Ἐφημέριος τοῦ Ι. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν
Ἐν ὄψει τῆς συνεδριάσεως στὶς 7.5.25 κεκλεισμένων τῶν θυρῶν (Κονκλάβιο-cum clave-μὲ ἕνα κλειδὶ) τοῦ Κολλεγίου τῶν Καρδιναλίων ποὺ θὰ ἐκλέξουν τὸν νέο πάπα τῆς Ρώμης δημοσιεύουμε ἐπιλογὴ τῶν βασικῶν δογματικῶν καὶ κανονικῶν κειμένων τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ποὺ ἀναφέρονται στὴ θέση καὶ τὶς ἁρμοδιότητες τοῦ πάπα στὴ Ρωμαιοκαθολικὴ ἐκκλησία.
Τὰ πιὸ κάτω κείμενα εἶναι ἐπιλογὴ ἀπὸ α) τὶς δογματικὲς ἀποφάσεις τῆς Α΄ Βατικανὴς Συνόδου, 1870 («Pastor aeternus») καὶ τῆς Β΄ Βατικανὴς Συνόδου, 1962-1965 («Lumen Gentium»), β) τοὺς σχετικοὺς κανόνες τοῦ Codex Iuris Canonici, 1983 (Κώδικας Κανονικοῦ Δικαίου) καὶ γ) τὴν ἐπίσημη... «Κατήχηση τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας» (1992).
Τὰ κείμενα εἶναι ἰδιαιτέρως σαφῆ ὡς πρὸς τὴ θέση καὶ τὶς ἁρμοδιότητες τοῦ πάπα Ρώμης σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ (σύμφωνα μὲ τὴ Ρωμαιοκαθολικὴ θεολογία), γι’ αὐτὸ ἐπέλεξα νὰ μὴν προβῶ σὲ σχολιασμὸ τῶν σημαντικῶν αὐτῶν δογματικῶν καὶ κανονικῶν θέσεων ποὺ ἔχουν καταγραφεῖ σὲ αὐτά. Περιορίστηκα μόνο στὴν ἐπισήμανση ὁρισμένων σημείων μὲ ἔντονα γράμματα.
Πρὸ ἡμερῶν ἀναδημοσιεύθηκαν στὴν ἱστοσελίδα eeod.gr[1] τὰ συμπεράσματα ἐργασίας μου ἀναφορικὰ μὲ τὴ θέση τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης στὰ πρακτικὰ καὶ στὶς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων[2]. Ἐκτιμῶ ὅτι εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ μελετήσει ὅποιος ἐνδιαφέρεται τὸ κατὰ πόσο ἡ διδασκαλία τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θεολογίας ἀναφορικὰ μὲ τὴ θέση τοῦ πάπα Ρώμης στὴν Ἐκκλησία του, ὅπως καταγράφεται στὰ πιὸ κάτω ἐπίσημα κείμενα, ἔχει σχέση μὲ τὴν κοινὴ θεολογικὴ καὶ κανονικὴ διδασκαλία της α΄ χιλιετίας, ὅταν ἡ Ρώμη βρισκόταν σὲ κοινωνία μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Τὰ πιὸ κάτω κείμενα εἶναι ἐπιλογὴ ἀπὸ α) τὶς δογματικὲς ἀποφάσεις τῆς Α΄ Βατικανὴς Συνόδου, 1870 («Pastor aeternus») καὶ τῆς Β΄ Βατικανὴς Συνόδου, 1962-1965 («Lumen Gentium»), β) τοὺς σχετικοὺς κανόνες τοῦ Codex Iuris Canonici, 1983 (Κώδικας Κανονικοῦ Δικαίου) καὶ γ) τὴν ἐπίσημη... «Κατήχηση τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας» (1992).
Τὰ κείμενα εἶναι ἰδιαιτέρως σαφῆ ὡς πρὸς τὴ θέση καὶ τὶς ἁρμοδιότητες τοῦ πάπα Ρώμης σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ (σύμφωνα μὲ τὴ Ρωμαιοκαθολικὴ θεολογία), γι’ αὐτὸ ἐπέλεξα νὰ μὴν προβῶ σὲ σχολιασμὸ τῶν σημαντικῶν αὐτῶν δογματικῶν καὶ κανονικῶν θέσεων ποὺ ἔχουν καταγραφεῖ σὲ αὐτά. Περιορίστηκα μόνο στὴν ἐπισήμανση ὁρισμένων σημείων μὲ ἔντονα γράμματα.
Πρὸ ἡμερῶν ἀναδημοσιεύθηκαν στὴν ἱστοσελίδα eeod.gr[1] τὰ συμπεράσματα ἐργασίας μου ἀναφορικὰ μὲ τὴ θέση τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης στὰ πρακτικὰ καὶ στὶς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων[2]. Ἐκτιμῶ ὅτι εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ μελετήσει ὅποιος ἐνδιαφέρεται τὸ κατὰ πόσο ἡ διδασκαλία τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θεολογίας ἀναφορικὰ μὲ τὴ θέση τοῦ πάπα Ρώμης στὴν Ἐκκλησία του, ὅπως καταγράφεται στὰ πιὸ κάτω ἐπίσημα κείμενα, ἔχει σχέση μὲ τὴν κοινὴ θεολογικὴ καὶ κανονικὴ διδασκαλία της α΄ χιλιετίας, ὅταν ἡ Ρώμη βρισκόταν σὲ κοινωνία μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Τίτλοι τοῦ πάπα Ρώμης
Σταχυολογῶντας τὰ πιὸ κάτω ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ δογματικά, κανονικὰ καὶ ποιμαντικὰ κείμενα τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θεολογίας μερικοὶ ἀπὸ τοὺς τίτλους ποὺ ἀποδίδονται στὸν πάπα τῆς Ρώμης εἶναι:
Ἐπίσκοπος Ρώμης, Ρωμαῖος Ποντίφικας, Ἄκρος Ἀρχιερέας, Διάδοχος τοῦ Πέτρου, Διάδοχος τοῦ μακαρίου Πέτρου στὸ πρωτεῖο πάνω σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, Τοποτηρητής, Ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, Ποιμένας ὅλης της Ἐκκλησίας, Ἀνώτατος Ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας, Ποιμένας ὁλόκληρης τῆς ἐπὶ γῆς Ἐκκλησίας, Σημεῖο καὶ Ὑπηρέτης τῆς ἑνότητας τῆς Παγκόσμιας Ἐκκλησίας, Κορυφὴ τῆς Ἐκκλησίας, Θεμέλιο ἑνότητας, Θεμέλιο τῆς ἑνότητας τόσο τῶν Ἐπισκόπων, ὅσο καὶ τοῦ πλήθους πιστῶν, Αἰώνια, διαρκὴς καὶ ὁρατὴ Ἀρχή, Πρῶτος Ποιμένας καὶ Διδάσκαλος ὅλων τῶν πιστῶν, Ὑπέρτατος Δικαστὴς τῶν πιστῶν, Ὑπέρτατη διδακτικὴ Αὐθεντία, Ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια Ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας, Κεφαλὴ καὶ Ἀρχηγὸς τοῦ Συλλόγου τῶν Ἐπισκόπων. Ἔχει πλήρη, ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία μέσα στὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία μπορεῖ πάντοτε νὰ ἐξασκεῖ.
Ὅποιος διαβάζει τοὺς ἀνωτέρω τίτλους ποὺ ἀπονέμονται στὸν πάπα τῆς Ρώμης καὶ γνωρίζει ποῦ ὁδήγησαν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀνησυχεῖ διότι τὰ τελευταῖα χρόνια παρόμοια ὁρολογία κάνει τὴν ἐμφάνισή της καὶ στὴν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολὴ μὲ διαφαινόμενες ἤδη τὶς τραγικὲς συνέπειες...
«Ἐκκλησιαστικὴ πληρότητα»: ἀπὸ τὸν ἴδιο τόν Χριστὸ ἢ ἀπὸ τὸν Vicarium Christi;
Γιὰ νὰ γίνει ὅμως ἀντιληπτὸ τὸ ἐκκλησιολογικὸ ἀδιέξοδο στὸ ὁποῖο ὁδηγεῖ τὴ Ρώμη ἡ περὶ πρωτείου διδασκαλία, ὅπως ἐπαναδιατυπώθηκε στὰ διατάγματα τῆς Β΄ Βατικανὴς Συνόδου ἀρκεῖ νὰ προσέξουμε τὸ ἑξῆς: στὸ «Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοῦ» («Unitatis Redintegratio») ἡ Β΄ Βατικανὴ Σύνοδος (1962-1965) ἀναγνωρίζει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει τὴν πληρότητα τῆς τελετουργικῆς τῶν ἱερῶν Μυστηρίων θ. Χάριτος ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ τελεῖ ἔγκυρα Μυστήρια καὶ ἰδιαιτέρως τὴ Θ. Εὐχαριστία, κατὰ τὴν ὁποία εἶναι παρὼν ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ διὰ τῆς ὁποίας οἰκοδομεῖται καὶ ἀναπτύσσεται[3]. Ἐν τούτοις, ἡ «Ἐπιτροπὴ γιὰ τὴ Διδασκαλία τῆς Πίστεως» (Congregatio pro Doctrina Fidei) τῆς Ρωμαϊκῆς Κουρίας στὴν ἀπὸ 29.6.2007 ἀπάντησή της, ἡ ὁποία ἐπικυρώθηκε καὶ δημοσιεύθηκε ἀπὸ τὸν πάπα Βενεδικτο XVI, θεωρεῖ ὅτι ἐπειδὴ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἀναγνωρίζει τὸν πάπα καὶ δὲν ἔχει κοινωνία μαζὶ τοῦ ἔχει «ἐκκλησιολογικη ἀνεπάρκεια» [4]. Μὲ ἄλλα λόγια, κατὰ τὴν Congregationem Fidei γιὰ τὴν ὕπαρξη «ἐκκλησιολογικῆς πληρότητος» δὲν ἀρκεῖ ἡ πραγματικὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ μετ’ αὐτοῦ κοινωνία ἐν τῇ Θ. Εὐχαριστίᾳ ἀλλὰ εἶναι ἀπαραίτητη καὶ ἡ κοινωνία μὲ τὸν πάπα ὡς «Vicarium Christi»!
Ἐπίσκοπος Ρώμης, Ρωμαῖος Ποντίφικας, Ἄκρος Ἀρχιερέας, Διάδοχος τοῦ Πέτρου, Διάδοχος τοῦ μακαρίου Πέτρου στὸ πρωτεῖο πάνω σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, Τοποτηρητής, Ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, Ποιμένας ὅλης της Ἐκκλησίας, Ἀνώτατος Ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας, Ποιμένας ὁλόκληρης τῆς ἐπὶ γῆς Ἐκκλησίας, Σημεῖο καὶ Ὑπηρέτης τῆς ἑνότητας τῆς Παγκόσμιας Ἐκκλησίας, Κορυφὴ τῆς Ἐκκλησίας, Θεμέλιο ἑνότητας, Θεμέλιο τῆς ἑνότητας τόσο τῶν Ἐπισκόπων, ὅσο καὶ τοῦ πλήθους πιστῶν, Αἰώνια, διαρκὴς καὶ ὁρατὴ Ἀρχή, Πρῶτος Ποιμένας καὶ Διδάσκαλος ὅλων τῶν πιστῶν, Ὑπέρτατος Δικαστὴς τῶν πιστῶν, Ὑπέρτατη διδακτικὴ Αὐθεντία, Ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια Ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας, Κεφαλὴ καὶ Ἀρχηγὸς τοῦ Συλλόγου τῶν Ἐπισκόπων. Ἔχει πλήρη, ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία μέσα στὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία μπορεῖ πάντοτε νὰ ἐξασκεῖ.
Ὅποιος διαβάζει τοὺς ἀνωτέρω τίτλους ποὺ ἀπονέμονται στὸν πάπα τῆς Ρώμης καὶ γνωρίζει ποῦ ὁδήγησαν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀνησυχεῖ διότι τὰ τελευταῖα χρόνια παρόμοια ὁρολογία κάνει τὴν ἐμφάνισή της καὶ στὴν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολὴ μὲ διαφαινόμενες ἤδη τὶς τραγικὲς συνέπειες...
«Ἐκκλησιαστικὴ πληρότητα»: ἀπὸ τὸν ἴδιο τόν Χριστὸ ἢ ἀπὸ τὸν Vicarium Christi;
Γιὰ νὰ γίνει ὅμως ἀντιληπτὸ τὸ ἐκκλησιολογικὸ ἀδιέξοδο στὸ ὁποῖο ὁδηγεῖ τὴ Ρώμη ἡ περὶ πρωτείου διδασκαλία, ὅπως ἐπαναδιατυπώθηκε στὰ διατάγματα τῆς Β΄ Βατικανὴς Συνόδου ἀρκεῖ νὰ προσέξουμε τὸ ἑξῆς: στὸ «Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοῦ» («Unitatis Redintegratio») ἡ Β΄ Βατικανὴ Σύνοδος (1962-1965) ἀναγνωρίζει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει τὴν πληρότητα τῆς τελετουργικῆς τῶν ἱερῶν Μυστηρίων θ. Χάριτος ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ τελεῖ ἔγκυρα Μυστήρια καὶ ἰδιαιτέρως τὴ Θ. Εὐχαριστία, κατὰ τὴν ὁποία εἶναι παρὼν ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ διὰ τῆς ὁποίας οἰκοδομεῖται καὶ ἀναπτύσσεται[3]. Ἐν τούτοις, ἡ «Ἐπιτροπὴ γιὰ τὴ Διδασκαλία τῆς Πίστεως» (Congregatio pro Doctrina Fidei) τῆς Ρωμαϊκῆς Κουρίας στὴν ἀπὸ 29.6.2007 ἀπάντησή της, ἡ ὁποία ἐπικυρώθηκε καὶ δημοσιεύθηκε ἀπὸ τὸν πάπα Βενεδικτο XVI, θεωρεῖ ὅτι ἐπειδὴ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἀναγνωρίζει τὸν πάπα καὶ δὲν ἔχει κοινωνία μαζὶ τοῦ ἔχει «ἐκκλησιολογικη ἀνεπάρκεια» [4]. Μὲ ἄλλα λόγια, κατὰ τὴν Congregationem Fidei γιὰ τὴν ὕπαρξη «ἐκκλησιολογικῆς πληρότητος» δὲν ἀρκεῖ ἡ πραγματικὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ μετ’ αὐτοῦ κοινωνία ἐν τῇ Θ. Εὐχαριστίᾳ ἀλλὰ εἶναι ἀπαραίτητη καὶ ἡ κοινωνία μὲ τὸν πάπα ὡς «Vicarium Christi»!
Α΄ Σύνοδος Βατικανού (1870)
«Pastor aeternus»[5]: Constitutio dogmatica prima de ecclesia Christi
(«Αιώνιος Ποιμήν»: Α΄ Δογματικός όρος περί της Εκκλησίας του Χριστού)
(«Αιώνιος Ποιμήν»: Α΄ Δογματικός όρος περί της Εκκλησίας του Χριστού)
(18 Ιουλίου 1870)
Caput I.
Caput I.
De apostolici primatus in beato Petro institutione
(Περὶ της ἀποστολικῆς θεσμοθετήσεως τοῦ πρωτείου στὸ μακάριο Πέτρο)
Ἐὰν κάποιος λοιπόν πει, ὅτι ὁ μακάριος ἀπόστολος Πέτρος δὲν ὁρίστηκε ἀπὸ τὸν Κύριο Χριστὸ ὡς πρῶτος ὅλων τῶν ἀποστόλων καὶ ὁρατὴ κεφαλὴ ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε, πάλι (κάποιος πεῖ) γι’ αὐτὸν (τὸν Πέτρο), ποὺ εἶναι τόσο τιμημένος, ὅτι δὲν ἔχει λάβει τὸ πρωτεῖο στὴ γνήσια καὶ μόνιμη δικαιοδοσία του ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ ἄμεσα καὶ ἔμμεσα, ἀνάθεμα.
Ἐὰν κάποιος λοιπόν πει, ὅτι ὁ μακάριος ἀπόστολος Πέτρος δὲν ὁρίστηκε ἀπὸ τὸν Κύριο Χριστὸ ὡς πρῶτος ὅλων τῶν ἀποστόλων καὶ ὁρατὴ κεφαλὴ ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε, πάλι (κάποιος πεῖ) γι’ αὐτὸν (τὸν Πέτρο), ποὺ εἶναι τόσο τιμημένος, ὅτι δὲν ἔχει λάβει τὸ πρωτεῖο στὴ γνήσια καὶ μόνιμη δικαιοδοσία του ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ ἄμεσα καὶ ἔμμεσα, ἀνάθεμα.
Caput II.
De perpetuitate primatus beati Petri in Romanis pontificibus.
De perpetuitate primatus beati Petri in Romanis pontificibus.
(Περὶ τῆς ἀδιαλείπτου παρουσίας τοῦ πρωτείου τοῦ μακαρίου Πέτρου στοὺς Ρωμαίους Ποντίφηκες).
Ἐὰν κάποιος ἑπομένως πεῖ, ὅτι δὲν εἶναι θεσμοθετημένο ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο Χριστό, θείω δικαίω, ὥστε ὁ μακάριος Πέτρος νὰ ἔχει ἀδιαλείπτους διαδόχους ὡς πρὸς τὸ πρωτεῖο σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία, εἴτε ὅτι ὁ Ρωμαῖος ποντίφηκας δὲν εἶναι διάδοχος τοῦ μακαρίου Πέτρου ὡς πρὸς τὸ ἴδιο τὸ πρωτεῖο, ἀνάθεμα ἔστω.
Ἐὰν κάποιος ἑπομένως πεῖ, ὅτι δὲν εἶναι θεσμοθετημένο ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο Χριστό, θείω δικαίω, ὥστε ὁ μακάριος Πέτρος νὰ ἔχει ἀδιαλείπτους διαδόχους ὡς πρὸς τὸ πρωτεῖο σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία, εἴτε ὅτι ὁ Ρωμαῖος ποντίφηκας δὲν εἶναι διάδοχος τοῦ μακαρίου Πέτρου ὡς πρὸς τὸ ἴδιο τὸ πρωτεῖο, ἀνάθεμα ἔστω.
Caput III.
De vi et ratione primatus Romani Pontificis
De vi et ratione primatus Romani Pontificis
(Περί της ισχύος και της φύσεως του πρωτείου του Ρωμαίου Ποντίφηκα)
Ἐπειδὴ τὸ θεῖο δίκαιο τοῦ ἀποστολικοῦ πρωτείου θέτει τo Ρωμαῖο ποντίφικα στὴν κορυφὴ τῆς Ἐκκλησίας, διδάσκουμε καὶ κηρύττουμε ἀκόμη ὅτι εἶναι ὑπέρτατος δικαστής τῶν πιστῶν καὶ ὅτι γιὰ ὅλα τὰ θέματα ποὺ ἅπτονται τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας ἐπιτρέπεται νὰ γίνει προσφυγὴ στὴν κρίση του. Ἡ κρίση τῆς Ἀποστολικῆς Ἕδρας, ἀπὸ τὴν ὁποία καμία ἐξουσία δὲν εἶναι ἀνώτερη, δὲν μπορεῖ νὰ ἀμφισβητηθεῖ ὑπὸ οὐδενός. Κανένας δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ κρίνει τὶς ἀποφάσεις της. Γι’ αὐτό, ὅσοι ὑποστηρίζουν ὅτι μπορεῖ νὰ γίνει ἔκκληση κατὰ τῶν κρίσεών της στὴν οἰκουμενικὴ σύνοδο ὡς σὲ ἀνώτερη ἀπὸ τὸν πάπα ἐξουσία παρεκκλίνουν ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς ἀληθείας.
Ἐὰν λοιπὸν κάποιος ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ ἐξουσία τοῦ Ρωμαίου ποντίφικα περιορίζεται στὸν ἔλεγχο καὶ στὴ διοίκηση καὶ ὅτι δὲν εἶναι πλήρης καὶ ὑπέρτατη ἐφ’ ὅλης της Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν πίστη καὶ στὰ ἤθη, ἀλλὰ καὶ στὴν τάξη καὶ στὴ διακυβέρνηση ὁλόκληρης της Ἐκκλησίας, ἢ ἀκόμη ὅτι ἔχει τὸ πιὸ σημαντικὸ μέρος, ὄχι ὅμως καὶ στὴν πληρότητα τῆς ὑπέρτατης αὐτῆς ἐξουσίας, ἢ ὅτι ἡ ἐξουσία του δὲν εἶναι τακτικὴ (δηλαδὴ ὄχι ἐκχωρούμενη ἀλλὰ ex officio) ἐφ’ ὅλων τῶν κληρικῶν καὶ τῶν πιστῶν, ἀνάθεμα ἔστω.
Ἐπειδὴ τὸ θεῖο δίκαιο τοῦ ἀποστολικοῦ πρωτείου θέτει τo Ρωμαῖο ποντίφικα στὴν κορυφὴ τῆς Ἐκκλησίας, διδάσκουμε καὶ κηρύττουμε ἀκόμη ὅτι εἶναι ὑπέρτατος δικαστής τῶν πιστῶν καὶ ὅτι γιὰ ὅλα τὰ θέματα ποὺ ἅπτονται τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας ἐπιτρέπεται νὰ γίνει προσφυγὴ στὴν κρίση του. Ἡ κρίση τῆς Ἀποστολικῆς Ἕδρας, ἀπὸ τὴν ὁποία καμία ἐξουσία δὲν εἶναι ἀνώτερη, δὲν μπορεῖ νὰ ἀμφισβητηθεῖ ὑπὸ οὐδενός. Κανένας δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ κρίνει τὶς ἀποφάσεις της. Γι’ αὐτό, ὅσοι ὑποστηρίζουν ὅτι μπορεῖ νὰ γίνει ἔκκληση κατὰ τῶν κρίσεών της στὴν οἰκουμενικὴ σύνοδο ὡς σὲ ἀνώτερη ἀπὸ τὸν πάπα ἐξουσία παρεκκλίνουν ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς ἀληθείας.
Ἐὰν λοιπὸν κάποιος ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ ἐξουσία τοῦ Ρωμαίου ποντίφικα περιορίζεται στὸν ἔλεγχο καὶ στὴ διοίκηση καὶ ὅτι δὲν εἶναι πλήρης καὶ ὑπέρτατη ἐφ’ ὅλης της Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν πίστη καὶ στὰ ἤθη, ἀλλὰ καὶ στὴν τάξη καὶ στὴ διακυβέρνηση ὁλόκληρης της Ἐκκλησίας, ἢ ἀκόμη ὅτι ἔχει τὸ πιὸ σημαντικὸ μέρος, ὄχι ὅμως καὶ στὴν πληρότητα τῆς ὑπέρτατης αὐτῆς ἐξουσίας, ἢ ὅτι ἡ ἐξουσία του δὲν εἶναι τακτικὴ (δηλαδὴ ὄχι ἐκχωρούμενη ἀλλὰ ex officio) ἐφ’ ὅλων τῶν κληρικῶν καὶ τῶν πιστῶν, ἀνάθεμα ἔστω.
Caput IV.
e Romani pontificis infallibili magisterio
(Περί του αλαθήτου αξιώματος του Ρωμαίου Ποντίφηκα)
e Romani pontificis infallibili magisterio
(Περί του αλαθήτου αξιώματος του Ρωμαίου Ποντίφηκα)
Ὁ Ρωμαῖος ποντίφικας, ὅταν ὁμιλεῖ ex cathedra, ὅταν δηλαδὴ ἐκπληρώνοντας τὴν ἀποστολὴ ποιμένα καὶ διδασκάλου ὅλων τῶν χριστιανῶν, ὁρίζει, ἐπικαλούμενος τὴν ὑπέρτατη ἀποστολικὴ ἐξουσία του, ὅτι μία ἀλήθεια περὶ πίστεως ἢ περὶ ἠθῶν ὀφείλει νὰ γίνει δεκτὴ ἀπὸ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, χαίρει, μὲ τὴ συμπαράσταση ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ ὑποσχέθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Πέτρου, τοῦ ἀλάθητου, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ θεῖος Λυτρωτὴς προίκισε τὴν Ἐκκλησία του, ὅταν ὁρίζει τὶς ἐπὶ πίστεως καὶ τῶν ἠθῶν ἀλήθειες. Κατὰ συνέπεια, οἱ ὁρισμοὶ αὐτοὶ τοῦ Ρωμαίου ποντίφικα εἶναι ἀλάθητοι ἀφ’ ἑαυτῶν καὶ ὄχι ἀπὸ τὴ συγκατάθεση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐὰν κάποιος, εἴθε ὁ Θεὸς νὰ ἀποτρέψει κάτι τέτοιο, ἀπὸ προκατάληψη διανοηθεῖ νὰ ἀντισταθεῖ σὲ αὐτὴ τὴ δική μας ἀπόφαση, ἀνάθεμα ἔστω»
Ἐὰν κάποιος, εἴθε ὁ Θεὸς νὰ ἀποτρέψει κάτι τέτοιο, ἀπὸ προκατάληψη διανοηθεῖ νὰ ἀντισταθεῖ σὲ αὐτὴ τὴ δική μας ἀπόφαση, ἀνάθεμα ἔστω»
Β΄ Σύνοδος Βατικανού (1962-1965)
«Lumen Gentium»[6] - «Φως Εθνών»
«Δογματικὴ Διάταξη περὶ Ἐκκλησίας»
«Lumen Gentium»[6] - «Φως Εθνών»
«Δογματικὴ Διάταξη περὶ Ἐκκλησίας»
22. Ὅπως ὁ Ἅγιος Πέτρος καὶ ἄλλοι Ἀπόστολοι, σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, ἀποτελοῦν ἕνα καὶ μόνον Ἀποστολικὸ Σύλλογο, ἔτσι καὶ Ἐπίσκοπος Ρώμης, διάδοχος του Πέτρου, μὲ τοὺς Ἐπισκόπους, διαδόχους τῶν Ἀποστόλων, συνδέονται μεταξύ τους. Ἡ πανάρχαια τάξη, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία οἱ Ἐπίσκοποι ὅλου τοῦ κόσμου ἐπικοινωνοῦσαν μεταξύ τους καὶ μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης, μὲ τὸν σύνδεσμο τῆς ἑνότητας, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης, ὅπως καὶ ἡ σύγκλιση Συνόδων, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν μαζὶ τὰ σοβαρότερα προβλήματα καὶ νὰ βγάλουν ἀπόφαση μετὰ ἀπὸ ὥριμη σκέψη τῶν πολλῶν, μαρτυροῦν τὸ συλλογικὸ χαρακτήρα καὶ τήν φύση τῆς Ἐπισκοπικῆς τάξης, πράγμα ποὺ ἐπιβεβαιώνουν οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι, ποὺ συγκλήθηκαν στοὺς περασμένους αἰῶνες. Τὸ ἴδιο φανερώνει καὶ ἡ ἀρχαία παράδοση, νὰ καλοῦνται πολλοὶ Ἐπίσκοποι γιὰ τὴ χειροτονία τοῦ νέου ἐκλεγμένου στὴ διακονία τῆς ἀρχιερωσύνης. Μέλος τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Σώματος γίνεται κανεὶς μὲ τὴ μυστηριακὴ χειροτονία καὶ μὲ τὴν ἱεραρχικὴ κοινωνία μὲ τὴν Κεφαλὴ καὶ τὰ μέλη τοῦ Συλλόγου.
Ἀλλὰ ὁ Σύλλογος, ἢ τὸ Σῶμα τῶν Ἐπισκόπων, δὲν ἔχει ἐξουσία, ἂν δὲν βρίσκεται σὲ κοινωνία μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης, τὸ διάδοχο του Πέτρου καὶ κεφαλὴ τοῦ Συλλόγου, διότι παραμένει ἀκέραιη ἡ ἐξουσία τοῦ πρωτείου πάνω στοὺς ποιμένες καὶ στοὺς πιστούς. Πραγματικά, ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης μὲ τὸ ἀξίωμά του ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ καὶ ποιμένας ὅλης της Ἐκκλησίας, ἔχει πλήρη, ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία μέσα στὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία μπορεῖ πάντοτε νὰ ἐξασκεῖ. Ἀλλὰ καὶ ἡ τάξη τῶν Ἐπισκόπων, η οποία διαδέχεται τὸ Σύλλογο τῶν Ἀποστόλων στὸ διδακτικὸ καὶ ποιμαντικό του ρόλο καὶ στήν ὁποία μάλιστα διαιωνίζεται τὸ Ἀποστολικὸ Σῶμα, μαζὶ μὲ τὴν Κεφαλή της, τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης καὶ ποτὲ χωρὶς αὐτὴν τὴν Κεφαλή, εἶναι ἐπίσης φορέας τῆς ὑπέρτατης καὶ ὁλοκληρωτικῆς ἐξουσίας μέσα στὴν παγκόσμια Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ ἐξασκηθεῖ χωρὶς τὴ σύμφωνη γνώμη τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης. Ὁ Κύριος ἔλαβε μόνο τὸν Σίμωνα σὰν πέτρα καὶ κλειδοῦχο τῆς Ἐκκλησίας, ὁρίζοντάς τον ποιμένα ὅλου τοῦ ποιμνίου του. Εἶναι ὅμως γνωστὸ ὅτι τὸ ἀξίωμα ποὺ δόθηκε στὸν Πέτρο, νὰ δένει καὶ νὰ λύνει μέσα στὴν Ἐκκλησία, δόθηκε ἐπίσης καὶ στὸ Σύλλογο τῶν Ἀποστόλων, ἑνωμένο μὲ τὴν Κεφαλή του. Ὁ Σύλλογος αὐτὸς σὰν σύνθεση πολλῶν, ἐκφράζει τὴν ποικιλία καὶ τὴν παγκοσμιότητα τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν συνάθροισή του κάτω ἀπὸ μία Κεφαλή, ἐκφράζει τὴν ἑνότητα τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ. Μέσα σ’ αὐτὸν οἱ Ἐπίσκοποι, τηρώντας πιστὰ τὸ Πρωτεῖο καὶ τὴν ἀρχηγία τῆς Κεφαλῆς, ἐξασκοῦν τὴν ἐξουσία τους γιὰ τὸ καλὸ τῶν πιστῶν τους καὶ μάλιστα ὅλης της Ἐκκλησίας, ἐνῶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐνισχύει διαρκῶς τὴν ὀργανική της δομὴ καὶ τὴν ὁμόνοιά της. Ἡ ὑπέρτατη ἐξουσία τοῦ Συλλόγου πάνω σ’ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, ἐξασκεῖται μ’ ἐπίσημο τρόπο στὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ἂν δὲν ἐπικυρωθεῖ ἢ τουλάχιστον ἂν δὲν γίνει δεκτὴ ἀπὸ τὸν διάδοχο του Πέτρου. Ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης ἔχει τὴν ἁρμοδιότητα νὰ συγκαλεῖ αὐτὲς τὶς Συνόδους, νὰ προεδρεύει σ’ αὐτὲς καὶ νὰ τὶς ἐπικυρώνει. Ἡ ἴδια συλλογικὴ ἐξουσία μπορεῖ νὰ ἐξασκηθεῖ ἀπὸ τοὺς σκορπισμένους σ’ ὅλον τὸν κόσμο ἐπισκόπους, μαζὶ μὲ τὸν Πάπα, ὅταν ἡ Κεφαλὴ τοῦ Συλλόγου τοὺς καλεῖ σὲ συλλογικὴ δραστηριότητα, ἢ τουλάχιστον ἀναγνωρίζει ἢ ἐλεύθερα δέχεται τὴν κοινὴ ἐνέργεια τῶν Ἐπισκόπων, ὥστε νὰ προκύπτει μία ἀληθινὴ συλλογικὴ ἐνέργεια.
23. … Ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης, σὰν διάδοχος τοῦ Πέτρου εἶναι ἡ διαρκὴς καὶ ὁρατὴ Ἀρχὴ καὶ τὸ θεμέλιο τῆς ἑνότητας τόσο τῶν Ἐπισκόπων, ὅσο καὶ τοῦ πλήθους πιστῶν…
Χάρη στὴ θεία Πρόνοια συνέβηκε ὥστε διάφορες Ἐκκλησίες, ἱδρυμένες ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοῦ διαδόχους τους, σὲ διάφορους τόπους, νὰ σχηματίσουν στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων διάφορες ὁμάδες, ὀργανικὰ ἑνωμένες μεταξύ τους. Διατηρώντας ἀμείωτη τὴν ἑνότητα τῆς πίστης καὶ τὴ μοναδικὴ θεία δομή τῆς παγκόσμιας Ἐκκλησίας, οἱ Ἐκκλησίες αὐτὲς ἔχουν τὴ δική τους ἐκκλησιαστικὴ τάξη, τὶς δικές τους λατρευτικὲς συνήθειες, τὴ δική τους θεολογικὴ καὶ πνευματικὴ κληρονομιά. Μερικὲς ἀπὸ αὐτές, ἰδιαίτερα οἱ παλαιὲς Πατριαρχικὲς Ἐκκλησίες, σὰν μητέρες στὴ πίστη, ἐγέννησαν σὰν θυγατέρες τους ἄλλες Ἐκκλησίες, μὲ τὶς ὁποῖες μένουν μέχρι σήμερα συνδεδεμένες μὲ ἕνα πιὸ στενὸ σύνδεσμο ἀγάπης στὴ μυστηριακὴ ζωὴ καὶ στὸν ἀμοιβαῖο σεβασμὸ τῶν δικαιωμάτων καὶ τῶν καθηκόντων. Ἡ ποικιλία αὐτὴ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ποὺ τηροῦν τὴν ἑνότητα, ἀποδεικνύει πιὸ φανερὰ τὴν καθολικότητα τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας. Ἔτσι καὶ οἱ Σύνοδοι τῆς Ἱεραρχίας μποροῦν σήμερα νὰ συμβάλουν μὲ πολλοὺς καὶ γόνιμους τρόπους, ὥστε ἡ συλλογικὴ ἀγάπη νὰ φτάνει στὴ συγκεκριμένη της ἐφαρμογή.
24. … Ἡ ἀνάθεση τῶν ἐπισκοπικῶν καθηκόντων (missio canonica) στοὺς ἐπισκόπους μπορεῖ νὰ γίνει μὲ τὶς κανονικὲς συνήθειες, ποὺ δὲν ἔχουν ἀνακληθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε μὲ νόμους θεσπισμένους ἀπὸ τὴν ἴδια αὐτὴ ἐξουσία, ἢ ἀναγνωρισμένους ἀπὸ αὐτήν, εἴτε ἄμεσα ἀπὸ τὸν Διάδοχο του Πέτρου. ἂν αὐτὸς ἔχει ἀντίρρηση ἢ ἀρνεῖται τὴν ἀποστολικὴ κοινωνία, οἱ Ἐπίσκοποι δὲν μποροῦν νὰ γίνουν δεκτοὶ στὴν ἄσκηση τοῦ ἀξιώματός τους.
25.… Ἀλλὰ τὸν θρησκευτικὸ αὐτὸ σεβασμὸ τῆς θέλησης καὶ τῆς διάνοιας τὸν χρωστοῦν ἰδιαίτερα στὴν αὐθεντικὴ διδασκαλία τοῦ Ἐπίσκοπου Ρώμης, ἀκόμα καὶ ὅταν δὲν μιλεῖ σὰν ὑπέρτατη διδακτικὴ αὐθεντία (ex cathedra) ἔτσι ὥστε νὰ ἀναγνωρίζεται μὲ σεβασμὸ ὁ πιὸ σημαντικὸς διδακτικός του ρόλος, καὶ νὰ γίνονται εἰλικρινὰ δεκτὲς οἱ κρίσεις ποὺ βγάζει, ἀνάλογα μὲ τὴ γνώμη του καὶ τὶς προθέσεις του, ποὺ γίνονται γνωστὲς ἀπὸ τὸ εἶδος τῶν κειμένων, ἀπὸ τὴ συχνὴ ἐπανάληψη τῆς ἴδιας διδασκαλίας κι ἀπὸ τὸν τρόπο τῆς διατύπωσής της.
Ἂν καὶ οἱ Ἐπίσκοποι, χωριστὰ ὁ καθένας, δὲν ἔχουν τὸ προνόμιο τοῦ ἀλάθητου, ὅταν ὅμως, σκορπισμένοι στὸν κόσμο, ἀλλὰ ἑνωμένοι σὲ κοινωνία μεταξύ τους καὶ μὲ τὸν Διάδοχο του Πέτρου, στὴν αὐθεντικὴ διδασκαλίας τους γύρω ἀπὸ θέματα πίστης καὶ ἠθικῆς θεωροῦν ὁμόφωνα μιὰ ὁρισμένη γνώμη σὰν ὁριστική, τότε κηρύττουν ἀλάθητα τὴν Διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο εἶναι ἀκόμη πιὸ φανερό, ὅταν, συγκεντρωμένοι σὲ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, γίνονται δάσκαλοι καὶ κριτὲς στὴν πίστη καὶ στὴν ἠθική, γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, καὶ στοὺς ὁρισμοὺς τους ἁρμόζει ἡ ὑπακοὴ τῆς πίστης.
Αὐτὸ τὸ ἀλάθητο, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ θεῖος Λυτρωτὴς θέλησε ἐφοδιασμένη τὴν Ἐκκλησία του, ὅταν αὐτὴ καθορίζει τὴ διδασκαλία τῆς πίστης καὶ τῆς ἠθικῆς, ἐπεκτείνεται τόσο ὅσο καὶ ἡ παρακαταθήκη τῆς θείας Ἀποκάλυψης, ποὺ πρέπει νὰ φυλαχθεῖ μὲ ζῆλο καὶ πιστὰ νὰ ἑρμηνευτεῖ. Αὐτὸ τὸ ἀλάθητο ἔχει ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης, κεφαλὴ τοῦ Συλλόγου τῶν Ἐπισκόπων, χάρη στὸ ἀξίωμά του, ὅταν σὰν πρῶτος ποιμένας καὶ διδάσκαλος ὅλων τῶν πιστῶν, ποὺ στηρίζει στὴν πίστη τοὺς ἀδερφούς του, (βλ. Λουκ. 22, 32), διακηρύττει μὲ ὁριστικὴ πράξη μία διδασκαλία σχετικὴ μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἠθική. Γί΄αὐτὸ οἱ ὁρισμοί του, ἀπὸ δικό τους χαρακτήρα κι ὄχι ἀπὸ συναίνεση τῆς Ἐκκλησίας, πολὺ σωστὰ ὀνομάζονται ἀμετάκλητοι, ἐπειδὴ γίνονται μὲ τὴ συμπαράσταση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ὁ Χριστὸς ὑποσχέθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Πέτρου. Γί΄αὐτὸ δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ἐπικύρωση τῶν ἄλλων, οὔτε δέχονται ἔκκληση σὲ ἄλλο κριτήριο. Γιατί στὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης διακηρύττει μία διδασκαλία ὄχι σὰν ἰδιωτικὸ πρόσωπο, ἀλλὰ σὰν κορυφαῖος δάσκαλος τῆς παγκόσμιας Ἐκκλησίας, ἐφοδιασμένος ἰδιαίτερα μὲ τὸ χάρισμα τοῦ ἀλαθήτου της Ἐκκλησίας, ἑρμηνεύει καὶ προστατεύει τὴ διδασκαλία τῆς καθολικῆς πίστης. Τὸ ἀλάθητο, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Χριστὸς στὴν Ἐκκλησία, ὑπάρχει ἐπίσης καὶ στὸ Σῶμα τῶν Ἐπισκόπων, ὅταν αὐτοὶ μαζὶ μὲ τόν Διάδοχο τοῦ Πέτρου, ἐξασκοῦν τὸ ὕψιστο διδακτικό τους ἀξίωμα.
Ἀλλὰ ὁ Σύλλογος, ἢ τὸ Σῶμα τῶν Ἐπισκόπων, δὲν ἔχει ἐξουσία, ἂν δὲν βρίσκεται σὲ κοινωνία μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης, τὸ διάδοχο του Πέτρου καὶ κεφαλὴ τοῦ Συλλόγου, διότι παραμένει ἀκέραιη ἡ ἐξουσία τοῦ πρωτείου πάνω στοὺς ποιμένες καὶ στοὺς πιστούς. Πραγματικά, ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης μὲ τὸ ἀξίωμά του ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ καὶ ποιμένας ὅλης της Ἐκκλησίας, ἔχει πλήρη, ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία μέσα στὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία μπορεῖ πάντοτε νὰ ἐξασκεῖ. Ἀλλὰ καὶ ἡ τάξη τῶν Ἐπισκόπων, η οποία διαδέχεται τὸ Σύλλογο τῶν Ἀποστόλων στὸ διδακτικὸ καὶ ποιμαντικό του ρόλο καὶ στήν ὁποία μάλιστα διαιωνίζεται τὸ Ἀποστολικὸ Σῶμα, μαζὶ μὲ τὴν Κεφαλή της, τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης καὶ ποτὲ χωρὶς αὐτὴν τὴν Κεφαλή, εἶναι ἐπίσης φορέας τῆς ὑπέρτατης καὶ ὁλοκληρωτικῆς ἐξουσίας μέσα στὴν παγκόσμια Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ ἐξασκηθεῖ χωρὶς τὴ σύμφωνη γνώμη τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης. Ὁ Κύριος ἔλαβε μόνο τὸν Σίμωνα σὰν πέτρα καὶ κλειδοῦχο τῆς Ἐκκλησίας, ὁρίζοντάς τον ποιμένα ὅλου τοῦ ποιμνίου του. Εἶναι ὅμως γνωστὸ ὅτι τὸ ἀξίωμα ποὺ δόθηκε στὸν Πέτρο, νὰ δένει καὶ νὰ λύνει μέσα στὴν Ἐκκλησία, δόθηκε ἐπίσης καὶ στὸ Σύλλογο τῶν Ἀποστόλων, ἑνωμένο μὲ τὴν Κεφαλή του. Ὁ Σύλλογος αὐτὸς σὰν σύνθεση πολλῶν, ἐκφράζει τὴν ποικιλία καὶ τὴν παγκοσμιότητα τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν συνάθροισή του κάτω ἀπὸ μία Κεφαλή, ἐκφράζει τὴν ἑνότητα τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ. Μέσα σ’ αὐτὸν οἱ Ἐπίσκοποι, τηρώντας πιστὰ τὸ Πρωτεῖο καὶ τὴν ἀρχηγία τῆς Κεφαλῆς, ἐξασκοῦν τὴν ἐξουσία τους γιὰ τὸ καλὸ τῶν πιστῶν τους καὶ μάλιστα ὅλης της Ἐκκλησίας, ἐνῶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐνισχύει διαρκῶς τὴν ὀργανική της δομὴ καὶ τὴν ὁμόνοιά της. Ἡ ὑπέρτατη ἐξουσία τοῦ Συλλόγου πάνω σ’ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, ἐξασκεῖται μ’ ἐπίσημο τρόπο στὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ἂν δὲν ἐπικυρωθεῖ ἢ τουλάχιστον ἂν δὲν γίνει δεκτὴ ἀπὸ τὸν διάδοχο του Πέτρου. Ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης ἔχει τὴν ἁρμοδιότητα νὰ συγκαλεῖ αὐτὲς τὶς Συνόδους, νὰ προεδρεύει σ’ αὐτὲς καὶ νὰ τὶς ἐπικυρώνει. Ἡ ἴδια συλλογικὴ ἐξουσία μπορεῖ νὰ ἐξασκηθεῖ ἀπὸ τοὺς σκορπισμένους σ’ ὅλον τὸν κόσμο ἐπισκόπους, μαζὶ μὲ τὸν Πάπα, ὅταν ἡ Κεφαλὴ τοῦ Συλλόγου τοὺς καλεῖ σὲ συλλογικὴ δραστηριότητα, ἢ τουλάχιστον ἀναγνωρίζει ἢ ἐλεύθερα δέχεται τὴν κοινὴ ἐνέργεια τῶν Ἐπισκόπων, ὥστε νὰ προκύπτει μία ἀληθινὴ συλλογικὴ ἐνέργεια.
23. … Ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης, σὰν διάδοχος τοῦ Πέτρου εἶναι ἡ διαρκὴς καὶ ὁρατὴ Ἀρχὴ καὶ τὸ θεμέλιο τῆς ἑνότητας τόσο τῶν Ἐπισκόπων, ὅσο καὶ τοῦ πλήθους πιστῶν…
Χάρη στὴ θεία Πρόνοια συνέβηκε ὥστε διάφορες Ἐκκλησίες, ἱδρυμένες ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοῦ διαδόχους τους, σὲ διάφορους τόπους, νὰ σχηματίσουν στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων διάφορες ὁμάδες, ὀργανικὰ ἑνωμένες μεταξύ τους. Διατηρώντας ἀμείωτη τὴν ἑνότητα τῆς πίστης καὶ τὴ μοναδικὴ θεία δομή τῆς παγκόσμιας Ἐκκλησίας, οἱ Ἐκκλησίες αὐτὲς ἔχουν τὴ δική τους ἐκκλησιαστικὴ τάξη, τὶς δικές τους λατρευτικὲς συνήθειες, τὴ δική τους θεολογικὴ καὶ πνευματικὴ κληρονομιά. Μερικὲς ἀπὸ αὐτές, ἰδιαίτερα οἱ παλαιὲς Πατριαρχικὲς Ἐκκλησίες, σὰν μητέρες στὴ πίστη, ἐγέννησαν σὰν θυγατέρες τους ἄλλες Ἐκκλησίες, μὲ τὶς ὁποῖες μένουν μέχρι σήμερα συνδεδεμένες μὲ ἕνα πιὸ στενὸ σύνδεσμο ἀγάπης στὴ μυστηριακὴ ζωὴ καὶ στὸν ἀμοιβαῖο σεβασμὸ τῶν δικαιωμάτων καὶ τῶν καθηκόντων. Ἡ ποικιλία αὐτὴ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ποὺ τηροῦν τὴν ἑνότητα, ἀποδεικνύει πιὸ φανερὰ τὴν καθολικότητα τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας. Ἔτσι καὶ οἱ Σύνοδοι τῆς Ἱεραρχίας μποροῦν σήμερα νὰ συμβάλουν μὲ πολλοὺς καὶ γόνιμους τρόπους, ὥστε ἡ συλλογικὴ ἀγάπη νὰ φτάνει στὴ συγκεκριμένη της ἐφαρμογή.
24. … Ἡ ἀνάθεση τῶν ἐπισκοπικῶν καθηκόντων (missio canonica) στοὺς ἐπισκόπους μπορεῖ νὰ γίνει μὲ τὶς κανονικὲς συνήθειες, ποὺ δὲν ἔχουν ἀνακληθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε μὲ νόμους θεσπισμένους ἀπὸ τὴν ἴδια αὐτὴ ἐξουσία, ἢ ἀναγνωρισμένους ἀπὸ αὐτήν, εἴτε ἄμεσα ἀπὸ τὸν Διάδοχο του Πέτρου. ἂν αὐτὸς ἔχει ἀντίρρηση ἢ ἀρνεῖται τὴν ἀποστολικὴ κοινωνία, οἱ Ἐπίσκοποι δὲν μποροῦν νὰ γίνουν δεκτοὶ στὴν ἄσκηση τοῦ ἀξιώματός τους.
25.… Ἀλλὰ τὸν θρησκευτικὸ αὐτὸ σεβασμὸ τῆς θέλησης καὶ τῆς διάνοιας τὸν χρωστοῦν ἰδιαίτερα στὴν αὐθεντικὴ διδασκαλία τοῦ Ἐπίσκοπου Ρώμης, ἀκόμα καὶ ὅταν δὲν μιλεῖ σὰν ὑπέρτατη διδακτικὴ αὐθεντία (ex cathedra) ἔτσι ὥστε νὰ ἀναγνωρίζεται μὲ σεβασμὸ ὁ πιὸ σημαντικὸς διδακτικός του ρόλος, καὶ νὰ γίνονται εἰλικρινὰ δεκτὲς οἱ κρίσεις ποὺ βγάζει, ἀνάλογα μὲ τὴ γνώμη του καὶ τὶς προθέσεις του, ποὺ γίνονται γνωστὲς ἀπὸ τὸ εἶδος τῶν κειμένων, ἀπὸ τὴ συχνὴ ἐπανάληψη τῆς ἴδιας διδασκαλίας κι ἀπὸ τὸν τρόπο τῆς διατύπωσής της.
Ἂν καὶ οἱ Ἐπίσκοποι, χωριστὰ ὁ καθένας, δὲν ἔχουν τὸ προνόμιο τοῦ ἀλάθητου, ὅταν ὅμως, σκορπισμένοι στὸν κόσμο, ἀλλὰ ἑνωμένοι σὲ κοινωνία μεταξύ τους καὶ μὲ τὸν Διάδοχο του Πέτρου, στὴν αὐθεντικὴ διδασκαλίας τους γύρω ἀπὸ θέματα πίστης καὶ ἠθικῆς θεωροῦν ὁμόφωνα μιὰ ὁρισμένη γνώμη σὰν ὁριστική, τότε κηρύττουν ἀλάθητα τὴν Διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο εἶναι ἀκόμη πιὸ φανερό, ὅταν, συγκεντρωμένοι σὲ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, γίνονται δάσκαλοι καὶ κριτὲς στὴν πίστη καὶ στὴν ἠθική, γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, καὶ στοὺς ὁρισμοὺς τους ἁρμόζει ἡ ὑπακοὴ τῆς πίστης.
Αὐτὸ τὸ ἀλάθητο, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ θεῖος Λυτρωτὴς θέλησε ἐφοδιασμένη τὴν Ἐκκλησία του, ὅταν αὐτὴ καθορίζει τὴ διδασκαλία τῆς πίστης καὶ τῆς ἠθικῆς, ἐπεκτείνεται τόσο ὅσο καὶ ἡ παρακαταθήκη τῆς θείας Ἀποκάλυψης, ποὺ πρέπει νὰ φυλαχθεῖ μὲ ζῆλο καὶ πιστὰ νὰ ἑρμηνευτεῖ. Αὐτὸ τὸ ἀλάθητο ἔχει ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης, κεφαλὴ τοῦ Συλλόγου τῶν Ἐπισκόπων, χάρη στὸ ἀξίωμά του, ὅταν σὰν πρῶτος ποιμένας καὶ διδάσκαλος ὅλων τῶν πιστῶν, ποὺ στηρίζει στὴν πίστη τοὺς ἀδερφούς του, (βλ. Λουκ. 22, 32), διακηρύττει μὲ ὁριστικὴ πράξη μία διδασκαλία σχετικὴ μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἠθική. Γί΄αὐτὸ οἱ ὁρισμοί του, ἀπὸ δικό τους χαρακτήρα κι ὄχι ἀπὸ συναίνεση τῆς Ἐκκλησίας, πολὺ σωστὰ ὀνομάζονται ἀμετάκλητοι, ἐπειδὴ γίνονται μὲ τὴ συμπαράσταση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ὁ Χριστὸς ὑποσχέθηκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Πέτρου. Γί΄αὐτὸ δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ἐπικύρωση τῶν ἄλλων, οὔτε δέχονται ἔκκληση σὲ ἄλλο κριτήριο. Γιατί στὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης διακηρύττει μία διδασκαλία ὄχι σὰν ἰδιωτικὸ πρόσωπο, ἀλλὰ σὰν κορυφαῖος δάσκαλος τῆς παγκόσμιας Ἐκκλησίας, ἐφοδιασμένος ἰδιαίτερα μὲ τὸ χάρισμα τοῦ ἀλαθήτου της Ἐκκλησίας, ἑρμηνεύει καὶ προστατεύει τὴ διδασκαλία τῆς καθολικῆς πίστης. Τὸ ἀλάθητο, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Χριστὸς στὴν Ἐκκλησία, ὑπάρχει ἐπίσης καὶ στὸ Σῶμα τῶν Ἐπισκόπων, ὅταν αὐτοὶ μαζὶ μὲ τόν Διάδοχο τοῦ Πέτρου, ἐξασκοῦν τὸ ὕψιστο διδακτικό τους ἀξίωμα.
Β΄ Σύνοδος Βατικανού (1962-1965)
«Orientalium Ecclesiarum»[7] - «Των Ανατολικών Εκκλησιών»
«Διάταγμα για τις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες»
«Orientalium Ecclesiarum»[7] - «Των Ανατολικών Εκκλησιών»
«Διάταγμα για τις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες»
Σημ.: «Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες» είναι οι Ουνίτες
«Ανατολικές χωρισμένες Εκκλησίες» είναι οι Ορθόδοξες Εκκλησίες και οι προχαλκηδόνιες.
3. Οι τοπικές αυτές Εκκλησίες, τόσο της Ανατολής [=Ουνίτες] όσο και της Δύσης [Ρ/καθολικές] αν και διαφέρουν εν μέρει μεταξύ τους στους λεγόμενους λειτουργικούς τύπους, δηλαδή στη Θεία Λατρεία, στην εκκλησιαστική τάξη και στην πνευματική κληρονομιά, είναι όμως εμπιστευμένες κατά τον ίδιο τρόπο στην ποιμαντική διοίκηση του Επισκόπου Ρώμης, ο οποίος σύμφωνα με τη θεϊκή θέληση, διαδέχεται τον Απόστολο Πέτρο , στο πρωτείο πάνω σε όλη την Εκκλησία…
7. … Με τις λέξεις ανατολικός Πατριάρχης [σημ. Ουνίτης Πατριάρχης] εννοούμε τον επίσκοπο, ο οποίος έχει δικαιοδοσία σε όλους τους επισκόπους, χωρίς να εξαιρούνται οι μητροπολίτες, τον κλήρο και το λαό όλης της περιφέρειάς του ή του λειτουργικού τύπου, σύμφωνα με τους κανόνες του Εκκλησιαστικού Δικαίου και χωρίς να θίγεται το πρωτείο του Επισκόπου Ρώμης.
9. … Οι Πατριάρχες [σημ. Ουνίτες] με τις συνόδους τους αποτελούν την ανώτατη αρχή για έφεση σε οποιαδήποτε υπόθεση του πατριαρχείου…. παραμένει βέβαια ακέραιο το αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα του Επισκόπου Ρώμης να παρεμβαίνει σε κάθε περίπτωση.
«Ανατολικές χωρισμένες Εκκλησίες» είναι οι Ορθόδοξες Εκκλησίες και οι προχαλκηδόνιες.
3. Οι τοπικές αυτές Εκκλησίες, τόσο της Ανατολής [=Ουνίτες] όσο και της Δύσης [Ρ/καθολικές] αν και διαφέρουν εν μέρει μεταξύ τους στους λεγόμενους λειτουργικούς τύπους, δηλαδή στη Θεία Λατρεία, στην εκκλησιαστική τάξη και στην πνευματική κληρονομιά, είναι όμως εμπιστευμένες κατά τον ίδιο τρόπο στην ποιμαντική διοίκηση του Επισκόπου Ρώμης, ο οποίος σύμφωνα με τη θεϊκή θέληση, διαδέχεται τον Απόστολο Πέτρο , στο πρωτείο πάνω σε όλη την Εκκλησία…
7. … Με τις λέξεις ανατολικός Πατριάρχης [σημ. Ουνίτης Πατριάρχης] εννοούμε τον επίσκοπο, ο οποίος έχει δικαιοδοσία σε όλους τους επισκόπους, χωρίς να εξαιρούνται οι μητροπολίτες, τον κλήρο και το λαό όλης της περιφέρειάς του ή του λειτουργικού τύπου, σύμφωνα με τους κανόνες του Εκκλησιαστικού Δικαίου και χωρίς να θίγεται το πρωτείο του Επισκόπου Ρώμης.
9. … Οι Πατριάρχες [σημ. Ουνίτες] με τις συνόδους τους αποτελούν την ανώτατη αρχή για έφεση σε οποιαδήποτε υπόθεση του πατριαρχείου…. παραμένει βέβαια ακέραιο το αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα του Επισκόπου Ρώμης να παρεμβαίνει σε κάθε περίπτωση.
Codex Ιuris Canonici (1983)[8]
(CIC: Κώδικας Κανονικού Δικαίου)
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΙΕΡΑΡΧΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄ Η ΑΝΩΤΑΤΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Ο ΡΩΜΑΙΟΣ ΠΟΝΤΙΦΙΚΑΣ ΚΑΙ Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ
(CIC: Κώδικας Κανονικού Δικαίου)
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΙΕΡΑΡΧΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄ Η ΑΝΩΤΑΤΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Ο ΡΩΜΑΙΟΣ ΠΟΝΤΙΦΙΚΑΣ ΚΑΙ Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ
ΚΑΝΩΝ 330
Όπως, κατά τη βούληση του Κυρίου, ο Άγιος Πέτρος και οι άλλοι Απόστολοι αποτελούν, ένα μοναδικό Σύλλογο, καθ΄ όμοιο τρόπο ο Ρωμαίος Ποντίφικας, διάδοχος του Πέτρου και οι Επίσκοποι, διάδοχοι των Αποστόλων είναι ενωμένοι μεταξύ τους.
ΑΡΘΡΟ 1.
Ο ΡΩΜΑΙΟΣ ΠΟΝΤΙΦΙΚΑΣ
Ο ΡΩΜΑΙΟΣ ΠΟΝΤΙΦΙΚΑΣ
ΚΑΝΩΝ 331
Ο Επίσκοπος της Εκκλησίας της Ρώμης, στον οποίο παραμένει το καθήκον που κατά μοναδικό τρόπο έδωσε ο Κύριος στον [AA1] Πέτρο, πρώτο των Αποστόλων, και το οποίο πρέπει να μεταβιβάζεται στους διαδόχους του, είναι κεφαλή του Συλλόγου των Επισκόπων, Τοποτηρητής του Χριστού και Ποιμένας ολόκληρης της επί γης Εκκλησίας. γι΄ αυτό το λόγο κατέχει στην Εκκλησία, δυνάμει του καθήκοντός του, την ανώτατη, πλήρη, άμεση και παγκόσμια τακτική εξουσία, την οποία δύναται πάντοτε να ασκεί ελεύθερα.
ΚΑΝΩΝ 332
1. O Ρωμαίος Ποντίφικας αποκτά την πλήρη και ανώτατη εξουσία στην Εκκλησία με την εκ μέρους του αποδοχή της νόμιμης εκλογής του, ομού με την επισκοπική χειροτονία. Γι΄ αυτό το λόγο ο εκλεγείς στην ύπατη Αρχιερατεία που κατέχει την επισκοπική ιδιότητα αποκτά αυτή την εξουσία από τη στιγμή της αποδοχής. Εάν ο εκλεγείς δεν έχει την επισκοπική ιδιότητα, πρέπει να χειροτονηθεί αμέσως Επίσκοπος.
2. Εάν συμβεί περίπτωση παραιτήσεως του Ρωμαίου Ποντίφικα από το καθήκον του, για την εγκυρότητα απαιτείται η παραίτηση να έχει γίνει ελεύθερα και να έχει δεόντως εκδηλωθεί, όχι όμως και να γίνει από κάποιον αποδεκτή.
ΚΑΝΩΝ 333
1. Ὁ Ρωμαίος Ποντίφικας, δυνάμει του καθήκοντός του, όχι μόνο έχει εξουσία επί της ανά τον κόσμον Εκκλησίας, αλλά κατέχει και το πρωτείο τακτικής εξουσίας επί όλων των τοπικών Εκκλησιών και των ενώσεών τους, με το οποίο ενισχύεται και συγχρόνως διασφαλίζεται η οικεία τακτική και άμεση εξουσία που έχουν οι Επίσκοποι επί των τοπικών Εκκλησιών οι οποίες έχουν ανατεθεί υπό τη φροντίδα τους.
2. Κατά την εκπλήρωση του καθήκοντός του ως ανώτατου Ποιμένα της Εκκλησίας, ο Ρωμαίος Ποντίφικας τελεί πάντοτε σε δεσμό κοινωνίας με τους άλλους Επισκόπους όπως και με την ανά τον κόσμον Εκκλησία. ωστόσο έχει το δικαίωμα να καθορίζει, σύμφωνα με τις ανάγκες της Εκκλησίας, τον προσωπικό ή συλλογικό τρόπο ασκήσεως αυτού του καθήκοντος
3. Κατ΄ αποφάσεως ή διατάγματος του Ρωμαίου Ποντίφικα δεν χωρεί έφεση ούτε προσφυγή.
ΚΑΝΩΝ 334
Κατά την άσκηση του καθήκοντός του, το Ρωμαίο Ποντίφικα επικουρούν οι Επίσκοποι, οι οποίοι μπορούν να συνεργάζονται μαζί του με διάφορους τρόπους, ένας εκ των οποίων είναι η Σύνοδος των Επισκόπων. Τον βοηθούν εξ άλλου οι Καρδινάλιοι Πατέρες και άλλα πρόσωπα, όπως επίσης διάφοροι θεσμοί, σύμφωνα με τις ανάγκες των καιρών. όλα αυτά τα πρόσωπα και οι θεσμοί εκπληρώνουν εξ ονόματός του και υπό την εξουσία του, το έργο που τους ανατίθεται για το καλό όλων των Εκκλησιών, σύμφωνα με τις καθορισμένες από το δίκαιο διατάξεις.
ΚΑΝΩΝ 335
Όταν ἡ ρωμαϊκή Έδρα χηρεύει ή κωλύεται παντελώς, δεν πρέπει να εισάγεται καμία καινοτομία στη διοίκηση της ανά τον κόσμον Εκκλησίας. οι δε ειδικοί νόμοι που έχουν εκδοθεί για αυτές τις περιστάσεις πρέπει να τηρούνται..
ΑΡΘΡΟ 2.
Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ
Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ
ΚΑΝΩΝ 336
Ο Σύλλογος των Επισκόπων, του οποίου Κεφαλή είναι ο Άκρος Αρχιερέας και του οποίου μέλη είναι οι Επίσκοποι δυνάμει της μυστηριακής χειροτονίας και της ιεραρχικής κοινωνίας μεταξύ της κεφαλής και των μελών του Συλλόγου, και στον οποίο διαιωνίζεται το αποστολικό σώμα, είναι επίσης, μαζί με την κεφαλή του και ποτέ χωρίς την κεφαλή του, υποκείμενο της ανώτατης και πλήρους εξουσίας επί της ανά τον κόσμον Εκκλησίας.
ΚΑΝΩΝ 337
1. Ο Σύλλογος των Επισκόπων ασκεί την εξουσία επί της ανά τον κόσμον Εκκλησίας κατά τρόπον επίσημο στην Οικουμενική Σύνοδο.
2. Ασκεί την ίδια αυτή εξουσία με την από κοινού δράση των Επισκόπων που είναι διασκορπισμένοι ανά τον κόσμο, εάν αυτή ως τέτοια, έχει υποδειχθεί ή έχει γίνει ελεύθερα δεκτή από τον Ρωμαίο Ποντίφικα, κατά τρόπον ώστε να αποβαίνει μια πραγματικά συλλογική πράξη.
3. Ο Ρωμαίος Ποντίφικας είναι αρμόδιος, σύμφωνα με τις ανάγκες της Εκκλησίας, να επιλέγει και να προάγει τους τρόπους με τους οποίους ο Σύλλογος των Επισκόπων θα ασκεί συλλογικά το καθήκον του έναντι της ανά τον κόσμον Εκκλησίας.
ΚΑΝΩΝ 338
1. Ο Ρωμαίος Ποντίφικας είναι αποκλειστικά αρμόδιος να συγκαλεί την Οικουμενική Σύνοδο, να προεδρεύει αυτής προσωπικώς ή δι΄ άλλων, καθώς επίσης να μεταφέρει την έδρα της, να την αναστέλλει ή να την διαλύει και να εγκρίνει τα διατάγματά της.
2. Ο ίδιος ο Ρωμαίος Ποντίφικας είναι επίσης αρμόδιος να καθορίζει τα θέματα που θα πραγματευτεί η Σύνοδος και να καταρτίζει τον τηρητέο κατ΄ αυτήν κανονισμό. οι συνοδικοί Πατέρες, στα προτεινόμενα από το Ρωμαίο Ποντίφικα ζητήματα, δύνανται, με την έγκρισή του, να προσθέσουν και άλλα.
ΚΑΝΩΝ 339
1. Όλοι και μόνο οι Επίσκοποι μέλη του Συλλόγου των Επισκόπων, έχουν το δικαίωμα και το καθήκον να συμμετέχουν στην Οικουμενική Σύνοδο με αποφασιστική ψήφο.
2 Ορισμένα άλλα πρόσωπα, που δεν έχουν την επισκοπική ιδιότητα, μπορούν να προσκληθούν στην Οικουμενική Σύνοδο από την ανώτατη αρχή της Εκκλησίας, η οποία είναι αρμόδια να καθορίσει το ρόλο τους στη Σύνοδο.
ΚΑΝΩΝ 340
Eάν επισυμβεί χηρεία της Αποστολικής Έδρας κατά τη διάρκεια της Συνόδου, αυτή διακόπτεται αυτοδικαίως, έως ότου ο νέος Άκρος Αρχιερέας διατάξει τη συνέχιση ή τη διάλυσή της.
ΚΑΝΩΝ 341
1. Τα διατάγματα της Οικουμενικής Συνόδου δεν έχουν υποχρεωτική ισχύ παρά μόνον εφόσον έχουν εγκριθεί από το Ρωμαίο Ποντίφικα, από κοινού με τους συνοδικούς Πατέρες, έχουν επικυρωθεί από αυτόν και έχουν δημοσιευθεί κατ΄ εντολή του.
2. Για να έχουν υποχρεωτική ισχύ τα διατάγματα που εκδίδει ο Σύλλογος των Επισκόπων όταν εκτελεί μια πράξη αμιγώς συλλογική σύμφωνα με μια διαφορετική διαδικασία που έχει υποδειχθεί ή έχει γίνει ελεύθερα δεκτή από το Ρωμαίο Ποντίφικα, χρήζουν της ίδιας επικυρώσεως και δημοσιεύσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Η ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ
…
ΚΑΝΩΝ 342
Η Σύνοδος των Επισκόπων είναι συνέλευση των Επισκόπων οι οποίοι… συνέρχονται σε καθορισμένους χρόνους για να ενισχύσουν τη στενή ένωση μεταξύ του Ρωμαίου Ποντίφικα και των ίδιων των Επισκόπων και να βοηθήσουν με τις συμβουλές τους το Ρωμαίο Ποντίφικα…
ΚΑΝΩΝ 344
Η Σύνοδος των Επισκόπων υπόκειται απευθείας στην εξουσία του Ρωμαίου Ποντίφικα, ο οποίος δικαιούται:
1ο. να συγκαλεί τη Σύνοδο κάθε φορά που το θεωρεί σκόπιμο και να καθορίζει τον τόπο της συνελεύσεως.
2ο να επικυρώνει την επιλογή των μελών τα οποία πρέπει να εκλέγονται σύμφωνα με το ειδικό δίκαιο και να διορίζει άλλα μέλη.
3ο να καθορίζει σε εύθετο χρόνο, σύμφωνα με το ειδικό δίκαιο και πριν την τέλεση της Συνόδου, τα προς συζήτηση θέματα.
4ο να συντάσσει την ημερήσια διάταξη.
5ο να προεδρεύει της συνόδου προσωπικά ή δι΄ άλλων.
6ο να κηρύσσει τη λήξη, να μεταφέρει την έδρα της, να αναστέλλει ή να διαλύει τη Σύνοδο.
…
ΚΑΝΩΝ 347
1. Όταν ο Ρωμαίος Ποντίφικας κηρύσσει τη λήξη της συνελεύσεως της Συνόδου των Επισκόπων, λήγει και το ως προς αυτήν καθήκον που ανατέθηκε στους Επισκόπους και στα άλλα μέλη.
2. Σε περίπτωση χηρείας της Αποστολικής Έδρας μετά τη σύγκληση της συνόδου ή κατά τη διάρκεια της πραγματοποιήσεώς της, αναστέλλεται αυτοδικαίως η συνέλευση της Συνόδου, όπως και το ως προς αυτήν καθήκον που ανατέθηκε στα μέλη της, έως ότου ο νέος Ποντίφικας διατάξει ή τη διάλυσή της ή τη συνέχισή της
ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ[9]
§ 834: «Οι τοπικές Εκκλησίες είναι ολότελα καθολικές χάρη στην εκκλησιαστική τους κοινωνία με μια από αυτές: την Εκκλησία της Ρώμης, η οποία “προΐσταται της αγάπης”».
§ 838: «”Μ΄ εκείνους που, χάρη στο Βάπτισμά τους, τιμούνται με το ωραίο χριστιανικό όνομα, αλλά δεν ομολογούν ολόκληρη την πίστη, ή δεν διατηρούν την ενότητα της κοινωνίας, κάτω από το διάδοχο του αποστόλου Πέτρου, η Εκκλησία αισθάνεται πολλούς και διάφορους δεσμούς” (LG[10] 15). “Όσοι πιστεύουν στον Χριστό και έλαβαν έγκυρα το Βάπτισμα βρίσκονται σε κάποια εκκλησιαστική κοινωνία, αν και όχι τέλεια, με την Καθολική Εκκλησία” (UR[11] 3). Με τις Ορθόδοξες Εκκλησίες αυτή η Κοινωνία είναι τόσο βαθιά, “ώστε να λείπει λίγο να φτάσουμε στηνπλήρη εκκλησιαστική κοινωνία, που θα μας επιτρέπει την κοινή τέλεση της Θείας Ευχαριστίας του Κυρίου” (Παύλου Στ, Λόγος 14.12.1975).
§ 881: «Το ποιμαντικό αυτό καθήκον του Πέτρου και των άλλων Αποστόλων ανήκει στα θεμέλια της Εκκλησίας και συνεχίζεται από τους επισκόπους κάτω από το Πρωτείο του Πάπα»
§ 882: «Ο Πάπας, επίσκοπος Ρώμης και διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου, “είναι η αιώνια και ορατή αρχή και θεμέλιο ενότητας, που συνδέει τόσο τους επισκόπους μεταξύ τους όσο και το πλήθος των πιστών” (LG 23). “Πραγματικά, ο επίσκοπς Ρώμης, με το αξίωμά του ως αντιπρόσωπος του Χριστού και ποιμένας όλης της Εκκλησίας, έχει πλήρη, υπέρτατη και παγκόσμια εξουσία μέσα στην Εκκλησία την οποία μπορεί πάντοτε ελεύθερα να ασκεί” (LG 22).
§ 883: «Ο σύλλογος ή το σώμα των επισκόπων δεν έχει εξουσία, αν δεν βρίσκεται σε κοινωνία με τον επίσκοπο Ρώμης ως αρχηγό του. Ο ίδιος αυτός σύλλογος “είναι επίσης φορέας της υπέρτατης και πλήρους εξουσίας μέσα στην παγκόσμια Εκκλησία, την οποία όμως δεν μπορεί να ασκεί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του επισκόπου Ρώμης” (LG 22).
§ 884: «…”Δεν μπορεί να υπάρξει Οικουμενική Σύνοδος αν δεν επικυρωθεί, ή τουλάχιστον αν δεν γίνει δεκτή, από το διάδοχο του Πέτρου” (LG 22).
§ 891: «“Αυτό το αλάθητο έχει ο επίσκοπος Ρώμης, κεφαλή του Συλλόγου των επισκόπων, χάρη στο αξίωμά του, όταν, σαν πρώτος ποιμένας και διδάσκαλος όλων των πιστών, που στηρίζει στην πίστη τους αδελφούς του, διακηρύσσει με οριστική πράξη μια διδασκαλία σχετική με την πίστη και την ηθική” (LG 25)… Το αλάθητο αυτό επεκτείνεται στις ίδιες διαστάσεις όπου επεκτείνεται και η παρακαταθήκη τη Θεϊκής Αποκαλύψεως»
§ 892: «Η θεϊκή συμπαράσταση προσφέρεται επίσης στους διαδόχους των Αποστόλων, όταν διδάσκουν ενωμένοι με τον διάδοχο του Αποστόλου Πέτρου, και με ιδιαίτερο τρόπο προσφέρεται στον επίσκοπο Ρώμης, ποιμένα όλης της Εκκλησίας (LG 22)».
§ 936: «Ο Κύριος έκανε τον Απόστολο Πέτρο ορατό θεμέλιο της Εκκλησία του. Σ΄ αυτόν παρέδωσε τα κλειδιά της. Ο επίσκοπος της Εκκλησίας της Ρώμης, διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου, είναι “ο αρχηγός του συλλόγου των επισκόπων, αντιπρόσωπος του Χριστού και ποιμένας όλης της Εκκλησίας πάνω στην γη”» (CIC 331).
§ 937: «Ο πάπας “από θεϊκή σύσταση έχει υπέρτατη, πλήρη, άμεση και παγκόσμια εξουσία για τη φροντίδα των ψυχών”» (CD[12] 2)
§ 1369: «Επιφορτισμένος με τη διακονία του Αποστόλου Πέτρου μέσα στην Εκκλησία, ο Πάπας συνδέεται με κάθε τέλεση Θείας Ευχαριστίας, στην οποία ονομάζεται ως σημείο και ως υπηρέτης της ενότητας της Παγκόσμιας Εκκλησίας»
[1] https://eeod.gr/omologia-pistews/83704--rlos-to-piskpou-rmis-stn-koinona-tn-kklisin-ts-a-chilietas
[2] Αν. Γκοτσόπουλος, Η Εκκλησία της Ρώμης και ο επίσκοπός της στα πρακτικά και στις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, Θεσσαλονίκη 2015, σ. 400.
[3] «Unitatis Redintegratio» παρ. 15, «Διάταγμα περί Οικουμενισμού» της Β΄ Βατικανής Συνόδου. Β΄ Σύνοδος Βατικανού, Διατάγματα Β΄Συνόδου Βατικανού, 7, Για τον Οικουμενισμό, Για τις μη Χριστιανικές Θρησκείες, Για τη θρησκευτική ελευθερία, μετφρ. Ἄθ. Ἀρμάου, Γραφεῖο Καλοῦ Τύπου, ἄ.χ. σ. 27-28. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για τις αποφάσεις της Β΄ Βατικανής : https://www.vatican.va/archive/hist_councils/ii_vatican_coun cil/index.htm
[4] Congregatio pro Doctrina Fidei, Responsa ad quaestiones de aliquibus sententiis ad doctrinam de Ecclesia pertinentibus (29.6.2007), AAS 99 (2007), 7, 604-608, στο https://www.vatican.va/archive/aas/documents/2007/luglio%2 02007.pdf. Βλ και την από 28.5.1992 Communionis notio της Congregationis pro Doctrina Fidei προς τους Ρωμαιοκαθολικούς επισκόπους, υπογεγραμμένη από τον τότε Καρδινάλιο Joseph Ratzinger και μετέπειτα πάπα Βενέδικτο 16ο και επικυρωμένη και δημοσιευμένη από τον πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄ (Congregatio pro Doctrina Fidei, Letter Communionis notio, 17.3, AAS 85 [1993-II] 849, στο https://www.vatican.va/archive/aas/documents/AAS-85-1993-ocr.pdf ).
[5] Μετάφραση ἀπὸ τὸ λατινικὸ πρωτότυπο: Kl. Schatz, Τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα, μετφρ. Μ. Ροῦσσος-Μηλιδώνης, ἔκδ. Ροὲς Δοκίμια, 2005, σ. 266-267, Χρ. Παπαδοπούλου, Τὸ Πρωτεῖον τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης, Ἀθῆναι 1964, σ. 309-313. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για τις αποφάσεις της Α’ Βατικανής : https://www.vat ican.va/archive/hist_councils/i-vatican-council/index.htm
[6] «Lumen Gentium», «Δογματικὴ Διάταξη Περὶ Ἐκκλησίας» της Β΄ Βατικανής Συνόδου, Β΄ Σύνοδος Βατικανού, Διατάγματα Β΄ Συνόδου Βατικανού 1, (Lumen Gentium), μετφρ. Ἄθ. Ἀρμάου, Γραφεῖο Καλοῦ Τύπου, ἄ.χ. σ. 43-52. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για τις αποφάσεις της Β΄ Βατικανής : https://www.vatican.va/arch ive/hist_councils/ii_vatican_council/index.htm
[7] «Orientalium Ecclesiarum», «Για τις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες» της Β΄ Βατικανής Συνόδου, Διατάγματα Β΄ Συνόδου Βατικανού 5, Για τη θεία Λατρεία, για τη θεϊκή Αποκάλυψη, Για τις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες 5, μετφρ. Ἄθ. Ἀρμάου, Γραφεῖο Καλοῦ Τύπου, ἄ.χ. σ. 107-127. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για τις αποφάσεις της Β΄ Βατικανής : https://www.vatican.va/ archive/hist_councils/ii_vatican_council/index.htm
[8] Κώδικας Κανονικού Δικαίου, εκδοθείς κατά την Αρχιερατεία του Ποντίφικα Ιωάννη-Παύλου του Β΄, Λατινική και Ελληνική Έκδοση, Liberia Editrice Vaticana, Γραφείο Καλού Τύπου, Cittά del Vaticano, Αθήνα 2020, σ. 179-187. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για τον Κώδικα Κανονικού Δικαίου: https://www.vatican.va/ar chive/cdc/index.htm
[9] Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας, Βατικανό – Κάκτος, 1996, σσ. 968. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για την «Κατήχηση της Καθολικής Εκκλησίας»: https://www.vatican.va/archive/ccc/index.htm
[10] «Lumen Gentium», «Δογματικὴ Διάταξη Περὶ Ἐκκλησίας» της Β΄ Βατικανής Συνόδου, Β΄ Σύνοδος Βατικανού, Διατάγματα Β΄ Συνόδου Βατικανού, 1, (Lumen Gentium), μετφρ. Ἄθ. Ἀρμάου, Γραφεῖο Καλοῦ Τύπου, ἄ.χ. σ. 43-52. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για τις αποφάσεις της Β΄ Βατικανής : https://www.vatican.va/archive/hist_councils/ii_vatican_council/index.htm
[11] «Unitatis Redintegratio», «Διάταγμα περί Οικουμενισμού» της Β΄ Βατικανής Συνόδου. Β΄ Σύνοδος Βατικανού, Διατάγματα Β΄Συνόδου Βατικανού, 7, Για τον Οικουμενισμό, Για τις μη Χριστιανικές Θρησκείες, Για τη θρησκευτική ελευθερία, μετφρ. Ἄθ. Ἀρμάου, Γραφεῖο Καλοῦ Τύπου, ἄ.χ. σ. 3-37. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για τις αποφάσεις της Β΄ Βατικανής : https://www.vatican.va/archive/hist_councils/ii_vatican_coun cil/index.htm
[12] «Christus Dominus», «Διάταγμα για το ποιμαντικό έργο των επισκόπων μέσα στην Εκκλησία» της Β΄ Βατικανής Συνόδου. Β΄ Σύνοδος Βατικανού, Διατάγματα Β΄ Συνόδου Βατικανού, 6, Για το ποιμαντικό έργο των επισκόπων μέσα στην Εκκλησία, Για την ανανέωση του μοναχικού βίου, μετφρ. Ἄθ. Ἀρμάου, Γραφεῖο Καλοῦ Τύπου, ἄ.χ. σ. 5-52. Η επίσημη ηλεκτρονική σελίδα του Βατικανού για τις αποφάσεις της Β΄ Βατικανής : https://www.vatican.va/archive/ hist_councils/ii_vatican_coun cil/index.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου