ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
Ἡ ἐπιθυμία τῆς Παναγιότητάς σας καὶ τῶν δικῶν σᾶς ἀνθρώπων νὰ ὑποταχθεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὸν Πάπα καὶ ὁ ἐκ μέρους σᾶς ἀνεξήγητος ζῆλος, γέμισε τὴν καρδιά μας μὲ ἀνομολόγητη θλίψη καὶ ἀπογοήτευση. Τὰ αὐτιά μας ἀκόμα σφυρίζουν ἀπὸ τὸ φρικτὸ αὐτὸ ἄκουσμα.
Το Ὀρθόδοξο ποίμνιο διχάστηκε. Ἄλλοι σᾶς ἀκολούθησαν στὸν ὀλισθηρὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια, ἐνῷ ἄλλοι παρέμειναν ἑδραιωμένοι καὶ ἀσάλευτοι στὴν Ὀρθόδοξη πίστη τῶν πατέρων τους, ἀποτροπιασμένοι καὶ μόνο στὴ σκέψη ὅτι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἀγκαλίασε τὸν Πάπα καὶ μολύνθηκε ἀπὸ αὐτὸ τὸ....
βδέλυγμα τῆς ἀσέβειας.
Εκείνοι ποὺ σᾶς ἀκολούθησαν ἦταν ἐκ τῶν προτέρων προδικασμένοι νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν, καθὼς σκέφτονταν μόνο τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἦταν ματαιόδοξοι, ἄπιστοι καὶ ξενόδουλοι κόλακες καὶ κολακευόμενοι. Ἔσπευσαν, λοιπόν, νὰ συνταχθοῦν μὲ τὸν «κόσμο», μὲ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο τῆς ἐπίγειας ἄνεσης, μὲ τὴ χωρὶς ταλαιπωρίες καὶ ἀγῶνα ζωή, «εἰς τὴν ὧδε μένουσαν πόλιν» μὲ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἐπιζητοῦν τὴ μελλοντικὴ ζωή, καθὼς τὴ θεωροῦν ἀνύπαρκτη καὶ μὴ πιστευτή.
Οι ἄλλοι, ὅμως, πιστοὶ παρέμειναν ἀσάλευτοι στὴν Ὀρθόδοξη πίστη, στὴ χώρα τῆς φτώχειας, τῶν στερήσεων, τῶν πειρασμῶν, τῶν διωγμῶν, ἐπειδὴ ἦταν βέβαιοι ὅτι μέσα σὲ αὐτὰ βρίσκεται ὁ Κύριος, Αὐτὸς ποὺ εἶπε ὅτι ἡ Ἐκκλησία Του θὰ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸ μαρτύριο, τὴν περιφρόνηση, τὴ φτώχεια, τὸν ἐμπαιγμό, τὰ ὁποία θὰ εἶναι ἡ ἀμοιβὴ στῆς σθεναρῆς ὁμολογίας τους σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο. Στὰ αὐτιὰ τοὺς ἠχοῦν ἡμέρα καὶ νύχτα οἱ παρήγοροι λόγοι τοῦ Χριστοῦ: «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν» (Ἀφοῦ ἐδίωξαν ἐμένα, καὶ ἐσᾶς θὰ διώξουν). Ὁ διωγμός, ἡ κακοπάθηση καὶ ὁ θάνατος εἶναι ὁ εὐλογημένος κλῆρος τῶν γνήσιων μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ πανάγιο στόμα Τοῦ εἶπε ἀκόμα: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ οἱ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν». Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχουν βιαστὲς στὴν παράταξη τῶν ἀμάχων, οἱ ὁποῖοι ἔσπευσαν νὰ συνθηκολογήσουν μὲ τὸ ψεῦδος, γιὰ νὰ ζήσουν στὴν ἡσυχία καὶ στὴν ἀπόλαυση τῶν ἐγκόσμιων ἀγαθῶν;
Και ἐσεῖς, οἱ ποιμένες τοῦ λαοῦ, τί εἴδους ποιμένες εἶστε; Τὰ πρόβατα τὰ ὁποῖα σᾶς ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός, τὰ παραδίνετε στοὺς λύκους. Ἔχετε ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἄρχοντες αὐτοῦ του παρερχόμενου κόσμου, γιατί ζηλέψατε τὴ δόξα τους καὶ ὄχι τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὑποτάξατε τὴν πίστη στοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους τῶν κοσμικῶν ἐπιθυμιῶν, οἱ ὁποῖοι ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὸν σατανᾶ. Παραδοθήκατε καὶ παραδώσατε τὰ πρόβατα στὸν ἄρχοντα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, σὲ αὐτὸν ποὺ κατέχει τὴν ὕλη, τὸν χρυσό, τὶς ἐφευρέσεις καὶ τὶς μηχανές, οἱ ὁποῖες καταπλήττουν τὰ πλήθη ὡς θαύματα τοῦ ἀντίχριστου. Παραδοθήκατε καὶ παραδώσατε τὰ πρόβατα στὴν ψευδώνυμη γνώση, στὴν «κενὴν ἀπάτην», σὲ αὐτὴν ποὺ διδάσκεται στὶς χῶρες τῆς ἀθεΐας καὶ τῆς ἀπόγνωσης, ὅπου δὲν ὑπάρχει οὔτε ὀσμὴ τῆς αἰώνιας ζωῆς καὶ τῆς ἀληθινῆς γνώσης, τῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ.
Και αὐτά, γιατί δὲν εἶστε οἱ καλοὶ ποιμένες, αὐτοὶ ποὺ θυσιάζουν τὴ ζωή τους γιὰ τὰ πρόβατα καὶ ποὺ τὰ ὁδηγοῦν στὰ εὐωδιαστὰ λιβάδια τῆς ἀθάνατης ζωῆς. Ἐσεῖς εἶστε οἱ μισθωτοὶ ποιμένες καί, σύμφωνα μὲ τὸ πανάγιο στόμα τοῦ Κυρίου, «ὁ μισθωτὸς ποιμὴν οὐκ ἔστι ποιμὴν» (ὁ μισθωτὸς ποιμένας δὲν εἶναι ποιμένας) (Ἴων. ι', 12). Εἶστε μισθωτοὶ τῶν ἀρχόντων αὐτοῦ του κόσμου, ἐξαιτίας τῆς δόξας καὶ τοῦ πλούτου γιὰ τὰ ὁποία ἐργάζεστε.
Και ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ εἶστε οἱ δοῦλοι τέτοιων κυρίων, εἶστε ὁπλισμένοι μὲ τὰ ὄπλα τῆς βίας, μὲ τὰ ὁποία ἀπειλεῖτε τὰ πιστὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ τὰ ἀναγκάσετε νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν.
Αλλά αὐτὰ τὰ μακάρια πρόβατα ἀποδέχονται τὸ μαρτύριο ὡς λύτρωση καὶ ὡς ἀψευδὲς σημεῖο ὅτι θὰ πάρουν τὸ ἀμάραντο στεφάνι ἀπὸ τὸν κριτὴ τοῦ ἀγῶνα, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ναι! Εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ μαρτυρήσουμε μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, τὴν ὁποία κρατοῦμε ὡς τὸν μέγιστο θησαυρό. Μακαρίζουμε τοὺς ἑαυτούς μας, διότι θὰ διωχθοῦμε καὶ θὰ πεθάνουμε γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀλήθεια.
Ακονίσατε τὸ μαχαῖρι τῆς ντροπῆς. Στείλατε τὰ ὄργανα τῆς βίας, τὰ ὁποία σᾶς ἀκολουθοῦν καὶ μὲ τὰ ὁποία εἶναι πάντα πάνοπλη ἡ ἀποστασία. Νὰ τὰ ἀποστείλετε ἐναντίον μας. Ἤδη στὸ Ἅγιο Ὅρος ἐμφανίστηκε τὸ ματωμένο καὶ ἀποτρόπαιο ξίφος τῆς βίας, γιὰ νὰ σπείρει τὸν τρόμο στὶς ἅγιες καρδιὲς τῶν γερόντων, τῶν ἀσκητῶν καὶ τῶν ἐρημιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν σὲ δοκιμασίες, σὲ στέρηση, σὲ τέλεια ἀπάρνηση τῆς σάρκας τους, γιὰ νὰ εὐχαριστήσουν τὸν Κύριο. Τὸ φρικτὸ πρόσωπο τῆς βίας ἐμφανίζεται ὅπως τὸ κεφάλι τῆς μυθικῆς Μέδουσας στὸν ἁγιασμένο κῆπο τῆς Παναγίας. Καὶ πίσω ἀπὸ αὐτὸ τὸ βδέλυγμα τῆς βίας βρίσκεστε ἐσεῖς, οἱ «ποιμένες οἱ μισθωτοί», οἱ τρεῖς φορὲς δοῦλοι τῶν ἀρχόντων τοῦ σκοτεινοῦ κόσμου τοῦ χρήματος, τῆς ἀθεΐας, τοῦ ἐκφυλισμοῦ καὶ τῆς κάθε ἀκολασίας.
Σπαράξατε τοὺς ἀθῴους, τοὺς ἅγιους ὁμολογητές, ἀφοῦ γίνατε λύκοι ἐσεῖς οἱ ἴδιοι οἱ ποιμένες.
Σπαράξατε τὴν Ὀρθοδοξία μέσα στὸ Κολοσσαῖο στὸ ὁποῖο παρίστανται οἱ Καίσαρες τῆς σημερινῆς κακούργου ἀθεΐας. Εἶναι καιρὸς ὅμως νὰ ἀποβάλετε τὸ δέρμα τοῦ προβάτου, καθὼς αὐτὸ δὲν ἀπατᾶ πλέον κανέναν.
«Ὁ ποιεῖτε, ποιήσατε ταχίον!».
*«Ο.Τ.», Απρίλιος 1965.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου