25 Μαρ 2011

Στολὴ Ἀφθαρσίας

 
ΣΤΟΛΗ   ΑΦΘΑΡΣΙΑΣ
το ειμνήστου Φωτίου Κόντογλου
Γι το Χριστο τν πίστιν τν γίαν,
γι τς πατρίδος τν λευθερίαν,
γι’ ατ τ δύο πολεμ,
γι’ ατ ν ζήσω πιθυμ,
κι ν δν τ ποκτήσω
τί μ’ φελε ν ζήσω;
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ το 1821 χει μία πνο γιασμένη, κι στορία τς ενε σν συναξάρι. λλάδα μπορε ν παρασταθε σν τ μητέρα τν Μακκαβαίων πο εδε ν βασανίζονται κα ν σφάζονται μπροστά της τ παιδι τς να-να. π τν καιρ πο χάθηκε Κωνσταντινούπολη, πατρίδα μς μαυροφόρεσε σν χαροκαμένη χήρα· ο νδρες τανε σν σκητές, ο γυνακες σν καλογρηές, τ τραγούδια μς γεμάτα πόνο κα λπίδα, τ λεγόμενη «χαρμολύπη», σν χερουβικά, σν τροπάρια.
Μία γιωσύνη τ τύλιγε λα. Ο καρδις τανε, μ λη τν παληκαριά τους, συντετριμμένες κα ταπεινωμένες. Γι’ ατ κι θρησκεία μς τανε ληθινή, πειδ πίστη το Χριστο δν ταιριάζει σ νθρώπους πίκραντους κα καλοπερασμένους, κατ τ λόγια του Χριστο πο λέγει: «ν τ κόσμω θλίψιν ξετε», κα στεν κα τεθλιμμένη δός».
Μ σα χάνει νθρωπος σ καλοπέραση, τ κερδίζει «κατονταπλασίονα» σ βάθος πνευματικό. Κα τ θνος μας πο στάθηκε κακότυχο κα βασανισμένο, π τν λλη μερι στάθηκε ελογημένο, κατ τν λόγο πο λέγει Σολομν γι σους μαρτυρονε γι τν λήθεια: «κα γρ ν ψει νθρώπων ἐὰν κολασθσιν, λπς ατν θανασίας πλήρης· κα λίγα παιδευθέντες, μεγάλα εεργετηθήσονται». Και ποι ενε ατ ντάμειψη; ντάμειψη τανε πς ντυθήκανε μ κάποια στολ φθαρσίας ατο πο ζούσανε «στερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ν ρημίαις πλανώμενοι κα σπηλαίοις κα τας πας τς γής».
Γι τοτο, ποιος νθρωπος χει καρδι καθαρή, κα νιώσει τν...
 λληνικ πανάσταση, σν ν τραβιέται π κάποιον μαγνήτη, ς ενε κι λλης φυλς νθρωπος, χωρς ν γνωρίζει καλ- καλ π πο βγαίνει ατ γλυκύτητα κα κατανυκτικ γάπη, μ’ λο πο κούει σκοτωμούς, μαρτύρια κα μοιρολόγια, πο σ λλη περίσταση γριεύουνε τν νθρωπο. Θαρρε πς δν γινήκανε στ’ ληθιν ατ πο κούει, λλ πς ενε κάποιο μορφο παραμύθι.
Τ πι σκληρ πράγματα χάνουνε τ σκληρότητά τους, καν φονικά, καν γωνίες κάθε λογής, φτώχια, κρύο, πείνα, ρρώστεια, ρφάνια. Κάποιος μυστικς πλοτος τ χρυσώνει λα, τς φθαρσίας Παράκλητος ( Παρηγορητής), τ Πνεμα τ γιον. Ατ εναι πο λέγω στολ φθαρσίας κι λπίδα θανασίας.
λληνικ πανάσταση ενε σν τ χάλκινο μοσχάρι πο κανε νας τεχνίτης γι τν τύραννο Φάλαρη κα πο τ πύρωνε μ φωτι κα σφαλοσε στν κοιλι το σους θελε ν βασανίσει γι ν ψηθονε ζωντανοί. Μ ντ ν’ κούγονται βογκητ κα φρικτο θρνοι π τ στόμα το βοδιο, βγαιναν τραγούδια χαρούμενα, πειδ τεχνίτης εχε βάλει πιτήδεια στ λαρύγγι το βοδιο κάποιο ργανο πο λλαζε τος θρήνους σ χαρούμενη μουσική. Ο
θανάσιος Διάκος τραγουδοσε περασμένος στ σούβλα, κι ο γυνακες το Ζαλόγγου χορεύανε κα πέφτανε στν γκρεμνό. Κι λοι ο λληνες, νδρες, γυνακες, μικροί, μεγάλοι, δεσποτάδες, παπάδες, λαϊκοί, ψέλνανε σν ν τραγουδούσανε κα τραγουδούσανε σν ν ψέλνανε, πως ο τρες Παδες τς καμίνου πο δοξολογούσανε τν Θε χορεύοντας μέσα στ φωτι σν ν δροσολογιότανε.
π’ λη τν αματοβαμμένη λλάδα κουγότανε «χος καθαρς ορταζόντων», κι ο λληνες τρέχανε στν θάνατο «γαλλομένω ποδί, Πάσχα κροτοντες αώνιον». Γι’ ατ μαγεύθηκε κόσμος, χωρς ν ξέρει γιατί. κενο πο τος μάγευε τανε λπίδα τς θανασίας πο βγαίνει π τν ρθοδοξία κα πο τ σκεπάζει λα μ τν χαρούμενη πνοή της.
 Η χαρ το Χριστο ενε να νθος πο φυτρώνει μοναχ στς καρδις πο πονον. Γι τοτο Δαυΐδ λεγε: «Κύριε ν θλίψει πλάτυνας μέ». Κι ο σκητα τς ρθοδοξίας τ λέγανε «Χαρμολύπη» «Χαροποιν πένθος», ατ τ χαρ πο βγαίνει π τ συντριμμένη καρδιά. λληνικ πανάσταση τανε τ χαρούμενα ρμήματα το Ποταμο τς ρθοδοξίας. Γι’ ατ τ μισήσανε κα τν πολεμήσανε ο «ψευδάδελφοι», κενοι πο δρύσανε στ’ νομα το Χριστο να σύστημα γκόσμιας εδαιμονίας, κάποιον «ριστοκρατικ χριστιανισμ» πο τραβ τς ματαιόδοξες ψυχές, κα τς ξεραίνει π τ χαρ το Χριστο, π τ «χαρμολύπη»[1].
Ο λληνες το καιρο κείνου τανε «πτωχο τ πνεύματι», κατ τος ξυπνούς του κόσμου. τανε πλο κα φυσικοί, κι ψη τους, τ λόγια τους, ο συνήθειές τους, τ φερσίματά τους τανε ληθινά, δηλαδ λληνικά. ψυχ τος τανε δεμένη μ τ φύση κα τ θρησκεία τους. Λεοντόκορμοι νδρες πο βαστούσανε π ρχαία αματα, ζούσανε στν νοιχτν γέρα πως τος πλασε Θεός, μ γένεια, μ μουστάκια, μ μακρυ μαλλι σν τ Χριστό, γοργοπόδαροι, λιγόφαγοι, θρσκοι, ταπεινο μπροστ στος γεροντότερους κα στος παπάδες, μ ψυχ γεμάτη κρυφ πλούτη.
πάνω π’ λα τανε Θρησκεία, Πίστις τν Πατέρων μας. Κι ο λειτουργοί της τανε ο πνευματικοί τους, ο δάσκαλοί τους, ο προστάτες τους, ο παρηγορητές τους, ο δικαστές τους, ο ξομολόγοι τους. πι γαπημένος ρματωλς γι τ λαό, πι γνς πολεμιστής, καινούριος γιος Γιώργης, στάθηκε νας παπάς, θανάσιος Διάκος, πο σουβλίσθηκε γι τν Πίστη το Χριστο.
λλοι τέτοιοι γιασμένοι πο γωνισθήκανε γι τν Πίστη, ενε ο Πατριάρχης Γρηγόριος ’,  σαΐας Σαλώνων, Ρωγν ωσήφ, Κυπριανς στν Κύπρο· τί λέγω; Νέφος λόκληρο ρασοφορεμένοι, ρθόδοξον εράτευμα. Πρν ν γίνει πανάσταση, χιλιάδες Νεομάρτυρες μαρτυρήσανε γι τν Πίστη, κι στερα ρθανε ο ρματωλοί. Ο δεσποτάδες, ο παπάδες κι ο καλόγεροι εχανε γίνει σν τος προφτες πο δηγούσανε τν νέον σραλ στ Γ τς παγγελίας.
Ο ρματωλο γινήκανε σν σκητς κα ψέλνανε πάνω στ μετερίζι, κα ξεστηθίζανε τ Ψαλτήρι γι παρηγοριά, μ τ χαϊμαλι στ στθος πο παριστάνανε τν Χριστό, τν Παναγία, τν η Γιώργη, τν η Δημήτρη. Γι φυλαχτ εχανε τίμιο ξύλο, γιο λείψανο, να κομμάτι π τ παλιοράσο το γιου Κοσμ. Πολλο ρματωλο τανε ζωγραφισμένοι στ ρημοκκλήσια μαζ μ τος γίους. ζωγραφι το Μεϊντάνη βρισκότανε στν κκλησι τς Κατούνας, το νδρούτσου στ Μεγάλο Μετέωρο, το Διαμαντ Σπατούλη στν κκλησι στ’ λεποχώρι Μπότσαρη. Κα τος σκοτωμένους τος θάβανε κοντ στν κκλησιά.
Λοιπόν, δν ενε γιασμένη πανάστασή μας, δν ενε ρθοδοξία ματωμένη γι ν φυλάξη τν πίστη μας; ρθοδοξία γινε νας λόγος δειος στ στόματα τν σημερινν φραγκοδασκαλευμένων δασκάλων. Μ ληθιν ρθοδοξία πο ενε πλοτος κα ρίζα θανασίας, ενε φυτρωμένη βαθει στν καρδι το ρθοδοξώτατου λαο μας, πο σο δν θελε ν τουρκέψει, λλο τόσο δν θέλει ν φραγκέψει.

Φώτης Κόντογλους

ΚΙΒΩΤΟΣ 
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΦΥΛΛΑΔΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΔΑΧΗΣ
ΕΤΟΣ Β’ ΜΑΡΤΙΟΣ 1953 ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 15

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.