28 Απρ 2011

Γέρων Παΐσιος: Περὶ τῶν Δαιμονισμένων

 Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου
Περ τν Δαιμονισμένων
1)«Ο δαιμονισμένοι ντιδρον σ τιδήποτε ερ» 
2)«Μ δίνετε σημασία στ λόγια του δαιμονισμένου» 
 Ο μαρες δυνάμεις το Σκότους 
«Ο δαιμονισμένοι ντιδρον σ τιδήποτε ερ»
 - Γέροντα, πς μπορε κανες ν καταλάβη ν κάποιος εναι δαιμονισμένος κα χι ψυχοπαθής;
 - Ατ κα νας πλς γιατρός, ελαβής, μπορε ν τ καταλάβη. σοι πάσχουν π δαιμόνιο, ταν πλησιάσουν σ κάτι ερό, τινάζονται. τσι φαίνεται ξεκάθαρα τι χουν δαιμόνιο.
Λίγο γιασμ ν τος δώσης μ γιο Λείψανο ν τος σταύρωσης, ντιδρον, πειδ στρυμώχνονται μέσα τος τ δαιμόνια, ν, ν χουν ψυχοπάθεια, δν ντιδρον καθόλου. κόμη κα πάνω σου ν χης ναν σταυρ κα τος πλησίασης, νησυχον, ταράζονται.
 Κάποτε σ μία γρυπνία στ γιον ρος μου επαν ο πατέρες τι χουν τν λογισμ πς...
κάποιος λαϊκς πο ταν κε εχε δαιμόνιο.
Κάθησα στ διπλαν στασίδι κα κούμπησα πάνω του τν σταυρό μου πο χει Τίμιο Ξύλο. Τινάχθηκε πάνω· σηκώθηκε κα πγε στν λλη μεριά. ταν φυγε λίγο κόσμος, πγα μ τρόπο δίπλα του. Πάλι τ δια. Κατάλαβα τι πράγματι εχε δαιμόνιο.

ταν μου φέρνουν στ Καλύβι παιδάκια κα μο λένε τι χουν δαιμόνιο, γι ν διαπιστώσω ν εναι δαιμονισμένα, μερικς φορς παίρνω να τεμάχιο γίου Λειψάνου το γίου ρσενίου κα τ κρύβω στν χούφτα μου. Κα ν δτε, ν χω κλειστ κα τ δύο χέρια μου, τ παιδάκι, ν χη δαιμόνιο, κοιτάζει φοβισμένο τ χέρι μ τ ποιο κρατ τ γιο Λείψανο.
ν μως δν χη δαιμόνιο, λλα λ.χ. κάποια ρρώστια γκεφαλική, δν ντιδρ καθόλου. λλοτε πάλι τος δίνω νερ στ ποο προηγουμένως χω βουτήξει τεμάχιο γιου Λειψάνου, λλά, ν χουν δαιμόνιο, δν τ πίνουν πομακρύνονται.

Σ να δαιμονισμένο παιδάκι δωσα μία φορ ν φάη πρτα γλυκά, γι ν διψάση πολύ, κα μετ το φερα π ατ τ νερό. «Στν Γιαννάκη, επα, θ δώσω πι καλ νερό». Μόλις πιε λίγο, ρχισε ν φωνάζη: «Ατ τ νερ μ καίει. Τί χει μέσα;». «Τίποτε», το λέω. «Τί μ κάνεις; μ καίει», φώναζε.«Δν καίει σένα· κάποιον λλον καίει», το λέω. Τν σταύρωνα στ κεφάλι, κα τινάζονταν τ χέρια, τ πόδια του... παθε δαιμονικ κρίση.
Τ δαιμόνιο τ κανε να κουβάρι. Θυμάστε κι κενον τν φοιτητ πο εχε ρθει δ παλιά; «χω μέσα μου δαιμόνιο, μο λεγε, κα μ τυραννάει πολύ. Περνάω μαρτύριο π τν δαίμονα, γιατί μ ναγκάζει ν λέω κα ασχρά. χω φθάσει σ πελπισία. Ασθάνομαι ν μ πιέζη μέσα μου, ν μ σφίγγη πότε δ, πότε κε», κα καημένος δειχνε τν κοιλιά του, τ στθος, τ πλευρά, τ χέρια. πειδ ταν πολ εαίσθητος, γι ν μν τν πληγώσω κα γι ν τν παρηγορήσω, το επα: «Κοίταξε, δν χεις μέσα σου δαιμόνιο· μία ξωτερικ δαιμονικ πίδραση εναι πάνω σου».

ταν πήγαμε στν κκλησία, επα στς δελφς πο ταν κε ν κάνουν εχ γι τ δυστυχισμένο πλάσμα το Θεο, κι γ πρα π τ ερ να τεμάχιο γίου Λειψάνου το γίου ρσενίου, τν πλησίασα κα τν ξαναρώτησα: «Σ ποι σημεο σ πιέζει κα σ βασανίζει δαίμονας; Πο νομίζεις τι βρίσκεται;».

Μο δειξε τότε τ πλευρά του. «Πο, δ;», τν ρώτησα κα κούμπησα πάνω τν χούφτα μου μ τ γιο Λείψανο. Βγάζει μέσως να ορλιαχτό! «Μ' καψες, μ' καψες! Δν φεύγω...ω...! Δν φεύγω!». Φώναζε, βριζε, λεγε ασχρά. Τότε ρχισα μέσα μου ν λέω: Κύριε ησου Χριστέ, Κύριε ησο Χριστέ, δίωξε τ κάθαρτο πνεμα π τ πλάσμα Σου κα ν τν σταυρώνω μ τ ερ Λείψανο.

Ατ γινόταν π εκοσι λεπτά. στερα δαίμονας τν σπάραξε, τν ρριξε κάτω. κανε τομπες. Τ κουστούμι το γινε μέσ' στς σκόνες. Τν σηκώσαμε ρθιο. τρεμε λόκληρος κα κανε ντονες σπασμωδικς κινήσεις. Πιάσθηκε π τ τέμπλο, γι ν στηριχτε. π τ χέρια το τρεχε κρύος δρώτας, πως εναι δροσι στ χορτάρια. Σ λίγο φυγε δαίμονας κα ρέμησε. γινε καλ κα τώρα εναι μία χαρά.
«Μ δίνετε σημασία στ λόγια του δαιμονισμένου»

- Γέροντα, τί πρέπει ν προσεχ κανείς, ταν συζητ μ ναν δαιμονισμένο;

- Ν λέη τν εχ κα ν το φέρεται μ καλωσύνη.

- Γέροντα, θυμονται ο δαιμονισμένοι τί λένε πάνω στν κρίση τους;

- λλα τ θυμονται κα λλα δν τ θυμονται. Δν ξέρουμε πς ργάζεται Θεός. Μερικς φορς πιτρέπει ν τ θυμονται, γι ν ταπεινωθον κα ν μετανοήσουν.
Κα ταν ζητάη κάτι δαιμονισμένος, δν εναι εκολο ν καταλάβη κανες πότε ατ εναι π τν διάβολο κα πότε τ χει νάγκη διος.
Εχα συναντήσει κάπου μία δαιμονισμένη κοπέλα. Ατ εχε διαβάσει Καζαντζάκη κα πίστευε κάτι βλάσφημα πράγματα μ ποτέλεσμα ν δαιμονισθ.
Ξαφνικ τν πίασε τ δαιμόνιο κα βαλε κάτι φωνές! «Καίγομαι, καίγομαι!». Ο δικοί της τν κρατοσαν, γι ν τν σταυρώσω.

Μετ φώναζε: «Νερό, νερό!». Λέω:«Φέρτε τς νερό». «χι, χι, μο λένε, γιατί μς επε κάποιος ν μν κάνουμε πακο στν διάβολο». «Τώρα, λέω, καημένη διψάει. Φέρτε νερό». Καταλάβαινα πότε ταν τ κάψιμο π τν διάβολο κα πότε ταν π δίψα. πιε καημένη κάνα-δύο ποτήρια νερό. «Κάρβουνα, λεγε, χω μέσα μου, τόσο κάψιμο νιώθω. Κα ναν κουβ νερ ν πινα, δν θ σβηνε μέσα μου φωτιά». Τέτοιο κάψιμο νίωθε!

-ταν, Γέροντα, φωνάζη νας δαιμονισμένος, πς καταλαβαίνουμε πότε μιλάει διάβολος μέσω το νθρωπου κα πότε νθρωπος;

- ταν μιλάη διάβολος, τ χείλη δν κινονται κανονικά· κινονται σν μηχανή. ν, ταν μιλάη νθρωπος, κινονται φυσιολογικά. ταν φωνάζη νας δαιμονισμένος, τν ρα πο το διαβάζουν ξορκισμος ο λλοι εχονται γι' ατόν, λλοτε δια ψυχ βασανίζεται κα λέει λ.χ. στν διάβολο: «φύγε, τί κάθεσαι;» κα λλοτε διάβολος βρίζει τν νθρωπο τν ερέα βλασφημάει τν Χριστό, τν Παναγία, τος γιους. λλοτε λέει ψέματα λλοτε πιέζεται π τν δύναμη το νόματος το Χριστο ν π τν λήθεια.

Μερικς φορς πάλι δαιμονισμένος λέει δικά του π τ πνευματικ πο χει διαβάσει κ.λπ. Τί ν π; Μπερδεμένα πράγματα. Γι' ατό, ταν συζηττε μαζί του, ν προσέχετε πολύ. Μη δίνετε σημασία στ λόγια του. Μπορε ν λέη λ.χ. «μ κας». ν πράγματι τν κας κα πς «τν καίω», κάηκες. ν δν τν κας κα πιστέψης τι τν κας, κάηκες δύο φορές. μπορε ν φωνάζη «βρωμιάρες» κα σ μία ν π: «σ εσαι καθαρή». ν κείνη τ πιστέψη, πάει, χάθηκε. Γι' ατ μν κάνετε πειράματα μ τν διάβολο.

Σ να μοναστήρι πγαν ναν δαιμονισμένο κα γούμενος επε στος πατέρες ν πνε στν κκλησία ν κάνουν κομποσχοίνι. Εχαν κε κα τν κάρα το γίου Παρθενίου1, πισκόπου Λαμψάκου, κα τ δαιμόνιο στρυμώχθηκε πολύ. Συγχρόνως, γούμενος νέθεσε κα σ ναν ερομόναχο ν διάβαση στν δαιμονισμένο ξορκισμούς.
ερομόναχος ατς ταν ελαβς μν ξωτερικά, λλ σωτερικ εχε κρυφ περηφάνεια. ταν γωνιστς κα τυπικς σ λα. Νουθετοσε πνευματικά τους λλους, γιατί ταν κα λόγιος. διος μως δν βοηθιόταν π κανέναν, γιατί ο λλοι, π σεβασμό, ταν τν βλεπαν ν κάνη κάτι στραβό, δίσταζαν ν το τ πον.

Εχε δημιουργήσει ψευδαισθήσεις στν αυτό του τι εναι πι νάρετός της μονς κ.λπ. πονηρς βρκε εκαιρία κείνη τν μέρα ν το κάνη κακό. βαλε τν πονηριά του, γι ν το δώση τν ντύπωση τι ατς διώχνει τ δαιμόνιο π τν δαιμονισμένο.
Μόλις λοιπν ρχισε ν διαβάζη τος ξορκισμούς, ρχισε τ δαιμόνιο ν φωνάζη: «καίγομαι! πο μ διώχνεις, σπλαχνε;», ποτε νόμισε τι καίγεται π τν δικό του ξορκισμ - ν δαίμονας ζοριζόταν, γιατί προσεύχονταν κα ο λλοι πατέρες -, κα πάντησε στν δαίμονα: «Ν ρθης σ' μένα».
Τ εχε πε ατ γιος Παρθένιος σ να δαιμόνιο, λλα κενος ταν γιος. Μία φορ δηλαδ πο να δαιμόνιο φώναζε: «καίγομαι, καίγομαι, πο ν πάω;», γιος του επε: «λα σ' μένα». Τότε τ δαιμόνιο επε στν γιο: «κα μόνον τ νομά σου μ καίει, Παρθένιε!», κα φυγε π τν δαιμονισμένο πο ταλαιπωροσε.

Πγε κα ατς ν κάνη τν γιο Παρθένιο κα δαιμονίσθηκε. π κείνη τν στιγμ τν ξουσίαζε πι δαίμονας. Χρόνια λόκληρα βασανιζόταν κα δν μποροσε ν ναπαυθ πουθενά. Συνέχεια γύριζε, πότε ξω στν κόσμο κα πότε μέσα στ γιον ρος. Τί τράβηξε καημένος!
Το εχε δημιουργήσει ατ κατάσταση ψυχικ κούραση κα σωματικ κόπωση μ τρεμούλα. Κα ν δτε, ν ταν καλς παπάς, δν μποροσε μετ ν λειτουργήση[2]. Βλέπετε τί κάνει διάβολος;

- Γέροντα, χει κάποια σχέση καφς μ τς ντιδράσεις νς δαιμονισμένου;

- ταν τ νευρικ σύστημα εναι ταραγμένο κα πι κανες πολλος καφέδες, κλονίζονται τ νερα κα τ ταγκαλάκι κμεταλλεύεται ατν τν κατάσταση. Δν εναι τι καφς εναι κάτι δαιμονικό. Χρησιμοποιε τ ταγκαλάκι τν πίδρασή του στ νερα, κα δαιμονισμένος ντιδράει χειρότερα.

_______________

1. μνήμη το ορτάζεται στς 7 Φεβρουαρίου.

2. Βλ. Γέροντος Παϊσίου γιορείτου, γιορεται Πατέρες κα γιορείτικα, σ. 96-97.

πόσπασμα π τς σελίδες 195-200 το βιβλίου:
πηγή: http://anavaseis.blogspot.com/2011/04/2-1-2_08.html       
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ΄     
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
    «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
 ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.