τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα. Στὴν Κρότωνα καὶ τὴν Πλακία μιλοῦν τὴν ἴδια γλώσσα, ἡ ὁποία εἶναι διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη τῶν γύρω περιοχῶν΄ πράγμα ποὺ δείχνει ὅτι αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι δὲν ἄλλαξαν γλώσσα ὅταν μετακινήθηκαν.

Ἃ 58: Ἐγὼ πιστεύω ὅτι οἱ Ἑλληνικοὶ λαοὶ μιλοῦσαν πάντα τὴν ἴδια γλώσσα, ἀλλὰ ἀποδυναμώθηκαν μετὰ τὴν ἀπόσχισή τους ἀπὸ τοὺς Πελασγούς, καί, ξεκινώντας ἀρχικὰ ἀπὸ ἕνα μικρὸ πυρήνα, ἔφθασαν στοὺς τεράστιους ἀριθμοὺς ποὺ ἀντιπροσωπεύουν τώρα μὲ τὴν ἐνσωμάτωση διάφορων ξένων ἐθνῶν, ἀνάμεσα στὰ ὁποῖα ἦταν οἱ ἴδιοι οἱ Πελασγοί. Δὲν πιστεύω ὅτι οἱ Πελασγοί, ἕνας βαρβαρικὸς λαός, ἔγινε ποτὲ πολυάριθμος ἢ ἰσχυρὸς

Τί γίνεται κατανοητὸ ἀπὸ τὰ παραπάνω; Πρῶτον , οἱ ἀρχικοὶ Ἕλληνες εἶναι ἀπόγονοι τῶν Πελασγῶν ποὺ αὐτονομήθηκαν καὶ ἀνέπτυξαν δικό τους πολιτισμὸ καὶ γλώσσα. Δεύτερον , οἱ πρῶτοι ἕλληνες ΑΦΟΜΟΙΩΣΑΝ τοὺς ὑπόλοιπους πελασγοὺς στὸ ἑλληνικὸ ἔθνος. Τρίτον , οἱ Ἕλληνες  ΔΕΝ εἶναι, οὔτε ἐνδιαφέρονται νὰ εἶναι «φυλετικὰ καθαροὶ» (sic), ἀφοῦ ἐνσωμάτωσαν καὶ πλῆθος ἄλλων ἐθνῶν. Αὐτὴ ,βεβαίως ἦταν καὶ ἡ δύναμή τους: Ἡ ἀφομοίωση. Ἡ Ρωμηοσύνη ἦταν ἡ μεγαλύτερη μηχανὴ ἑλληνιστικῆς ἀφομοίωσης. Τέταρτον, οἱ Πελασγοὶ ΔΕΝ ΜΙΛΟΥΣΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Παρόλα αὐτά, τοὺς ἀποκαλοῦμε «Ἕλληνες» καὶ τοὺς θεωροῦμε προπάτορες μᾶς χρησιμοποιώντας ἕνα εἶδος νόμιμου «ἱστορικοῦ ἀναχρονισμοῦ». Πράγμα πολὺ φυσικὸ  ἀφοῦ  ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινήσαμε.
Μὲ τὴν ἴδια λογικὴ , οἱ Ρωμαῖοι, ἦταν πολὺ περισσότερο Ἕλληνες, μία καὶ Ἑλληνικὰ μιλοῦσαν καὶ τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμὸ τὸν θεωροῦσαν δικό τους, καὶ κοινὴ καταγωγὴ μὲ ἐμᾶς εἶχαν καὶ τοὺς ἴδιους θεοὺς λάτρευαν καὶ ἦταν ὑπαίτιοι γιὰ τὴν διάδοση τοῦ πολιτισμοῦ μας στὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης. Ὁ φυλετισμός, ὡς μέθοδος καθορισμοῦ τῆς Ἑλληνικότητας, ἦταν μία ἰδέα ΞΕΝΗ γιὰ ἐμᾶς, ποὺ εἰσήχθη ἀπὸ τὴν δύση. Καὶ βεβαίως οἱ δυτικοὶ εἶχαν τοὺς λόγους τους , νὰ ἐπιδιώξουν κάτι τέτοιο.

2 σχόλια:

  1. Σε γενικές γραμμές έχει πολλά σωστά στοιχεία το άρθρο, αλλά θα διαφωνήσω στο θέμα του φυλετισμού, με τα εξής στοιχεία :

    ΠΡΩΤΟΝ: Οι Αρχαίοι Έλληνες ήταν σαφώς φυλετιστές.
    Στους Ολυμπιακούς Αγώνες, οι υποψήφιοι αθλητές έπρεπε να σταθούν μπροστά στους ελλανοδίκες και να αποδείξουν ότι ήταν γνήσιοι Έλληνες στο γένος.

    Οι μη Έλληνες δεν επιτρεπόταν να συμμετέχουν.

    ΔΕΥΤΕΡΟΝ: Να θυμίσω το ΠΑΣ ΜΗ ΕΛΛΗΝ ΒΑΡΒΑΡΟΣ, την ξενηλασία στην Σπάρτη, και την χορήγηση πολιτικών δικαιωμάτων στην Αθήνα ΜΟΝΟ σε όσους είχαν και τους δύο γονείς Αθηναίους, με νόμο του Περικλή.

    Ακόμα και ο "προοδευτικός" Ισοκράτης, γράφει ότι είναι φυσικό να άρχουν οι Έλληνες επί των βαρβάρων.

    ΤΡΙΤΟΝ: Σωστά γράφει το άρθρο ότι η Ρωμηοσύνη εξελληνίζει, αλλά αυτό ισχύει ΜΟΝΟ για έθνη που είναι εθνολογικώς και φυλετικώς ΣΥΓΓΕΝΗ προς τους Έλληνες.
    Η Βαλκανική, η Μικρά Ασία, η Ιταλική χερσόνησος και η Συροπαλαιστίνη εκατοικούντο από Πελασγικούς - Πρωτοελληνικούς λαούς, οι οποίοι εξελληνίστηκαν χωρίς δυσκολία διότι ήταν φυλετικώς συγγενείς προς τους Έλληνες.

    Αντίθετα, ο εξελληνισμός απέτυχε πλήρως στους εβραιοσημίτες, τους αφρικανούς και τους τευτονοσάξονες του βορρά, που δεν είχαν φυλετική σχέση με τον ελληνομεσογειακό κόσμο.

    ΤΕΤΑΡΤΟΝ: Προς επιβεβαίωση των παραπάνω έρχονται οι επιστήμες της βιολογίας και της ανθρωπολογίας.
    Ο μεγάλος Έλληνας ανθρωπολόγος Άρης Πουλιανός απέδειξε ότι, στον ελλαδικό χώρο κατοικεί ο ΙΔΙΟΣ ανθρωπολογικός τύπος εδώ και τουλάχιστον 10.000 χρόνια.
    Ο καθηγητής Βιολογίας του ΑΠΘ κύριος Τριανταφυλλίδης, απέδειξε με την μελέτη του μιτοχονδριακού DNA ότι το 75% των σημερινών Ελλήνων έχουν νεολιθική προέλευση, και το 25% παλαιολιθική προέλευση. Δηλαδή πλήρης επιβεβαίωση του Πουλιανού, που αποδεικνύει ότι οι σημερινοί Έλληνες είμαστε φυλετικώς γνήσιοι απόγονοι των ενδόξων προγόνων μας.

    Άρα λοιπόν ο φυλετισμός ( με την υγιή έννοια της κοινής καταγωγής ) δεν είναι ξένος προς τον Ελληνισμό.

    Η Ρωμηοσύνη όντως εξελλήνισε πολλούς πληθυσμούς, αλλά αυτοί οι πληθυσμοί ήταν ανθρωπολογικώς συγγενείς προς τους Έλληνες. Ο εξελληνισμός δηλαδή είχε - και έχει - κάποια όρια , και δεν υπήρξε ποτέ ανεξέλεγκτος.

    ΠΕΜΠΤΟΝ: Επειδή στην Ελληνική Γλώσσα τίποτα δεν είναι τυχαίο, ας θυμηθούμε ότι ο Ηρόδοτος, στον περίφημο ορισμό του Έθνους, τοποθετεί πρώτο το ΟΜΑΙΜΟΝ, δηλ. την κοινή καταγωγή.

    Τυχαίο ;; Δεν νομίζω !!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Το κείμενο είναι παράλογο ιστορικά και αποκύημα των ανθελληνικών θεωριών του Ρωμανίδη (με κορυφαίο το "δεν είμαστε Έλληνες,αλλά Ρωμαίοι,μας κάνα Έλληνες οι κακοί δυτικοί...") δεν έχει σχέση με την ιστορία!
    Τώρα το σχόλιο επίσης παρερμηνεύει και παραξηγεί πολλά πράγματα και επίσης μένει σε λογικές ξεπερασμένες!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.