Στὴν ἀναγραφὴ δύο Ἁγιορειτῶν Πατέρων στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας προέβη κατὰ τὴν τελευταία συνεδρίασή της ἡ Ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Πρόκειται γιὰ τοὺς Γέροντες Διονύσιο τῆς Κολιτσοῦ, τοῦ Ἱεροῦ Κελλίου Ἁγίου Γεωργίου Κολιτσοὺς καὶ Πετρώνιο, Δικαῖο τῆς Ἱερᾶς Σκήτης Τιμίου Προδόμου, τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας.
Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Διονυσίου Βατοπαιδινοῦ ὁρίστηκε νὰ τιμᾶται στὶς 11 Μαΐου ἑκάστου ἔτους καὶ τοῦ Ὁσίου Πετρωνίου στὶς 24 Φεβρουαρίου ἑκάστου ἔτους.
Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Διονυσίου Βατοπαιδινοῦ ὁρίστηκε νὰ τιμᾶται στὶς 11 Μαΐου ἑκάστου ἔτους καὶ τοῦ Ὁσίου Πετρωνίου στὶς 24 Φεβρουαρίου ἑκάστου ἔτους.
Ποιοί εἶναι οἱ νέοι Ὅσιοι τῆς Ἐκκλησίας
Ὅσιος Διονύσιος τῆς Κολιτσοῦ, Βατοπαιδινός
Ὅσιος Διονύσιος τῆς Κολιτσοῦ, Βατοπαιδινός
Ὁ Γέρων Διονύσιος τῆς Κολιτσοῦ, καταγόμενος ἀπὸ τὴν Ρουμανία, προσῆλθε στὸ Ἅγιο Ὅρος τὸ 1926. Ὁ μακαριστὸς Γέρων Διονύσιος ὑπῆρξε πνευματικὸς ὁδηγὸς ἐμπειρότατος. Ἡ ἀγκάλη του ἦταν ἀνοικτὴ καὶ χωροῦσε μέσα της κάθε... πιστό, κάθε ἐξομολογούμενο. Ἦταν ἡ ἀγκάλη τοῦ Θεοῦ Πατέρα ποὺ περιμένει τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ἀσώτου, γιὰ νὰ τὸν συγχωρήσει καὶ νὰ τοῦ φορέσει τὸ δακτυλίδι τῆς αἰωνιότητος.
Ὁ λόγος του ὑπῆρξε ἄμεσος, καθάριος καὶ ἐμπειρικός. Σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια ποὺ ἔζησε καὶ ἀσκήθηκε ὁ Γέροντας στὸ περιβόλι τῆς Παναγίας δὲν ἔπαυσε νὰ εὐχαριστεῖ καὶ νὰ εὐγνωμονεῖ τὴν Θεοτόκο καὶ τὸν Χριστὸ γιὰ τὶς εὐλογίες καὶ τὶς θεῖες παρεμβάσεις τους στὴ ζωή του.
Πνευματικὲς Συμβουλὲς τοῦ μακαριστοῦ παπα-Διονύσιου τῆς Βατοπαιδινῆς Σκήτης της Κολιτσοῦ:
Εἶπε ὁ παπα-Διονύσιος τῆς Κολιτσοῦ, ὁ Ρουμάνος Πνευματικός: «Ὅταν πήραμε τὸν Ἅγιο Γεώργιο στὴν Κολιτσοῦ, ἦταν ἐρείπιο. Πηγαίναμε καὶ φέρναμε ξύλα ἀπὸ τὴν Φιλοθέου μὲ τὴν βάρκα τραβῶντας κουπί. Κάναμε δύο-τρία δρομολόγια τὴν ἡμέρα. Εἴχαμε εἰδικὰ σαμαράκια γιὰ τὴν πλάτη, γιὰ νὰ κουβαλᾶμε τὶς πέτρες. Ἀκολουθία οὔτε μία μέρα δὲν χάσαμε. Κάναμε 150 μετάνοιες καὶ 12 ἑκατοστάρια σταυρωτά. Τότε, ἅμα ἔλεγες στὸν Πνευματικὸ ὅτι δὲν ἔκανες τὸν κανόνα, δὲν σὲ κοινωνοῦσε».
«Κουραζόμασταν πολύ, ἀλλὰ εἴχαμε χαρὰ μέσα μας, πολλὴ χαρά. Ἡ στέρηση καὶ ὁ ἀγῶνας ποὺ κάναμε μας ἔδινε χαρά. Τότε λίγα πράγματα εἴχαμε. Τώρα ἔχομε πολλὲς εὐκολίες ἀλλὰ ὄχι χαρά. Ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ γίναμε σὰν τοὺς παλαιοὺς εὐλαβεῖς λαϊκούς, καὶ οἱ λαϊκοὶ εἶναι κατ’ ὄνομα Χριστιανοί».
«Κάποτε πήγαμε μὲ τὰ πόδια ἀπὸ τὴν Κολιτσοῦ στὴν πανήγυρη τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου στήν Λαύρα μετὰ τὴν ἐργασία. Εἴχαμε χαρὰ ποὺ περπατούσαμε τὴ νύχτα στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, ξημερώματα φθάσαμε στὸ Ἁγίασμα καὶ προλάβαμε τὴν θεία Λειτουργία».
«Αὐτά (σπίτια, κῆποι, ἐργόχειρα) εἶναι γι’ αὐτὴν τὴν ζωή. Ἀλλὰ καὶ χωρὶς αὐτὰ δὲν μποροῦμε».
«Ἡ καλύτερη προσευχὴ γίνεται τὴ νύχτα μετὰ τὸν ὕπνο. Διότι τότε ὁ νοῦς εἶναι ξεκούραστος καὶ συγκεντρωμένος».
«Ὅταν ὁ κανόνας γίνεται πρὶν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία (νυχτερινὴ ἀκολουθία), εἶναι χρυσός, μετά τὴν ἀκολουθία ἀργυρὸς καὶ τὴν ἡμέρα μπακίρι».
«Οἱ δύο πτέρυγες τοῦ μοναχοῦ εἶναι ὁ προσωπικός του κανόνας καὶ ἡ ἀκολουθία στὴν Ἐκκλησία. Και οἱ δύο πρέπει νὰ εἶναι χωρὶς ἐλλείψεις».
«Κάθε βράδυ νὰ ἐξετάζης τοὺς λογισμούς σου, τί ἔκανες τὴν ἡμέρα, καὶ κάθε δύο ἑβδομάδες τὸ πολὺ νὰ ἐξομολογιέσαι ἐνώπιον Πνευματικοῦ».
«Ὁ βασιλικὸς δρόμος γιὰ τὸν ὕπνο εἶναι τέσσερις ὧρες τὴ νύχτα καὶ δύο τὴν ἡμέρα. Τὴν ἡμέρα δὲν εἶναι ἀπαραίτητο νὰ κοιμηθῇς, παρὰ μόνο νὰ ξαπλώσης, ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις σου».
«Ἂν ἔχης μία ἐντολὴ σὰν κανόνα καὶ δὲν μπορῇς γιὰ κάποιο λόγο νὰ τὴν ἐκπληρώσης κάποια μέρα, πρέπει νὰ τὴν κάνης ἄλλη μέρα».
«Αὐτὸ ποὺ βλάπτει περισσότερο τὸ νέο εἶναι ὁ πολὺς ὕπνος. Πιὸ πολὺ καὶ ἀπὸ τὸ πολὺ φαγητό».
«Ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ εἶναι σὲ ὅλη τὴν ἀκολουθία στὴν Ἐκκλησία˙ νὰ μὴ λείπη ποτὲ οὔτε νὰ καθυστερῇ, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ φεύγη πιὸ νωρίς, πρὶν ἀπὸ τὸ "δι’ευχών"».
«Ὅταν κάνης τὸν κανόνα σου, νὰ μὴ δέχεσαι λογισμοὺς κατακρίσεως γιὰ τοὺς ἀδελφούς, ὅτι εἶναι ἀμελεῖς, ἀλλὰ νὰ αὐτομέμφεσαι ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς καὶ κάνεις αὐτὸ ποὺ ἔχεις χρέος νὰ κάνης, ἐνῷ οἱ ἄλλοι πατέρες ἔχουν ἀρετὲς ποὺ ἐσὺ δὲν τὶς βλέπεις».
Ὁ λόγος του ὑπῆρξε ἄμεσος, καθάριος καὶ ἐμπειρικός. Σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια ποὺ ἔζησε καὶ ἀσκήθηκε ὁ Γέροντας στὸ περιβόλι τῆς Παναγίας δὲν ἔπαυσε νὰ εὐχαριστεῖ καὶ νὰ εὐγνωμονεῖ τὴν Θεοτόκο καὶ τὸν Χριστὸ γιὰ τὶς εὐλογίες καὶ τὶς θεῖες παρεμβάσεις τους στὴ ζωή του.
Πνευματικὲς Συμβουλὲς τοῦ μακαριστοῦ παπα-Διονύσιου τῆς Βατοπαιδινῆς Σκήτης της Κολιτσοῦ:
Εἶπε ὁ παπα-Διονύσιος τῆς Κολιτσοῦ, ὁ Ρουμάνος Πνευματικός: «Ὅταν πήραμε τὸν Ἅγιο Γεώργιο στὴν Κολιτσοῦ, ἦταν ἐρείπιο. Πηγαίναμε καὶ φέρναμε ξύλα ἀπὸ τὴν Φιλοθέου μὲ τὴν βάρκα τραβῶντας κουπί. Κάναμε δύο-τρία δρομολόγια τὴν ἡμέρα. Εἴχαμε εἰδικὰ σαμαράκια γιὰ τὴν πλάτη, γιὰ νὰ κουβαλᾶμε τὶς πέτρες. Ἀκολουθία οὔτε μία μέρα δὲν χάσαμε. Κάναμε 150 μετάνοιες καὶ 12 ἑκατοστάρια σταυρωτά. Τότε, ἅμα ἔλεγες στὸν Πνευματικὸ ὅτι δὲν ἔκανες τὸν κανόνα, δὲν σὲ κοινωνοῦσε».
«Κουραζόμασταν πολύ, ἀλλὰ εἴχαμε χαρὰ μέσα μας, πολλὴ χαρά. Ἡ στέρηση καὶ ὁ ἀγῶνας ποὺ κάναμε μας ἔδινε χαρά. Τότε λίγα πράγματα εἴχαμε. Τώρα ἔχομε πολλὲς εὐκολίες ἀλλὰ ὄχι χαρά. Ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ γίναμε σὰν τοὺς παλαιοὺς εὐλαβεῖς λαϊκούς, καὶ οἱ λαϊκοὶ εἶναι κατ’ ὄνομα Χριστιανοί».
«Κάποτε πήγαμε μὲ τὰ πόδια ἀπὸ τὴν Κολιτσοῦ στὴν πανήγυρη τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου στήν Λαύρα μετὰ τὴν ἐργασία. Εἴχαμε χαρὰ ποὺ περπατούσαμε τὴ νύχτα στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, ξημερώματα φθάσαμε στὸ Ἁγίασμα καὶ προλάβαμε τὴν θεία Λειτουργία».
«Αὐτά (σπίτια, κῆποι, ἐργόχειρα) εἶναι γι’ αὐτὴν τὴν ζωή. Ἀλλὰ καὶ χωρὶς αὐτὰ δὲν μποροῦμε».
«Ἡ καλύτερη προσευχὴ γίνεται τὴ νύχτα μετὰ τὸν ὕπνο. Διότι τότε ὁ νοῦς εἶναι ξεκούραστος καὶ συγκεντρωμένος».
«Ὅταν ὁ κανόνας γίνεται πρὶν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία (νυχτερινὴ ἀκολουθία), εἶναι χρυσός, μετά τὴν ἀκολουθία ἀργυρὸς καὶ τὴν ἡμέρα μπακίρι».
«Οἱ δύο πτέρυγες τοῦ μοναχοῦ εἶναι ὁ προσωπικός του κανόνας καὶ ἡ ἀκολουθία στὴν Ἐκκλησία. Και οἱ δύο πρέπει νὰ εἶναι χωρὶς ἐλλείψεις».
«Κάθε βράδυ νὰ ἐξετάζης τοὺς λογισμούς σου, τί ἔκανες τὴν ἡμέρα, καὶ κάθε δύο ἑβδομάδες τὸ πολὺ νὰ ἐξομολογιέσαι ἐνώπιον Πνευματικοῦ».
«Ὁ βασιλικὸς δρόμος γιὰ τὸν ὕπνο εἶναι τέσσερις ὧρες τὴ νύχτα καὶ δύο τὴν ἡμέρα. Τὴν ἡμέρα δὲν εἶναι ἀπαραίτητο νὰ κοιμηθῇς, παρὰ μόνο νὰ ξαπλώσης, ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις σου».
«Ἂν ἔχης μία ἐντολὴ σὰν κανόνα καὶ δὲν μπορῇς γιὰ κάποιο λόγο νὰ τὴν ἐκπληρώσης κάποια μέρα, πρέπει νὰ τὴν κάνης ἄλλη μέρα».
«Αὐτὸ ποὺ βλάπτει περισσότερο τὸ νέο εἶναι ὁ πολὺς ὕπνος. Πιὸ πολὺ καὶ ἀπὸ τὸ πολὺ φαγητό».
«Ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ εἶναι σὲ ὅλη τὴν ἀκολουθία στὴν Ἐκκλησία˙ νὰ μὴ λείπη ποτὲ οὔτε νὰ καθυστερῇ, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ φεύγη πιὸ νωρίς, πρὶν ἀπὸ τὸ "δι’ευχών"».
«Ὅταν κάνης τὸν κανόνα σου, νὰ μὴ δέχεσαι λογισμοὺς κατακρίσεως γιὰ τοὺς ἀδελφούς, ὅτι εἶναι ἀμελεῖς, ἀλλὰ νὰ αὐτομέμφεσαι ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς καὶ κάνεις αὐτὸ ποὺ ἔχεις χρέος νὰ κάνης, ἐνῷ οἱ ἄλλοι πατέρες ἔχουν ἀρετὲς ποὺ ἐσὺ δὲν τὶς βλέπεις».
Ὅσιος Πετρώνιος
Ὁ π. Πετρώνιος γεννήθηκε τὸ 1914 στὴν κοινότητα Φαρκάσα τοῦ νομοῦ Νεάμτς τῆς Ρουμανίας. Ὁ πόθος του ἀπὸ νέος ἀκόμα νὰ γίνει μοναχὸς ὁδήγησε τὰ βήματά του στὴ Μονὴ Νεάμτς ὅπου καὶ ἔγινε μοναχός. Ἔπειτα πῆγε στὴν Μονὴ Ἀντὶμ τοῦ Βουκουρεστίου ἐνῷ σπούδασε στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Βουκουρεστίου, παρακολουθῶντας καὶ μαθήματα Μαθηματικῶν καὶ Φιλοσοφίας.
Τὸ 1978 πῆγε στὸ Ἅγιον Ὅρος. Ὁ π. Πετρώνιος πῆγε ἐκεῖ μὲ τὴ δεύτερη γενιὰ μοναχῶν, σταλμένοι ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ρουμανίας μὲ σκοπὸ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τῆς Σκήτης τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Τὸ 1984 ἐξελέγη Δικαῖος τῆς Σκήτης, θέση ἀπὸ τὴν ὁποία παραιτήθηκε λόγῳ γήρατος στὶς ἀρχὲς τοῦ 2011.
Γιὰ πολλὰ χρόνια διακόνησε σὰν βιβλιοθηκάριος τῆς Σκήτης.
Δύο φορές τοῦ προτάθηκε ἡ θέση τοῦ Πατριάρχη Ρουμανίας καὶ ἀρνήθηκε καὶ τὶς δύο.
Ὅταν ὁ Placide Desseille ζήτησε ἀπὸ τὸν π. Μακάριο τὸν Σιμωνοπετρίτη νὰ τὸν πάει σὲ κάποιον γέροντα γιὰ νὰ ἀκούσει κάποιον πνευματικὸ λόγο, ἐκεῖνος μαζὶ μὲ τὸν ἡγούμενο Ἐλισσαῖο καὶ ἄλλους μοναχοὺς τῆς συνοδείας τους τὸν πῆγαν στὸν πατέρα Πετρώνιο.
Ὅταν ζήτησαν ἀπὸ τὸν γέροντα Ἀντριὰν Φαγκατσεάνου νὰ πεῖ κάτι γιὰ τὸν γέροντα Πετρώνιο ἐκεῖνος εἶπε: «Τὸν Πετρώνιο τὸν Προδρομίτη; Ὁ πιὸ ταπεινός, ὁ πιὸ ταπεινός, ὁ πιὸ ταπεινός»!
Πατῶντας τὸ πόδι του στὴν ἀθωνικὴ γῆ τῆς Σκήτης τοῦ Τιμίου Προδρόμου ὁ Νικολάε Μπαλτσιοὺτ θὰ γράψει:«Ο πατέρας Πετρώνιος εἶναι τόσο ἀγαπητὸς ποὺ τὸν συμβουλεύονται καὶ οἱ Ἕλληνες καὶ οἱ Ρουμάνοι μοναχοί».
Ὁ π. Ἰωαννίκιος ἀπὸ τὴν Μονὴ Σίμωνος Πέτρα θὰ πεῖ: «Ὁ π. Πετρώνιος ὁ Προδρομίτης συνταιριάζει τέλεια τὴν ἀγάπη μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν πραότητα. Μέχρι πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια ὁ γέροντας στεκόνταν ὄρθιος στὶς ἀγρυπνίες ὅλη νύχτα. Τὸ νὰ καθίσει γιὰ λίγο γονατιστὸς ἦταν μιὰ εὐλογία».
Τὸ 1978 πῆγε στὸ Ἅγιον Ὅρος. Ὁ π. Πετρώνιος πῆγε ἐκεῖ μὲ τὴ δεύτερη γενιὰ μοναχῶν, σταλμένοι ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ρουμανίας μὲ σκοπὸ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τῆς Σκήτης τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Τὸ 1984 ἐξελέγη Δικαῖος τῆς Σκήτης, θέση ἀπὸ τὴν ὁποία παραιτήθηκε λόγῳ γήρατος στὶς ἀρχὲς τοῦ 2011.
Γιὰ πολλὰ χρόνια διακόνησε σὰν βιβλιοθηκάριος τῆς Σκήτης.
Δύο φορές τοῦ προτάθηκε ἡ θέση τοῦ Πατριάρχη Ρουμανίας καὶ ἀρνήθηκε καὶ τὶς δύο.
Ὅταν ὁ Placide Desseille ζήτησε ἀπὸ τὸν π. Μακάριο τὸν Σιμωνοπετρίτη νὰ τὸν πάει σὲ κάποιον γέροντα γιὰ νὰ ἀκούσει κάποιον πνευματικὸ λόγο, ἐκεῖνος μαζὶ μὲ τὸν ἡγούμενο Ἐλισσαῖο καὶ ἄλλους μοναχοὺς τῆς συνοδείας τους τὸν πῆγαν στὸν πατέρα Πετρώνιο.
Ὅταν ζήτησαν ἀπὸ τὸν γέροντα Ἀντριὰν Φαγκατσεάνου νὰ πεῖ κάτι γιὰ τὸν γέροντα Πετρώνιο ἐκεῖνος εἶπε: «Τὸν Πετρώνιο τὸν Προδρομίτη; Ὁ πιὸ ταπεινός, ὁ πιὸ ταπεινός, ὁ πιὸ ταπεινός»!
Πατῶντας τὸ πόδι του στὴν ἀθωνικὴ γῆ τῆς Σκήτης τοῦ Τιμίου Προδρόμου ὁ Νικολάε Μπαλτσιοὺτ θὰ γράψει:«Ο πατέρας Πετρώνιος εἶναι τόσο ἀγαπητὸς ποὺ τὸν συμβουλεύονται καὶ οἱ Ἕλληνες καὶ οἱ Ρουμάνοι μοναχοί».
Ὁ π. Ἰωαννίκιος ἀπὸ τὴν Μονὴ Σίμωνος Πέτρα θὰ πεῖ: «Ὁ π. Πετρώνιος ὁ Προδρομίτης συνταιριάζει τέλεια τὴν ἀγάπη μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν πραότητα. Μέχρι πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια ὁ γέροντας στεκόνταν ὄρθιος στὶς ἀγρυπνίες ὅλη νύχτα. Τὸ νὰ καθίσει γιὰ λίγο γονατιστὸς ἦταν μιὰ εὐλογία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου