Ἰωσηφίνα Τσορμπαντζίδου (1980-2006)
ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ
Ἡ Ἰωσηφίνα γεννήθηκε στὶς 2 Μαρτίου 1980, ἡμέρα ποὺ ἡ Ἐκκλησία μᾶς γιορτάζει τὴν μνήμη τοῦ ὁσίου Νικολάου Πλανᾶ, τοῦ ὁποίου πολὺ ἀγαποῦσε νὰ διαβάζει τὸν βίο.
Κατὰ τὴν βάπτισή της πῆρε τὸ ὄνομα τοῦ μνήστορος Ἰωσήφ.
Ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν 3 1/2 ἐτῶν ἄρχισαν νὰ ἐκδηλώνονται τὰ συμπτώματα τῆς ἀσθενείας «Μυοδυστροφία»: ἔπεφτε πολὺ εὔκολα κάτω, δὲν μποροῦσε νὰ ἀνέβει σκάλες, ἕνα πετραδάκι ποὺ βρίσκονταν κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τῆς ἦταν ἱκανὸ νὰ τὴν ρίξει κάτω.
Κι ὅμως, ποτὲ δὲν ἔκλαιγε ὅταν ἔπεφτε, παρόλο ποὺ κάθε φορᾶ σχεδὸν ποὺ ἔπεφτε χτυποῦσε πρῶτα τὰ γόνατα κι ἀμέσως μετὰ τὸ κεφάλι της, γιατί ἦταν βαρὺ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ συγκρατήσει.
Ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν 5 1/2 ἐτῶν σταμάτησε καὶ νὰ περπατάει.
Ἔτσι σὰν παιδί, δὲν ἔτρεξε, δὲν ἔπαιξε μ' ἄλλα παιδιά, κι ὅμως ἀπὸ μικρὴ εἶχε μία πηγαία καλοσύνη κι ἕνα αὐθόρμητο, χαμόγελο.
Στὸ Δημοτικὸ σχολεῖο, τὴν πήγαινε ἡ μητέρα τῆς σχεδὸν ἀγκαλιὰ στὶς πρῶτες τάξεις. Μετὰ συνέχισε Γυμνάσιο στὸ ΕΛΕΠΑΑΠ (Ἑλληνικὴ Ἑταιρεία Προστασίας καὶ Ἀποκαταστάσεως Ἀναπήρων Παίδων) καὶ συνέχισε σὲ Νυκτερινὸ Λύκειο. Ἀναπηρικὸ καρότσι χρησιμοποιοῦσε ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν. Ὅταν διάβαζε, γυρνοῦσε τὶς σελίδες τῶν βιβλίων μ' ἕνα μολύβι. Ὅταν καθόταν στὸ καρότσι ἀκουμποῦσε τὸ κεφάλι της σὲ μία προέκταση ποὺ ὑπῆρχε πίσω ἀπὸ τὴν πλάτη της, ἐπειδὴ τὸ κεφάλι τῆς ἦταν βαρὺ καὶ ἐπειδὴ εἶχε μία κλίση πρὸς τὰ πίσω. Ὅταν τῆς ἔφερναν τὸ σῶμα τῆς μπροστὰ γιὰ νὰ ξεκουράζεται, αὐτὸ στηριζόταν σὲ μία ζώνη.
Νὰ πῶς τὴν θυμᾶται μία καθηγήτρια ἀπὸ τὸ Λύκειο: «Συνάντησα τὴν Ἰωσηφίνα στὴν Ἃ' Λυκείου τὸ 1994. Πάντα ἦταν μὲ ἕνα καλὸ λόγο γιὰ ὅλους, μὲ ἀπέραντη καλοσύνη καὶ ἕνα γλυκὸ χαμόγελο.
Μποροῦσε νὰ γράφει μόλις μετὰ βίας σέρνοντας τὸ χεράκι της. Ποτὲ ὅμως δὲν ἐπικαλέστηκε τὴν φυσική της ἀδυναμία γιὰ νὰ ἀποφύγει τὶς σχολικές της ὑποχρεώσεις. Πάντα διαβασμένη, πρώτη μαθήτρια, χωρὶς νὰ τῆς χαρίζεται τίποτα. Οἱ συμμαθητὲς τῆς τὴν λάτρευαν, τὸ ἴδιο καὶ οἱ καθηγητές της.
Ὅταν τὴν ρωτοῦσες, τί κάνεις; ἡ ἀπάντηση ἦταν, Δόξα τῷ Θεῶ, πολὺ καλά!
Τὴν ἴδια ἀπάντησή μου ἔδωσε καὶ μία μέρα πρὶν ἀπὸ τὸ τέλος, στὸ Νοσοκομεῖο».
Μετὰ συνέχισε στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ. ἀπὸ ὅπου πῆρε πτυχίο μὲ ἄριστα καὶ λόγω μεγαλυτέρου βαθμοῦ εἶπε αὐτὴ τὸν ὅρκο στὶς 12.12. 2003. Τὸ περιοδικὸ ΛΥΔΙΑ (Ἰανουάριος 2004) ἔγραψε:
«Τῆς Ἰωσηφίνας τὸ ἀναπηρικὸ καρότσι εἶναι ἄμβωνας ποὺ μᾶς λέει πὼς ἡ ζωὴ μὲ τὸν Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μεμψίμοιρη. Ἡ ζωὴ μὲ τὸν Θεὸ γίνεται δημιουργική, δυναμική, ἔχει στόχους, γίνεται στίβος ἀρετῶν. Μὲ τὸν Θεὸ δὲν μπορεῖ ἡ γκρίνια, τὸ παράπονο, ἡ μιζέρια νὰ γίνει τρόπος ζωῆς.
Συγκινήθηκα ὅταν ἕσφιξα τὸ χέρι της γιὰ νὰ τὴν συγχαρῶ γιὰ τὸ ἄριστα... μὰ καὶ ντράπηκα. Γιατί ἐγὼ κλαίω σὲ ἀσήμαντα ἐμπόδια, κατσουφιάζω, ὅταν γιὰ λίγες μέρες μένω ἀκίνητη στὸ κρεβάτι, χάνω τὸν ἔλεγχό μου ὅταν δὲν γίνεται ὅπως τὸ προγραμματίζω».
Πῶς ἔβλεπε ἡ ἴδια τὴν ἀσθένειά της
Ἔγραφε σ' ἕνα γράμμα στὸν πατέρα Αὐγουστίνο Καντιώτη (τὸ 2002): «Ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε ἐδῶ καὶ... μερικὰ χρόνια, 10 καὶ πλέον, νὰ εἶμαι ἀκινητοποιημένη σὲ καρότσι. Τὸ πρόβλημα ἐξελίσσεται συνεχῶς. Ἀνθρωπίνως δὲν θεραπεύεται. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν θλίβομαι πρὸς τὸ παρὸν γιὰ τὴν κατάστασή μου, ἀφοῦ οὔτε καὶ προσεύχομαι γιὰ νὰ γίνω καλά. Αὐτὸ ποὺ μὲ φοβίζει εἶναι ἡ ἔλλειψη ὑπομονῆς σὲ πιὸ δυσμενεῖς συνθῆκες, ὅπως ἡ ὑγεία τῆς μητέρας μου, ἡ ἐπιδείνωση τῆς ἀσθένειάς μου. Γι' αὐτὸ εὔχεσθε νὰ μᾶς ἐπισκιάζει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ὑπομείνουμε εἰς τέλος...».
Σ' ἕνα ἄλλο γράμμα της σὲ ἕνα γέροντα γράφει:
«Κατάλαβα μὲ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν βοήθεια ἑνὸς βιβλίου ὅτι ὅλοι ἔχουμε μέσα μᾶς ἕνα ὀχυρὸ ποὺ λέγεται ἐγωισμὸς καὶ ὅταν ἐπιτίθεται σ' αὐτὸ ὁ πόνος, ὅσο ἀρνεῖται νὰ παραδοθεῖ, τόσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ πίεση ποὺ δέχεται. Πόσο μᾶλλον σὲ μένα ποὺ ἔχω τὸ ὀχυρὸ Ροῦπελ!...
Εὐχηθεῖτε, γέροντα, νὰ προσθέτει ὁ Θεὸς πίστη καὶ χάρη γιὰ νὰ ὑπομείνουμε εἰς τέλος...».
Ἀπὸ ἀπάντηση ποὺ τῆς ἔστειλε ὁ Γέροντας Ἐφραὶμ ἀπὸ πολὺ μακριά, 2 μέρες ἀμέσως μετὰ ἀπὸ τὸ φὰξ ποὺ τοῦ εἶχε στείλει: «παιδί μου Ἰωσηφίνα... Ἀγωνίζου πολὺ στὴν προσευχή. Μίλα μὲ τὸν Θεὸ συνεχῶς καὶ θὰ νοιώσεις ὄμορφα καὶ δυναμικά. Χωρὶς προσευχὴ παραλύει ὁ ἄνθρωπος καὶ παθαίνει ψυχικὴ ἀναιμία καὶ τότε τὸν σφίγγουν τὰ ψυχικὰ ἄσχημα αἰσθήματα. Τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ νὰ μὴν τὴν σταματᾶς καθόλου καὶ θὰ ἔχεις τὴν καλύτερη καὶ ἅγια συντροφιά. Τὴν μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἄλλων πνευματικῶν βιβλίων νὰ τὴν ἔχεις κάθε μέρα· ἔστω καὶ λίγη, ἀρκεῖ νὰ παίρνεις κάτι μέσα σου ἁγιογραφικό.
Εὔχομαι νὰ σοὺ δίνει συνέχεια ὁ Κύριος ὑπομονὴ καὶ προσευχὴ γιὰ νὰ τὰ βγάλεις πέρα. Νὰ ἔχεις τὶς ἐλπίδες στὴν Παναγία μας. Γονάτιζε καὶ προσεύχου παιδί μου. Ἡ προσευχὴ κάνει θαύματα. Στηρίξου στὸν Χριστό μας μὲ πίστη...».
Ἡ ἴδια της, θέλοντας νὰ παρηγορήσει μία μητέρα ποὺ ἔχασε τὸ παιδὶ τῆς μεταξὺ ἄλλων ἔγραφε:
«Ὁ γιὸς σᾶς φέρει τὸ στεφάνι τῆς νίκης καὶ τοῦ μαρτυρίου, ὅπως τόσα ἑκατομμύρια ἁγίων... Ὁ θάνατός του ἐκφράζεται ὡς ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐσᾶς, διότι ἔτσι ἐργάζεται τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς σας. Πιστεύω ὅτι καὶ ἡ δική μου ἀναπηρία ὅσο κι ἂν φαίνεται στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων ἀδικία ἢ καταδίκη εἶναι τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἀγάπης Του, διότι ἔτσι μ' ἔχει ἀσφαλίσει κατὰ ἕνα τρόπο. Κι ἐσεῖς μόνο μὲ τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ κι ὄχι τῶν ἀνθρώπων, ἂν δεῖτε τὴν ἀπουσία τοῦ παιδιοῦ σας, θὰ νικήσετε τὸν πόνο σας καὶ θὰ εἰρηνεύσει ἡ καρδιά σας. Μὴν ἐπιτρέψετε στὴν ψυχή σας νὰ ἐναντιωθεῖ στὸν Θεό, ἀλλὰ ἐκμεταλλευτεῖτε τὴν εὐκαιρία νὰ τὸν προσεγγίσετε περισσότερο καὶ σίγουρα θὰ ἀναπαυθεῖτε».
Αὐτὰ τὰ ἔγραψε περίπου 3 μῆνες πρὶν πεθάνει.
Ἡ Ἰωσηφίνα συνδύαζε στὴν ζωὴ τῆς τὴν βίωση τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν μετάδοση τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἄλλους μέσω τῆς προσευχῆς της.
Τῆς ἔλεγαν: κᾶνε προσευχὴ κι ἐκείνη ἔγραφε ὀνόματα... πολλλὰ ὀνόματα....
Μόνο αὐτὴ γνωρίζει τί προσευχὲς ἔκανε, γιατί δὲν ἔλεγε τίποτα γι' αὐτὸ τὸ ἔργο της.
Ὅμως τὰ ἀποτελέσματα φαίνονταν ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ ἀκτινοβολοῦσε τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ στοὺς ἄλλους καὶ ἀπὸ τὴν παρηγοριὰ καὶ ἀνακούφιση ποὺ ἐνοίωθε ὁποῖος εἶχε συνάντηση μαζί της.
Μοναχοί, κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ζητοῦσαν τὴν προσευχή της. Ἕνας γέροντας τῆς εἶχε πεῖ:
-Ἕνα κόμπο ἀπὸ τὸ κομποσχοίνι σου καὶ γιὰ μένα....
Καὶ ἐκείνη χωρὶς νὰ ἔχει καμιὰ ἰδέα μεγάλη γιὰ τὸν ἑαυτό της, ἀπὸ ὑπακοή, καὶ τὴν λίγη κίνηση ποὺ εἶχε στὰ χέρια τῆς τὴν ἀξιοποιοῦσε, καὶ ὅταν ἄκουγε ὅτι κάποιος ἔχει ἀνάγκη, ἔκανε τὴν εὐχούλα ἔστω ἀργὰ - ἀργά.
Κήρυττε τὸν Χριστὸ μὲ τὴν χάρη ποὺ ἐξέπεμπε τὸ πρόσωπό της, τὰ διακριτικά της λόγια. Τὸ χαμόγελο, ποὺ δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὸ πρόσωπό της ποὺ ἔλαμπε, δὲν ἀνταποκρίνονταν στὴν φυσική της κατάσταση. Γιατί τὶς πιὸ πολλὲς μέρες καὶ πονοῦσε καὶ εἶχε δυσκολίες πολλές.
Ἡ Ἰωσηφίνα μὲ τὴν φίλη της Κλεονίκη τὴν ἥμερά της ὁρκωμοσίας της.
Ἡ Ἰωσηφίνα τὴν ἡμέρα ποὺ ὡς ἀριστοῦχος ἀπήγγειλε τὸν ὅρκον ἐξ ὀνόματος τῶν ἀποφοίτων.
Τί ἀναφέρουν ὄσοι τὴν γνώρισαν
Μία ἐθελόντρια: «Στὴν ἀρχὴ εἶχα τὴν ψευδαίσθηση, ὅτι τὴν βοηθοῦσε ἡ συντροφιά μου ὅταν τὴν ἐπισκεπτόμουν. Ἡ πραγματικότητα ὅμως εἶναι ὅτι ἐκείνη μὲ βοηθοῦσε. Βρισκόμασταν κάθε ἑβδομάδα. Τὴν ἀγαποῦσα πολὺ γιατί σου μετέδιδε χαρά. Ἦταν πανέξυπνη καὶ δὲν σ' ἄφηνε νὰ τὴν λυπηθεῖς. Μπροστά της ἐνοίωθες ἐσὺ σὰν ἄτομο μὲ εἰδικὲς ἀνάγκες. Ἦταν δυναμική, μὲ χιοῦμορ. Ἐγὼ εἶχα ἀπορίες διαβάζοντας διάφορα βιβλία κι ἐκείνη μου τὶς ἔλυνε.
Τὸ τελευταῖο διάστημα τῆς ζωῆς τῆς ἦταν δύσκολα, ὑπῆρξαν στιγμὲς ποὺ σὰν ἄνθρωπος λύγισε, ὅμως καὶ στὸ νοσοκομεῖο ἔδειχνε καρτερία. Ὅταν πῆγα μου εἶπε νὰ τῆς πιέσω λίγο τὴν κοιλιακὴ χώρα γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ἀναπνέει. Ἔχει χαραχτεῖ στὴ μνήμη μου αὐτὴ ἡ στιγμή. Τὸ ἐνοίωσα σὰν εὐλογία. Φεύγοντας μὲ ἀποχαιρέτησε μ' ἕνα χαμόγελο ποὺ γλύκανε ἰδιαίτερα τὴν ψυχή μου. Ἦταν διαφορετικὸ ἀπὸ τὰ ἄλλα. Ἦταν τὸ τελευταῖο! Ἐγὼ τὴν αἰσθάνομαι δίπλα μου. Ἐλπίζω νὰ μὲ θυμᾶται καὶ ἐκείνη ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται».
Μία ἄλλη φίλη ποὺ τῆς συμπαραστάθηκε στὰ κινητικὰ προβλήματα, ἀλλὰ δέχτηκε τὴν συμπαράσταση τῆς Ἰωσηφίνας στὰ πνευματικά μας ἀναφέρει:
«Δὲν εἶχε τίποτα κατὰ κόσμον κι ὅμως εἶχε τὰ πάντα. Εἶχε ἀκέραιο πνεῦμα. Μετέδιδε Χριστὸ σὲ ὅσους τὴν συναντοῦσαν, ἦταν σὰν πνευματικὸς καθοδηγητής. Μοῦ ἔδιδε καὶ δὲν ἔπαιρνε τίποτα. Ὧρες ὁλόκληρες κουβεντιάζοντας μαζί της, δὲν βαριόσουν. Δὲν φοβόταν τὸν θάνατο, ἤθελε νὰ ἀντέχει. Δὲν ἔβγαζε ἀρνητικὴ διάθεση σὲ ἄλλους. Ζοῦσε γιὰ τὴν ἀγάπη. Μερικοὶ ὅταν τὴν ἔβλεπαν στὸ δρόμο, ἔκαναν τὸν σταυρό τους, γιὰ νὰ ξορκίσουν (;) δῆθεν τὸ «κακό» (;) ἢ γιὰ ὅ,τι ἄλλο, κι ὅμως αὐτὴ σημασία δὲν ἔδινε, γελοῦσε. Σὲ καθοδηγοῦσε καὶ μὲ τὴν σιωπή της. Ἐνίωθες ἂν καὶ ἦταν μικρότερη σὲ ἡλικία, πολὺ σεβασμὸ ἀπέναντί της.
Δὲν ἔκανε συγκρίσεις, δὲν γκρινίαζε, ἦταν πρόσχαρη καὶ προσιτή. Τὴν ἀσθένειά της τὴν ἀντιμετώπιζε μὲ ὑπομονὴ καὶ πρωτόγνωρο δυναμισμό.
Τὰ πρῶτα χρόνια ἔκανε καὶ χειροτεχνήματα, σελιδοδεῖκτες, συνθήματα μὲ χαντροῦλες καὶ πλαστικὸ σπάγγο».
Ἕνας ἐθελοντὴς ἔγραψε:
«Ἡ Ἰωσηφίνα μας, περισσότερο ἔδινε, παρὰ ἔπαιρνε. Περισσότερο ὠφελοῦσε παρὰ ὠφελοῦνταν κι ἐνῶ θὰ περίμενε κανεὶς νὰ ζητεῖ παρηγοριά, γινόταν ἡ ἴδια παραμυθία καὶ παρηγοριὰ γιὰ τοὺς ἄλλους, ἁπλόχερα, χωρὶς ὅρους καὶ χωρὶς ὅρια.
Ὅταν ἤσουν κοντὰ τῆς ἀναλογιζόσουν πόσο ἀχάριστοι εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε ὅλα τὰ καλά του Θεοῦ καὶ παρόλα αὐτὰ πάντα κάτι μᾶς φταίει... γιατί πάντα κάτι μᾶς λείπει... κάτι ποὺ δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὴν Ἰωσηφίνα, δηλαδὴ ἡ πίστη στὸν Θεὸ καὶ ἡ ἑκούσια παράδοση τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς στὰ χέρια Του».
Ἡ γειτόνισσα καὶ φαρμακοποιὸς Εὐαγγελία Τ.,
γράφει τὰ ἑξῆς:
«Ἰωσηφίνα... Ἕνας ἐπίγειος ἄγγελος ἀπ' αὐτὴ τὴν ζωή. Τὸ μαρτύριο τῆς ἀναπηρίας τὴν ἀνέβασε σὲ πνευματικὰ ὕψη.
Ὑπάκουη στοὺς γονεῖς της καὶ δεχόταν ὑπομονετικὰ ὅ,τι θὰ τῆς προσφερόταν. Δὲν παραπονιόταν, ἦταν χαρούμενη. Ὑπομονετικὴ στοὺς πόνους, καθηλωμένη στὴν ἀναπηρικὴ καρέκλα, μία ἄμορφη μάζα σάρκας ποὺ κρατιόταν μ' ἕναν ἱμάντα στὴν ἀναπηρικὴ καρέκλα, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ κάθισμά της εἶχε τόση ἀρχοντιά. Ἡ ματιά της σὲ δίδασκε τὴν ὑπομονή, ἡ σιωπὴ τῆς τὴν σοφία. Τὸ κάθισμά της τὴν ὑπομονή, καὶ ἡ ὅλη στάση τῆς δίδασκε τὴν ταπείνωση.
Δὲν ἀγάπησε αὐτὸ τὸν μάταιο κόσμο, ἀλλὰ τὶς οὐράνιες μονὲς τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Δὲν τὴν ἐνδιέφερε νὰ γίνει καλά, γιατί δὲν εἶχε θὲ-λημα, ἀλλὰ τὴν ἐνδιέφερε νὰ κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Κι ὁ Θεὸς οἰκονομοῦσε ἡ Ἰωσηφίνα νὰ προχωρεῖ ταπεινὰ πρὸς τὴν ἁγιότητα. Τὸ πνεῦμα τῆς στηλωμένο στὸν Κύριο, στὶς ἐντολές Του.
Ὁ Κύριος της χάρισε νὰ Τὸν γνωρίσει καλύτερα μὲ τὸ νὰ σπουδάσει Θεολογία. Ἀλλὰ ἡ Ἰωσηφίνα βίωνε ὅλα τὰ ἅγια πράγματα. Εἶχε κοινωνία μὲ τὸν Κύριο γιατί ζοῦσε στὴν ταπείνωση κι ὁ Κύρος τὴν πῆρε κοντά Του καὶ τὴν ἀνάπαυσε τὴν ἥμερά του Λαζάρου γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ στὴν κοινὴ ἀνάσταση τὸ ταλαιπωρημένο σῶμα τῆς μαζὶ μὲ τὴν γενναία ψυχή της.
Μὲ τὴν Ἰωσηφίνα κάναμε τὸ ἀπόδειπνο, διαβάζαμε τὴν Ἁγία Γραφή, συζητούσαμε συμπροσευχόμασταν, πηγαίναμε μαζὶ σ' ἀγρυπνίες, τὴν ζοῦσα καθημερινὰ στὸ σπίτι τῆς -καθόσον εἶμαι γειτόνισσά της- στὴν ἴδια πολυκατοικία. Τὴν ἀγαποῦσα καὶ τὴν ἀγαπῶ. Ἤμουν ἡ φαρμακοποιός της. Ἀφέθηκε στὸν Κύριο κι ἔφυγε ἀπὸ τὴν γῆ ταπεινὰ γιὰ νὰ λάμψει στοὺς οὐρανούς.
Ἡ Ἰωσηφίνα μᾶς δίδαξε τὴν ὑπομονή, τὴν ταπείνωση, ἦταν τύπος Χριστοῦ, ἂς εὔχεται στὸν Θεὸ γι' ἐμᾶς, γιὰ νὰ ζοῦμε ἐν ἀληθεία, ταπείνωση, πίστη καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν Κύριο...».
Τώρα ποὺ μὲ ἀφήνουν οἱ σωματικές μου δυνάμεις, σὺ Κύριε, μὴ μὲ ἐγκαταλείψεις (Ψάλμ. 70)
Ἀπὸ τὸ Σεπτέμβριο τοῦ 2005, 7 μῆνες σχεδὸν πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμησή της, παρουσιάστηκαν δυσκολίες κατὰ τὴν κατάποση τῆς τροφῆς. Εἰδικοὶ γιατροὶ ἔκαναν λόγο γιὰ ἀσυνέργεια μυῶν κατάποσης, ἄλλοι τὸ ἀπέδωσαν σὲ νευρομυϊκῆ ἐξασθένιση.... ἄλλοι σὲ ἄλλα αἴτια.
Δὲν μποροῦσε νὰ κατεβάσει παρὰ λίγο ζεστὸ νερὸ μερικὲς μέρες καὶ τὶς τροφὲς τὶς πολτοποιοῦσε ἡ μητέρα της. Περνοῦσε ἡ Ἰωσηφίνα τὸ μαρτύριο τῆς πείνας καὶ δίψας. Ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ μείνει καθισμένη σὲ ὀρθὴ γωνία, τὸ κεφάλι ἔφευγε πρὸς τὰ πίσω καὶ δὲν μποροῦσε οὔτε τὸ σάλιο της νὰ καταπιεῖ. Αἰσθανόταν ὅτι ἔχει ἕνα κόμπο στὸ λαιμό. Εἶχε ἀδυνατίσει τόσο πολὺ ποὺ εἶχε μείνει πετσὶ καὶ κόκκαλο. Ἄρχισε πλέον νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κάθεται στὸ καρότσι, διότι πονοῦσαν τὰ κόκκαλα καὶ εἶχε δυσκολία στὴν ἀναπνοή. Ἤθελε νὰ μένει ξαπλωμένη καὶ πότε -πότε νὰ τὴν πιέζουν στὴν κοιλιὰ γιὰ νὰ ἀναπνέει καλύτερα. Εἶχαν ἀλλοιωθεῖ οἱ μῦς τῶν ζωτικῶν ὀργάνων.
Ἡ μητέρα τῆς μᾶς μεταφέρει στὶς τελευταῖες ὧρες της: «Λίγες μέρες πρὶν τὴν κοίμηση τῆς εἶχε ἔντονη δυσφορία, ταχυσφυγμία, μεταφέρθηκε στὸ Νοσοκομεῖο ΑΧΕΠΑ. Ἀπὸ τὶς ἐξετάσεις βρέθηκε ὅτι ὑπολειτουργοῦσαν ὅλα τὰ συστήματα. Τὴν 2η ἥμερα ἔπεσε σὲ κῶμα. Ὅταν τὴν ἔβαλαν σὲ ὀξυγόνο, χαμογέλασε μὲ βαθειὲς ἀναπνοές. Φωτίστηκε τὸ δωμάτιο ἀπὸ τὸ χαμόγελό της. Γιὰ λίγο ἀνένηψε - καλὰ εἶμαι εἶπε. Σὲ λίγο, σὰν νὰ εἶδε κάποιον, προσήλωσε τὸ βλέμμα της καὶ χαμογελοῦσε. Ἀνοιγόκλεινε τὸ στόμα της, ὅμως μιλοῦσε τὴν ἄλλη γλώσσα, δὲν ἀκουγόταν αὐτὰ ποὺ ἔλεγε... Καταλάβαινα ὅτι ζεῖ ἀπ' τὴν φλέβα ποὺ χτυποῦσε στὸ λαιμό της. Ἄρχισε νὰ μιλάει πνευματικά, νὰ μιλάει μὲ κάποιον ποὺ ἔβλεπε... Χαμογελαστὰ ἔσβησε».
Μόλις μία γνωστή, τοποθέτησε στὸ χέρι τῆς ἕνα Σταυρό, ἐνῶ ἡ Ἰωσηφίνα εἶχε τόση ἀδυναμία, ἕσφιγγε τὸν σταυρό.
Ὅλη τὴν νύκτα δὲν κινήθηκε. Τὴν ἄλλη μέρα 11 ἡ ὥρα τὸ πρωὶ πέρασε στὴν ἄλλη ζωή.
Ἦταν τοῦ Λαζάρου (15 Ἀπριλίου 2006). Ἦταν 26 ἐτῶν.
Ἡ κηδεία τῆς ἔγινε μέσα στὴν στολισμένη μὲ βάγια ἐκκλησία τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. Ἦταν ἄσπρο τὸ φέρετρο καὶ τὰ πολλὰ ἄσπρα λουλούδια μὲ τὰ βάγια ἔδιναν μία παραδείσια ὀμορφιά. Ὅσοι τὴν ἔβλεπαν μέσα στὸ φέρετρο ἦταν σὰν νὰ κοιμόταν κι ἀκόμη διεπίστωναν ὅτι ἦταν μαλακή, σὰν κερί, σὰν νὰ ἦταν μοναχή.
Ἦταν σὰν νὰ ἔλεγε «σὺ εἰ ἡ ὑπομονή μου, Κύριε· Κύριε, ἡ ἐλπίς μου ἐκ νεότητάς μου... ἐν σοῖ ἡ ὕμνησίς μου διαπαντός».
Γίνονται θαύματα Σήμερα;
Φωτεινὰ ὑποδείγματα ἀρετῆς
Ἐκδόσεις "Ὀρθόδοξες Κυψέλη"
Πηγή:Ι.Μ.Παντοκράτορος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου