Ἐπιστολὴ πρὸς τὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπέστειλε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφείμ, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει διευθέτησιν καὶ διαλεύκανσιν σοβαροτάτης ἐκκλησιολογικὴς παρεκκλίσεως Σεβασμιωτάτου Ἀδελφοῦ Μητροπολίτου.
Ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Μητροπολίτη Κυθήρων κ. Σεραφεὶμ ἔχει ὡς ἑξῆς:
Μακαριώτατε ἅγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Συνοδικοί,
Εὐσεβάστως προάγομαι νὰ ἀναφέρω τὴ Ἱερὰ ἠμῶν Συνόδω, κατόπιν τοῦ μὴ εἰσέτι ἀπαντηθέντος ὑπ' ἀριθ. 493/1-6-2010 ἡμετέρου ἐγγράφου, ἀφορώντος εἰς τὴν διευθέτησιν καὶ διαλεύκανσιν σοβαροτάτης ἐκκλησιολογικὴς παρεκκλίσεως Σεβασμιωτάτου Ἀδελφοῦ Μητροπολίτου, τὰ ἀκόλουθα :
1. Ἀνεπισήμως ἐπληροφορήθην ὅτι τὸ εἰρημένον ἔγγραφόν μου, τεθὲν ὑπ' ὄψιν τῆς προηγουμένης Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, παρεπέμφθη εἰς τὴν Συνοδικὴν Ἐπιτροπὴν ἐπὶ τῶν Δογματικῶν καὶ Νομοκανονικῶν Ζητημάτων.
Ὁ Σέβ. Πρόεδρος τῆς Συνοδικῆς αὐτῆς Ἐπιτροπῆς Μητροπολίτης Φιλίππων, Νεαπόλεως καὶ Θάσου κ.Προκόπιος ἔλαβε τὴν εὐγενῆ πρωτοβουλίαν - διο καὶ τὸν εὐχαριστῶ θερμῶς - νὰ μὲ ἐνημερώση προφορικῶς, εἰς τὸ διάλειμμα τῆς ἐκτάκτως συνεδριασάσης κατὰ μήνα Ἰούνιον ἐ.ε. Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας ἠμῶν, περὶ τῆς λήψεως τοῦ ἐν θέματι ἐγγράφου μου καὶ τῆς ἀναπέμψεώς του εἰς τὴν Δ.Ι.Σ. δία τὰ κατ' αὐτήν, ἄνευ σχολίων καὶ παρατηρήσεων, ὡς ἀντελήφθην.
2. Ὁ περὶ οὐ ὁ λόγος Σέβ.Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ.Χρυσόστομος, λαβῶν γνῶσιν τοῦ ἐν θέματι ἐγγράφου μου, δὲν ἀπήντησεν ἐπὶ τῆς οὐσίας τοῦ θιγομένου τρισμεγίστου καὶ οὐσιώδους ἐκκλησιολογικοῦ θέματος, ἀλλ' ἀντὶ τούτου ἐξετράπη εἰς ἀπαξιωτικᾶς καὶ μειωτικᾶς διὰ τὸ πρόσωπον καὶ τὴν θεολογικήν μου κατάρτισιν ἐκφράσεις.
Ἀντιπαρέρχομαι τὸ θέμα αὐτό, διότι ἀφορᾶ εἰς τὸ πρόσωπόν μου καὶ ἐπιμένω εἰς τὴν ...διόρθωσιν τοῦ ἐκκλησιολογικοῦ ἀτοπήματος. Ἐκ τῆς ἀπαντητικῆς του ἐπιστολῆς πρόδηλον τυγχάνει ὅτι δὲν κατενόησε τὸ εὖρος καὶ τὸ βάθος τῆς ὑποδειχθείσης καιρίας ἐκκλησιολογικῆς ἀποκλίσεως, διο καὶ ἀπαντητικῶς γράφει εἰς τὴν ἀπὸ 15/7/2010 ἐπιστολήν του, σέλ.2, 3α, τὰ ἑξῆς : «Τὴν ἐπιφύλαξη τοῦ Σέβ. Κυθήρων δὲν τὴν ἔχει ἐκφράσει μέχρι σήμερα οὔτε προφορικά, οὔτε γραπτὰ ὁ Ἐλλογιμώτατος Καθηγητὴς κ.Δημήτριος Τσελεγγίδης, ὁ ὁποῖος ἔλαβε τὴν ἐπιστολή, τὴν ὁποίαν ἐπικαλεῖται ὁ Σέβ. Κυθήρων, καὶ μὲ τὸν ὁποῖον κατ' ἀντίληψιν ἐπικοινώνησα τόσο τηλεφωνικὰ ὅσο καὶ διὰ ζώσης, ἐξ ἀφορμῆς πανεπιστημιακῶν θεμάτων καὶ ὑποχρεώσεων.
Ἕνα τέτοιου εἴδους σοβαρὸ ἐκκλησιολογικὸ ἀτόπημα πέρασε ἀπαρατήρητο ἀπὸ τὸν καταξιωμένο Καθηγητὴ τῆς Δογματικῆς καὶ Συμβολικῆς Θεολογίας καὶ ἀσχολίαστο;».
3. Ὅταν, ὅμως, ὁ «καταξιωμένος»καὶ «διακεκριμένος», κατὰ τοὺς ὀρθοὺς καὶ δικαίους χαρακτηρισμοὺς τοῦ Σέβ. Μητροπολίτου Μεσσηνίας, Καθηγητὴς κ.Δημήτριος Τσελεγγίδης, προκαλούμενος, ἔλυσε τὴν ἐπὶ μήνας τίνας ἠτιολογημένην σιωπήν του καὶ ὡς ὁ καθ' ὕλην ἁρμόδιος Πανεπιστημιακὸς διδάσκαλος, ὀρθοτομῶν τὸν λόγον τῆς Θείας Ἀληθείας, καὶ ἐν προκειμένω τῆς Ἐκκλησιολογικῆς Ἀληθείας, οὐ μόνον προσεπεβεβαίωσε καὶ προσεπεκύρωσε τὰ περὶ τοῦ κορυφαίου τούτου δογματικοῦ - ἐκκλησιολογικοῦ θέματος γραφέντα καὶ ὑπὸ τῆς ταπεινότητός μου, ἀλλ' ἐν συναισθήσει τελῶν τοῦ μεγέθους τοῦ ἐκκλησιολογικοῦ τούτου ἀτοπήματος μετὰ παρρησίας καὶ τόλμης, αἰτιολογῶν τὴν τοποθέτησίν του, προσέθεσε τὰ ἑξῆς :
«... καὶ τοῦτο, γιατί ὡς δογματολόγος γνωρίζω, ὅτι ἐκπίπτει ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ὁ κάθε πιστὸς -καὶ πολὺ περισσότερο ὁ Κληρικὸς- ποὺ συνειδητὰ ἀμφισβητεῖ ἡ ἀπορρίπτει μερικῶς ἡ ὁλικῶς τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὴ διατυπώνεται μὲ ἀκρίβεια στοὺς Ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Γιατί, ἀσφαλῶς, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ καταλύει οὔτε νὰ σχετικοποιεῖ τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδὴ κανεὶς δὲν βρίσκεται ὑπεράνω αὐτῆς» (βλ. ἐπιστολὴ Δήμ. Τσελεγγίδη, Καθηγητού, πρὸς τὸν Σέβ.Μεσσηνίας, Θὲσ/νίκη 7-7-2010, σέλ.2), τότε ἐξαίφνης ὁ κατηξιωμένος Καθηγητὴς ἐξέπεσεν εἰς ἀπηξιωμένον καὶ ὁ διακεκριμένος ἐλογίσθη ὡς κατώτερος ἑνὸς«πρωτοετοῦς μεταπτυχιακοῦ φοιτητοῦ τῆς Δογματικῆς» (βλ. ἐπιστολὴ Σέβ.Μεσσηνίας πρὸς τὸν Καθηγ. κ.Δήμ. Τσελεγγίδην, Καλαμάτα 15/7/2010, σέλ.11), χρησιμοποιών «παιδαριώδεις δικαιολογίες» (Αὐτόθι, σέλ.1).
Ταπεινῶς δὲ φρονῶ ὅτι ἡ τοιαύτη μεταπτωτικὴ φορὰ καὶ ἡ ἀπότομος αὐξομείωσις τῆς ἐκτιμήσεως καὶ τῆς ὑπολήψεως προσώπου τινός, καὶ δὴ κατ' ἀνοίκειον τρόπον καὶ διὰ βαρέων ἀπαξιωτικῶν φράσεων, εἶναι τί τὸ ἤκιστα τιμητικὸν δὶ' ἕνα Ἱεράρχην καὶ συνάμα Πανεπιστημιακὸν καθηγητὴν καὶ χρήζει ἀμέσου διορθώσεως καὶ ἀνακλήσεως εἰς τὴν τάξιν ὑπὸ τῆς οἰκείας προϊσταμένης Ἀρχῆς.
4. Ὁ Καθηγητὴς κ.Δήμ.Τσελεγγίδης εἰς ἀμφοτέρας τὰς ἀπαντητικᾶς ἐπιστολᾶς τοῦ (7-7-2010 καὶ 19-8-2010), θεωρῶν ὅτι μὲ τὴν ἐκκλησιολογικὴν τοποθέτησιν τοῦ Σέβ. Μεσσηνίας («Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι Μία καὶ Ἀδιαίρετη, πρὶν τὸ σχίσμα, σήμερα εἶναι διηρημένη, ἀφοῦ βρισκόμαστε σὲ σχίσμα, αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει τὸ περιεχόμενο τῆς §41 τοῦ Κειμένου τῆς Ραβέννας», ἐπιστολὴ Σέβ.Μεσσηνίας πρὸς τὸν Καθηγητὴν κ.Τσελεγγίδην 1-10-2009, σέλ.4, πάρ.γ') καὶ τὴν ἑτέραν ταυτόσημον («Τὸ σχίσμα τοῦ 1054 σημαίνει διαίρεση τῆς Ἐκκλησίας. Νομίζω ὅτι οὐδεμία ἀμφισβήτηση ὑφίσταται ... ὅτι ἔχουμε διηρημένη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὴν εὐρισκομένην ὑπὸ τὴν Μίαν Κεφαλὴν τοῦ Σώματος, τὸν Χριστόν», Ἐπιστολὴ Σέβ. Μεσσηνίας 15-7-2010 πρὸς τὸν Καθηγητὴν κ.Τσελεγγίδην σέλ. 6Γ) «ἀλλοιώνεται οὐσιωδῶς ἡ δογματικὴ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας» (Ἐπιστολὴ Καθηγητοὺ Δήμ.Τσελεγγίδη πρὸς τὸν Σέβ.Μεσσηνίας 7-7-2010, σέλ.3), ὑπεραμύνεται τοῦ κορυφαίου τούτου ἐκκλησιολογικοῦ δόγματος, ἐκφράζων σαφῶς, θεολογικῶς καὶ ἁγιοπατερικῶς τὴν περὶ τούτου πίστιν καὶ δογματικὴν διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας, διατυπουμένην ἐν τοῖς Ὄροις τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ δὴ ἐν τῷ Ἱερῶ Συμβόλω τῆς Πίστεως ἠμῶν, τῷ τῆς Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως, διαδηλούντι καθαρῶς καὶ ἀπεριφράστως τὴν πίστιν καὶ προσήλωσιν εἰς τὴν «Μίαν Ἁγίαν Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».
5. Ἐνῶ δὲ σαφῶς, ἐναργὼς καὶ ἀπεριφράστως, συμφώνως τὴ Ὀρθοδόξω Δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τοῖς Ὄροις καὶ Ἀποφάσεσι τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἐξετέθη ὑπὸ τοῦ κ.Καθηγητοὺ ἡ περὶ τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, καὶ οὐχὶ τῆς διηρημένης, πίστις καὶ παραδοχὴ τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστεπωνύμου Πληρώματος, μὴ ἐπιδεχομένη ἀμφισβητήσεως ἡ παρερμηνείας, ὁ Σέβ.Μητροπολίτης Μεσσηνίας εἰς τὴν προμνημονευθεῖσαν ἐπιστολὴν τῆς 15-7-2010, διευρύνων τὸν λόγον καὶ ἀναφερόμενος, ἀκαδημαϊκῶ τῷ τρόπω, εἰς τὴν Καθολικότητα καὶ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, τὰ σχίσματα καὶ τὰς αἱρέσεις, καταθέτει μὲν τὴν ἀναμφισβήτητον περὶ αὐτῶν Ὀρθόδοξον θέσιν, θέτει ὅμως ἐν ἀμφιβόλω τὴν περὶ τῆς Μίας καὶ ἀείποτε ἀδιαιρέτου Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἀναπτυχθεῖσαν ἀκραιφνῶς ὑπὸ τοῦ κ.Καθηγητοὺ σχετικὴν διδασκαλίαν τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἡ ὁποία τυγχάνει ἡλίου φαεινοτέρα, διατυπῶν διάφορα συναφῆ ἐρωτήματα καὶ περιστρεφόμενος περὶ τὴν ἐσφαλμένην ἄποψιν τῆς διηρημένης Ἐκκλησίας.
Καὶ ἐνταύθα νομίζω ὅτι ἑστιάζεται τὸ συγκεχυμένον τῆς ἐκκλησιολογίας τοῦ Σέβ. Ἀδελφοῦ. Φοβοῦμαι ὅτι τὰς λέξεις: διαίρεσις, διηρημένος -ἡ, σχίσμα, σχισματικός, τὰς ἐννοεῖ ὀρθολογικώς καὶ ὄχι ὑπερλόγως καὶ ἐκκλησιολογικῶς, ὑπὲρ τὴν λογικὴν κατανόησιν. Βεβαίως ἕνας ἄρτος ἀπὸ τὸ ἀρτοποιεῖον, ἐὰν κοπῆ εἰς δύο μέρη, εἶναι διηρημένος, ἕνας μεγάλος Δῆμος ἐὰν χωρισθῆ εἰς περισσοτέρους θὰ ὑποστῆ πολλαπλὴν διαίρεσιν καὶ ἕνα μεγάλο ὕφασμα, ἐὰν διχοτομηθῆ ἡ τριχοτομηθῆ, θὰ διαιρεθῆ.
Ὁ Οὐράνιος, ὅμως, Ἄρτος τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ὁ Χριστός, ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, «ὁ μελιζόμενος καὶ μὴ διαιρούμενος, ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος», ὅπως καὶ ἡ Ἁγία Του Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἴναι «ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰώνας», ὁ θεανθρώπινος ὀργανισμὸς μὲ μίαν καὶ μόνην Κεφαλήν, τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, εἶναι ἄτμητος, ἀδιαίρετος καὶ ἀείποτε ἑνιαῖος - ἅ. Χίλια σχίσματα νὰ προκύψουν καὶ μυριάδες αἱρέσεων νὰ ἀναφανοῦν ἡ Μία του Χριστοῦ Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία θὰ μένη αἰωνίως ἑνιαία, ἀκεραία καὶ ἀλώβητος.
Εἶναι ἀδύνατον, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ νὰ διατηρῆ τὴν καθολικότητα καὶ τὴν ἑνότητά της ὑπὸ μίαν Κεφαλὴν τὸν Χριστὸν καὶ ταυτοχρόνως νὰ εἶναι καὶ διηρημένη, ὡς διατείνεται ὁ Σέβ.Μεσσηνίας.
Ἐδῶ ἀκριβῶς ἑστιάζεται τὸ «ἐκκλησιολογικῶς ἀπαράδεκτον καὶ τὸ ἀντιφατικόν», τὸ ὁποῖον ἐπισημαίνει ὁ Καθηγητὴς κ.Τσελεγγίδης καὶ περὶ τοῦ ὁποίου διερωτᾶται εἰς τὴν ἀπὸ 1/10/2009, σέλ.4, πάρ. γ ἐπιστολὴν τοῦ ὁ Σεβασμιώτατος. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι Μία καὶ διηρημένη, Ἁγία καὶ διηρημένη, Καθολικὴ καὶ διηρημένη, Ἀποστολικὴ καὶ διηρημένη, διότι ὁ Χριστὸς οὐδεπώποτε μεμέρισται ἡ μερίζεται.Ἐὰν διχοτομοῦντες διὰ μαχαίρας ἕνα ἄνθρωπον παύει νὰ εἶναι ζῶν ἄνθρωπος, ζῶν ὀργανισμός, πολλῶ μᾶλλον ἡ Ἁγιωτάτη ἠμῶν Ἐκκλησία δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ λογίζεται μετὰ τὴν διαίρεσιν ὡς ζῶν θεανθρώπινος ὀργανισμός.
Οἱ σχισματικοὶ προκαλοῦν, εἶναι διηρημένοι, ἀποκόπτονται καὶ εὑρίσκονται εἰς τὸ σχίσμα καὶ οὐδόλως «βρισκόμαστε σὲ σχίσμα» (κατὰ τὴν φράσιν τοῦ Σέβ.Μεσσηνίας, προμνημ. ἐπιστολὴ 1-10-2009, σέλ. 4, πάρ.γ') καὶ ἠμεῖς, ὅσοι ἀνήκομεν εἰς τὸ Ὀρθόδοξον Χριστεπώνυμον Πλήρωμα.
Ὀρθῶς ὁμιλεῖ περὶ ἀποκοπῆς ἐκ τῆς Ἐκκλησίας τῶν σχισματικῶν καὶ τῶν αἱρετικῶν ὁ Σεβασμιώτατος. Ἐννοεῖ, ὅμως, ὅτι οἱ μὲθ ὧν διαλέγεται ἐν τὴ Μικτὴ Θεολογικὴ Ἐπιτροπὴ ἀνήκουν καὶ μετέχουν τῆς λύμης τοῦ σχίσματος καὶ τῆς αἱρέσεως, ὄντες ἐν τῷ σχίσματι καὶ ἔχοντες αἱρετικὰ δόγματα καὶ ἑπομένως οὔτε ἁπλὴ συμπροσευχὴ δὲν συγχωρεῖται ὑπὸ τῶν Ἱερῶν Κανόνων (Β' Κανὼν Πενθέκτης ἐν ἀναφορὰ πρὸς τὸν 10ον Αποστολικόν Κανόνα);
6. Ἐδῶ θεωρῶ ὅτι εἶναι ἀπαραίτητος μία διευκρίνισις. Οὔτε ἐγὼ προσωπικῶς, οὔτε ὁ Καθηγητὴς κ.Τσελεγγίδης καὶ «οἱ ὁμόφρονές μας», εἴχαμε ποτὲ ἡ ἔχομεν ὡς στόχον μας «νὰ προσδώσωμεν τὴν κατηγορίαν τῆς αἱρέσεως» εἰς τὸν Σέβ.Μεσσηνίας, ὡς γράφει εἰς τὴν ἐπιστολὴν τῆς 15-7-2010 (σέλ. 10γ, πρβλ. καὶ σέλ. 8, Ε'). Δὲν εἶναι ἐπίσης ὀρθὸν αὐτό, τὸ ὁποῖον ἐγράφη εἰς τὸν ἐκκλησιαστικὸν τύπον, μετὰ τὴν ἀπὸ 1-6-2010 ἐπιστολήν μου, ὅτι «ὁ Κυθήρων ζητεῖ τὴν καθαίρεσιν τοῦ Μεσσηνίας».
Ὄχι, πρὸς Θεοῦ, Μακαριώτατε καὶ Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀδελφοί. Οὔτε τὴν Μητροπολιτικήν, οὔτε τὴν Καθηγητικήν του ἕδραν ἐποφθαλμιοῦμεν. Εἰλικρινῶς εὐχόμεθα καὶ προσευχόμεθα νὰ εἶναι πάντοτε ἄξιος ἀμφοτέρων καὶ νὰ τὰς χαίρεται ἐπὶ μακρόν. Ἀναίρεσιν καὶ μόνον, ἀνάκλησιν ζητοῦμεν ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατον τῆς ἐπισημανθείσης ἀντιεκκλησιολογικῆς τοῦ θέσεως περὶ διηρημένης Ἐκκλησίας καὶ οὐδὲν πλέον.
7. Διατί, ὅμως, προσδίδεται τοιαύτη καὶ τοσαύτη ἔμφασις εἰς τὴν χρῆσιν τοῦ ὄρου «διηρημένη Ἐκκλησία» ὑπὸ τοῦ Σέβ. Μεσσηνίας; Εἰς τὰ ὅσα σχετικῶς προελέχθησαν θὰ προσθέσω καὶ τὰ ἀκόλουθα : Ὅσοι ἀποδέχονται τὴν θεωρίαν περὶ «διηρημένης Ἐκκλησίας» δὲν ἐννοοῦν, οὔτε ἀποδέχονται οὐσιαστικῶς τὸ σχετικὸν θεόπνευστον ἄρθρον, ἀλλ' ἀντιφάσκουν λέγοντες τὸ Ἱερὸν Σύμβολον τῆς Πίστεώς μας. Διότι τοῦτο εἰς τὸν ἐνεστώτα χρόνον διαδηλοὶ τὴν πίστιν εἰς «Μίαν, Ἁγίαν ... Ἐκκλησίαν». Εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ παρόντος καὶ ὄχι τοῦ παρελθόντος ἡ τοῦ μέλλοντος.
Ὅσοι πιστεύουν εἰς τὴν θεωρίαν ταύτην δὲν δύνανται νὰ λέγουν καὶ νὰ τὸ ἐννοοῦν εἰς τὴν εὐχὴν μετὰ τὸν Καθαγιασμὸν τῶν Τιμίων Δώρων? «Ἔτι προσφέρομεν Σοὶ τὴν λογικὴν ταύτην λατρείαν ὑπὲρ τῆς Οἰκουμένης, ὑπὲρ τῆς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας...», διότι, οὖσα διηρημένη, δὲν δύναται νὰ ὑφίσταται ὡς ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀφοῦ οὕτω πὼς ἔχομεν ἀντίφασιν ἐν τοῖς ὄροις.
Ὅσοι πρεσβεύουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι διηρημένη ὁμολογοῦν ἐν τοῖς πράγμασι τὴν ὀντολογικήν της ἀνεπάρκειαν καὶ τὴν ἀπαραίτητον δραστηριοποίησίν της διὰ νὰ «ἑνωθῆ» καὶ συγκολληθῆ μὲ τὸ ἔλλειμά της, τὸ ἕτερον ἥμισυ, ἡ τὰ ὑπόλοιπα μέρη (ἑτεροδόξους), προκειμένου νὰ συναποτελέση τὴν μίαν καὶ ἀκεραίαν Ἐκκλησίαν.
Ὅσοι, ἐναρμονίζονται πρὸς τὴν πεπλανημένην καὶ λίαν ἐσφαλμένην θεωρίαν ταύτην δὲν φοβοῦνται τὴν αἱρετικὴν κοινωνίαν μετὰ τῶν σχισματικῶν καὶ αἱρετικῶν, διότι ἐν τὴ τοιαύτη «ἑνώσει» θεωροῦν ὅτι ἐκφράζεται ἡ πλήρης καὶ ἀπόλυτος ἀλήθεια καὶ ἡ ἀπόλυτος καὶ τελεία Ἐκκλησία, συγκεκολλημένη οὖσα ἐξ ὅλων τῶν ἑτεροδόξων ὁμολογιῶν.
Καὶ ὅσοι, τέλος, ἐνασμενίζονται ἐπὶ τῷ ἀκούσματι τῆς καινοτόμου ταύτης περὶ διηρημένης Ἐκκλησίας θεωρίας οὐσιαστικῶς δὲν σώζονται, διότι δὲν ἔχουν κοινωνίαν μὲ τὸν Ἀρχηγὸν τῆς σωτηρίας ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ ὑφίστανται ὅ,τι συμβαίνει μὲ τὸ ἀνθρώπινον ἐκεῖνο σῶμα, τοῦ ὁποίου κάποια μέλη προσεβλήθησαν ἐκ τῆς νόσου τῆς γαγγραίνης, ἀφοῦ αὔτη καθιστὰ σεσηπὸς τὸ σῶμα καὶ παρακωλύει τὴν διοχέτευσιν τοῦ αἵματος εἰς ὁλόκληρον τὸν ὀργανισμόν.
8. Ὅλα τὰ ἀνωτέρω καταδεικνύουν τὸ ἀνακύψαν ἐκ τῆς καιρίας καὶ βασικῆς ἐκτροπῆς τοῦ Σέβ. Μεσσηνίας ἀπὸ τῆς ἀκραιφνῶς ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογικῆς ἀληθείας πρόβλημα καὶ τῆς πρὸς ἐκεῖνον οὐσιαστικῆς διαφωνίας τοῦ εἰδικοῦ περὶ τὰ θέματα ταῦτα Καθηγητοὺ κ.Τσελεγγίδη καὶ τῆς ἐλαχιστότητός μου.
Ἀσφαλῶς δὲν πρόκειται περὶ τινὸς παρωνυχίδος ἡ συζητήσεως «περὶ ὄνου σκιᾶς». Ὡς καίριον δογματικὸν θέμα ἅπτεται τῆς σωζούσης ὀρθοδόξου ἀληθείας καὶ αὐτῆς ταύτης τῆς σωτηρίας μας.
Δὶ' αὐτὸ εἰλικρινῶς λυπεῖται κανεὶς ὅταν λέγεται παρ' Ἀδελφοῦ τινὸς Ἀρχιερέως ὁ λόγος «ἂς τὰ βροῦν μεταξύ τους οἱ δύο Ἀρχιερεῖς», ὡς ἐὰν ἦτο ἰδιωτική μας ὑπόθεσις τὸ δογματικὸν τοῦτο ζήτημα, καὶ παρ' ἄλλου συνεπισκόπου μας, ἀπαντήσαντος εἰς σχετικὴν ἐρώτησιν? «μ' αὐτὰ τὰ θέματα θὰ ἀσχολούμεθα;».
Ὑπάρχουν, Μακαριώτατε, ἄλλα θέματα ἀνώτερα καὶ καιριώτερα τῶν θεμάτων πίστεως καὶ δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας;
9. Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων, καὶ μὴ λαβῶν ἐπὶ τρίμηνον ἐπίσημον ἀπάντησιν παρὰ τῆς Ἀνωτάτης ἠμῶν Ἐκκλησιαστικῆς Ἀρχῆς εἰς τὸ ἀνακινηθὲν μέγα τοῦτο δογματικὸν θέμα, ἐτέλουν ἐν ἀναμονὴ τῆς ἐξελίξεως τούτου, μὴ συμβιβαζόμενος ἒπ οὐδενὶ νὰ ἐτίθετο ἄνευ κανονικῆς λύσεως καὶ διευθετήσεως αὐτοῦ εἰς τὸ Ἀρχεῖον.
Καὶ πράγματι συνεζητήθη τὸ ἀνακύψαν θέμα κατὰ τὰς τελευταίας συνεδρίας τῆς ἀπελθούσης Δ.Ι.Σ. καὶ ὠρίσθη συνάντησις εἰς τὰ Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου διὰ τὴν 16ην Σεπτεμβρίου 2010, προκειμένου νὰ συζητηθῆ καὶ διευθετηθῆ τὸ θέμα παρουσία τῶν τριῶν ἐμπλεκομένων προσώπων (ἠμῶν τῶν δύο Μητροπολιτῶν καὶ τοῦ κ. Καθηγητοὺ) ὑπὸ τὴν Προεδρίαν τοῦ Σέβ.Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ.Ἰεροθέου.
Ὁμολογῶ ὅτι πολὺ μὲ ηὐχαρίστησεν ἡ Ἀπόφασις αὔτη τῆς Ἱερᾶς ἠμῶν Συνόδου, δὶ ὃ καὶ ἀληθῶς ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμα μου. Ἡ προσέγγισις καὶ συζήτησις αὐτὴ μὲ τὸν φωτισμὸν τοῦ Παναγίου Πνεύματος καὶ μὲ τὴν ἐμπνευσμένην ἐπιστασίαν καὶ παρέμβασιν τοῦ ἐγκρατοῦς καὶ διακεκριμένου περὶ τὰ θεολογικὰ γράμματα, τὰ ἐκκλησιολογικὰ καὶ ἀντιαιρετικὰ θέματα καὶ τὴν λιπαρᾶν γνῶσιν τῆς Πατερικῆς Θεολογίας καὶ Γραμματείας Σέβ.Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ.Ἰεροθέου, πρεσβυτέρου τὴ ἡλικία καὶ τὴ Ἀρχιερωσύνη Ἀδελφοῦ, θὰ ἐφώτιζε τὸ ὅλον θέμα καὶ καλὴ τὴ πίστει καὶ τὴ θελήσει θὰ διηυθετεῖτο θεοφιλῶς εἰς δόξαν Θεοῦ καὶ εἰς ψυχικὴν ἀνάπαυσιν καὶ κατηρέμησιν τοῦ Χριστεπωνύμου Πληρώματος, τὸ ὁποῖον διὰ τοῦ διαδικτύου καὶ τῶν λοιπῶν μέσων μαζικῆς ἐνημερώσεως πληροφορεῖται ἀμέσως τὰ πάντα καὶ ἡ εὐφραίνεται ἡ σκανδαλίζεται καὶ ἀπογοητεύεται ἀπὸ τοὺς ποιμένας του.
Δυστυχῶς ἡ συνάντησις αὐτὴ δὲν ἐπραγματοποιήθη, εὐθύνη τοῦ Σέβ.Μεσσηνίας, προτιμήσαντος νὰ διεξαχθῆ αὔτη μετ Ἀδελφῶν συνεπισκόπων καὶ μόνον.
Ὅμως, μὴ γενομένης τῆς ἐν θέματι συναντήσεως, μὴ συμπεριληφθέντος, ὡς ὤφειλε, τοῦ ζωτικοῦ τούτου θεολογικοῦ θέματος εἰς τὰ θέματα τῆς Ἡμερησίας διατάξεως τῶν ἐπικειμένων Συνεδριῶν τῆς Τακτικῆς κατὰ μήνα Ὀκτώβριον Ἱεραρχίας καὶ μὴ περαιωθείσης τῆς θεολογικῆς συζητήσεως ἐπὶ τοῦ καυτοῦ τούτου θέματος, τὸ πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, καὶ ἰδιαιτέρως τῆς πατρίδος μας, ἀνησυχεῖ, στενοχωρεῖται καὶ σκανδαλίζεται, καὶ αὐτὸ δὲν τὸ ἀποκρύπτει συνήθως παρεμβαῖνον δὶ' ἐπιστολῶν καὶ ἄλλων τρόπων.
Καὶ μετὰ πολλῆς λύπης πληροφοροῦμαι ὅτι, ἐπειδὴ χωρὶς τὴν πραγματοποίησιν τῶν ὡς ἄνω ἡ νέα Δ.Ι.Σ ἐχώρησε εἰς τὴν ἀνάθεσιν τῆς ἐντολῆς εἰς τὸν Σέβ.Μεσσηνίας νὰ ἐκπροσωπήση τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος εἰς τὴν Μικτὴν Ἐπιτροπὴν τοῦ Θεολογικοὺ διαλόγου μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς, ἄνευ τουλάχιστον προηγουμένης ἀκροάσεως τοῦ Σεβασμιωτάτου ἐπὶ τῶν θέσεών του εἰς τὸ καίριον αὐτὸ ἐκκλησιολογικὸν θέμα, προεκλήθησαν δυσμενεῖς κρίσεις καὶ σχόλια, καὶ
10. Ταπεινῶς φρονῶ ὅτι τοιαῦτα φλέγοντα θέματα, ἁπτόμενα τῆς Πίστεως, τῆς ὑποστάσεως καὶ τῆς Δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας, ἁπτόμενα δὲ καὶ τῆς ἱερωτάτης ὑποθέσεως τῆς σωτηρίας μας, πρέπει νὰ ἔχουν ἄμεσον προτεραιότητα ὄχι μόνον εἰς τὰς Τακτικᾶς, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς Ἐκτάκτους Συνελεύσεις τῆς Σεπτῆς ἠμῶν Ἱεραρχίας.
Εἰς τὰ θέματα τῆς προσεχοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, τὰ ὁποία εἶναι μὲν χρήσιμα καὶ ἐπίκαιρα, οὐχὶ ὅμως καὶ κατεπειγούσης φύσεως, θὰ ἦτο εὐχῆς ἔργον, συναινούντων τῶν ἁγίων Συνοδικῶν Συνέδρων τῆς Ι.Σ.Ι., νὰ προστεθοῦν καὶ ἕτερα καίρια καὶ κατεπείγοντα -καὶ κατ' ἀνάγκην νὰ αὐξηθοῦν αἳ ἡμέραι τῶν Συνεδριῶν της-, ὅπως εἶναι τὸ περὶ οὐ ὁ λόγος ἐκκλησιολογικόν, περὶ τοῦ ὁποίου θὰ ἠδύνατο νὰ εἰσηγηθῆ ἐμπεριστατωμένως ὁ ὁρισθεῖς ὑπὸ τῆς ΔΙΣ Σέβ.Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ.Ἰερόθεος καὶ νὰ ἐπακολουθήση ἐποικοδομητικὴ συζήτησις καὶ εἰδικὸν ἀνακοινωθὲν τῆς ΙΣΙ, τὸ ὁποῖον θὰ εὕρισκε εὐμενεστάτην ἀπήχησιν εἰς τὰ ὦτα τοῦ ἀγωνιῶντος Ὀρθοδόξου Χριστεπωνύμου Πληρώματος.
Ἄλλως, ἐὰν σύρεται διαρκῶς τὸ θέμα τοῦτο ἀνεξήγητον καὶ ἀναπάντητον, ἀναποδράστως θὰ σοβῆ κρίσις εἰς τὸ ἐκκλησιαστικὸν σῶμα καὶ τὸ Ἱερὸν Σῶμα τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας μας, ἀφορώσα εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἐν Ἁγίω Πνεύματι κοινωνίαν τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καὶ τοῦ Λαοῦ.
Εἶναι καὶ ἄλλα σοβαρότατα καὶ κατεπείγοντα θέματα, ἐπὶ τῶν ὁποίων οἱ διανυόμενοι δυσχείμεροι καιροὶ ἀπαιτοῦν τὴν ἐνεργὸν παρουσίαν, τὴν ἀπάντησιν καὶ τὸν διακριτικὸν χειρισμὸν τοῦ Ἱεροῦ ἠμῶν Σώματος, τὰ ὁποία ἀναμένει ἐναγωνίως τὸ πλήρωμα τῆς Ἁγιωτάτης ἠμῶν Ἐκκλησίας, ὡς φερ' εἰπεῖν? ἃ) τὴν παρέμβασιν ἠμῶν δὶ' εἰδικῶν προτάσεων εἰς θέματα τῆς σχολικῆς παιδείας πρὸς τὸ ἁρμόδιον Ὑπουργεῖον, ὅπως εἶναι, σὺν τοῖς ἄλλοις, τὰ ἀκατάλληλα καὶ ἐπιζήμια ἐν πολλοῖς ἐγχειρίδια τοῦ μαθήματος τῆς Γλώσσης εἰς τὴν πρωτοβάθμιον καὶ δευτεροβάθμιον ἐκπαίδευσιν β) τὴν ὑπεύθυνον τοποθέτησιν εἰς τὸ ζήτημα τῆς ὑποχρεωτικῆς λήψεως τῆς «Κάρτας τοῦ Πολίτη», περὶ ἢς ἐκφράζονται σοβαρόταται ἐπιφυλάξεις ὑπὸ κορυφαίων ἐπιστημόνων τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν, γ) τὴν ἀντιμετώπισιν τοῦ συγχρόνου ρεύματος τῶν νέων «Ἀποστόλων» τῆς «μεταπατερικῆς θεολογίας», ἡ ὁποία ἔρχεται εἰς συνάφειαν μὲ τὴν νεοφανῆ, τὴν σύγχρονον ἐκκλησιολογίαν, περὶ ἢς ὠμιλήσαμεν ἀνωτέρω κ.α.
Μακαριώτατε,
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀδελφοί,
Ἐθεώρησα ὡς ἐπιτακτικὸν ἐπισκοπικόν μου χρέος νὰ ἀναφερθῶ καθηκόντως εἰς τὰ ὡς ἄνω θέματα ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ἐκκρεμοῦντος εἰσέτι βασικοῦ θέματος, τὸ ὁποῖον εὐσεβάστως ἐξέθεσα καὶ ἔθεσα πρὸ τριμήνου ὑπ ὄψιν Ὑμῶν καὶ τοῦ Ἱεροῦ Σώματος τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας. «Οἱ καιροὶ οὐ μενετοί».
Κοινοποιῶ τὸ ἀνὰ χείρας κείμενον εἰς ὅλους τους Σεβασμιωτάτους Ἀδελφοὺς Μητροπολίτας διὰ τὴν ἐνημέρωσιν αὐτῶν καὶ τὴν ἒπ αὐτοῦ θεοφιλῆ τοποθέτησιν. Κύριος ὁ Θεὸς ὡς Παντογνώστης καὶ καρδιογνώστης γνωρίζει τὸ βάθος τῆς καρδίας μου, τὰ κίνητρα, τὰς προθέσεις μου, τὰς ἐπιδιώξεις μου καὶ τὸν ἅγιον πόθον τῆς ψυχῆς μου διὰ τὴν ἐπικράτησιν τοῦ Θείου Θελήματος, τῆς Κανονικῆς Τάξεως καὶ εὐταξίας ἐν τὴ Ἁγία ἠμῶν Ἐκκλησία, τῆς Ἁγιογραφικῆς καὶ Ἁγιοπατερικὴς διδασκαλίας καὶ Παραδόσεως καὶ τοῦ σεβασμοῦ εἰς τοὺς Θείους καὶ Ἱεροὺς Κανόνας καὶ τὰ ἱερά της πίστεως ἠμῶν δόγματα, ὅπως ἐκφράζονται ὑπὸ τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας διὰ τῆς δογματικῆς Αὐτῆς διδασκαλίας καὶ τῶν Ὅρων καὶ Ἀποφάσεων τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ τῶν ὑπ' αὐτῶν ἐπικυρωθεισῶν Τοπικῶν.
Ἐπικαλούμενος τὴν Ὑμετέραν συγγνώμην καὶ συμπάθειαν διὰ τὴν ἐκ τοῦ μακροῦ τούτου κειμένου καταπόνησίν Σας, ἀλλὰ καὶ τὴν Ὑμετέραν κατανόησιν καὶ συναντίληψιν διατελῶ,
Μετὰ βαθυτάτου σεβασμοὺ
Ἐλάχιστος ἐν Ἐπισκόποις
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Κυθήρων Σεραφεὶμ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου