15 Ιουλ 2011
Γέροντας Παΐσιος: Ἡ ὑπερηφάνεια γελοιοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο
-Τὸ πιὸ σπουδαῖο εἶναι ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη ἐσωτερικότητα καὶ προσπαθῆ νὰ μὴ γίνεται γνωστὸ τὸ καλὸ ποὺ κάνει, εἶναι αἰσθητὸ στοὺς ἄλλους ὅλοι τὸν εὐλαβοῦνται καὶ τὸν ἀγαποῦν, χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ τὸ καταλαβαίνη.
Πόσο συμπαθὴς εἶναι ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος καὶ πόσο ἀποκρουστικὸς ὁ ὑπερήφανος! Τὸν ὑπερήφανο κανεὶς δὲν τὸν ἀγαπάει, ἀκόμη καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀποστρέφεται. Βλέπεις, καὶ τὰ μικρὰ παιδιά, ἂν δοῦν κανένα παιδὶ λίγο ὑπερήφανο, τὸ κοροϊδεύουν, ἐνῶ ἕνα παιδὶ σιωπηλό, συνετό, πόσο τὸ ἐκτιμοῦν! Ἤ, ἂν δοῦν κανέναν νὰ περπατάη καμαρωτὸς-καμαρωτός, τὸν παίρνουν μυρωδιὰ καὶ τὸν κοροϊδεύουν. Θυμᾶμαι κάποιον στὴνΚόνιτσα πού, ἐνῶ πέθαινε ἀπὸ τὴν πείνα, φοροῦσε κάθε μέρα κοστούμι, γραβάτα καὶ ρεπούμπλικο καὶ ἔβγαινε στὴν πλατεία καμαρωτός. Τὰ παιδάκια, μόλις τὸν ἔβλεπαν, πήγαιναν ἀπὸ πίσω του καὶ παρίσταναν πῶς περπατοῦσε. Μικρούτσικα παιδάκια τώρα! Πόσο μᾶλλον οἱ μεγάλοι καταλαβαίνουν τὸν ὑπερήφανο ἄνθρωπο! Μὴ βλέπης ποὺ δὲν μιλοῦν, γιὰ νὰ μὴν τὸν ἐκθέσουν ἀπὸ μέσα τοὺς ὅμως ἀηδιάζουν.
Ὅποιος θέλει νὰ προβάλλη τὸν ἑαυτό του, τελικὰ... γελοιοποιεῖται. Θυμᾶμαι, ὅταν ἤμουν στὸ Σινά, εἶχε ἔρθει ἕνας παπὰς ποὺ τὸν ἔλεγαν Σάββα. Ἦταν λίγο κενόδοξος, εἶχε καὶ μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του. Μία μέρα οἱ Βεδουίνοι ἀνέβαζαν στὸ μοναστήρι ἕνα βαρὺ πράγμα μὲ τὸ βίντσι καί, καθὼς τὸ σήκωναν, φώναζαν, γιὰ νὰ συγχρονισθοῦν, «σάουα-σάουα», δηλαδὴ «ὅλοι μαζί». Τοὺς ἄκουσε ὁ πάπα-Σάββας κι ἔτρεξε ἀμέσως ἔξω. «Βρέ, ἀκόμη δὲν ἦρθα, λέει, καὶ "Σάββα" φωνάζουν! Καὶ ἐδῶ ὅλοι μὲ ἔμαθαν!». Νόμιζε ὅτι οἱ Βεδουίνοι φώναζαν «Σάββα, Σάββα»! Μόλις τὸ ἄκουσα, μὲ ἐπίασαν τὰ γέλια! Εἶναι νὰ μὴ.γελάσης; Ὅπως δουλεύει τὸ μυαλὸ τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι τὰ ἑρμηνεύει ὅλα... Ἅμα ὁ ἄνθρωπος εἶναι λίγο φαντασμένος, ὅλα φαντασμένα τὰ ἑρμηνεύει.
-Γέροντα, ἀπὸ ὑπερηφάνεια τὸ κάνει;
-Εἶναι αἰχμάλωτος στὴν κενοδοξία ,τὸν κλέβει καὶ ἡ φαντασία καὶ φθάνει μετά... Μοῦ ἔλεγε ἕνας μοναχὸς πώς, ὅταν ἦταν λαϊκός, εἶχε δώσει σὲ κάποιον ἕνα ἐπίσημο ἐπανωφόρι. Μία μέρα ποῦ βρέθηκαν μαζὶ σὲ μία συντροφιά, ἐκεῖνος τὸ φοροῦσε, ὅποτε κάποια στιγμὴ λέει: «Αὐτὸ τὸ παλτὸ ξέρετε ἀπὸ ποῦ τὸ ἔχω; Ἀπὸ τὸ Παρίσι! Ἂν ξέρατε καὶ πόσο τὸ ἀγόρασα!». Καὶ νὰ εἶναι ἐκεῖ μπροστὰ καὶ ὁ ἄλλος ποὺ τοῦ ἔδωσε τὸ ἐπανωφόρι εὐλογία!
-Καλά, Γέροντα, ἀνόητος ἦταν;
-Μὰ πιὸ ἀνόητος ἀπὸ τὸν ὑπερήφανο ὑπάρχει; Τελικὰ ἡ ὑπερηφάνεια γελοιοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄
http://1myblog.pblogs.gr
Ἁγιορείτικες Μνῆμες
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου